Η γιαγιά Βαγγελίτσα θυμάται …

pontioi

Σύλλη

Βασιλική Σύλλη

Μια συνέντευξη από τη γιαγιά μου. παιδί προσφύγων, η γιαγιά Βαγγελίτσα, μας διηγείται τις ιστορίες που άκουσε από τον πατέρα της για τον ξεριζωμό

  • Η ζωή στην Κασταμονή

Εκεί που ζούσαν, ήταν πάρα πολύ καλά με τους Τούρκους. Δεν είχαν προστριβές. Οι Έλληνες στα μέρη τους ήταν πλούσιοι, άρχοντες, νοικοκυραίοι και βοηθούσαν. Η οικογένεια του παππού είχε στην κατοχή της ξενοδοχεία στην πόλη της Κασταμονής και ασβεστοποιεία. 

  • Ο διωγμός

Με την καταστροφή, πήραν δύο εικόνες, την εικόνα του Χριστού και της Παναγίας και σε μια κουβέρτα έβαλαν 2-3 πράγματα και ξεκίνησαν με 3 παιδιά να βρουν καταφύγιο.

  • Ο δρόμος για την Ελλάδα

Η επιστροφή τους ήταν πάρα πολύ δύσκολη. Στην διαδρομή πέθανε η γιαγιά και έμεινε ο παππούς με 3 παιδιά, το ένα 3 ετών το δεύτερο 2 ετών και ένα κοριτσάκι 6-7 μηνών στην αγκαλιά. Όταν έφτασαν στο λιμάνι, δεν τους έβαζαν μέσα στο καράβι και τους πετούσαν στην θάλασσα. Κατάφεραν τελικά και μπήκαν σε πλοίο. Όταν έφτασαν στον Πειραιά, δεν ήταν ευπρόσδεκτοι. Τους εγκατέστησαν σε παράγκες στα Καμίνια.

  • Η ζωή στην Αθήνα

Ο πατέρας μου, όταν ήρθε στην Ελλάδα, ήταν 4 ετών. Δούλευε λουστράκος στον Πειραιά. Ώσπου να βρουν τον δρόμο τους, ο παππούς άνοιξε ένα μικρό μπακάλικο με πράγματα που είχε καταφέρει να φέρει από τα μέρη του. Σιγά σιγά έκαναν ένα μικρό βιός και έφυγαν από εκεί. Πολλοί από τους πρόσφυγες, πήραν μεγάλες περιουσίες, κτήματα, οικόπεδα. Οι δικοί μου δεν πήραν τίποτα. Ο παππούς αγόρασε ένα οικόπεδο στο Χαϊδάρι, με τα χρήματα που πήρε από την πώληση του μπακάλικου, καθώς και 2 αγελάδες και ξεκίνησαν τη ζωή τους. Οι δικοί μου δουλεύανε νύχτα μέρα. Παρόλο που αποκτήσανε περιουσία δεν ξέχασαν ποτέ τι σημαίνει να βοηθάς τον συνάνθρωπο. Μέχρι την τελευταία τους πνοή.

  • Οι Έλληνες του Πόντου

Η συγκίνηση είναι πολύ μεγάλη αν σκεφτείς ότι, από όλο το βιός τους, τους ενδιέφερε μόνο να σώσουν τις εικόνες της Παναγίας και του Χριστού, καθώς και μια με την πόλης τους. Αυτά έφεραν μαζί τους και τίποτα άλλο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Έλληνες του Πόντου, έφεραν μαζί τους στην Ελλάδα τα φώτα τους, την προκοπή τους.  

Ο παππούς, εκτός από το ξενοδοχεία και το ασβεστοποιείο, έφτιαξε άλλο ένα ασβεστοποιείο και αργότερα το έκανε μάντρα οικοδομών. Αυτό δείχνει την προκοπή τους. Όχι μόνο του παππού μου, αλλά και όλων όσοι ήρθαν από εκεί.

Αξιοθαύμαστη είναι η βαθιά τους πίστη. Ο παππούς στην ηλικία των 100 ετών, έσκαψε πηγάδι 15 μέτρων για να γονατίζει και να κάνει την προσευχή του. “Δόξα Σοι, Κύριε, Δόξα Σοι” έλεγε όλη την μέρα!

Δύσκολα τα χρόνια του ξεριζωμού παιδί μου!