Η κοινωνική μας ευαισθησία πού βρίσκεται;

ΖΩΗ ΣΕ ΚΑΡΕ

Ζωή κάτω από το όριο της φτώχειας

Μέχρι να δούμε ουρανό…

Υπολογίζεται ότι το 1/5 των συμπολιτών μας είναι και τυπικά φτωχοί, αλλά ο αριθμός των πραγματικών φτωχών εκτιμάται ότι είναι αρκετά μεγαλύτερος, καθώς στα καταγραμμένα φτωχά νοικοκυριά δεν προσμετρώνται οι νεόπτωχοι ή οι προσωρινοί μετανάστες – που, φυσικά, αποκλείεται να είναι πλουσιότεροι του ορίου.

Τους ευκαιριακά απασχολούμενους μετανάστες, οι συγγενείς των οποίων βρίσκονται μερικά κράτη παραπέρα, τους άστεγους και τους αποκλεισμένους και, ιδίως, αρκετές δεκάδες χιλιάδες άκληρους χαμηλοσυνταξιούχους λησμονούν εκείνοι που επικαλούνται το τετριμμένο επιχείρημα ότι στην Ελλάδα κανείς δεν πεινάει, επειδή όλοι έχουν ένα σπιτάκι και κάποιον συγγενή που θα τους κεράσει ένα πιάτο φαΐ.

Ανεπιστρεπτί έχει περάσει η εποχή που το τακτικό «καλάθι από το χωριό» βοηθούσε να τελειώσει το μήνα της με γεμάτο στομάχι η οικογένεια των υποβαθμισμένων προαστίων. Τα μπακάλικα πέθαναν κι αυτά, λίγο μετά τον περίφημο «θάνατο του βερεσέ» που επαγγέλλονταν, προσπαθώντας να γλιτώσουν το δικό τους αναπόφευκτο τέλος. Σήμερα ακόμη και οι αγρότες ψωνίζουν από το σούπερ μάρκετ, καθώς έχει εξαφανιστεί η ιστορική αυτάρκεια του αγροτικού νοικοκυριού σε τρόφιμα. Πάνε οι κοτούλες της γιαγιάς, εξαφανίστηκε ο μπαξές της θείας, εξέλιπεν το μοσχαράκι του γείτονα. Η ερήμωση της υπαίθρου έχει οδηγήσει τους ελάχιστους πλέον αγρότες στις βραχυπρόθεσμα επωφελείς λόγω επιδοτήσεων μονοκαλ- λιέργειες. Πού να βρεθεί όρεξη για μικροκαλλιέργειες προς ιδίαν χρήσιν… Αλλά αυτός είναι ένας μόνο από τους λόγους που οδήγησαν στην επανεμφάνιση της πείνας στις πόλεις της χώρας μας.

Τροφή απ' τα σκουπίδια, ύπνος στα υγρά χαλάσματα, οι συνθήκες ζωής όλο και περισσότερων συμπολιτών μας υποβαθμίζονται ταχύτατα, δημιουργώντας τις συνθήκες για ένα κοινωνικό ξέσπασμα. Τροφή απ’ τα σκουπίδια, ύπνος στα υγρά χαλάσματα, οι συνθήκες ζωής όλο και περισσότερων συμπολιτών μας υποβαθμίζονται ταχύτατα, δημιουργώντας τις συνθήκες για ένα κοινωνικό ξέσπασμα. Η εμφάνιση της φτώχειας προ των πυλών της Αθήνας δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της πρόσφατης οικονομικής κρίσης. Είναι προϊόν πολλών παραγόντων, που έχουν κάνει την εμφάνισή τους εδώ και δεκαετίες. Πρώτος είναι η αστυφιλία, που, με την εγκατάλειψη της υπαίθρου μαζί, έχει ανεβάσει στα ύψη τις τιμές των τροφίμων – όχι προς όφελος των παραγωγών (γιατί τότε όλοι θα γυρνούσαμε στα χωριά μας!), αλλά προς όφελος της αλυσίδας των μεσαζόντων, που γίνεται όλο και μεγαλύτερη όσο μεγαλώνει η πόλη. Αγοράζοντας την ντομάτα, δεν πληρώνουμε σκάψιμο, νερό, χώμα και λίπασμα, αλλά -κυρίως- συσκευασία, διόδια, πετρέλαιο και φορτοεκφορτωτές για τις πολλαπλές μεταφορτώσεις.

Δεύτερος -αλλά όχι λιγότερο σημαντικός- παράγοντας είναι η ανεργία, που καλπάζει στο 15,5% σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ. Κι αυτό, χωρίς να υπολογίζουμε τους ψευτοαπασχολούμενους σε επιμορφωτικά προγράμματα ή στα διαβόητα stage και, βέβαια, τους 80.000 στρατευμένους νέους! Η αποβιομηχάνιση και η μεταφορά επιχειρήσεων στο εξωτερικό στερούν θέσεις εργασίας από κατοίκους 2ης ή 3ης γενιάς της πρωτεύουσας, που δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να ψάξουν να βρουν στην πόλη μια ψευτοδουλειά, ελπίζοντας σε κάποια μελλοντική ανάπτυξη. Ομως, δυστυχώς, η Αθήνα δεν μπορεί να αναπτυχθεί άλλο. Η πρόσφατη καταβα- ράθρωση της οικοδομικής δραστηριότητας, που τόσο είχε εντυπωσιάσει την Αθήνα πριν απ’ τους Ολυμπιακούς του 2004 (κι έγινε όπως έγινε…), δεν μπορεί να υποκατασταθεί από μερικές αναπαλαιώσεις κτηρίων ή, στην καλύτερη περίπτωση, από απόπειρες αναβάθμισης κάποιων συνοικιών, οι οποίες χρειάζονται μεγάλο χρονικό βάθος. Αλλά οι άνεργοι είναι ήδη εδώ και πεινάνε!

Ενας τρίτος παράγοντας για την επανεμφάνιση της φτώχειας είναι το ιδιότυπο ελληνικό καθεστώς μικροϊδιοκτησίας στην κατοικία. Ναι μεν «όλοι έχουμε από ένα σπίτι», αλλά οι περισσότεροι το κληρονομήσαμε από παλιότερες και πιο φειδωλές γενιές. Μια διαγώνια ματιά στις εφημερίδες παρέχει δεκάδες τραγικά περιστατικά οικογενειαρχών που προσπάθησαν να αποκτήσουν ιδιόκτητη κατοικία, αλλά ένα στραβοπάτημα της τύχης οδήγησε σε κατάσχεση. Και μείνανε χωρίς λεφτά και χωρίς στέγη… Εκτός από τα χιλιάδες κατασχεμένα σπίτια, υπάρχουν και δεκάδες χιλιάδες ακατοίκητα διαμερίσματα, συνήθως λόγω κληρονομιάς εξ αδιαιρέτου από κάποια γιαγιά, που αποφάσισε να κάνει μετά θάνατον καψώνια στα άσπλαχνα εγγόνια της. Πρόκειται για σπίτια που καταρρέουν, ενώ θα μπορούσαν με λίγη εργασία να στεγάσουν αξιοπρεπώς χιλιάδες αστέγους. Εάν αυτά τα σπίτια, που μόνο για το νομό Αττικής υπολογίζονται στα 20.000, διετίθεντο προς αγορά ή ενοικίαση, θα μειώνονταν σημαντικά οι σχετικές τιμές της τοπικής αγοράς. Κάτι που, σίγουρα, θα ωφελούσε τα φτωχότερα στρώματα, αποφέροντας ταυτόχρονα στους ιδιοκτήτες των σπιτιών κι ένα εισόδημα ασφαλώς καλύτερο από το τίποτα που τώρα εισπράττουν.

Μικροεγκληματικότητα και πορνεία είναι τυπικά επακόλουθα της φτώχειας και της κρίσης. Εξυπηρετούν, όμως, και ως άλλοθι για επιχειρήσεις-«σκούπα» κατά μεταναστών και επίδειξη ασύλληπτης αγριότητας, έως και βασανιστηρίων. Σαν αυτά που ασκήθηκαν στο (νεκρό πια) σώμα του Μοχάμεντ Καμράν Ατίφ, στη Νίκαια. Μικροεγκληματικότητα και πορνεία είναι τυπικά επακόλουθα της φτώχειας και της κρίσης. Εξυπηρετούν, όμως, και ως άλλοθι για επιχειρήσεις-«σκούπα» κατά μεταναστών και επίδειξη ασύλληπτης αγριότητας, έως και βασανιστηρίων. Σαν αυτά που ασκήθηκαν στο (νεκρό πια) σώμα του Μοχάμεντ Καμράν Ατίφ, στη Νίκαια. Ολα αυτά καταλήγουν στην απόλυτη ανυπαρξία κοινωνικής πολιτικής. Η οποία, αντίθετα απ’ ό,τι νομίζουμε, δεν σημαίνει μόνο πενιχρά επιδόματα ανεργίας και συντάξεις πείνας, αλλά πρωτοβουλίες για την κάλυψη όλων των αναγκών των κοινωνικά αδύναμων. Οταν, όμως, το κράτος εκχωρεί την κοινωνική πολιτική σε ποικίλες οργανώσεις, τις οποίες χρηματοδοτεί αδρά, χωρίς να τις ελέγχει για τα αποτελέσματα, έχουμε περιστατικά φαυλότητας – όπως με τη ΜΚΟ «Αλληλεγγύη» της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία εξαναγκάστηκε σε διάλυση όταν βρέθηκε να χρωστάει εκατομμύρια ευρώ στο ΥΠ.ΕΞ. (Με παραγραφή των χρεών, εννοείται!) Αλλά δεν είναι μόνο η Εκκλησία, καθώς δεκάδες σταδιοδρομίες και περιουσίες φτιάχνονται με χρήματα από Κοινοτικά Προγράμματα Στήριξης, κυρίως, ενώ ελάχιστο είναι το ποσοστό που καταλήγει στους πραγματικούς τελικούς αποδέκτες του, τους χειμαζόμενους συμπολίτες μας – Ελληνες ή ξένους.

Μια έρευνα της Καπα Research σε συνεργασία με το London School of Economics για λογαριασμό του υπουργείου Οικονομίας, η οποία δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο το 2007, με τίτλο «Η εικόνα και οι αντιλήψεις για τη φτώχεια», περιγράφει γλαφυρά τη φρίκη και κυρίως την ανασφάλεια των σύγχρονων φτωχών. Περίπου οι μισοί απ’ αυτούς βρέθηκαν στην κατάσταση ετούτη έπειτα από μια περιπέτεια στο εργασιακό τους περιβάλλον ή ένα πρόβλημα υγείας (νά το και το Ασφαλιστικό!). Το 40% σχεδόν των ερωτηθέντων φτωχών χαρακτηρίζει την υγεία του κακή ή πολύ κακή, ποσοστό που γενικά στον πληθυσμό περιορίζεται στο 13%, ενώ σχεδόν το 75% δηλώνει αδυναμία να τα βγάλει πέρα. Κι ένα συγκλονιστικό 70% πιστεύει ότι η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί. Σχεδόν το 1/3 των φτωχών ζει σε σπίτια με προβλήματα υγρασίας, το 28% σε σκοτεινά σπίτια και το 23% δεν διαθέτει θέρμανση. Το 15% δεν έχει συνολικά πρόσβαση σε νερό, ρεύμα, θέρμανση και το 30% σε μόρφωση. Σχεδόν το 50% παραδέχεται πως δεν έχει καλή διατροφή. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι οι έλληνες φτωχοί υπολογίζονται σε 2,2 εκατομμύρια.

Ο συνδυασμός αστυφιλίας και φτώχειας, φυσικά, επιτείνει τα κοινωνικά προβλήματα – από εντάσεις στις συνωστισμένες γειτονιές έως μικροεγκληματικότητα, οικογενειακή βία, διάδοση της χρήσης ουσιών και πορνεία. Οι δρόμοι γίνονται ζόρικοι, οι προκαταλήψεις εδραιώνονται και η κοινωνία κωφεύει όλο και περισσότερο. Απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο ελάχιστοι μπορούν να βγουν με τις δικές τους δυνάμεις. Αλλά μπορεί να μας βγάλει η ίδια η κοινωνία;

Το όριο της φτώχειας

* Η φτώχεια ορίζεται διαφορετικά σε κάθε χώρα. Στην Ελλάδα, συνήθως, το όριο της φτώχειας ορίζεται με ετήσιο εισόδημα κάτω των 6.500 ευρώ. Στη Γερμανία είναι διπλάσιο, ενώ στο Λουξεμβούργο 2,5 φορές μεγαλύτερο.

* 700.000 ηλικιωμένοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Αυτοί όχι μόνο δεν μπορούν να εργαστούν, αλλά έχουν και αυξημένες ανάγκες σε περίθαλψη και φάρμακα.

* Σύμφωνα με τα αντίστοιχα πρότυπα της Δανίας, που προεκλογικά έγινε πολύ δημοφιλής, το 40% των Ελλήνων βρίσκεται κάτω από τα (δανέζικα) όρια της φτώχειας.

* Σε 20.000 υπολογίζονται οι σιτιζόμενοι καθημερινά από τις πρωτοβουλίες της Εκκλησίας και του Δήμου της Αθήνας.

* 2,2 εκατομμύρια Ελληνες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 25% των εργαζομένων λαμβάνει αποδοχές μικρότερες των 750 ευρώ, ενώ ο κατώτατος μισθός φθάνει μόλις στο 60% των κατώτατων αμοιβών των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών, όταν οι τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών είναι μεγαλύτερες εδώ. Το 30% έχει αποδοχές μεταξύ 750 και 1.000 ευρώ.

* Το εισόδημα του 20% των περισσότερο εύπορων Ελλήνων είναι έξι φορές υψηλότερο από το εισόδημα του 20% των λιγότερο εύπορων.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων