Διαπολιτισμική εκπαίδευση

Η ανομοιογένεια του μαθητικού πληθυσμού συνιστά ένα σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα, καθώς συνδέεται εσφαλμένα με τα υψηλά  ποσοστά της σχολικής αποτυχίας. Προσπάθειες για την επίλυση αυτού του προβλήματος οδήγησαν στην ανάγκη αλλαγής της κυρίαρχης εθνοκεντρικής εκπαιδευτικής πολιτικής με την υιοθέτηση μιας «πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης». Όμως, ούτε η πολιτική αυτή απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα μιας και η εφαρμογή της ανέδειξε μια σειρά ζητημάτων άλλου είδους, που υποχρέωσε τους μελετητές να συσχετίσουν το θέμα της χαμηλής επίδοσης με το ζήτημα των κοινωνικών ανισοτήτων και ιδιαίτερα με την ταξική ανισότητα (Ανδρούσου – Ασκούνη, 2001:38).

Πρόσφατες εκτεταμένες έρευνες και μελέτες καταδεικνύουν ότι το ζήτημα της επίδοσης των μαθητών συνδέεται άμεσα με την κοινωνική προέλευσή τους (Φραγκουδάκη, 2001:96). Προκαταλήψεις, στερεότυπα και επιλογές του τύπου για χωριστή συμφοίτηση για τα παιδιά των μεταναστών ή προσφύγων, στην πραγματικότητα αποπροσανατολίζουν την ουσία του προβλήματος γι’ αυτό που πραγματικά συμβαίνει στη σχολική τάξη. Έτσι η λύση που προτείνουν οι γονείς για χωριστές τάξεις δε θα επέλυε σε καμιά περίπτωση το πρόβλημα της χαμηλής επίδοσης.

Αντίθετα ο προσανατολισμός της εκπαιδευτικής πολιτικής προς την εδραίωση του «διαπολιτισμικού μοντέλου εκπαίδευσης» είναι ικανός να φέρει ένα νέο αέρα στο σύγχρονο σχολείο και να καλύψει τις ανάγκες μιας νέας εποχής, μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Όμως ακόμη και η υιοθέτηση του προτεινόμενου μοντέλου της διαπολιτισμικής αντίληψης για την εκπαίδευση δεν πρέπει να εισαχθεί με άκριτο τρόπο, αφού όπως προκύπτει από τη σχετική βιβλιογραφία διακρίνουμε διαφορετικές παραλλαγές του (Χατζησωτηρίου, 2014:14 (Νικολάου Γ., http://repository.edulll.gr /edulll/ retrieve/1417/260.pdf). Απαιτείται, κυρίως, η ουσιαστική μεταρρύθμιση του σχολείου, δηλαδή το σχολείο να διαδραματίσει  ένα νέο ρόλο, που θα διασφαλίζει τα δικαιώματα όλων των μαθητών «διαφορετικών» και όχι αυτών της πλειονότητας. Όμως, κάτι τέτοιο επιβάλλει ιδεολογικές κατευθύνσεις πέρα από τις καθιερωμένες και βέβαια την ανάλογη πολιτική βούληση για το σκοπό αυτό.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι να αξιοποιηθούν όλοι οι μηχανισμοί αντισταθμιστικής αγωγής στα πλαίσια του εκπαιδευτικού συστήματος, για την ενίσχυση των αλλοδαπών μαθητών και τη δυνατότητα ενσωμάτωσής τους στο σχολείο και στην κοινωνία. Ειδικότερα θα πρέπει να αξιοποιηθούν δυνατότητες που αφορούν στις δομές της ειδικής αγωγής (παράλληλη στήριξη και τμήματα ένταξης, όταν υπάρχουν διαπιστωμένα μαθησιακά προβλήματα), της υποστήριξης και ενσωμάτωσης αλλοδαπών και παλιννοστούντων μαθητών (τάξεις υποδοχής, φροντιστηριακά τμήματα), αλλά και η ανάπτυξη δράσεων στα πλαίσια των καινοτόμων θεσμών που να οικοδομούν σχέσεις συνεργασίας και αλληλοσεβασμού μεταξύ των μαθητών, στις οποίες μπορούν να είναι συμμέτοχοι οι γονείς και άλλα μέλη της σχολικής κοινότητας.

Η βελτίωση της ποιότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο σχολείο αποτελεί κίνητρο για τους εκπαιδευτικούς για να αντιληφθούν και να αναγνωρίσουν τη συνθετότητα και την ποικιλομορφία των χαρακτηριστικών των μαθητών τους.  Ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι σημαντικός για την ενίσχυση των μορφωτικών αγαθών των παιδιών και πρέπει να δρουν χωρίς αποκλεισμούς και κατηγοριοποιήσεις και να διδάσκουν τις ανθρώπινες αξίες: αλληλεγγύη, σεβασμό και αποδοχή του άλλου, όποιος κι αν είναι με βασικό στόχο κανένα παιδί να μην μείνει εκτός σχολείου (Λαγουδάκος, 2013).