Το φιλολογικό μου ιστολόγιο

Ένας οδηγός για τηΓλώσσα και τη Λογοτεχνία

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ


ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ

Ιαν 20254

Ο νατουραλισμός συνδέεται αποκλειστικά με την πεζογραφία και πιο συγκεκριμένα με το μυθιστόρημα. Στην ουσία, συνιστά το αποκορύφωμα, την πιο ακραία εκδοχή του ρεαλισμού, με τον οποίο μοιράζεται ορισμένα κοινά στοιχεία. Για παράδειγμα, τόσο στο ρεαλισμό όσο και στο νατουραλισμό, ο συγγραφέας επιλέγει απλά θέματα από την καθημερινή ζωή και προσπαθεί να μιμηθεί, να αναπαραστήσει δηλαδή πιστά την πραγματικότητα. Κοινό στοιχείο είναι και η κριτική απέναντι στην κοινωνία της εποχής, η οποία όμως στο νατουραλισμό γίνεται ο πρώτος στόχος και εμφανίζεται πραγματικά πολύ σκληρή.

Συγκεκριμένα, ο νατουραλιστής συγγραφέας

καταγγέλλει μέσα από το έργο του την κοινωνική εξαθλίωση και, γενικά, τις απαράδεκτες συνθήκες στις οποίες είναι αναγκασμένοι να ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Η κοινωνία μας και ο πολιτισμός της, υποστηρίζουν οι νατουραλιστές, δεν είναι αντάξια του ανθρώπου· γι’ αυτό και στα έργα τους υπερτονίζουν τις πιο αρνητικές και άσχημες καταστάσεις της ζωής, παρουσιάζοντας την πραγματικότητα γυμνή, χωρίς καμία προσπάθεια για ωραιοποίηση ή συγκάλυψη των αποκρουστικών πλευρών της, χωρίς πρόσθετα σχόλια ή συναισθηματισμούς. Με αυτόν τον τρόπο, φιλοδοξούν να προκαλέσουν την έντονη αντίδραση του κοινού, ίσως και τη διαμαρτυρία ή την εξέγερση.
Για να επιτύχουν όλα αυτά, οι νατουραλιστές επιδιώκουν την πιστή, τη φωτογραφική σχεδόν απόδοση της πραγματικότητας, μέσα από πληθώρα λεπτομερειών και εξονυχιστική παρατήρηση. Όπως λέει ο ίδιος ο Zola, κάθε μυθιστόρημα πρέπει να είναι μια «φέτα ζωής», ένα κομμάτι αληθινής ζωής. Οι εξαντλητικές περιγραφές, λοιπόν, χώρων, ανθρώπων, φυσιογνωμιών αλλά και καταστάσεων είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του νατουραλισμού.

Ένα δεύτερο γνώρισμα, απόλυτα ταιριαστό με τα παραπάνω, είναι η επιλογή ιδιαίτερα προκλητικών θεμάτων από το περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Οι ήρωες του νατουραλισμού είναι οι απόκληροι και τα θύματα της κοινωνίας, οι καταπιεσμένοι και οι αδικημένοι, άτομα του υπόκοσμου, ψυχικά και σωματικά άρρωστοι κτλ. Οι νατουραλιστές, μάλιστα, επιμένουν ιδιαίτερα στους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνεται η συμπεριφορά και η ηθική του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Zola, η ελευθερία αλλά και η ηθική ευθύνη του ανθρώπου περιορίζονται δραματικά εξαιτίας των δυνάμεων που επιδρούν επάνω του. Οι δυνάμεις αυτές είναι τόσο εξωτερικές, όπως λ.χ. η κοινωνία, οι περιστάσεις ή η φύση, όσο και εσωτερικές, όπως οι βιολογικές καταβολές και η κληρονομικότητα, οι έμφυτες ορμές, το ένστικτο και γενικά οι δυνάμεις του ασυνείδητου. Μ’ άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν έχει πολλά περιθώρια επιλογής και δρα κάτω από συνεχείς καταναγκασμούς.

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ-ΑΦΗΓΗΤΗΣ- ΧΡΟΝΟΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ

Νοέ 20252

Αφηγηματικοί τρόποι και λειτουργία τους

Αφηγηματικοί τρόποι είναι οι ακόλουθοι:
– Αφήγηση
– Διάλογος
– Περιγραφή
– Σχόλια
– Ελεύθερος Πλάγιος Λόγος
– Εσωτερικός μονόλογος
Ρόλος αφήγησης: μας πληροφορεί για το « γίγνεσθαι» δηλ. για την εξέλιξη της δράσης.
Περιγραφή: λεπτομερής απόδοση, αναπαράσταση τόπων, καταστάσεων και χαρακτήρων.

Ρόλος – λειτουργία της περιγραφής

Σκιαγραφεί τα πρόσωπα, στήνει το σκηνικό της δράσης και γενικά φωτίζει την αφήγηση με διάφορες άμεσες ή έμμεσες πληροφορίες.
Συντελεί στη μετάβαση από το ένα αφηγηματικό μέρος στο άλλο.
Προκαλεί αγωνία και αναμονή στον αναγνώστη με την επιβράδυνση της δράσης.
Προσφέρει αισθητική απόλαυση στον αναγνώστη
*** Η χρησιμοποίηση της εικόνας , της μεταφοράς, της προσωποποίησης , της παρομοίωσης και γενικά των σχημάτων λόγου ενισχύουν την περιγραφή και την καθιστούν αποτελεσματική

Διάλογος: αποδίδεται πιστά ο λόγος των προσώπων (ύφος, ιδίωμα, λεξιλόγιο κτλ.) με τη χρήση παύλας /εισαγωγικών.

Ρόλος – λειτουργία του διαλόγου

Προσδίδει στην αφήγηση δραματικότητα, φυσικότητα και ζωντάνια.
Συντελεί στην πειστικότερη διαγραφή των χαρακτήρων – τα πρόσωπα αποκτούν αληθοφάνεια.
Ο αναγνώστης αντλεί μέσω του διαλόγου πληροφορίες για πρόσωπα και γεγονότα.
Ο εσωτερικός μονόλογος: εστιάζει στη ροή των σκέψεων ενός πρωταγωνιστή
Συναισθήματα, σκέψεις, αναμνήσεις, μελλοντικές προβολές περνούν από μπροστά μας, όπως οι εικόνες μιας ταινίας.
Ο ελεύθερος πλάγιος λόγος: Ουσιαστικά πρόκειται για τον συνδυασμό δύο φωνών: του αφηγητή και του χαρακτήρα του οποίου τα λόγια μεταφέρει ο αφηγητής.
Τα σχόλια: Σε κάποιες περιπτώσεις ο αφηγητής προσθέτει κάποια σχόλια που αφορούν τα πρόσωπα της ιστορίας ή τα δρώμενα.

Λειτουργία: δίνει την εντύπωση ότι κάνει έναν διάλογο με τον αναγνώστη, ότι του ζητά να εστιάσει σε κάποια συγκεκριμένη πτυχή της ιστορίας

2. Είδος αφηγητή ανάλογα με τη συμμετοχή του στα γεγονότα:

Ομοδιηγητικός αφηγητής: Ο αφηγητής αυτού του είδους αποτελεί ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Μπορεί να είναι είτε ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο βασικός, δηλαδή, ήρωας, είτε ένα από τα δευτερεύοντα πρόσωπα. Σε περίπτωση που ο αφηγητής αυτός είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, τότε χαρακτηρίζεται αυτοδιηγητικός.

Ετεροδιηγητικός αφηγητής: Ο αφηγητής αυτού του είδους αφηγείται μια ιστορία στην οποία δεν έχει καμία συμμετοχή. Αφηγείται συνήθως σε τρίτο πρόσωπο και συμπίπτει με τον «παντογνώστη αφηγητή».

3) Ο χρόνος της αφήγησης
α) Ως προς τη σειρά παρουσίασης των γεγονότων ο χρόνος της αφήγησης είναι:

– Ευθύγραμμος (όταν ακολουθεί τη φυσική σειρά των γεγονότων).
– Με αναχρονίες (όταν γίνονται ανακατατάξεις στη φυσική σειρά των γεγο­
νότων):
• αναδρομές ή αναδρομικές αφηγήσεις ή αναλήψεις (επιστρο­φή στο παρελθόν).
• πρόδρομες αφηγήσεις ή προλήψεις (αναφορές γεγονότων που θα συμβούν αργότερα).

β) Ως προς το σημείο έναρξης της υπόθεσης:

– από την αρχή της ιστορίας
– από τη μέση της υπόθεσης: In medias res

γ) Τεχνικές που παραβιάζουν την ομαλή χρονική σειρά:

In medias res (στο μέσο των πραγμάτων): το νήμα της ιστορίας δεν ξετυλίγεται από την αρχή αλλά ο αφηγητής μας μεταφέρει στο κρισιμότερο σημείο της πλοκής και έπειτα με αναδρομή στο παρελθόν παρουσιάζονται όσα προηγήθηκαν. Έτσι διεγείρεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η αφήγηση δεν κουράζει.
Εγκιβωτισμός: μέσα στην κύρια αφήγηση υπάρχουν και μικρότερες δευτερεύουσες αφηγήσεις που διακόπτουν την ομαλή ροή του χρόνου. Πρόκειται για μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση.
Παρέκβαση, εμβόλιμη αφήγηση: αναφορά σε άλλο θέμα που δε σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση και την εξέλιξη του έργου και διακόπτει προσωρινά τη φυσική ροή των γεγονότων.
Προϊδεασμός, προσήμανση: η ψυχολογική προετοιμασία του αναγνώστη για το τι πρόκειται να ακολουθήσει .
Προοικονομία: ο τρόπος διευθέτησης των γεγονότων και η δημιουργία κατάλληλων προϋποθέσεων, ώστε η εξέλιξη της πλοκής να είναι φυσική και λογική για τον αναγνώστη.

δ) Ρυθμός της αφήγησης

Ως προς το ρυθμό παρουσίασης των γεγονότων έχουμε τις τεχνικές:

Επιτάχυνση: γεγονότα μεγάλης διάρκειας παρουσιάζονται σύντομα
Επιβράδυνση: γεγονότα μικρής διάρκειας παρουσιάζονται εκτεταμένα
Παράλειψη: γεγονότα δεν αναφέρονται γιατί δε σχετίζονται με την ιστορία
Περίληψη: συνοπτική παρουσίαση ενδιάμεσων γεγονότων
Αφηγηματικό κενό: παραλείπεται ένα τμήμα της ιστορίας ή κάποια γεγονότα που εννοούνται εύκολα ή δε συμβάλλουν ουσιαστικά στην πλοκή.

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα ,  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ-ΑΦΗΓΗΤΗΣ- ΧΡΟΝΟΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ- ΓΕΝΙΕΣ

Ιαν 202514

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ – ΓΕΝΙΕΣ

Λογοτεχνική σχολή: λέγεται μια ομάδα λογοτεχνών με ίδια χαρακτηριστικά γνωρίσματα μορφής και περιεχομένου, με κοινές αισθητικές αντιλήψεις που εισάγει νέα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την εκφραστική και θεματική ιδιαιτερότητα τους

Λογοτεχνική γενιά: λέγεται η ομάδα των λογοτεχνών μιας συγκεκριμένης εποχής ή περιόδου. Κοινά στοιχεία: ηλικιακά, ιστορικές και πολιτιστικές εμπειρίες, η συναίσθηση της διαφοροποίησης τους από την προηγούμενη γενιά ως προς την έκφραση νέων μορφών

ΚΡΗΤΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ:

  • χρήση της κρητικής διαλέκτου

  • χρήση στην ποίηση συνήθως του δεκαπεντασύλλαβου και ομοιοκατάληκτου στίχου

  • άντληση των θεμάτων κυρίως από τον έρωτα και τη θρησκεία

  • κρητική λογοτεχνία έχει βαθιά ελληνικό χαρακτήρα παρά τις ξένες επιδράσεις που έχει δεχτεί

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ:

  • χρήση της δημοτικής γλώσσας και θεωρητική υποστήριξη της από τους περισσότερους

  • χρήση στην ποίηση συνήθως του δεκαπεντασύλλαβου και ομοιοκατάληκτου στίχου

  • άντληση των θεμάτων κυρίως από τη θρησκεία, την πατρίδα και τον έρωτα. Ερωτική εξιδανίκευση, ιδανισμός στην παρουσίαση του έρωτα

  • έμπνευση από την ιταλική στιχουργία

  • αγάπη για τη φύση

ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΧΟΛΗ ( ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 1830-1880)

  • μελαγχολία και η απαισιόδοξη διάθεση , ως απόηχος του ρομαντισμού της δύσης

  • προσπάθεια για τόνωση του εθνικού φρονήματος του λαού

  • στροφή προς το ένδοξη παρελθόν ( αρχαίο και πρόσφατο)

  • χρήση της καθαρεύουσας

  • χαλαρή έκφραση που μερικές φορές φτάνει ως την προχειρολογία

  • πομπώδες ύφος

ΝΕΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΧΟΛΗ

  • επιστροφή στη γνήσια λαϊκή παράδοση, στη δημοτική γλώσσα και σε όλα εκείνα τα στοιχεία που είχε περιφρονήσει η Ρομαντική Σχολή

  • γενικότερη ανανέωση του ποιητικού λόγου: εγκατέλειψαν τον στόμφο και τις ρητορικές εξάρσεις του αθηναϊκού ρομαντισμού και στράφηκαν σε θέματα περισσότερο οικεία και καθημερινά, που ευνοούσαν τους χαμηλούς τόνους

  • νατουραλιστική τεχνοτροπία

  • ενδιαφέρον για την επιμελημένη μορφή του στίχου και προτίμησαν μικρά στροφικά σχήματα

  • σημαντικό ρόλο στη στιχουργική φροντίδα έπαιξε και η έμπνευση των περισσότερων από το ρεύμα του γαλλικού παρνασσισμού

  • ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας προσέφερε στους λογοτέχνες της εποχής νέα θέματα για έμπνευση, από την καθημερινή ζωή του λαού, αλλά και νέα ποιητικά πρότυπα

ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΟΙΗΣΗ

ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΄20

είναι η γενιά του πεσιμισμού, λόγω της τραυματικής εμπειρίας του Α΄Παγκόσμιου Πολέμου.

  • ψυχικός κάματος

  • δυσκολία προσαρμογής στην πραγματικότητα της ζωής

  • αίσθημα ανικανοποίητου και παρακμής

  • κλίμα ανίας, διάλυσης, απιστίας

  • πορεύονται στα χνάρια του συμβολισμού, ο οποίος όμως δεν αντλεί τα θέματα του από την εξωτερική πραγματικότητα, αλλά από τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου και τα συναισθήματα του. Ο εξωτερικός κόσμος γίνεται σύμβολο της ατομικής ζωής, οι ψυχικές καταστάσεις συσχετίζονται με τα πράγματα ως σύμβολα

ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΄30

οι ποιητές της γενιάς του ΄30 με βάση τις αρχές του συμβολισμού και του υπερρεαλισμού , ανανεώνουν την ελληνική ποίηση. Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της ανανέωσης είναι:

  • ο ελεύθερος στίχος

  • η χρήση του λεξιλογίου της καθημερινής ομιλίας

  • η κατάργηση της λογικής αλληλουχίας του ποιήματος

  • η κατάργηση του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

  • καλλιέργεια του μυθιστορήματος, λόγω ύπαρξης των κατάλληλων προϋποθέσεων: σταθεροποίηση της πολιτικής και οικονομικής ζωής, αστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, διακίνηση ιδεών και ρευμάτων από την Ευρώπη

  • προβάλλονται οι ιδεολογικές και πολιτικές συγκρούσεις παράλληλα με τα δικαιώματα της ατομικότητας και τους προσανατολισμούς της αστικής κοινωνίας

  • παρατηρούνται δύο τάσεις ως προς τη μορφή: η ρεαλιστική και η μοντερνιστική ή νεοτερική που εμφανίζεται κυρίως στη Θεσσαλονίκη και η οποία εισάγει τα νεότερα λογοτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης, όπως τον εσωτερικό μονόλογο, τη ροή της συνείδησης

  • προσπάθεια να διατηρηθούν στη μνήμη τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής μέσα από βιωματικές καταγραφές των συγγραφέων

  • αντιπολεμική, αντιηρωική διάθεση

ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ

ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΗ Ή ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

  • αντλούν τις εμπειρίες τους από τους αγώνες της Κατοχής και τη δύσκολη μετακατοχική περίοδο για την Ελλάδα και γενικότερα την ανθρωπότητα ( Β΄Παγκόσμιος, Κατοχή, Αντίσταση)

  • η γενιά αυτή κατορθώνει να εκφράσει τα σήματα των ελπίδων της και των διαψεύσεων της με ποίηση που η αισθητική της λειτουργία είναι αναμφισβήτητα

  • με αγωνιστική διάθεση προσπαθεί να καταγράψει τα γεγονότα και να προβάλλει τα οράματα της για έναν καλύτερο κόσμο

  • αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως ον κοινωνικό και πολιτικό, τον εντοπίζει στους αγώνες του

  • δημιουργεί όμως ποίηση που κινδυνεύει από εξωαισθητικές και ιδεολογικές σκοπιμότητες

ΝΕΟΫΠΕΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

  • οι ποιητές έμειναν ανεπηρέαστοι από τις ιδεολογικές διαμάχες της εποχής τους και τους φανατισμούς όχι όμως και από το δράμα που εκτυλισσόταν γύρω τους

  • είναι αρχικά επηρεασμένοι από τον Εμπειρίκο, Εγγονόπουλο, Ελύτη

  • θεωρούν τη γλώσσα ως όργανο που θα τους βοηθήσει να εκφράσουν την εφιαλτική πραγματικότητα

  • από την επίδραση των δραματικών γεγονότων της εποχής τους, αποκτούν μια τραγική αίσθηση της ζωής

  • αντιπροσωπεύουν μια ποιητική δημιουργία απαλλαγμένη από οποιεσδήποτε προκαταλήψεις ή επιρροές

  • παρακολουθούν τη δοκιμασία του ανθρώπου της εποχής, αλλά τον αποχρωματίζουν από κάθε ιδεολογική επικάλυψη

ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ Ή ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

  • οι ποιητές αυτής της τάσης δε φαίνεται να έχουν κοινωνικά ενδιαφέροντα

  • διακατέχονται από μεταφυσική αγωνία

  • προσπαθούν να εκφράσουν το άγχος του μοναχικού ατόμου μπροστά στο πρόβλημα της ζωής και του θανάτου, της καθημερινής φθοράς

  • φαίνεται να χάνουν την επαφή τους με τα πράγματα και να ρέπουν προς μια ιδεαλιστική διάχυση

ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ

ΠΟΙΗΣΗ

  • οι περισσότεροι αυτής της γενιάς δεν κομίζουν μέσα τους τις ηρωικές μνήμες της Κατοχής και τη στερεότητα της πίστης σε ένα καλύτερο μέλλον

  • καταφεύγουν στη διερεύνηση του εσωτερικού τους χώρου, για να εκφράσουν τις τραυματικές τους εμπειρίες ( πολιτικοκοινωνικές, συνακόλουθες διαψευσμένου ιδεολογικού οράματος είτε ερωτικές)

  • λόγω της αίσθησης διάψευσης των οραμάτων τους αρνούνται να συμμετάσχουν στο πολιτικό και κοινωνικό παιχνίδι

  • χαρακτηρίζονται από έντονο κριτικό πνεύμα και σκεπτικισμό

  • επηρεασμένοι από την ποίηση του Καρυωτάκη, καλλιεργούν έναν ποιητικό λόγο αντιλυρικό, που διακρίνεται για την αιχμηρότητα, τη σκληρότητα και την τραχύτητα των εκφραστικών του μέσων

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

  • ρεαλισμός: οι περισσότεροι πεζογράφοι στρέφονται στη μελέτη και απεικόνιση της πραγματικότητας με διάθεση κριτική και απομακρύνονται από το αστικό περιβάλλον όπου τοποθετούσαν τους μύθους τους οι προηγούμενοι, Μερικοί επιμένουν στην απόδοση των πιο αποκρουστικών και ωμών πλευρών της πραγματικότητας , απογυμνώνοντας την από κάθε συμβατικό εξωραϊσμό ( Ταχτσής, Κοτζιάς, Φραγκιάς, Χατζής). Αρκετοί από αυτούς χρησιμοποιούν την αυτοαναφορικότητα, την τάση δηλαδή να αφηγούνται σε πρώτο γραμματικό πρόσωπο και να χρησιμοποιούν λιγότερα ή περισσότερα αυτοβιογραφικά στοιχεία ( Ιωάννου)

  • κοινωνικοί και πολιτικοί προβληματισμοί: οι πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις, η αυταρχική εξουσία, οι οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές είναι μερικά από τα θέματα που απασχόλησαν πολλούς πεζογράφους ( Χατζής, Κοτζιάς, Φραγκιάς, Τσίρκας, Πλασκοβίτης)

  • φυγή από την πραγματικότητα: μερικοί αποφεύγουν τη ζοφερή πραγματικότητα, αναζητώντας καταφύγιο στη λυρική πεζογραφία του κλειστού χώρου. Παρουσιάζουν τους ήρωες τους να ζουν τα ιδιωτικά τους προβλήματα ανεξάρτητα από τα εξωτερικά γεγονότα ( Λυμπεράκη, Βλάμη, Σαράντη, Βλάχος)

  • νέες εκφραστικές αναζητήσεις: η νεοελληνική πεζογραφία δέχεται επιδράσεις από τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό και από τους σχετικούς προβληματισμούς γύρω από το μυθιστόρημα

  • ρεαλιστική γλώσσα: χρησιμοποιεί τολμηρότερη ρεαλιστική γλώσσα που είναι κοντά στην καθημερινότητα. Ορισμένες φορές η γλώσσα χρησιμοποιείται με τραχύτητα ή αποδιοργανώνεται συντακτικά και λογικά, για να αποδώσει πειστικότερα βάναυσες, παράλογες και εφιαλτικές καταστάσεις

ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ ΄70

  • δεν έχουν εμπειρίες από την Κατοχή και την εμφυλιακή περίοδο. Η ελληνική κοινωνία παρουσιάζει σημαντική οικονομική άνοδο και εισέρχεται στο στάδιο του καταναλωτισμού , ενώ βιώνει τη δικτατορία ( 1967-1974)

  • οι ποιητές είναι απαλλαγμένοι από τις ιδεοληψίες των προκατόχων τους

  • ρέπουν σε μια ποιητική γραφή και γλώσσα, που αντλείται από την καθημερινή και τρέχουσα ομιλία

  • ονομάστηκαν και ποιητές της αμφισβήτησης, επειδή θεωρήθηκε ότι η εριστικότητα του ύφους, ο σαρκασμός, η ειρωνεία και η ρεαλιστική γλώσσα είχαν ως στόχο την αμφισβήτηση κάθε κατεστημένης αξίας

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ- ΓΕΝΙΕΣ

ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

Ιαν 20254

Ο ρεαλισμός είναι ένα λογοτεχνικό ρεύμα που εμφανίστηκε αρχικά στη Γαλλία από τα μέσα του 19ου αιώνα και συνδέθηκε με την ανάπτυξη των θετικών επιστημών. Η λογοτεχνία οφείλει τώρα να αφήσει κατά μέρος τη φαντασία και τα συναισθήματα και να υιοθετήσει στη γραφή τη μέθοδο των θετικών επιστημών (παρατήρηση και περιγραφή των γεγονότων με στόχο την πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας).


Όταν λέμε ότι κάποιος είναι ρεαλιστής εννοούμε, με την κοινή σημασία που αποδίδουμε στην έννοια, ότι ο άνθρωπος αυτός είναι προσγειωμένος στην πραγματικότητα, ότι ξέρει τι θέλει και δεν κάνει όνειρα που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν. Ο ρεαλισμός όμως είναι και όρος της φιλοσοφίας και της αισθητικής. Ως τάση της αισθητικής το ρεαλισμό τον συναντούμε στην παγκόσμια λογοτεχνία από την αρχαιότητα ακόμη. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι, σύμφωνα με μια πολύ διαδεδομένη πίστη, ότι ο καλλιτέχνης στο έργο του πρέπει να αποδώσει πιστά την πραγματικότητα.

Στη ρεαλιστική γραφή, που μας ενδιαφέρει εδώ, ο συγγραφέας τηρεί μια στάση αντικειμενική απέναντι στα γεγονότα που διηγείται· πρόθεσή του είναι να τα εκθέσει, να τα παρουσιάσει με πειστικότητα. Αυτός είναι ο λόγος που αποκλείει τα συναισθήματά του από τη διήγηση, τις κρίσεις και την προσωπική ερμηνεία για τα γεγονότα. Με αυτό τον τρόπο δίνει στον αναγνώστη την αίσθηση ότι συμμετέχει και ο ίδιος, ότι παρακολουθεί τα γεγονότα να ξετυλίγονται μπροστά του. Aυτή την εντύπωση έχουμε π.χ. όταν διαβάζουμε Όμηρο. Και από την άποψη αυτή μπορούμε να εντάξουμε όχι μόνο τον Όμηρο, αλλά και όλη την αρχαία λογοτεχνία στο ρεαλισμό. Άλλωστε η αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων ότι η τέχνη είναι μίμηση προϋποθέτει μια βάση ρεαλιστική.

Ο ρεαλισμός όμως, ως συγκεκριμένη τεχνοτροπία στο μυθιστόρημα, ξεκινάει από τη Γαλλία το δεύτερο μισό του 19ου αι. με το Φλωμπέρ και συνεχίζεται ως σήμερα. Περιλαμβάνει πολλές τάσεις. Συνήθως όταν μιλάμε για ρεαλιστικό μυθιστόρημα εννοούμε την τάση ορισμένων συγγραφέων να απεικονίσουν πιστά την πραγματικότητα. Η άποψη αυτή όμως δεν είναι απόλυτα σωστή. Βέβαια ο μυθιστοριογράφος αντλεί την ύλη του βιβλίου του από την πραγματικότητα. Ανάμεσα όμως στα πραγματικά γεγονότα και στο λογοτεχνικό έργο έχει παρεμβληθεί ένα άτομο, ο μυθιστοριογράφος. Τα πραγματικά γεγονότα δεν μεταφέρονται αυτούσια, αλλά μετασχηματίζονται από το δημιουργό του λογοτεχνικού έργου. Αυτά θα συγκινήσουν τον ψυχισμό του συγγραφέα και ανάλογα με το βαθμό της συγκίνησης, τη δύναμη της φαντασίας και την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς του θα μεταμορφωθούν σε έργο τέχνης. Επηρεάζονται συνεπώς από τους οραματισμούς τον συγγραφέα, τις επιθυμίες του, τις προκαταλήψεις και τις ιδέες του. Ο ρεαλιστής μυθιστοριογράφος δεν επιδιώκει να μας δώσει μια φωτογραφική αναπαράσταση της ζωής, αλλά κάποια άποψή της, με πληρότητα, ζωντάνια και πειστικότητα.

Ο βασικός ήρωας ενός ρεαλιστικού μυθιστορήματος παρουσιάζεται ως τύπος ενός συγκεκριμένου πολιτισμού. Δεν είναι πιστή αντιγραφή ενός συγκεκριμένου ατόμου, αλλά έχει επινοηθεί από τη φαντασία του δημιουργού του. Είναι ένας τύπος πλαστός, όπως λέμε. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι και εξωπραγματικός. Η τέχνη του λόγου, είπε ο Αριστοτέλης, δεν έχει σκοπό «τα γενόμενα λέγειν»· δεν επιδιώκει δηλαδή να διηγηθεί γεγονότα πραγματικά —αυτό είναι έργο της ιστορίας— αλλά γεγονότα που θα μπορούσαν να συμβούν «κατά το εικός και το αναγκαίον»· δηλαδή η αφηγηματική τέχνη πρέπει να παρουσιάζει τα γεγονότα με τρόπο που να μπορεί να μας πείσει ότι έτσι έπρεπε να συμβούν και κατά κανόνα έτσι συμβαίνουν στην πραγματικότητα.

Βασικό κριτήριο για την αξία ενός ρεαλιστικού μυθιστορήματος είναι το αν κατορθώνει ο μυθιστοριογράφος να δώσει στο πλαστό πρόσωπο ή σε μια φανταστική κατάσταση μια εντύπωση αλήθειας. Σ’ αυτό ακριβώς βασίζεται και η δύναμη του ρεαλιστικού μυθιστορήματος.

Τα βασικά χαρακτηριστικά του ρεαλισμού μπορούμε να τα συνοψίσουμε στα εξής:
α) δείχνει μια τάση προς την αντικειμενικότητα
β) αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους
γ) παρουσιάζει κοινές εμπειρίες και
δ) επιλέγει κοινά θέματα.

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ

Ιαν 20254

Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα στην Ελλάδα κυριαρχεί ο ρομαντικός τρόπος σκέψης και δράσης. Το λογοτεχνικό είδος που ακμάζει είναι το καθαρευουσιάνικο ιστορικό μυθιστόρημα. Η πεζογραφική γενιά όμως του 1880 με πρωτεργάτες Βιζυηνό και Παπαδιαμάντη αρχίζουν για πρώτη φορά να εισάγουν το ηθογραφικό διήγημα. Η στροφή από το Ρομαντισμό στην Ηθογραφία έγινε και εξαιτίας της ανάπτυξης της λαογραφίας ως επιστήμης από το Νικόλαο Πολίτη. Έτσι, οι πεζογράφοι της εποχής σταματούν πια να εμπνέονται και να καταγράφουν φανταστικές υποθέσεις για νεράιδες, πρίγκιπες, δράκους, ξωτικά που ήταν το περιεχόμενο των ιστορικών μυθιστορημάτων μέχρι τότε και στρέφονται προς την ειδυλλιακή ύπαιθρο με στόχο την περιγραφή των ηθών και εθίμων του Ελληνικού λαού. Έτσι, καλλιεργείται το ηθογραφικό διήγημα το οποίο περιγράφει την Ελληνική ύπαιθρο, το ελληνικό χωριό και τους απλοϊκούς του κατοίκους. Έχει, μάλιστα, έντονο λαογραφικό χαρακτήρα.

Χαρακτηριστικά ηθογραφικού διηγήματος

  1. Πιστή παρουσίαση της ζωής στην ελληνική ύπαιθρο, δηλαδή καταγραφή των τοπικών παραδόσεων, ηθών και εθίμων, των καθημερινών συνηθειών, του χαρακτήρα και της νοοτροπίας των Ελλήνων της εποχής.
  2. Οι ήρωες των ηθογραφικών διηγημάτων είναι κυρίως απλοί άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου.
  3. Όλα σχεδόν τα έργα της ηθογραφίας χαρακτηρίζονται από έντονο λυρισμό, ενώ σε πολλές περιπτώσεις η επιμονή στην εθιμογραφία και τη λαογραφία λειτουργούν αρνητικά για τη λογοτεχνική τους αξία.
  4. Οι ηθογράφοι εμπνέονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα προσωπικά τους βιώματα και πολύ συχνά χρησιμοποιούν ως πλαίσιο για τα έργα τους τον τόπο καταγωγής τους (π.χ. ο Παπαδιαμάντης τη Σκιάθο).
  5. Ο αφηγηματικός λόγος των ηθογράφων λειτουργεί απομνημονευτικά περισσότερο παρά αυτοβιογραφικά, κατά προτίμηση, ιδίως όταν κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης είναι ένα πρόσωπο διαφορετικό από τον ίδιο τον συγγραφέα· ο συγγραφέας είναι περισσότερο αυτόπτης μάρτυρας και δίνει πληροφορίες περιορισμένης εμβέλειας.
  6. Η αφήγηση αφορά στο παρόν και σε χώρους λίγο ή πολύ γνωστούς και οικείους
  7. Απεικόνιση χαρακτηριστικών ανθρώπινων τύπων.
  8. Σκηνοθετημένη αληθοφάνεια της αφήγησης, η οποία στηρίζεται συνήθως στη συστηματική χρήση του πρώτου αφηγηματικού προσώπου (τεχνική που σκοπεύει στην εξίσωση της αφήγησης με τη μαρτυρική κατάθεση) και στην εκτεταμένη χρήση των διαλόγων στους οποίους αποτυπώνεται η ιδιωματική έκφραση των ηρώων (τεχνική που σκοπεύει στη δημιουργία εντύπωσης φωνογραφικής πιστότητας).

 

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΦΗΓΗΤΗΣ – ΕΣΤΙΑΣΗ

Ιαν 20254
Το είδος του αφηγητή

Το είδος του αφηγητή σε ένα λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να χαρακτηριστεί ως η σημαντικότερη αφηγηματική τεχνική. Πρόκειται για την επιλογή του λογοτέχνη που καθορίζει την εστίαση, τον τρόπο με τον οποίο θα παρουσιαστεί η αφήγηση.

Η οπτική γωνία καθορίζει το είδος του αφηγητή

Σε ένα λογοτεχνικό κείμενο – ποίημα ή ακόμα περισσότερο πεζό – παρακολουθούμε και συμμετέχουμε στη ροή μέσα από τη σκοπιά, τη ματιά κάποιου συγκεκριμένου προσώπου. Με βάση αυτή την αρχή μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής περιπτώσεις:

  • Παντογνώστης αφηγητής: Ο αφηγητής δεν είναι πρόσωπο της ιστορίας. Γνωρίζει τα πάντα, έχει εποπτεία και δεν εστιάζει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο καθώς έχει μπροστά του πάντα τη συνολική εικόνα, την οποία και μας παρουσιάζει. Αυτός είναι και ο λόγος που σε αυτού του είδους την αφήγηση χαρακτηρίζουμε την εστίαση ως μηδενική.
  • Αφηγητής – πρόσωπο: Σε αυτή την περίπτωση ο αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Γνωρίζει μόνο όσα μπορεί να αντιληφθεί από τη δική του οπτική γωνία. Η εστίαση χαρακτηρίζεται ως εσωτερική καθώς αυτό που μας παραθέτει είναι τα δικά του συναισθήματα, όπως αυτά διαμορφώνονται στη ροή της ιστορίας.
Ο τρόπος με τον οποίο συμμετέχει στα δρώμενα

Ανάλογα με τον τρόπο που συμμετέχει στην εξέλιξη της ιστορίας ο αφηγητής μπορεί να χαρακτηριστεί ως:

  • Ετεροδιηγητικός: Συνήθως είναι ο παντογνώστης αφηγητής. Δεν συμμετέχει στην ιστορία. Γνωρίζει όλη την εξέλιξη και μας αφηγείται τα δρώμενα στο γ’ πρόσωπο.
  • Ομοδιηγητικός: Ο αφηγητής συμμετέχει στην ιστορία – το συνηθέστερο ως ένας από τους πρωταγωνιστές ή πιο σπάνια ως παρατηρητής – και αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο. Κάποιες φορές δεν αποκλείεται να συναντήσουμε και το γ’ πρόσωπο. Γενικά, αυτή η τεχνική δίνει ένα μεγάλο εύρος στις επιλογές του συγγραφέα.
Η εστίαση στο λογοτεχνικό κείμενο

Συνολικά μπορούμε να διακρίνουμε τρεις περιπτώσεις όσον αφορά την οπτική γωνία του αφηγητή:

  • Μηδενική εστίαση: Είναι η περίπτωση που ο αφηγητής είναι παντογνώστης. Ως εικόνα μπορούμε να τον φανταστούμε να παρακολουθεί από ένα ψηλό σημείο, κάτι που του δίνει τη δυνατότητα να έχει μπροστά του όλη τη ροή. Κατά συνέπεια, δεν εστιάζει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο.
  • Εσωτερική εστίαση: Είναι η οπτική που έχει ένα από τα πρόσωπα που λαμβάνει μέρος στη ιστορία. Μπορεί να γνωρίζει μόνο τα όσα συμβαίνουν στον ίδιο. Επομένως εστιάζει εσωτερικά, στις δικές του ιδέες και συναισθήματα.  Ο συγγραφέας έχει την επιλογή να μας δίνει τα δρώμενα μέσα από τη ματιά ενός μόνο προσώπου ή να προτιμήσει την εναλλαγή διαφόρων προσώπων στο ρόλο του αφηγητή. Τέλος, μπορεί να μας δώσει το ίδιο γεγονός μέσα από το βίωμα διαφορετικών προσώπων. χαρακτηριστικά αναφέρουμε για την τρίτη περίπτωση το αριστούργημα της Virginia Woolf.
  • Εξωτερική εστίαση: Τη συναντάμε συνήθως στα αστυνομικά μυθιστορήματα και γενικά σε έργα που είναι σημαντικό να κρατήσουμε τον αναγνώστη σε αγωνία μέχρι το τέλος. Σε αυτή την περίπτωση ο αφηγητής γνωρίζει λιγότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Έτσι, και εμείς ως αναγνώστες δεν έχουμε πρόσβαση σε σημαντικές λεπτομέρειες παρά μόνο στο τέλος του κειμένου.
κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΑΦΗΓΗΤΗΣ – ΕΣΤΙΑΣΗ

ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ

Μάι 202415

Σχήματα λόγου

Αλληγορία:

Η αλληγορία είναι ένας μεταφορικός εκφραστικός τρόπος, ο οποίος κρύβει νοήματα διαφορετικά από εκείνα που φανερώνουν οι χρησιμοποιούμενες συγκεκριμένες λέξεις. Με την τεχνική αυτή, επομένως, επιδιώκεται και επιτυγχάνεται η απόκρυψη του πραγματικού νοήματος. Συνεπώς, οπουδήποτε λειτουργεί η έννοια της αλληγορίας, χρειάζεται και απαιτείται μια ειδική ανάγνωση για την αποκωδικοποίηση και την κατανόηση του πραγματικού νοήματος. Αυτή η ειδική ανάγνωση προϋποθέτει την ικανότητα να διαβάζουμε ένα αλληγορικό κείμενο «κάτω από τις λέξεις», για να αποκαλύψουμε τα κρυμμένα ή, έστω, τα δυσδιάκριτα νοήματα. Στο χώρο της λογοτεχνίας η αλληγορία είναι μια ιδιαίτερα συχνή τεχνική. Συγκεκριμένα, ο πεζογράφος ή ο ποιητής, για να προσδώσει στα νοήματά του μεγαλύτερη υποβλητικότητα και για να καταστήσει περισσότερο αισθητά και, επομένως, ζωντανά, καταφεύγει συχνά στην τεχνική και στους τρόπους της αλληγορίας.

Αναδίπλωση:

Υπάρχουν δύο τρόποι για να προσδιορίσουμε την έννοια της αναδίπλωσης. Ο ένας ο στενός και καθιερωμένος και ο άλλος είναι ο ευρύτερος και ουσιαστικότερος. Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο, η αναδίπλωση είναι ένα σχήμα λόγου (ή ένας εκφραστικός τρόπος), σύμφωνα με το οποίο μια λέξη (ή και μια φράση) τίθεται στο λόγο μια φορά και αμέσως μετά επαναλαμβάνεται. Έτσι, η ίδια λέξη ακούγεται στο λόγο δύο φορές, χωρίς όμως ανάμεσά τους να μεσολαβεί κάτι άλλο. π.χ. Απρίλη, Απρίλη δροσερέ και Μάη με τα λουλούδια.
Η αναδίπλωση αυτής της μορφής, από άποψη αισθητικής και νοηματικής λειτουργίας, αποσκοπεί στο να προβάλει με ιδιαίτερη ένταση και έμφαση την επαναλαμβανόμενη έννοια. Στα ποιητικά, όμως, κείμενα, η έννοια της αναδίπλωσης λειτουργεί και με έναν ευρύτερο, πιο ελεύθερο και πολύ πιο ουσιαστικό τρόπο. Για παράδειγμα στο ποίημα του Σεφέρη «Ελένη», διαβάζουμε τα εξής:
Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών,
αν είναι αλήθεια πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια…
Σε αυτό το απόσπασμα ο εκφραστικός τρόπος της αναδίπλωσης χρησιμοποιείται και αξιοποιείται με έναν πολύ πιο ελεύθερο τρόπο. Συγκεκριμένα ο ποιητής χρησιμοποιεί και επαναλαμβάνει τρεις φορές την ίδια έκφραση (αν είναι αλήθεια) στην αρχή ισάριθμων στίχων. Με την τριπλή αυτή αναδίπλωση ο ποιητής θέτει εμφατικά, δηλαδή με ιδιαίτερη ένταση, το γεγονός ότι και στο μέλλον ο άνθρωπος θα ξαναζήσει την ίδια περιπέτεια ενός μάταιου πολέμου σαν ένας άλλος Τεύκρος.

Ανακόλουθο:

Στο σχήμα αυτό παραβιάζεται η συντακτική συνέπεια μιας πρότασης λόγω ταχύτητας του λόγου, ψυχικής ταραχής ή και σκοπιμότητας του ομιλητή ή συγγραφέα. π.χ. «Ο Διάκος (αντί του Διάκου) σαν τ’ αγροίκησε πολύ του κακοφάνη».

Αναστροφή:

Η σκόπιμη αλλαγή της φυσικής σειράς των λέξεων μιας φράσης. π.χ. του προδομένου ο πόνος της καρδιάς αντί: ο πόνος της καρδιάς του προδομένου.

Αναφώνηση (ή επιφώνηση):

Μια λέξη ή φράση επιφωνηματική (επίκληση σε κάποιο πρόσωπο) που φανερώνει τη συναισθηματική κατάσταση εκείνου που μιλάει. π.χ. Και η φωνή του, Θεέ μου! Τι φωνή!

Αντίθεση:

Σχήμα λόγου κατά το οποίο αντίθετες λέξεις ή έννοιες παρατίθενται για να δημιουργήσουν εντύπωση. π.χ. τις Εστιάδες τις σεμνές μα κολασμένες. Η αντίθεση ενδέχεται να εκφράζεται μόνο με δύο λέξεις αλλά και με δύο φράσεις ακόμα και με δύο μεγάλα τμήματα λόγου.

Αντίφραση:

Αντί να χρησιμοποιηθεί κανονικά μια λέξη ή φράση, χρησιμοποιείται στη θέση της μια άλλη, με παρόμοια ή αντίθετη σημασία. Είδη της αντίφρασης είναι η ειρωνεία, ο ευφημισμός και η λιτότητα.

Αντονομασία:

Λεκτικός τρόπος ή σχήμα αντικατάστασης κύριου ή προσηγορικού ονόματος από άλλη συνώνυμη ή ισοδύναμη λέξη ή φράση. π.χ. Ο Γέρος του Μοριά αντί για Κολοκοτρώνης.

Από κοινού:

Μια λέξη (ή περισσότερες) ή μια πρόταση, που παραλείπεται, εννοείται από τα προηγούμενα όπως ακριβώς είναι εκεί, αμετάβλητη. π.χ. Σε τραγουδά, όπως το πουλί τον ήλιο που ανατέλλει (ενν. όπως τραγουδά). Το σχήμα από κοινού είναι είδος βραχυλογίας, η οποία με τη σειρά της είναι μορφή έλλειψης.

Αποσιώπηση:

Διακόπτεται ο λόγος και παραλείπονται όσα θα ακολουθούσαν, ενώ στη θέση τους σημειώνονται τρεις τελείες (αποσιωπητικά), μιας και ο αφηγητής δε θέλει να μας πει περισσότερα λόγω συναισθηματικής φόρτισης ή για να υπαινιχθεί κάτι.

Αποστροφή:

Το σχήμα λόγου κατά το οποίο ο ομιλητής διακόπτει τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα.

Άρση και θέση:

Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι (ή τι συμβαίνει) – πρώτα αίρεται κάτι και στη συνέχεια τίθεται.

Ασύνδετο:

Η παράθεση ομοειδών συντακτικών όρων, που δε συνδέονται μεταξύ τους με συνδετικά στοιχεία. «Ἀνέγνων, ἔγνων, κατέγνων»

Βραχυλογία:

Το σχήμα λόγου που συνίσταται στην παράλειψη των ευκόλως εννοούμενων όρων μιας πρότασης χάριν συντομίας. Είδη της βραχυλογίας είναι τα σχήματα από κοινού, εξ αναλόγου και ζεύγμα.

Ειρωνεία:

Η ειρωνεία στην ποιητική έκφρασή επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους και δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας απλώς ορισμός αυτού του πολυδύναμου εκφραστικού μέσου. Η αίσθηση της ειρωνείας δημιουργείται με την αντίθεση που εμφανίζεται ανάμεσα στα λεγόμενα ή στα σχέδια των προσώπων και στην τελική έκβαση των γεγονότων. Υπάρχει επίσης η τραγική ειρωνεία, στην οποία οι αναγνώστες γνωρίζουν την εξέλιξη που θα έχουν τα πρόσωπα του λογοτεχνικού έργου και κατανοούν πότε οι ήρωες κινούνται προς την καταστροφή. Παράλληλα, οι λογοτέχνες καταφεύγουν συχνά και στη λεκτική ειρωνεία, όπως την αντιλαμβανόμαστε στην καθημερινή μας ομιλία, σχολιάζοντας εμπαικτικά πράξεις ή σκέψεις των προσώπων που παρουσιάζονται στα έργα τους.

Έλλειψη:

Παραλείπονται λεκτικά στοιχεία που εννοούνται εύκολα από την κοινή πείρα, από τη σειρά του λόγου και από τα συμφραζόμενα.

Έλξη:

Ένας όρος πρότασης δε συμφωνεί συντακτικώς με τον όρο με τον οποίο απαιτεί το νόημα και η σειρά του λόγου, αλλά έλκεται (επηρεάζεται) από κάποιον άλλο, ισχυρότερο, και συμφωνεί με αυτόν.

Έμφαση:

Ένα στοιχείο του λόγου τονίζεται με οποιονδήποτε τρόπο, ώστε να εστιαστεί σε αυτό η προσοχή του αναγνώστη.

Ένα με δύο (εν διά δυοίν):

Μια έννοια εκφράζεται με δύο λέξεις που συνδέονται με το και, ενώ σύμφωνα με το νόημα η μία από αυτές έπρεπε να είναι προσδιορισμός της άλλης. π.χ. Γυναίκες που είν’ οι άντροι σας και οι καπεταναραίοι. αντί για: οι άντροι σας, οι καπεταναραίοι.

Εξ αναλόγου:

Μια λέξη (ή μια πρόταση) που παραλείπεται, εννοείται από τα προηγούμενα, όχι ακριβώς όπως χρησιμοποιήθηκε την πρώτη φορά αλλά μερικώς αλλαγμένη για να ταιριάζει στα νέα εκφραστικά πλαίσια.

Επανάληψη:

Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται δύο φορές στη σειρά με την ίδια λέξη ή φράση (αυτούσια ή ελαφρώς αλλαγμένη).

Επαναστροφή:

Μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται για δεύτερη φορά αμέσως μετά την πρώτη, καθώς ο λόγος συνεχίζεται παρατακτικά.

Επαναφορά ή επάνοδος:

Μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται (επανέρχεται) στην αρχή δύο ή περισσότερων διαδοχικών προτάσεων. Δύο ή περισσότερες διαδοχικές προτάσεις, δηλαδή, αρχίζουν με την ίδια λέξη ή φράση.

Επιδιόρθωση:

Αμέσως μετά από μια λέξη ή φράση ακολουθεί μια άλλη σχετική έκφραση, που αποτελεί τροποποίηση και ακριβέστερη διατύπωση της πρώτης (τη διορθώνει).

Επιφορά ή αντιστροφή:

Μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται στο τέλος δύο ή περισσότερων διαδοχικών προτάσεων. Δύο ή περισσότερες διαδοχικές προτάσεις, δηλαδή, τελειώνουν με την ίδια λέξη ή φράση.

Ευφημισμός:

Χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με καλή σημασία για την ονομασία κακού ή δυσάρεστου πράγματος.

Ζεύγμα:

Δύο ομοειδής προσδιορισμοί (συνήθως αντικείμενα) αποδίδονται σε ένα ρήμα, όμως ο δεύτερος από αυτούς δε ταιριάζει σε αυτό αλλά σε άλλο ρήμα.

Καθολικό και μερικό:

Το ουσιαστικό που δηλώνει διαιρεμένο σύνολο δεν εκφράζεται με γενική διαιρετική ή με τη φράση από + γενική, αλλά ομοιόπτωτα με τον όρο που δηλώνει το μέρος του συνόλου.

Κατά το νοούμενο:

Η σύνταξη (ως προς το γένος και τον αριθμό) ακολουθεί το νόημα (αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα) και όχι το γραμματικό τύπο.

Κατεξοχήν:

Η σημασία μιας λέξης στενεύει και ενώ αυτή φανέρωνε αρχικά σύνολο ομοειδών όντων, καταλήγει να φανερώνει ένα μόνο από αυτά, ξεχωρίζοντάς το εξαιρετικά. Η Πόλη = Η Κωνσταντινούπολη.

Κλιμακωτό:

Αυξάνει βαθμιαία (κλιμακωτά) η ένταση στην παρουσίαση μιας σειράς από ενέργειες ή καταστάσεις (παρουσιάζεται μια σειρά από καταστάσεις ή ενέργειες, από τις οποίες η καθεμιά είναι πιο έντονη από την προηγούμενή της.

Κύκλος:

Μια πρόταση ή μια περίοδος, ένα ποίημα ή ένα διήγημα τελειώνει με την ίδια λέξη ή εικόνα με την οποία αρχίζει.

Λιτότητα:

Αντί για κάποια λέξη χρησιμοποιείται η αντίθετή της με άρνηση.

Μεταφορά:

Η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) μεταφέρεται σε άλλο πρόσωπο (ζώο, πράγμα, αφηρημένη έννοια) το οποίο την έχει σε μεγαλύτερο βαθμό και πιο εντυπωσιακή. π.χ. Έχει καρδιά πέτρινη.

Μετωνυμία:

Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείται το όνομα του δημιουργού αντί για τη λέξη που δηλώνει το δημιούργημά του. Το όνομα του εφευρέτη αντί για τη λέξη που δηλώνει την εφεύρεση. Η λέξη που δηλώνει αυτό που περιέχει κάτι αντί για τη λέξη που δηλώνει το περιεχόμενο και αντίστροφα.

Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο:

Στο τέλος διαδοχικών προτάσεων ή περιόδων υπάρχουν λέξεις με καταλήξεις όμοιες ηχητικά.

Οξύμωρο:

Συνδέονται δύο έννοιες που φαινομενικά αποκλείουν η μία την άλλη (είναι αντιφατικές μεταξύ τους), ωστόσο στο βάθος εκφράζουν ένα λογικό νόημα.

Παραλληλία ή παραλληλισμός:

Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται ταυτόχρονα και καταφατικά και αρνητικά με δύο ισοδύναμες αντίθετες εκφράσεις.

Παρήχηση:

Ένας συγκεκριμένος φθόγγος (συνήθως σύμφωνο) συναντιέται (και ηχεί) πολλές φορές σε κάποια φράση (κυρίως σε συνεχόμενες συλλαβές ή λέξεις.

Παρομοίωση:

Συσχετίζεται η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) με την ιδιότητα κάποιου άλλου προσώπου, η οποία υπάρχει σε αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό και είναι πιο εντυπωσιακή. Η παρομοίωση αρχίζει με τις λέξεις σαν, καθώς, όπως και με το σαν να, όταν έχουμε υποθετική παρομοίωση (με αναφορική παρομοιαστική πρόταση.

Παρονομασία ή παρήχηση ή ετυμολογικό σχήμα:

Λέξεις που μοιάζουν ηχητικά (ομόηχες) συνήθως συγγενικές ετυμολογικά, βρίσκονται η μία κοντά στην άλλη.

Περίφραση:

Μια έννοια εκφράζεται με δύο ή περισσότερες λέξεις, ενώ μπορούσε να εκφραστεί με μία.

Πλεονασμός:

Για να εκφραστεί ένα νόημα, χρησιμοποιούνται περισσότερες λέξεις από όσες χρειάζονται κανονικά.

Πολυσύνδετο: Τρεις ή περισσότεροι όμοιοι όροι ή όμοιες προτάσεις συνδέονται με συμπλεκτικούς ή διαχωριστικούς συνδέσμους.

Προδιόρθωση ή προθεραπεία:

Πριν ανακοινωθεί κάτι δυσάρεστο ή απροσδόκητο, προτάσσεται κάποια φράση, που προετοιμάζει ψυχικά τον αναγνώστη (για να μετριαστεί η δυσάρεστη εντύπωση ή για να προληφθεί ενδεχόμενη αντίδρασή του. Έτσι διορθώνεται μια κατάσταση εκ των προτέρων).

Πρόληψη:

Το υποκείμενο του ρήματος μιας εξαρτημένης πρότασης μπαίνει προληπτικά ως αντικείμενο στο ρήμα της κύριας πρότασης.

Προσωποποίηση:

Αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε μη ανθρώπινα: σε ζώα, σε φυτά, σε πράγματα και σε αφηρημένες έννοιες.

Πρωθύστερο:

Από δύο σχετικές ενέργειες ή έννοιες τοποθετείται στη σειρά του λόγου πρώτη εκείνη που είναι χρονικά και λογικά δεύτερη.

Σύμφυρση:

Αναμειγνύονται δύο συντάξεις.

Συνεκδοχή:

Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Έτσι δηλώνεται: το ένα αντί για τα πολλά ομοειδή, το μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο, η ύλη αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο από αυτή, το όργανο αντί για την ενέργεια που παράγεται ή γίνεται με αυτό.

Υπαλλαγή:

Ο επιθετικός προσδιορισμός μια γενικής (συνήθως κτητικής) αντί να συμφωνεί με αυτή συντακτικώς (στο γένος, στον αριθμό και στην πτώση), συμφωνεί με το ουσιαστικό που προσδιορίζει η γενική (έτσι γίνεται επιθετικός προσδιορισμός αυτού του ουσιαστικού).

Υπερβατό:

Ανάμεσα σε δύο όρους μιας πρότασης, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους στενή λογική και συντακτική σχέση και θα έπρεπε να βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλο, παρεμβάλλεται μια λέξη ή φράση και τους αποχωρίζει.

Υπερβολή:

Παρουσιάζεται μια ενέργεια, μια ιδιότητα, μια κατάσταση κτλ. μεγαλοποιημένη σε βαθμό που βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα και τα φυσικά όρια.

Υποφορά και ανθυποφορά:

Σε αυτό το σχήμα υπάρχει η ακόλουθη διαδικασία: α) διατυπώνεται μια ερώτηση, β) ύστερα δίνεται πάλι με ερώτηση κάποια πιθανή εξήγηση στην απορία, γ) στη συνέχεια απορρίπτεται η εξήγηση αυτή, δ) και τέλος ακολουθεί η απάντηση για το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.

Χιαστό:

Στο σχήμα αυτό δύο προτάσεις παρουσιάζουν την ίδια συντακτική και σημασιολογική δομή, αλλά οι όροι της μιας πρότασης είναι σε αντίστροφη θέση από αυτούς της άλλης.

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ

ΑΦΗΓΗΣΗ- ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Μάι 20243

ΑΦΗΓΗΣΗ                                                                                          

1.Ορισμός:

Αφήγηση είναι μια πράξη επικοινωνίας με την οποία παρουσιάζεται προφορικά, ή γραπτά μια σειρά πραγματικών ή πλασματικών γεγονότων. Επομένως ως πράξη επικοινωνίας προϋποθέτει τουλάχιστον, δύο πρόσωπα: ένα πομπό -τον αφηγητή- και κάποιον στον οποίο απευθύνεται ο αφηγητής -τον αποδέκτη- της αφήγησης. Ο αφηγητής φροντίζει να δώσει στον αποδέκτη τις απαραίτητες πληροφορίες για τον τόπο, το χρόνο, τα πρόσωπα και τα πιθανά αίτια ενός συμβάντος. (τι, πού, πότε, ποιος, γιατί, πώς) (άσκηση: επινοήστε μια σύντομη αφήγηση)

2.Αφηγηματικό περιεχόμενο-αφηγηματική πράξη:

  • Τα γεγονότα και οι πράξεις των προσώπων που συνιστούν μια ιστορία αποτελούν το αφηγηματικό περιεχόμενο.
  • Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα γεγονότα μιας ιστορίας αποτελεί την αφηγηματική πράξη.

Έτσι μπορούμε να έχουμε δύο αφηγήσεις με κοινό αφηγηματικό περιεχόμενο, στις οποίες όμως τα γεγονότα παρουσιάζονται με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Φυσικά κάθε αφήγηση χρησιμοποιεί και γλωσσική ποικιλία ανάλογη με τον αφηγητή και το κοινό (δέκτη / δέκτες) στο οποίο απευθύνεται. (άσκηση: αναφέρετε παραδείγματα)

 

3.Περιγραφή και αφήγηση

 α) Διάκριση της περιγραφής από την αφήγηση

Είδαμε ότι η περιγραφή απεικονίζει με τον λόγο τα βασικό γνωρίσματα ενός αντικειμένου. Το αντικείμενο αυτό παρουσιάζεται στατικό μέσα στο χώρο ενώ ο χρόνος φαίνεται να έχει «παγώσει». Αυτό συμβαίνει ακόμη και στην περίπτωση ενός κινούμενου αντικειμένου, οπότε η περιγραφή απεικονίζει το αντικείμενο που κινείται και όχι την ενέργεια της κίνησης με τα αίτια και τις συνέπειές της. Αντίθετα στην αφήγηση ένα πρόσωπο / πράγμα / ομάδα / θεσμός / ιδέα παρουσιάζεται δυναμικό, καθώς ενεργεί, κινείται ή μεταβάλλεται μέσα στο χρόνο. Επομένως η αφήγηση σχετίζεται με την εξέλιξη των γεγονότων και αναφέρεται στις αιτίες και τα αποτελέσματα τους. Συμπερασματικό, μπορούμε να πούμε ότι η περιγραφή ανήκει στα στατικό στοιχεία ενός κειμένου, ενώ η αφήγηση στα δυναμικό, αφού η πρώτη μας δίνει πληροφορίες σχετικά με το «είναι» και η δεύτερη με το «γίγνεσθαι» των πραγμάτων.

β) Η περιγραφή μέσα στην αφήγηση

Η αφήγηση και η περιγραφή συνδέονται στενά. Μπορούν να συνυπάρχουν στο ίδιο κείμενο ή ακόμα και στην ίδια περίοδο, π.χ. «Χίμηξε μέσα στην κοιλάδα (αφήγηση)/ «ασυγκράτητο τέρας οργισμένο από… σύγκορμο» (περιγραφή).

Όταν ο συγγραφέας παρεμβάλλει μια περιγραφή σε ένα αφηγηματικό κείμενο επιδιώκει ορισμένους από τους παρακάτω στόχους:

Να σκιαγραφήσει τα πρόσωπα, να στήσει το σκηνικό της δράσης και γενικά να φωτίσει την αφήγηση με διάφορες άμεσες ή έμμεσες πληροφορίες.

Να πετύχει τη μετάβαση από το ένα αφηγηματικό μέρος στο άλλο.

Να προκαλέσει αγωνία και αναμονή στον αναγνώστη με την επιβράδυνση της δράσης, αφού με την περιγραφή φαίνεται ότι σταματάει ο αφηγηματικός χρόνος.

Να προσφέρει αισθητική απόλαυση στον αναγνώστη.

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα ,  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΑΦΗΓΗΣΗ- ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ- Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ- ΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Μάι 20243

ΘΕΩΡΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

1.ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ (Σε κείμενα που προσεγγίζουν τη λογοτεχνία)

  • α´ενικό πρόσωπο:

χρησιμοποιείται προκειμένου ο πομπός να μιλήσει για γεγονότα που βίωσε οπότε εμπεριέχει το στοιχείο της προσωπικής μαρτυρίας. Η εστίαση είναι εσωτερική και λειτουργεί το προσωπικό φίλτρο του πομπού. ´Ετσι το κείμενο αποκτά ύφος κουβεντιαστό, εξομολογητικό τόνο. Προκαλεί συγκινησιακή φόρτιση στο δέκτη,  καθώς  παρακολουθεί και βιώνει προσωπικά βιώματα του πομπού. Προσδίδει στον λόγο ζωντάνια, αμεσότητα, οικειότητα.

  • α´πληθυντικό πρόσωπο:

ο πομπός εντάσσει τον εαυτό του μέσα σε ένα ευρύτερο σύνολο ατόμων. Με αυτό τον τρόπο η άποψή του αποκτά καθολικότητα/ συλλογικότητα και δημιουργείται η εντύπωση ότι συγγραφέας και αναγνώστης έχουν κοινή οπτική γωνία. Έτσι, οι δέκτες ταυτίζονται ευκολότερα με τις απόψεις του πομπού. Με τη χρήση α´πληθ. προσώπου γίνεται προσπάθεια συναισθηματικού επηρεασμού του δέκτη (αίσθημα ευθύνης-συνευθύνης). Ο λόγος του αποκτά ευρύτερη διάσταση, καθολικότητα, μεγαλύτερη αποδοχή. Σε κάθε περίπτωση προσδίδει στο ύφος οικειότητα, αμεσότητα.

  • β´ενικό πρόσωπο:

προσδίδει διαλογικό χαρακτήρα στο λόγο. Η επικοινωνία αποκτά τα χαρακτηριστικά της συνομιλίας -´Αλλοτε λειτουργεί ως εσωτερικός μονόλογος -Άλλες φορές λειτουργεί ως προτροπή (Προτρεπτική υποτακτική ή προστακτική) οπότε το κείμενο προσλαμβάνει διδακτικό χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση προσδίδει στο ύφος αμεσότητα, οικειότητα, ζωντάνια, προσελκύει το ενδιαφέρον του δέκτη.

  • Το τρίτο ενικό και πληθυντικό:

προσδίδει αντικειμενικότητα, αμεροληψία, ουδετερότητα αφού ο πομπός προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί από τα πράγματα και να τα προσεγγίσει στις πραγματικές τους διαστάσεις μέσα από μια εξωτερική οπτική γωνία, από μια μηδενική εστίαση. Χρησιμοποιείται για γενικεύσεις σκεπτικών, προκειμένου να προκύψουν συμπεράσματα με ευρύτερη ισχύ και αποδοχή.

  • Εναλλαγή ρηματικών προσώπων: προσδίδει στο ύφος ποικιλία, το κείμενο γίνεται ελκυστικό

2.ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ

  1. Εξωκειμενικός χρόνος

Χρόνος πομπού= Χρονική στιγμή κατά την οποία ο πομπός (ομιλητής /συγγραφέας) στέλνει το μήνυμά του (αφηγηματικό περιεχόμενο).

Χρόνος δέκτη= Χρονική στιγμή κατά την οποία ο δέκτης (ακροατής /αναγνώστης) δέχεται το μήνυμα του πομπού.

Χρόνος γεγονότων= Χρονική στιγμή κατά την οποία διαδραματίζονται τα γεγονότα της αφήγησης.

Παράδειγμα εξωκειμενικού χρόνου, όσον αφορά τα ομηρικά έπη:

Χρόνος πομπού 8ος αιώνας π.Χ. Χρόνος γεγονότων 12ος αιώνας π.Χ. Χρόνος δέκτη κάθε εποχή

 

  1. Εσωκειμενικός χρόνος

 Χρόνος ιστορίας – «αφηγημένος»: Χρονικά όρια μέσα στα οποία εκτυλίσσονται τα γεγονότα που συνιστούν την ιστορία (story) της αφήγησης. Πραγματικός χρόνος,πρόκειται για τη φυσική διαδοχή, τη χρονική ακολουθία με την οποίαέγιναν τα γεγονότα.

 

  • Χρόνος αφήγησης – «αφηγηματικός»

 

Χρονική σειρά με την οποία παρουσιάζονται και διαρθρώνονται τα γεγονότα κατά την πορεία της αφήγησης. Υπάρχει συνήθως διαφορά ως προς τη χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα των γεγονότων. Μια ιστορία μπορεί να παρουσιάζεται σε ένα κείμενο από την αρχή της ή από τη μέση ή από το τέλος. Όταν η αρχή της αφήγησης συμπίπτει με την αρχή της ιστορίας, τότε χρησιμοποιούμε τον όρο ab ovo. Όταν η αφήγηση αρχίζει από τη μέση της ιστορίας, χρησιμοποιούμε τον όρο in medias res.

 

ΧΡΟΝΟΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ (ΧΑ) – ΧΡΟΝΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ (ΧΙ)

  1. Ως προς τη σειρά /τάξη {η σχέση ανάμεσα στη χρονική διαδοχή των γεγονότων στην ιστορία και τη διάταξή τους στο κείμενο}

 Ευθύγραμμη σειρά – χρονική ακολουθία.

 Αναχρονία – παραβίαση χρονικής σειράς, ασυμφωνία ΧΙ και ΧΑ:

Ανάληψη (flashback): αναδρομική αφήγηση γεγονότων που είναπρογενέστερα από το σημείο της ιστορίας όπου βρισκόμαστε./

Πρόληψη (flashforward): πρόδρομη αφήγηση που ανακαλεί εκ τωνπροτέρων γεγονότα, τα οποία στην ιστορία θα διαδραματιστούν αργότερα (προοικονομία).

 

  1. Ως προς τη διάρκεια {η σχέση ανάμεσα στη διάρκεια των γεγονότων τηςιστορίας (ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια) και στην ψευδο-διάρκεια της εκφώνησής τους στην αφήγηση, την έκταση δηλαδή του κειμένου}

Επιτάχυνση (ΧΑ < ΧΙ)

Έλλειψη: παράλειψη τμήματος της ιστορίας.

 Περίληψη: πύκνωση, σύνοψη, σύντομη απόδοση τμήματος της ιστορίας (π.χ. ο ομηρικός Οδυσσέας στο νησί των Φαιάκων αφηγείται μέσα σε λίγες ώρες το μεγαλύτερο μέρος των περιπετειών του). Η πιο συνοπτική αφήγηση

είναι η ρήση του Καίσαρα “veni, vidi, vici”.

 

Επιβράδυνση (ΧΑ > ΧΙ)

Παύση: σταματά η εξέλιξη της ιστορίας (περίπτωση περιγραφής /σχολίου).

Επιμήκυνση: εκτεταμένη, διεξοδική αφήγηση – κάποτε και σε πολλές σελίδες- γεγονότων που διαρκούν ελάχιστες στιγμές (π.χ. στο έργο του Κ. Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» παρουσιάζεται σε εκτενή κεφάλαια μίαδεξίωση).

«Σκηνή» (ΧΑ = ΧΙ)

Διάλογος /μονόλογος: ίδια διάρκεια όπως και στην περίπτωση που θα εκφωνούνταν πραγματικά από τα πρόσωπα.

 

iii. Ως προς τη συχνότητα {η σχέση ανάμεσα στις φορές που ένα γεγονός εμφανίζεται στην ιστορία και τις φορές που αυτό αναφέρεται στο κείμενο}

 Μοναδική αφήγηση: αφήγηση μία φορά αυτού που έγινε στην ιστορία μία φορά.

 Επαναληπτική αφήγηση: αφήγηση περισσότερες από μία φορές αυτού πουσυνέβη στην ιστορία μια φορά. ‘Οχι πανομοιότυπη επανάληψη αφήγησης, αλλάυφολογικές διαφορές και παραλλαγές ως προς την εστίαση

 Θαμιστική αφήγηση: αφήγηση μία φορά αυτού που έγινε χ φορές

 

  1. ΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

 

 Επιλογή ρηματικών χρόνων

Οι ρηματικοί χρόνοι φανερώνουν τη χρονική βαθμίδα (παρελθόν, παρόν, μέλλον), καθώς και τον τρόπο ενέργειας (εξακολουθητικό, συνοπτικό, συντελεσμένο). Συγκεκριμένα:

α) Ο ενεστώτας

χρησιμοποιείται για να δηλώσει:

– κάτι που γίνεται στο παρόν εξακολουθητικά (π.χ. Εργάζεται ακατάπαυστα για να ανταποκριθεί στα δάνειά του).

– κάτι που συμβαίνει διαχρονικά. Είναι ο γνωμικός ενεστώτας (π.χ. Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται).

– κάτι που αναμφισβήτητα θα συμβεί. Τίθεται αντί του μέλλοντα (π.χ. Αύριο είμαι ελεύθερος).

– ζωντάνια στην αφήγηση. Είναι ο ιστορικός ενεστώτας αντί του αορίστου (π.χ. Τρώει ο κακός λύκος τη γιαγιά, φοράει τα ρούχα της και ξαπλώνει στο κρεβάτι της. Αντί: έφαγε, φόρεσε και ξάπλωσε)

– παρασταστικότητα. Τίθεται αντί του παρατατικού (π.χ. Ξάπλωσε, λοιπόν, ο λύκος στο κρεβάτι της γιαγιάς και νάτος που περιμένει την κοκινοσκουφίτσα. Αντί: περίμενε).

β) Ο παρατατικός

φανερώνει ότι κάτι γινόταν στο παρελθόν εξακολουθητικά, με διακοπή ή χωρίς (π.χ. Εργαζόταν σε μια καπνοβιομηχανία, όταν ζούσε στην Κομοτηνή).

γ) Ο στιγμιαίος μέλλοντας

δηλώνει ότι κάτι θα γίνει στο μέλλον, χωρίς συνέχεια ή επανάληψη(π.χ. Αν προσπαθήσεις, θα ανταμειφθούν οι κόποι σου).

δ) Ο εξακολουθητικός μέλλοντας

γνωστοποιεί ότι κάτι θα γίνεται στο μέλλον με αδιάκοπη συνέχεια ή με επανάληψη (π.χ. Διασκέδασε τώρα, γιατί μια ζωή θα δουλεύεις).

ε) Ο συντελεσμένος μέλλοντας

διευκρινίζει ότι κάτι θα έχει τελειώσει / ολοκληρωθεί στο μέλλον, πριν από κάτι άλλο (π.χ. Μέχρι να γυρίσεις στο σπίτι, θα έχω μαγειρέψει)

στ) Ο αόριστος

χρησιμοποιείται για να δηλώσει:

– κάτι που έγινε στο παρελθόν και παρουσιάζεται συνοπτικά, ανεξάρτητα με το αν διήρκησε πολύ ή λίγο (π.χ. Έζησε μια ζωή γεμάτη στερήσεις).

– κάτι που συμβαίνει συνήθως (γνωμικός αόριστος).

– κάτι τόσο βέβαιο, ώστε ο πομπός θεωρεί ότι έχει ήδη συμβεί. Τίθεται αντί για μέλλοντα (π.χ. Κάνε μπάνιο κι εγώ ετοιμάστηκα. Αντί θα ετοιμαστώ).

ζ) Ο παρακείμενος

δηλώνει ότι κάτι έχει γίνει στο παρελθόν και παραμένει συντελεσμένο τη στιγμή που μιλάμε (π.χ. Έχει ανάψει μεγάλη φωτιά. Δηλαδή, η φωτιά άναψε κατά το παρελθόν, εξακολουθεί και τώρα να καίει).

η) Ο υπερσυντέλικος

καταδεικνύει ότι κάτι έγινε στο παρελθόν και τελείωσε, πριν γίνει κάτι άλλο (π.χ. Είχε ήδη δύο παιδιά, όταν απέκτησε το πτυχίο της).

  1. Επιλογή ρηματικών εγκλίσεων

Οριστική

= φανερώνει το πραγματικό, το βέβαιο, καθώς και το δυνατό, το πιθανό, ευχή,παράκληση.

Υποτακτική

= συνοδεύεται από τα μόρια:ας, να και τους συνδέσμους:αν, όταν, πριν, μόλις, να μη, μήπωςκαι φανερώνει κάτι ενδεχόμενο ή επιθυμητό, καθώς και προτροπή, παραχώρηση, ευχή, το δυνατό, το πιθανό, απορία, προσταγή ή απαγόρευση.

Προστακτική

= φανερώνει την επιθυμία ως προσταγή, αλλά μπορεί να διατυπωθεί και ως προτροπή, απαγόρευση, παράκληση, ευχή.

 

κάτω από: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | με ετικέτα ,  |  | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ- Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ- ΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων