Η Ιστορία του Σχολείου μας

Ιστορία δύο κτιρίων: Το Βαϊλάτο και το Δημοτικό Σχολείο της Παλιάς Πόλης

Γιώργος Σ. Ζούμπος

Το κοινωνικό κέντρο της πόλης της Κέρκυρας κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας περιλαμβάνει τη Στοά των Ευγενών (έως πρόσφατα Δημαρχείου), την καθολική Μητρόπολη των Αγίων Ιακώβου και Χριστοφόρου, το οίκημα του Λατινεπισκόπου
(πρώην Τράπεζα Ελλάδας) και το οίκημα του Βάιλου (γνωστό και ως «Βαϊλάτο»⸱ στη θέση όπου σήμερα το Δημοτικό Σχολείο της Παλιάς Πόλης).

Το «Πραιτορικών Παλάτιον»

Την άνοιξη του 1386 η Κέρκυρα περνά στην κυριαρχία της Βενετίας. Τη Γαληνοτάτη αντιπροσωπεύει Βενετός ευγενής που εκλέγεται από το Μεγάλο Συμβούλιο και στέλνεται για να κυβερνήσει το νησί. Ο κυβερνήτης αυτός ονομάζεται Βάιλος και έχει όλο το βάρος της διοίκησης μέχρι το 1420. Τότε, μετά από αίτηση των Κερκυραίων ευγενών προσλαμβάνονται στη διακυβέρνηση του νησιού άλλοι τρεις Βενετοί ευγενείς. Η εξουσία του Βάιλου περιορίζεται σιγά – σιγά στα δικαστικά καθήκοντα με διετή θητεία, ενώ η αποποίηση του αξιώματος τιμωρούνται με πρόστιμο 500 δουκάτων.

Ο Βάιλος αρχικά διαμένει στο χώρο του σημερινού Παλιού Φρουρίου και μετά την πολιορκία του 1537 σε οίκημα που βρισκόταν στη θέση του σημερινού Δημοτικού σχολείου Παλιάς Πόλης και αναφέρεται ως «Πραιτωρικόν Παλάτιον».

Σαφή στοιχεία για το χρονικό οικοδόμησης του δεν έχουμε, ενώ σώζονται οι κατόψεις των δύο ορόφων του με πλήρη περιγραφή του χώρου στα Γ.Κ.Α. της Κέρκυρας (αρχειακή σειρά Κτηματολόγιο Ενετοκρατίας).

Τον Αύγουστο του 1593 το Συμβούλιο της Κοινότητας αποφασίζει την τοποθέτηση στην «Πραιτωρική Καγκελαρία » όλων των βιβλίων, πράξεων, πρεσβειών και όλων των εγγράφων που ανήκουν στην Κοινότητα.

Στις 24.9.1627 με γράμμα του Δόγη Κορνερ επιτρέπεται να διατεθούν από το Βενετικό Ταμείο της Κέρκυρας 400-500 δουκάτα για να επισκευαστεί ή οικοδομηθεί μέσα στο Παλάτι του Βάιλου, ή συνεχόμενος με αυτό, τόπος για τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου της Κέρκυρας. Εκεί διατηρούνται τα βιβλία και τα έγγραφα της πόλης και της Κοινότητας (με το πέρασμα του χρόνου θ’ αποτελέσουν το Αρχειοφυλάκιο Κέρκυρας, αργότερα Ιστορικό Αρχείο Κέρκυρας και τώρα Γ.Α.Κ. – Αρχεία Νόμου Κέρκυρας). Το οίκημα υφίσταται ζημιές κατά την πολιορκία του 1716 και σημειώνονται ζημιές από Γερμανούς μισθοφόρους.

Τον Ιούνη του 1797, όταν η Κέρκυρα περιέρχεται στους Δημοκρατικούς Γάλλους, στο Βαϊλάτο συνέρχεται για πρώτη φορά το Προσωρινό Δημαρχείο και από εδώ ξεκινούν τα αντισημιτικά επεισόδια εκείνων των ημερών. Στη συνέχεια, το Προσωρινό Δημαρχείο στεγάζεται στο οίκημα του Λατινεπίσκοπου όπου μεταφέρονται όλα τα έγγραφα. Ο Λατινεπίσκοπος μετακομίζει στο οίκημα του Βάιλου μέχρι την απέλαση του από τους Γάλλους.

Τα έγγραφα του Αρχειοφυλακείου, μετά από περιπέτειες επανέρχονται στο οίκημα του Βάιλου το Δεκέμβρη του 1848. Στα χρόνια της «Βρετανικής Προστασίας» εκεί διαμένει ο διοικητής των Βρετανικών στρατευμάτων και μετά ο πρόεδρος της Ιόνιας Γερουσίας.

Στα 1853 και 1854 η διεύθυνση του Αρχειοφυλακείου ζητά να οικοδομήσει δωμάτιο στον κήπο λόγω του περιορισμένου χώρου. Αντ’ αυτού παραχωρείται το δωμάτιο που ως τότε στέγαζε το ληξιαρχείο. Δυστυχώς το οίκημα δεν έχει συστηματική συντήρηση και βρίσκεται συνεχώς σε πολύ κακή κατάσταση. Συχνά εισέρχονται νερά της βροχής (όπως 7.9.1866) προκαλώντας ζημιές στο αρχειακό υλικό. Κάποια φορά πέφτει τμήμα της σκεπής (Δεκέμβρης 1864) και κάποια άλλη βυθίζεται το έδαφος (όπως στις 6.12.1869 οπότε τραυματίζεται και ένα κλητήρας).

Οι επισκευές δεν είναι πάντα αποτελεσματικές λόγω της παλαιότητας του κτιρίου. Έτσι η κατάσταση χειροτερεύει διαρκώς για το Βαϊλάτο και το υλικό του Αρχειοφυλακείου.

Ομόφωνα κατεδάφιση

Στα 1925 ο Σύλλογος Διδασκόντων της Εμπορικής Σχολής ζητά από το Δήμο Κερκυραίων να παραχωρηθεί το Βαϊλάτο προκειμένου να στεγαστεί η Σχολή και να λυθεί το στεγαστικό της πρόβλημα. Το αίτημα όμως δεν έγινε δεκτό.

Στα 1930, υπάρχει έντονη πίεση για εξεύρεση χώρων προκειμένου να στεγαστούν ή να οικοδομηθούν σχολικές αίθουσες πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε εφαρμογή απόφασης της κυβέρνησης Βενιζέλου ώστε να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις στη σχολική στέγη σε ολόκληρη τη χώρα. Έντονο το πρόβλημα και στην Κέρκυρα και σαν λύση επιλέγεται η κατεδάφιση του οικήματος του βενετού Βάιλου: «Το γήπεδον παλαιάς Αστυνομίας και Δημαρχείου, μετά του Αρχειοφυλακείου, κρίνεται κατάλληλος, του Δημοτικού Συμβουλίου αποδεχομένου κατ’ αρχήν την γνώμην της αρχιτεκτονικής υπηρεσίας του υπουργείου,…. ».

Η πρόταση κατεδάφισης του κτιρίου γίνεται ομόφωνα δεκτή από το Δημοτικό Συμβούλιο. Ο μόνος που αντιδρά στην πρόταση, πριν τεθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο, είναι ο Έφορος Αρχαιοτήτων Ιωάννης Μηλιάδης, τονίζοντας την ιστορική αξία του.

Την άνοιξη του 1932 το Αρχειοφυλακείο έχει ήδη μεταφερθεί στο παλιό Αρμοστείο (όπου και στεγάζεται μέχρι το 1993), το Βαϊλάτο έχει γκρεμιστεί και το κτίριο των σχολείων έχει αρχίσει να υψώνεται. Μάλιστα για να διευρυνθεί η πλατεία Άγγελου Ψωρούλα έγινε και αναγκαστική απαλλοτρίωση «πεπαλαιωμένης οικίας και μικρού γηπέδου αστέγου προς την μεσημβρινής πλευράν την και πρόσοψιν του ανεγειρομένου ήδη Διδακτηρίου παρά το παλαιόν Αρχειοφυλακείον».

Το οίκημα του Βενετού Βάιλου ανήκει πλέον στην ιστορία.

Στην Ελλάδα του 1930

Η οικονομική κρίση του 1929 επιδρά με κάποια καθυστέρηση στην εξαρτημένη από το ξένο κεφάλαιο ελληνικής οικονομίας. Αρχικά εκδηλώνεται με μείωση του εισαγόμενου συναλλάγματος από τους μετανάστες και εντείνεται μετά το 1930 λόγω μείωσης των εξαγομένων αγροτικών προϊόντων. Η κυβέρνηση των Φιλελευθέρων με τον Ελευθέριο Βενιζέλο (έχει εκλεγέι το 1828 ) καταφεύγει σε νέους φόρους, σε γενικότερη επίθεση κατά του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και σε νέα μεγάλα εξωτερικά δάνεια με επαχθείς όρους. Μόνο την περίοδο 1929 – 1931, τα εσωτερικά δάνεια, δωρεές, εισφορές ευεργετών και από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Τα σχολικά κτίρια του ΄30 σχεδιάζονται ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες διαθέτοντας από μια έως δεκατέσσερις αίθουσες χειροτεχνίας, βιβλιοθήκες, εργαστήρια φυσικής – χημείας, αίθουσες τελετών, ημιυπαίθρια γυμναστήρια («υπόστεγα γυμναστικής»), εστιατόρια, λουτρά-αποδυτήρια, γραφεία κ.λ.π.

Ανάλογα με την κλίμακα των απαιτήσεων του κτιριολογικού προγράμματος τα κτίρια έχουν ένα ή δύο ή – σπανιότερα – τρείς ορόφους. Τα περισσότερα είναι διώροφα καθώς έχουν απλό τύπο και μορφή και καλύπτουν τις περισσότερες εκπαιδευτικές ανάγκες,

Οι αίθουσες διδασκαλίας τοποθετούνται σε σειρά και συχνά ανάμεσα σε δύο από αυτές δημιουργείται ένας προθάλαμος για να εξυπηρετεί την είσοδο.

Οι αίθουσες τελετών στεγάζονται μονώροφα κτίσματα και σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν μεμονωμένα οικοδομήματα με ανεξάρτητη πρόσβαση, χώρο σκηνής και εξώστη. Αν δεν προβλέπεται χωριστή αίθουσα τελετών, τότε δύο ή τρεις αίθουσες του πρώτου (συνήθως ) ορόφου χωρίζονται με φορητά χωρίσματα και ενοποιούνται για να εξυπηρετείται η πραγματοποίηση εκδηλώσεων.

Τα γυμναστήρια σχεδιάζονται με διάφορους – ευρηματικούς συχνά – τρόπους. Οι τρεις βασικοί τρόποι είναι:

Α) Σε απόσταση από το κτίριο του διδακτηρίου και συνήθως εγκάρσια με αυτό.

Β) Σε επαφή με το κτίριο του διδακτηρίου, ή σε γραμμική συνέχεια με αυτό, ή σε εγκάρσια με αυτό διάταξη ή εκατέρωθεν δύο διδακτορικών πτερύγων.

Γ) Σε ισόγειο χώρο των πτερύγων των διδακτηρίων αν το σχολικό οικόπεδο είναι περιορισμένο.

Τα εστιατόρια, τα αποδυτήρια και τα λουτρά βρίσκονται στο ισόγειο ή στο υπόγειο και συνήθως δίπλα στο υπόστεγο γυμναστικής.

Αν υπάρχει θέρμανση (μετά το δεύτερο μισό την δεκαετίας του ΄30), οι απαραίτητοι χώροι βρίσκονται στο υπόγειο με επαρκή φωτισμό και αερισμό.

Ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες (ψυχρές με ισχυρούς ανέμους ή ήπιο κλίμα) προβλέπονται δύο τύποι κτιρίων. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχουν κλειστοί υαλόφρακτοι διάδρομοι προς τον Βορά και αίθουσες διδασκαλίας προς Νότο. Στη δεύτερη περίπτωση σχεδιάζονται ανοιχτοί μεσημβρινοί διάδρομοι με μορφή εξώστη ή στοάς μπροστά από τις αίθουσες διδασκαλίας.

Η κατασκευή γίνεται με δύο τρόπους ενώ η οροφή του κτιρίου κατασκευάζεται επίπεδη, από οπλισμένο σκυρόδεμα, για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν χώρος παιγνιδιού στα διαλείμματα. Αυτό είναι απαραίτητο ειδικά σε σχολικά συγκροτήματα αστικών κέντρων όπου τα σχολικά οικόπεδα έχουν μικρή έκταση.

Βασική αρχή του «νέου οικοδομείν», είναι η λειτουργικότητα. Η αναγκαιότητα και η σκοπιμότητα κάθε οικοδομήματος, αλλά και του κάθε επιμέρους χώρου, καθορίζει τη διαμόρφωσή του. Η ευελιξία στην κάτοψη αποτελεί βασικό στοιχείο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Από την κάτοψη, δηλαδή, πλέον θα προκύψει η όψη, η μορφή, και η όλη αισθητική του κτιρίου.

Άλλο χαρακτηριστικό των νέων σχολικών κτιρίων είναι η εναλλαγή ημιυπαιθρίων και κλειστών χώρων, που απομακρύνει το σχολικό κτίριο από την συμμετρική διάταξη και την μνημιακότητα.

Οι αρχιτέκτονες επιθυμούν για τα κτίρια τους αέρα, ήχο και φως, και σ΄ αυτή την απαίτηση απαντά η έννοια της διαφάνειας. Τα μεγάλα ανοίγματα (μεγάλα επιμήκη παράθυρα) ανταποκρίνονται στις απαντήσεις των αρχιτεκτόνων, ενώ η χρήση πιλοτής ανυψώνει τον κτιριακό όγκο πάνω από το επίπεδο του εδάφους και διευρύνει τον περιβάλλοντα υπαίθριο χώρο.

Επιλέγεται η γενίκευση του συστήματος των διαδρόμων, ανεξάρτητα από τις διαστάσεις του κτιρίου και την ιδιαιτερότητα κάθε σχολείου. Όπου δεν προβλέπεται μια αποκλειστική αίθουσα εορτών, οι αίθουσες κάθε ορόφου μπορούν να ενωθούν διαμέσου της χρήσης κινητών τοιχοπετασμάτων, με βάση την “αρχή της ευέλικτης κάτοψης” ήδη υιοθετημένη από την ευρωπαϊκή κουλτούρα του ρασιοναλισμού. Τέλος, η χρήση του χρώματος είναι παράγοντας που εμπλουτίζει την έκφραση των αρχιτεκτονικών στοιχείων.

Στην Κέρκυρα:Τα εξατάξια που δεν έγιναν και του Μαντουκιού

Για τα Ιόνια Νησιά εκπονούνται μελέτες για την ανέγερση διδακτηρίων κυρίως μικρής και μεσαίας κλίμακας, τα περισσότερα από τα όποια κατασκευάζονται.

Για την Κέρκυρα προβλέπονται τέσσερα εξατάξια δημοτικά σχολεία. Το 1931 εκπονείται από το Βασίλειο Δούρα μελέτη για την ανέγερση συγκροτήματος δύο εξατάξιων σχολείων στο «Δημοτικό Γήπεδο Νέας Πόλεως». Πρόκειται για « … ένα μεγάλης κλίμακας διδακτήριο αποτελούμενο από δύο διώροφες, παράλληλα διατεταγμένες πτέρυγες με τρεις αίθουσες διδασκαλίας ανά όροφο και ένα γυμναστήριο (“υπόστεγο γυμναστικής”) που τοποθετείται εγκάρσια προς τις πτέρυγες, ώστε να σχηματίζεται Π σε κάτοψη

Το συγκρότημα δεν οικοδομείται καθώς τον ίδιο χώρο διεκδικεί από τον Δήμο Κερκυραίων το Υπουργείο Οικονομικών για να οικοδομηθεί κτίριο ώστε να στεγαστεί η Εμπορική Σχολή. Η εμπλοκή των υπουργείων Οικονομικών και Παιδείας και του Δήμου Κερκυραίων κατέληξε να μην οικοδομηθεί ούτε η Εμπορική Σχολή ούτε το συγκρότημα των Δημοτικών.

Κατά την περίοδο 1932-1933 ο Πάτροκλος Καραντινός «…σχεδιάζει στη βόρεια πλευρά ενός οικοπέδου τραπεζοειδούς κάτοψης στην περιοχή του Μαντουκιού, ένα διώροφο εξατάξιο Δημοτικό Σχολείο με τρεις μεσημβρινές αίθουσες διδασκαλίας ανά όροφο και υαλόφρακτο βορεινό διάδρομο προσπέλασης. Ανάμεσα στις αίθουσες του ισόγειου σχηματίζεται προθάλαμος εισόδου, ενώ στην αντίστοιχη θέση, στον όροφο, σχεδιάζεται το γραφείο των διδασκόντων. Η απουσία αίθουσας τελετών αντισταθμίζεται από τη δυνατότητα ενοποίησης των δύο ‘εν σειρά’ αιθουσών στο ισόγειο. Στη δυτική πλευρά του οικοπέδου σχεδιάζεται υπόστεγο γυμναστικής, σε επαφή με το οποίο τοποθετούνται οι χώροι υγιεινής. Η επίπεδη οροφή του διδακτηρίου μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το παιχνίδι των μαθητών.»

Το κτίριο του Δημοτικού της Παλιάς Πόλης

Η μελέτη για εξατάξιο Δημοτικό Σχολείο στην πλατεία Ψωρούλα στο κέντρο της πόλης της Κέρκυρας, στο οικόπεδο το οίκημα του βενετού Βάιλου, εκπονείται από το Γεώργιο Ζογγολόπουλο το 1933. «Πρόκειται για ένα διώροφο διδακτήριο με τρείς ανατολικομεσημβρινές αίθουσες διδασκαλίας “εν σειρά”, ανά όροφο και υαλόφρακτο βορειοδυτικό διάδρομο προσπέλασης. Στην επιμήκη πτέρυγα του διδακτηρίου προσαρτάται κατά εγκάρσιο τρόπο η μονώροφη αίθουσα εκδηλώσεων και γυμναστικής, που συνδέετε εύστοχα με τους χώρους αποδυτηρίων και λουτρών. Ο σχεδιασμός του σχολικού αυτού κτιρίου διακρίνεται για τη λειτουργικότητα της διάταξής του και την πλαστικότητα της μεσημβρινής απόληξης της πτέρυγας του διδακτηρίου, που μας θυμίζει έξοχους χειρισμούς του Ζογγολόπουλου σε σχέδια κυρίως γυμναστηρίων των σχολικών κτηρίων.»

Η εφημερίδα Κέρκυρα για το νέο σχολικό κτίριο

Στην αρχή της σχολικής χρονιάς 1933-1934 η εφημερίδα Κέρκυρα του Νίκου Κλαδά αφιερώνει μεγάλο μέρος της πρώτης σελίδας υπό τον τίτλο «Τα νέα διδακτήρια/ 1ον Το πλήρες εξατάξιον της πόλεως» με φωτογραφία και σημειώνει μεταξύ άλλων:

«Και τι να πρωτοθαυμάσει κανείς εις το νέον διδακτήριον της πόλεως;

Την θέσιν του η οποία είναι η κεντρικωτέρα της παλαιάς και της νέας πόλεως και το υψηλότερων σημείον;

Την αρχιτεκτονική του, η οποία εκτός από τα άλλα προσόντα έχει, παρουσιάζει τέτοιο σύνολο που βέβαια η μαθηταί θα αισθάνονται μέσα εις αυτό πραγματική αγάπην δια το σχολείον των, και τα 6 χρόνια που θα ζήσουν εκεί στη ζεστό τον χειμώνα και καθαράν ατμοσφαίρα του, θα μείνουν αλησμόνητα δι’ όλην των την ζωήν.

Βέβαια ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα του ωραίου αυτού κτιρίου είναι ημεσημβρινή έκθεσις. Κάθε τάξις έχει τα μεγάλα τζαμένια παράθυρα τα οποία σκεπασμένα με απαλού χρώματος παραπετασμένα θα στέλλουν ήμερο φως και ζωηρό που δεν θα πειράζει τα μάτια των παιδιών μας.

Εκτός από τις τάξεις τα γραφεία και όλα βοηθητικά δωμάτια, έχουμε να θαυμάσουμε στο νέο κτίριο την μεγάλη του αίθουσαν, καμωμένην σε τέτοιον τρόπον που να μπορεί να δουλέψει ο κινηματογράφος . Ποιος ξέρει στο μέλλον πόσες ωραίες διαλέξεις θα ακουσθούν στην αίθουσα αυτή, από τους προοδευτικούς μας δασκάλους , τους επιθεωρητάς της δημοτικής εκπαιδεύσεως και άλλους διανοουμένους και επιστήμονες. Αλλά ακόμη δεν τελειώνει εδώ το σύνολον του διδακτηρίου, σ’ ένα παράρτημα που όλο ένα κτίζεται θα έχουμε τα λουτρά για τους μαθητάς , που εκ περιτροπής θα παίρνουν το λουτρό τους και έτσι από μικρά θα μάθουν στην καθαριότητα, που τόσο υστέρησεν ως τώρα.

Αλλά και ένα άλλο μέρος του διδακτηρίου πρέπει να αναφερθούμε, και αυτό είναι τα αποχωρητήρια. Ξεχωριστά στην άκρη της μεγάλης αυλής του διδακτηρίου, τα αποχωρητήρια αρκετά και με όλους τους κανόνες της νέας υδραυλικής.

Αυτό είναι το νέο διδακτήριο που περήφανα τώρα υψώνεται εκεί που άλλοτε ήταν το σπίτι του Βαίλου του Βενετσιάνου άρχοντα…

…Δυστυχώς εξωδίκως ακούσαμε ότι θα χρησιμοποιήσουν τα παλαιά θρανία για τους μαθητάς.

Μα αυτό θα είναι πολύ άσχημο, γιατί τα θρανία αυτά και ακατάλληλα είναι και μεγάλην θα κάνουν παραφωνίαν στις λαμπρές αίθουσες.

Πρέπει να ληφθή πρόνοια, οπωσδήποτε.

Ο εξαιρετικός μας δήμαρχος , ας τεθεί επικεφαλής από ένα τέτοιο ζήτημα και ας κατορθώσει με την βοήθεια και την συνεργασία, ανθρώπων που αγαπούν τον τόπον τους να συμμαζευτούν τα χρήματα που χρειάζονται γι ατην νέαν επίπλωσιν. Βέβαια θα έπρεπε η Κυβέρνησης να φροντίσει, είναι όμως τώρα να σκέπτεται κανείς για τέτοια που οι ξένοι ομολογιούχοι στέκονται με το ντουφέκι στο χέρι μην ξοδέψουμε τίποτα παραπάνου από τα αναγκαιότατα;

Πολλοί είναι οι τρόποι που θα μπορούσε να συμμαζευτή το ποσόν..»

Από το ίδιο δημοσίευμα μαθαίνουμε ότι το κόστος της οικοδόμησης ανήλθε στο ποσό των δύο εκατομμυρίων δραχμών. Την εργολαβία είχε αναλάβει ο Σπύρος Καρδάκης με τα παιδιά του, η επίβλεψη του έργου είχε ανατεθεί από το Νομομηχανικό στο μηχανικό Σ. Τζιτζά, ενώ εργοδηγός ήταν ο Πέτρος Λυκούδης.

Σήμερα

Το κτίριο υπέστη ζημίες κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού του Β΄ Πακγοσμίου Πολέμου. Επισκευάστηκε και αργότερα στέγασε για πολλά χρόνια από το 2ο και το 3ο Δημοτικό Σχολείο. Η μείωση του πληθυσμού της Παλιάς Πόλης της Κέρκυρας είχε σαν επακόλουθο και τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού με αποτέλεσμα τα δύο σχολεία να καταργηθούν τυπικά και να δημιουργηθεί το «Δημοτικό Σχολείο Παλιάς Πόλης».

Στην συγγραφή του κειμένου βοήθησαν οι τάσεις ΣΤ1, Δ1 και Δ2 του σχολείου μας!!!