Η Θεολογία… στο σχολείο

Αγία Γραφή

animated-bible

Σελίδες

Αναζήτηση στο ιστολόγιο

Αναζήτηση

Πρόσφατα κείμενα

Επισκέπτες

Αρχείο

Ημερολόγιο δημοσιεύσεων

Απρίλιος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930  

Καιρός

Πρόσφατα σχόλια

Παρουσιάσεις στο Slideboom

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Σύνδεσμοι

Χρήσιμα Ιστολόγια

Μεταστοιχεία

on line

Χάρτης Τρίπολης

Άρθρα σχετικά με 'Υποστηρικτικό υλικό'

Χριστούγεννα

Παρακολουθήστε μια παρουσίαση για τα Χριστούγεννα,  η οποία εκπονήθηκε συνεργατικά σε διαδικτυακό μάθημα του Διορθόδοξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Η Θεία Λειτουργία ως το μυστήριο φανερώσεως της συναγμένης Εκκλησίας και η ευθύνη-στάση των λειτουργών -ποιμένων πριν και μετά από αυτήν

Διαβάστε την σχετική εισήγηση του Αρχιμανδρίτου π. Θεοκλήτου Αθανασοπούλου, Πρωτοσυγκελλεύοντος Ιεροκήρυκος της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, η οποία έγινε κατά τη 2η Ιερατική Σύναξη της Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού, στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας, στις 24/11/2011

Η Εικόνα της Γέννησης του Χριστού (ερμηνεία)

Διαβάστε μια ανάλυση της Ορθόδοξης εικόνας της Γέννησης και μια αναφορά στις διαφορές αγιογραφίας και θρησκευτικής ζωγραφικής

Στάρετς -Το Πνεύμα εν μέσω ημών

Διαβάστε μια εργασία σχετική με τους Ρώσους στάρετς

Πεντηκοστιανοί

Διαβάστε σχετικό άρθρο εδώ

Σκοτεινά σημεῖα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς θρησκείας

τεῦχ. 73, Μαρτ. – Ἀπρ. 2011

Εἰσαγωγικά: Μιά πολύ διαφωτιστική εἰσήγηση

Ὅπως εἶναι γνωστό, στή χώρα μας ἔχει ἐμφανισθεῖ τά τελευταῖα χρόνια τό κίνημα τῆς ἀρχαιολατρίας, πού δραστηριοποιεῖται ἔντονα μέ διάφορες ὁμάδες καί ὀργανώσεις, ἐπιδιώκοντας τήν κατάργηση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τήν ἐπαναφορά τῆς ἀρχαίας (εἰδωλολατρικῆς) ἑλληνικῆς θρησκείας. Στά πλαίσια τῆς προπαγάνδας, πού ἀσκεῖται ἀπό τό κίνημα αὐτό, ἀλλά καί στό κλῖμα τῆς ἔντονης ἐχθρότητας καί ἀντιπαράθεσης μέ τόν Χριστιανισμό, ἐξιδανικεύεται ὁ ἀρχαῖος ἑλληνισμός στό σύνολό του, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς θρησκείας. Ἔτσι, ὁ μέν Χριστιανισμός παρουσιάζεται ὡς σκοταδισμός, φανατισμός, μισαλλοδοξία, κατάπτωση καί ὀπισθοδρόμηση, ἀλλά καί ὡς ὑπεύθυνος γιά ὁ,τιδήποτε κακό ἤ ἀρνητικό ἔχει ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο, ἡ δέ ἀρχαία εἰδωλολατρία ἐμφανίζεται ὡς ἡ, δῆθεν, τελειότερη θρησκεία, «ἡ πιό ἐξευγενισμένη θρησκεία, πού ὑπῆρξε ποτέ στήν ἱστορία», «ἡ γνησιότερη θρησκευτική ἔκφραση τοῦ ἑλληνισμοῦ», ἡ θρησκεία τοῦ φωτός, τῆς ἁρμονίας καί τῆς τελειότητας καί πολλά ἄλλα παρόμοια.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Θεῖος καί ἀνθρώπινος ἔρωτας. Ὀρθόδοξη ἀλήθεια καί πεπλανημένες θεωρήσεις

τεῦχ. 72, Ἰαν. – Φεβρ. 2011

Ὁ ἔρωτας, ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» τοῦ Χριστιανισμοῦ

Ἡ ἐποχή μας χαρακτηρίζεται, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἀπό τήν ἐλεύθερη διακίνηση καί ἀνταλλαγή ἀγαθῶν καί προϊόντων στήν πολυπολιτισμική καί διαπολιτισμική κοινωνία πού ζοῦμε. Ἡ ἀνταλλαγή τέτοιων στοιχείων δέν εἶναι, βέβαια, χαρακτηριστικό μόνο τῶν ἡμερῶν μας. Ὁ ἑλληνικός πολιτισμός εἰδικότερα (προχριστιανικός καί χριστιανικός) δέν ὑπῆρξε ποτέ ἕνα κλειστό σύστημα. Πάντα εἶχε τήν ἱκανότητα νά διακρίνει καί νά ἐπιλέγει θετικά στοιχεῖα ἀπό ἄλλους πολιτισμούς καί νά τά ἐντάσσει ὀργανικά στό σῶμα του, χωρίς νά ὑφίσταται οὐσιαστικές ἀλλοιώσεις. Εἶχε, ἐπίσης, τή φυσική ἱκανότητα νά διακρίνει κάθε κατώτερο ἤ ἀρνητικό στοιχεῖο καί νά τό ἀπορρίπτει. Κάτι τέτοιο δέν φαίνεται νά συμβαίνει στίς μέρες μας, ὅπου πολιτισμικά προϊόντα διακινοῦνται καί προσλαμβάνονται ἄκριτα, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀλλοιώνεται ἡ οὐσία τόσο τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, ὅσο καί τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας. Ἕνα πρόχειρο ἀλλά ἐνδεικτικό παράδειγμα αὐτοῦ τοῦ φαινομένου εἶναι ὁ ἁγιο-Βασίλης τῆς δυτικῆς σύγχυσης, ὁ γνωστός Santa-Claus μέ τήν κόκκινη κάπα καί τά ὁλόλευκα γένια, πού ἐπινοήθηκε, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀπό μιά διαφήμιση τῆς Coca Cola, πρωτοεμφανίσθηκε δέ ὡς ἅγιος Νικόλαος καί «μετωνομάστηκε» στήν πορεία σέ ἁγιο-Βασίλη. Εἶναι τόσο ἰσχυρή ἡ παρουσία του τίς μέρες τῶν ἑορτῶν, πού ἔχουμε σχεδόν ξεχάσει τόν πραγματικό Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀσκητικό Ἱεράρχη μέ τά μαῦρα γένια.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Ἡ Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἱστορικά καί Θεολογικά στοιχεῖα καί κατά καιρούς διαστρεβλώσεις τους

τεῦχ. 71, Νοε. – Δεκ. 2010

Τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στό ἐπίκεντρο ἀμφισβητήσεων

Ἡ ἱστορικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι κάτι αὐτονόητο γιά κάθε Χριστιανό, ἀλλά καί γιά κάθε καλοπροαίρετο ἄνθρωπο. Σύμφωνα μέ τή σαφέστατη μαρτυρία τῆς Ἁγ. Γραφῆς, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἕνα ἱστορικό πρόσωπο, πού γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας, «ἐπί Καίσαρος Αὐγούστου», δίδαξε τόν Λαό, ἔκανε θαύματα, σταυρώθηκε «ἐπί Ποντίου Πιλάτου» καί ἀναστήθηκε «τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ». Ἀλλά καί ἡ ἐπιστημονική ἔρευνα ἐπιβεβαιώνει, ὄχι βέβαια ὅλα, ἀλλά ἀρκετά ἀπό τά στοιχεῖα τοῦ ἱστορικοῦ βίου τοῦ Ἰησοῦ, τά ὁποῖα γνωρίζουμε ἀπό τά Εὐαγγέλια. Ὡστόσο, ἀπό χώρους ἐχθρικούς πρός τόν Χριστιανισμό, εἴτε «ἐπιστημονικούς» εἴτε χώρους ἰδεολογικά φορτισμένους, ἐγείρονται κατά καιρούς ἀμφισβητήσεις τῆς ἱστορικότητας τοῦ Χριστοῦ καί ἐπιστρατεύονται «ἐπιστημονικά» ἐπιχειρήματα γιά νά «στηρίξουν» τίς ἀμφισβητήσεις αὐτές. Ἡ προβολή τέτοιων ἀμφισβητήσεων ἀπό μέσα ἐνημερώσεως καί κάθε εἴδους ἔντυπα ἐντείνεται, συνήθως, ὅσο πλησιάζουν οἱ μεγάλες ἑορτές τοῦ Χριστιανισμοῦ, προκειμένου νά πεισθεῖ τό εὐρύ κοινό ὅτι τά γεγονότα, πού ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ἕνας μῦθος, πού στερεῖται κάθε ἱστορικῆς βάσης.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τά «χαρίσματα» καί ἡ «γλωσσολαλία» στόν χῶρο τῶν Πεντηκοστιανῶν

τεῦχ. 70, Σεπτ. – Ὀκτ. 2010

Ἀπαρχές καί ἐξάπλωση τοῦ «χαρισματικοῦ κινήματος»

Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ σπουδαιότερος ἴσως λόγος, γιά τόν ὁποῖο γνωρίζει μεγάλη ἐξάπλωση ἡ αἵρεση τῶν Πεντηκοστιανῶν στίς μέρες μας, εἶναι ὁ ἰσχυρισμός ὅτι μεταξύ τῶν μελῶν της ἐμφανίζονται τά πνευματικά «χαρίσματα» τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καί ἰδιαίτερα ἡ «γλωσσολαλία» ἤ «γλωσσολαλιά». Τό κίνημα τῶν Πεντηκοστιανῶν καί πολλές ἄλλες «χαρισματικές» ὁμάδες θεωροῦν τά «χαρίσματα» ὡς ἀπόδειξη γνησιότητας τῆς «ἐκκλησίας» τους, ὡς σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς ἀναβίωση τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων, ὡς ἐπανάληψη τοῦ γεγονότος τῆς Πεντηκοστῆς. Ὅσα μέλη διαθέτουν τέτοια «χαρίσματα», ἔχουν τήν ἀπόλυτη βεβαιότητα, ὅτι βρίσκονται στόν σωστό δρόμο, ὅτι κατέχουν τό πλήρωμα τῆς «ἀλήθειας», ὅτι εἶναι μέλη μιᾶς ζωντανῆς «ἐκκλησίας», σέ ἀντίθεση μέ τίς νεκρές ἤ παρηκμασμένες θρησκευτικές κοινότητες (αἱρέσεις) τοῦ περιβάλλοντός τους. Κατά συνέπειαν, εἶναι πολύ δύσκολο νά ἀντιληφθοῦν ὅτι, ὅσα θεωροῦν ὡς πνευματικά «χαρίσματα» δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό φαινόμενα δαιμονικῆς πλάνης, πολύ γνωστά στόν Ὀρθόδοξο χριστιανικό χῶρο.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Βαμπιρισμός καί δαιμονοπληξία

τεῦχ. 69, Ἰούλ. – Αὐγ. 2010

Τό φαινόμενο τοῦ βαμπιρισμοῦ σήμερα

Στίς μέρες μας μποροῦμε νά μιλήσουμε γιά «βαμπιρομανία» καί φρενίτιδα μέ τούς ζωντανούς – νεκρούς, δηλαδή τούς βρυκόλακες τῶν λαϊκῶν προλήψεων καί παραδόσεων. Ὁ μύθος τοῦ αἱμοδιψοῦς Πρίγκηπα τῆς Τρανσυλβανίας καί οἱ ταινίες τῆς δεκαετίας τοῦ ’50 ἦταν μόνον ἡ ἀρχή. Σήμερα παρατηρεῖται στίς Η.Π.Α. τό φαινόμενο σέ διάφορα ὁμαδικά πάρτυ νά γίνεται αἱμοληψία ὡς ἀκραία μορφή κοινωνικῆς ἀνατροπῆς καί πρόκλησης (!) ἀπό μεθυσμένους νεαρούς, ἐνῶ στόν ἡμερήσιο τύπο μερικές φορές καταγράφονται νυχτερινές ἐπιθέσεις ἀπό ἐφήβους πού μέ εἰδική σύριγγα θέλησαν νά «δοκιμάσουν» τό αἷμα ἀνύποπτων περαστικῶν. Τό ἐφηβικό μυθιστόρημα «Τό Λυκόφως»

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Οἱ διῶκτες και οἱ διωκόμενοι ἤ Πῶς ἐπεκράτησε ὁ Χριστιανισμός

τεῦχ. 68, Μάϊ. – Ἰουν. 2010

Κατευθυνόμενη προπαγάνδα καί σύγχυση

Ἡ προπαγάνδα, πού συστηματικά ἀσκεῖται στίς μέρες μας ἀπό διάφορες πλευρές, δημιουργεῖ συνήθως τέτοια σύγχυση, ὥστε πολλοί ἀπό μᾶς κινδυνεύουμε νά ξεχάσουμε ἀκόμη καί τά αὐτονόητα. Σέ πολλές περιπτώσεις τό ἀποτέλεσμά της εἶναι ἡ πλήρης διαστροφή τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ἔντεχνα κατευθυνόμενης καί μεθοδευμένης προπαγάνδας εἶναι οἱ ἰσχυρισμοί τῶν γνωστῶν ἀρχαιολατρῶν τῆς ἐποχῆς μας (ὁπαδῶν τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας καί τῆς ἀναβίωσής της), ὅτι ὁ Χριστιανισμός ἐπικράτησε μέ τή βία!, ὅτι ἐπεβλήθη μέ αὐτοκρατορικά διατάγματα!, ὅτι ἐξεδίωξε τήν ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία!, ὅτι οἱ Χριστιανοί κατέστρεψαν τά ἀρχαῖα μνημεῖα (βλ. τεῦχ. 37 τοῦ ἐντύπου μας)!, ὅτι διέπραξαν φοβερά ἐγκλήματα (προβάλλεται κατά κόρον ἡ μοναδική ἴσως περίπτωση τῆς δολοφονίας τῆς φιλοσόφου Ὑπατίας στήν Ἀλεξάνδρεια. Ἄν ὑπῆρχε καί ἄλλο τέτοιο γεγονός, θά ἦταν προφανῶς πασίγνωστο μέσω τῆς σύγχρονης προπαγάνδας: βλ. καί τεῦχ. 66 τοῦ ἐντύπου μας)! καί πολλά ἄλλα. Ἡ ἀρχαία εἰδωλολατρία προβάλλεται συνήθως ὡς «ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικά πλασμένος», ὁ δέ Χριστιανισμός ὡς σκοταδισμός, φανατισμός, μισαλλοδοξία καί ὀσπισθοδρόμηση. Ἡ ἐπιχειρούμενη διαστροφή περιβάλλεται ἀκόμη καί ἐπιστημονικό μανδύα: γίνεται ἐπιλεκτική χρήση τῶν πηγῶν ἤ κάποιων μεμονωμένων μαρτυριῶν γιά ὅ,τι συμφέρει τήν προπαγάνδα, ἐνῶ ἀγνοεῖται ἐντελῶς ὁ κύριος ὄγκος τῶν πηγῶν, ὁ ὁποῖος συνήθως μαρτυρεῖ γιά τό ἀντίθετο.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τό Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί στίς Προτεσταντικές αἱρέσεις.

τεῦχ. 67, Μαρτ. – Ἀπρ. 2010

Ἡ ἀμφισβήτηση Ἐκκλησίας καί Ἱερωσύνης

Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Προτεσταντισμός προῆλθε ὡς ἀντίδραση σέ μιά σειρά ἀπό ἀνεπίτρεπτες καί ἔξω ἀπό τό χριστιανικό πνεῦμα ἐνέργειες ἤ ὑπερβολές τοῦ Παπισμοῦ τῶν σκοτεινῶν χρόνων τοῦ Μεσαίωνα. Στήν προσπάθειά του νά ἀνεύρει τή χαμένη «αὐθεντικότητα», ὁ Προτεσταντισμός σάρωσε κυριολεκτικά καίρια καί αὐθεντικά στοιχεῖα τοῦ ἀρχικοῦ Χριστιανισμοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπομακρυνθεῖ πολύ περισσότερο ἀπό τήν οὐσία του. Ἔτσι προέκυψε γιά μιά ἀκόμη φορά τό φαινόμενο νά ἀντιμετωπίζεται μιά αἵρεση μέ μιά ἄλλη, ἤ μᾶλλον μέ ἕνα πλῆθος αἱρέσεων, καί, τελικά, ἀντί γιά καλό, νά γίνεται περισσότερο κακό.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Η Εικόνα της Αναστάσεως



Κυκλοφοροὺν δύο εἰκόνες τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου. Ἡ Βυζαντινὴ καὶ ἡ ἀναγεννησιακή, ποὺ εἶναι καὶ πολὺ διαδεδο­μένη. Ποιές εἶναι οἱ βασικὲς διαφορὲς τους;

Τὸ ὀρθόδοξο δόγμα, ὅπως διαγράφεται ἀπό τὴν ὑμνολο­γία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἑρμηνευτικὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων, γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου, τὸ ἐκ­φράζει πλήρως ἡ Βυζαντινὴ εἰκόνα. Ἂς δοῦμε ὅμως καί τίς δύο εἰκόνες πιὸ ἀναλυτικά.

Κατ’ ἀρχὰς ἡ εἰκόνα ἡ ὀρθόδοξη τῆς Ἀνάστασης ποὺ ἐπιγράφεται «εἰς Ἅδου κάθοδος», συνδέει δύο γεγονότα. Τὸ ἕνα εἶναι ἱστορικὸ καὶ τὸ ἄλλο ἐσχατολογικό: Τὴν Ἀνάστα­ση τοῦ Χριστοῦ «ἐν χρόνῳ» καὶ τή δική μας ἀνάσταση, τὴν κοινὴ ἀνάσταση ὅλων μας, στὰ ἔσχατα.

Γιὰ τὴν ὀρθοδοξία ἡ στιγμὴ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ παραμένει ἀνεικόνιστη. Στήν παραδοσιακὴ ἁγιογραφία ἡ πραγματικὴ στιγμὴ τῆς Ἀνάστασης οὐδέποτε ἀπεικονίστη­κε (Οὐσπένσκυ). Καὶ τὰ Εὐαγγέλια καὶ ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας σιγοῦν ὡς πρὸς τή στιγμή αὐτή. Σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε «ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου». Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔγινε θεοπρεπῶς μὲ τρόπο ἀπρόσιτο γιὰ τὰ ἀνθρώπινα μάτια. Τὰ στοιχεῖα μὲ τὰ ὁποῖα εἰκονογραφεῖται ἡ «εἰς Ἅδου κάθοδος» εἶναι παρμένα ἀπό τίς συνθῆκες πού μᾶς περιγράφουν τὰ ἀπόκρυφα εὐαγγέλια.

Βέβαια τὸ θέμα τῆς «καθόδου τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν Ἅδη», τὸ βρίσκουμε νὰ ἀναφέρεται σποραδικὰ καὶ στήν Καινὴ καὶ στήν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὑπάρχουν μαρτυρίες γιὰ τὸ θέμα

τῆς Ἀνάστασης στίς Πράξεις (2, 31-32) καὶ στίς ἐπιστολές τοῦ ἀπ. Πέτρου καὶ τοῦ ἀπ. Παύλου (Ἐφ. 4, 9-10 & Α’ Πέτρ. 3, 18-19). Στήν Παλαιὰ Διαθήκη δέ, γίνεται λόγος γιά τοὺς «καθημένους ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου», τοὺς ὁποίους θὰ ἐλευθερώσει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀφοῦ θὰ «συντρίψῃ πύλας χαλκᾶς καὶ μοχλοὺς σιδηροῦς συνθλάσῃ» (Ψαλμ. 6, 10-16 & Ὠσ. 6, 2)

Γιὰ τὴν «εἰς Ἅδου κάθοδον» μιλοῦν ὁ Μελίτων Σάρδεων, ὁ Λουγδούνου Εἰρηναῖος, ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, τὰ συριακὰ λειτουργικά κείμενα καὶ τὸ ἀπόκρυφο εὐαγγέλιο τοῦ Νικοδήμου. Ἐπίσης ἡ ἀκολουθία τοῦ Μ. Σαββάτου ζωντα­νεύει τὴν εἰκόνα τῆς κατάβασης τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη καὶ μᾶς μιλάει γιά τὴν Ἀνάσταση:

«Σήμερον ὁ Ἅδης στένων βοᾶ·

συνέφερέ μοι,

εἰ τὸν ἐκ Μαρίας γεννηθέντα,

μὴ ὑπεδεξάμην

ἐλθὼν γάρ ἒπ’ ἐμέ,

τὸ κράτος μου ἔλυσε·

πύλας χαλκᾶς συνέτριψε·

ψυχὰς ἅς κατεῖχον τὸ πρὶν

Θεὸς ὤν ἀνέστησε.

Δόξα, Κύριε, τῷ Σταυρῷ Σου

καὶ τῇ Ἀναστάσει Σου».

(Στιχηρὸν Ἑσπερινοῦ Μ. Σαββάτου)

Περιγραφὴ τῆς εἰκόνας τῆς Ἀνάστασης (Καχριὲ τζαμί)

Στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας δεσπόζει ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ Χριστός. Φέρει ἀστραφτερὰ καὶ ἀκτινοβόλα ἐνδύματα καὶ περιβάλλεται ἀπό φωτεινὴ δόξα. Δόξα ὀνομάζεται τὸ φάσμα

τοῦ φωτὸς ποὺ περιβάλλει τὸν Χριστὸ καὶ συμβολίζει τὸ με­ταμορφωμένο σῶμα Του καὶ ταυτόχρονα τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ μέλλοντα αἰώνα. Τὰ χέρια Του καὶ τὰ πόδια Του εἶναι σημαδεμένα μέ τίς οὐλὲς ἀπὸ τὰ καρφιὰ τῆς Σταύρωσης. Τὸ φωτοστέφανο πού περιβάλλει τή θεία Του κεφαλή, τὰ ἀκτινοβόλα Του ἱμάτια, ἡ θριαμβευτικὴ ὄψη τοῦ παναγίου Προ­σώπου Του ἐναρμονίζονται πλήρως μὲ τὰ νοήματα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀνάστασης, ὅπως ἐκφράζονται στὸ νικητήριο ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας:

«Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν

θανάτῳ θάνατον πατήσας»!

Καὶ πράγματι ὁ θάνατος παριστάνεται ἁλυσοδεμένος, κάτω ἀπό τίς ἀμπαρόπορτες τοῦ Ἅδη, ὅπου πατᾶ θριαμβευ­τὴς τοῦ θανάτου ὁ Κύριος. Ἀνάμεσα σὲ δύο ἀπότομους βρά­χους ἀνοίγει μιά σκοτεινή ἄβυσσος. Εἶναι τὰ «κατώτατα τῆς γῆς», στὰ ὁποία εἰσῆλθε ὁ Χριστὸς μας, γιά νὰ ἀνασύρει, ὡς λάφυρο νίκης, ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος ποὺ τὸ ἀντιπροσω-πεύουν στήν εἰκόνα τὰ πρόσωπα τοῦ Ἀδάμ καὶ τῆς Εὔας. Σὲ μερικὲς εἰκόνες τή διαλύση τοῦ κράτους τοῦ θανάτου τή συμ­βολίζουν οἱ σπασμένες ἁλυσίδες καὶ τὰ σκορπισμένα κλει­διὰ καὶ καρφιά.

Μὲ δυναμικὴ ζωντάνια καὶ θεοπρεπὴ συγκατάβαση ὁ Χριστὸς τραβᾶ τὰ παραλυμένα χέρια τοῦ Ἀδάμ καὶ τῆς Εὔας. Εἶναι σὰν νὰ θέλει νὰ ξεριζώσει ἀπό τὴν ἀνθρώπινη φύση τους -καὶ κατ’ ἐπέκταση ἀπό ὅλους τοὺς ἀνθρώπους- τὸ θάνατο πού εἰσέδραμε καὶ κατάπιε παγγενὴ τὸν Ἀδάμ.

Οἱ δὲ Προπάτορες, γνωρίζοντας πιὰ καλὰ Ποιός εἶναι ὁ Νι­κητὴς τοῦ θανάτου, ἐγκαταλείπονται στὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ζωὴ καὶ τὸ Φῶς τὸ ἀνέσπερο.

Μαζὶ μὲ τοὺς προπάτορες, Ἀδάμ καὶ Εὕα, ὁ Κύριος ἐλευ­θερώνει ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου ὅλους τοὺς δικαίους πού περίμεναν τὴν ἔλευσή Του ὡς Λυτρωτῆ. Στὰ ἀριστερὰ τῆς εἰκόνας βλέπουμε τοὺς Ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπως τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, τὸ Δαυίδ, τὸ Σολομῶντα κ.ἄ. Εἶναι ἐκεῖνοι πού προετοίμασαν μὲ τὸ κήρυγμά τους τίς ψυ­χὲς ὅσων βρίσκονταν στόν Ἅδη, γιά νὰ δεχθοῦν τὸν Σωτήρα καὶ νὰ σωθοῦν.

«Καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι

ζωὴν χαρίσαμενος»!..

Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι σὲ πολλὲς παραστάσεις τῆς εἰς Ἅδου καθόδου (π.χ. στήν τοιχογραφία τῆς Μονῆς Στουντένιτσα τῆς Σερβίας -παρεκκλήσιο τῶν βασιλέων-), μαζὶ μὲ τοὺς δίκαιους τῆς Π. Διαθήκης, εἰκονίζονται καὶ οἱ Ἀπόστο­λοι τῆς Καινῆς Διαθήκης νὰ βγαίνουν ἀπὸ τὰ μνήματα, ἐνῶ ὅπως ξέρουμε ἦταν ζῶντες, πράγμα ποὺ φανερώνει τόν ἐσχατολογικὸ χαρακτήρα τῆς εἰκόνας τῆς Ἀνάστασης. Δη­λαδὴ ὅτι μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τὰ ἔσχατα βιώνον­ται ἐδῶ, μέσα στήν ἱστορία, ὡς πρόγευση, «ὡς ἀρραβών» τῆς μέλλουσας ζωῆς καὶ Βασιλείας. «Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀνάστασης, κάνοντας ἕνα ἅλμα ἀπό τὴν ἱστορία στὰ ἔσχατα, φωτίζει τὴν ὅλη οἰκονομία τῆς σωτηρίας ἐσχατολογικά. Συνδέει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἀνάσταση ὅλων μας στὰ ἔσχατα».

Ἀλλὰ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀφορᾶ μόνο τὸ μέλ­λοντα αἰώνα, δὲν εἶναι ἡ ἀνάσταση μόνο θέμα ἐσχατολογικό. Διότι ἀφοῦ τὰ ἔσχατα βιώνονται ἐδῶ ὡς πρόγευση, ἡ ἀνάσταση μπορεῖ νὰ βιωθεῖ ἀνὰ πᾶσα στιγμή ἀπό τὸν ἄν­θρωπο, ὡς δυνατότητα ἀναστάσεώς του ἀπό τή νέκρα τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀποκαταστάσεώς του στὸ κατὰ φύση. Διότι ἡ ζωὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Μέλλοντα αἰώνα, δὲν εἶναι κάτι πού ἔρχεται, ἀλλά κάτι πού ἔχει ἤδη φτάσει: «Καὶ ἡ Ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν «ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον…» (Α’ Ἰωάν. 1, 2).

Ἀντίθετα, στήν ἀναγεννησιακὴ εἰκόνα, ἡ Ἀνάσταση ἀρχίζει μὲ τὴν ἔξοδο τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν τάφο. Ὁ Χριστὸς κρατᾶ τὸ λάβαρο τῆς νίκης, μιά σημαία συνήθως κόκκινη. Οἱ στρατιῶτες πού φρουροῦσαν τὸν Χριστὸ ἢ κοιμούνται ἢ πέφτουν κάτω ἔντρομοι… Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀνάστασης ἡ ἀνα­γεννησιακὴ παρουσιάζει περισσότερο τὸν Χριστὸ ὡς Ὑπε­ράνθρωπο πού ἔχει ὡς κύριο στοιχεῖο Του τὴν ἐπιβολὴ καὶ τὸ θαῦμα, ἐνῶ ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα παρουσιάζει τὸν Κύριο τῆς Δόξης ἀναστημένο, ὁ Ὁποῖος ἔχει προσλάβει ὅλη τὴν ἀν­θρώπινη φύση στὰ πρόσωπα τοῦ Ἀδάμ καὶ τῆς Εὔας. Πάνω στὸ θέμα αὐτὸ ἡ Μαρίνα Σκλήρη μᾶς ἀναφέρει: «Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀναγεννήσεως ἐμπνέει τὴν ἰδέα τῆς πρόσκαιρης νίκης πάνω στὸ θάνατο κάποιου Ὑπερανθρώπου, ποὺ κάνοντας ἅλμα ψηλά, ἔξω ἀπὸ τὸν τάφο, τὸ πιθανότερο ποὺ θὰ συμ­βεῖ, εἶναι νὰ ξαναπέσει. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι δικὸ του θέμα καὶ ἡ συμμετοχὴ τοῦ ἀνθρώπινου στοιχείου στή σύνθεση, στὰ πρόσωπα τῶν στρατιωτῶν, εἶναι ὅτι ἡ νίκη αὐτή τοὺς συντρίβει μὲ τὴν ἐπιβολή τοῦ θαύματος. Ἐνῶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἀδάμ καὶ τῆς Εὔας. Στή μιά ἡ δύναμη καὶ τὸ θαῦμα, ὁ Ὑπεράνθρωπος, στήν ἄλλη ἡ ἐλεύθερη σχέση καὶ κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Του (Ἀνάσταση Μονῆς Χώρας).

Δύο εἰκόνες ἀντίθετες. Μὲ διαφορετικὴ  ἀνθρωπολογία καὶ σωτηριολογία».

Ἀπό τό βιβλίο:Τί ξέρεις ἐσύ γιά τίς εἰκόνες; (Αἰσθητική -ἱστορική- θεολογική προσέγγιση (Ἐρωταποκρίσεις), ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 2000, σελ. 104-109

Η Εικόνα της Αγίας Τριάδας

Ὑπάρχουν δύο εἰκόνες τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ Φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ καὶ μιά ἄλλη λαϊκή, πού εἰκονίζει τὸν Πατέρα σὰν γέρο ἀσπρομάλλη, τὸν Υἱὸ μὲ ἕνα πελώριο σταυρὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο ἀ­νοικτό, ἐνῶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ μορφὴ περιστερᾶς αἰωρεῖται στὸ μέσον. Ποιά ἀπό τίς δύο εἶναι κατάλληλη γιὰ νὰ ἀπεικονίσει μὲ ὀρθόδοξο τρόπο τήν Ἁγία Τριάδα;

Ὁ Ἰωάννης Βράνος στὸ βιβλίο του «Θεωρία τῆς ἁγιο­γραφίας», ἀναφέρεται λεπτομερῶς στὸ θέμα αὐτὸ καὶ λέει τὰ ἑξῆς: Ἡ εἰκόνα πού ἐκφράζει καὶ ἐκπληρώνει ὅλους τοὺς δογματικοὺς ὅρους καὶ ἑρμηνεύει ζωγραφικὰ τὸ Τριαδικὸ δόγ­μα εἶναι ἡ Φιλοξενία τοῦ Ἀβραὰμ. Οἱ κύριοι ὅροι ποὺ ἑρμηνεύονται μὲ τὴν εἰκόνα αὐτή εἶναι τὸ «ὁμοούσιον», τὸ «ὁμόδοξον», τὸ «ὁμόχρονον». Ἐπίσης ἀπεικονίζε­ται μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἡ Τριαδικότητα (οἱ τρεῖς ὑποστά­σεις) τῆς Οὐσίας καὶ ἡ Μοναδικότητα (τὸ ἑνιαῖο τῆς Οὐ­σίας) τῶν τριῶν ὑποστάσεων.

«Μέτοικος ὑπάρχων ὁ Ἀβραάμ

κατηξιώθη τυπικῶς ὑποδέξασθαι

ἑνικὸν μὲν Κύριον ἐν τρισὶν ὑποστάσεσιν

ὑπερούσιον, ἀνδρικαῖς δὲ μορφώσεσιν».

(Κανὼν Μεσονυκτικοῦ, ὠδὴ στ’).

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Το Ἀγιο Φως

Διαβάστε μαρτυρίες για την ύπαρξη του Αγίου Φωτός (και από άραβες συγγραφείς) πατώντας εδώ

Το άγιο φως δεν είναι παραμύθι, αλλά πραγματικότητα

Διαβάστε ένα άρθρο σχετικό με το Άγιο Φως και  την Αφή του.

Δείτε επίσης ένα σχετικό video πατώντας εδώ

Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή

Ο καθηγητής Γιώργος Μαντζαρίδης μιλά για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Για να δείτε το video  πατήστε εδώ

Ιδού πώς με έκαμε ο Κύριος

Ενας Γέροντας διηγήθηκε, πώς κάποιος νεαρός κ’ oμορφος μαγιστριανός, πού υπηρετούσε στις οικονομικές υπηρεσίες του βασιλιά, είχ’ ένα φίλο άρχοντα σε μια πολιτεία, και όταν πήγαινε σ’ εκείνα τα μέρη εκόνυτευε στο σπίτι του, όπου τον δεχότανε με πολλή αγάπη κ’ εκείνος και η νεαρά γυναίκα του έτρωγε κ’ έπινε μαζί τους και κοιμότανε, είτε ήταν ο άντρας της είτε όχι στο σπίτι. Όμως, με το να συχνάζει στο σπίτι τους ο ομορφος μαγιστριανός, άρχισαν κάποιοι πονηροί λογισμοί ν’ ανεβαίνουν στην καρδιά της νέας γυναίκας, δίχως αυτός να ξέρει τίποτε. Μα κ’ εκείνη, με πολλή σωφροσύνη φερόμενη, δεν τον άφησε να ιδεί το παραμικρό από τις επιθυμίες της, και υπέφερε μόνη της. Όταν, κατά τη συνήθειά του, ο μαγιστριανός πήγε σε αποστολή, εκείνη έπεσε άρρωστη από τον καημό της. Ο άντρας της κουβάλησε τους καλύτερους γιατρούς, κι αφού την ψηλάφησαν παντού, είπαν στον άντρα της:

Πρόκειται, μάλλον, για κάποιο ψυχικό πάθος, διότι το σώμα της δεν έχει τίποτε, πού να δείχνει ασθένεια.

Τότε, μόλις έφυγαν οι γιατροί, κάθεται πάλι κοντά της ο άντρας της και την παρακαλεί θερμά να του πεί τί έχει, τί της συμβαίνει.

Εκείνη, από σεβασμό και από ντροπή, κοκκίνισε και στην αρχή δεν ήθελε να πεί τίποτε. Σιγά – σιγά, όμως, ομολόγησε την αιτία, λέγοντας:

Ξέρεις καλά, κύριέ μου, πώς, είτε από φιλία και αγάπη, είτε από απλότητα, φέρνεις στο σπίτι μας νέους άντρες• κ’ εγώ, σαν γυναίκα, πληγώθηκα ερωτικά με τον ωραίο μαγιστριανό…

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο άντρας της, σαν να καθησύχασε. Και όταν, ύστερ’ από λίγες μέρες ξαναήρθε ο μαγιστριανός, πήγε να τον προϋπαντήσει ο άντρας της, και του λέει:

Γνωρίζεις καλά, αδερφέ μου, πόσο σ’ εκτιμώ και με πόση αγάπη σε δεχόμουνα, κ’ εγώ και η γυναίκα μου• αλλά, με το να μένεις κάποτε μόνος σου και να τρώς με τη γυναίκα μου, εκείνη, όντας αδύνατη, άρχισε να πληγώνεται από ερωτικά αισθήματα μαζί σου και τώρα είναι σοβαρά άρρωστη.

Σαν τ’ άκουσε αυτά ο μαγιστριανός, όχι μονάχα δεν ένιωσε τίποτε πονηρό μέσα του, αλλά λυπήθηκε πάρα πολύ και λέει στο φίλο του:

Μή λυπάσαι καθόλου, ο Θεός θα μάς βοηθήσει.

Κι αμέσως φεύγει, κόβει όλα τα μαλλιά του, ξυρίζει το κεφάλι του, και το πρόσωπό του• έφτασε να κάψει ακόμη και τα φρύδια του, οπότε όλη εκείνη η ωραιότης του εξαφανίστηκε, κ’ έγινε σαν λεπρός από χρόνια. Φοράει ένα φακιόλι και ανεβαίνει στο σπίτι του φίλου του. Εκεί βρίσκει την άρρωστη γυναίκα στο κρεββάτι, και δίπλα της καθόταν ο άντρας της. Με μια κίνηση βγάζει το φακιόλι και ξεσκεπάζει το κεφάλι και το πρόσωπό του, λέγοντας:

Ιδού πώς μ’ έκαμε ο Κύριος!

Μόλις εκείνη τον αντίκρυσε, θαύμασε πώς από την τόσην ωραιότητα κατάντησε σε τέτοιαν ασκήμια!…

Βλέποντας ο Θεός την ενάρετη στάση του μαγιστριανού, πήρε τον πόλεμο των πειρασμών από τη νέα γυναίκα, η οποία σηκώθηκε γερή, όπως πρώτα, δίχως πονηρούς λογισμούς και άρρωστα αισθήματα. Τότε ο μαγιστριανός παίρνει τον άντρα της ιδιαιτέρως και του λέει:

Ιδού, πού με τη δύναμη του Θεού, η γυναίκα σου είναι πάλι εντελώς καλά. Δεν υπάρχει πρόβλημα πιά να θυσιάζει κανείς την ψυχή του από αγάπη, αποδίδοντας αγαθό στο αγαθό.

Π. Πάσχου ΕΡΩΣ ΕΡΗΜΟΥ

Μικρό Γεροντικό Δ

Από το περιοδικό ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ (σελ.31)

ΤΕΥΧΟΣ 33’

Αναδημοσίευση από: http://vatopaidi.wordpress.com/2011/04/01/%CE%B9%CE%B4%CE%BF%CF%8D-%CF%80%CF%8E%CF%82-%CE%BC%CE%B5-%CE%AD%CE%BA%CE%B1%CE%BC%CE%B5-%CE%BF-%CE%BA%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82/

Ερμηνεία αποσπάσματος του Συνοδικού

Επτά αναθέματα κατά των ΕΛΛΗΝΩΝ από το Τριώδιον τα οποία περιέχονται στο «Συνοδικό της Αγίας Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας» και τα οποία αναγιγνώσκονται και σήμερα την Κυριακή της Ορθοδοξίας, παρατίθενται και εξηγούνται στη συνέχεια:

Κείμενο Εξήγηση
Επί τοίς φρονούσι και λέγουσι κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενάργειαν της τρισυποστάτου θεότητος, ως κτιστήν εκ τούτου πάντως και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν. Κτιστή γάρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν άκτιστον δε, άκτιστον χαρακτηρίζει ουσίαν. Καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσι εις θείαν παντελή περιπίπτειν, και την ελληνικήν μυθολογίαν και την των κτισμάτων λατρείαν, τη καθαρά και αμώμω των χριστιανών πίστει προστριβομένοις. Μή ομολογούσι δε κατά τας αγίας θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα, άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος ανάθεμα τρίς. Το κείμενο αυτό ξεκάθαρα αναφέρεται σε όσους πιστεύουν πώς οι ενέργειες και η δύναμη του Θεού καθώς και η ουσία του είναι κτιστά και ουσιαστικά μέρος του κόσμου και όχι η δημιουργική και τελική αιτία του η οποία βρίσκεται έξω απ’ τον κόσμο. Εναντίον αυτών καταφέρεται το παραπάνω απόσπασμα. Και αντιπαραβάλλει την ειδωλολατρική και γενικά τη μη Χριστιανική μυθολογία και θεολογία για να καταστήσει την διαφορά ακόμη ευκρινέστερη.
Τοίς τα ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταίς δόξαις αυτών ταίς ματαίαις επομένοις, και, και ως αληθέσι πιστεύουσι και ούτως αυταίς ως το βέβαιον εχούσαις εγκειμένοις, ώστε ετέρους ποτέ μεν λάθρα, ποτέ δε φανερώς ενάγειν αυταίς και διδάσκειν ανενδοιάστως ανάθεμα τρίς. Αυτό πάλι είναι υπέρ των Χριστιανών. Γιατί φανερώνει ότι η Εκκλησία δεν αντιτίθεται στην μελέτη των αρχαίων σοφών αλλά στο να πιστεύουμε ότι όλα όσα είπαν είναι αληθή και αλάνθαστα. Και καλώς κάνει την διευκρίνιση αυτή και το ίδιο πίστευαν και οι αρχαίοι.
Τοίς μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, εφ’ εαυτών και την καθ’ ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις και ως αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος εις το είναι παραγαγόντος τα πάντα, και ως ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς ανάθεμα τρίς. Μερικές παθολογικές Πλατωνικές ιδέες αναφέραμε ήδη. Εδώ παρουσιάζονται μερικές ακόμη. Όπως βλέπεις το κείμενο κάνει σαφή διάκριση και δεν κατηγορεί τον Πλάτωνα ούτε το σύνολο του έργου του αλλά διευκρινίζει ότι διαφωνεί με κάποιες από τις ιδέες του που είναι εσφαλμένες, όπως π.χ. «το αυθυπόστατό της ύλης».
Τοίς δεχομένοις και παραδίδουσι τα μάταια και ελληνικά ρήματα, ότι τε προΰπαρξίς εστι των ψυχών, και ουκ εκ του μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, ότι τέλος εστί της κολάσεως η αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και δια των τοιούτων λόγων την βασιλείαν των ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ήν αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ο Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, και παρέδοτο και δια πάσης της Παλαιάς και Νέας Γραφής ημείς παρελάβομεν ότι και η κόλασις ατελεύτητος και η βασιλεία αΐδιος, δια δε των τοιούτων λόγων εαυτούς τε απολλύουσι, και ετέροις αιωνίας καταδίκης προξένους γενομένοις ανάθεμα τρίς. Εδώ πάλι φαίνεται για άλλη μία φορά ότι η Εκκλησία με τα κείμενα αυτά δεν επιτίθεται εναντίων κανενός αλλά απλά οριοθετεί την πίστη της. Λέει λοιπόν ότι η Ελληνική διδασκαλία περί προΰπαρξης των ψυχών είναι εσφαλμένη, συνεχίζει όμως λέγοντας εξ ίσου εσφαλμένη είναι και η διδασκαλία περί καταργήσεως της κόλασης.

Ας προσέξουμε ότι η τελευταία αυτή διδασκαλία δεν είναι Αρχαιοελληνική, αφού οι Έλληνες δεν πίστευαν σε κόλαση. Άρα Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΔΕΝ ΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΕΔΩ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΛΛΑ ΕΝΑΝΤΙΩΝ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ τα οποία έχουν παρεξηγήσει και παραποιήσει την διδασκαλία της.

Επομένως καταλαβαίνουμε ότι δεν μεροληπτεί έναντι καμίας φυλής και παραδόσεως. Μένει όμως άγρυπνη και οποιαδήποτε πλαστογράφηση και διαστροφή του πιστεύω της την καταγγέλλει χωρίς να έχει πρόβλημα, από ποιόν χώρο προέρχεται η πλαστογράφηση αυτή.

Τοίς ευσεβείν μεν επαγγελλομένοις τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη ορθοδόξω και καθολική εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γης, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν ανάθεμα τρίς. Τά των Ελλήνων δυσσεβή δόγματα.. Νομίζω ότι καταλαβαίνουμε όλοι το νόημα της φράσεως αυτής. Δηλώνει ότι η Εκκλησία με την Άγια αντίληψη που έχει για τον Θεό δεν μπορεί να συμβιβαστεί με χαμηλές περί θείου δοξασίες με τις οποίες είναι γεμάτες οι πολυθεϊστικές μυθολογίες μεταξύ των οποίων και η Ελληνική. Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν είναι η Εκκλησία η πρώτη οπού εκφράζει τέτοιες θέσεις. Πολύ πριν απ’ την ίδρυσή της ο ΠΛΑΤΩΝ έλεγξε κάθε πάτρια ιδέα περί θεού και έδειξε το άτοπο αυτής. Μάλιστα φυγάδευσε κυριολεκτικά τον Όμηρο από την «Πολιτεία» του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοι μύθοι για τους θεούς αποτελούν επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφατικά ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C). Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα ειδωλολατρική θρησκεία και προσηλώθηκε στην δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν».

Ο Πλάτωνας όμως δεν ήταν ο μόνος. Ο ΞΕΝΟΦΑΝΗΣ Ο ΚΟΛΟΦΩΝΙΟΣ τόλμησε να αρνηθεί την κρατούσα ειδωλολατρική θρησκεία της εποχής του και να διακηρύξει επίσημα: «Είς Θεός, εν τέ θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος ούτε δέμας θνητοίσι όμοιος ουδέ νόημα». Όμως «πάντα θεοίσ’ ανέθηκαν Όμηρος θ’ Ησίοδος τε… όσσα παρ’ ανθρώποισιν ονείδεα και ψόγος εστίν, κλέπτειν, μοιχεύειν τέ και αλλήλους απατεύειν» (Ξενοφ. Άπ.,11)! Τούς θεούς θεωρούσε εξ ολοκλήρου ΑΠΟΚΥΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ, ΑΝΑΡΜΟΣΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΦΥΣΗ. Υποστήριζε μάλιστα πώς όσοι πιστεύουν ότι οι θεοί γεννήθηκαν, ασεβούν το ίδιοι με όσους λένε πώς οι θεοί πεθαίνουν!

Τέλος ο ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ Υποστήριζε πώς ο Όμηρος και ο Ησίοδος, αποδίδοντας στους θεούς κακίες και ανηθικότητες είχαν ολέθρια επίδραση στα ήθη των ανθρώπων. Ακόμη στηλίτευσε τον ανόητο ανθρωπομορφισμό, τόνισε την απόλυτη διαφορά ανθρώπου και Θεού (Αποσπ. 88) και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (Βακχισμός, ιερά όργια, ιερή πορνεία κ.λπ.).

Δεν συνεχίζω. Τα παραπάνω δείχνουν την ορθότητα της Εκκλησίας όταν μιλά για δυσσεβή δόγματα.

Τοίς την μωράν των έξωθεν (στο σημείο αύτό οι Νεοειδωλολάτρες προσθέτουν: «= Ελλήνων») φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν προτιμούσι, και τοίς καθηγηταίς αυτών επομένοις, και τας τε μετεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών, ή και ομοίως τοίς αλόγοις ζώοις ταύτας απόλλυσθαι, και εις το μηδέν χωρείν δεχομένοις και δια τούτο ανάστασιν, και κρίσιν, και την τελευταίαν των βεβιωμένων ανταπόδοσιν αθετούσιν ανάθεμα τρίς. Εδώ πάλι δεν αναφέρεται πουθενά ο όρος Έλληνας αλλά προστίθεται εκ των υστέρων! Ας είμαστε σοβαροί. Στο κάτω κάτω το κείμενο αναφέρεται στην μετεμψύχωση και σε όσους αρνούνται την ανάσταση. Αν τώρα αυτοί είναι Έλληνες, Ινδοί, Χριστιανοί, Πολυθεϊστές και δεν ξέρω ‘γώ τι άλλο, δεν έχει σημασία.
Τοίς λέγουσιν ότι οι των Ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά αγίων και καθολικών συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων πατέρων αναθέματι καθυποβληθέντας, ως αλλότριοι της καθολικής εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονες εισι κατά πολύ, και ενταύθα και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον ή αγνόημα πλημμελησάντων ανάθεμα τρίς. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ. Εφόσον το ανάθεμα σημαίνει αποκοπή και αποβολή από το σώμα της Εκκλησίας, η επιβολή του σαν ποινή έχει νόημα μόνο εφ’ όσον εφαρμόζεται σε μέλη της Εκκλησίας. Δεν έχει νόημα να αναθεματιστεί κάποιος Μουσουλμάνος, Εβραίος ή Δωδεκαθεϊστής αφού δεν είναι μέλη της Εκκλησίας, από τι θα αποκοπούνε από κάτι από το οποίο δεν ήταν ποτέ συνδεδεμένοι; Όχι φυσικά.

Επομένως με τα παραπάνω δείξαμε ότι το ανάθεμα αναφέρεται σε όσους είναι ήδη Χριστιανοί και νοθεύουν την πίστη τους με δοξασίες ξένες προς την πίστη τους όπως ειδωλολατρικές ή οι αιρετικές. ΤΑ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟ.

Ένα τροπάριο
Ναούς ειδώλων (στο σημείο αυτό οι Νεοειδωλολάτρες προσθέτουν: «= ελληνικούς») καθείλετε αθλούντες, και εαυτούς της Τριάδος θείους ναούς εδομήσασθε, αθλοφόροι κυρίου αγγέλων συνόμιλοι.
Για άλλη μία φορά ο όρος «Ελληνικός» προστίθεται από έξω. Όπως είναι εμφανές όμως, στόχος του υμνογράφου δεν είναι να δείξει την αντίθεση με τον Ελληνισμό (αν υπήρχε αυτή) αλλά με τα είδωλα. Μπορούσε κάλλιστα να πει «Ναούς Ελλήνων..» Και οι δυό λέξεις έχουν ίδιο αριθμό συλλαβών και τονίζονται στην παραλήγουσα. Έτσι δεν θα χαλούσε το μέτρο ούτε το μουσικό μέλος. Γιατί λοιπόν λέει ειδώλων και όχι Ελλήνων, αν αυτό υπονοούσε;
Ένας μακαρισμός
Οι καλάμω του Σταυρού, εκ του βυθού της αγνωσίας τους λαούς αναγαγόντες Απόστολοι, την των Ελλήνων πλάνην απεμειώσατε από της γης, απλανείς σωτήρες γενόμενοι των πιστών, αληθώς όθεν μακαρίζεσθε.
Ποιά είναι αυτή η πλάνη των Ελλήνων; Μπορεί να είναι η διάθεσή τους και η δίψα τους για την αλήθεια; Όχι, γιατί και οι Πατέρες μελέτησαν και έγιναν κοινωνοί αυτής της αναζήτησης. Μήπως είναι οι επιστήμες τους; Μάλλον όχι γιατί όπως είπα και πριν οι Βυζαντινοί, θεματοφύλακες της επιστήμης αυτής ήταν. Άλλωστε σε αυτούς χρωστάμε την διάσωση των αρχαίων χειρογράφων και με τον τρόπο αυτό την ιστορική μας συνείδηση. Αν δεν υπήρχαν οι Βυζαντινοί αντιγραφείς, σήμερα το όνομα του Πλάτωνα και του Σωκράτη, του Περικλή και του Θουκυδίδη αν δεν είχε εξαφανιστεί θα σωζόταν μέσα σε μυθολογική ομίχλη. Επομένως το απόσπασμα αναφέρεται στην περί θεού αντίληψη των αρχαίων η οποία ήταν όντως πλανεμένη.




Αναθέματα

(όπως παρατίθενται σε άρθρο εθνικών [δωδεκαθεϊστών])

  1. Επί τοίς φρονούσι και λέγουσι κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενάργειαν της τρισυποστάτου θεότητος, ως κτιστήν εκ τούτου πάντως και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν. Κτιστή γάρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν άκτιστον δε, άκτιστον χαρακτηρίζει ουσίαν. Καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσι εις θείαν παντελή περιπίπτειν, και την ελληνικήν μυθολογίαν και την των κτισμάτων λατρείαν, τη καθαρά και αμώμω των χριστιανών πίστει προστριβομένοις. Μή ομολογούσι δε κατά τας αγίας θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα, άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος ανάθεμα τρίς.
  2. Τοίς τα ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταίς δόξαις αυτών ταίς ματαίαις επομένοις, και, και ως αληθέσι πιστεύουσι και ούτως αυταίς ως το βέβαιον εχούσαις εγκειμένοις, ώστε ετέρους ποτέ μεν λάθρα, ποτέ δε φανερώς ενάγειν αυταίς και διδάσκειν ανενδοιάστως ανάθεμα τρίς.
  3. Τοίς μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, εφ’ εαυτών και την καθ’ ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις και ως αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος εις το είναι παραγαγόντος τα πάντα, και ως ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς ανάθεμα τρίς.
  4. Τοίς δεχομένοις και παραδίδουσι τα μάταια και ελληνικά ρήματα, ότι τε προΰπαρξίς εστι των ψυχών, και ουκ εκ του μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, ότι τέλος εστί της κολάσεως η αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και δια των τοιούτων λόγων την βασιλείαν των ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ήν αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ο Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, και παρέδοτο και δια πάσης της Παλαιάς και Νέας Γραφής ημείς παρελάβομεν ότι και η κόλασις ατελεύτητος και η βασιλεία αΐδιος, δια δε των τοιούτων λόγων εαυτούς τε απολλύουσι, και ετέροις αιωνίας καταδίκης προξένους γενομένοις ανάθεμα τρίς.
  5. Τοίς ευσεβείν μεν επαγγελλομένοις τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη ορθοδόξω και καθολική εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γης, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν ανάθεμα τρίς.
  6. Τοίς την μωράν των έξωθεν φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν προτιμούσι, και τοίς καθηγηταίς αυτών επομένοις, και τας τε μετεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών, ή και ομοίως τοίς αλόγοις ζώοις ταύτας απόλλυσθαι, και εις το μηδέν χωρείν δεχομένοις και δια τούτο ανάστασιν, και κρίσιν, και την τελευταίαν των βεβιωμένων ανταπόδοσιν αθετούσιν ανάθεμα τρίς.
  7. Τοίς λέγουσιν ότι οι των Ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά αγίων και καθολικών συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων πατέρων αναθέματι καθυποβληθέντας, ως αλλότριοι της καθολικής εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονες εισι κατά πολύ, και ενταύθα και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον ή αγνόημα πλημμελησάντων ανάθεμα τρίς.

Τα ως άνω αναθέματα καταγράφονται στο «Τριώδιον», προέρχονται ωστόσον από το «Συνοδικόν της Αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας». Δηλαδή, ανάθεμα τρεις φορές εις τους Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ηράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.ά.

Από την «Παρακλητικήν» λαμβάνονται επίσης: α) ένα τροπάριο και β) ένας μακαρισμός.

α) Ναούς ειδώλων (= ελληνικούς) καθείλετε αθλούντες, και εαυτούς της Τριάδος θείους ναούς εδομήσασθε, αθλοφόροι κυρίου αγγέλων συνόμιλοι.

β) Οι καλάμω του Σταυρού, εκ του βυθού της αγνωσίας τους λαούς αναγαγόντες Απόστολοι, την των Ελλήνων πλάνην απεμειώσατε από της γης, απλανείς σωτήρες γενόμενοι των πιστών, αληθώς όθεν μακαρίζεσθε.

http://www.forums.gr/archive/index.php/t-4802.ht

Αναδημοσίευση από: http://www.egolpion.com/anathemata_sunodikou.el.aspx

Εύχεσθαι υπέρ των Ελλήνων

«ΕΥΧΕΣΘΑΙ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ»

Έχει γίνει της μόδας η ιδέα της δήθεν ανθελληνικότητας των Πατέρων, η οποία χρωματίζεται με διάφορες μεθόδους και επενδύεται με φυλετική -εθνική έννοια, ώστε να φανεί προς τα έξω ότι οι Πατέρες βρίζουν και μισούν τους Έλληνες.

Οι Πατέρες, όπως θα δούμε εκλαμβάνουν την έννοια του όρου Έλλην με θρησκευτική σημασία και θέλουν να χαρακτηρίσουν τον Έλληνα ως προς τη λατρεία του στους ψεύτικους Ειδωλολατρικούς θεούς, και όχι με εθνική έννοια όπως θα ήθελαν μερικοί.

Στους Ιερούς Κανόνες κυρίως, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, αλλά και στο κείμενο μας εδώ οι Πατέρες εντάσσουν δίπλα από τους Αιρετικούς τους αλλοδόξους .Στην κατηγορία των αλλοδόξων ανήκουν και οι Έλληνες επειδή λάτρευαν τα είδωλα.

Όπως θα δούμε στο κείμενό μας, οι Πατέρες προσεύχονται υπέρ της σωτηρίας όλων των Αιρετικών αλλά και των Ελλήνων. Συστήνουν να αποφεύγουμε να μισούμε τους Αιρετικούς διότι έτσι μιμούμεθα τον Θεό.

Το πρώτο κείμενό μας είναι από τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο : « β΄ .Μιμού τον Θεόν. Ει πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι, εικότως υπέρ απάντων δει εύχεσθαι ‧ ει πάντας αυτός ηθέλησε σωθήναι, θέλε και συ ‧ ει δε θέλεις, εύχου ‧ των γαρ τοιούτων εστί το εύχεσθαι. Οράς πως πανταχόθεν την ψυχήν έπεισεν,ώστε και υπέρ Ελλήνων εύχεσθαι ; Και το κέρδος δείκνυς όσον εκ τούτου τίκτεται, Ίνα ήρεμον, φησί, και ησύχιον βίον διάγωμεν ‧ και το πολλώ τούτου μείζων, ότι και τω Θεώ τούτο δοκεί, και ότι όμοιοι αυτώ κατά τούτο γινόμεθα, κατά το τα αυτά αυτώ θέλειν. Ικανά ταύτα δυσωπήσαι και θηρίον. Μη τοίνυν φοβηθής υπέρ Ελλήνων ευχόμενος ‧ και αυτός τούτο βούλεται ‧ φοβήθητι το κατεύξασθαι μόνον ‧ τούτο γαρ ου βούλεται. Ει δε υπέρ Ελλήνων εύξασθαι χρη, και υπέρ αιρετικών δήλον ότι ‧ υπέρ γαρ απάντων ανθρώπων εύχεσθαι δει, ου διώκειν…». PG 62,536.

Ελεύθερη μετάφραση. Μιμήσου τον Θεό.Εάν θέλει (ο Θεός) να σωθούν πάντες οι άνθρωποι, είναι εύλογο ότι κι εσύ θα πρέπει να εύχεσαι υπέρ πάντων. Εάν αυτός (ο Θεός) θέλησε πάντες οι άνθρωποι να σωθούν, να θέλεις κι εσύ το ίδιο. Αν θέλεις το ίδιο τότε να εύχεσαι διότι των τοιούτων είναι το να εύχεσαι.Βλέπεις πως πανταχόθεν την ψυχή προτρέπει, ώστε και υπέρ των Ελλήνων εύχεσθαι.Και το κέρδος δείχνει όσο προκύπτει από αυτή την πράξη, για να διάγουμε ήρεμο κι ήσυχο βιο, και το περισσότερο από αυτό, θέλημα Θεού είναι, διότι γινόμαστε όμοιοι με αυτόν επειδή θέλουμε κι εμείς αυτά που θέλει ο Θεός.Όλα αυτά είναι ικανά να κατευνάσουν και θηρίο.Μη φοβηθείς όταν εύχεσαι υπέρ των Ελλήνων διότι και ο Θεός αυτό θέλει.Να φοβάσαι μόνον το να εύχεσαι εναντίον τους διότι αυτό δεν το θέλει ο Θεός. Εάν χρειάζεται να εύχεσαι υπέρ των Ελλήνων , και υπέρ των Αιρετικών θα πρέπει να κανείς το ίδιο, διότι θα πρέπει να εύχεσαι υπέρ πάντων των ανθρώπων και να μην διώκεις κανέναν».

Το δεύτερο κείμενό μας παρατίθεται από τον Νίκωνα τον Μαυρορείτη στον 25ο λόγο του βιβλίου των Ερμηνειών των εντολών του Κυρίου που έχει τίτλο : «κε΄ .Ότι ου δει κακοποιείν, η μισείν οιονδήποτε άνθρωπον, είτε ασεβή , ή αιρετικόν, ή Έλληνα , ή όλως αμαρτωλόν, όταν άγη καιρός, και ουκ έχωμέν τι εξ αυτών βλάβος.Εν τούτω γαρ μιμούμεθα τον Θεόν ‧ όταν δε ψυχικόν έχωμεν βλάβος, η εκ της ασθενείας ημών, η άλλως πως, τότε κατά ανάγκην φύγωμεν απ’ αυτών, ουχ ως μισούντες ανθρώπους, αλλά την λύμην υφορώμενοι, ίνα μη η αυτών φιλία αφορμή γένηται παρανομίας ημίν κατά τον πάλαι Ισραηλ, και οι θέλοντες προφάσει θεοσεβείας διεκδικείν τον Θεόν, οικεία πάθη πληρούσι ‧ και ότι το στενάζειν υπέρ αιρετικών, και ευεργετείν αυτούς, τούτό εστι διόρθωσις αληθής».

Ελεύθερη Μετάφραση. Ότι δεν πρέπει να κακοποιείς, ή να μισείς οποιονδήποτε άνθρωπο, είτε ασεβή, ή αιρετικό, ή Έλληνα, ή κάποιον που είναι εντελώς μέσα στην αμαρτία, όταν φθάσει ο καιρός να μην έχουμε καμία βλάβη εξ’ αυτών. Με αυτό τον τρόπο μιμούμαστε τον Θεό, όταν έχουμε κάποια ασθένεια τότε κατ’ ανάγκη θα πρέπει να φύγουμε από αυτούς, όχι σαν να τους μισούμε, αλλά μήπως η αδυναμία μας αυτή προσελκύσει τους αιρετικούς και η φιλία που θα αναπτυχθεί μεταξύ μας γίνει αιτία να παρανομήσουμε όπως είχε κάνει ο παλαιός Ισραήλ. Επίσης, αυτοί που διεκδικούν τον Θεό προφασιζόμενοι την θεοσέβεια, στην ουσία ικανοποιούν τα δικά τους πάθη. Το να στενάζει κάποιος υπέρ των Αιρετικών και να τους ευεργετεί είναι διόρθωση αληθινή.

Σχόλια κατανόησης : Στο κείμενο γίνεται διαχωρισμός των Ελλήνων από τους Αιρετικούς αφού οι πρώτοι είναι αλλόθρησκοι ενώ οι Αιρετικοί έχουν απόψεις που αποκλίνουν από το ορθόδοξο δόγμα ή και συγκρούονται με την ορθή πίστη. Η κατάταξη «ή αιρετικόν, ή Έλληνα» γίνεται αναφορικά με τα θρησκευτικά πιστεύω του καθενός και όχι με την Εθνική έννοια. H ίδια κατάταξη υπάρχει και στον 62ο Αποστολικό κανόνα και σε άλλους Κανόνες, τους οποίους θα αναλύσουμε εν ευθέτω χρόνω. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος συστήνει να ευχόμαστε υπέρ των Ελλήνων.

Στον 26ο λόγο του διαβάζουμε: «κστ΄. Ότι δει μάλλον υπερεύχεσθαι των ασεβών, αιρετικών τε, και Ελλήνων, και πάντων των αμαρτωλών, και μη επάρασθαι αυτοίς. Τούτο γαρ ποιούντες, εαυτούς τε ευεργετούμεν, και τον Θεόν μιμούμεθα ‧ και ότι ου δει εύχεσθαι υπέρ αιρετικών τελευτησάντων, αλλ’ ετι ζώντων χρη υπερεύχεσθαι, όπως δω αυτοίς μετάνοιαν ο Θεός εις το επιστρέψαι από της πλάνης, και κατά Θεόν ζην ‧ τούτο γαρ ο Θεός θέλει». PG 106,1368BD.

Ελεύθερη Μετάφραση. Ότι θα πρέπει να υπερεύχομαστε των ασεβών, των αιρετικών και των Ελλήνων, και πάντων των αμαρτωλών, και να μην υπερηφανευόμαστε προς αυτούς.Όταν το κάνουμε αυτό και τον Θεό μιμούμεθα και τους εαυτούς μας ευεργετούμε.Δεν πρέπει να ευχόμαστε υπέρ των αιρετικών που έχουν κοιμηθεί, αλλά όταν είναι ακόμη ζώντες θα πρέπει να ευχόμαστε να τους δώσει ο Θεός μετάνοια για να επιστρέψουν από την πλάνη στην οποία υπέπεσαν και έτσι να ζουν κατά Θεόν.Αυτό είναι το θέλημα του Θεού.

Σχόλια κατανόησης :Στο πρώτο κείμενό μας είδαμε πως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομός μας λέγει «Εύχεσθαι υπέρ των Ελλήνων». Αν το αναφέρει με τη θρησκευτική σημασία τότε σημαίνει πως ο Χρυσόστομος εύχεται να γνωρίσουν τον αληθινό Θεό οι Έλληνες και να παρατήσουν τα είδωλα.Για εμάς αυτή η έννοια είναι σωστή. Ομοίως και ο Νίκων ο Μαυρορείτης συστήνει να ευχόμαστε υπέρ των Ελλήνων.

Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα να εκλάβουμε τον ισχυρισμό των διαστρεβλωτών, ότι ο όρος Έλλην έχει εθνική έννοια, αλλά άν γίνει αποδεκτός ο όρος Έλλην με την εθνική έννοια, τότε θα πρέπει να παραδεχθούν κι αυτοί με τη σειρά τους πως, το «Εύχεσθαι υπέρ των Ελλήνων» σημαίνει ότι ο Χρυσόστομος και ο Νίκων ο Μαυρορείτης εύχονται υπέρ του Έθνους των Ελλήνων και δεν είναι Ανθέλληνες!!!. Μάλλον για φανατικοί υπερ των Ελλήνων μοιάζουν κι όχι για Ανθέλληνες!

Είναι ποτέ δυνατόν κάποιος ανθέλληνας, όπως θεωρούν ως τέτοιους τους Πατέρες οι διαστρεβλωτές τους, να γράφει στα κείμενα του «Εύχεσθαι υπέρ των Ελλήνων»;;; Προφανώς κάνουν λάθος όταν εκλαμβάνουν τον όρο Έλλην με εθνική έννοια ή θέλουν εσκεμμένα να προπαγανδίζουν και να αλλοιώνουν τα κείμενα !

Στο δεύτερο κείμενο συνίσταται η αποφυγή των αιρετικών όταν βρισκόμαστε σε αδυναμία λόγω ασθένειας ή όποιας άλλης ανάγκης και νόσου.Η φιλία που θα αναπτυχθεί μεταξύ μας εξαιτίας της αδυναμίας μας λόγω ασθένειας ίσως μας παρασύρει αργότερα να κάνουμε πράγματα αντίθετα στην πίστη μας. Αναφέρει ως κλασικό παράδειγμα τα όσα συνέβησαν στην Π.Δ στον Ισραηλιτικό λαό. Η συγκατοίκηση του Ισραηλιτικού λαού με τους γηγενείς είχε πολλές φορές ως αποτέλεσμα την εισαγωγή των Ειδωλολατρικών θεοτήτων στην Ισραηλιτική λατρεία, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την εντολή του Θεού.

Ίσως φαίνεται λίγο υπερβολική αυτή η σύσταση, αλλά δεν είναι εντελώς αβάσιμη. Πόσες φορές κάποιος συνάνθρωπός μας σήμερα δεν βρέθηκε σε στιγμή αδυναμίας;; Πόσες φορές ζήτησε βοήθεια από εμάς τους Χριστιανούς χωρίς να βρει κανένα αντίκρισμα;;; Πόσες φορές την απελπισία του αυτή, ή την οποία αδυναμία του, δεν την εκμεταλλεύτηκαν οι κάθε είδους αιρεσιάρχες για να τον πλησιάσουν με δήθεν καλό σκοπό και έτσι με τη φίλια και την αδελφοσύνη που θα αναπτυχθεί κατά την ώρα της ανάγκης να τον παρασύρουν σε βάθος χρόνου μακριά από την πίστη του;;;

Ας αναλογιστούμε ο καθένας μας ειδικά αυτές τις μέρες την ευθύνη μας και τις όποιες επιπτώσεις που μπορεί να έχει για τον κάθε αναξιοπαθούντα συνάνθρωπό μας η αντιχριστιανική συμπεριφορά μας, όταν τον αφήνουμε αβοήθητο και αδιαφορούμε παντελώς γι’αυτόν, κι ας σπεύσουμε να τον βοηθήσουμε. Πολλοί από αυτούς θα διατηρήσουν την πίστη τους και θα υπομείνουν την οποία αδιαφορία μας. Υπάρχουν όμως και κάποιοι οι οποίοι είναι αδύνατοι στην πίστη και εύκολα μπορούν να παρασυρθούν από κάποιον αιρεσιάρχη που θα τους βρεί σε στιγμή αδυναμία και θα σπεύσει να τους βοηθήσει εκείνη τη στιγμή με απώτερο σκοπό την πολύχρονη εκμετάλλευσή τους…

Η βοήθειά μας προς τους συνανθρώπους μας είναι αναγκαία και η ευθύνη δεν περιορίζεται μόνον στους κληρικούς, αλλά επεκτείνεται σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Ας κοιτάξουμε όλοι τριγύρω μας πως είναι ο συνάνθρωπός μας.

Αναδημοσίευση από:

http://thematorthodoxtheolog.blogspot.com/2011/03/blog-post_17.html

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ        www.egolpion.com

5  ΑΠΡΙΛΙΟΥ  2011

Oι μεταμοσχεύσεις από ορθόδοξη εκκλησιαστική πλευρά

© Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος

Πριν αρχίσω την επεξεργασία του θέματός μου θα ήθελα να ευχαριστήσω την Ιερά Σύνοδο και τον Μακαριώτατο Πρόεδρο, τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο, για την ανάθεση σε μένα αυτού του συγχρόνου και κρισίμου θέματος. Η εισήγηση η οποία θα επακολουθήση δεν μπορεί να εξαντλήση το θέμα, αλλά απλώς θα ανοίξη την συζήτηση για να καταλήξουμε σε μερικά συμπεράσματα, τα οποία, βεβαίως, θα είναι η αρχή και όχι το τέλος της συζητήσεως αυτών των θεμάτων. Διότι, εφ’ όσον το θέμα των μεταμοσχεύσεων συζητείται από ιατρικής, νομικής και βιοηθικής πλευράς, η Εκκλησία δεν πρέπει να καταλήξη σε τελικά συμπεράσματα. Ίσως για να αποφύγουμε το θέμα των διαρκών παλινδρομήσεων και μεταβολών θα πρέπει αφ’ ενός μεν να θέσουμε θεολογικά κριτήρια αντιμετωπίσεως του προβλήματος, αφ’ ετέρου δε να αφήσουμε τους ιατρούς και τους νομικούς να συζητούν το πρόβλημα, χωρίς να παρεμβαίνουμε σε αυτήν την συζήτηση, λόγω του ενεδρεύοντος πειρασμού να εμπλακή η Εκκλησία σε επιστημονικά θέματα τα οποία μπορεί να είναι ανατρέψιμα με την πάροδο του χρόνου. Μπορεί όμως να θέση τα πλαίσια αντιμετωπίσεως του θέματος.

Εισαγωγικά ακόμη θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι στα πατερικά κείμενα και στην όλη διδασκαλία της Εκκλησίας δεν μπορεί κανείς να βρη άμεσες απαντήσεις για το θέμα των μεταμοσχεύσεων, και αυτό γιατί δεν απησχόλησε το θέμα αυτό την πατερική σκέψη. Δηλαδή, στην εποχή τους δεν υπήρχε θέμα μεταμοσχεύσεων οργάνων, για να εκφράσουν την άποψή τους για το θέμα. Ωστόσο όμως μπορούμε να ανιχνεύσουμε μερικά παράλληλα θέματα και από εκεί να προσδιορίσουμε κάπως την στάση μας απέναντι στις μεταμοσχεύσεις, διότι οι άγιοι Πατέρες ασχολήθηκαν με τον άνθρωπο. Άλλωστε, η πατερική περίοδος δεν εξέλιπε. Κάθε εκκλησιαστική περίοδος είναι και πατερική, αρκεί να διασώζη τα ορθόδοξα εκκλησιαστικά κριτήρια ερμηνείας των προβλημάτων και πραγμάτων. Οπότε, μεγαλύτερη σημασία μπορούμε να δώσουμε όχι τόσο στις λύσεις, αλλά στις προϋποθέσεις που καθορίζουν την στάση μας απέναντι στα προβλήματα και στις λύσεις. Αυτό είναι το έργο της ορθοδόξου θεολογίας.

1. Η πολυποίκιλη, πολυεπίπεδη και πολυσήμαντη αντιμετώπιση
των μεταμοσχεύσεων

Το θέμα των μεταμοσχεύσεων αντιμετωπίζεται από πολλά επίπεδα και πολλές πλευρές. Γι’ αυτό στην εισήγηση αυτή είμαστε υποχρεωμένοι να δούμε αυτήν την απαραίτητη πλευρά του προβλήματος, καθορίζοντας τα πολυποίκιλα επίπεδα.

Το πρώτο επίπεδο είναι το αλτρουϊστικό και ψυχολογικό. Θεωρείται ότι η αγάπη για τους άλλους ανθρώπους, η οποία αγάπη φθάνει και μέχρι την θυσία, πρέπει να μας οδηγή στην προσφορά των οργάνων του σώματος για να ζήση κάποιος άλλος συνάνθρωπός μας, που υποφέρει και βασανίζεται. Ακόμη το να αισθάνεται κανείς ότι τα μάτια του παιδιού του ευρίσκονται σε κάποιον άλλον άνθρωπο και να μπορή σ’ αυτόν να βλέπη την συνέχιση της ζωής του παιδιού του, είναι ασφαλώς ψυχολογικό γεγονός, που μπορεί να δικαιολογή την προσφορά μοσχευμάτων σε άλλους ανθρώπους.

Το δεύτερο επίπεδο είναι το κοινωνικό. Η προσφορά οργάνων ασφαλώς λύει διάφορα κοινωνικά προβλήματα και αντιμετωπίζει διάφορες κοινωνικές ανάγκες, από πλευράς λήπτου. Γνωρίζουμε σήμερα τα προβλήματα που δημιουργούν οι παθήσεις των οργάνων σε οικογενειάρχες και νέους ανθρώπους. Και ακόμη γνωρίζουμε πόσο ανακουφίζονται οι συγγενείς των ταλαιπωρημένων ανθρώπων. Όταν ευρίσκεται ένας δότης και έτσι προσφέρεται η δυνατότητα να ζήση ο ασθενής, αλλά και να ηρεμήσουν τα άλλα μέλη της οικογενείας του ταλαιπωρημένου ανθρώπου, τότε αντιλαμβάνεται την αξία της προσφοράς.

Το τρίτο επίπεδο είναι το βιοηθικό, που συνίσταται στους δεοντολογικούς κανόνες μέσα από τους οποίους θα υπάρχη σωστή συνεργασία μεταξύ δότου και λήπτου μοσχευμάτων. Πολλά πράγματα μπορεί να κάνη κανείς στην ζωή για την βελτίωση των κοινωνικών, οικογενειακών και ατομικών συνθηκών. Το πρόβλημα όμως τίθεται στο κατά πόσον αυτές οι επιλογές είναι επιτρεπτές από τους γενικούς ηθικούς και δεοντολογικούς κανόνες. Για παράδειγμα, η βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος της ελευθερίας και του προσώπου. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Έτσι και στο θέμα των μεταμοσχεύσεων πρέπει να εξετάζεται οπωσδήποτε η βιοηθική πλευρά και να τίθενται ηθικοδεοντολογικοί κανόνες. Σε αυτό το θέμα εμπλέκονται η νομική και η ιατρική επιστήμη, και βέβαια διάφοροι Παγκόσμιοι Οργανισμοί.

Το τέταρτο επίπεδο είναι το νομικό. Δεδομένου ότι η παρουσία του ανθρώπου στην κοινωνία και η επικοινωνία του με τους συνανθρώπους του σχετίζονται και με τους νόμους της Πολιτείας, οι οποίοι επιδιώκουν να διασφαλίσουν την προσωπικότητα του ανθρώπου, αλλά και την αποφυγή πολλών παρανόμων ενεργειών, είναι φυσικό σε ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα να εισέρχεται και ο νομικός παράγοντας. Έτσι, με την νομοθεσία πρέπει να διασφαλίζεται η δικαιοπρακτική ικανότητα του δότη, η ελεύθερη γραπτή συγκατάθεσή του, η ακεραιότητα της σωματικής ζωής του δότη μετά την αφαίρεση των ιστών, ο τρόπος της αφαιρέσεως των ιστών και των οργάνων, ο καθορισμός του σκοπού της αφαιρέσεως ιστού και οργάνων που πρέπει να είναι θεραπευτικός και επιστημονικός και όχι εμπειρικός, η επιβεβαίωση ότι ο δότης έχει υποστή το λεγόμενο εγκεφαλικό θάνατο κλπ. Όλα αυτά είναι απαραίτητα να εξετάζονται με τον καταρτισμό και την ψήφιση νόμων, κατόπιν συνεργασίας ιατρών, νομικών και άλλων παραγόντων που εμπλέκονται σε τέτοια ζητήματα.

Το πέμπτο επίπεδο είναι το καθαρά ιατρικό. Οι μεταμοσχεύσεις οργάνων γίνονται ενώ ακόμη ο άνθρωπος διατηρείται, έστω με μηχανική υποστήριξη, στην ζωή, ενώ δηλαδή τα μοσχεύματα είναι “ζωντανά”. Οπότε τίθεται το πρόβλημα του θανάτου, δηλαδή πότε επέρχεται ο θάνατος, πότε η ιατρική επιστήμη προσδιορίζει το γεγονός του θανάτου, γιατί κανείς δεν θέλει να αισθάνεται δολοφόνος ενός ανθρώπου, ότι δηλαδή λαμβάνονται μοσχεύματα ενώ ο δότης βρίσκεται στην ζωή. Πράγματι, η ιατρική επιστήμη εξετάζει το πρόβλημα αυτό και ετέθησαν διάφορες λύσεις όπως το “μή ανατάξιμο κώμα”, η διάγνωση της νεκρώσεως του “εγκεφαλικού στελέχους” κλπ. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ και κατά. Σε σχετικό κείμενό του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλος με τίτλο “εγκεφαλικός ή καρδιακός θάνατος. Συμβολή στην εξελικτική πορεία των Μεταμοσχεύσεων” κάνει ευρύτατη ανάλυση του προβλήματος αυτού, και βέβαια οι απόψεις αυτές παίζουν σημαντικό ρόλο στην συζήτηση του προβλήματος1. Σαφώς πρέπει να διευκρινισθούν οι όροι κλινικός καρδιακός θάνατος, εγκεφαλικός θάνατος και βιολογικός θάνατος2. Και αυτό είναι σημαντικό, αν σκεφθή κανείς ότι υπάρχει διάσταση μεταξύ των ιατρών γύρω από το θέμα πότε επέρχεται ο θάνατος. Δηλαδή, η άποψη ότι η νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους ταυτίζεται με τον βιολογικό θάνατο, δεν πρέπει να θεωρήται δεδομένη3.

Το έκτο επίπεδο θεωρήσεως και αντιμετωπίσεως του προβλήματος των μεταμοσχεύσεων είναι το θεολογικό, και φυσικά αυτό ενδιαφέρει περισσότερο από όλα την Εκκλησία. Άλλωστε ο κόσμος σήμερα αναμένει την άποψη της Συνόδου πάνω σε βασικά ζητήματα που συνδέονται με τις μεταμοσχεύσεις. Ο Καθηγητής Αθανάσιος Αβραμίδης έθεσε μερικά τέτοια ερωτήματα, για τα οποία αναμένεται απάντηση από την Εκκλησία. Γράφει: “Στα συνειδησιακά λοιπόν ερωτήματα σχετικά με το α) πού εδράζεται το κέντρο της ζωής, στην καρδιά ή τον εγκέφαλο; β) πού η ψυχή; όπως και γ) πότε “βγαίνει” η ψυχή από τον άνθρωπο; υπάρχει σήμερα απάντηση εκ μέρους της Εκκλησίας;”4

Νομίζω ότι η ουσιαστικότερη προσφορά της Εκκλησίας πάνω στο θέμα αυτό που αντιμετωπίζουμε δεν πρέπει να περιορισθή μόνο στα τρία αυτά ερωτήματα, αλλά να προχωρήση ακόμη περισσότερο. Να εξετάση δηλαδή τι είναι η ζωή και ο θάνατος, τι είναι το πρόσωπο και οι σχέσεις του με τον Θεό και τους ανθρώπους, ποια είναι η σχέση της ψυχής με το σώμα, τι σχέση υπάρχει μεταξύ του νου και του λόγου, και κατά πόσον η βλάβη του λόγου αναιρεί την νοερά λειτουργία, ποιες είναι οι δυνατότητες της ελευθερίας του ανθρώπου, δηλαδή ο άνθρωπος έχει απόλυτη ή σχετική ελευθερία, ο άνθρωπος είναι ανεξάρτητη και αυτοπροσδιορισμένη ύπαρξη ή σαφώς είναι μια εξαρτημένη και προσδιορισμένη, δεδομένη ύπαρξη, ποια είναι η εσχατολογική κατάσταση του όλου ανθρώπου, πώς προσδιορίζεται η αγάπη και η σωτηρία, κλπ.

Όλα αυτά είναι ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις, είναι θέματα τα οποία επιδέχονται αντιμετώπιση και βέβαια αυτό πρέπει να γίνεται μέσα από την μελέτη της πατερικής διδασκαλίας. Γι’ αυτό και λέγαμε προηγουμένως ότι καίτοι οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας δεν αντιμετώπισαν αμέσως το θέμα των μεταμοσχεύσεων, ωστόσο έδωσαν εμμέσους απαντήσεις, αρκεί να έχουμε την δυνατότητα να τις βλέπουμε και να τις μεταφέρουμε στο ποίμνιό μας.

Πάντως, εκείνο που πρέπει να γίνη κοινή συνείδηση είναι ότι οι Ποιμένες του λαού του Θεού δεν πρέπει να αρκούνται μόνον σε μια ψυχολογική, κοινωνική, ιατρική, ηθικοδεοντολογική, νομική αντιμετώπιση του θέματος, αλλά απαραιτήτως πρέπει να προχωρήσουν στις θεολογικές πλευρές του ζητήματος αυτού, που είναι πάμπολλες και βεβαίως εκείνες είναι που ενδιαφέρουν πρωτίστως τους ανθρώπους. Γιατί στο βάθος τους οι άνθρωποι δεν αναζητούν μια παράταση της βιολογικής ζωής, αλλά την υπέρβαση του θανάτου, επιδιώκουν να βρουν την προσωπική ελευθερία και όχι ατομικές ελευθερίες. Αν η Εκκλησία εμπλέκεται σε συζητήσεις που προκαλούν οι άλλοι ουμανιστικοί οργανισμοί, χωρίς να απαντά σε αυτά τα κρίσιμα υπαρξιακά ερωτήματα, τα οποία είναι ερωτήματα ζωής και θανάτου, τότε προξενεί μεγαλύτερη απόγνωση στους ανθρώπους και συντελεί στην εκκοσμίκευση της θεολογίας της.

Νομίζω, λοιπόν, ότι ενώ πρέπει να δίδουμε πρακτικές απαντήσεις σε ανθρώπους που απασχολούνται με τα θέματα αυτά, παράλληλα πρέπει να εξαντλούμε το θέμα και θεολογικά.

2. Η γνωμοδοτική μελέτη της Επιτροπής επί της Βιοηθικής της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος

Τον Δεκέμβριο του 1998 συγκροτήθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος Επιτροπή επί της Βιοηθικής, η οποία εργάσθηκε ένα ολόκληρο εξάμηνο συστηματικά και ήδη κατατέθηκε στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος μια γνωμοδοτική μελέτη περί των μεταμοσχεύσεων, καθώς επίσης και τελικά συμπεράσματα-προτάσεις, που υποδεικνύουν την στάση την οποία θα μπορούσε να λάβη η Εκκλησία πάνω στο σημαντικό αυτό ζήτημα των ημερών μας.

Η γνωμοδοτική μελέτη με τίτλο “ηθική θεώρηση των μεταμοσχεύσεων” είναι ένα καταπληκτικό κείμενο αποτελούμενο από 138 σελίδες, στο οποίο εκτίθεται όλο το πρόβλημα από ιατρικής, κοινωνικής, νομικής και θεολογικής πλευράς. Θα ήθελα στην παρούσα εισήγηση απλώς να παραθέσω τους τίτλους των κεφαλαίων, καθώς επίσης να μνημονεύσω και τους συντάκτες κάθε κεφαλαίου.

1. Η μεταμοσχευτική πραγματικότητα διεθνώς και στην Ελλάδα, ηθικοί προβληματισμοί, υπό του Αρχιμ. π. Νικολάου Χατζηνικολάου.

2. Δεοντολογία των μεταμοσχεύσεων, υπό του κ. Σπύρου Δρακόπουλου.

3. Οι καρδιακές μεταμοσχεύσεις στον κόσμο και στην Ελλάδα, υπό του κ. Χρήστου Χαρίτου.

4. Μεταμοσχεύσεις ήπατος και νεφρών, υπό του κ. Σπύρου Δρακόπουλου.

5. Ο εγκεφαλικός θάνατος, υπό του καθηγητού κ. Σταύρου Μπαλογιάννη.

6. Νομική θεώρηση των μεταμοσχεύσεων, υπό των κ.κ. Χαραλάμπους Κονιδάρη και Χαραλάμπους Παμπούκη.

7. Θεολογική προβληματική των μεταμοσχεύσεων, υπό του Καθηγητού κ. Γεωργίου Μαντζαρίδη.

8. Πνευματική ηθική και παθολογία των μεταμοσχεύσεων, υπό του Αρχιμ. π. Νικολάου Χατζηνικολάου.

9. Το μέλλον των μεταμοσχεύσεων, υπό του Αρχιμ. π. Νικολάου Χατζηνικολάου.

Όπως φαίνεται με την απλή απαρίθμηση των κεφαλαίων πρόκειται για ένα μεγάλο επίτευγμα, για το οποίο πρέπει να δοθούν συγχαρητήρια τόσο στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος επί της Βιοηθικής, όσο και στους συντάξαντες τα επί μέρους κεφάλαια.

Επίσης, η ίδια Επιτροπή εξέδωσε και άλλο κείμενο με τίτλο “ηθική των μεταμοσχεύσεων συμπεράσματα – προτάσεις”, το οποίο είναι περίληψη της προηγουμένης γνωμοδοτικής μελέτης. Στο δεύτερο αυτό περιληπτικό κείμενο υπάρχουν τα εξής κεφάλαια: α) βασικές αρχές, β) ο ρόλος της ιατρικής, γ) η δυνατότητα προσφοράς οργάνων, δ) περί εγκεφαλικού θανάτου, ε) περί συνειδητής και εικαζομένης συναινέσεως, στ) περί συγγενικής συναινέσεως, ζ) οι επιφυλάξεις της Εκκλησίας, η) κριτική του νέου νόμου περί μεταμοσχεύσεων, θ) ποιμαντικές δυνατότητες της Εκκλησίας, ι) προτεινόμενη πρακτική της Εκκλησίας.

Υιοθετώ το κείμενο αυτό, αλλά επειδή η Ιερά Σύνοδος το απέστειλε σε όλους τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας, και επομένως είναι γνωστό σε όλους σας, γι’ αυτό και δεν θα το σχολιάσω. Βεβαίως, εννοείται ότι και η εισήγησή μου κινείται μέσα σε αυτό το πνεύμα.

3. Θεολογικές θέσεις για το πρόβλημα των μεταμοσχεύσεων

Προηγουμένως είχαμε αναφερθή στην θεολογική προοπτική μέσα από την οποία πρέπει να εξετάζεται το θέμα των μεταμοσχεύσεων. Νομίζω στο σημείο αυτό πρέπει να επεκτείνουμε τον λόγο και να δούμε μερικές εκκλησιαστικές – πατερικές απόψεις πάνω στο πρόβλημα αυτό, τις οποίες πρέπει να έχουμε πάντα κατά νουν, όταν το αντιμετωπίζουμε.

α) Υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ψυχής και σώματος, αφού ο άνθρωπος δεν αποτελείται μόνο από ψυχή ή μόνο από σώμα, αλλά από το συναμφότερο. Η ψυχή λέγεται ανθρώπου ψυχή και το σώμα ανθρώπου σώμα. Το σώμα ζωογονείται δια της ψυχής και η ψυχή ενεργεί δια του σώματος. Θα μπορούσαμε γι αυτό το σημείο να αναφέρουμε πολλά πατερικά χωρία, αλλά όμως θα αρκεσθούμε στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Νύσσης που νομίζω είναι πολύ εκφραστική.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης διδάσκει ότι με τον όρο ψυχή μπορούμε να εννοήσουμε τρία συγκεκριμένα πράγματα ή μάλλον καλύτερα η ζωτική και ψυχική δύναμη διαιρείται σε τρεις λειτουργίες, ήτοι την αυξητική μόνο και θρεπτική που προσφέρει το κατάλληλο υλικό για την αύξηση των τρεφομένων που παρατηρείται στα φυτά, την αισθητική ενέργεια και αντίληψη, που μαζί με την προηγούμενη υπάρχει στην φύση των αλόγων ζώων και στην τελεία ψυχή που παρατηρείται στον άνθρωπο, η οποία εκτός του ότι είναι τρεφομένη και αισθανομένη, ταυτοχρόνως είναι “και λόγου μετέχουσα και νω διοικουμένη”5. Ο άνθρωπος έχει νου και λόγο, δηλαδή η ψυχή του είναι νοερά και λογική. Και εξηγεί ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ότι πρόκειται για ενέργειες ψυχικές και όχι για τρεις ιδιαίτερες ψυχές, αφού ο άνθρωπος έχει νου, λόγο και αίσθηση. Έτσι, η μόνη τελεία και αληθινή ψυχή είναι μία, η νοερή και άϋλη, η οποία δια των αισθήσεων αναμειγνύεται με την υλική φύση. Το υλικό μέρος του οργανισμού, όταν βρίσκεται σε τροπή και αλλοίωση, κινείται αυξητικώς εάν μετέχη της δυνάμεως που ψυχώνει, όταν όμως εκπέση από την ζωτική ενέργεια, τότε η κίνηση θα μετατραπή σε φθορά. Και καταλήγει ο άγιος Γρηγόριος: “Ούτε ουν αίσθησις χωρίς υλικής ουσίας, ούτε της νοεράς δυνάμεως, χωρίς αισθήσεως ενέργεια γίνεται”6.

Σημαντική θέση στην όλη ψυχοδυναμική συγκρότηση του ανθρώπου έχει ο νους. Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης φαίνεται σε μερικά σημεία να συνδέη τον νου με την διάνοια, αλλά σαφώς σε άλλα σημεία του κειμένου διαχωρίζεται ο νους από την διάνοια και συνδέεται άλλοτε με τον όρο ψυχή και άλλοτε με την νοερά ενέργεια της ψυχής. Δεν είναι ευχερής η διάκριση, γιατί ενιαία και πολυδύναμη είναι η ψυχή του ανθρώπου. Η προσπάθεια για μια τέτοια διάκριση μπορεί να θεωρηθή σχολαστική. Μιλώντας για τον νου του ανθρώπου εντοπίζει πολλές πραγματικότητες, κυρίως όμως θα υπογραμμίσουμε δύο από αυτές.

Η πρώτη είναι ότι ο νους ενεργεί δια των αισθήσεων. Μια ενιαία αντιληπτική δύναμις υπάρχει στον άνθρωπο και αυτός είναι ο νους που ευρίσκεται μέσα μας “ο δι’ εκάστου των αισθητηρίων δεξιών και των όντων επιδρασσόμενος”. Ο νους βλέπει δια των οφθαλμών το φαινόμενο, αυτός συλλαμβάνει δια της ακοής το λεγόμενο, αγαπά το ευχάριστο και αποστρέφεται το δυσάρεστο, χρησιμοποιεί το χέρι σε ό,τι θέλει, κρατώντας και απωθώντας ό,τι νομίζει ότι τον ωφελεί. Έτσι ο νους ενεργεί και κινείται με όλα τα όργανα του σώματος7. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα μιας πόλεως, μέσα στην οποία εισέρχονται οι άνθρωποι από διάφορες πύλες, λέγει ότι ο νους μοιάζει με το εσωτερικό της πόλεως που δέχεται τον κόσμο από τις διάφορες πόλεις, δηλαδή τις αισθήσεις, ο νους είναι εκείνος που εξετάζει και ξεχωρίζει όλους τους εισερχομένους και τοποθετεί τον καθένα στους κατάλληλους τόπους της γνώσεως8.

Η δεύτερη πραγματικότητα είναι ότι ο νους δεν ευρίσκεται σε ένα συγκεκριμένο όργανο του σώματος, αλλά ενεργεί σε ολόκληρο το σώμα, σε όλα τα όργανα του σώματος, τα οποία όμως είναι δεκτικά αυτής της ενεργείας. Στην εποχή του αγίου Γρηγορίου Νύσσης οι άνθρωποι επηρεασμένοι από διάφορες φιλοσοφικές και θεολογικές αντιλήψεις ερωτούσαν πού κατοικεί η ψυχή, ο νους, στην καρδιά ή στον εγκέφαλο; Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης απαντά ειδικά σε αυτό το θέμα με τέτοιο τρόπο που αφ’ ενός μεν εκφράζει την ορθόδοξη θεολογία, αφ’ ετέρου δε μπορεί σε μερικά σημεία να ανταποκρίνεται σε ιατρικά προβλήματα, όπως το θέμα των μεταμοσχεύσεων.

Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης ότι μερικοί θεωρούν ότι το ηγεμονικό του ανθρώπου βρίσκεται μέσα στην καρδιά και άλλοι ισχυρίζονται ότι ο νους διαμένει στον εγκέφαλο. Όμως “σιγησάτω τοίνυν πάσα στοχαστική ματαιολογία των μορίοις τισί σωματικοίς την νοητήν εναποκλειόντων ενέργειαν”9. Ο νους ενεργεί δια μέσου όλων των αισθήσεων και των σωματικών οργάνων, αλλά δεν διαμένει και δεν περικλείεται σε μερικά σωματικά μόρια. Ενώ ο νους δεν περικλείεται στα σωματικά μόρια εν τούτοις “ομοτίμως εκάστω των μορίων κατά το άφραστον της ανακράσεως λόγον εφάπτεσθαι νομισθέον”10. Ο νους εφάπτεται των μορίων και των σωματικών οργάνων και ενεργεί δια των νοητικών του ενεργειών, σύμφωνα με την φύση του καθενός οργάνου. Δηλαδή, σε εκείνα τα όργανα που λειτουργούν κατά φύση ενεργεί τα αρμόδια και σε εκείνα τα όργανα που δεν μπορούν να δεχθούν την κίνησή του μένει άπρακτος και ανενέργητος. “Πέφυκε γαρ πως ο νους προς μεν τον κατά φύσιν διακείμενον οικείως έχειν, προς δε το παρενεχθέν από ταύτης, αλλοτριούσθαι”11. Χωρίς ο νους να είναι δεμένος με κάποιο μέρος του σώματος εν τούτοις εφάπτεται όλου του σώματος του ανθρώπου “κατά τον ίσον” τρόπον, ενεργώντας την κίνηση κάθε μέρους του σώματος, ανάλογα με την φύση του12. Αυτό το βλέπουμε ακόμη και κατά την διάρκεια του ύπνου. Όταν η ανθρώπινη φύση χαλαρώση λόγω του ύπνου, μένει και αυτός ο νους ακίνητος, ενώ όταν η ανθρώπινη φύση είναι ξυπνητή, τότε και ο ανθρώπινος νους διοικεί την ανθρώπινη φύση συνεργώντας και αυτός και κινούμενος13.

Το συμπέρασμα του αγίου Γρηγορίου Νύσσης είναι ότι ο νους του ανθρώπου βρίσκεται σε όλο το σώμα, σε όλα τα όργανα του σώματος, αλλά δεν περιέχεται μέσα σε ένα μόνο μέρος του σωματικού οργανισμού “ούτε έξωθεν περιλαμβάνων, ούτε ένδοθεν κρατούμενος”. Η κοινωνία του νου με το σωματικό έχει άφραστη και ακατανόητη συνάφεια, ούτε μέσα είναι, ούτε απ’ έξω περιέχει, “αλλά κατά τινα τρόπον αμήχανόν τε και ακατανόητον εγγίζων ο νους τη φύσει και προσαπτόμενος, και εν αυτή και περί αυτήν θεωρείται, ούτε εγκαθήμενος ούτε περιπτυσσόμενος”14.

Συμπερασματικά λέμε ότι τα όργανα του σωματικού οργανισμού του ανθρώπου όταν είναι ζωντανά και λειτουργούν κατά φύσιν σημαίνει ότι δέχονται την ενέργεια του νου, όταν όμως εκφεύγουν της φύσεως και αρχίζει η φθορά, ο νους παραμένει ανενέργητος ως προς αυτά. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για το θέμα μας, γιατί, όταν τα όργανα είναι ζωντανά, τότε ο νους εφάπτεται αυτών, χωρίς βέβαια να συγκρατήται από αυτά και χωρίς να προσβάλλεται, όταν γίνη κάποια χειρουργική επέμβαση.

β) Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο και βέβαια το προσωπικό στοιχείο συγκεκριμενοποιείται στην νοερά και λογική ενέργεια της ψυχής, η οποία βέβαια εκφράζεται, όπως είδαμε προηγουμένως, δια των αισθήσεων και των οργάνων του σώματος. Σχετικά με το σώμα του ανθρώπου μπορούμε να πούμε ότι άλλα μέλη του έχουν δημιουργηθή και έχουν διαρρυθμισθή από τον Θεό για την κατάσταση της βιολογικής ζωής του, προκειμένου να δοκιμασθή και στην συνέχεια να ζήση την πνευματική ζωή, και άλλα έχουν δημιουργηθή εν όψει της πτωτικής ζωής του.

Πράγματι, ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό για να δοκιμασθή, ώστε στην συνέχεια να φθάση στην θέωση. Αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη του δένδρου της γνώσεως του καλού και του καλού και του δένδρου της ζωής, όπως αναλύονται από τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Στην κατάσταση της θεώσεως το σώμα του ανθρώπου δεν έχει ανάγκη της τροφής, αφού άλλωστε και στην ζωή μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα έχουμε σώμα άφθαρτο, πνευματικό (Α΄ Κορ. ιε΄, 42-49). Οπότε, όλα τα όργανα που έχουν σχέση με την πέψη και την διαδικασία της τροφής του ανθρώπου δεν έχουν θέση στον μέλλοντα αιώνα. Αυτό λέγεται για να απαντήση σε εκείνους που ενδεχομένως έχουν αντιρρήσεις σχετικά με τις μεταμοσχεύσεις, για το ότι το σώμα του δότου θα είναι ελλείπον κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Άλλωστε, κατά την ανάσταση των νεκρών θα γίνη οπωσδήποτε και νέα δημιουργία, αφού θα συμπληρωθούν και τα ελλείποντα μέρη των ανθρωπίνων σωμάτων.

Ο άνθρωπος φέρει επάνω του την θεία εικόνα, και αυτό είναι που τον καθιστά πρόσωπο. Το πρόσωπο του ανθρώπου δεν έχει σχέση ακόμη με τα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως των φύλων. Όπως παρατηρεί ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ερμηνεύοντας τα σχετικά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, εκείνο που πρωτεύει στον άνθρωπο είναι το νοερό, ενώ η κοινωνία και η συγγένεια προς το άλογο είναι επιγέννημα. Ο Θεός πρώτα δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση και “είτα επάγει της ανθρωπίνης φύσεως τα ιδιώματα”, δηλαδή, τον έκανε άρσεν και θήλυ15. Επειδή ο Θεός προείδε την πτώση του ανθρώπου γι’ αυτό και κατεσκεύασε το σώμα κατά τέτοιον τρόπο ώστε να είναι προσοικειωμένο προς την άλογη φύση16. Έτσι, η διαφορά του γένους μεταξύ άρρενος και θήλεος προστέθηκε τελευταία στο πλάσμα17.

γ) Πρέπει όμως να δούμε το θέμα των μεταμοσχεύσεων και από την πλευρά της αξίας της βιολογικής ζωής. Κανείς δεν αντιλέγει ότι η γέννηση και η παρουσία μας στον κόσμο αυτόν έχει μεγάλη σημασία, αλλά το πρόβλημα βρίσκεται στο εάν η βιολογική και αισθητική ζωή, η ζωή μας κατά τα χρονικά πλαίσια αυτού του βίου έχει απόλυτη σημασία. Φαίνεται ότι μερικοί από εκείνους που επιδιώκουν την παράταση της βιολογικής ζωής δίνουν μια απόλυτη σημασία και έννοια σε αυτήν.

Κατά την ορθόδοξη αντίληψη, όπως εκφράζεται στην Αγία Γραφή και την πατερική παράδοση, δηλαδή σε ολόκληρη την εκκλησιαστική μας εμπειρία, η παρουσία μας στην ζωή αυτή έχει σκοπό την ένωσή μας με τον Χριστό, την πορεία μας από την πτωτική κατάσταση στην θέωση, που είναι η κοινωνία μας με τον Θεό εν Χριστώ Ιησού, ώστε να περάσουμε σε μια άλλη μορφή ζωής που θα είναι πνευματική. Έτσι δίνουμε μεγάλη σημασία στην μετάνοια του ανθρώπου, η οποία μετάνοια νοείται ως πορεία από το παρά φύση στο κατά φύση και στο υπέρ φύση.

Μέσα από την προοπτική αυτή μπορούμε να δούμε και την παράταση της βιολογικής ζωής. Δεν είναι μια δυνατότητα για να συνεχισθεί η πτωτική κατάσταση, η αισθητική και αισθησιακή ζωή, αλλά μια προσπάθεια για πραγματική ένωση του ανθρώπου με τον Θεό και εκπλήρωση του βαθυτάτου σκοπού της υπάρξεώς του. Μέσα από την προοπτική αυτή βλέπουμε και τον άνθρωπο εκείνον που βρίσκεται στην κατάσταση του λεγομένου κλινικού θανάτου ή ακόμη και του λεγομένου εγκεφαλικού θανάτου. Στην κατάσταση αυτή μπορεί να μη λειτουργούν μερικά όργανα του σώματος του ανθρώπου, οπότε η ψυχή, όπως λέγαμε προηγουμένως, είναι ενδεχόμενο να μην ενεργή δια των συγκεκριμένων αυτών οργάνων, αλλά όμως υπάρχει ακόμη η ψυχή μέσα στον άνθρωπο και λειτουργεί δι’ άλλων σωματικών οργάνων και ενεργειών. Οπότε, σε μια περίπτωση ανανήψεως του ανθρώπου που βρίσκεται στον λεγόμενο κλινικό θάνατο όπως έχουν εντοπισθή τέτοια παραδείγματα, μπορεί να συντελέση στην αιώνια σωτηρία του, δηλαδή είναι δυνατόν να ενεργήση σωστικά με ένα πνεύμα μετανοίας και στροφής προς τον Θεό.

Επομένως, αντιμετωπίζουμε από θεολογικής και ποιμαντικής πλευράς τόσο τον δότη όσο και τον λήπτη, μέσα από την προοπτική της μετανοίας για να επιτύχη το αιώνιο μέλλον του. Δεν μας ενδιαφέρει απλώς η βιολογική παράταση του λήπτου, αλλά η αιώνια σωτηρία του, καθώς επίσης δεν μας ενδιαφέρει απλώς η αγάπη του δότου, αλλά η δυνατότητα δι’ αυτού του τρόπου να αποκτήση το αιώνιο μέλλον του, να ενωθή με τον Χριστό. Άλλωστε, η παρούσα ζωή είναι στάδιο προετοιμασίας για την είσοδό μας σε άλλον τρόπο υπάρξεως, στον οποίον δίνουμε μεγάλη σημασία και προτεραιότητα.

δ) Με την ενανθρώπηση του Χριστού και την μετοχή στα αγαθά της ενανθρωπήσεως ο άνθρωπος θεούται. Όταν κάνουμε λόγο για την θέωση του ανθρώπου, εννοούμε θέωση ψυχής και σώματος, οπότε ο άνθρωπος γίνεται κατοικητήριο του Τριαδικού Θεού και ναός του Παναγίου Πνεύματος. Η άκτιστη Χάρη του Θεού διαπορθμεύεται δια του νου και σε ολόκληρο το σώμα.

Θα ήθελα στο σημείο αυτό να αναφερθώ στην διδασκαλία του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Σε πολλά σημεία της διδασκαλίας του βλέπουμε ότι τα διάφορα μέλη του εθεωρούντο από αυτόν και ήταν μέλη του Σώματος του Χριστού. Άλλωστε αυτό λέγει και ο Απόστολος Παύλος: “η ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστέ εαυτών ηγοράσθητε γαρ τιμή δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού” (Α΄ Κορ. στ΄, 19-20). “Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού έστιν; άρας ουν τα μέλη του Χριστού ποιήσω πόρνης μέλη; μη γένοιτο” (Α΄ Κορ. στ΄, 15). “Υμείς δε εστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους” (Α΄ Κορ. ιβ΄, 27).

Ο άγιος Συμεών κατά την διάρκεια της θεωρίας του Θεού έβλεπε ολόκληρο το σώμα του ως σώμα Χριστού:

“Τις η άμετρος ευσπλαχνία σου, σώτερ;
Πώς ηξίωσας μέλος σόν με γενέσθαι,
τόν ακάθαρτον, τον άσωτον, τον πόρνον;
Πώς ενέδυσας στολήν με λαμπροτάτην
απαστράπτουσαν αίγλην αθανασίας
και φως ποιούσαν άπαντά μου τα μέλη;
Σώμα γαρ το σον, το άχραντον και θείον
απαστράπτει όλον πυρί θεότητός σου
αναφυραθέν και συμμιγέν αρρήτως
τούτο ουν καμοί εδωρήσω, Θεέ μου.
Το γαρ ρυπαρόν και φθαρτόν τούτο σκήτος
τω παναχράντω ενωθέν σώματί σου
και μιγέν το αίμα μου τω αίματί σου
ηνώθην, οίδα, και τη θεότητί σου
και γέγονα σον καθαρώτατον σώμα,
μέλος εκλάμπον, μέλος άγιον όντως,
μέλος τηλαυγές και διαυγές και λάμπον.
Ορώ το κάλλος, βλέπω την λαμπηδόνα,
ενοπτρίζομαι το φως της χάριτός σου
και το άρρητον εκπλήττομαι της αίγλης
και εξίσταμαι κατανοών εαυτόν
εκ ποίου οίος εγενόμην, ω θαύμα!
Και ευλαβούμαι και εμαυτόν αιδούμαι
και, ως σε αυτόν, και τιμώ και φοβούμαι
και εξαπορώ, εντρεπόμενος όλος,
το πού καθίσω και τίνι προσεγγίσω
και πού τα μέλη τα σα προσακλίνω,
εις ποία έργα, εις ποίας ταύτα πράξεις
όλως χρήσωμαι τα φρικτά τε και θεία”18.

Δεν μπορώ να εισέλθω στην καρδιά του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου για να γνωρίσω τι θα έκανε ύστερα από αυτήν την εμπειρία, εάν του ζητούσαν να γίνη δωρητής σώματος. Δεν μπορώ ακόμη να εισέλθω στην καρδιά του θεουμένου αυτού ανθρώπου και να εξετάσω αν θα ήθελε να δεχθή μόσχευμα για να επιμηκύνη τον χρόνο υπάρξεώς του επάνω στην γη, και δεν θα είχε στον νου του το χωρίο του Αποστόλου Παύλου “επιθυμώ αναλύσαι και συν Χριστώ είναι” (Φιλ. α΄, 23).

Εκείνο που γνωρίζω και μπορώ να το εκφράσω όσο είναι δυνατόν απλά είναι ότι ένας σύγχρονος θεούμενος, που πολλές φορές είδε το άκτιστο φως, και είχε μεγάλες εμπειρίες της πνευματικής ζωής, ήταν προβληματισμένος από μια προσωπική του περιπέτεια. Χρειάστηκε να κάνη μεγάλη επέμβαση και να βάλη ξένο αίμα στον οργανισμό του. Το έκανε βεβαίως γιατί θεωρούσε ότι η παράταση της ζωής παρέχει την δυνατότητα μεγαλύτερης μετάνοιας. Αλλά όμως αισθάνθηκε ότι εισήλθε ξένο και βαρύ στοιχείο στον οργανισμό του και ότι έχασε την νοερά προσευχή για μήνες. Δηλαδή, χρειάστηκε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε ο πνευματικός του οργανισμός, που είχε γίνει μέλος του Σώματος του Χριστού, να οικειοποιηθή και να ενσωματώση το ξένο αυτό στοιχείο. Γνωρίζω ότι δεν βρισκόμαστε πολλοί σε αυτήν την κατάσταση, και δεν μπορεί να τεθή ως κριτήριο για την λήψη και την προσφορά οργάνων, αλλά είναι μια πραγματικότητα, την οποία δεν μπορούμε να αρνηθούμε για τον προβληματισμό πάνω στο θέμα των μεταμοσχεύσεων. Αυτή η άποψη δεν είναι εξεζητημένη, αφού υποστηρίζεται και από ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι, κάνοντας λόγο για τις μεταμοσχεύσεις ιστών και οργάνων, ομιλούν για δυνατότητα αλλοιώσεως της ταυτότητας του προσώπου του λήπτου, “όταν ο αριθμός των (νευρικών) κυττάρων που μεταμοσχεύονται είναι πολύ μεγάλος”19.

Επίσης, δεν γνωρίζω αν πολλοί σύγχρονοι άγιοι που έχουν ζωντανή κοινωνία με τον Χριστό θα ήθελαν ευχαρίστως να γίνουν δωρητές οργάνων του σώματος. Και αυτό γιατί, καίτοι αγαπούν τους άλλους ανθρώπους, εν τούτοις στέκονται με μεγάλο σεβασμό απέναντι στο σώμα τους, το οποίο δεν το θεωρούν δικό τους, αλλά μέλος του Σώματος του Χριστού. Άλλωστε, το θέμα των μεταμοσχεύσεων δεν μπορούμε να το εξετάσουμε μόνο από την προοπτική του πότε βγαίνει η ψυχή ενός ανθρώπυ, ούτε από την χρηστική και ωφελιμιστική πλευρά αυτής της πράξεως, αλλά και μέσα από τους πνευματικούς νόμους. Και ξέρουμε καλά ότι η εκκλησιαστική πορεία είναι πορεία θεώσεως, και μάλιστα όλοι οι Χριστιανοί, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκονται βιώνουν μερικές ανταύγειες αυτής της εμπειρίας, είτε της καθαρτικής, είτε της φωτιστικής, είτε της θεοποιού ενεργείας του Θεού.

ε) Όταν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των μεταμοσχεύσεων, γίνεται πολύς λόγος για την αγάπη ως θυσία. Κανείς δεν αντιλέγει σε αυτό το σημείο, και μάλιστα ομολογούμε ότι ο Χριστιανός, κατά το πρότυπο του Χριστού, πρέπει να θυσιάζη την ζωή του για να ζήσουν οι άλλοι. Αυτό το θυσιαστικό ήθος το βλέπουμε στον Γολγοθά και αυτό το θυσιαστικό ήθος είναι το λεγόμενο ευχαριστιακό ήθος, που είναι η πνευματική ατμόσφαιρα και το βαθύτερο περιεχόμενο της θείας Λειτουργίας.

Στην εκκλησιαστική ιστορία υπάρχουν πολλά παραδείγματα στα οποία φαίνεται η θυσιαστική αγάπη των Χριστιανών που έφθασαν και μέχρι το μαρτύριο χάρη του Χριστού και των συνανθρώπων τους, έφθασαν στο να πωλούν τον εαυτό τους ως δούλο και να εισέρχωνται στην φυλακή για να ελευθερωθούν οι άλλοι, έφθασαν στο σημείο να ζητούν να έλθη η ασθένεια του άλλου επάνω τους, εάν αυτό συντελούσε στην θεραπεία των άλλων.

Βέβαια, δεν έχω υπόψη μου παραδείγματα από την ζωή των αγίων που έδωσαν μέλη του σώματός τους και έμειναν εκείνοι ανάπηροι στην ζωή τους, αφού τότε δεν υπήρχε η δυνατότητα της μεταμοσχεύσεως. Και επειδή η ζωή της Εκκλησίας καθορίζεται από την δράση και την ενέργεια των αγίων γι’ αυτό και θα περιμένουμε και τέτοιες αντιδράσεις αγιασμένων ανθρώπων για να δώσουμε το στίγμα αντιμετωπίσεως του προβλήματος των μεταμοσχεύσεων.

Εκείνο το οποίο μπορούμε να πούμε είναι ότι δεν αρκεί για την σωτηρία η λεγόμενη φυσική αγάπη, την οποία μπορεί να έχουν και οι άθεοι, αλλά η λεγομένη πνευματική αγάπη, που είναι καρπός και αποτέλεσμα της κοινωνίας του ανθρώπου με τον Τριαδικό Θεό εν προσώπω Ιησού Χριστού. Ο αλτρουϊσμός έχει την κοινωνική και ανθρωπιστική του αξία, αλλά πρέπει να συντονίζεται στον ρυθμό της πνευματικής αγάπης. Ο Απόστολος Παύλος γράφει: “και εάν παραδώ το σώμά μου ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι” (Α΄ Κορ. ιγ΄, 3).

στ) Ένα επιπλέον απαραίτητο σημείο το οποίο πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας όταν γίνεται λόγος για τις μεταμοσχεύσεις, είναι και το πρόβλημα του μυστηρίου του θανάτου. Αυτό δεν έχει σχέση μόνο με το πότε βγαίνει η ψυχή, δηλαδή πότε η ψυχή παύει να εφάπτεται όλων των σωματικών οργάνων, τα οποία παύουν να λειτουργούν κατά φύσιν, αλλά και σε ποια κατάσταση βρίσκεται εκείνη την ώρα ο άνθρωπος από τον οποίον λαμβάνονται τα όργανα του σώματος.

Βέβαια, εκ πρώτης όψεως φαίνεται, όπως είδαμε προηγουμένως στην ερμηνεία του αγίου Γρηγορίου του Νύσσης, ότι όταν παύουν να λειτουργούν κατά φύσιν όλα τα όργανα του σώματος του ανθρώπου ή τουλάχιστον τα βασικά, ήτοι η καρδιά και ο εγκέφαλος, τότε παύει να ενεργή ο νους, η ψυχή στα όργανα αυτά και βεβαίως εξέρχεται του σώματος, οπότε εφάπτεται του σώματος εξωτερικά και όχι εσωτερικά. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι αυτή η παύση λειτουργίας των οργάνων του σώματος γίνεται σταδιακά καθώς επίσης και μερικές φορές η πορεία του θανάτου είναι αναστρέψιμη. Τότε οπωσδήποτε υπάρχει η ψυχή μέσα στο σώμα. Και όταν μερικά όργανα κινούνται με υποστηρικτικές ενέργειες, και τότε εξακολουθεί να ενεργή η ψυχή μέσα στον άνθρωπο, εφ’ όσον ενεργεί σε άλλο υγιές σωματικό όργανο. Πάντως, όσο ο νους του ανθρώπου βρίσκεται, έστω και υπολειτουργούντων των οργάνων του σώματος, μέσα στο σώμα, μπορεί να μη λειτουργή η διανοητική λειτουργία, η μνήμη ή ίσως και η αίσθηση, αλλά, εφ’ όσον λειτουργεί η καρδιά, λειτουργεί η νοερά ενέργεια του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι τότε ο άνθρωπος μπορεί να μην έχη συνείδηση του περιβάλλοντος κόσμου, μπορεί να μη σκέπτεται, μπορεί να μη αισθάνεται ή ακόμη μπορεί αμυδρώς να αντιλαμβάνεται, αλλ’ όμως υπάρχει η ψυχή και είναι δυνατόν να έχη κοινωνία με τον Θεό. Και βέβαια εάν έχει συνηθίσει στην ζωή του να προσεύχεται, τότε η νοερά του ενέργεια βρίσκεται σε μεγάλη ένταση, δηλαδή ο άνθρωπος έχει αδιάλειπτη προσευχή.

Επίσης, την ώρα που χωρίζεται η ψυχή από το σώμα, τότε γίνονται πολλά πράγματα τα οποία αγνοούμε παντελώς. Η συνάφεια ψυχής και σώματος είναι φυσική κατάσταση, παρά φύση κατάσταση είναι η καταστροφή της συνάφειας. Η ψυχή δεν προϋπήρχε του σώματος, ούτε φυσικά το σώμα της ψυχής. Και τα δύο δημιουργήθηκαν ταυτοχρόνως από τον Θεό. Οπότε, το μυστήριο του αποχωρισμού της ψυχής από το σώμα είναι φοβερό και άγνωστο τώρα στα ανθρώπινα δεδομένα.

Αυτό το μυστήριο που γίνεται εκείνη την ώρα μπορούμε να το δούμε σε δύο τροπάρια του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, τα οποία ψάλλονται στην εξόδιο ακολουθία.

Το ένα αναφέρεται στον βίαιο χωρισμό της ψυχής από το σώμα, με την βούληση του Θεού: “Όντως φοβερώτερον το του θανάτου μυστήριον πώς ψυχή εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται εκ της αρμονίας και της συμφυίας ο φυσικώτατος δεσμός, θείω βουλήματι αποτέμνεται”. Πρόκειται για έναν φυσικώτατο και αρμονικώτατο δεσμό ή σχέση, μεταξύ ψυχής και σώματος, η οποία αποτέμνεται βίαια με την βούληση και ενέργεια του Θεού, και αυτό αποτελεί το μυστήριο του θανάτου.

Το δεύτερο τροπάριο αναφέρεται στις συγκλονιστικές εμπειρίες του ανθρώπου κατά τις τελευταίες στιγμές. Γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: “Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζομένη εκ του σώματος. Οίμοι πόσα δακρύει τότε, και ουκ υπάρχει ο ελεών αυτήν. Προς τους Αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει: προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα ουκ έχει τον βοηθούντα”.

Η ψυχή του ανθρώπου αναζητά έλεος και βοήθεια από τους αγγέλους και τους ανθρώπους, γιατί στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται θα παραμείνη αιώνια, δηλαδή εάν δεν έχει εισέλθη στο στάδιο της μετανοίας τότε θα δέχεται την κολαστική ενέργεια του Θεού, εάν όμως έχει εισέλθει στην κατάσταση της μετανοίας, τότε θα έχει μια διαρκή εξέλιξη.

Έχοντες υπ’ όψη αυτήν την πραγματικότητα δημιουργούνται διάφορα ερωτήματα. Πώς αισθάνεται εκείνη την ώρα η ψυχή; Πώς επεμβαίνουμε βίαια σε έναν άνθρωπο του οποίου δεν λειτουργούν μερικές εγκεφαλικές λειτουργίες, αλλά, επειδή λειτουργεί η καρδιά και υπάρχει ακόμη η ψυχή, ο άνθρωπος αισθάνεται; Ποια είναι η ουσιαστική βοήθεια που προσφέρει η προσευχή για το αιώνιο ταξείδι; Μήπως τον βίαιο χωρισμό της ψυχής από το σώμα τον κάνουμε ακόμη βιαιότερο και επομένως μεγαλώνουμε τον πόνο της ψυχής, όταν λαμβάνουμε τα όργανα του σώματος, ενώ ακόμη ζη ο άνθρωπος; Στην κατάσταση εκείνη της διαδικασίας της εξόδου, που γίνονται και πολλά πνευματικά γεγονότα, εμφάνιση αγγέλων, αγίων, ακόμη και δαιμόνων, μήπως στεκόμαστε λίγο ανάλγητοι απέναντι του ψυχοραγούντος και μήπως δεν σεβόμαστε τις πλέον συγκλονιστικές προσωπικές πλευρές της ζωής του; Τα ζώα στο τέλος της ζωής τους αποσύρονται στα βάθη της γης και τα θαλάσσια κήτη στα βάθη της θάλασσας για να τελειώσουν ήσυχα. Μήπως αυτό το προσωπικό γεγονός του θανάτου το στερείται ο άνθρωπος που όμως έχει ψυχή λογική και αθάνατη; Η Εκκλησία στέκεται απέναντι στον ψυχορραγούντα με προσευχή, διάκριση και σεβασμό. Μήπως όμως η υιοθέτηση σκληρών επιλογών, έστω για την παράταση της ζωής ενός άλλου ανθρώπου, εκλαμβάνεται ως βίαιη ενέργεια και μία ιδιότυπη “δολοφονία”;

Πρόκειται για ερωτήματα τα οποία βεβαίως χρήζουν ουσιαστικής απαντήσεως.

4. Η ποιμαντική αντιμετώπιση του θέματος των μεταμοσχεύσεων

Η όλη ανάλυση του θέματος αυτού που επιχειρήσαμε προηγουμένως είχε βασικά δύο σκοπούς: ο ένας να δείξη ότι το θέμα των μεταμοσχεύσεων από πλευράς Εκκλησίας πρέπει να αντιμετωπίζεται θεολογικά. Δεν είναι δυνατόν να μελετάμε απλώς την ψυχολογική, ηθικοδεοντολογική, νομική και ιατρική πλευρά και να αποδεσμευόμαστε από την θεολογία της Εκκλησίας μας. Ο θεολογικός λόγος απαιτεί σοβαρότητα απέναντι του προσώπου και της σωτηρίας του. Ο άνθρωπος πραγματικά δεν αναζητά τόσο την παράταση της βιολογικής ζωής, όσο και την υπέρβαση του θανάτου. Ερωτά πώς θα υπερβή τον θάνατο, σωματικό και πνευματικό, πώς θα ζήση την ζωή, με την εκκλησιαστική σημασία της λέξεως. Ο άλλος σκοπός των αναλύσεων αυτών ήταν να δειχθή ότι το θέμα των μεταμοσχεύσεων δεν είναι δεδομένο. Δηλαδή, έχει δημιουργηθή η εντύπωση ότι έχουμε καθήκον να είμαστε δότες οργάνων για μοσχεύματα, και ότι εκείνο το οποίο πρέπει να ερευνούμε είναι απλώς το να τίθενται μερικοί κανόνες που θα διασφαλίζουν την προσφορά, ωσάν ο άνθρωπος να είναι απλώς μια έμψυχη μηχανή, χωρίς πνευματικές αναζητήσεις, και χωρίς να σεβόμαστε την διαδικασία διελεύσεώς του από την βιολογική ζωή στην άλλη ζωή, στην οποία, μέχρι της κοινής αναστάσεως, θα υπάρχη ο χωρισμός ψυχής και σώματος. Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο δεδομένα.

Για να δώσουμε απάντηση καθαρότερη πάνω στους προβληματισμούς που θέσαμε προηγουμένως θα πρέπη να υπογραμμίσουμε τα ακόλουθα, που νομίζω πρέπει να βρίσκονται στην ποιμαντική μας προοπτική.

Πράγματι, το πρόβλημα των μεταμοσχεύσεων πιστεύω ότι δεν λύνεται με γενικές συμβουλές και καθηκοντολογίες, αλλά είναι πρόβλημα που αντιμετωπίζεται μέσα στην ποιμαντική προοπτική της Εκκλησίας. Το λυπηρό όμως είναι ότι έχουμε αφήσει την ποιμαντική των Χριστιανών μας και ασχολούμαστε με γενικές οδηγίες και κατευθύνσεις. Αλλά μια τέτοια νοοτροπία συνιστά έναν νομικισμό.

Νομίζω ότι δεν πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι έχουμε υποχρέωση να γίνουμε όλοι δότες οργάνων του σώματός μας, επειδή αυτό απαιτεί η αγάπη, ανθρωπιστική και χριστιανική, αλλά να αφήσουμε ανοικτές δύο δυνατότητες και ο κάθε άνθρωπος να επιλέξη μεταξύ των δύο αυτών δυνατοτήτων.

Την πρώτη εκφράζουν εκείνοι οι Χριστιανοί που είτε από αίσθηση της Χάριτος του Θεού, είτε από σεβασμό στο σώμα τους, είτε από την ιδιαίτερη ευαισθησία που έχουν απέναντι στο μυστήριο της διαδικασίας του θανάτου, είτε έστω και από φόβο, δεν επιθυμούν να γίνουν δότες οργάνων. Πρέπει να σεβαστούμε την επιθυμία τους, χωρίς να τους δημιουργούμε ενοχές ότι ενδεχομένως με την αρνητική τους επιλογή δεν διακρίνονται από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς. Πρόκειται για μια δυνατότητα που βρίσκεται μέσα σε θεολογικά και εκκλησιαστικά πλαίσια.

Την δεύτερη δυνατότητα εκφράζουν εκείνοι οι οποίοι επιθυμούν να γίνουν δότες οργάνων του σώματος. Πρέπει να σεβαστούμε και την επιθυμία των ανθρώπων αυτών, συμβάλλοντας έτσι στην παράταση της ζωής μερικών άλλων ανθρώπων, με την ελπίδα να συντελέσουν στην υπέρβαση του θανάτου δια της μετανοίας και της ενχριστώσεώς τους.

Όμως, στην δεύτερη περίπτωση πρέπει η Εκκλησία απαραιτήτως να καθορίση μερικά πλαίσια, ώστε η προσφορά των ανθρώπων αυτών να είναι ουσιαστική. Μερικά βασικά πλαίσια είναι:

α) Να εξασφαλισθή η έγγραφη συγκατάθεση του δότη. Αυτό πρέπει να γίνη από τον καιρό που ζούσε και να μην είναι απλώς αποτέλεσμα επιλογών των συγγενών και να στηρίζεται σε μια εικαζομένη συναίνεση, ούτε και να είναι καρπός αμέσων ή εμμέσων εκβιασμών. Η ελευθερία του προσώπου πρέπει να γίνη σεβαστή.

β) Να καθορισθή επακριβώς από ιατρικής πλευράς πότε επέρχεται ο θάνατος και να γίνεται όχι μόνον κλινική, αλλά και εργαστηριακή διαπίστωση του εγκεφαλικού θανάτου. Η Εκκλησία πρέπει να σταθή αρνητικά απέναντι σε περιπτώσεις που προϋποτίθεται, ή, δια της αφαιρέσεως των οργάνων, θανάτωση των δοτών.

γ) Να διασφαλισθή ότι η ελεύθερη προσφορά ιστών και οργάνων του σώματος δεν θα γίνη αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών, τόσο από την πλευρά του δότη, όσο και από την πλευρά των άλλων, ήτοι συγγενών, ληπτών, ιατρικού προσωπικού, εταιρειών κλπ.

Γενικά, νομίζω ότι η απόφαση και ανακοίνωση της Εκκλησίας για τις μεταμοσχεύσεις πρέπει να διατυπωθή με θετικό τρόπο και ίσως να μη δίνη λεπτομερώς οδηγίες, ούτε να περιπλακή σε συζητήσεις που αντιτίθενται στο έργο της επιστήμης και εκφράζουν θέσεις, οι οποίες ενδέχεται να αναθεωρηθούν αργότερα. Άλλωστε, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ενεργεί όπως το Βατικανό, που καθορίζει όλες τις λεπτομέρειες της ζωής των ανθρώπων, εν σχέσει με τις κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζουν. Ίσως σε άλλα μεγαλύτερα κείμενα να κάνη ευρύτερες αναλύσεις, πάνω στο πνεύμα αυτό.

Έχω την εντύπωση ότι οι θέσεις της Εκκλησίας πρέπει να τεθούν περίπου ως εξής:

1. Σεβόμαστε την ιατρική επιστήμη και επικροτούμε κάθε προσπάθεια για την θεραπεία των ασθενών και την παράταση της ζωής των ανθρώπων, η οποία ζωή έχει μεγάλη σημασία για την πνευματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αρκεί βέβαια και η ιατρική επιστήμη, καθώς επίσης και οι ιατρικές έρευνες να κινούνται μέσα στα πλαίσια των ιατρικών και βιοηθικών δεοντολογικών κανόνων, και οι οποίοι κανόνες προστατεύουν τον άνθρωπο ως προσωπικότητα (πρέπει να γίνεται κλινική και εργαστηριακή διαπίστωση του θανάτου). Και οι ιατροί πρέπει να εργάζονται με ταπείνωση και βαθυτάτη αίσθηση ότι είναι όργανα του Θεού για την εξυπηρέτηση του ανθρώπου.

2. Σεβόμαστε την ελευθερία των ανθρώπων εκείνων που, για διαφόρους λόγους δεν επιθυμούν να γίνουν δότες οργάνων του σώματός τους, καθώς επίσης σεβόμαστε και την ελευθερία των ιατρών εκείνων, οι οποίοι από ευαισθησία και λόγους συνειδήσεως δεν επιθυμούν να συμβάλλουν στην θανάτωση ζωντανών υπάρξεων, για να εξυπηρετήσουν κάποια άλλη ύπαρξη (πρέπει να καταργηθή το σχετικό άρθρο του νόμου).

3. Σεβόμαστε την ελεύθερη επιθυμία (προσωπική συναίνεση) εκείνων που επιθυμούν να γίνουν δότες οργάνων του σώματός τους, αρκεί βέβαια αυτό να γίνεται μέσα στο πνεύμα της αυτοθυσίας και ολοκληρωτικής αγάπης και όχι για άλλους σκοπούς (εμπορικές συναλλαγές).

4. Σεβόμαστε την επιθυμία των ασθενών εκείνων, που με την λήψη μοσχευμάτων επιθυμούν να παρατείνουν τον χρόνο της βιολογικής τους ζωής, με την προϋπόθεση ότι θα συντελέση στην πνευματική τους ολοκλήρωση και την επίτευξη του σκοπού της υπάρξεώς τους.

5. Γενικά, η ποιμαντική της Εκκλησίας προς τους δότες, τους λήπτες και τους ιατρούς πρέπει να είναι τέτοια, ώστε με όλους αυτούς τους τρόπους να δοξάζεται ο Θεός, να ολοκληρώνονται πνευματικά οι άνθρωποι, και η ασθένεια ή παράταση ζωής να γίνουν προϋπόθεση για την εκπλήρωση του βαθυτέρου σκοπού της δημιουργίας τους.

Μακαριώτατε Πρόεδρε

και Σεβασμιώτατοι αδελφοί,

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την υπομονή με την οποία με παρακολουθήσατε, να ζητήσω τις ευχές σας, ώστε ο Θεός να φωτίζη τις καρδιές και τις διάνοιές μας, για να αντιμετωπίσουμε και το θέμα αυτό μέσα στα ορθόδοξα εκκλησιαστικά πλαίσια, χωρίς να επηρεαζόμαστε από ουμανιστικά και θρησκευτικά ρεύματα, αλλά εκφράζοντας την εμπειρία της Εκκλησίας.

πηγή: http://www.pelagia.org/htm/ar05.e.oi_metamosxeuseis_apo_orthodoxi_ekkl_pl.htm

«Εγκεφαλικός θάνατος» θα πρέπει να αναθεωρηθεί

Συντάχθηκε απο τον/την K. Γ. Kαρακατσάνης www.im-glyfadas.gr
Κυριακή, 18 Οκτώβριος 2009 12:02
Αντικειμενικός σκοπός (Στόχος): Να εκτιμηθεί κατά πόσον τα ισχύοντα κλινικά κριτήρια και οι επιβεβαιωτικές δοκιμασίες για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» ικανοποιούν τις απαιτήσεις (πληρούν τις προϋποθέσεις) για τη μη αναστρέψιμη διακοπή (για τη διάγνωση της μη αναστρέψιμης διακοπής) όλων των λειτουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφαλικού στελέχους.

Πηγές (προέλευση) δεδομένων: Ιατρική, φιλοσοφική και νομική βιβλιογραφία επί του θέματος του «εγκεφαλικού θανάτου».

Εξαγωγή δεδομένων/σύνθεση: Παρουσιάζουμε τέσσερα επιχειρήματα για να υποστηρίξουμε την άποψη ότι οι ασθενείς οι οποίοι πληρούν τα ισχύοντα λειτουργικά κριτήρια του «εγκεφαλικού θανάτου» δεν έχουν αναγκαίως (υποστεί) μη αναστρέψιμη απώλεια όλων των λειτουργιών του εγκεφάλου (ή του εγκεφαλικού στελέχους).

Πρώτον, πολλοί κλινικώς «εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς διατηρούν υπολειπόμενες φυτικές λειτουργίες, οι οποίες άγονται ή συντονίζονται υπό του εγκεφάλου ή του εγκεφαλικού στελέχους.

Δεύτερον, είναι αδύνατο να ελεγχθεί οποιαδήποτε εγκεφαλική λειτουργία με την παρά την κλίνη του ασθενούς κλινική εξέταση, διότι αι οδοί διόδου προς και από το φλοιό του εγκεφάλου, δια του εγκεφαλικού στελέχους, είναι κατεστραμμένες ή μη λειτουργικές. Περαιτέρω, δεδομένου ότι υπάρχουν περιορισμοί στην κλινική εκτίμηση της εσωτερικής εγρήγορσης σε ασθενείς στους οποίους λείπει η κινητική λειτουργία, ώστε (να μπορούν) να δείξουν την εγρήγορσή τους, η διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» βασίζεται σε μία αναπόδεικτη υπόθεση.

Τρίτον, πολλοί ασθενείς διατηρούν διάφορες στερεότυπες κινήσεις (τις ούτως αποκαλούμενες σύνθετες αποκρίσεις του νωτιαίου μυελού και αυτοματισμούς), οι οποίες είναι δυνατόν να προέρχονται από το εγκεφαλικό στέλεχος.

Τέταρτον, ουδεμία από τις χρησιμοποιούμενες επιβεβαιωτικές δοκιμασίες έχει την απαραίτητη θετική προγνωστική αξία για την αξιόπιστη αναγγελία (διάγνωση) του θανάτου του ανθρώπου.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα επιχειρήματα, η υπόθεση ότι έχουν σταματήσει όλες οι λειτουργίες ολοκλήρου του εγκεφάλου (ή εκείνων του εγκεφαλικού στελέχους) στους «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς είναι άκυρη. (Μετά τα ανωτέρω) είναι ίσως αναπόφευκτη η αναθεώρηση της έννοιας του «εγκεφαλικού θανάτου».

«Λέξεις κλειδιά»: εγκεφαλικός θάνατος, θάνατος εγκεφαλικού στελέχους, συνείδηση, αποκρίσεις νωτιαίου μυελού, νωτιαίοι αυτοματισμοί.

Εισαγωγή

Η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» εισήχθη στην ιατρική βιβλιογραφία ως ένα νέο κριτήριο θανάτου το 1968 υπό της ad hoc (επί τούτω συσταθείσης) Επιτροπής της Ιατρικής Σχολής του Harvard1. H Επιτροπή όρισε το θάνατο, με βάση νευροφυσιολογικούς και φιλοσοφικούς όρους, ως τη μη αναστρέψιμη απώλεια όλων των λειτουργιών του εγκεφάλου (συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του εγκεφαλικού στελέχους) και εισηγήθηκε κριτήρια που να αντανακλούν αυτόν τον ορισμό2. Η φιλοσοφική θεώρηση του προσδιορισμού του θανάτου του ανθρώπου έχει επίσης τονισθεί υπό πολλών ερευνητών τα περασμένα και τα πρόσφατα χρόνια.

Η νευρο-παθολογο-ανατομική οντότητα του ολικού εμφράκτου του εγκεφάλου περιεγράφη για πρώτη φορά το 1902 από τον Cushing, αλλά τα κλινικά του ευρήματα περιεγράφησαν το πρώτον το 1959 (Fishgold and Mathis 1959, Jouvet 1959, Mollaret and Goulon 1959, Wertheimer et al 1959)3. Οπωσδήποτε, αξίζει να αναφερθεί ότι αυτοί οι ερευνητές δεν εξίσωναν αυτήν την κατάσταση με το θάνατο καθ’ εαυτόν.3

Ο Machado και οι συν.4 πρόσφατα υπεστήριξαν ότι η νευρο-παθολογο-ανατομική οντότητα του ολικού εμφράκτου/καταστροφής του εγκεφάλου δεν εισήχθη  προς όφελος των μεταμοσχεύσεων των ζωτικών οργάνων. Όμως, ο όρος «εγκεφαλικός θάνατος» δεν εισήχθη στην στην ιατρική ορολογία παρά μόνον κατά τη μεσότητα της δεκαετίας του 1960, ως συνέπεια (απόκριση) του ταχέως αναπτυσσόμενου πεδίου των μεταμοσχεύσεων.3

Η αναφορά της ad hoc Επιτροπής της Ιατρικής Σχολής του Harvard δεν εθεμελίωνε το νευρολογικό της κριτήριο του θανάτου σε οποιαδήποτε έννοια θανάτου, αλλά μάλλον «πρωτευόντως ενδιαφέρονταν για το μάταιο της φροντίδας και για την εξεύρεση τρόπων που θα βοηθούσαν τους ιατρούς να άρουν την υποστήριξη».2 Άλλοι, οπωσδήποτε, θεωρούν ότι η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» αναπτύχθηκε για να επιτραπεί η μεταμόσχευση ζωτικών οργάνων.3,5

Μολονότι ο «εγκεφαλικός θάνατος» έχει γίνει αποδεκτός υπό των πλείστων κλινικών ιατρών, επαγγελματιών υγείας, νομικών και εν πολλοίς από την κοινωνία, έχουν εκφρασθεί αντίθετες γνώμες τόσο στο απώτερο όσο και στο πρόσφατο παρελθόν. Έχει υποστηριχθεί ότι ο «εγκεφαλικός θάνατος» είτε αναφερόμενος σε ολόκληρο τον εγκέφαλο ή στο εγκεφαλικό στέλεχος μόνον, είναι μία έννοια χωρίς ακριβή κλινική ή παθολογο-ανατομική βάση και, γι’ αυτήν την αιτία, τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωσή του είναι αυθαίρετα.6

Το 1971 οι νευροχειρουργοί Mohandas και Chou7 εισηγήθηκαν ότι, σε ασθενείς με γνωστές αλλά μη δυνάμενες να διορθωθούν ενδοκρανιακές βλάβες, η μη αναστρέψιμη βλάβη στο εγκεφαλικό στέλεχος ήταν το «σημείο της μη επιστροφής» και η διάγνωση θα μπορούσε να βασισθεί στην κλινική κρίση. Οι εισηγήσεις αυτές έγιναν γνωστές ως κριτήρια της Minnesota και επηρέασαν σημαντικά την πρακτική στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Η πρακτική στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει βασισθεί σε δύο υπομνήματα. Το πρώτο υπόμνημα διαβεβαίωνε ότι ο μόνιμος θάνατος του εγκεφαλικού στελέχους συνιστά τον εγκεφαλικό θάνατο, ενώ το δεύτερο ταυτοποιούσε τον εγκεφαλικό θάνατο με το θάνατο καθ’ εαυτόν. Επιπροσθέτως, μια νέα εισήγηση υπό του Christopher Pallis8 ήταν ότι ο θάνατος δύναται να ορισθεί ως η «μη αναστρέψιμη απώλεια της ικανότητας για συνείδηση εν συνδυασμώ προς τη μη αναστρέψιμη απώλεια της ικανότητας για  αναπνοή».

Ο καθιερωμένος ορισμός του «εγκεφαλικού θανάτου» (η πλήρης διακοπή όλων των λειτουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου) αναγνωρίζεται τώρα, ακόμη και υπό των υποστηρικτών της έννοιας του «εγκεφαλικού θανάτου», ότι αποτελεί μόνον μία προσέγγιση.9

Αντιφάσεις σχετιζόμενες με την έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου»

Σύμφωνα με τον Bernat10, η διατύπωση (της εννοίας) του θανάτου θα μπορούσε να επιτευχθεί με προσδιορισμό των προϋποθέσεων, του ορισμού, των κριτηρίων και των δοκιμασιών του θανάτου. Ο προσδιορισμός των προϋποθέσεων (για την κατανόηση της έννοιας αυτής) αποτελεί θέμα της φιλοσοφίας.

Τοιουτοτρόπως, η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» πρέπει να περιλαμβάνει

(α) έναν ορισμό του θανάτου ο οποίος, υπό τη διατύπωση (του θανάτου) ολοκλήρου του εγκεφάλου, θα μπορούσε να γίνει αντιληπτός ως «η μόνιμη διακοπή της λειτουργίας του οργανισμού ως ενιαίου όλου»

(β) ένα κριτήριο του θανάτου, το οποίο ορίζεται ως «η μόνιμη διακοπή της λειτουργίας ολοκλήρου του εγκεφάλου» και

(γ) τις δοκιμασίες του θανάτου για τις οποίες είναι διαθέσιμες δύο ομάδες δοκιμασιών – για την εκτίμηση κατά πόσον ικανοποιούνται τα κριτήρια:

(1) Το καρδιο-αναπνευστικό κριτήριο (μη αναστρέψιμη απουσία της κυκλοφορίας και της αναπνοής)

(2) Το νευρολογικό κριτήριο (παρουσία κώματος, απόδειξη της ύπαρξης άπνοιας και απουσία των αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέχους – αποκλειομένων αναστρεψίμων καταστάσεων). Τοιουτοτρόπως, ο  προσδιορισμός (της εννοίας) του θανάτου αποτελεί έργο της φιλοσοφίας, ο καθορισμός του κατάλληλου κριτηρίου προκειμένου να προσδιορισθεί ότι ο ορισμός (του θανάτου, με βάση το κριτήριο αυτό) έχει πραγματοποιηθεί είναι τόσο φιλοσοφικό όσο και ιατρικό έργο, ενώ η εκλογή των δοκιμασιών και των διεργασιών που δείχνουν ότι το κριτήριο έχει ικανοποιηθεί αποτελεί αμιγώς ιατρική εργασία.

Από της εισαγωγής του το 1968, η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» έχει υποστεί κριτική από πολλούς ερευνητές3,5,11,12. Η σχετική κριτική της εννοίας του «εγκεφαλικού θανάτου» περιλαμβάνει την ύπαρξη ενδογενών αντιφάσεων που αφορούν τόσο τη σχέση ορισμού-κριτηρίων όσο και εκείνη των κριτηρίων – δοκιμασιών. Περαιτέρω, οι Truog και Robinson13 έχουν προσφάτως επισημάνει ότι η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι ασυνάρτητη για το λόγο ότι δεν ανταποκρίνεται σε οποιαδήποτε βιολογική ή φιλοσοφική κατανόηση του θανάτου.

Αντιφάσεις ορισμού-κριτηρίων

Αντανακλαστικά νωτιαίου μυελού και αυτοματισμοί. Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του «εγκεφαλικού θανάτου», σύμφωνα με την ad hoc Επιτροπή της Ιατρικής Σχολής του Harvard, καθορίσθηκαν από τον Καθηγητή Raymon Adams14 και περιελάμβαναν «μια μόνιμη κατάσταση πλήρους έλλειψης δυνατότητας πρόσληψης ερεθισμάτων και πλήρους έλλειψης δυνατότητας απόκρισης (σε ερεθίσματα)». Η έλλειψη της δυνατότητας απόκρισης σε ερεθίσματα περιελάμβανε όλες τις αποκρίσεις τόσο τις προερχόμενες από το φλοιό του εγκεφάλου και το εγκεφαλικό στέλεχος όσο και τις προερχόμενες από το νωτιαίο μυελό. Κατά συνέπεια, όλες οι αυτόματες κινήσεις και τα εκλυόμενα (παραγόμενα) αντανακλαστικά πρέπει να είναι απόντα στην κατάσταση του «εγκεφαλικού θανάτου».

Οπωσδήποτε, σύμφωνα με τις ισχύουσες οδηγίες για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» η παραμονή των νωτιαίων αντανακλαστικών και άλλων σύνθετων (υποθετικώς) νωτιαίων αποκρίσεων ή αυτοματισμών (π.χ. το σημείο του Λαζάρου), οι οποίοι εκλύονται σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς, δεν είναι ασύμβατοι με τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου».15 Επίσης θεωρείται ότι οι αποκρίσεις, οι οποίες ακολουθούν διάφορα ερεθίσματα του περιβάλλοντος είναι συμβατές με τον «εγκεφαλικό θάνατο».16 Μερικές από αυτές τις αποκρίσεις έχουν πρόσφατα χαρακτηρισθεί ως ημισκόπιμες, ημικατευθυνόμενες και σχετικώς συντονισμένες17 και έχουν παρατηρηθεί επί απουσίας υποξίας.18 Προκαλεί, οπωσδήποτε, έκπληξη το γεγονός ότι αυτοί οι «αντανακλαστικοί αυτοματισμοί» ουδέποτε έχουν περιγραφεί σε ασθενείς με υψηλές βλάβες της αυχενικής μοίρας του νωτιαίου μυελού.19

Ισχυριζόμαστε, οπωσδήποτε, ότι τα εκλυόμενα σε μερικούς «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς σύνθετα αντανακλαστικά και οι αυτοματισμοί20-22 – οι οποίοι θεωρείται (υποθετικώς) ότι προέρχονται από το νωτιαίο μυελό – προσομοιάζουν πολύ με μερικές στερεότυπες κινήσεις, οι οποίες άγονται δια του εγκεφαλικού στελέχους. Τέτοιες κινήσεις είναι η περιστροφική κίνηση της κεφαλής (που ελέγχεται από τον πυρήνα interstitial) και οι κινήσεις έγερσης και κάμψης της κεφαλής και του σώματος, οι οποίες ελέγχονται από τους πυρήνες prestitial και precommissuralis, αντίστοιχα.23 Αυτές οι στερεότυπες κινήσεις είναι κατορθωτές μόνον όταν λειτουργούν οι ανωτέρω πυρήνες του μεσεγκεφάλου και του κατωτέρου διεγκεφάλου. Επομένως, το γεγονός ότι προσομοιάζουν αυτές οι κινήσεις με τις προαναφερθείσες στερεότυπες κινήσεις θα μπορούσε να εγείρει την υποψία ότι οι εμπλεκόμενοι (στις κινήσεις αυτές) πυρήνες του εγκεφαλικού στελέχους θα μπορούσαν να είναι βιώσιμοι σε ασθενείς, οι οποίοι κατά τα άλλα έχουν διαγνωσθεί ως «εγκεφαλικώς νεκροί».

Τα ισχύοντα κριτήρια για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» απαιτούν «την πλήρη διακοπή όλων των λειτουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφαλικού στελέχους, αλλά δεν απαιτούν διακοπή της λειτουργίας του νωτιαίου μυελού. Πολλές σύνθετες κινήσεις (όπως «η περιστροφή της κεφαλής, κινήσεις που προσομοιάζουν με αναπνοή, αυτόματες κινήσεις των άκρων – εκτός από την παθολογική κάμψη και έκταση – τονικά αντανακλαστικά του αυχένος, κοιλιακά αντανακλαστικά) έχουν περιγραφεί σε διάφορους ασθενείς που έχουν διαγνωσθεί ως «εγκεφαλικώς νεκροί».16

Οι πλείστοι νευρολόγοι ισχυρίζονται ότι αυτές οι κινήσεις προέρχονται από το νωτιαίο μυελό, και, επομένως, δεν είναι ασύμβατες με τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου». Όμως, σε ασθενείς με πλήρη υψηλή διατομή της αυχενικής μοίρας του νωτιαίου μυελού όλα τα αντανακλαστικά των σκελετικών μυών, τα οποία ολοκληρώνονται στο νωτιαίο μυελό, είναι πλήρως κατηργημένα στην πρώϊμη φάση της νωτιαίας καταπληξίας (νωτιαίο shock). Τοιουτοτρόπως, αυτοί οι ασθενείς πάσχουν γενικώς από χαλαρά παράλυση για 1-4 ημέρες μετά τη βλάβη στο νωτιαίο μυελό24, ενώ σύμφωνα με τους Guyton και Hall25 δεν αναπτύσσονται αντανακλαστικά των σκελετικών μυών στους ανθρώπους παρά μόνον όταν παρέλθουν δύο εβδομάδες έως μερικοί μήνες μετά τη διατομή του νωτιαίου μυελού.

Επιπροσθέτως, ο Shewmon26 έχει πρόσφατα επισημάνει ότι οι ασθενείς με πλήρη διακοπή της λειτουργίας του εγκεφάλου (συμπεριλαμβανομένου του εγκεφαλικού στελέχους) – δηλαδή, οι «εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς – θα πρέπει, εξεταζόμενοι από την πλευρά της φυσιολογίας, να είναι ισοδύναμοι προς τους ασθενείς με υψηλή πλήρη διατομή του νωτιαίου μυελού. Τοιουτοτρόπως, κάποιος θα ανέμενε ότι οι «εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς θα πρέπει να πάσχουν γενικώς από χαλαρά παράλυση για 1-4 ημέρες, όπως αυτό συμβαίνει σε ασθενείς με πλήρη διατομή του νωτιαίου μυελού.24

Εάν το εγκεφαλικό στέλεχος ήταν νεκρό – όπως αυτό (υποθετικώς) συμβαίνει στους «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς – οι νευρικές οδοί θα είχαν πλήρως διακοπεί. Σ’ αυτήν την περίπτωση θα ήταν αδύνατο να αναδυθούν τα νωτιαία αντανακλαστικά εντός ολίγων ωρών, όπως συμβαίνει σε μερικούς «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς.27 Τοιουτοτρόπως, θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει ότι σε πολλούς «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς οι κατιούσες νευρικές οδοί δεν έχουν πλήρως διακοπεί και ακολούθως ότι το εγκεφαλικό στέλεχος δεν είναι νεκρό.

Τοιουτοτρόπως, σύμφωνα με το ανωτέρω σκεπτικό, η απόδοση αυτών των σύνθετων κινήσεων σε αμιγώς νωτιαία αντανακλαστικά και αυτοματισμούς ίσως είναι άκυρη, ακυρώνοντας ακολούθως την κλινική διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου».

Ο εγκέφαλος ως κριτικό όργανο. Οι Truog και Robinson13 έχουν επισημάνει ότι  «ο πλέον ακαταμάχητος λόγος για τη θεώρηση των «εγκεφαλικώς νεκρών» ασθενών ως νεκρών βασίζεται στην θεώρηση ότι ο θάνατος είναι η μη αναστρέψιμη απώλεια της λειτουργίας του οργανισμού (θεωρούμενου) ως ενιαίου όλου. Το σχετικό επιχείρημα είναι ότι ο εγκέφαλος είναι ο κεντρικός συντονιστής του σώματος και ότι, όταν ο εγκέφαλος δεν θα μπορεί πλέον να παρέχει την αναγκαία συντονιστική δράση, το σώμα δεν είναι πλέον ικανό να αντιστέκεται στις δυνάμεις της εντροπίας που ευνοούν την αποσύνθεση».

Το πρόβλημα με αυτήν την αιτιολογία είναι ότι, όπως ο Shewmon28 έχει με σαφήνεια καταδείξει, εάν «οι εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς υποστηριχθούν κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης της νόσου των, δεν είναι πλέον βέβαιο ότι θα συμβεί καρδιακή ανακοπή. Σε μία συγκεκριμένη περίπτωση, ο Shewmon έχει προσεκτικά αποδείξει την ύπαρξη παρατεταμένης σωματικής επιβίωσης για περισσότερο από 14 χρόνια σε έναν ασθενή με αναμφισβήτητη διάγνωση «εγκεφαλικού  θανάτου». Η παθολογο-ανατομική εξέταση αυτής της περίπτωσης έδειξε ότι ο εγκέφαλος ήταν κατεστραμμένος.29 «Αυτά τα ακραία παραδείγματα δείχνουν ότι ακόμη και εάν ένα ορισμένο επίπεδο νευρολογικής λειτουργίας είναι απαραίτητο, για να διατηρεί τη λειτουργία του οργανισμού ως ενιαίου όλου, οι εγκεφαλικώς νεκροί ασθενείς δεν ευρίσκονται αναγκαίως κάτω από το επίπεδο αυτό».13 Τοιουτοτρόπως, οι πρόσφατες μαρτυρίες  δείχνουν ότι η επιβίωση είναι δυνατή στο περιβάλλον των σύγχρονων Μονάδων Εντατικής Θεραπείας – και ακόμη έξω από αυτές – παρά το γεγονός ότι ολόκληρος ο εγκέφαλος φαίνεται κατεστραμμένος, όπως συνέβη με μία σειρά ασθενών η οποία ανεκοινώθη υπό του Shewmon.3,28

Η γέννηση υγιών νεογνών υπό «εγκεφαλικώς νεκρών» εγκύων γυναικών μέχρι 107 ημέρες μετά τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι ένα ισχυρό επιχείρημα για την παρουσία απαρτιωτικής λειτουργίας σε επίπεδο οργανισμού, ενώ απουσιάζει η εγκεφαλική λειτουργία3.

Ο  Shewmon3 έχει επίσης επισημάνει ότι η απαρτιωτική ενότητα του ανθρωπίνου σώματος οφείλεται στην αμοιβαία, δυναμική αλληλεπίδραση των διαφόρων μερών του και όχι και όχι στον κυρίαρχο ρόλο ενός κριτικού οργάνου επί του αθροίσματος των οργάνων και των ιστών. Ακολούθως, θεωρείται ότι ο ανθρώπινος οργανισμός είναι νεκρός μόνον όταν συμβεί μία υπερκριτική, μη αναστρέψιμη βλάβη εξ αιτίας της οποίας το σώμα χάνει την ενδογενή του ικανότητα να ανθίσταται στην εντροπία.3

Το συμπέρασμα από την ανωτέρω ανάλυση είναι ότι αυτή η σωματική επιβίωση είναι δυνατή, για διάφορες χρονικές περιόδους, ακόμη και επί παρουσία ενός ολοσχερώς κατεστραμμένου εγκεφάλου. Επομένως, η καταστροφή του εγκεφάλου δεν μπορεί να εξισωθεί με τον ανθρώπινο θάνατο.

Η (θεωρούμενη) μη αναστρέψιμη απώλεια της συνείδησης. Ένα από τα τρία πρωτεύοντα ευρήματα και κριτήρια για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου», σύμφωνα με την Επιτροπή του Προέδρου των ΗΠΑ και τις οδηγίες της Αμερικανικής Νευρολογικής Ακαδημίας είναι το «κώμα»30 (τα άλλα δύο είναι η απουσία των αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέχους και η άπνοια), το οποίο είναι συνώνυμο προς την (μη αναστρέψιμη) «απουσία της συνείδησης» -περιλαμβανομένων και των δύο συστατικών της, δηλαδή της εγρήγορσης και του περιεχομένου της συνείδησης.

Το περιεχόμενο της συνείδησης περιλαμβάνει τις γνωστικές και συναισθηματικές διανοητικές λειτουργίες και ο,τιδήποτε για το οποίο κάποιος είναι ενήμερος την συγκεκριμένη στιγμή (ενεργός  εσωτερική εγρήγορση), όπως επίσης τις προσωπικές αυτοσυνείδητες εμπειρίες, αναμνήσεις και αποκτηθείσες γνώσεις, οι οποίες είναι δυνατόν να παραμένουν λανθάνουσες, αλλά ανενεργείς στη μνήμη.
Οι πλείστοι ερευνητές πιστεύουν ότι στους «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς όλες οι εγκεφαλικές λειτουργίες – συμπεριλαμβανομένης της συνείδησης και με τις δύο παραμέτρους της – έχουν απωλεσθεί, διότι όλα τα μέρη του εγκεφάλου είναι κατεστραμμένα. Όμως, καμία από τις δοκιμασίες που απαιτούνται για τη θεμελίωση του «εγκεφαλικού θανάτου» δεν ελέγχει για την καταστροφή των εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Όσον αφορά την απώλεια του περιεχομένου της συνείδησης σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς, δεν υπάρχουν κριτήρια για τη διάγνωση της απωλείας του, δεδομένου ότι η συνείδηση είναι, εκ φύσεως, μία υποκειμενική εμπειρία.31

Ένα περισσότερο ακαταμάχητο επιχείρημα εναντίον και αυτής ακόμη της απουσίας των εγκεφαλικών λειτουργιών είναι ότι στη συνάφεια του εμφράκτου/καταστροφής του εγκεφαλικού στελέχους, το οποίο αποτελεί πάντοτε τμήμα του εγκεφαλικού θανάτου, είναι αδύνατο να ελεγχθεί οποιαδήποτε εγκεφαλική λειτουργία με την παρά την κλίνη του ασθενούς εξέταση, διότι αι οδοί διόδου προς και από το φλοιό του εγκεφάλου δια του εγκεφαλικού στελέχους είναι κατεστραμμένες ή μη λειτουργικές.

Από την άλλη πλευρά, τόσον οι παλαιές όσο και οι μοντέρνες επιβεβαιωτικές δοκιμασίες ίσως δεν είναι αρκετά ευαίσθητες για να αποκλείσουν την ύπαρξη ελάχιστης ροής, ικανής όμως να διατηρεί τη βιωσιμότητα ορισμένων τμημάτων του εγκεφάλου σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς. Επομένως, η επιβεβαίωση της διάχυτης καταστροφής του εγκεφάλου είναι δυνατόν να μην είναι κατορθωτή με τη χρησιμοποίηση επιβεβαιωτικών δοκιμασιών.

Περαιτέρω, στη μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των ΗΠΑ που περιελάμβανε 503 περιπτώσεις ασθενών με κώμα και άπνοια (συμπεριλαμβανομένων και 146 νεκροτομικών εξετάσεων για νευρο-παθολογο-ανατομική συσχέτιση) «δεν ήταν δυνατόν να επαληθευθεί ότι η διάγνωση που γίνεται πριν από την καρδιακή ανακοπή -με οποιοδήποτε συνδυασμό κριτηρίων- μπορούσε σταθερώς να συσχετισθεί με ένα διαχύτως κατεστραμμένο εγκέφαλο».32

Σχετικά με την καταστροφή του φλοιού του εγκεφάλου – που είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό τόσον των «εγκεφαλικώς νεκρών» ασθενών όσο και των ασθενών που βρίσκονται σε μόνιμη φυτική κατάσταση – ο Shewmon3 σχολιάζοντας για τους τελευταίους ασθενείς επισημαίνει: «ασθενείς με διάχυτη φλοιϊκή καταστροφή δεν εκδηλώνουν κλινικά σημεία εγρήγορσης που αφορά στον εαυτό τους ή στο περιβάλλον. Αλλά δεν υπάρχει θετική μαρτυρία ότι τέτοιοι ασθενείς δεν είναι εσωτερικά συνειδητοί…η απλή απουσία της μαρτυρίας δεν συνιστά μαρτυρία απουσίας».

Τοιουτοτρόπως, σύμφωνα με το ανωτέρω σκεπτικό, η διάχυτη καταστροφή του εγκεφάλου και – κατά συμπερασμό – η απώλεια του περιεχομένου της συνείδησης σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς ίσως δεν είναι δυνατόν να επαληθευθεί πριν από τη μη αναστρέψιμη καρδιακή ανακοπή.

Αντιφάσεις κριτηρίων-δοκιμασιών

Ένα ακαταμάχητο επιχείρημα εναντίον και αυτής ακόμη της απουσίας των εγκεφαλικών λειτουργιών είναι ότι στη συνάφεια του εμφράκτου/καταστροφής του εγκεφαλικού στελέχους, το οποίο αποτελεί πάντοτε τμήμα του εγκεφαλικού θανάτου, είναι αδύνατο να ελεγχθεί οποιαδήποτε εγκεφαλική λειτουργία με την παρά την κλίνη του ασθενούς εξέταση, διότι αι οδοί διόδου προς και από το φλοιό του εγκεφάλου δια του εγκεφαλικού στελέχους είναι κατεστραμμένες ή μη λειτουργικές.
Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες από τη βιβλιογραφία για την υποστήριξη των ακολούθων σε ορισμένους, τουλάχιστον, «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς:

(α) Η παρουσία ακουστικών ή σωματο-αισθητικών προκλητών δυναμικών. Τοιουτοτρόπως, σε έναν «εγκεφαλικώς νεκρό» ασθενή υπήρχε διατήρηση των κεντρικών ακουστικών οδών για 72 ώρες33, σε ένα βρέφος υπήρχε μόνο καθυστέρηση στην αγωγή δια του εγκεφαλικού στελέχους και άθικτοι οδοί των σωματο-αισθητικών προκλητών δυναμικών του μέσου νεύρου34 και σε επτά  από έντεκα κλινικώς «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς υπήρχαν σωματο-αισθητικά προκλητά δυναμικά βραχείας λανθανούσης περιόδου σε κεντρικές υποφλοιώδεις προσαγωγούς οδούς.35

(β) Η διατήρηση πραγματικής ηλεκτρο-εγκεφαλογραφικής δραστηριότητας σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς, ακόμη και επί απουσίας δυνάμενης να μετρηθεί εγκεφαλικής αιματικής ροής. Σύμφωνα με τη Grigg και συν.36, η ηλεκτρο-εγκεφαλογραφική δραστηριότητα ήταν παρούσα σε 11 από 56 ασθενείς για μέσο χρόνο 36.6 ωρών και για μέγιστο 108 ώρες μετά τη διάγνωση (του «εγκεφαλικού θανάτου»). Εννέα από τους έντεκα ασθενείς είχαν χαμηλού δυναμικού β ή θ ηλεκτρο-εγκεφαλο-γραφική δραστηριότητα καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης. Σε δύο από τους 11 ασθενείς η ηλεκτρο-εγκεφαλογραφική δραστηριότητα ήταν παρόμοια προς εκείνη του φυσιολογικού ύπνου.

Περαιτέρω, η συνεχιζόμενη ηλεκτρο-εγκεφαλογραφική δραστηριότητα σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς για πολλές ημέρες ακόμη και επί απουσίας δυνάμενης να μετρηθεί εγκεφαλικής αιματικής ροής17 αποδεικνύει ότι υπάρχουν αντιφάσεις στις σχέσεις δοκιμασιών-κριτηρίων.

(γ) Η πρόσληψη λιπόφιλων ραδιοφαρμάκων (π.χ. Tc99m-HMPAO) υπό βιώσιμων εγκεφαλικών κυττάρων. Αυτά τα ραδιοφάρμακα προσλαμβάνονται υπό ζωντανών εγκεφαλικών κυττάρων (είτε από τους νευρώνες είτε από κύτταρα της γλοίας είτε και από τα δύο) στο φλοιό του εγκεφάλου και ή στην παρεγκεφαλίδα ή στα βασικά γάγγλια και στο εγκεφαλικό στέλεχος37.
Πρόσφατα, οι Kurtec και συν.38 εμελέτησαν 23 «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς με σπινθηρογράφημα, με το ραδιοφάρμακο Tc99m-hexamethyl-propylene amine oxime, και βρήκαν (σε ορισμένους ασθενείς) άρδευση τόσο στο φλοιό του εγκεφάλου όσο και στην παρεγκεφαλίδα, (σε άλλους ασθενείς) έλλειψη άρδευσης τόσο στο φλοιό του εγκεφάλου όσο και στην παρεγκεφαλίδα, (σε άλλους) άρδευση στο φλοιό αλλ’ όχι στην παρεγκεφαλίδα και, τέλος, άρδευση στην παρεγκεφαλίδα χωρίς άρδευση στο φλοιό. Τα κλινικά κριτήρια εξέτασης, σύμφωνα με αυτούς τους ερευνητές, προέβλεψαν σωστά τον εγκεφαλικό θάνατο μόνο στο 83% συγκριτικά με το σπινθηρογράφημα με Tc99m-HMPAO.

Τα προαναφερθέντα ευρήματα, ιδιαίτερα η απόδειξη της ύπαρξης άρδευσης στον οπίσθιο εγκεφαλικό βόθρο – (εύρημα) που θα μπορούσε να σημαίνει ότι το εγκεφαλικό στέλεχος είναι ζωντανό – σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς υπογραμμίζουν τις επιπρόσθετες αντιφάσεις (όπως αυτές αποδεικνύονται) από την ύπαρξη των (παρατηρηθέντων) σχεδίων εγκεφαλικής αιματικής ροής για την επιβεβαίωση  του «εγκεφαλικού θανάτου».

(δ) Η ύπαρξη ολοκληρωμένων υποθαλαμικών-ενδοκρινικών λειτουργιών. Μερικοί ερευνητές ισχυρίζονται ότι η υπόφυση υποστηρίζεται (όσον αφορά την άρδευσή της) μέσω της εξωκρανιακής κυκλοφορίας, έτσι η διατήρηση της υποφυσιακής ενδοκρινικής δραστηριότητας δεν είναι ασύμβατη με τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου».39

Όμως, «δεδομένου ότι ο υποθάλαμος υποστηρίζεται με αίμα από τον κύκλο του Willis και οι υποθαλαμικοί πυρήνες παρέχουν τις τροφικές ορμόνες τόσο για τον πρόσθιο όσο και για τον οπίσθιο λοβό της υπόφυσης, η διατήρηση της υποθαλαμικής-υποφυσιακής λειτουργίας σε ορισμένους ασθενείς που θεωρούνται ότι είναι «εγκεφαλικώς νεκροί» δεν μπορεί να εξηγηθεί από την (ύπαρξη) υποθετικής παράπλευρης αιματικής ροής προς την προσθία υπόφυση διά μέσω των κάτω υποφυσιακών αρτηριών, που προέρχονται έξω από τη σκληρή μήνιγγα, από τις έσω καρωτίδες».40 Η παραμονή της ενδοκρινικής λειτουργίας περιλαμβάνει διάφορες ολοκληρωμένες νευρο-ενδοκρινικές λειτουργίες – π.χ. του ισοζυγίου του χλωριούχου νατρίου και του ύδατος, όπως αυτό παρατηρείται σε υψηλό ποσοστό αυτών των ασθενών,11,41 έλεγχο της θερμοκρασίας, αύξηση των επιπέδων της αυξητικής ορμόνης μετά ενδοφλέβια ένεση ινσουλίνης42 στην οποία εμπλέκεται ο υποθάλαμος σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς.

(ε) Η παραμονή μερικών αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέχους και μαρτυρία για απόκριση σε ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Έχει δειχθεί ότι ορισμένοι «εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς διατηρούν το αντανακλαστικό της γνάθου και το ρυγχαίο αντανακλαστικό (snout reflex)43, ενώ άλλοι εμφανίζουν τρομώδεις κινήσεις του προσώπου19 ή θέση των άνω άκρων που προσομοιάζει προς εκείνη του απεγκεφαλισμού44. Όλα αυτά τα αντανακλαστικά «συνεπάγονται την ύπαρξη μερικών ζωντανών νευρώνων στο εγκεφαλικό στέλεχος και επομένως δεν είναι συμβατά με τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου».44 Έχει επίσης παρατηρηθεί σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς «δυνάμενη να αναπαραχθεί διάνοιξη των οφθαλμών, αλλά με ελάχιστη μόνο ανύψωση του βλεφάρου, ώστε μόλις να φαίνεται η αρχή της ίριδας, ως απόκριση στη συστροφή της θηλής (του μαστού). Η οδός αυτού του αντανακλαστικού είναι άγνωστη».16

Επίσης, κατά τη διάρκεια των πρώϊμων σταδίων της αφαίρεσης των οργάνων η δακρύρροια είναι ένα σύνηθες φαινόμενο.45 Σύμφωνα με την ανατομική του Gray, “προγαγγλιακές ίνες πιθανώς προέρχονται από ένα ειδικό δακρυϊκό πυρήνα στην κατώτερη γέφυρα… Αυτές οι ίνες συνάπτονται στο πτερυγο-υπερώϊο γάγγλιο… για να φθάσουν (με έναν από τους κλάδους του) στο δακρυϊκό νεύρο. Τοιουτοτρόπως, αυτές παρέχουν ίνες διεγερτικές της εκκρίσεως στον αδένα.46

Επομένως, η δακρύρροια σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς είναι μία μαρτυρία ότι ο δακρυϊκός πυρήνας στο εγκεφαλικό στέλεχος είναι ζωντανός.

στ) Η διατήρηση σταθερής αιμοδυναμικής κατάστασης για λίγες ημέρες σε υψηλό ποσοστό των («εγκεφαλικώς νεκρών») ασθενών (30-78%),47 ανάλογα με το χρόνο της εξέτασης από τη διάγνωση. Μολονότι υποστηρίχθηκε ότι η σταθερή αιμοδυναμική κατάσταση – χωρίς φαρμακευτική υποστήριξη – είναι συμβατή με τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου»,15 (εύλογα) διερωτάται κάθε ένας πώς θα μπορούσε να διατηρηθεί σταθερή αιμοδυναμική κατάσταση, όταν το εγκεφαλικό στέλεχος είναι νεκρό.

(ζ) Είναι αξιοσημείωτο ότι σε δύο από τους 25 «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς που μελετήθηκαν από τους  Mohanda και Chou7 – οι οποίοι πρώτοι εισηγήθηκαν ότι η μη αναστρέψιμη βλάβη του εγκεφαλικού στελέχους ήταν «το σημείο της μη επιστροφής» και ότι η διάγνωση θα μπορούσε να βασισθεί στην κλινική κρίση – δεν υπήρχαν παθολογο-ανατομικές μεταβολές στο εγκεφαλικό στέλεχος.

(η) Η ανεπάρκεια των κλινικών δοκιμασιών να διαγνώσουν επακριβώς τη νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους αποδεικνύεται περαιτέρω από τις περιπτώσεις «εγκεφαλικώς νεκρών» βρεφών –διαγνωσθέντων σύμφωνα με τα ισχύοντα κλινικά κριτήρια- τα οποία επεβίωσαν για εβδομάδες ή μήνες με υπολειπόμενη λειτουργία του εγκεφάλου και του εγκεφαλικού στελέχους.34,48
Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω επιχειρήματα, η υπόθεση ότι όλες οι λειτουργίες ολοκλήρου του εγκεφάλου (ή εκείνων του εγκεφαλικού στελέχους) σε «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς – διαγνωσθέντων σύμφωνα με όλα τα ισχύοντα κριτήρια – έχουν σταματήσει, είναι άκυρη. Τοιουτοτρόπως, θα συμφωνούσαμε με την εισήγηση49 ότι η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» θα μπορούσε να υποκατασταθεί από τον πλέον ακριβή παλαιό όρο του «μη αναστρέψιμου απνοϊκού κώματος».

Ο ρόλος των επιβεβαιωτικών δοκιμασιών στη διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου

Οι επιβεβαιωτικές δοκιμασίες είναι χρήσιμες στην εκτίμηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου (ηλεκτρο-εγκεφαλογραφία και προκλητά δυναμικά) όπως επίσης και στην εκτίμηση της αιματικής ροής (αγγειογραφία – κλασσική και ψηφιακή – ραδιονουκλιδικές μελέτες με λιπόφιλα ραδιοφάρμακα και διακρανιακό υπερηχογράφημα Doppler).

Ο ρόλος των επιβεβαιωτικών δοκιμασιών στη διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου έχει πρόσφατα ανασκοπηθεί υπό των Plum17 και Widjicks.16 Οι πλείστοι ερευνητές θεωρούν ότι η διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου είναι κλινική και ότι οι επιβεβαιωτικές δοκιμασίες είναι χρήσιμες μόνον όταν είναι αδύνατο να εκτελεσθούν οι σχετικές κλινικές δοκιμασίες, όταν κάποιος παραπλανητικός παράγων παρέμβει στην κλινική εξέταση ή σε παιδιά ηλικίας μικρότερης του ενός έτους.

Μολονότι η πρακτική εφαρμογή είναι ακόμη περιορισμένη, η «επίπεδη» ή ραδιονουκλιδική τομογραφική (SPECT) μελέτη του εγκεφάλου με το λιπόφιλο ραδιοφάρμακο TC99M-HMPAO, το οποίο διέρχεται τον άθικτο αιματο-εγκεφαλικό φραγμό, είναι ίσως η δοκιμασία με την υψηλότερη θετική προγνωστική αξία (η πιθανότητα να υπάρχει νόσος δεδομένου θετικού αποτελέσματος με κάποια δοκιμασία) στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» και έχει διάφορα πλεονεκτήματα.37,38

Σε μία πρόσφατη μελέτη επί 20 «εγκεφαλικώς νεκρών» ασθενών, εκτελέσθηκε η κλασσική τετρα-αγγειογραφία την ίδια ημέρα με SPECT μελέτη του εγκεφάλου με Tc99m-HMPAO. Αυτή η μελέτη έδειξε την αξιοπιστία και την πλήρη συμφωνία μεταξύ της κλασσικής αγγειογραφίας και της ραδιονουκλιδικής μελέτης στην ανάδειξη της απουσίας της άρδευσης του εγκεφάλου σε 19 από τους 20 ασθενείς.50

Η αγγειογραφία, η οποία παραδοσιακώς θεωρείται ως η πλέον ακριβής δοκιμασία στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου»,17 έχει διάφορα μειονεκτήματα6 και διάφορες μελέτες εμμέσως εισηγούνται ότι η θετική προγνωστική αξία στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» δεν είναι 100%.11,36 Η εξειδίκευση της ηλεκτρο-εγκεφαλογραφίας στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι της τάξης του 90%.16,17 Το διακρανιακό υπερηχογράφημα Doppler έχει επίσης διάφορα μειονεκτήματα.16,17 Η ολιγότερο ειδική μέθοδος στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι τα προκλητά δυναμικά.16

Όμως, όταν ευρεθεί δραστηριότητα του εγκεφαλικού στελέχους με τα ακουστικά και σωματο-αισθητικά προκλητά δυναμικά, η διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» πρέπει να αποκλεισθεί
Επομένως, συμπεραίνεται ότι ουδεμία νευροφυσιολογική δοκιμασία απ’ όσες είναι διαθέσιμες σήμερα έχει 100% «θετική προγνωστική αξία» (η πιθανότητα να υπάρχει νόσος δεδομένου του θετικού αποτελέσματος της δοκιμασίας) στη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου», η οποία είναι απαραίτητη για την αναγγελία του θανάτου του ανθρώπου.

Οι Truog και Robinson13 έχουν πρόσφατα ορθώς παρατηρήσει ότι επί απουσίας μιας παγκόσμιας συμφωνίας για τον ορισμό του θανάτου του ανθρώπου, η όλη βιβλιογραφία για τις επιβεβαιωτικές δοκιμασίες του θανάτου του ανθρώπου είναι ασυνάρτητη. Όμως, κάποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι υπάρχει μόνο μία αιτία – γι’ αυτούς που αποδέχονται τον ισχύοντα ορισμό του εγκεφαλικού θανάτου- για τη χρήση των επιβεβαιωτικών δοκιμασιών σε ασθενείς που βρίσκονται σε βαθύ κώμα: την πρόληψη, δηλαδή, της εσφαλμένης διάγνωσης, όταν διατηρούνται λειτουργίες τις οποίες δεν υποψιάζεται κάποιος κλινικώς ή όταν υπάρχει δομική ακεραιότητα.

Συμπεράσματα

(α) Μόνη η επιστημονική γνώση είναι ανεπαρκής για τον προσδιορισμό των απαραίτητων κριτηρίων για τη διάγνωση του θανάτου του ανθρώπου, δεδομένου ότι ο ορισμός του θανάτου, στην πρωταρχική του θεώρηση, είναι θέμα φιλοσοφικό, θρησκευτικό, νομικό και θέμα πολιτικής.

(β) Οι αντιφάσεις ορισμού-κριτηρίων και κριτηρίων-δοκιμασιών σε πολλούς ασθενείς, οι οποίοι πληρούν τα ισχύοντα κλινικά κριτήρια για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» ακυρώνουν αυτή τη διάγνωση. Ιδιαίτερα (ακυρώνει τη διάγνωση) η νέα θεώρηση που παρουσιάζεται στο άρθρο αυτό, η οποία περιλαμβάνει την ερμηνεία των ούτως αποκαλούμενων νωτιαίων αντανακλαστικών και αυτοματισμών. Υποστηρίζεται ότι αυτές οι κινήσεις είναι δυνατόν να προέρχονται από το εγκεφαλικό στέλεχος, ακυρώνοντας τοιουτοτρόπως την κλινική διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου» σε ένα σημαντικό αριθμό «εγκεφαλικώς νεκρών» ασθενών.

(γ) Ένα ακαταμάχητο επιχείρημα εναντίον και αυτής ακόμη της έννοιας της «απουσίας των εγκεφαλικών λειτουργιών» είναι ότι στη συνάφεια του εμφράκτου/καταστροφής του εγκεφαλικού στελέχους – (εύρημα) που αποτελεί πάντοτε τμήμα του «εγκεφαλικού θανάτου» – είναι αδύνατο να ελεγχθεί οποιαδήποτε λειτουργία του φλοιού με την παρά την κλίνη εξέταση του ασθενούς, διότι αι οδοί διόδου προς και από τον εγκεφαλικό φλοιό μέσω του εγκεφαλικού στελέχους είναι κατεστραμμένες ή μη λειτουργικές.

(δ) Ουδεμία από τις διάφορες «επιβεβαιωτικές δοκιμασίες» έχει την απαραίτητη θετική προγνωστική αξία (100%) για την αναγγελία του θανάτου του ανθρώπου. Όμως, η SPECT μελέτη του εγκεφάλου με το ραδιοφάρμακο Tc99m-HMPAO θα μπορούσε να αποδειχθεί η πλέον ακριβής και ειδική δοκιμασία για τη διάγνωση του «εγκεφαλικού θανάτου». Οι επιβεβαιωτικές δοκιμασίες, επί του παρόντος, δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιώσουν την καταστροφή κάθε τμήματος του εγκεφάλου ή την μη αναστρέψιμη απουσία κάθε εγκεφαλικής λειτουργίας, αλλά μόνον να προλάβουν την εσφαλμένη διάγνωση όταν ανακαλύπτεται η ύπαρξη κλινικών λειτουργιών ή δομικής ακεραιότητας τις οποίες δεν υποψιάζονταν κάποιος.

Επίλογος

Λαμβάνοντας  υπ’ όψιν όλα τα ανωτέρω, διερωτώμεθα κατά πόσον είναι (ο κατάλληλος) χρόνος να εγκαταλείψουμε την έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» και να επιστρέψουμε στο παραδοσιακό καρδιο-αναπνευστικό κριτήριο για τη διάγνωση του θανάτου του ανθρώπου (μη αναστρέψιμη διακοπή της καρδιακής και αναπνευστικής λειτουργίας).

Μολονότι εισηγούμεθα ότι ούτε ο «εγκεφαλικός θάνατος» ούτε το «μη αναστρέψιμο κώμα» συνιστούν το θάνατο καθ’ εαυτόν, θα συμφωνούσαμε με την εισήγηση ότι η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» θα μπορούσε να αντικατασταθεί με τον περισσότερο ακριβή, παλαιό όρο, «μη αναστρέψιμο απνοϊκό κώμα». Τα αναμενόμενα οφέλη από την αλλαγή της ορολογίας και των ισχυόντων κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου» θα ήταν η αποφυγή της εσφαλμένης πληροφόρησης και της σύγχυσης του κοινού σχετικά με την έννοια του θανάτου του ανθρώπου καθώς επίσης και η αποφυγή χρησιμοποίησης ωφελιμιστικών κριτηρίων για τον ορισμό του.

Το κύριο ερώτημα που εξετάσθηκε σ’ αυτό το άρθρο ήταν κατά πόσον η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι ακόμη έγκυρη. Σύμφωνα με τα επιχειρήματα που παρουσιάσθηκαν, η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» ως συνώνυμος όρος με τον ανθρώπινο θάνατο (διαγνωσθέντος με βάση το κριτήριο της μη αναστρέψιμης παύσης της πνευμονικής και καρδιακής λειτουργίας) είναι άκυρη.

Θεωρούμε ότι το ενδιαφέρον για το πρόγραμμα μεταμόσχευσης οργάνων θα εξυπηρετείτο καλύτερα με «διαφανείς διαδικασίες και τιμιότητα». Η λήψη ζωτικών οργάνων για μεταμόσχευση από ασθενείς πάσχοντες από «μη αναστρέψιμο απνοϊκό κώμα» (κατάσταση που είναι ταυτόσημη με τον «εγκεφαλικό θάνατο») – οι οποίοι ήδη είχαν δώσει την (κατόπιν της κατάλληλης ενημέρωσης) συγκατάθεσή των γι’ αυτό το σκοπό σε ανύποπτο χρόνο- θα ήταν κοινωνικώς και ηθικώς αποδεκτή σε κοινωνίες οι οποίες θεωρούν ότι η αυτονομία του προσώπου δικαιολογεί μια τέτοια δωρεά.

Οπωσδήποτε, άλλοι θεωρούν –με φιλοσοφική θεώρηση- ότι δεν τους επιτρέπεται να αφαιρούν τη ζωή τους για οποιοδήποτε λόγο. Όμως, θα συμφωνούσαν με τη δωρεά ενός από τα δίδυμα ζωτικά όργανα ή τμήμα από ένα μονήρες όργανο από υγιείς δωρητές ή οποιοδήποτε όργανο από δωρητές οι οποίοι ήδη είναι μη αναστρέψιμα νεκροί (σύμφωνα με το καρδιο-αναπνευστικό κριτήριο του θανάτου) και έχουν δώσει την (κατόπιν κατάλληλης πληροφόρησης) συγκατάθεσή των σε ενωρίτερο χρόνο.

Ευχαριστίες

Ευχαριστώ εκ βαθέων τους Καθηγητές Robert Truog (Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Harvard, ηλεκτρονική Δ/νση: Robert.Truog@childrens.harvard.eduΑυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε. ) και D Alan Shewmon (UCLA Ιατρική Σχολή, ηλεκτρονική Δ/νση: ashewmon@mednet.ucla.eduΑυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε. ) για την ενθάρρυνσή των και για την ευγενική βοήθειά των στην ετοιμασία αυτού του χειρογράφου.

Δεν χρησιμοποιήθηκαν πιστώσεις για την υποστήριξη της εργασίας αυτής. Δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων για την εργασία αυτή.

Αναφορές

1. A definition of irreversible coma.  Report of the ad hoc committee of the Harvard Medical School to examine the definition of brain death. Journal American Medical Association 1968; 205:337-340.

2. Diringer MN, Wijdicks EFM. Brain Death in historical perspective. In: Wijdicks EFM, (ed). Brain Death. Lippincott Williams & Wilkins: Philadelphia 2001: pp 5-27.

3. Shewmon DA. Recovery from “brain death”. A neurologist’s apologia. Linacre Quarterly, February, 1997; 31-96.

4. Machado C, Korein J, Ferrer Y, Portela L  et al. The concept of brain death did not evolve to benefit organ transplants. J Med Ethics 2007:33;197-200.

5. Truog RD. Is it time to abandon brain death? Hastings Center Report (United States) 1997; 27:29-37.

6. Walker AE, Molinari GF. Criteria of cerebral death. A critique. In: The NINCDS Collaborative study of brain death. NINCDS Monography No 24, NIH Publication No 81-2286. Bethesda, Maryland: Dec 1980; pp 181-199.

7. Mohandas A, Chou SN. Brain Death. A clinical and pathological study. Journal Neurosurgery 1971; 35:211-218.

8. Pallis C. From brain death to the brain stem death. British Medical Journal 1982 ; 285:1487-1490.

9. Bernat JL. How much of the brain must die in brain death? Journal Clinical Ethics 1992; 3:21-26.

10. Bernat JL. Philosophical and ethical aspects of brain death. In: Wijdicks EFM, (ed). Brain Death. Lippincott Williams & Wilkins: Philadelphia 2001: pp 171-187.

11. Truog RD, Fackler JC. Rethinking brain death. Critical Care Medicine 1992; 20:1705-1713.

12. Wace J, Kai M. Anaesthesia for organ donation in the brainstem dead. Anaesthesia 2000; 55:590.

13. Truog RD, Robinson WM. Role of brain death and the dead-donor rule in the ethics of organ transplantation  Critical Care Medicine 2003; 31(9): 2391-2396.

14. Adams RD. Foreword.: xi. In: Wijdicks EFM, (ed). Brain Death. Lippincott Williams & Wilkins: Philadelphia 2001: p xi.

15. Wijdicks EFM. Determining brain death in adults. Neurology  1995; 45:1003-1011.

16. Wijdicks EFM. Clinical diagnosis and confirmatory testing of brain death in adults. In: Wijdicks EFM, (ed). Brain Death. Lippincott Williams & Wilkins: Philadelphia 2001: pp 61-90.

17. Plum F. Clinical standards and technological confirmatory tests in diagnosing brain death. In: Youngner SJ, Arnold RM, Schapiro R (eds). The definition of death. Contemporary controversies. The John Hopkins University: Baltimore and London 1999: pp 34-65.

18. Heytens L, Verlooy J, Gheunes J, Bossaert L. Lazarus sign and extensor posturing in brain dead patient. Journal  Neurosurgery 1989; 71:449-451.

19. Awada A. [Uncommon reflex automatisms after brain death]. [Article in French]. Rev Neurol (Paris), 1995 Oct;151(10):586-8. Abstract

20. Mandel S, Arena A, Scasta D. Spinal automatism in cerebral death. Letter to the Editor. New England Journal Medicine 1982; 307:501.

21. Ropper AH. Unusual spontaneous movements in brain dead patients. Neurology (Cleveland) 1984; 34:1089-1092.

22. Bueri JA, Saposnik G, Maurino G et al. Lazarus’ sign in brain death. Movement disorders 2000; 15(3):583-585.

23. Guyton and Hall. Textbook of Medical Physiology. 9th edn. W.B. Saunders Co: Philadelphia 1996: p 712.

24. Diamantopoulos E, Olsen PZ. Excitability of motor neurones in spinal shock in man. Journal Neurology Neurosurgery Psychiatry 1967; 30:427-431.

25. Guyton and Hall. Textbook of Medical Physiology. 9th edn. W.B. Saunders Co: Philadelphia 1996: p 696.

26. Shewmon DA. Spinal shock and “brain death”. Somatic pathophysiological equivalence and implications for the integrative unitive rationale. Spinal Cord 1999; 37:313-324.

27. Crenna P, Conci F, Boselli F. Changes in spinal reflex excitability in brain-dead humans. Electroencephalography Clinical Neurophysiology 1989; 73:206-214.

28. Shewmon DA. Chronic “brain death”. Neurology 1998; 51:1538-1545.

29. Repertinger S, Fitzgibbons WP, Omojola MF, Brumback RA. Long survival following bacterial meningitis-associated brain destruction. J Child Neurol 2006;21:591-595.

30. Plum F, Posner JB. The diagnosis of stupor and coma. 3rd edn. F.A.Davis Co: Philadelphia 1987: p 3.

31. Giacino JT. Disorders of consciousness: Differential diagnosis and neuropathologic features. Seminars Neurology 1997; 17(2):105-111.

32. Molinari GF. The NINCDS Collaborative Study of Brain Death.NINCDS Monograph No 24 (NIH Publication No 81-2286, Bethesda, Dec. 1980, pp1-32.

33. Barelli A, Della Corte F, Calamidi R et al.  Do brainstem auditory evoked potentials detect the actual cessation of cerebral functions in brain dead patients ? Critical Care Medicine 1990; 18:322-323.

34. Kohrman MH, Spivack BS.   Brain death in infants. Sensitivity and specificity of current criteria. Pediatric Neurology 1990; 6:47-50.

35. Anzisca BJ, Cracco RQ. Short latency somatosensory evoked potentials in brain dead patients. Archives Neurology 1980; 37:222-225.

36. Grigg MM, Kelly MA,  Celesia GG et al. Electroencephalographic activity after brain death. Archives Neurology 1987; 44:948-954.

37. Facco E, Zuchetta P, Munari M, Baratto F, Behr AU, Gregianin M et al. Tc99m HMPAO SPECT in the diagnosis of brain death. Intensive Care Medicine 1998; 24:911-917.

38. Kurtec RW, Lai KK, Tauxe NW et al. Tc99m Hexamethylpropylene Amine Oxime Scintigraphy in the diagnosis of brain death and its implications for the harvesting of organs used for transplantation. Clinical Nuclear Medicine 2000; 25:7-10.

39. Wijdicks EFM, Atkinson LD. In: Wijdicks EFM (ed). Pathophysiologic responses to brain death: Brain Death. Lippincott Williams & Wilkins: Philadelphia 2001: pp 29-43.

40. Coimbra CG. Implications of ishemic penumbra for the diagnosis of brain death. Brazilian Journal Medical Biological Research 1999; 32(12):1479-1487.

41. Fackler JC, Troncoso JC, Gioia FR. Age specific characteristics of brain death in children. American Journal Disease Children 1988; 142:999-1003.

42. Schrader H, Krogness K, Aakvaag A et al. Changes in pituitary hormones in brain death. Acta Neurochirurgica 1980; 52:239-248.

43. Allen N, Burkholder JD, Molinari GF, Comiscioni G. Clinical criteria of brain death. In: The NINCDS Collaborative study of brain death. NINCDS, Monography No 24, NIH Publication No 81-2286; Bethesda, Maryland: Dec 1980:  pp 77-147.

44. Marti-Fabregas J, Lopez-Navidad A, Caballero F, Otermin P. Decerebrate-like posturing with mechanical ventilation in brain death. Neurology 2000; 54:224-227.

45. Fitzgerald RD, Dechtyar I, Temple E et al. Cardiovascular and catecholamine response to surgery in brain dead patients. Anaesthesia 1995; 50:388-392.

46. Williams RL, Banner LH, Berry MM, Collins P, Dyson M, Dussek JE, Ferguson MWJ (eds). Gray’s Anatomy. 38th edn. Churchill Livingstone: New York, Edinburgh, London 1995: pp 1233-1236.

47. Widjicks EFM, Rotcester MN, Bernat JL, Lebanon NH. Letter to the Editor. Neurology 1999; 53:1369-1370.

48. Okamoto K, Sugimoto T. Return to spontaneous respiration in an infant who fulfilled criteria to determine brain death. Pediatrics 1995; 96: 518-520.

49. Zamperetti N, Bellomo R, Alberto Defanti C, Latronico N. Irreversible apnoeic coma 35 years later. Towards a more rigorous definition of brain death? Intensive Care Medicine 2004; 30(9): 1715-1722.

50. Munari M, Zucchetta P, Crollo C et al. Confirmatory tests in the diagnosis of brain death: Comparison between SPECT and contrast angiography. Critical Care Medicine 2005; 33(9):2068-2073.

http://www.im-glyfadas.gr/01/05/01050010.asp

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&id=689:l-r-&catid=75:2008-11-30-20-34-47&Itemid=365

Ένας νέος εγκεφαλικά νεκρός ανέζησε

Συντάχθηκε απο τον/την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής ΈρευναςΘαύματα και Ιατρικά θέματα
Κυριακή, 18 Οκτώβριος 2009 12:12
Τη Λαμπροτρίτη 17-4-2001 τιμήθηκε με την επιβεβλημένη λαμπρότητα στηνΙερά Μονή Αγίου Ραφαήλ Γρίβας η μνήμη των νεοφανών αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης. Στη γιορτή προσήλθαν ο μαθητής Λυκείου Απόστολος Ιω. Γκαζέπης από την Τερπνή Νιγρίτας Ν. Σερρών με τη μητέρα του Ευσταθία και άλλους συγχωριανούς, και διηγήθηκε ενώπιον του Μητροπολίτου, των στρατιωτικών Αρχών, του Καθηγουμένου της Μονής και προσκυνητών το συγκλονιστικό προσωπικό θαύμα διασώσεως από δυστύχημα. Ιατρικώς ήταν αδύνατη και η παραμικρή περίπτωση ανανήψεως λόγω του εγκεφαλικού θανάτου που επήλθε μετά από βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Συγγενείς άλλων ασθενών έκαναν προσπάθεια να πείσουν τους γονείς για τη δωρεά οργάνων του! Όμως, η βαθειά πίστη της μητέρας που παρακαλούσε νυχθημερόν επί οκταήμερο τους νεοφανείς Αγίους έξω από την Εντατική συνέβαλε στην ανάνηψη και αποθεραπεία του υιού της, ο οποίος αξιώθηκε να δει και τους Αγίους. Τη συγκλονιστική διήγηση μαγνητοφώνησε ο διευθυντής του “Ράδιο­Επιλογές” Πολυκάστρου και τη μετέδωσε από τον τοπικό ραδιοσταθμό.

Στην ενυπόγραφη καταγραφή του φοβερού συμβάντος η κ. Ευσταθία Γκαζέπη, μητέρα του Αποστόλου, διηγείται τις τραγικές μέρες ως την ανάνηψη του γιου της. Ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής και της Αγίας Ειρήνης (5-5-2000) ο 17χρονος Απόστολος συγκρούσθηκε με το μηχανάκι του με ένα αυτοκίνητο. Από το Ε. Σ. Υ. Νιγρίτας τον διεκόμισαν επειγόντως στο Νοσοκομείο Σερρών. Αλλόφρων η μητέρα έσπευσε στο Νοσοκομείο και τον βρίσκει πάνω στο φορείο καθώς τον μετέφεραν για τον αξονικό τομογράφο. Δεν επέτρεψαν στη μητέρα να παρευρίσκεται, μόνο στον κουνιάδο της, στον οποίο μάλιστα είπαν ότι όλα ήταν κατεστραμμένα σαν να είχε πέσει βόμβα στον εγκέφαλό του (!), ήταν εγκεφαλικά νεκρός. Στον πατέρα του παιδιού τόνισαν ότι, αν κατόρθωναν να σταθεροποιήσουν την πίεση του εγκεφάλου χωρίς επιπλοκή, υπήρχε μια ελπίδα ανάνηψης.  Τον είχαν διασωληνωμένο, σε καταστολή. Τα πρώτα τρία εικοσιτετράωρα πολύ κρίσιμα.

Η μητέρα ξημερώθηκε προσευχόμενη στο Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους. Το πρωί ζήτησε και της έφεραν στο Νοσοκομείο βιβλία θαυμάτων του αγίου Ραφαήλ κι άρχισε να διαβάζει και να παρακαλεί συνέχεια μέρα νύχτα εκ περιτροπής μαζί με όσες συγγενείς και γειτόνισσες συμπαραστέκονταν. Στα ελάχιστα λεπτά που εισερχόταν στην Μ. Ε. Θ. σταύρωνε το γιό της με λαδάκια από προσκυνήματα διαφόρων Αγίων.

Τον ασθενή παρακολουθούσε ο νευροχειρουργός κ. Βόγας, τον οποίο μετακαλούσε η οικογένεια, καθώς το Νοσοκομείο δεν είχε δικό του νευροχειρουργό. Στο τρίτο εικοσιτετράωρο, η εγκεφαλική πίεση ανέβηκε, ο εγκέφαλος αιμορραγούσε, το παιδί χανόταν. Στην απελπισία τους θέλησαν να φέρουν κι άλλο γιατρό, παρ’ ότι ο νευροχειρουργός τους διαβεβαίωσε ότι δεν ήταν ζήτημα ιατρικής φροντίδος, αλλά επιδείνωσης της καταστάσεως. Κάλεσαν τον κ. Νικόλαο Μπασκίνη από την Θεσσαλονίκη. Και ο νέος γιατρός επιβεβαίωσε την κρίσιμη κατάσταση με τα αιματώματα, ιδίως στο πίσω μέρος του εγκεφάλου, με αμφίβολη την ανάνηψη. Υπήρχε μια μηδαμινή ελπίδα να κάνουν χειρουργική επέμβαση. Οι γονείς συγκατατέθηκαν. Διαπιστώθηκαν περισσότερα τραύματα από όσα έδειχνε η τομογραφία, ο εγκέφαλος ήταν πρησμένος, άφησαν ανοιχτό το κρανίο και περίμεναν την εξέλιξη. Το παιδί συνέχισε να βρίσκεται σε κώμα, με μηδανική πρόβλεψη σωτηρίας για τόσο σοβαρή κατάσταση. Όταν έφυγαν οι  νευροχειρουργοί, οι άλλοι γιατροί τους κάλεσαν να τους πουν ότι το παιδί ήταν εγκεφαλικά νεκρό.

Παρασκευή βράδυ, 7 μέρες από το δυστύχημα, τα τέστ εγκεφαλικού θανάτου ήταν θετικά. Η εφημερεύουσα γιατρός τους είπε να πάρουν κουράγιο, τουλάχιστον είχαν άλλο ένα παιδί, δυστυχώς ο Απόστολος έσβηνε, μόνο η καρδιά του κτυπούσε! Η μάνα του παιδιού με αβάσταχτο πόνο παρακαλούσε τον Κύριο να αναστήσει το παιδί της, όπως ανέστησε το Λάζαρο. Ένιωσε μέσα της μια φωνή, μια πληροφορία εσωτερική, να μην  απελπίζεται, όσο ανάπνεε ο Απόστολος. Όλο αυτό το διάστημα μέρα νύχτα οι γονείς, οι συγγενείς, οι συμμαθητές, οι γνωστοί προσεύχονταν για τον Απόστολο. Επικοινώνησαν με το Μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ στην Μυτιλήνη και με το Μοναστήρι μας στη Γρίβα και παρακάλεσαν να μνημονεύεται το όνομα του παιδιού. Την Τρίτη, που είχε μεσολαβήσει, η μητέρα πήγε στο Ναό της Παναγίτσας στις Σέρρες, όπου ψάλλεται παράκληση στους νεοφανείς Αγίους. Ο Ιερεύς της έδωσε βιβλίο με θαύματα της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας, διάβασε για την ανάνηψη ενός βαρύτερα τραυματισμένου και πήρε κουράγιο.

Το Σάββατο (13-5-2000), καθώς περίμενε για την ενημέρωση, ένιωσε νέα εσωτερική πληροφορία να κάνει κουράγιο, και το παιδί της θα γιατρευόταν. Πράγματι, από κείνη τη μέρα άρχισαν κάποια σχετικώς ευνοϊκά σημεία: 7 τεστ εγκεφαλικού θανάτου θετικά, 2 αρνητικά! Το μεσημέρι βελτιώθηκε περισσότερο η κατάσταση, τα μισά τεστ θετικά τα μισά αρνητικά! Σημαδιακά ενύπνια στενών συγγενικών προσώπων αναπτέρωναν τις ελπίδες τους για ουσιαστική βοήθεια της Παναγίας και των νεοφανών Αγίων. Η αδελφή της είδε τους τρεις Αγίους να της παραστέκονται στο διάδρομο έξω από την Εντατική και να της κάνουν ένεση με μια σύριγγα στη σπονδυλική στήλη, λέγοντας: Πήγαμε μέσα στον Απόστολο, τώρα αυτή χρειάζεται δύναμη. Και ο μικρός της γιος ο Ηλίας είδε τον αδελφό του να του λέει: Πάμε να ανάψουμε τα καντηλάκια στο Εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής. Πράγματι το είπε στη γιαγιά του, πήραν λάδι και πήγαν και τα άναψαν παρακαλώντας για τη ζωή του Απόστολου. Ο εγκεφαλικά νεκρός, ανέλπιστα για τα ιατρικά δεδομένα, άρχισε να συνέρχεται! Τα τεστ εγκεφαλικού θανάτου ήταν αρνητικά πλέον. Ξημερώματα εκείνης της μέρας μια άλλη θεία του είδε στον ύπνο της πως της τηλεφωνούσε μια άγνωστη γυναίκα για να της πει ότι ο Απόστολος ξύπνησε. Ποια είσαι εσύ; τη ρώτησε. “Είμαι η αγία Γλυκερία” αποκρίθηκε. Η Αγία γιορτάζει στις 13 Μαΐου!

Στο ενημερωτικό ιατρικό σημείωμα ο νευροχειρουργός κ. Ευάγγελος Βόγας αναφέρει τα εξής:

«… Από το ιστορικό που πήρα από τους εφημερεύοντες συναδέλφους, ο ασθενής κατά την άφιξή του στα Εξωτερικά Ιατρεία βρισκόταν σε συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση, αλλά είχε επαφή με το περιβάλλον, χωρίς να παρουσιάζει εστιακή νευρολογική σημειολογία. Κατά τη διάρκεια της εξέτασής του στον αξονικό τομογράφο, χρειάσθηκε να διασωληνωθεί, γιατί περιέπεσε σε κωματώδη κατάσταση. Στην αξονική τομογραφία εγκεφάλου, βρέθηκαν τα εξής: κάταγμα ινιακού οστού αριστερά με υποκείμενη θλάση στο αριστερό ημισφαίριο της παρεγκεφαλίδας, εκτεταμένες αιμορραγικές θλάσεις στον δεξιό μετωπιαίο λοβό και σύστοιχο λεπτό υποσκληρίδιο αιμάτωμα, παρεκτόπιση της μέσης γραμμής προς τα αριστερά και οι δεξαμενές της βάσης του εγκεφάλου ήταν κλειστές.

» Αποφασίζεται να αντιμετωπισθεί συντηρητικά και μεταφέρεται στην Μ. Ε. Θ.

Τοποθετείται καθετήρας μέτρησης ενδοκράνιας πίεσης, και από την τρύπα που διανοίγεται στην σκληρά μήνιγγα για να τοποθετηθεί ο καθετήρας ενδοπαρεγχυματικά, εξέρχεται ποσότητα του υποσκληριδίου αιματώματος. Η πρώτη μέτρηση ενδοκράνιας πίεσης είναι 42 mm Hg. Χορηγούνται υψηλές δόσεις πεντοθάλης για πρόκληση βαρβιτουρικού κώματος και η ΕΠ κρατιέται σε φυσιολογικά επίπεδα με ταυτόχρονη χορήγηση μαννιτόλης. Στις 7. 5. 2000 παρουσιάζει πολυουρία (24 lit/24ωρο βλάβη υποθαλάμου;), αλλά η ΕΠ ελέγχεται και οι κόρες είναι ισομεγέθεις και αντιδρώσες στο φως. » Τις απογευματινές ώρες της 8. 5. 2000, παρουσιάζει αύξηση της ΕΠ, η οποία πολύ δύσκολα ελέγχεται και η δεξιά κόρη δεν αντιδρά στα φωτεινά ερεθίσματα. Γίνεται επειγόντως νέα αξονική τομογραφία, στην οποία υπάρχουν τα εξής ευρήματα: πολλαπλές αιμορραγικές θλάσεις στο δεξιό μετωπιαίο λοβό και σύστοιχο υποσκληρίδιο αιμάτωμα, αιμορραγικές θλάσεις στον πόλο του δεξιού κροταφικού λοβού και σύστοιχο υποσκληρίδιο αιμάτωμα, παρεκτόπιση της μέσης γραμμής προς τα αριστερά και οι δεξαμενές της βάσης του εγκεφάλου κλειστές.

» Στις 9. 5. 2000 η δεξιά κόρη ανοίγει (μυδρίαση δεξιά) και η ΕΠ ανέρχεται στα 35 mm Hg. Μεταφέρεται στο χειρουργείο, όπου γίνεται κρανιοτομία και μερική αφαίρεση του τεθλασμένου δεξιού μετωπιαίου λοβού. Στο τέλος της επέμβασης ο εγκέφαλος σφύζει, η σκληρά μήνιγγα αφήνεται ανοιχτή, ενώ οι κόρες είναι σε μυδρίαση χωρίς αντίδραση στα φωτεινά ερεθίσματα… » Στις 12. 5. 2000 γίνονται οι δοκιμασίες εγκεφαλικού θανάτου και είναι όλες θετικές. Στις 13. 5. 2000 η μυδρίαση των κορών υποχωρεί και παρουσιάζουν αντίδραση στο φως. Σταδιακά μέχρι 16. 5. 2000 ο ασθενής παρουσιάζει δικές του αναπνοές, αντιδρά στις βρογχοαναρροφήσεις, παρουσιάζει μασητικές κινήσεις και προσπαθεί να ανοίξει τα μάτια του. 18. 5. 2000: έχει επαφή με το περιβάλλον, εκτελεί εντολές, κινεί και τα τέσσερα άκρα».

* * *

Όταν συνήλθε τελείως, παρουσίαζε μόνο ένα πρόβλημα στο αριστερό χέρι, λόγω του πολλαπλού τραυματισμού και των επεμβάσεων κατά τη διάρκεια θεραπείας στη Μ. Ε. Θ. Δεν μπορούσε να ανοίξει τα δάκτυλά του και είχε υπαισθησία. Επισκέφθηκαν αρκετούς γιατρούς. Ο νευρολόγος κ. Ηλίας Τσορλίνης (Εργαστήριο Κλινικής Νευροφυσιολογίας) συμπέρανε: «διάχυτη εκφύλιση του ωλενίου νεύρου ΑΡ στο αντιβράχιο, κάτω από το ύψος της έκφυσης του κλάδου για τον ωλένιο καμπτήρα του καρπού, χωρίς να υπάρχει το εστιακό block αγωγιμότητας». Ένα βράδυ ο ίδιος ο Απόστολος είδε τον διάκονο άγιο Νικόλαο να λέει απευθυνόμενος στον πατέρα του: — “Πήγατε σε τόσους γιατρούς· σε μένα γιατί δεν ήρθατε;” — “Πως θα το κάνεις εσύ καλά;” ρώτησε ο πατέρας — “Ξέρεις εσύ!” απάντησε ο Άγιος.  Σε δεύτερο ενύπνιό του ο Απόστολος είδε πως βρέθηκε ο ίδιος σ’ ένα εκκλησάκι και στο τέμπλο ήταν η κεφαλή του αγίου Ραφαήλ. Ο ίδιος δίσταζε να πλησιάσει. Τότε εμφανίστηκε ολόκληρος ο Άγιος, του είπε πόσες φορές είχε εκκλησιαστεί τον τελευταίο καιρό, έπειτα του έπιασε το χέρι λέγοντας μια προσευχή, και με το άγγιγμα αυτό το χέρι πήρε μια λάμψη. Σε λίγο καιρό αποκαταστάθηκε τελείως!

http://www.imgap.gr/file1/sthavmata.html#apostolosgazepis

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&catid=75%3A2008-11-30-20-34-47&id=691%3A2009-10-18-10-16-00&Itemid=365

Ταυτίζεται με το Τέλος ο Εγκεφαλικός Θάνατος;


Συντάχθηκε απο τον/την ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ
Κυριακή, 18 Οκτώβριος 2009 12:28
O θάνατος είναι ένα βιολογικό φαινόμενο και πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς, φυτικούς και ζωικούς. Τα κριτήρια του θανάτου, όμως, εί­ναι δυνατόν να είναι διαφορετικά για τους διά­φορους οργανισμούς. Το κατάλληλο κριτήριο θανάτου για τα θερμόαιμα ζώα είναι η οριστική διακοπή της κυκλοφορίας οξυγονωμένου αίμα­τος, η οποία ακολουθείται από απώλεια της ακεραιότητας των κυτταρικών μηχανισμών από τους οποίους εξαρτάται η ζωή και από την έναρξη της αποσύνθεσης.

Ο θάνατος των ανθρώπων είναι ένα αντι­κειμενικό βιολογικό φαινόμενο και είναι δυ­νατόν να ορισθεί ως η αμετάκλητη διακοπή της λειτουργίας του οργανισμού, θεωρουμέ­νου ως ενιαίου όλου. Το κατάλληλο κριτήριο διάγνωσης του θανάτου στον άνθρωπο είναι η μη αναστρέψιμη διακοπή της κυκλοφορίας οξυγονωμένου αίματος

Όπως είναι γνωστό, μέχρι το έτος 1968 το κριτήριο διάγνωσης του θανάτου του αν­θρώπου ήταν η μη αναστρέψιμη διακοπή της κυκλοφορίας του αίματος και της αναπνευστι­κής λειτουργίας. Το έτος 1968 η ad hoc επιτρο­πή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Harvard των ΗΠΑ (Ad hoc Harvard Committee) εισηγήθηκε την αποδοχή ενός νέου, νευρολογι­κού, κριτηρίου θανάτου. Σύμφωνα με το κριτή­ριο αυτό, νεκροί είναι οι ασθενείς οι οποίοι ευρί­σκονται σε βαθύ, μη αντιδρών, απνοϊκό κώμα και στους οποίους δεν υπάρχει «ευδιάκριτη» δρα­στηριότητα του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος («εγκεφαλικός θάνατος», «ε.θ.»).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο καθηγητής R. Adams -στον οποίο η προαναφερθείσα επι­τροπή ανέθεσε την εξεύρεση κατάλληλου νευ­ρολογικού κριτηρίου για το νέο (νευρολογικό) ο­ρισμό του θανάτου- έγραφε ότι στον «ε.θ.» υ­πάρχει πλήρης αδυναμία πρόσληψης ερεθισμά­των και απόκρισης σ’αυτά, η οποία αφορά όλες τις αποκρίσεις, δηλαδή του εγκεφάλου, του εγκεφαλικού στελέχους και του νωτιαίου μυελού. Ετσι, σύμφωνα με την επιτροπή του Harvard, οι «εγκεφαλικώς νεκροί» («ε.ν.») δεν εμφανίζουν κινήσεις ούτε οποιοδήποτε αντανακλαστικό.

” Ποιοι λόγοι επέβαλαν την αλλαγή της έννοιας του θανάτου;

Είναι πολύ ενδιαφέρον να γίνει γνωστό ότι οι λόγοι για τους οποίους η προαναφερθείσα επι­τροπή (Ad hoc Harvard Committee) εισήγαγε την έννοια του «ε.θ.» ήταν, πρώτον, για να ελατ­τωθεί το «φορτίο» των συγγενών και των Μο­νάδων Εντατικής θεραπείας (ΜEΘ) από τους ασθενείς αυτούς, οι οποίοι δεν είχαν προοπτική αποκατάστασης, και δεύτερον, γιατί, αν εξακο­λουθούσε να ισχύει το παλαιό κριτήριο θανά­του, θα υπήρχαν διαφωνίες για τη λήψη ζωτικών οργάνων από τους «ε.ν.» ασθενείς προς μετα­μόσχευση.

Ο πρόεδρος της ad hoc επιτροπής του Harvard, Henry Beecher, ήταν πολύ αποκαλυπτι­κός όταν έγραφε ότι η επιλογή του ορισμού του θανάτου είναι μια αυθαίρετη επιλογή και ότι ζωή είναι το να μπορείς να λειτουργείς.

Βλέπει επομένως σαφώς ο απροκατάληπτος μελετητής του θέματος ότι η έννοια του «ε.θ.», ως έννοια ταυτόσημη με το θάνατο, αναδύθηκε για καθαρά ωφελιμιστικούς λόγους. Εδώ πρέπει να λεχθεί ότι, ήδη από το 1959, Γάλλοι ιατροί εί­χαν μεν περιγράψει την κλινική εικόνα του απνοϊκού, βαθέος μη αντιδρώντος κώματος με τη μεγάλη αιμοδυναμική αστάθεια, αλλά δεν ταύτιζαν την κατάσταση αυτή με το θάνατο του ανθρώπου.

Κριτήρια για τον ορισμό του «ε.θ.»: Τα κριτήρια της επιτροπής του Harvard υπέστη­σαν τροποποιήσεις, και έτσι το 1981 ειδική ε­πιτροπή εμπειρογνωμόνων επί του θανάτου στις ΗΠΑ εισήγαγε τον «ενιαίο» ορισμό του θανάτου, σύμφωνα με τον οποίο ένας άν­θρωπος είναι νεκρός είτε με βάση το παλαιό καρδιο-αναπνευστικό κριτήριο είτε με βάση τη μη αναστρέψιμη απώλεια όλων των λει­τουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου, συ­μπεριλαμβανομένων και εκείνων του εγκε­φαλικού στελέχους. Το 1971 εξάλλου, δύο νευροχειρουργοί στις ΗΠΑ (Mohandas & Chou) εισηγήθηκαν ότι η απώλεια των λει­τουργιών μόνο του εγκεφαλικού στελέχους είναι αναγκαία και επαρκής συνθήκη για να χαρακτηρισθεί ο άνθρωπος «ε.ν.». Την τελευ­ταία αυτή άποψη ασπάστηκε, με δύο διαδοχικές αποφάσεις της, τη δεκαετία του 1970, και η «αγ­γλική σχολή», αλλά και η χώρα μας, τόσο πα­λαιότερα όσο και πλέον πρόσφατα με το νόμο 2737/1998.

Σύμφωνα με το θεωρητικό της «αγγλικής σχο­λής» C. Pallis, «ο θάνατος ορίζεται ως η μη ανα­στρέψιμη απώλεια της ικανότητας για αυτόμα­τη αναπνοή σε συνδυασμό με τη μη αναστρέψι­μη απώλεια της ικανότητας για συνείδηση».

Από ετών, τέλος, συζητείται η καθιέρωση της θεωρούμενης απώλειας των ανώτερων διανοη­τικών λειτουργιών και της συνείδησης του αν­θρώπου ως αναγκαίου και επαρκούς κριτηρίου θανάτου, χωρίς να εξετάζεται εάν υπάρχουν φυτικές λειτουργίες στους ασθενείς αυτούς (higher brain formulation of death). Σύμφωνα με τους εισηγητές αυτού του κριτηρίου του θανά­του, ο θάνατος θα πρέπει ν’ αντανακλά το θά­νατο του ανθρώπου ως προσώπου μάλλον, πα­ρά το θάνατο του ανθρώπου ως οργανισμού.

Εάν επικρατήσει αυτό το κριτήριο για τη διά­γνωση του «ε.θ.»,τότε νεκροί θα θεωρούνται ό­χι μόνον οι «ε.ν.», αλλά και οι ασθενείς οι οποίοι ευρίσκονται σε μόνιμη φυτική κατάσταση και, ενδεχομένως, όλοι οι βαριά απνοϊκοί ασθενείς, των οποίων η προσωπικότητα έχει πλήρως απο­διοργανωθεί.

Ενστάσεις στην έννοια του «ε.θ.»: Μολο­νότι η έννοια του «ε.θ.» έχει γίνει αποδεκτή από πλείστους ερευνητές σ’ όλο τον κόσμο, έχουν εκ­φρασθεί και αντίθετες απόψεις, τόσο παλαιότε­ρα όσο και πρόσφατα. Έτσι έχει υποστηριχθεί ό­τι η έννοια του «ε.θ.», τόσο αυτή που στηρίζεται στη (θεωρούμενη) μη αναστρέψιμη απώλεια μόνο των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέ­χους (Αγγλία, Ελλάδα) όσο και αυτή που στηρί­ζεται στη (θεωρούμενη) μη αναστρέψιμη απώ­λεια όλων των λειτουργιών ολόκληρου του ε­γκεφάλου (ΗΠΑ), είναι μια έννοια χωρίς ακριβή κλινική ή παθολογοανατομική βάση και γι’ αυτόν το λόγο τα κριτήρια διαγνώσεώς του είναι αυ­θαίρετα, και ότι οι «ε.ν.» δωρητές οργάνων, με οποιοδήποτε εκ των προαναφερθέντων κριτη­ρίων, δεν είναι νεκροί.

Ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανε­πιστημίου του Harvard, Robert Truog, υποστηρί­ζει ότι η έννοια του «ε.θ.» παραμένει ασυνάρτη­τη στη θεωρία και συγκεχυμένη στην πράξη, ενώ ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι ο «ε.θ.» είναι έννοια διαφορετική απ’ εκείνη του θανάτου του ανθρώπου και ότι επινοήθηκε για την απόκτηση οργάνων για μεταμοσχεύσεις. Την ίδια θέση, ότι δηλαδή η αιτία της εφεύρεσης (ή επινόησης) του «ε.θ.» ήταν η ανάγκη για εξοικονόμηση ορ­γάνων για μεταμοσχεύσεις, διατυπώνει πρό­σφατα και ο εκδότης του παγκοσμίως γνωστού ιατρικού περιοδικού «British Medical Journal».

«Εγκεφαλικώς νεκροί» ασθενείς που υποστη­ρίζονται σε ΜΕΘ διατηρούν τη λειτουργία της κυκλοφορίας του αίματος και διάφορες υπολει­πόμενες λειτουργίες του ΚΝΣ, αφομοιώνουν τροφές, διατηρούν τις λειτουργίες της ούρησης και της αφόδευσης, επουλώνουν τραύματα, κυοφορούν (έχουν παραμείνει μέχρι 3,5 μήνες στις ΜΕΘ) και γεννούν με καισαρική τομή βιώσι­μα νεογνά.

” Υπάρχουν υπολειπόμενες λειτουργίες του εγκεφάλου σε «ε.ν.» ασθενείς;

Κατά τη διάρκεια των 34 ετών αφ’ ότου ως νέο κριτήριο θανάτου ορίστηκε η έννοια του «ε.θ.» έχουν υπάρξει πάρα πολλές μαρτυρίες  σύμφωνα με τις οποίες έχουν παρατηρηθεί σε «ε.ν.» ασθενείς τα παρακάτω:

v     Ύπαρξη υποθαλαμικών-ενδοκρινικών λει­τουργιών, όπως π.χ. διατήρηση του ισοζυγίου του ύδατος, διατήρηση σταθερής της θερμοκρασίας του ασθενούς κ.λπ.

v     Διατήρηση σταθερής αιμοδυναμικής κα­τάστασης, συνήθως για λίγες ημέρες και σπανιότερα για εβδομάδες ή και μήνες.

v     Διατήρηση πραγματικής ηλεκτροεγκεφαλογραφικής δραστηριότητας, η οποία επέ­μενε μέχρι 168 ώρες από τη διάγνωση του «ε.θ.». Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις υ­πάρχει πραγματική ηλεκτροεγκεφαλογραφική δραστηριότητα τουλάχιστον για λίγες ημέρες, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν δυ­νατόν ν’ αναδειχθεί η ύπαρξη εγκεφαλικής αιματικής ροής.

v     Ύπαρξη εγκεφαλικής αιματικής ροής, η οποία αναδεικνύεται καλύτερα με τη χορήγηση λιπόφιλων ραδιοφαρμάκων, τα οποία προσλαμβά­νονται από ζωντανά εγκεφαλικά κύτταρα (Τc99m-HMPAO) στα εγκεφαλικά ημισφαίρια, στην παρεγκεφαλίδα και το εγκεφαλικό στέλεχος ή στα βασικά γάγγλια του εγκεφάλου.

v     Μερικοί «ε.ν.» ασθενείς, κατά τη διάρκεια της χειρουργικής τομής για λήψη των οργάνων τους, εμφανίζουν σαφή αιμοδυναμική απόκρι­ση, υπό την έννοια ανάπτυξης ταχυκαρδίας και αύξησης της συστηματικής αρτηριακής πίεσης. Έχει επίσης παρατηρηθεί σε «ε.ν.» ασθενείς ά­νοιγμα των οφθαλμών με ελάχιστη ανύψωση των βλεφάρων (ώστε ν’ αποκαλύπτεται η αρχή της ίριδας) σαν απάντηση σε επώδυνα ερεθί­σματα.

v     Πολλοί «ε.ν.» ασθενείς (μέχρι 75%) εμφανί­ζουν αυτόματες κινήσεις (αργή ανύψωση των βραχιόνων – ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο – ρυθμική κάμψη του ισχίου και του γόνατος, στροφή της κεφαλής προς τη μία πλευρά, σταύ­ρωμα των χειρών στο στήθος, κινήσεις των χει­ρών προς τον τράχηλο και την κάτω γνάθο, προσπάθεια να καθίσουν στο κρεβάτι τους κ.λπ.) συνήθως λίγα λεπτά μετά την προσωρινή ή οριστική αποσύνδεση από τον αναπνευστήρα, ακόμη όμως και στο νεκροτομείο.

Οι κινήσεις αυτές, που ονομάζονται «σημείο του Λαζάρου», έχουν χαρακτηρισθεί «σύνθε­τες νωτιαίες αποκρίσεις» ή «σύνθετα νωτιαία αντανακλαστικά», αλλά Αμερικανοί ερευνητές σχολιάζουν ότι δεν πρόκειται περί γνωστών α­ντανακλαστικών. Επιπροσθέτως, τόσο σύμφω­να με τα κριτήρια της επιτροπής του Ηarvard ό­σο και με τα κριτήρια της Μinnesota, δεν πα­ρατηρούνται αυτόματες κινήσεις σε «ε.ν.» α­σθενείς.

Το πλέον ενδιαφέρον είναι ότι οι κινήσεις αυ­τές χαρακτηρίστηκαν σχετικώς πρόσφατα, από τον καθηγητή Fred Plum, «συντονισμένες», «ημισκόπιμες» και «ημικατευθυνόμενες», διότι δίνουν σαφώς την εντύπωση ότι ενέχουν κάποιο σκο­πό. Επειδή μάλιστα οι κινήσεις αυτές είναι «ενο­χλητικές», όταν συμβαίνουν κατά την εγχείρηση για λήψη οργάνων από «ε.ν.» ασθενείς, συνι­στάται να χορηγούνται παραλυτικά φάρμακα, για να μην εκλύονται οι κινήσεις αυτές.

v     Έχει παρατηρηθεί σε «ε.ν.» η ύπαρξη ορισμέ­νων αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέ­χους, όπως είναι το αντανακλαστικό του μασητήρος, το στοματικό αντανακλαστικό, πλέον δε πρόσφατα και άλλες κινήσεις, αλλά συχνά και δακρύρροια κατά τη διάρκεια της τομής για λή­ψη οργάνων από τους ασθενείς αυτούς. Τα ευ­ρήματα αυτά ακυρώνουν τη διάγνωση του «ε.θ.», δεδομένου ότι το εγκεφαλικό στέλεχος στους «ε.ν.» θεωρείται νεκρό, ενώ δεν είναι, α­φού παρατηρούνται αντανακλαστικά τα οποία εδράζονται στο εγκεφαλικό στέλεχος.

v     Για τη διάγνωση του θανάτου του εγκεφαλικού στελέχους ελέγχονται έξι αντανακλαστικά, από τα οποία σπουδαιότερο είναι το αντανα­κλαστικό της άπνοιας, που ελέγχεται με τη δοκι­μασία της άπνοιας. Η δοκιμασία της άπνοιας στηρίζεται σε ανεπαρκή δεδομένα και είναι δυνατόν να είναι καθεαυτήν βλαπτική για έ­να ήδη τόσο βεβλαμμένο εγκέφαλο ή ακόμη είναι δυνατόν ν’ αποδειχθεί θανατηφόρος. Δεδομένου μάλιστα ότι η προαναφερθείσα δοκιμασία δεν έχει δυνητικό όφελος για τον ελεγχόμενο ασθενή, θεωρείται ότι η χρησι­μοποίηση της είναι σαφώς ανήθικη.

Ο ουδός (το κατώφλι) του διοξειδίου του άνθρακος στο αρτηριακό αίμα, για να χα­ρακτηριστεί η δοκιμασία αυτή θετική (παθο­λογική), είναι τα 50mm Ηg στην Αγγλία, τα 50-55 στον Καναδά, τα 60 στις ΗΠΑ, ενώ πρόσφατα γίνεται σύσταση ο ουδός αυτός να είναι μεγαλύτερος από 100 mmHg, διότι υπήρξαν περιπτώσεις «ε.ν.» ασθενών οι οποί­οι εμφάνισαν αυτόματη αναπνοή σε τιμές διοξειδίου του άνθρακος πολύ πάνω από τα 60 mm Hg30. Και ο χρόνος όμως της απνοϊκής ο­ξυγόνωσης του ασθενούς ποικίλλει στα διάφο­ρα πρωτόκολλα από 3-20 min.

Περαιτέρω, όπως αναγράφεται πρόσφατα, στο 41 % των χωρών ανά τον κόσμο (και στην Ελλάδα) η δοκιμασία της άπνοιας δεν εκτελεί­ται επαρκώς σωστά (σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αμερικανικής Νευρολογικής Ακαδημίας).

v     Εχει παρατηρηθεί η ύπαρξη προκλητών δυνα­μικών του εγκεφαλικού στελέχους σε μικρό α­ριθμό «ε.ν.» ασθενών, εύρημα το οποίο επίσης ακυρώνει τη διάγνωση του «θανάτου του εγκε­φαλικού στελέχους».

Τέλος, σε μικρό αριθμό «ε.ν.» παιδιατρικών α­σθενών έχει πράγματι παρατηρηθεί μερική α­νάκτηση των λειτουργιών του ΚΝΣ, η οποία δια­τηρήθηκε από λίγες ημέρες μέχρι λίγους μήνες.

” Υπάρχει συνείδηση στους «ε.ν.» ασθενείς;

Σύμφωνα με την κλασική Νευρολογία η συ­νείδηση του ανθρώπου διακρίνεται στην εγρήγορση («arousal») και στο περιεχόμενο της συ­νείδησης (content of consciousness). Σύμφωνα εξάλλου με τον προαναφερθέντα ορισμό του C. Pallis, ο οποίος ισχύει και στην Ελλάδα, ο θά­νατος ορίζεται ως «η οριστική απώλεια της ικα­νότητας για συνείδηση, σε συνδυασμό με την ο­ριστική απώλεια της ικανότητας για αυτόματη αναπνοή». Πρέπει να διευκρινισθεί ότι «η οριστι­κή απώλεια της ικανότητας για συνείδηση», ό­πως διευκρινίζεται από τον εισηγητή της C. Pallis, αφορά μόνο την εγρήγορση.

Το περιεχόμενο της συνείδησης δεν είναι δυ­νατόν να επισκοπηθεί και να ελεγχθεί σήμερα α­πό την Ιατρική επιστήμη με οποιαδήποτε ιατρική δοκιμασία, διότι αυτό είναι μια υποκειμενική ε­μπειρία. Ο περιορισμός αυτός ισχύει πολύ πε­ρισσότερο στις περιπτώσεις των «ε.ν.» ασθενών, όπου φαίνεται ότι η εγρήγορση είναι καταργη­μένη και επομένως δεν υπάρχει πρόσβαση στο περιεχόμενο της συνείδησης.

Aξίζει να σημειωθεί ότι, υπ’ αυτές τις προϋπο­θέσεις, ο προαναφερθείς ισχύων ορισμός του θανάτου στη χώρα μας είναι δυνατόν να είναι επαρκής για ζώα, τα οποία κατά τεκμή­ριο στερούνται του περιεχομένου της συνεί­δησης (υπό την έννοια των προσωπικών αυτοσυνείδητων εμπειριών, σκέψεων, γνώσεων που έχουν αποκτηθεί, αποφάσεων, σχεδίων και μελλοντικών επιδιώξεων, αισθημάτων κ.λπ.), αλλ’; όχι για ανθρώπους, αφού δεν ε­ξετάζεται το τι συμβαίνει με το περιεχόμενο της συνείδησης.

Από τα προαναφερθέντα γίνεται φανερό ότι η διάγνωση του θανάτου του ανθρώπου «στηρίζεται» σε μια αναπόδεικτη υπόθεση, ό­τι δηλαδή δεν υπάρχει περιεχόμενο της συ­νείδησης, ενώ αυτό δεν είναι δυνατόν ν’ απο­δειχθεί.

Στο Β’ Παγκόσμιο Συμπόσιο για τον «ε.θ.», το οποίο έγινε το 1996, τονίσθηκε από τη γερμανι­κή αντιπροσωπεία ότι «ασθενείς σε βαθιά κω­ματώδη κατάσταση με κατεστραμμένο εγκεφα­λικό στέλεχος, που πληρούσαν όλα τα κριτήρια θανάτου του εγκεφαλικού στελέχους αλλά με διατηρημένα τα εγκεφαλικά ημισφαίρια, θα ή­ταν δυνατόν να σκεφθούν, αισθανθούν κ.λπ.».

Οι σημαντικές εξάλλου δυσχέρειες στην ορθή διάγνωση του «ε.θ.» καταδεικνύονται από το γεγονός ότι, σύμφωνα με τους Goudreau και συν., λιγότερο από 15% των ιατρών εκτελούσαν επαρκώς τη βασική, για τη διάγνωση του «ε.θ.», δοκιμασία της άπνοιας στο Colorado και την California και ότι, σύμφωνα με τον καθηγητή Wijdicks, σε σύνολο 93 «ε.ν.» παιδιών, τα οποία νοσηλεύονταν σε ΜΕΘ στις ΗΠΑ, στο 22% εξ αυτών η διάγνωση του «ε.θ,» ήταν εσφαλμένη.

Απ’ όλα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι ο «ε.θ.» δεν ταυτίζεται με το θάνατο του ανθρώπου. Το συμπέρασμα αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι στους «ε.ν.» ασθενείς υπάρχουν υπολειπόμενες λειτουργίες του εγκεφάλου και σχεδόν πλήρεις λειτουργίες του υπόλοιπου σώματος με την κα­τάλληλη υποστήριξη στις ΜΕΘ και ότι η διά­γνωση του «ε.θ.», τουλάχιστον στο μέρος που α­φορά τη μη ύπαρξη περιεχομένου της συνείδη­σης, στηρίζεται σε μια αναπόδεικτη υπόθεση.

«Εγκεφαλικός θάνατος» και μεταμοσχεύσεις οργάνων

Όπως έγινε εμφανές από το πρώτο δημοσίευ­μα της ad hoc επιτροπής του Harvard, το 1968, για το θέμα του «ε.θ.» και επιβεβαιώθηκε και στην Ελλάδα με τους σχετικούς νόμους που α­κολούθησαν, η έννοια του «ε.θ.» συνδέθηκε εξαρχής με τις μεταμοσχεύσεις. Όπως μάλιστα προαναφέρθηκε, διάφοροι ερευνητές θεωρούν ότι ο «ε.θ.» είναι έννοια διαφορετική απ’ ε­κείνη του θανάτου του ανθρώπου και ότι ε­πινοήθηκε για την απόκτηση οργάνων για μεταμοσχεύσεις.

Άλλοι θεωρούν ότι αποδεκτές είναι μόνον οι μεταμοσχεύσεις που γίνονται αφιλοκερ­δώς, από υγιείς δωρητές εν ζωή, και αφο­ρούν είτε διάφορους ιστούς είτε τον ένα νεφρό, τμήμα του ήπατος ή των πνευμό­νων. Οι προαναφερθείσες μεταμοσχεύσεις προϋποθέτουν, οπωσδήποτε, την ελεύθερη συγκατάθεση του δωρητή, αφού προηγη­θεί ενημέρωση για τις πιθανές βραχυπρό­θεσμες ή μακροπρόθεσμες συνέπειες αυ­τής της δωρεάς,

Η χώρα μας είναι από τις πρώτες χώρες σ’ αυτού του είδους τις μεταμοσχεύσεις, οι οποί­ες χαρακτηρίζονται από υψηλό αίσθημα φι­λαλληλίας και αγάπης για τον πάσχοντα συνάν­θρωπο. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι σε πρόσφατη έκκληση από τα Μέσα Μαζικής Ενη­μέρωσης προσφέρθηκαν τέσσερις εθελοντές να δωρίσουν τμήμα του ήπατος τους σε παιδάκι που το είχε άμεση ανάγκη. Με έκπληξη, όμως, οι υπο­ψήφιοι δωρητές πληροφορήθηκαν ότι ο ισχύων νόμος στη χώρα μας, ο 2737/1999, δεν επιτρέπει μεταμοσχεύσεις από μη συγγενείς δωρητές.

Οι μεταμοσχεύσεις, όμως, από «εγκεφαλικώς νεκρούς» προσκρούουν στο ηθικό δίλημμα ότι οι ασθενείς αυτοί, σύμφωνα με τα προανα­φερθέντα, δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρι­σθούν νεκροί. Βέβαια, κάθε κοινωνία είναι δυ­νατόν να νομοθετεί και να μεταθέτει τα όρια της ζωής και του θανάτου κατά το δοκούν, με την προϋπόθεση, όμως, ότι έχει ενημερώσει ε­παρκώς τους πολίτες της και έχει εξασφαλίσει τη συγκατάθεση τους.

Φρονούμε ότι και στην προκειμένη περίπτωση, η έλλειψη κλινών στις ΜΕΘ και η έλλειψη οργά­νων για μεταμοσχεύσεις δεν αποτελούν επαρ­κείς λόγους για αλλαγή της έννοιας του θανά­του, διότι το τίμημα αυτού του εγχειρήματος εί­ναι ανυπολόγιστο. Οι προτάσεις που έχουν γίνει για νομοθετική ρύθμιση της αγοραπωλησίας και άλλων οικονομικών συναλλαγών, που αφορούν τη διάθεση ανθρωπίνων οργάνων, ίσως δεν εί­ναι οι σοβαρότερες συνέπειες. Σε διάφορες χώ­ρες έχει ήδη νομοθετηθεί η «τεκμαιρόμενη συ­ναίνεση», ενώ υποστηρίζεται και η άποψη ότι τα όργανα των πολιτών αποτελούν «εθνικό πλού­το» και επομένως είναι στη διάθεση, με την κα­θιέρωση σχετικής νομοθεσίας, των εκάστοτε κρατούντων!!!

Η πρόσφατα εφαρμοζόμενη πρακτική των με­ταμοσχεύσεων από «δωρητές», των οποίων έ­χει σταματήσει η καρδιακή λειτουργία (nonheart beating donors) είτε αυτόματα (χωρίς να έχει γίνει προσπάθεια καρδιοπνευμονικής αναζω­ογόνησης) είτε κατόπιν άρσης της θεραπευτικής αγωγής του ασθενούς (με τη συγκατάθεση του ίδιου ή του περιβάλλοντος του) συνιστά στην πραγματικότητα μία συγκεκαλυμμένη μορφή ευθανασίας σε συνδυασμό με την «τεκμαιρόμε­νη συναίνεση», σε ορισμένες τουλάχιστον περι­πτώσεις.

Εάν, τέλος, επικρατήσει, όπως διαφαίνεται, ως κριτήριο «ε.θ.» η θεωρούμενη απώλεια των α­νώτερων διανοητικών λειτουργιών και της προ­σωπικότητας του ανθρώπου, τότε θα χαρα­κτηρίζουμε νεκρούς -και θα χρησιμοποιούνται ως «αναλώσιμα υλικά»- ακόμη και ασθενείς που έχουν δική τους αυτόματη αναπνοή. Ήδη, άλλωστε, ο όρος «υλικό» άρχισε να χρησιμο­ποιείται για τα έμβρυα, με σκοπό τη νομική κά­λυψη των πειραμάτων για δημιουργία οργά­νων με την τεχνική της (θεραπευτικής) κλωνοποίησης!

Είναι επαρκώς ενημερωμένες οι συντεταγμέ­νες εξουσίες, αλλά και οι Έλληνες πολίτες, για ό­λες αυτές τις δυνητικές συνέπειες;

πηγή: http://www.alopsis.gr

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&catid=75%3A2008-11-30-20-34-47&id=693%3A2009-10-18-10-30-57&Itemid=365

«Ξύπνιος» ήταν άνδρας που νόμιζαν ότι βρισκόταν σε κώμα για 23 χρόνια

Συντάχθηκε απο τον/την news.bbc.co.uk – troktiko.blogspot.com/
Δευτέρα, 07 Δεκέμβριος 2009 01:12

Ένας άνδρας από το Βέλγιο που θεωρείτο ότι βρισκόταν σε κώμα για 23 χρόνια, είχε πλήρη συνείδηση, όπως αποκαλύφθηκε σε πρόσφατη ιατρική μελέτη…

Οι γιατροί θεωρούσαν ότι ο Ρομ Χούμπεν είχε πέσει σε κώμα μετά τον τραυματισμό του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 1983.

Ωστόσο, το 2006 ένα εγκεφαλογράφημα αποκάλυψε ότι ο εγκέφαλος του κ. Χούμπεν λειτουργούσε πλήρως. Από τότε επικοινωνεί χρησιμοποιώντας ένα ειδικό πληκτρολόγιο που συνδέεται με το καροτσάκι του.

Η υπόθεση είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, όταν ο γιατρός Στίβεν Λόρεϊς από το πανεπιστήμιο της Λιέγης έγραψε μία επιστημονική μελέτη για την υπόθεση.

Μιλώντας στο BBC, ο κ. Χούμπεν είπε ότι αρχικά, όταν τον θεωρούσαν «φυτό» ένιωθε θυμωμένος και απόλυτα ανήμπορος, αλλά στη συνέχεια έμαθε να ζει σε αυτή την κατάσταση.

«Ήξερα τι μπορούσα να κάνω αλλά οι υπόλοιποι είχαν μία αξιολύπητη εικόνα για μένα. Έπρεπε να μάθω να είμαι υπομονετικός», όπως ανέφερε.

Σύμφωνα με τον δρ Λόρεϊς, περίπου στο 40% των περιπτώσεων ανθρώπων που κατατάσσονται ως «φυτά», πιο λεπτομερείς εξετάσεις αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν ενδείξεις συνειδητότητας. Ζ

Τρίτη, 24 Νοεμβρίου 2009

http://troktiko.blogspot.com/2009/11/23_24.html

‘Coma’ man conscious for 23 years

A Belgian man who doctors thought was in a coma for 23 years was conscious all along, it has been revealed.

Medical staff believed Rom Houben had sunk irretrievably into a coma after he was injured in a car crash in 1983.

A doctor at Belgium’s University of Liege who discovered that Mr Houben had been misdiagnosed said his case was not an isolated one.

“I was shouting, but no-one could hear me,” Mr Houben, now 46, was quoted as saying by a German magazine.

According to Der Spiegel, Mr Houben, who can now communicate by using a special keyboard, has described how his body did not respond when he woke up after the accident.

Second birth

He has also said that he felt powerless as doctors and nurses tried to speak to him before giving up hope, and that he “dreamt the time away” as the years passed.

It was only in 2006 that a scan revealed that though Mr Houben was paralysed, his brain was in fact almost entirely functioning.

“I will never forget the day they discovered me,” Mr Houben was quoted as saying. “It was like a second birth.”

Mr Houben’s story was revealed in a paper written by Steven Laureys, a doctor at Liege University who wrote a recent paper that detailed the case.

In it, Mr Laureys said that in about 40% of cases in which people are classified as being in a vegetative state, closer inspection reveals signs of consciousness.

Story from BBC NEWS:
http://news.bbc.co.uk/go/pr/fr/-/2/hi/europe/8375326.stm

Published: 2009/11/23 18:52:34 GMT

© BBC MMIX

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&catid=75%3A2008-11-30-20-34-47&id=1006%3Alr———-23–coma-man-conscious-for-23-y&Itemid=365

Δωρεά οργάνων, η Απάτη με αποδείξεις: «Ο “εγκεφαλικός θάνατος” δεν είναι θάνατος» (Διακήρυξη επιστημόνων)

Των: Paul A. Byrne, πρώην Προέδρου του Ιατρικού Συλλόγου Ρωμαιοκαθολικών, Cicero G. Coimbra, Καθηγητού Κλινικής Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο στη Βραζιλία, Robert Spaemann, Ομοτίμου Καθηγητού Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, Mercedes Arzú Wilson, Προέδρου του Αμερικανικού Ιδρύματος για την Οικογένεια και της Παγκόσμιας Οργάνωσης για την Οικογένεια.

Εισαγωγή

Στις 3 και 4 Φεβρουαρίου του 2005, η Παπική Ακαδημία Επιστημών σε συνεργασία με την Παγκόσμια Οργάνωση για την Οικογένεια, φιλοξένησαν Συνδιάσκεψη στο Βατικανό με θέμα τα «Σημεία του Θανάτου».

Το παρόν κείμενο είναι βασισμένο στις εργασίες που υποβλήθηκαν στην Παπική Ακαδημία Επιστημών, καθώς και στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα κατά τη διημερίδα εκεί.
Η Συνδιάσκεψη συνεκλήθη από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β΄ με σκοπό την επανεξέταση των σημείων του θανάτου και την επαλήθευση, σε καθαρά επιστημονικό επίπεδο, της εγκυρότητας των κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου».

Σε μήνυμά του προς την Ακαδημία Επιστημών, ο Πάπας δήλωσε το Φεβρουάριο του 2005 ότι υποστηρίζει την πρακτική της μεταμοσχεύσεως οργάνων μόνο από νεκρούς και προειδοποίησε ότι οι μεταμοσχεύσεις είναι αποδεκτές μόνον, όταν διεξάγονται με τρόπο που εγγυάται το σεβασμό προς τη ζωή και τον άνθρωπο.

Το υπόβαθρο

Το 1968 τα κριτήρια του Χάρβαρντ για τον καθορισμό του «εγκεφαλικού θανάτου», δημοσιεύθηκαν στην Επιθεώρηση του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου με τον τίτλο «Ορισμός του μη αναστρέψιμου κώματος». Αυτό το άρθρο εστερείτο αποδεικτικών στοιχείων, τόσο από πλευράς επιστημονικής έρευνας, όσο και από πλευράς περιπτώσεων ασθενών. Γι’ αυτό και η πλειονότητα των επιστημόνων στη Συνδιάσκεψη της Ρώμης, δήλωσαν ότι τα κριτήρια του Χάρβαρντ δεν είχαν επιστημονική εγκυρότητα.

Το 2002 δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα παγκόσμιας έρευνας στη Νευρολογία, σύμφωνα με τα οποία «δεν υπάρχει παγκόσμια ομοφωνία για τα διαγνωστικά κριτήρια» και αναγνωρίζεται η ύπαρξη «άλυτων θεμάτων παγκοσμίως».
Πράγματι, μεταξύ 1968 και 1978 κοινοποιήθηκαν τουλάχιστον 30 ανόμοια σετ κριτηρίων, στα οποία έκτοτε έχουν προστεθεί πολύ περισσότερα. Κάθε νέο σετ κριτηρίων τείνει να είναι λιγότερο αυστηρό από τα προηγούμενα και κανένα δεν βασίζεται στην επιστημονική μέθοδο της παρατήρησης και της επαληθεύσιμης υπόθεσης.
Πολλοί ιατροί, οι οποίοι αισθάνονται ότι παραβιάζεται ο Ιπποκρατικός Όρκος με την αποδοχή τόσο διαφορετικών μεταξύ τους κριτηρίων, αισθάνονται την ανάγκη να αποκαλύψουν την πλάνη του «εγκεφαλικού θανάτου», διότι διακυβεύεται η καλή φήμη του ιατρικού επαγγέλματος.

Φιλοσοφικοί στοχασμοί

Στην παρουσίασή του στην Παπική Ακαδημία Επιστημών ο Robert Spaemann, διακεκριμένος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, παρέθεσε τα λόγια του Πάπα Πίου του ΙΒ΄, ο οποίος διεκήρυττε ότι «η ανθρώπινη ζωή συνεχίζεται όταν οι βασικές λειτουργίες της εκδηλώνονται ακόμα και με τη βοήθεια τεχνητών διαδικασιών».

Ο καθηγητής Spaemann επεσήμανε ότι «η επιστήμη δεν προϋποθέτει πλέον τη φυσιολογική κατανόηση της ζωής και του θανάτου. Στην πραγματικότητα ακυρώνει τη φυσιολογική ανθρώπινη αντίληψη, ονομάζοντας νεκρά, ανθρώπινα όντα που γίνεται αντιληπτό ότι ζουν ακόμη.
Αυτή η νέα προσέγγιση στον ορισμό του θανάτου», συνέχισε ο Γερμανός επιστήμονας, «αντικατοπτρίζει διαφορετικές προτεραιότητες. Δεν είναι πια το όφελος του ασθενούς που βρίσκεται αντιμέτωπος με το θάνατο, αλλά τα συμφέροντα άλλων ανθρώπων που ανακηρύττουν νεκρό, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, τον άνθρωπο που πεθαίνει. Αυτά τα συμφέροντα δεν είναι τα συμφέροντα του ασθενούς, αφού στοχεύουν στο να τον εξουδετερώσουν, ως υποκείμενο των δικών του συμφερόντων, το ταχύτερο δυνατόν».

Ο καθηγητής Spaemann παρέθεσε ακόμη τα λόγια Γερμανού αναισθησιολόγου: «Οι “εγκεφαλικά νεκροί” δεν είναι νεκροί, αλλά ασθενείς αντιμέτωποι με το θάνατο».

Ιατρικές αποδείξεις

Ο Dr Paul Byrne, νεογνολόγος από το Οχάϊο, κατέθεσε: «Όλα τα σημεία ζωής των δοτών είναι ακόμη παρόντα πριν τη λήψη των οργάνων· για παράδειγμα: Σταθερή θερμοκρασία σώματος και πίεση, η καρδιά χτυπάει, τα ζωτικά όργανα, όπως το συκώτι και τα νεφρά, λειτουργούν και ο δότης αναπνέει με τη βοήθεια αναπνευστήρα».
Και συνέχισε: «Μετά τον πραγματικό θάνατο τα μη διπλά ζωτικά όργανα δεν μπορούν να μεταμοσχευθούν. Αλλά η σημαντική ερώτηση είναι: Είναι ηθικά επιτρεπτό να τερματισθεί μια ζωή για να σωθεί μία άλλη; Στην ιατρική προστατεύουμε, διατηρούμε, παρατείνουμε τη ζωή και αναβάλλουμε το θάνατο. Ο στόχος μας είναι να διατηρήσουμε σώμα και ψυχή ενωμένα.

Η παρατήρηση της παύσεως της λειτουργίας του εγκεφάλου ή κάποιου άλλου σωματικού οργάνου, δεν αποτελεί ένδειξη καταστροφής αυτού του οργάνου, πόσο μάλλον θανάτου».

Η υπεράσπιση των κριτηρίων

Κάποιοι συμμετέχοντες στη Συνδιάσκεψη του Φεβρουαρίου υπερασπίσθηκαν τη χρήση των κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου».
Ο Dr Stewart Younger, από το Πανεπιστήμιο του Οχάϊο, παραδέχθηκε ότι οι «εγκεφαλικά νεκροί» δότες είναι ζωντανοί, αλλά ισχυρίσθηκε ότι αυτό δεν θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο για τη λήψη των οργάνων τους.

Ο Dr Conrado Estol , νευρολόγος από το Μπουένος Άϊρες, ο οποίος είναι υπέρ της απόκτησης οργάνων για μεταμοσχεύσεις, παρουσίασε ένα δραματικό βίντεο ενός ανθρώπου που είχε διαγνωσθεί «εγκεφαλικά νεκρός», ο οποίος προσπάθησε να ανασηκωθεί και να σταυρώσει τα χέρια του, παρόλο που ο Dr Estol διαβεβαίωσε το ακροατήριο ότι ο δότης ήταν πτώμα.

Ο Dr Didier Houssin, Γάλλος μεταμοσχευτής, αναγνώρισε τις δυσκολίες που προκύπτουν από τις διαφορές των ποικίλων κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου». Παρατήρησε ότι «ο θάνατος είναι ιατρικό γεγονός, βιολογική διαδικασία, φιλοσοφικό ζήτημα και επίσης κοινωνικό γεγονός. Είναι δύσκολο για μια κοινωνία να αποδεχθεί ότι ένας άνθρωπος είναι ζωντανός σε έναν τόπο και νεκρός σε κάποιον άλλο».

Ο Dr Jean Didier Vincent υποστήριξε την έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου», αλλά ερωτηθείς για την περίπτωση μιας εγκύου που έχει διαγνωσθεί «εγκεφαλικά νεκρή» και συνεχίζει – με μηχανική υποστήριξη – την εγκυμοσύνη της, παράγοντας μάλιστα και γάλα για το αγέννητο παιδί της, παραδέχθηκε ότι μπορεί να υπάρχει ελάχιστη ορμονική παραγωγή στον εγκέφαλό της (δείγμα δηλαδή εγκεφάλου που λειτουργεί).

Η δοκιμασία της άπνοιας

Στην παρουσίασή του στη Συνδιάσκεψη ο Dr Cicero Coimbra, κλινικός νευρολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο στη Βραζιλία, καταδίκασε έντονα τη σκληρότητα της δοκιμασίας της άπνοιας, κατά την οποία αποσύρεται η μηχανική αναπνευστική στήριξη από τον ασθενή μέχρι και 10 λεπτά, ώστε να προσδιορισθεί αν θα αρχίσει αυτός να αναπνέει αυτόνομα. Αυτό αποτελεί μέρος της διαδικασίας που ακολουθείται, πριν δηλωθεί ένας ασθενής με εγκεφαλική βλάβη «εγκεφαλικά νεκρός».

Ο Dr Coimbra διευκρίνισε ότι αυτή η δοκιμασία εμποδίζει σημαντικά την πιθανή ανάρρωση ενός ασθενούς με εγκεφαλική βλάβη και μπορεί να προκαλέσει ακόμη και το θάνατο. «Ένας μεγάλος αριθμός ασθενών με εγκεφαλική βλάβη, ακόμα και σε βαθύ κώμα, μπορούν να επανέλθουν σε μια φυσιολογική ζωή.
Ωστόσο, η δοκιμασία της άπνοιας (η οποία θεωρείται το πιο σημαντικό βήμα για τη διάγνωση του “εγκεφαλικού θανάτου”), μπορεί να επιφέρει μη αναστρέψιμη ενδοκρανιακή διαταραχή της κυκλοφορίας, ή ακόμα και καρδιακή παύση».

Ο Dr Coimbra κατέληξε ότι η δοκιμασία της άπνοιας θα έπρεπε να θεωρείται ανήθικη και να ανακηρυχθεί παράνομη ως μία απάνθρωπη ιατρική διαδικασία.
Αν οι συγγενείς πληροφορούνταν για τη σκληρότητα και τον κίνδυνο της διαδικασίας, δήλωσε, οι περισσότεροι θα αρνούνταν να δώσουν τη συγκατάθεσή τους.

Ο Dr Yoshio Watanabe, καρδιολόγος από την Ιαπωνία, συμφώνησε λέγοντας ότι αν οι ασθενείς δεν υποβάλλονταν στη δοκιμασία της άπνοιας, θα είχαν 60% πιθανότητα αποκατάστασης στη φυσιολογική ζωή, με έγκαιρη θεραπευτική υποθερμία.

Το ζήτημα της πιθανής ανάρρωσης ασθενών με εγκεφαλική βλάβη, απασχόλησε επίσης τον Dr David Hill, Βρετανό αναισθησιολόγο και λέκτορα στο Cambridge.
Ο Dr Hill παρατήρησε: «Θα πρέπει να τονισθεί, πρώτον, ότι κάποιες λειτουργίες, ή τουλάχιστον κάποια δραστηριότητα στον εγκέφαλο, ακόμη συνεχίζονται και δεύτερον, ότι ο μόνος σκοπός που δηλώνεται ένας ασθενής νεκρός, αντί για “πλησίον του θανάτου”, είναι η απόκτηση βιώσιμων οργάνων για μεταμόσχευση.

Η χρήση αυτών των κριτηρίων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ερμηνευθεί ως όφελος για τον ασθενή που βρίσκεται αντιμέτωπος με τον θάνατο, αλλά μόνον (αντίθετα με τις Ιπποκρατικές αρχές) ως πιθανό όφελος για τον παραλήπτη των οργάνων αυτού του ασθενούς».

Η εξαπάτηση

Ο Dr Hill ανέφερε ότι η υιοθέτηση των κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου», έλυσε το παλαιότερο πρόβλημα των αποτυχημένων μεταμοσχευτικών προσπαθειών, λόγω της καταστροφής των οργάνων που λαμβάνονταν μετά το θάνατο του ασθενούς, «επιτρέποντας την απόκτηση ζωτικών οργάνων πριν την απόσυρση της μηχανικής υποστήριξης και χωρίς να υπάρχουν οι νομικές συνέπειες, που κανονικά θα ακολουθούσαν αυτήν την πρακτική».

Ο Dr Hill παρατήρησε ότι η αποδοχή του κόσμου για αυτά τα νέα κριτήρια οφείλεται στη σχετική διαφήμιση, αλλά και στην άγνοια για τις εμπλεκόμενες διαδικασίες.
«Δεν γίνεται γενικά αντιληπτό», είπε, «ότι η μηχανική υποστήριξη δεν αποσύρεται πριν ληφθούν τα όργανα, ούτε ότι χρειάζεται κάποια μορφή αναισθησίας στην οποία υποβάλλεται ο δότης κατά τη διάρκεια της εγχείρησης.
Όσο όμως αυξάνεται η γνώση των διαδικασιών», επεσήμανε, «τόσο η άρνηση των συγγενών για αφαίρεση οργάνων αυξάνεται, όπως για παράδειγμα στη Βρετανία, όπου το ποσοστό άρνησης αυξήθηκε από 30% που ήταν το 1992, σε 44% το 2004».

Μάλιστα ο Dr Hill ανέφερε ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπάρχει αυξανόμενη πίεση των πολιτών να υπογράψουν και να έχουν πάντα μαζί τους κάρτες δωρητών, που εξουσιοδοτούν τους γιατρούς να χρησιμοποιήσουν τα ζωτικά τους όργανα.
Σήμερα μόνο το 19% του πληθυσμού της χώρας έχουν εγγραφεί ως δωρητές οργάνων, αλλά τα έντυπα κυκλοφορίας των οχημάτων, οι αιτήσεις για άδεια οδήγησης και λοιπά δημόσια έγγραφα έχουν ειδικά «κουτάκια», όπου οι πολίτες καλούνται να δώσουν εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή τους· ακόμα και τα παιδιά ενθαρρύνονται να υπογράψουν.

Όλα αυτά τα έγγραφα αναφέρουν ότι τα όργανα μπορούν να ληφθούν «μετά το θάνατό μου», αλλά δεν υπάρχει πουθενά ορισμός του τι ορίζεται ως «θάνατος». Η αποδοχή των μεταμοσχεύσεων στηρίζεται στην έλλειψη κατανόησης που έχει ο κόσμος για τη διαδικασία.

Ο επίσκοπος στο Lincoln (Νebraska), Fabian Bruskewitz, τόνισε ότι «κανείς αξιοσέβαστος, κατηρτισμένος θεολόγος, δεν έχει πει ότι οι λόγοι του Ιησού “μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού” (Ιωάννης, 15,13), αποτελούν εντολή ή ακόμη άδεια για συγκατάθεση προς αυτοκτονία, ώστε να συνεχισθεί η γήινη ζωή κάποιου άλλου».
Ο επίσκοπος παρατήρησε ότι η σύγχρονη τεχνολογία, επιτρέπει στους γιατρούς να παρακολουθήσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα «στα εξωτερικά ένα ή δύο εκατοστά του εγκεφάλου». Και ρωτά: «Έχουμε λοιπόν ηθική βεβαιότητα, η οποία θα μπορούσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο να θεωρηθεί αποδεικτική, σχετικά με την ύπαρξη, πόσο μάλλον με την παύση της εγκεφαλικής δραστηριότητας;».

Υπό το φως των σημαντικών ερωτημάτων για την εγκυρότητα των κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου», ο Καθηγητής Φιλοσοφίας Josef Seifert υποστήριξε ότι θα πρέπει να επικαλεσθούμε την αληθινή και εμφανή ηθική αρχή, ότι «ακόμα και μια ελάχιστη λογική αμφιβολία να υπάρχει, ότι οι πράξεις μας σκοτώνουν ένα άλλο ανθρώπινο ον, θα πρέπει να απέχουμε από αυτές».

Σημείωση: Το κείμενο μέχρις εδώ ανήκει στους τέσσερις επιστήμονες που αναφέρονται στην αρχή του άρθρου και αποτελεί ουσιαστικά μια έκθεση των εργασιών της Συνδιασκέψεως που συνεκάλεσε ο Πάπας. Το κείμενο με τα συμπεράσματα που ακολουθεί, υπογράφεται από μια ευρύτερη ομάδα επιστημόνων. Τα ονόματά τους ευρίσκονται στο τέλος της Διακηρύξεως.

Τα συμπεράσματα μετά την εξέταση των κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου»

1. Από τη μια πλευρά η Εκκλησία αναγνωρίζει, συνεπής προς την παράδοσή της, ότι η ιερότητα όλης της ανθρώπινης ζωής από τη σύλληψη έως το φυσικό τέλος, πρέπει να γίνεται απολύτως σεβαστή και να υποστηρίζεται. Από την άλλη, μια κοσμική κοινωνία τείνει να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην ποιότητα της ζωής.

2. Οι Ρωμαιοκαθολικοί υπήρξαν πάντοτε αντίθετοι προς την καταστροφή της ανθρώπινης ζωής πριν τη γέννησή της, διαμέσου εκτρώσεως και εξίσου καταδικάζουν τον πρόωρο τερματισμό της ζωής ενός αθώου δότη, ώστε να παραταθεί η ζωή κάποιου άλλου διαμέσου της μεταμοσχεύσεως μη διπλών ζωτικών οργάνων.
«Είναι ηθικώς ανεπίτρεπτο να επέλθει ακρωτηριασμός που θα προκαλέσει την αναπηρία ή ακόμη και το θάνατο ενός ανθρώπου, ακόμη και για να καθυστερήσει ο θάνατος άλλων. Δεν είναι ποτέ θεμιτό να σκοτώσουμε έναν άνθρωπο για να σώσουμε κάποιον άλλον».

3. «Ούτε μπορούμε να παραμείνουμε σιωπηλοί ενώπιον άλλων ύπουλων, αλλά όχι λιγότερο σοβαρών μορφών ευθανασίας».

4. «Ο θάνατος ενός ανθρώπου αποτελεί μοναδικό γεγονός, που συνίσταται στην πλήρη διάλυση του ενός και ενιαίου συνόλου που είναι το πρόσωπο. Ο θάνατος είναι το αποτέλεσμα του χωρισμού της ψυχής από το σώμα του ανθρώπου».

5. Η παραδοχή της μοναδικής αξιοπρέπειας του ανθρωπίνου προσώπου έχει μία επιπλέον συνέπεια: Τα ζωτικά όργανα, που δεν βρίσκονται στο σώμα διπλά, μπορούν να αφαιρεθούν μόνο μετά το θάνατο, δηλαδή από το σώμα κάποιου που είναι σίγουρα νεκρός. Αυτή η απαίτηση είναι αυτονόητη, διότι το να ενεργήσουμε διαφορετικά θα σήμαινε σκόπιμα να προκαλέσουμε το θάνατο του δότη, για να διαχειρισθούμε τα όργανά του.
Ο φυσικός ηθικός νόμος αποκλείει την αφαίρεση προς μεταμόσχευση ζωτικών μη διπλών οργάνων, από ένα πρόσωπο που δεν είναι σίγουρα νεκρό. Η δήλωση του «εγκεφαλικού θανάτου» δεν είναι επαρκής, ώστε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ένας ασθενής είναι σίγουρα νεκρός. Ούτε είναι επαρκής για να καταλήξουμε σε ηθική βεβαιότητα.

6. Πολλοί στην ιατρική και επιστημονική κοινότητα ισχυρίζονται, ότι τα κριτήρια του «εγκεφαλικού θανάτου» είναι επαρκή για να οδηγηθούμε σε ηθική βεβαιότητα, σχετικά με τον ίδιο το θάνατο. Όμως, αυξανόμενες ιατρικές και επιστημονικές αποδείξεις αντικρούουν αυτόν τον ισχυρισμό.
Τα νευρολογικά κριτήρια μόνα τους δεν είναι αρκετά για να οδηγήσουν σε ηθική βεβαιότητα σχετικά με το θάνατο, και είναι απολύτως ανίκανα να οδηγήσουν σε απτή βεβαιότητα ότι έχει επέλθει ο θάνατος.

7. Είναι καταφανές ότι δεν υπάρχει ένα νευρολογικό κριτήριο, κοινό για τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, για να ορίσει το βέβαιο θάνατο. Αλλά χρησιμοποιούνται διαφορετικά σετ νευρολογικών κριτηρίων, χωρίς να υπάρχει παγκόσμια ομοφωνία.

8. Τα νευρολογικά κριτήρια δεν είναι επαρκή για τη δήλωση του θανάτου, όταν λειτουργεί το καρδιοαναπνευστικό σύστημα. Αυτά τα νευρολογικά κριτήρια ελέγχουν την απουσία ορισμένων συγκεκριμένων εγκεφαλικών αντανακλαστικών.

9. Η δοκιμασία της άπνοιας – η απομάκρυνση της αναπνευστικής στήριξης – διατάσσεται ως μέρος της νευρολογικής διάγνωσης και κατά παράδοξο τρόπο, εφαρμόζεται για να διασφαλίσει τη μη αναστρεψιμότητα. Όμως, η δοκιμασία της άπνοιας βλάπτει την έκβαση, ή προκαλεί ακόμη και το θάνατο, σε ασθενείς με βαριά εγκεφαλική βλάβη.

10. Υπάρχουν συντριπτικές ιατρικές και επιστημονικές αποδείξεις, ότι η πλήρης και μη αναστρέψιμη παύση όλης της εγκεφαλικής δραστηριότητας (στον εγκέφαλο, στην παρεγκεφαλίδα και στο στέλεχος του εγκεφάλου), δεν αποτελεί απόδειξη θανάτου. Η πλήρης παύση της εγκεφαλικής δραστηριότητας δεν μπορεί να αξιολογηθεί επαρκώς. Η μη αναστρεψιμότητα αποτελεί πρόγνωση και όχι γεγονός υποκείμενο σε ιατρική παρατήρηση.

11. Η διάγνωση του θανάτου με νευρολογικά κριτήρια μόνον, αποτελεί θεωρία και όχι επιστημονικό γεγονός. Δεν αρκεί για να εξαλειφθεί η υπόθεση ύπαρξης ζωής.

12. Κανένας απολύτως νόμος δεν πρέπει να προσπαθεί να καταστήσει θεμιτό αυτό που είναι εγγενώς κακό. «Επαναλαμβάνω για άλλη μια φορά, ότι ένας νόμος που παραβιάζει το φυσικό δικαίωμα ενός ανθρώπου στη ζωή είναι άδικος και, ως τέτοιος, δεν είναι έγκυρος ως νόμος.
Γι’αυτό το λόγο κάνω επείγουσα έκκληση σε όλους τους πολιτικούς αρχηγούς να μην περνούν νόμους, οι οποίοι αψηφώντας την αξιοπρέπεια του ανθρωπίνου προσώπου, υποσκάπτουν το ίδιο το οικοδόμημα της κοινωνίας».

13. Ο τερματισμός μιας αθώας ζωής, αναζητώντας τη σωτηρία μιας άλλης, όπως στην περίπτωση της μεταμόσχευσης μη διπλών ζωτικών οργάνων, δεν μετριάζει το κακό της αφαίρεσης μίας αθώας ανθρώπινης ζωής. Το κακό δεν πρέπει να γίνεται, ακόμα και όταν μπορεί να προκύψει καλό από αυτό.

ΟΙ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΕΣ:

1. J. A. Armour, ιατρός, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Sacred Heart, Montreal, Quebec.

2. Fabian Bruskewitz, επίσκοπος στο Lincoln, Nebraska.

3. Paul A. Byrne, πρώην πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρωμαιοκαθολικών, Αμερική.

4. Pilar Mercado Calva, καθηγητής, Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Anahuac, Μεξικό.

5. Cicero G. Coimbra, καθηγητής Κλινικής Νευρολογίας, Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο Σάο Πάολο, Βραζιλία.

6. William F. Colliton, συνταξιούχος καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας, Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου George Washington, Virginia.

7. Joseph C. Evers, κλινικός ιατρός, αναπληρωτής καθηγητής Παιδιατρικής, Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Georgetown, Washington, DC.

8. David Hill, ομότιμος διευθυντής αναισθησιολογίας στο νοσοκομείο Addenbrooke και λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, Αγγλία.

9. Ruth Oliver, ψυχίατρος, Kingston, Ο ntario.

10. Michael Potts, Πρόεδρος του Τμήματος Θρησκείας και Φιλοσοφίας, Methodist College, Fayetteville, North Carolina.

11. Josef Seifert, καθηγητής Φιλοσοφίας στη Διεθνή Ακαδημία Φιλοσοφίας, Vaduz, Λιχτενστάϊν, επίτιμο μέλος της Ιατρικής Σχολής του Παπικού Ρωμαιοκαθολικού Πανεπιστημίου στο Σαντιάγκο, Χιλή.

12. Robert Spaemann, ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Μονάχου, Γερμανία.

13. Robert F. Vasa, επίσκοπος στο Baker, Oregon.

14. Yoshio Watanabe, Διευθυντής Καρδιολογίας, Γενικό Νοσοκομείο Nagoya Tokushukai, Ιαπωνία.

15. Mercedes Arzú Wilson, Πρόεδρος του Αμερικανικού Ιδρύματος για την Οικογένεια και της Παγκόσμιας Οργάνωσης για την Οικογένεια.

Σημειώσεις

1) Θεωρούμε τη Διακήρυξη αυτή ιδιαίτερα σημαντική. Από αυτήν προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο προηγούμενος Πάπας και το Βατικανό, παρά την αντίθετη θέση που είχαν το 2000, επανεξέτασαν το θέμα του «εγκεφαλικού θανάτου» σε ειδική Συνδιάσκεψη και το 2005 καταδίκασαν τις μεταμοσχεύσεις από «εγκεφαλικά νεκρούς».
Οι ζυμώσεις για το θέμα του «εγκεφαλικού θανάτου» θα πρέπει να συνεχισθούν στην Ελλαδική Εκκλησία. Το ανοικτό και ταπεινό φρόνημα επιβάλλει να δεχόμαστε και ανατροπή των αποφάσεων, όπου χρειάζεται. Παρακαλούμε να ανασταλεί η προγραμματισμένη εκστρατεία συνεργασίας της Οργανώσεως «Αλληλεγγύη» της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, με τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.) για την προώθηση της δωρεάς οργάνων, μέχρι να επανεξετασθεί το θέμα και να ληφθεί σχετική απόφαση από Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη.

2) Το πρωτότυπο και πλήρες κείμενο της Διακηρύξεως στα Aγγλικά, υπάρχει στη διεύθυνση:http://www.cwnews.com/news/viewstory.cfm?recnum=37837.

Η Παγίδα της Δωρεάς οργάνων

” Για τους ανθρώπους μεγάλη δόξα στη ζωή είναι η γνώση, αλλά και κακό για όσους την χρησιμοποιούν άσχημα (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) “

Ήταν καλοκαίρι του 1998 (πριν από οκτώ χρόνια δηλαδή), όταν αποφάσισα να γίνω δωρητής ιστών και οργάνων, με σκοπό να βοηθήσω ορισμένους συνανθρώπους μου μετά το θάνατό μου, από τη στιγμή που θα είχαν ανάγκη κάποιο από τα (άχρηστα πλέον για εμένα) όργανά μου.

Έτσι και έγινε και για αρκετό καιρό, παρέμενα ήσυχος (όσο όμως και αδιάφορος για να ερευνήσω πιο προσεκτικά το θέμα), πως έκανα το καθήκον μου σαν άνθρωπος όπως θα το ήθελε ο Θεός .

Εκείνος όμως που ορίζει αλλά και διαχωρίζει ποιο πραγματικά είναι το καλό, δεν με άφησε για πολύ καιρό στην ηρεμία της πλάνης μου, παρέχοντάς μου τα ερεθίσματα εκείνα έτσι ώστε να αρχίζω να προβληματίζομαι .

Στην αρχή , εντύπωση μου προκάλεσαν κάποιες συζητήσεις που είχα με δύο φιλικά μου πρόσωπα (γιατροί και οι δύο αλλά με διαφορετική ειδικότητα ο καθένας), σχετικά με ορισμένα «ύποπτα περιστατικά» που συνέβησαν στην Ελλάδα και σε άτομα που ήταν δωρητές ιστών και οργάνων, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους σε διάφορα νοσοκομεία! Μου ανέφεραν ενδεικτικά κάποιες «λανθασμένες» κινήσεις ορισμένων (οι οποίοι θέλουν να ονομάζονται γιατροί αλλά στην ουσία μόνο το συμφέρον της υγείας των δωρητών ιστών και οργάνων δεν υπηρετούν), που στάθηκαν αρκετές για να μετατρέψουν κάποιους ανύποπτους ασθενείς-δωρητές (των οποίων η κατάσταση της υγείας εξελισσόταν απόλυτα ομαλά) σε «αποθήκες ανταλλακτικών»!

Αφού τα κράτησα όλα αυτά σε κάποια άκρη του μυαλού μου, ύστερα από ένα μικρό χρονικό διάστημα άρχισε να διαφαίνεται ο δρόμος, που έμελλε να με οδηγήσει στην πηγή της αλήθειας .

Πιο συγκεκριμένα , καθώς ξεφύλλιζα μία εφημερίδα συνάντησα ένα άρθρο κάποιου Μητροπολίτη, το οποίο είχε ως θέμα τη δωρεά ιστών και οργάνων. Εκεί ο Σεβασμιότατος ανέφερε χαρακτηριστικά , πως «η πολυδιαφημισμένη αυτή πράξη είναι στην ουσία ένας φόνος, αφού για να είναι χρήσιμα τα όργανα που θα αφαιρεθούν πρέπει ο δότης να είναι ζωντανός!!! Ο άνθρωπος όμως σαν δισυπόστατο ον που είναι, αποτελείται από σώμα και ψυχή και κατά συνέπεια δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, ποιες μυστικές ενέργειες μπορεί να πραγματοποιεί με την αθάνατη ψυχή του (αν και κλινικά ή εγκεφαλικά «νεκρός»), εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αν δηλαδή έχει στραφεί προς τον Θεό για να ζητήσει συγχώρηση για τις αμαρτίες του, κατανοώντας τη ματαιότητα αυτού του κόσμου (πράγμα πολύ πιθανό αν αναλογιστούμε την τραγική σωματική του κατάσταση, την οποία ψυχικά αντιλαμβάνεται και βιώνει), αν εμείς διακόπτουμε βίαια κάτι τέτοιο, κάτι που για εκείνον αποτελεί την τελευταία προσπάθεια αποκατάστασης της Σχέσης του με τον Θεό, όπως επίσης και αν αιτείται μία ακόμα ευκαιρία Σωτηρίας, για να αξιωθεί να μετανοήσει πραγματικά όπως ο Κύριος ορίζει και προτρέπει, για να συγχωρήσει, να εξομολογηθεί, να μεταλάβει, να κάνει δηλαδή τις Πράξεις εκείνες οι οποίες είναι ικανές να τον οδηγήσουν στη Βασιλεία του Δημιουργού του. Ας σκεφτούμε πως αυτά τα αιτήματα δικαιούται να τα ζητήσει, αφού είναι ακόμα ζωντανός!».

Έπειτα από όλα αυτά, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς το πόσο πιθανό είναι να εισακούσει ο Θεός τα αιτήματα ενός τέτοιου ανθρώπου και να του επιτρέψει να επανακτήσει την υγεία του, έτσι ώστε να μπορέσει αυτοθελήτως να προετοιμαστεί κατάλληλα για το «Μεγάλο Ταξίδι».

Αξίζει επίσης να τονιστεί πως αυτή είναι μία μόνο από τις αιτίες, που ο Θεός μπορεί να καταστήσει υγιή και πάλι κάποιον που θεωρείται κλινικά ή εγκεφαλικά «νεκρός», αφού δεν είναι δυνατό να εξερευνήσουμε την Πνευματικότητα του Κυρίου, η Οποία παραμένει ακατανόητη αλλά και ασύλληπτη.

Έχοντας λάβει υπόψη μου όλα εκείνα που διάβασα στο συγκεκριμένο άρθρο, έκρινα πως θα ήταν αναγκαίο να ακούσω και την άποψη της ιατρικής και για το λόγο αυτό επισκέφθηκα ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας , το νοσοκομείο στο οποίο είχα γίνει δωρητής ιστών και οργάνων.

Εισερχόμενος εκεί κατευθύνθηκα προς την αρμόδια Υπηρεσία (Εξωνεφρικής Κάθαρσης και Μεταμοσχεύσεων), ζητώντας κάποιον υπεύθυνο για να συζητήσω λίγο μαζί του. Χωρίς να το επιδιώξω με παρέπεμψαν στον Διευθυντή της Υπηρεσίας, ο οποίος έδειξε πρόθυμος να με ακούσει.

Ξεκινώντας τη συζήτηση τον ρώτησα εάν ο δότης είναι ζωντανός κατά τη διάρκεια της αφαίρεσης των οργάνων του, καθώς και με ποιο τρόπο γίνεται η όλη διαδικασία .

Η απάντησή του ήταν απόλυτα διαφωτιστική: «Για να έχουμε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε τα όργανα ενός δότη, πρέπει οπωσδήποτε να του τα αφαιρέσουμε ενώ αυτός είναι ακόμα ζωντανός!!! Και για να είμαστε απόλυτα σίγουροι πως δεν πρόκειται να ξυπνήσει, ο αναισθησιολόγος τον υποβάλλει σε ολική νάρκωση(!), με σκοπό να διασφαλιστεί έτσι η ομαλή εξέλιξη της επέμβασης»!!!

Προσπαθώντας να συγκρατήσω τον εαυτό μου και εκτιμώντας παράλληλα την ειλικρίνειά του, τον ρώτησα όσο πιο ήπια μπορούσα αν κατά την άποψη της επιστήμης, υπάρχουν πραγματικά πιθανότητες να ξυπνήσει ένας τέτοιος ασθενής, αφού με τη μεγάλη πρόοδο που παρουσιάζει η ιατρική, ανθρώπους που σήμερα τους θεωρεί κλινικά ή εγκεφαλικά «νεκρούς», σε λίγα χρόνια μπορεί να τους δίνει ελπίδες επαναφοράς.

Και αυτή του η απάντηση όμως ήταν το ίδιο ειλικρινής αλλά και το ίδιο εξοργιστική με την προηγούμενη: «Για να τον υποβάλλουμε σε ολική νάρκωση ασφαλώς και υπάρχουν πιθανότητες να ξυπνήσει!!! Και όπως σωστά παρατήρησες, η ιατρική καθώς και γενικότερα η επιστήμη, λόγω της εξέλιξης είναι συχνά υποχρεωμένη να αναθεωρεί τις απόψεις της».

«Άρα πρόκειται για φόνο!» συμπέρανα και χωρίς να συνεχίσω άλλο τη συζήτηση, ζήτησα τη διαγραφή μου από τους καταλόγους των δωρητών ιστών και οργάνων του νοσοκομείου, για να πάρω τη διαβεβαίωση πως ύστερα από κάποιες ημέρες, θα λάμβανα το χαρτί της διαγραφής στο σπίτι μου (όπως και έγινε).

Το μέγεθος της αμαρτίας αυτής όμως, είναι πολύ μεγαλύτερο και δεν περιορίζεται μόνο στο φόνο της ιατρικής, αλλά προεκτείνεται και στον ίδιο το δότη με τη μορφή της αυτοκτονίας, αφού ο καθένας που αποφασίζει να δώσει τη συγκατάθεσή του για κάτι τέτοιο, στην πραγματικότητα εξουσιοδοτεί με τον πιο επίσημο τρόπο κάποιους που θέλουν να λέγονται γιατροί, κάποιους που γνωρίζουν ότι έχει πιθανότητες να ξυπνήσει και για το λόγο αυτό λαμβάνουν τα μέτρα τους για να μην ξυπνήσει, όχι να τον γιατρέψουν, αλλά να τον τεμαχίσουν ζωντανό! Και όπως μας προειδοποιούν οι Άγιοι με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, εκείνον που αυτοκτονεί δεν επιτρέπεται να τον κηδεύει η Εκκλησία, διότι ο Θεός τον κατατάσσει χωρίς Κρίση στους κολασμένους, σε εκείνους δηλαδή που θα οδηγηθούν οριστικά στην κόλαση κατά την Ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας.

Ας σταματήσουν λοιπόν τα παιχνίδια με τις ανθρώπινες ζωές κάποιοι «επιστήμονες», διότι είτε βρίσκονται στον κλάδο της Γενετικής (όπου και εκεί τα ίδια κάνουν με τα έμβρυα , τα οποία δεν τα θεωρούν ανθρώπους!), είτε βρίσκονται στις Μεταμοσχεύσεις, το ψέμα που χρησιμοποιούν ως άλλοθι είναι το ίδιο:

«Όλα γίνονται για το καλό των ανθρώπων»!

Και ας φροντίσουμε να ενημερωνόμαστε περισσότερο και εμείς, προτού λάβουμε κάποια τόσο επικίνδυνη απόφαση, αλλά και να ενημερώνουμε παράλληλα και όσους δεν γνωρίζουν, διότι η αδιαφορία για ορθή και αντικειμενική ενημέρωση σε τόσο σοβαρά θέματα (θέματα κυριολεκτικά ζωής και θανάτου), μπορεί να αποδειχθεί η αιώνια Καταδίκη μας .

Τέλος, θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφερθώ ως κατηχητής, σε μία ακόμη λανθασμένη απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία αποφάσισε να γίνουν τα μέλη της (τα οποία σέβομαι και τιμώ απόλυτα ως Ιερείς) δωρητές οργάνων!

Από το 1998, χρονιά κατά την οποία ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου της Ιεράς Συνόδου, ο Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κύριος Χριστόδουλος , η Ιερά Σύνοδος έχει λάβει (εκτός από την συγκεκριμένη) και άλλες τραγικές αποφάσεις, παντελώς αντίθετες με τους Αγίους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας, όπως για παράδειγμα: α) Να υποδεχθεί τον Πάπα ως αρχηγό Εκκλησίας (!), από τη στιγμή που όλοι οι Άγιοι της Πίστεώς μας αποκαλούν τον Πάπα αρχιαιρεσιάρχη (αφού από αυτόν προήλθε το Σχίσμα της Εκκλησίας, αλλά και οι μεγαλύτερες αιρέσεις που υπάρχουν σήμερα στον πλανήτη) και μας προτρέπουν να τον αποφεύγουμε (για το ρόλο που διαδραματίζει με το αξίωμά του τόσους αιώνες μέσα στο Χριστιανισμό, αλλά και για τα δεινά που του προκάλεσε και συνεχίζει να του προκαλεί, παραμένοντας αμετακίνητος στις αιρετικές απόψεις του και διατηρώντας έτσι διασπασμένο το Ποίμνιο του Χριστού), όπως κάποιος αποφεύγει το φίδι. β) Να καταργήσει τους Ιερούς Εξορκισμούς(!), που οι ίδιοι οι Άγιοι έχουν γράψει και παραδώσει στην Εκκλησία , με σκοπό την καταπολέμηση των δαιμονικών πνευμάτων, τα οποία κατακυριεύουν ορισμένους συνανθρώπους μας. γ) Να αποφεύγει τόσον καιρό να καταδικάσει τις πράξεις ορισμένων Ιερέων, όπως επίσης και να επιβάλλει σε εκείνους τις ποινές που προβλέπουν οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας (ενώ είχε τα στοιχεία για κάτι τέτοιο), με αποτέλεσμα να σκανδαλιστούν εκατομμύρια πιστών, από τη στιγμή που οι εχθροί (και μη) του Χριστού, έφεραν στο φως της δημοσιότητας τα σκάνδαλα .

Βέβαια, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο μεγαλύτερος Προφήτης της Ορθοδοξίας, είχε επισημάνει στα Κηρύγματά του πως θα υπάρξουν σοβαρά παραπτώματα από Ιερείς στο μέλλον. Για τον λόγο αυτό δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε την Προτροπή της Αγίας Γραφής, που μας διδάσκει «να πειθαρχούμε στον Θεό, περισσότερο από ό,τι πειθαρχούμε στους ανθρώπους».

Δόξα τω Θεώ που υπάρχουν ακόμη αρκετοί άξιοι Ιερείς στην πατρίδα μας, τους οποίους μπορεί να εμπιστευτεί ο πιστός λαός του Θεού, αφού ακολουθώντας την Αγία Γραφή και γενικότερα τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας, είναι σε θέση να καθοδηγήσουν με υπευθυνότητα και ασφάλεια το πλήρωμά Της.

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&catid=75%3A2008-11-30-20-34-47&id=1657%3A—-2005&Itemid=365

Nοσηλευόταν σε κώμα στην εντατική μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας και μερίδα γιατρών διέγνωσε… εγκεφαλικό θάνατο, πιέζοντας τους συγγενείς της να δωρίσουν τα όργανά της. Tελικά ανένηψε!

Aγιο είχε η 55χρονη Παναγιώτα Αποστολοπούλου, κάτοικος Σαλαμίνας, που τη βοήθησε να επιστρέψει από… τον άλλο κόσμο!

Στο διάστημα που νοσηλευόταν στην εντατική σε κώμα, μετά από πνευμονία με μυκόπλασμα, οι συγγενείς της δέχονταν πιέσεις να δώσουν τη συγκατάθεσή τους και να υπογράψουν δήλωση δωρεάς οργάνων για μεταμόσχευση, αφού είχε ήδη καταγραφεί στα βιβλία του νοσοκομείου ο… εγκεφαλικός της θάνατος!

Οι πιέσεις, μάλιστα, άρχισαν από την πρώτη εβδομάδα νοσηλείας της στη ΜΕΘ μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας. Το συγκλονιστικό περιστατικό, μάλιστα, κατήγγειλε εγγράφως γιατρός του νοσοκομείου, αλλά και η οικογένειά της με αναφορά στον διοικητή του νοσοκομείου. Οι συγγενείς αρνήθηκαν κάθε συζήτηση για αφαίρεση οργάνων.

Η ασθενής, λόγω εργασιών συντήρησης, μεταφέρεται, για μερικές μόνο ημέρες, στη ΜΕΘ άλλου νοσοκομείου, με διάγνωση «εγκεφαλικός θάνατος οφειλόμενος σε μυκοπλασματική, ανοσολογικής αιτίας, εγκεφαλίτιδα». Στο χαρτί που συνόδευε την ασθενή, αναφέρεται ότι «οι συγγενείς αρνήθηκαν να υπογράψουν» για δωρεά οργάνων.

Διαφωνίες

Μετά από πολύμηνη νοσηλεία -στη διάρκεια της οποίας οι γιατροί είχαν χωριστεί στα δύο, επιμένοντας η μια πλευρά ότι «τελείωσε» και η άλλη ότι «είναι ζωντανή»- τελικά η γυναίκα ανένηψε!

Σημαντική λεπτομέρεια είναι ότι, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, μόνο στο 8% των ασθενών με τη συγκεκριμένη νόσο νεκρώνεται ο εγκέφαλος, ενώ η αξονική τομογραφία δεν συνηγορούσε υπέρ του εγκεφαλικού θανάτου. Αυτό ήταν και το «σημείο τριβής» των δύο πλευρών.

Τη διάψευση του «θανάτου» της κάνει πλέον η ίδια η κ. Αποστολοπούλου και στο «Εθνος της Κυριακής»: «Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου για όσα μου είπαν οι συγγενείς μου όταν συνήλθα.

Οι άνθρωποι που η ζωή μου είχε αφεθεί στα χέρια τους, θέλοντας να βοηθήσουν κάποιον που είχε ανάγκη για μεταμόσχευση, βιάζονταν να τελειώνουν με μένα. Νοσηλεύτηκα στην εντατική με σοβαρές επιπλοκές από πνευμονία και καθώς καθυστερούσα να συνέλθω, εκείνοι με είχαν ξεγράψει. Ο αδελφός μου ο Μιχάλης, κάποια στιγμή, αφού φύγαμε από το νοσοκομείο, μου λέει:

«Nα ευχαριστείς τον Θεό και τον γιατρό Κοφινά που σε έσωσε, κάνοντας καβγάδες με τους άλλους, γιατί ήταν αντίθετος και δεν άφησε να σε τελειώσουν».

Κινησιοθεραπεία

Σιγά σιγά βελτιώνεται -με ειδική κινησιοθεραπεία που ακολουθώ- και το κινητικό πρόβλημα που είχα στα χέρια και τα πόδια», μας λέει η κ. Αποστολοπούλου, που τη συναντήσαμε σε κλινική αποκατάστασης.

Εχω συνέχεια δίπλα μου μέρα και νύχτα, τον γιο μου τον Χρήστο, που με βοηθά. Ηδη κινώ τα χέρια μου και όπως μου λένε οι γιατροί, θα μπορώ αυτές τις ημέρες να σηκωθώ και όρθια, κάνοντας ειδικές ασκήσεις βαδίσματος. Σε κείνους που ήθελαν να με ξεγράψουν δεν κρατώ κακία, ούτε ζητώ κάτι. Αυτά τα πράγματα τα «δικάζει» ο Θεός».

Η διαδικασία…

Παρά την προσπάθεια «κουκουλώματος» της υπόθεσης, είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται τέτοιο σοβαρό περιστατικό, καθώς είναι γνωστό ότι υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες στη διαδικασία διαπίστωσης του εγκεφαλικού θανάτου, που αποκλείουν το ιατρικό λάθος, για να προχωρήσει στη συνέχεια η διαδικασία της δωρεάς. Μένει να αποδειχθεί αν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τηρήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία.

Ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ) οφείλει να αποσαφηνίσει αν η τακτική αυτή, που ακολουθήθηκε με την περίπτωση της κ. Αποστολοπούλου, είναι η μοναδική, γιατί, διαφορετικά, κάποιοι πλήττουν το «κίνημα» της δωρεάς οργάνων. Η διοίκηση του νοσοκομείου, παρά το γεγονός ότι από τις 23/10/2008 έχει λάβει επιστολή συγγενών της κ. Αποστολοπούλου, μέχρι σήμερα δεν έχει ζητήσει «συγνώμη».

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

Η αναφορά του γιατρού που την έσωσε

Hδη από τις 30 Μαρτίου 2009, ο γιατρός Γεώργιος Κοφινάς με αναφορά του σε αρμό-δια όργανα εξιστορεί αναλυτικά ότι παρά τις δικές του αντιρρήσεις η οικογένεια δεχόταν πιέσεις από συναδέλφους του στο νοσοκομείο που συνεργάζονται με τον ΕΟΜ να δώσει τη συγκατάθεσή της για δωρεά οργάνων. Καταγγέλλει, μάλιστα, ότι «η εμμονή αυτή συνε-χιζόταν ακόμη και όταν κλήθηκε η νευρολόγος του νοσοκομείου που εξέτασε την ασθενή και είχε αρνηθεί να υπογράψει τον εγκεφαλικό θάνατο»! Περιγράφει «δοκιμασίες εγκεφαλικού θανάτου», οι οποίες έγιναν όλες χωρίς τη συγκατάθεση των συγγενών, μετά δε από κάθε δοκιμασία εγκεφαλικού θανάτου η ασθενής επιβαρυνόταν ανα-πνευστικά. Εξηγεί ότι «η παραμο-νή σε άπνοια -μέρος της διαδικα-σίας ελέγχου της εγκεφαλικής δραστηριότητας- προκαλεί ”ατελεκτασίες” οι οποίες προδιαθέτουν σε πνευμονίες, ενώ η άνοδος του διοξειδίου του άνθρακα μειώνει το pH του αίματος και προκαλεί οξέωση…». «Η κατάσταση ξέφυγε από τα όρια του νοσοκομείου μας και ενεπλάκη και ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων. Η κ. (…) επείσθη, χωρίς να δει την ασθενή, να τηλεφωνήσει στους συγγενείς, για να συγκατατεθούν στην αφαίρεση οργάνων», λέει στην αναφορά του ο κ. Κοφινάς.

(Πηγή: http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&pubid=9528877)

http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1356

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&id=1962:2010-10-12-06-06-42&catid=75:2008-11-30-20-34-47&Itemid=365

Προβληματισμοί από τις βασικές θέσεις επί της ηθικής των μεταμοσχεύσεων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος

Συντάχθηκε απο τον/την Αθανάσιος Β. Αβραμίδης, , Καρδιολόγος – Καθηγητής Παθολογίας Παν/μίου Αθηνών)
Κυριακή, 18 Οκτώβριος 2009 12:22
1. Για τον «εγκεφαλικό θάνατο» διαβάζουμε στο βιβλίο της Ι.Σ.Ε.Ε. «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις» (1) στο άρθρο 12, σ. 25: «Η Εκκλησία σέβεται και εμπιστεύεται την ιατρικήν έρευναν και κλινικήν πράξιν. Διά τον λόγον αυτόν, αν και δεν είναι αρμοδία, θα ημπορούσε να δεχθή την διεθνώς ομόφωνον άποψιν ότι ο εγκεφαλικός θάνατος ταυτίζεται με το αμετάκλητον βιολογικόν τέλος του ανθρώπου». (Σημείωσή μου: σε όλα τα άρθρα των βασικών αυτών θέσεων παραμένει αμετάβλητη η γραφή του κειμένου της Ι.Σ.Ε.Ε.).

Σχόλιο επ’ αυτού του άρθρου: Είναι απορίας άξιο το ποιος έδω­σε και πώς πέρασε στην Ι.Σ.Ε.Ε. αυτήν την πληροφορία, και γιατί την υιοθέτησε ως διεθνώς απο­δεκτή, όταν αυτό δεν ανταποκρί­νεται στην αλήθεια. Επειδή ακριβώς υπάρχουν πολλά στοι­χεία στην διεθνή αλλά και την ελληνική βιβλιογραφία, δια των οποίων αμφισβητείται ένας τέ­τοιος ισχυρισμός (2). Ασπάζεται, λοιπόν, η Ι.Σ.Ε.Ε. μίαν «άποψιν» απομονώνοντάς την από «άλλες υπάρχουσες απόψεις». Και γράφει γι’ αυτήν ότι: «…αν και δεν είναι αρμοδία, θα ημπορούσε να δεχθεί την διεθνώς ομόφωνον άποψιν, ότι ο εγκεφαλικός θάνατος ταυ­τίζεται με το αμετάκλητον βιολογικόν τέλος του ανθρώπου».
Πρόκειται για μία πρόταση η οποία συντακτικώς συνιστά το λε­γόμενο «οξύμωρον σχήμα». Και δικαιολογημένα θα διερωτάται κανείς για πολλά: α) Εάν η Ι.Σ.Ε.Ε. «δεν είναι αρμοδία», γιατί εκφρά­ζεται, εφ’ όσον «κρείττον το σιγάν του λαλείν». Για θέματα, μάλιστα, τα οποία είναι ιατρικής αρμοδιότη­τος, είναι καλύτερα να μην αναμι­γνύεται η Εκκλησία, όπως και Ιεράρχαι της Εκκλησίας μας το έ­χουν υποστηρίξει. Η, τουλάχιστον, «να μη σπεύδει», όπως άλλωστε είναι και η τακτική της σε τόσα άλλα θέματα, β) Το ότι «θα ημπο­ρούσε να δεχθεί», την εκθέτει. Διό­τι γραμματικώς το «θα ημπορούσε να δεχθεί» είναι «δυνητικόν», είναι το «ηδυνάμην αν», του 4ου είδους του «υποθετικού λόγου», με τον οποίον υπονοείται το «απραγματοποίητον». Και στην περίπτωση αυτή, θα έπρεπε να ακολουθεί ένα «αλλά δεν». Αλλως, θα ώφειλε η πρόταση να είναι: «θα ημπορούσε να δεχθεί την άποψιν ότι… κ.λπ., όμως υπό τις εξής προϋποθέσεις». Οι αμφισημίες και οι διγλωσσίες δεν έχουν θέση στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

2. Στο ίδιο αυτό άρθρο 12 ακολουθεί η φράση: «Ο εγκεφαλικός θάνατος αποτελεί γεγονός οριστικής και αναποτρέπτου καταστροφής του εγκεφάλου…». (Και ακολουθείται από το εξής στο άρθρο 13): «Κατ’ αυτόν, η αναπνευστική λειτουργία συντηρείται μόνον μηχανικώς. Αυτό που επιτυγχάνει η τεχνική υποστήριξις της αναπνοής είναι ότι προσωρινώς αναχαιτίζει την διαδικασίαν αποσυνθέσεως του σώματος, όχι όμως και την αναχώρησιν της ψυχής».
Σχόλιον επ’ αυτού: α) Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει ότι, η Ι.Σ.Ε.Ε. παρουσιάζεται ωσάν να έχει εισέλθει στο «μυστήριον» της ζωής και του θανάτου, να το έχει ανατάμει, και γνωρίζει πλέ­ον το πότε και σε ποιες περιπτώ­σεις έχει συμβεί «η αναχώρησις της ψυχής». Ενώ, κατά την Ορθόδοξη πίστη, «ου φέρει το μυστή­ριον έρευναν». β) Το θέμα τής ανα­χώρησης τής ψυχής δεν είναι, βε­βαίως, αντικείμενο μελέτης της ια­τρικής επιστήμης, όμως είναι τε­ραστίας σημασίας για την ιατρι­κή, την βιοϊατρική και την εν γέ­νει ηθική, όπως αποδεικνύεται στη συνέχεια: γ) Το περισσότερο βαρύ πάντως για την Ι.Σ.Ε.Ε. είναι το ότι δέχθηκε αβασάνιστα τον «εγκεφαλικό θάνατο» στο θέμα της «αναχώρησης τής ψυχής», καθ’ όν χρόνον ο λεγόμενος «εγκεφα­λικός θάνατος» έχει χαρακτηρι­σθεί επιστημονικώς ως «ψευδεπί­γραφος» και επινόηση «χρηστι­κής σκοπιμότητος». δ) Συνιστά λάθος για την Εκκλησία να θεωρεί ότι, «…Κατ’ αυτόν -δηλαδή, τον και ως “ψευδεπίγραφον” χαρακτηριζόμενον “έγκεφαλικόν θάνατον”- αυτό το οποίο επιτυγχάνει η υποστήριξη της αναπνοής είναι ότι, αναχαιτίζει την διαδικασίαν αποσυνθέσεως του σώματος, όχι όμως και την αναχώρησιν της ψυχής». Και το λάθος από επιστημονικής πλευράς είναι ότι, δεν είναι η τεχνητή αναπνοή εκείνη η οποία αναχαιτίζει την διαδικασίαν αποσυνθέσεως του σώματος, αλλά η παύση της κυκλοφορίας, είτε φυσιολογικής είτε τεχνητώς υποστηριζομένης.
3. Στο βιβλίο της Ι.Σ.Ε.Ε. «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις» αναφέρονται τα όργανα του «εγκεφαλικώς νεκρού» ως «πτωματικά». Είναι όμως και πράγματι πτωματικά;

Σχόλιό μου: Κατά τις απαιτήσεις της Ιατροδικαστικής, δεν μπορεί να υπογραφεί το «Πιστο­ποιητικό Θανάτου» για έναν άνθρωπο, προ της παρελεύσεως του θεωρουμένου ως χρόνου «ικανού», προς επιβεβαίωση του ότι έχει επέλθει αμετακλήτως ο βιολογικός θάνατος. Υπάρχουν μάλιστα για την «απαίτηση» αυτή, πολλοί και σοβαροί λόγοι. Αλλά, και στην περίπτωση ακόμη που ένας άνθρωπος διαγνωσθεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (Μ. Ε. Θ.) ως «εγκεφαλικώς νεκρός», και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν πολλά ερωτήματα για το εάν αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι και «βιολογικώς νεκρός». Η μήπως;;; (τα τέτοια δε «μήπως» είναι πολλά).
Σε ένα τέτοιο άνθρωπο, πάντως, συνεχίζεται η παρεχομένη βοή­θεια, ώστε να «διατηρούνται τα όργανά του ζωντανά» και «κατάλ­ληλα προς μεταμόσχευση» (!). Ε­πομένως, κακώς χαρακτηρίζον­ται ως «πτωματικά», εφ’ όσον ο άνθρωπος δεν έγινε ακόμη «πτώ­μα». Θα γίνει ίσως ή μάλλον, λίγο αργότερα, αλλά και αυτό όχι μετ’ απολύτου βεβαιότητος, διότι υπάρ­χουν και κάποιες «εκπλήξεις». Την χρονική πάντως περίοδο, ή την ώρα που λαμβάνονται τα όργανά του προς μεταμόσχευση, ο άνθρω­πος «δεν είναι πτώμα». Και γι’ αυτό «δεν πιστοποιείται ως νε­κρός άνθρωπος».

4. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ζητά από εμάς τους πιστούς της, να είναι ο λόγος μας κρυστάλλι­νος. «Εστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου, το δε περισσόν τούτων εκ τον πονηρού εστιν» (3). Ομως στις Βασικές Θέσεις της Ι.Σ.Ε.Ε. δεν συμβαίνει αυτό. Υπάρχουν «ασάφειες», και μάλιστα πολλές, οι οποίες δεν επιτρέπουν στους πιστούς να αποκτήσουν καθαρή αντίληψη επί των τόσο σοβαρών αυτών θεμάτων. Αλλά και με τα διάφορα «ΘΑ», επαναλαμβανό­μενα και αυτά.
5. Στο βιβλίο «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις» (Ε.κ.Μ.) της Ι.Σ.Ε.Ε., αλλά και στα βιβλία του προέδρου της Επιτροπής Βιοηθικής Αρχιμανδρίτου Νικολάου Χατζηνικολάου, τώρα δε Μητρο­πολίτου Μεσογαίας και Λαυρεω­τικής (4), συχνά αναφέρεται ότι είναι «σχολαστικισμός», και συνιστά «σχολαστικότητα» η ενασχόληση με την «στιγμή του θανάτου». Και ότι, εκείνο το οποίο ενδιαφέρει, κυρίως, είναι «η θυσιαστική προ­σφορά του δότη προς τον λήπτη». Διότι η τέτοια προσφορά «έχει με­γαλύτερη σημασία για τον δότη, αφού ο δότης είναι ο πραγματικός λήπτης», εφ’ όσον «αυτός ουσια­στικά είναι που ωφελείται», και μάλιστα περισσότερο και από τον λήπτη, διότι αυτός είναι εκείνος ο οποίος και «καρπούται χυμούς πνευματικής ζωής». Και, επίσης, «αυτή η πρόσκαιρη σωτηρία του πλησίον, του εξασφαλίζει τη δική του σωτηρία». Προς επίρρωση μάλιστα των τέτοιων «θέσεων», γίνεται επίκληση στο του Κυρίου, ο οποίος είπε: «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού» (5). Στο του Αποστόλου Παύλου επίσης, ο οποίος έχει γράψει: «Μαρτυρώ γαρ υμίν ότι ει δυνατόν τους οφθαλμούς υμών εξορύξαντες αν εδώκατέ μοι» (6). Αμφότερα όμως, αναφέρονται σε θέματα τα οποία ουδεμία σχέση είναι δυνατόν να έχουν προς τις μεταμοσχεύσεις, οπότε και η συσχέτισή τους με αυτές είναι μάλλον αδόκιμη.
Σχόλιό μου: Ολα αυτά, βεβαίως, ανήκουν στις αρμοδιότητες άλλων, και δεν τολμώ να διαπράξω «εισπήδηση» σε αυτά. Ως γιατρός όμως σκέπτομαι: α) Αραγε, να υποστηρίζονται οι μεταμοσχεύσεις για να καρπούται ο δότης τα τόσα και τέτοια πνευματικά οφέλη, μέχρι του βαθμού να «σώζεται» και να «εξασφαλίζει», ίσως, και αυτόν ακόμη τον «Παράδεισο»!!! β) Με συνέχει επίσης η σκέψη, εάν και κατά πόσον αυτή «η πρόσκαιρη σωτηρία του πλησίον εξασφαλίζει την αιώνια δική μας σωτηρία» (σ. 181 στο «Αλλήλων Μέλη») (7). Ενώ, σύμφωνα με τα όσα έχουμε διδαχθεί, «η σωτηρία του ανθρώπου είναι ένα μυστήριο, είναι δωρεά Θεού» (κατά τα όσα διεξοδικώς ανέπτυξε) και ο Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου στην διημερίδα με θέμα: «Ελευθερία της Βούλησης» στο Ινστιτούτο Goethe Αθηνών, 4-5 Φεβρ. 2005, βλ. σ. 100-101, στα ΠΟΙΝΙΚΑ 72, εκδ. ΣΑΚΚΟΥΛΑ) (8). Είναι όμως επιτρεπτό, τα προσφερόμενα όργανα του δότη να τυγχάνουν χρηστικής σκοπιμότητας προς «εξαγορά της σωτηρίας μας», όταν η σωτηρία μας είναι «μυστήριον και δωρεά του Θεού»;

Αλλά και πόσο επιτρεπτό είναι άραγε, τις προσωπικές του αντιλήψεις ή τις απόψεις του, να τις αναγάγει κάποιος σε “θέσεις” της Εκκλησίας; Η, ακόμη, και να λέει ότι (σ. 317 στο Ε.κ.Μ.): «Ασκώντας τέτοια ποιμαντική η Εκκλη­σία ίσως μπορέσει να εξασφαλί­σει 200 μοσχεύματα ετησίως»! Υπάρχει άραγε (διερωτώμαι) μια κάποια τέτοια επίσημη “Ποιμα­ντική της Εκκλησίας”; Αλλά και με ποιά απόφαση και πότε η Ιε­ρά Σύνοδος έχει εγκρίνει τέτοιου είδους “χρηστική σκοπιμότητα” των μεταμοσχεύσεων;;;
Πάντως, αναφερόμενος ο ίδιος στο Μέλλον των Μεταμοσχεύσε­ων (σ. 321 και εξής), στη σ. 330 αναπτύσσει το θέμα των Ξενομοσχευμάτων. Στη σ. 331, λοιπόν, γράφει ότι: «η πλειοψηφία των γιατρών πιστεύει ότι τα ξενομοσχεύματα αποτελούν την πιο βιώ­σιμη λύση για το μέλλον των με­ταμοσχεύσεων». Και στη σ. 332 προσθέτει: «Χωρίς αμφιβολία, εάν επικρατήσει η ιδέα και εφαρμο­γή των ξενομοσχευμάτων, θα αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά το πρόβλημα της εξευρέσεως μοσχευμάτων και η έρευνα θα έχει καταγράψει ένα ακόμη εντυπω­σιακό και ιδιοφυές επίτευγμα». Και συνεχίζει: «Παρά ταύτα, μια τέτοια εξέλιξη της μεταμοσχευτικής επιστήμης θα είχε και ορι­σμένες αρνητικές συνέπειες: α) οι μεταμοσχεύσεις δεν θα στηρίζονται ούτε και θα καλλιεργούν τις αξίες της αυτοπροσφοράς και συναλληλίας… η επιβολή των …ξενομοσχευμάτων θα τις απογυμνώνει από τον ανθρωπιστικό τους χα­ρακτήρα…κ.λπ.» (Αυτό, βεβαίως, παρά το ότι συνιστά μία πολύ συζη­τήσιμη τοποθέτηση του προέδρου της Επιτροπής Βιοηθικής της Ι.Σ.Ε.Ε., δεν το σχολιάζω, επειδή το θεωρώ ως προσωπική του αξιολόγηση, και οπωσδήποτε όχι ως θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας).
γ) Ως γιατρός και μόνον αναλογίζομαι τις εμπλοκές για κάποιους ακόμη και με τον Ποινικό Κώδικα (Π.Κ.). Αυτό δε, από μια φράση στα βιβλία του Προέδρου της Ε.Β., η οποία και επαναλαμβάνε­ται, ακριβώς η ίδια, τρεις φορές: (Στο βιβλίο «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις», σ. 291, στο «Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα», σ. 324, και στο «Αλλήλων Μέλη», του 2005, στη σ. 215) (9).

Η φράση αυτή είναι: «… 7) Τέ­λος, να εκχωρήσει (ο δότης) από τις στιγμές της ευδαίμονος νηφα­λιότητάς του το δικαίωμα, και συ­νεπώς την εμπιστοσύνη, στους για­τρούς και τους δικούς του, αντί να σταματήσει λίγο αργότερα από μόνη της, να του σταματήσουν αυτοί την καρδιά εκείνη τη στι­γμή που αυτοί κρίνουν, βέβαιος πως μόνο το καλό του θέλουν».
Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη προ­σοχή, διότι η φαινομενικώς αθώα αυτή φράση περιέχει τα εξής επι­κίνδυνα: α) Την εκχώρηση σε τρί­τους του δικαιώματος να τερμα­τίσουν τη ζωή του δότη (ενώ η ζωή δεν μας ανήκει, είναι «δώρον Θεού» και η «ανάκλησή της» ανή­κει μόνον σε Εκείνον), β) Ο τερ­ματισμός της ζωής κάποιου «πριν να έρθει η ώρα και γι’ αυτόν», συ­νιστά «Επιταχυθανασίαν», η οποία και τιμωρείται κατά το άρθρο 299 του Π.Κ. γ) Το να βοηθήσει κά­ποιος τον δότη να πεθάνει, έστω και λίγο μόνον «νωρίτερα» από την ώρα του, χαρακτηρίζεται ως πράξη «συμμετοχής σε αυτοκτο­νία», και τιμωρείται κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 300 και 301 του Π.Κ. ως «φόνος εκ προμελέτης».

Σημείωσή μου: Παρακαλώ τους αναγνώστες να συγχωρήσουν αυτόν τον σχολιασμό μου. Δεν είμαι «νομικός», αλλά αυτά μου προέκυψαν ως γνώσεις κατά τις αναζητήσεις έγκυρων στοιχείων, όταν συνέγραψα τα βιβλία μου, α) Για την ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ (το 1995, το οποίο προλόγισε ο καθηγητής της Νομικής Γ. Δασκαρόλης). β)  Ευθανασία και «Ευθανασία» (το 2005, το οποίο προλογίζει ο Μητροπολίτης Σπάρτης Ευστάθιος, και είναι των εκδόσεων της Μητροπόλεως Σπάρτης).

Η «στιγμή του θανάτου»
Η «στιγμή του θανάτου» αναφέρεται, συχνά πυκνά, ως θέμα «σχολαστικό» ως «σχολαστικισμός της φιλοσοφίας», και διάφορα άλλα (10). Ο πρόεδρος της Επιτροπής επί της Βιοηθικής των Μεταμοσχεύ­σεων, Αρχιμ. Νικόλαος Χατζηνικολάου, τότε, και τώρα Μητροπολί­της Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, σε εκτεταμένη εκπομπή του, δια τηλεφώνου, στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλά­δος, στις 18.3.2001, ομιλώντας για τις μεταμοσχεύσεις και απαντώ­ντας σε σχετική ερώτηση για τη «στιγμή του θανάτου», είπε: «Αυτή ενδιαφέρει τους ανθρώπους οι οποίοι ασχολούνται με σχολαστι­κισμό στο θέμα αυτό». Και ετόνισε: «Εγώ προσωπικά δεν παλεύω με αυτό το θέμα. Το έχω ξεκαθα­ρίσει. Ο εγκεφαλικώς νεκρός είναι νεκρός. Δεν έχω καμμία αμφιβο­λία μέσα μου», (σσ. Αυτά υπάρ­χουν και σε δημοσιεύματα κληρικών. Ουδέποτε όμως διεψεύσθησαν. Αντί για το δικό μου σχό­λιο επί των ανωτέρω για τη «στιγ­μή του θανάτου, προσφεύγω σέ «δανεισμό». Ο Μητροπολίτης λοι­πόν Ναυπάκτου Ιερόθεος (Βλάχος) έχει διατυπώσει επ’ αυτού μια εντελώς διαφορετική άποψη. Συγκεκριμένως: Στην εισήγησή του στην Ι.Σ.Ι. της Ε.Ε., επί του θέματος «Η θέσις της Εκκλησίας δια τας Μεταμοσχεύσεις», η οποία και συμπεριλαμβάνεται στον «τό­μο» Ε.κ.Μ. της Ι.Σ.Ε.Ε (11), στη σε­λίδα 360 γράφει το εξής: «Την ώρα που χωρίζεται η ψυχή από το σώμα, τότε γίνονται πολλά πράγματα, και το μυστήριο του αποχωρισμού είναι φοβερό και άγνωστο τώρα στα ανθρώπινα δεδομένα. Και τό­τε, πώς επεμβαίνουμε βίαια σε έναν άνθρωπο του οποίου δεν λει­τουργούν μερικές εγκεφαλικές λει­τουργίες αλλά, επειδή λειτουργεί η καρδιά υπάρχει ακόμη η ψυχή»! Και λίγο πιο κάτω, προσθέτει: «Μήπως στην κατάσταση εκείνη της διαδικασίας εξόδου, που γί­νονται και πολλά πνευματικά γεγονότα, στεκόμαστε ανάλγητοι, όταν λαμβάνουμε τα όργανα του σώματος, ενώ ως πρόσωπο ζει ο άνθρωπος»! (σ.σ. από αυτά συνάγεται σαφέστατα ότι η ενασχό­ληση με τη «στιγμή του θανάτου», δεν είναι γιά όλους ένας σχολα­στικισμός).
Η «στιγμή του θανάτου» έχει τεράστια σημασία για την Ιατρι­κή. Σημαντικότατη για την κοι­νωνία, και σε σχέση με τις μεταμοσχεύσεις.

α) Για τους γιατρούς η στιγμή του θανάτου δεν είναι «σχολαστικισμός», διότι ανακύπτουν πολλά και ποικίλα προβλήματα, και κά­ποια ιατροδικαστικής φύσεως. Υπάρχουν, επίσης, και κίνδυνοι για δυσάρεστες εμπλοκές σε δι­καστικές αντιπαραθέσεις, εξ αιτίας της «στιγμής του θανάτου». Το να λέγεται λοιπόν ότι η «στιγμή του θανάτου» είναι θέμα των φιλοσό­φων, όπως και να μη ασχολούμε­θα με αυτήν, διότι είναι «σχολα­στικισμός», είναι απολύτως εκτός πραγματικότητος.
β) Στην περίπτωση της «καρ­διακής συγκοπής ή ανακοπής» η διακοπή του νήματος της ζωής, σχεδόν κατά κανόνα, είναι «στι­γμιαία». Στην περίπτωση ενός «αιφνιδίου θανάτου», οι ιατροί βρισκόμεθα ενώπιον πολλών προ­βλημάτων, τα οποία ουδόλως είναι «σχολαστικιστικής» φύσεως, αλλά «ουσίας». Οι λόγοι δε είναι οι εξής:

1ος λόγος. Από τη στιγμή που θα σταματήσει η κυκλοφορία του αίματος, στην περίπτωση π.χ. ενός «καρδιοαναπνευστικού» θανάτου, υπάρχει το στάδιο του «καρδιακού κλινικού θανάτου». Και τότε «η στιγμή του θανάτου» δεν συνιστά «σχολαστικισμό», καθ’ όσον αποτελεί κρισιμότατο σημείο για τις συντονισμένες προσπάθειες οι οποίες πρέπει να καταβληθούν κατεπειγόντως λόγω του ότι είναι δυνατόν ο άνθρωπος να επανέλθει στη ζωή, σύμφωνα με τα όσα περιεγράφησαν στο κεφάλαιο περί του «κλινικού θανάτου». Για τον λεγόμενο «εγκεφαλικό θάνατο», βεβαίως, δεν έχει αναφερθεί μέχρι τώρα ο όρος «εγκεφαλικός κλινικός θάνατος», επειδή ο «εγκεφαλικός θάνατος» έχει ταυτισθεί (κακώς βεβαίως) με το «αμετάκλητον βιολογικόν τέλος του ανθρώπου». Ενώ ενδέχεται και να μην είναι. Μέχρι τώρα, πάντως, εφ’ όσον διαπιστωθεί νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους, γίνεται «διασωλήνωση» για την τεχνητή αναπνοή. Και προσφέρεται ιατρική βοήθεια με τον άρρωστο «εν καταστολή», στην περίπτωση που αυτός είναι «υποψήφιος δότης». Με τον τρόπο αυτόν καταβάλλεται προσπάθεια ώστε τα όργανά του να διατηρούνται «ζωντανά» και κατάλληλα για την μεταμό­σχευση (άρα αυτά τα όργανα δεν είναι και δεν έχουν γίνει ακόμη «πτωματικά»). Ενώ στην περί­πτωση που κάποιος δεν πρόκει­ται να είναι «δότης», ο ν. 2737/99 επιτάσσει την διακοπή της παρεχομένης βοήθειας (12).
Η πράξη όμως αυτή, ενδεχομένως, για κάποιους, έστω πολύ ολίγους, θα ισοδυναμούσε με κα­ταδίκη σε θάνατο. Ποιός λοιπόν είναι εκείνος ο οποίος θα ήταν δικαιολογημένος για την ανάληψη μιας τέτοιας ευθύνης;

2ος λόγος. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων μεταξύ των τέ­τοιων «εγκεφαλικώς νεκρών», οι οποίοι επανήλθαν στη ζωή, όσο λίγοι και αν είναι αυτοί.

Επομένως, κανένας δεν επιτρέπεται πλέον να αγνοεί ή να αρνείται μια τέτοια πραγματικότητα. Η να ισχυρίζεται εν έτει 2005, και να γράφει σε βιβλίο του (βλ. «Αλλήλων Μέλη», σ. 47) ότι: «Ουδέποτε αναφέρθηκε περίπτωση αναζωογόνησης και ανάκαμψης τέτοιων ατόμων» (13). Διότι αυτό δεν είναι αληθές.

Η πραγματικότητα είναι ότι κάποιοι από τους αρρώστους, οι οποίοι διεγνώσθησαν ότι υπέστη­σαν «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους» και χαρακτηρίσθηκαν ως «εγκεφαλικώς νεκροί», τελικώς επέζησαν. Το «γιατί» είναι ένα σο­βαρό θέμα. Το οποίο και βεβαίως πρέπει να διερευνηθεί. Επειδή: α) Μπορεί να πρόκειται για «λά­θος» στη διάγνωση. β) Για ανε­πάρκεια των «κριτηρίων» ασφα­λούς διαγνώσεώς του. γ) Υπάρ­χουν και οι περιπτώσεις «εσπευ­σμένης» διάγνωσης, δ) Ακόμη και περιπτώσεις μη τήρησης του «όρου» της επαναλήψεως των «δο­κιμασιών» μετά ένα 24/ωρο, προς επιβεβαίωση της ορθότητος της διαγνώσεως του λεγομένου «εγκε­φαλικού θανάτου». ε) Να «εικά­ζεται» απλώς η βούληση ενός «δό­τη» (σε «αλλοδαπούς» περισσότε­ρο, ή άλλους νοσηλευομένους χω­ρίς γνωστούς ή συγγενείς γύρω τους), ενώ «έξω από την πόρτα» περιμένει κάποιος «πως και πως», για να πάρει τα όργανά του, ώστε να ζήσει αυτός από τα όργανα κάποιου, ο οποίος μπορεί να μην είναι ακόμη και «τελείως νεκρός» (δυστυχώς, σε τέτοιες περιπτώ­σεις, μπορεί να ισχύει, το, «ο θά­νατός σου, η ζωή μου»). στ) Υπάρ­χουν και οι «πιέσεις» για μείωση και ελαστικοποίηση και αυτών ακόμη των “κριτηρίων” διαγνώ­σεως του θανάτου. Η, το σώμα του νεκρού να θεωρείται κτήμα της κοινωνίας προς διάθεση για τις μεταμοσχεύσεις (14). Αλλά και διάφορα άλλα «τεχνάσματα» με τα οποία επιδιώκεται η μείωση των «δυσκολιών», ώστε να «διευκολύνονται» περισσότερο οι μετα­μοσχεύσεις.
Τέτοια τεχνάσματα είναι και η «εικαζομένη συναίνεση» και η «μη εκπεφρασμένη εγγράφως άρνη­ση». Ωστε, επί «διαγνώσεως του χαρακτηριζομένου ή εκλαμβανομένου ως εγκεφαλικού θανάτου», με νομικίστικες δηλαδή επινοή­σεις, να γίνεται η «υποκλοπή» ή η «υφαρπαγή» οργάνων προς με­ταμόσχευση. Καταργουμένου, δη­λαδή, ακόμη και αυτού του αυτε­ξουσίου της προσωπικότητας του ανθρώπου. Και ορθώς η Εκκλη­σία της Ελλάδος έχει αντιταχθεί, τόσο προς την «εικαζομένη συναί­νεση» όσο και προς την «μη εκπε­φρασμένη άρνηση».

3ος λόγος. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι υπάρχουν και κά­ποιες αξιοθαύμαστες περιπτώσεις ανθρώπων, που ενώ χαρακτηρί­σθηκαν ως «εγκεφαλικώς νεκροί», τελικώς επέζησαν, γεγονός το οποίο λογικώς θεωρείται απίστευ­το. Και μάλιστα υστέρα από ένα πολλαπλώς βεβαιωμένον «εγκε­φαλικό θάνατο», και με όλα τα «κριτήρια» θετικά, και κατ’ επα­νάληψη. Τέτοιες περιπτώσεις σε πολλούς από εμάς τους γιατρούς είναι γνωστές, ακόμη και από προ­σωπική πείρα (15).

4ος λόγος. Από κάποιες τέτοιες περιπτώσεις, όσο σπάνιες ή και απίστευτες και αν φαίνονται, εάν δεν πρόκειται περί «θαύματος» (αυτό βεβαίως μόνον ο Θεός το γνωρίζει) ένας σκεπτόμενος άνθρω­πος δικαιούται να προβληματί­ζεται. Και να διερωτάται για την ικανότητα της επιστήμης να κα­θορίζει τον βιολογικό θάνατο ενός ανθρώπου δια της διαγνώσεως του «θανάτου του στελέχους του εγκεφάλου». Είναι λογικό, επο­μένως, να διερωτάται κανείς και για το εξής: Μήπως βιάσθηκε η Επιστήμη, ίσως και να σταμάτη­σε την έρευνα γύρω από τον «νευρολογικό θάνατο», επαφιεμένη στη διάγνωση «της νέκρωσης του στελέχους του εγκεφάλου» η οποία και «θεσμοθετήθηκε» (κακώς μάλιστα) για να σημαίνει και το βιολογικόν τέλος του ανθρώπου;
Ενδέχεται όμως, με την αλμα­τωδώς αναπτυσσομένη επιστημο­νική έρευνα (κάτι το οποίο δεν δι­καιούται να το αποκλείσει κανείς) να προκύψει κάποτε και για τον «νευρολογικό θάνατο» κάτι ανά­λογο με εκείνο του «καρδιακού κλινικού θανάτου». Και να ομι­λούμε τότε πλέον για «εγκεφαλι­κό κλινικό θάνατο» και, πιθανόν, με την περαιτέρω πρόοδο της επι­στήμης, ακόμη και για μια «ιάσι­μη», ενδεχομένως, κατάσταση. Αυτό δε, επειδή ακριβώς πολλά από εκείνα τα οποία πριν από λίγα χρόνια απεκλείοντο ή εθεωρούντο ως απραγματοποίητα, σήμερα αποτελούν χειροπιαστή και πανθομολογουμένη πραγματικότητα. Παράδειγμα πολύ πρόχειρο, η αναφερθείσα και νωρίτερα καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση.
Συμπέρασμα


Από τα ανωτέρω εκτεθέντα κα­θίσταται εμφανές ότι, «Οι Βασικές Θέσεις της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος επί της Ηθικής των Μεταμοσχεύσεων», παρουσιάζουν ατέλειες, ασάφειες και αρκετά λάθη. Αποδεικνύεται δε ότι η ενασχόληση με την «στιγμή του θανάτου» και τα άπειρα περί αυτήν προβλήματα ουδόλως συνιστά «σχολαστικισμόν». Επί πλέον, παραθεωρείται παντελώς ολόκληρη η επιστημονική «γραμματεία» περί του «καρδιοαναπνευστικού» θανάτου, αλλά και η εκκλησιαστική περί καρδίας «ως κέντρου ζωής». Για την τέτοια «παράλειψη», μάλιστα, έχει ασκηθεί και σφοδρή αντιπαράθεση εκ μέρους ειδημόνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Η Επιτροπή Βιοηθικής της Ι.Σ.Ε.Ε., με την έκδοση του βιβλίου της «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις», διετύπωσε την ευχή «να ακολουθήσουν και άλλες μελέτες, οι οποίες θα συντελέσουν στην τε­λική διαμόρφωση της εκκλησια­στικής τοποθετήσεως της Ιεράς Συνόδου». Προς τον σκοπό αυτόν, λοιπόν, μετά το προηγούμενο βι­βλίο μου «Μεταμοσχεύσεις. Προβληματισμοί και Διλήμματα», κατατίθεται και το παρόν από το προς έκδοση βιβλίο μου με τίτλο «Μεταμοσχεύσεις και Εκκλησία», ως ελάχιστη συμβολή στην πράγματι εργώδη και συγκινητική προσπάθειά της για την προαγωγή των μεταμοσχεύσεων.
______________________
1)    Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της Βιοηθικής: Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις. Εκδ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2001.
2)    Βρεττος Μ., Γιαννουλης Ε., Γκιαλα Μ., Καρακατςανης Κ., Κουντουρας Ι., Μπαλαμουτςος Ν., Τσανάκας Ι., Γουλιανος Α., Κωνςταντινιδης Ν., Κούπας Π., «Προβλήματα και ασάφεια του ν. 2737/1999 για τις μεταμοσχεύσεις ανθρωπίνων ιστών και οργάνων», Ιατρικόν Βήμα, Νοέμβ.-Δεκ. 1999. Οι ανωτέρω και ο Ζουρνατζης Β.: «Ελλείμματα του νόμου για τις μεταμοσχεύσεις», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 12.9.1999· και: «Επιστημονικές επιφυλάξεις για τον νέο νόμο», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 10.10.1999. YOUNGER S., «Defining death. A superficial and fragile consensus», Arch Neurol 49: 570-572, 1992. TRUOG R. D., Is it time to abandon brain death?, Hastings Cent Rep (United States), 27:29-37, 1997. GRANFORD R., “Even the dead are not terminally ill anymore”, Neurology 51:1530-1531, 1998. Καρακατςανης Κ., «ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ». Ταυτίζεται με τον θάνατο του ανθρώπου; (Ιατρική και φιλοσοφική θεώρηση), Β’ έκδοση, UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη 2001. Παναγοπουλος Εμμ., «Ο εγκεφαλικός θάνατος. Η άλλη όψη», ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, Μάιος 1994.


3)    Ματθ. ε’ 37.
4)    Χατζηνικολαου Νικόλαος (Αρχιμανδρίτης, Πρόεδρος Επιτροπής Βιοηθικής Ι.Σ.Ε.Ε.): Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα. Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεον­τολογίας (αχρονολόγητο). Χατζηνικολαου Νικόλαος (Μητροπολίτης τώρα Μεσο­γαίας και Λαυρεωτικής): «Αλλήλων Μέλη». Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, 2005.


5)    Ιω. ιε’ 13.
6)    Γαλ. δ’ 15.
7)    Χατζηνικολαου Νικόλαος (Μητροπολίτης τώρα Μεσογαίας και Λαυρεωτικής): «Αλλήλων Μέλη». Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, 2005.
8)    Ιερόθεος Βλάχος (Μητροπολίτης Ναυπάκτου): «Ντετερμινισμός καί Ορθόδοξη Συνέργια».
9)    Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της Βιοηθικής: Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις. Εκδ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2001. Χατζηνικολαου Νικόλαος (Αρχιμανδρίτης, Πρόεδρος Επι­τροπής Βιοηθικής Ι.Σ.Ε.Ε.), Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα. Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας (αχρονολόγητο). Χατζηνικολαου Νικόλαος (Μητροπολίτης τώρα Μεσογαίας και Λαυρεωτικής): «Αλλήλων Μέλη», Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, 2005.
10) Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της Βιοηθικής: Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις, Εκδ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2001. Χατζηνικολαου Νικόλαος (Αρχιμανδρίτης, Πρόεδρος Επι­τροπής Βιοηθικής Ι.Σ.Ε.Ε.): Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα. Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας (αχρονολόγητο). Χατζηνικολαου Νικόλαος (Μητροπολίτης τώρα Μεσογαίας και Λαυρεωτικής): «Αλλήλων Μέλη». Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, 2005.
11) Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της Βιοηθικής: Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις. Εκδ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2001. Βλάχος Ιερόθεος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, «Η θέση της Εκκλησίας για τις Μεταμοσχεύσεις», Εισήγηση στην Ιερά Σύνο­δο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την 12.10.1999. Αναδημοσιευμένη στο ανωτέρω Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις, σσ. 337-366.
12) Νόμος 2737/27.8.1999, Φ.Ε.Κ. 174, τεύχος πρώτο: Μεταμοσχεύσεις ιστών και οργάνων και άλλες διατάξεις. Αρθρο 12 παρ. 6, και άρθρο 20, παρ. 1,7 και 8.
13) Χατζηνικολαου Νικόλαος (Μητροπολίτης τώρα Μεσογαίας και Λαυρεω­τικής): «Αλλήλων Μέλη». Εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, 2005.
14) Παπαδημητριου Ι., «Ηθικά και δεοντολογικά προβλήματα των μεταμοσχεύ­σεων», ΙΑΤΡΙΚΟ ΒΗΜΑ, Μάϊος 1989, σ. 60.
15) SHEWMON D. A., “Recovery from “Brain Death”: A neurologist’s apologia”, Linacre Quarterly, February 1997, 31-96. Αβραμιδης Αθ. Β., «ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ. (Μέρος Β’) Από την θεωρία στην πραγματικότητα», περιοδικό ΑΚΤΙΝΕΣ, Μάρτιος 1989, σ. 98, περί­πτωση 3η. “Ενας νέος ανέζησε”: Από το βιβλίο του Μητροπολίτη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου Δημήτριου, με τίτλο «Θαύματα Αγίων-Σημεία Θεού». Εκδοση Ι. Μ. Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, Γρίβα Γουμενίσσης. Και στην ιστοσελίδα της Ι. Μ. Γουμενίσσης, http://www.imgap.gr/file1/sthavmata.html#apostolosgazepis Βλέπε σχε­τικώς και Νο. 20 της παρούσης Βιβλιογραφίας.
(Πηγή: Περιοδικό «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ», ΙΟΥΝ-ΣΕΠ 2007)
(Ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένου: www.alopsis.gr)

http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=762

πηγή: http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&catid=75:2008-11-30-20-34-47&id=692:2009-10-18-10-24-50

Οι κυριότερες θρησκείες του κόσμου και η μοναδικότητα του Χριστιανισμού

Η ιστορία της Θρησκείας αρχίζει ταυτόχρονα με την ιστορία του ανθρώπου. Παρά το γεγονός αυτό δεν έχει διατυπωθεί μέχρι σήμερα ένας ορισμός, που να αποδίδει όλο το νόημα και τη σημασία της. Ο μοναδικός ορισμός, που υπάρχει στην Καινή Διαθήκη, αναφέρεται στην Καθολική Επιστολή του Ιακώβου (1,27) και λέγει ότι «Θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και Πατρί αυτή εστίν, επισκέπτεστε ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου», δηλαδή θρησκεία είναι οι εκδηλώσεις αγάπης και καλωσύνης προς τους πονεμένους συνανθρώπους μας και η τήρηση του εαυτού μας καθαρού και αμόλυντου από την αμαρτία. Το πραγματικό όμως νόημα της θρησκείας θα μπορούσε να συνοψιστεί σε τρεις λέξεις, στην Πίστη, στη λατρεία και στην ηθική.
Οι γνωστές σήμερα θρησκείες διακρίνονται στις φυσικές και στις αποκαλυμμένες. Φυσικές είναι εκείνες που δημιούργησε ο άνθρωπος μόνος του, με τη φαντασία και τη σκέψη του, για να ικανοποιήσει την έμφυτη θρησκευτική ορμή η οποία υπάρχει σ΄ αυτόν. Αποκαλυμμένες είναι εκείνες των οποίων τις αλήθειες αποκάλυψε στον άνθρωπο ο ίδιος ο Θεός.
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ
α. Ινδουισμός
Ιστορικά στοιχεία. Ο Ινδουισμός ή Ινδουισμός είναι θρησκεία στην οποία πιστεύουν τα τρία τέταρτα περίπου του λαού της Ινδίας. Δεν έχει κανένα συγκεκριμένο ιδρυτή, ούτε αναφέρεται στην ιστορία του κάποιο πρόσωπο το οποίο να συνδέεται με την εμφάνιση του. Υπάρχει η άποψη ότι ο Ινδουισμός άρχισε να δημιουργείται το 1000 π.Χ. περίπου, από τους Βραχμάνους οι οποίοι ήταν ιερατικές τάξεις που εξηγούσαν στους πιστούς τα ιερά κείμενα. Από το 300 π.Χ. και μετά, υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Ινδουισμού, που επιζούν μέχρι σήμερα. Από το 711 μ.Χ. και μετά, ο Ινδουισμός επηρεάστηκε από θρησκείες άλλων λαών και δημιουργήθηκε έτσι ο «Νεοινδουϊσμός», στον οποίο πιστεύουν σήμερα στην Ινδία.
Διδασκαλία του Ινδουισμού.
Στον Ινδουισμό έχουν θεοποιηθεί τα ουράνια σώματα Ήλιος, Σελήνη, Αστέρια, καθώς και τα φυσικά φαινόμενα, βροχή, πλημμύρες, ξηρασία κ.λ.π., καθώς επίσης και τα περισσότερα ζώα, όπως είναι το παγώνι, το φίδι, η αγελάδα κ.ά.Οι Ινδουιστές πιστεύουν στις μετενσαρκώσεις, καθώς και στις διάφορες τελετουργίες που περιέχονται στις Ιερές Γραφές. Οι κυριότερες Ιερές Γραφές των Ινδουιστών είναι οι Βέδες, οι Βραχμάνες και οι Ουπανισάδ. Στις Ιερές αυτές Γραφές περιέχονται ύμνοι στους θεούς, μαγικές πράξεις, επικλήσεις και εξορκισμοί και διάφορες τελετουργικές και ασκητικές πρακτικές. Μία αρκετά διαδομένη ασκητική πρακτική είναι η «γιόγκα» με την οποία πιστεύουν οι οπαδοί του Ινδουισμού ότι πετυχαίνεται η απελευθέρωση του ατόμου από τις μετενσαρκώσεις και η άνοδος του στην τελειότητα.
Στον Ινδουισμό υπάρχουν και πολλές αιρέσεις οι σπουδαιότερες από τις οποίες είναι:
Των Βισνουϊτών. Οι Βισνουίτες λατρεύουν το Βισνού, που παριστάνεται σαν νέος γαλάζιου χρώματος, με τέσσερα χέρια που κρατούν συμβολικά αντικείμενα. Των Σιθαϊτών. Οι Σιβαϊτες λατρεύουν το Σιβά, θεό καταστροφέα και δημιουργό, που συμβολίζεται με μορφή ασκητή με τρία μάτια, με ένα φίδι γύρω από το κεφάλι του τυλιγμένο με δέρμα τίγρη και στολισμένος με ένα περιδέραιο από ανθρώπινα κρανία.
Των Σάκτας. Οι Σάκτας λατρεύουν τη σύζυγο του Σιβά, που την επικαλούνται άλλοτε με το όνομα Ντέσι, που συμβολίζει τη μητέρα της ζωής και της τρυφερότητας και άλλοτε με το όνομα Ντούργκα ή Κάλι, που συμβολίζει τη σκληρή και αιμοβόρα θεά. Των Καναπάτγια.  Οι Καναπάτγια λατρεύουν το Γκανέσα, που παριστάνεται με νέο με κεφάλι ελέφαντα και βοηθάει στις δυσκολίες της ζωής.
Συμπέρασμα για τον Ινδουισμό
Ο Ινδουισμός είναι θρησκεία με μια απέραντη πολυμορφία θρησκευτικών πεποιθήσεων, που ξεκινούν από ένα απροσδιόριστο μονοθεϊσμό και καταλήγουν σε ένα πληθωρικό πολυθεϊσμό.
β. Βουδισμός
Ιστορικά στοιχεία.
Είναι θρησκεία που εμφανίστηκε στην Ινδία και έχει άμεση σχέση με τον Ινδουισμό. Ιδρυτής του Βουδισμού είναι ο Σινχάτρα Γκαουτάμα (Βούδας), που έζησε από 563 -483 π.Χ. Ο Γκαουτάμα ήταν άνθρωπος μελαγχολικός, λιγομίλητος, αγέλαστος και απομονωμένος από το κοινωνικό περιβάλλον. Σε ηλικία 35 χρόνων εγκατέλειψε τη γυναίκα του και το παιδί του και εξαφανίστηκε σε ερημική και μακρινή χώρα, όπου κάτω από συνθήκες μοναξιάς και αυτοσυγκέντρωσης έγινε «Βούδας»/ δηλαδή φωτισμένος. Ο Βουδισμός μεταδόθηκε από την Ινδία με μορφή αιρέσεων σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στο Θιβέτ πιστεύουν ότι ο Βούδας ζει ενσαρκωμένος στο σώμα του ανώτατου Ιερέα που λέγεται Δαλάΐ – Λάμας. Όταν πεθαίνει ο Δαλάΐ – Λάμας, πιστεύουν ότι η ψυχή του μετενσαρκώνεται στο παιδί που γεννιέται την ίδια στιγμή, το οποίο και διαδέχεται το νεκρό Δαλάΐ – Λάμας. Διδασκαλία του Βουδισμού. Ο Βουδισμός αρνείται την ύπαρξη κάποιου αιώνιου και Παντοδύναμου Θεού. Παραδέχεται ότι ο άνθρωπος πεθαίνοντας, ή μετεμψυχώνεται κάπου αλλού, ή καταλήγει στον απόλυτο μηδενισμό. Εάν δεν καταλήξει στον απόλυτο μηδενισμό, τότε αμείβεται ανάλογα με τις καλές ή κακές του πράξεις στην παρούσα ζωή.
Η Βουδική διδασκαλία περιέχει ορισμένες εντολές για τους οπαδούς της όπως είναι; Μη φονεύσεις, μη ψευσθείς, μην κλέψεις, μη μοιχεύσεις και μη μεθύσεις. Ανάμεσα στους πιστούς οπαδούς του Βουδισμού υπάρχουν και οι Μοναχοί οι οποίοι εκτός από τις παραπάνω εντολές πρέπει επιπλέον να είναι αγνοί, να τηρούν νηστεία και εγκράτεια, να αποφεύγουν τις τέρψεις και διασκεδάσεις και να επιδιώκουν λιτότητα, σκληραγωγία και αφιλοχρηματία. Ο Βουδισμός προβάλλει έντονα την άρνηση της ζωής στην οποία φτάνουν οι Βουδιστές με την εσωτερική αταραξία,το «Νιρβάνα». Η επικοινωνία του Βουδισμού με τις άλλες θρησκείες και ιδιαίτερα με το Χριστιανισμό και η διάδοση της επιστήμης και του πολιτισμού του 20. αιώνα, που κάθε άλλο παρά άρνηση ζωής είναι, τον ανάγκασαν να αναπροσαρμόσει τη διδασκαλία του και να παρουσιάσει μόνο τα ανεκτά σημεία του.
Ο Βουδισμός είναι κλασική περίπτωση θρησκείας χωρίς Θεό, που προσπαθεί με την άρνηση της ζωής, καθώς και με μεθόδους μυστικισμού, εσωτερικής αταραξίας, αυτοστοχασμού και ατέλειωτης περισυλλογής να δώσει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν τους οπαδούς του.
γ. Κομφουκιανισμός
Ο Κομφουκιανισμός ή Κομφουκισμός είναι θρησκευτικό σύστημα που επινοήθηκε από τον Κινέζο φιλόσοφο Κομφούκιο. Ο Κομφούκιος γεννήθηκε το 551 π.Χ. και πέθανε το 479 π.Χ. Ήταν επιμελής και μελετηρός και στη νεαρή του ηλικία ασκούσε τα καθήκοντα του δασκάλου και παιδαγωγού. Αρκετά χρόνια αργότερα κατόρθωσε να γίνει Υπουργός Εργασίας και Δικαιοσύνης και να πείσει τους υπηκόους του να εκτελούν τα καθήκοντα τους χωρίς αντίρρηση. Έτσι, σταμάτησε εντελώς η διαφθορά και τα παραπτώματα, έκλεισαν οι φυλακές και έπεσαν σε αδράνεια τα δικαστήρια. Αυτό ήταν αρκετό για να γίνει ο Κομφούκιος το ίνδαλμα των Κινέζων. Το έτος 120 μ.Χ. ιδρύθηκε ο πρώτος ναός προς τιμήν του Κομφουκίου στη γενέτειρα του, την επαρχία Σαντούγκ.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία του κομφουκιανισμού, ο θεός ονομάζεται Τιέν, δηλαδή Ουρανός και είναι 1320 κάτι το τελείως απρόσωπο και αόριστο. Ο ουρανός κανονίζει την πορεία της ιστορίας και των πραγμάτων, χωρίς να ενδιαφέρεται για τα προβλήματα των ανθρώπων. Οι οπαδοί του κομφουκιανισμού πρέπει να κρατούνται μακριά από κάθε υπερφυσική δύναμη και θεότητα. Οι άνθρωποι είναι καλοί από την ίδια τους τη φύση και κάθε κακό που παρατηρείται σ’ αυτούς προέρχεται από έλλειψη σωστής κρίσης και καθοδήγησης. Η εκπαίδευση του ανθρώπου έχει αποκλειστικό σκοπό να του μεταδώσει την αληθινή γνώση. Το πιο καλό μέσο,για να φθάσει κανείς στη γνώση, είναι η μελέτη του παρελθόντος. Θεμέλιο των πραγμάτων είναι ο Ουρανός και οι πρόγονοι των ανθρώπων. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι ευγενικός και γεμάτος σεβασμό όταν υπηρετεί την εξουσία. Στη νεότητα του πρέπει να φυλάγεται από ηδυπάθεια, από διάθεση φιλονικείας, από πλεονεξία, από θυμό και να μην κάνει στους άλλους ό,τι δε θέλει να κάνουν οι άλλοι σ’ αυτόν. Σαν άρχοντας πρέπει να είναι δίκαιος και ενάρετος. Να τιμά τους σοφούς και ενάρετους και να απομακρύνει τους κακούς.
Οι πέντε μεγαλύτερες αρετές είναι η αξιοπρέπεια, η μεγαλοψυχία, η ειλικρίνεια, ο ζήλος και η καλωσύνη. Στο ερώτημα τι είναι ο θάνατος, ο Κομφουκιανισμός απαντά ότι «αφού δεν ξέρουμε τι είναι η ζωή, πως θέλετε να ξέρουμε τι είναι θάνατος».
Ο Κομφουκιανισμός δεν πιστεύει στο Μόνο Αληθινό Θεό. Δεν παραδέχεται την αιώνια ζωή. Πιστεύει μόνο σε αυτά που γίνονται αντιληπτά από τις αισθήσεις και τη λογική και αποβλέπει μόνο στην επίγεια ευτυχία.
δ. Ταοϊσμός
Ο Ταοϊσμός είναι μία από τις τρεις μεγάλες θρησκείες της Κίνας μετά το Βουδισμό και τον Κομφουκιανισμό. Η ονομασία του οφείλεται στη λέξη Τάο που σημαίνει οδός. Η θεωρία του Ταοϊσμού διατυπώθηκε τον 4. αιώνα π.Χ. από τον Τάο – Τε – Τσίγγκ. Ο Ταοϊσμός οργανώθηκε σαν θρησκεία σύμφωνα με τα πρότυπα του Βουδισμού. Η διδασκαλία του περιέχεται στις ιερές ταοϊστικές γραφές, που αποτελούνται από 1500 διαφορετικά έργα. Είναι θρησκεία ατομική με την έννοια ότι κάθε άτομο μπορεί μόνο του χωρίς τη βοήθεια κανενός να φθάσει στην αθανασία. Έχει σταθερές θρησκευτικές εορτές κάθε χρόνο, όπως είναι η εορτή του ουρανού, της γης, του νερού κ.ά. Πριν από τις διάφορες τελετές, οι οπαδοί του Ταοϊσμού υποβάλλονται σε νηστείες και απομονώσεις, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες για την άφεση των αμαρτιών.
Στη λατρεία του Ταοϊσμού χρησιμοποιούνται διάφορες πρακτικές, όπως ο πνευματισμός, η γεωμαντία, οι εξορκισμοί καθώς και κάθε είδους μαγεία. Οι οπαδοί του Ταοϊσμού διακρίνονται ιδιαίτερα για το μυστικισμό τους και την πίστη τους σε κάθε είδους παράλογο ή υπερφυσικό γεγονός.
Ο Ταοϊσμός λοιπόν είναι πολυθεϊστική θρησκεία που δίνει μεγάλη σπουδαιότητα στους μαγικούς τρόπους λατρείας.
Σιντοϊσμός
Είναι η παραδοσιακή θρησκεία των Ιαπώνων. Η ονομασία της οφείλεται στις λέξεις «Σιν – Ταό» που σημαίνουν «δρόμος Θεού». Δεν έχει ιδρυτή. Είναι γνωστή σε όλες τις λεπτομέρειες της, χωρίς να υπάρχουν σ’ αυτήν απόκρυφα και σκοτεινά σημεία, γιατί διατηρήθηκαν με προσοχή όλα τα παλιά χειρόγραφα στοιχεία της θρηκείας αυτής. Ο Σιντοϊσμός δέχεται ότι υπάρχουν χιλιάδες θεοί και θεές. Εξέχουσα θέση έχει η θεά Αματερασού που είναι η θεά του ήλιου και συνοδεύεται πάντοτε από ένα μεγάλο καθρέπτη. Από τη θεά αυτή γεννήθηκε ο αυτοκράτορας της Ιαπωνίας και οι απόγονοι του, για να κυβερνούν το λαό και να συντηρούν τη θρησκεία. Ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος των θεών επικρατούν σχέσεις μίσους και καταδιώξεων. Όλοι οι θεοί είναι πάντοτε παρόντες, κρυμμένοι σε διάφορα αντικείμενα, όπως νομίσματα, μαχαίρια κ.ά. και συνεργάζονται με τους ανθρώπους. Στις δύσκολες στιγμές είναι αρκετό να χτυπήσει ο πιστός τα δυο του χέρια για να έχει τη βοήθεια του κατάλληλου θεού. Όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, γίνονται εξωγήινα όντα και προκαλούν φόβο στους ζωντανούς, γιατί δεν είναι γνωστό με ποιους θεούς έχουν συμμαχήσει. Για το λόγο αυτό γίνονται στο σπίτι του πεθαμένου πολλοί καθαρμοί.
Ο Σιντοϊσμός λοιπόν είναι πολυθεϊστική και βαθιά ειδωλολατρική θρησκεία.
Ισλαμισμός
Ο Ισλαμισμός πήρε την ονομασία του από τη λέξη «ισλάμ» που σημαίνει «απεριόριστη αφοσίωση στο Θεό». Λέγεται ακόμα Μουσουλμανισμός από τη λέξη «μουσλήμ» που θα πει «αφοσιωμένος» και Μωαμεθανισμός από το όνομα του Μωάμεθ που είναι ο ιδρυτής της Θρησκείας αυτής. Ο Μωάμεθ γεννήθηκε στη Μέκκα της Αραβίας, το 570 μ.Χ., ήταν έμπορος και πραγματοποιούσε πολλά ταξίδια, με αποτέλεσμα να γνωριστεί με πολλούς Ιουδαίους και Χριστιανούς και να ανταλλάξει απόψεις σε θρησκευτικά θέματα. Σε ηλικία 40 ετών, όπως έλεγε ο ίδιος, οραματίστηκε έναν άγγελο, πράγμα που θεώρησε σαν κλήση από το Θεό στο αξίωμα του Προφήτη. Οι οπαδοί του Ισλαμισμού ανέρχονται σήμερα σε όλο τον κόσμο περίπου σε 427 εκατομμύρια.
Η διδασκαλία του Ισλαμισμού περιέχεται στο Κοράνιο και περιλαμβάνει στοιχεία από τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και την Αραβική θρησκευτική παράδοση. Από την Ιουδαϊκή Θρησκεία δανείστηκε την περιτομή, τη νηστεία, τους καθαρμούς κ.ά. Δέχεται ότι ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Μωϋσής και ο Ηλίας ήταν δίκαιοι. Σε απομίμηση της Ιουδαϊκής ημέρας του εξιλασμού καθιέρωσε νηστεία αρχικά τη δέκατη ημέρα του πρώτου μήνα του χρόνου και αργότερα ολόκληρο το μήνα, το λεγόμενο «Ραμαζάνι».
Στο Χριστιανισμό αναγνωρίζει το ηθικό μεγαλείο του Χριστού και θεωρεί τα Ευαγγέλια Άγιες Γραφές. Δέχεται την υπερφυσική γέννηση, τα θαύματα, την Ανάληψη και τη Δευτέρα παρουσία του Χριστού. Ακόμη δέχεται την ανάσταση των νεκρών, τη μέλλουσα κρίση, την τιμωρία των αμαρτωλών και την ανταμοιβή των δικαίων. Αρνείται το δόγμα της Αγίας Τριάδας και τη θεότητα, Σταύρωση και Ανάσταση του Χριστού. Δογματικό σύμβολο του Ισλαμισμού είναι, «Ένας είναι ο Θεός ο Αλλάχ και ο Μωάμεθ ο προφήτης του».
Οι οπαδοί του Ισλαμισμού πρέπει, να αγαπούν τους μικρούς και πτωχούς, να προσεύχονται, να κάνουν ελεημοσύνη, να νηστεύουν, να κάνουν προσκύνηση στη Μέκκα, να διαθέτουν ομολογία πίστεως και να συμμετέχουν στον Ιερό πόλεμο με σκοπό τη διάδοση της θρησκείας τους σε όλη την ανθρωπότητα. Οι πράξεις που προκαλούν ανησυχία στην ψυχή είναι αμαρτίες, ενώ αυτές που προκαλούν ηρεμία είναι αρετές. Στο τζαμί δεν επιτρέπονται εικόνες.
Συμπέρασμαγια το Ισλάμ
Ο Ισλαμισμός είναι ένα κράμα Θρησκειών. Περιέχει στοιχεία από τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και την Αραβική θρησκευτική παράδοση, όπως επίσης και πολλά ειδωλολατρικά στοιχεία. Είναι εύκολη θρησκεία στην τήρηση των εντολών και ικανοποιεί όλες τις υλικές επιθυμίες των οπαδών της.
Μασονισμός
Ο Μασονισμός πήρε το όνομα του από τη γαλλική λέξη ΜΑSSΟΝΕ που σημαίνει Τεχνίτης, Τέκτονας, Οικοδόμος. Λέγεται και Τεκτονισμός ή Ελευθεροτεκτονισμός, γιατί έχει την αρχή του στα σωματεία των Τεκτόνων (Οικοδόμων) του μεσαίωνα. Υπάρχουν σήμερα πολλές μασονικές οργανώσεις (δόγματα). Οι περισσότεροι Μασόνοι ανήκουν στο Σκωτικό δόγμα που ιδρύθηκε το 1717 στη Σκωτία. Το Σκωτικό δόγμα αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα σαν ίδρυμα το 1927.O Μασονισμός υποστηρίζει ότι δεν είναι θρησκεία αλλά σωματείο με ανθρωπιστικούς σκοπούς. Πάνω στο θέμα αυτό το σύνταγμα των Μασόνων λέει τα εξής: «Ό Ελευθεροτεκτονισμός δεν είναι θρησκεία ούτε πολιτικός οργανισμός, διο και αυστηρώς αποκλείει πάσαν εν ταις Στοάς συζήτησιν επί θρησκευτικών ή πολιτικών ζητημάτων και δεν μετέχει των έπ’ αυτών αγώνων».
Μία προσεκτική έρευνα και μελέτη του Μασονισμού οδηγεί στο συμπέρασμα ότι παρά τα πιο πάνω, έχει δομή θρησκείας. Τα στοιχεία που συνιστούν το θρησκευτικό χαρακτήρα του Μασονισμού είναι τα εξής:
(1) Ο Μασονισμός όπως όλες οι θρησκείες έχει τους δικούς του τόπους λατρείας, τις Στοές, οι οποίοι είναι ναοί με βωμούς, θυμιάματα, λαμπάδες κ.λ.π.
(2) Έχει δικές του τελετές με λατρευτικό περιεχόμενο, όπως είναι η τελετή της υιοθεσίας λυκιδέως που αντιστοιχεί με το χριστιανικό βάπτισμα, η τελετή της συζυγικής αναγνωρίσεως, που είναι κάτι ανάλογο με το μυστήριο του γάμου, το τεκτονικό μνημόσυνο κ.ά.
(3) Έχει δικά του τελετουργικά τυπικά και δικούς του «Ιερείς», τους Μασόνους που έχουν προχωρήσει στα διάφορα στάδια της μυήσεως, όπως είναι π.χ. ο Σεβάσμιος.
(4) Υπάρχουν Μασόνοι οι οποίοι σε δημοσιεύματα τους, έχουν ομολογήσει ότι ο Μασονισμός αποτελεί θρησκεία, την οποία μάλιστα χαρακτηρίζουν άλλοτε σαν τη μεγαλύτερη και άλλοτε σαν παγκόσμια θρησκεία.
(5) Η Ελληνική Δικαιοσύνη σε απόφαση της έχει χαρακτηρίσει τη Μασονία σαν θρησκεία.
(6) Η «Διορθόδοξος Επιτροπή», που συνήλθε το 1930 στο Άγιο Όρος και στην οποία έλαβαν μέρος αντιπρόσωποι όλων των Ορθοδόξων, χαρακτήρισε το Μασονισμό «ως σύστημα αντιχριστιανικόν και πεπλανημένον».
(7) Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδας τονίζει σε απόφαση της, που πήρε το 1933, ότι ο Μασονισμός «αποδεδειγμένως τυγχάνει θρησκεία μυστηριακή». Ακόμη η ίδια Σύνοδος το 1972 διακήρυξε ότι «ο Μασονισμός είναι θρησκεία και η ιδιότητα του Μασόνου είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Χριστιανού».
(8) Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και οι Προτεσταντικές και Ευαγγελικές Κοινότητες θεωρούν το Μασονισμό θρησκεία και συνιστούν στους οπαδούς τους να απέχουν απ’ αυτή.
Τα κυριότερα σημεία της διδασκαλίας του Μασονισμού είναι: Ο Μασονισμός πιστεύει στην ύπαρξη Θεού με την προσωνυμία «Μέγας Αρχιτέκτων Του Σύμπαντος» «ΜΑΤΣ». Ο Θεός αυτός είναι ο ήλιος.
Ο Μασόνοι αρνούνται την Αγία Τριάδα και δεν πιστεύουν στη Θεότητα του Χριστού ούτε δέχονται το λυτρωτικό Του έργο. Θεωρούν το Χριστό σαν απλό μύστη όπως τον Πυθαγόρα και το Σωκράτη. Έχουν θεοποιήσει το Χιράμ, τον Όσιρη, το Βάκχο και άλλους ειδωλολατρικούς θεούς στους οποίους αποδίδουν λατρεία. Ο Μασονισμός θεωρεί τη λογική σαν υπέρτατο νόμο και απορρίπτει ό,τι δεν μπορεί να ερμηνευτεί με τη λογική, όπως είναι οι «εξ αποκαλύψεως» αλήθειες του Χριστιανισμού. Οι οπαδοί του Μασονισμού κατατάσσονται με τελετουργικό τρόπο σε ιεραρχίες που περιλαμβάνει 33 βαθμούς. Κατά τη μύηση από βαθμό σε βαθμό, ο μυούμενος ορκίζεται να τηρήσει απόλυτη μυστικότητα για όσα θα δει και θα ακούσει. Λόγω αυτής της μεγάλης μυστικότητας δεν είναι γνωστές πάρα πολλές λεπτομέρειες του Μασονισμού.
Ο Μασονισμός είναι κράμα αρχαίων ειδωλολατρικών θρησκειών και θρησκευτικών αιρέσεων με αντιχριστιανικό προσανατολισμό.
Προτεσταντισμός
Ο Προτεσταντισμός δημιουργήθηκε το 16. αιώνα, από ορισμένους Ρωμαιοκαθολικούς θεολόγους όπως είναι ο Λούθηρος, ο Καλβίνος, ο Σβίγγλιος κ.ά., σε ένδειξη διαμαρτυρίας τους προς τον αρχηγό της παπικής εκκλησίας , για ορισμένες υπερβολές του.
Συγκεκριμένα οι παραπάνω Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι, διαμαρτυρήθηκαν γιατί ο Πάπας Λέων ο δέκατος είχε εκδόσει περίπου 250.000 συγχωροχάρτια, τα οποία διέθεσε στους αμαρτωλούς οπαδούς του όχι μέσω των Θεολόγων ιεροκηρύκων όπως ήταν η συνήθεια, αλλά μέσω της αδελφής του, η οποία μάλιστα τα διέθετε (τα πουλούσε) σε τιμή μεγαλύτερη από εκείνη που είχε ορίσει ο Πάπας. Τότε οι Θεολόγοι βλέποντας ότι τους διέφυγε η επικερδής επιχείρηση της διάθεσης των συγχωροχαρτιών, αποχώρησαν από το Ρωμαιοκαθολικισμό και δημιούργησαν τον Προτεσταντισμό.
Η Προτεσταντική Εκκλησία η οποία ονομάστηκε και Διαμαρτυρόμενη και Ευαγγελική, με την πάροδο των ετών υποδιαιρέθηκε σε άλλες μικρότερες οι οποίες σήμερα ξεπερνούν τις 350.Διδασκαλία του Προτεσταντισμού. Oι Προτεστάντες δέχονται ότι για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι αρκετή μόνο η πίστη και δεν απαιτούνται τα αγαθά έργα. Κατάργησαν τα μυστήρια εκτός από το βάπτισμα και τη θεία Ευχαριστία τα οποία τα θεωρούν σαν απλά σύμβολα ή αναμνήσεις. Κατάργησαν τον Ιερό Κλήρο και το Μοναχισμό. Ορισμένοι διατήρησαν μόνο ένα βαθμό της ιερωσύνης π.χ. μόνο του Επισκόπου ή του Πρεσβυτέρου και ονομάζονται Επισκοπιανοί ή Πρεσυβτεριανοί. Αρνούνται την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας και θεωρούν αρκετή μόνο την Αγία Γραφή, την οποία όμως ερμηνεύουν με δικό τους τρόπο.
Κατάργησαν τις επικλήσεις προς τη Θεομήτορα και προς τους Αγίους, καθώς και την απόδοση τιμής προς τα Άγια λείψανα και τις εικόνες. Αρνούνται το σημείο του Σταυρού. Ο Προτεσταντισμός έχει την ίδια διδασκαλία με το Χιλιασμό και γι’ αυτό είναι αντιχριστιανική θρησκευτική αίρεση.
Ουνία
Η Ουνία δημιουργήθηκε από Ορθόδοξους Χριστιανούς οι οποίοι εγκατέλειψαν την Ορθοδοξία και προσηλυτίστηκαν στον Καθολικισμό. Οι πρώτες Ουνίτικες εκκλησίες ιδρύθηκαν στην Πολωνία από τους Ισουίτες. Οι Ιησουΐτες είναι μοναχικό τάγμα της Καθολικής Εκκλησίας το οποίο ιδρύθηκε το 1534 και το οποίο μεταχειριζόταν για την επιτυχία των σκοπών του την αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Στην Ελλάδα παρατηρήθηκε μεγάλη Ουνίτικη κίνηση μετά το 1922. Σήμερα, ο συνολικός αριθμός των Ουνιτών σε όλο τον κόσμο ξεπερνά τα 8 εκατομμύρια.
Η Ουνία περιλαμβάνει στη διδασκαλία της ορισμένα στοιχεία της ορθοδοξίας και ορισμένα του καθολικισμού. Οι Ουνίτες ιερείς έχουν την εξωτερική εμφάνιση των Ορθόδοξων ιερέων. Κατά τη λειτουργία χρησιμοποιούν τη γλώσσα του έθνους στο οποίο βρίσκονται, λειτουργούν με Ορθόδοξο τρόπο, πλην όμως μνημονεύουν τον Πάπα,γιατί τον θεωρούν υπέρτατο αρχηγό του Χριστιανισμού. Στο σύμβολο της πίστεως άλλοι διατηρούν το «και εκ του Υιού» και άλλοι το έχουν καταργήσει. Η Ουνία σε αντίθεση με τον καθολικισμό επιτρέπει το γάμο στους κληρικούς.
Νεοπαγανισμός
Είναι σύγχρονη μορφή ειδωλολατρείας και ειδωλολατρικού τρόπου ζωής. Σύγχρονα είδωλα είναι το χρήμα, η μανία για πλουτισμό, η μανία για το σεξ, η εξεζητημένη επιδίωξη των ανέσεων και κάθε άλλο μέσον που μπορεί να συμβάλλει στην καλοπέραση και στην ατομική και υψηλόφρονη προβολή του ανθρώπου.
Πνευματισμός
Είναι ένα παραθρησκευτικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο, διάφορα άτομα, οι λεγόμενοι πνευματιστές (μέντιουμ), επικαλούνται τη βοήθεια πονηρών και δαιμονικών πνευμάτων και προκαλούν διάφορα φαινόμενα, όπως είναι η μετακίνηση επίπλων ή άλλων αντικειμένων μέσα σε ένα δωμάτιο και άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις. Οι πνευματιστές υποστηρίζουν ότι τα πνεύματα που επικαλούνται είναι αγαθά, αλλά τούτο δεν μπορεί να είναι σωστό, γιατί οι άγγελοι του Θεού δεν κάνουν τέτοιες επιδείξεις οι οποίες δεν έχουν κανένα ανώτερο σκοπό.
Ιουδαϊσμός
Η ιστορία του Ιουδαϊσμού αρχίζει από τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος γύρω στο 1750 π.Χ. ύστερα από υπόδειξη του Θεού, στον οποίο ήταν πιστός, εγκατέλειψε το πολυθεϊστικό περιβάλλον της Μεσοποταμίας και εγκαταστάθηκε στη Γη Χαναάν. Από τον Αβραάμ προήλθε ο λαός του Ισραήλ, ο οποίος μετανάστευσε στην Αίγυπτο και τον οποίο ανέλαβε να επαναφέρει στη γη των προγόνων του ο Μωϋσής το 1220 π.Χ. Ο λαός του Ισραήλ μετά τον 6. αιώνα π.Χ. περιορίστηκε στη φυλή του Ιούδα, από την οποία πήρε και το όνομα του ο Ιουδαϊσμός.
Σταθμός στη διαμόρφωση της Ιουδαϊκής θρησκείας είναι οι προφήτες, οι οποίοι μετέφεραν στο λαό το θέλημα του Θεού και προανάγγειλαν τον ερχομό του Μεσσία.  Ο νόμος του Μωϋσή και η υπόλοιπη διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης, αποτελούν το κύριο πλαίσιο της πίστης και της λατρείας του Ιουδαϊκού λαού. Το πρώτο και βασικό σημείο του Ιουδαϊσμού είναι η πίστη σε ένα μόνο Θεό τον Αληθινό. Υπάρχουν ιεροί τόποι για τη λατρεία του Θεού. Η μετάνοια αποτελεί βασικό μέσο για τη συμφιλίωση του λαού με το Θεό. Για την καταπολέμηση των αμαρτιών, έχουν καθιερωθεί ορισμένες τυπικές πράξεις, όπως είναι οι θυσίες, οι τελετές, η νηστεία κ.λ.π. Η αγάπη προς τον πλησίον προσφέρεται μόνο στους συγγενείς και στους ομοεθνείς.
Ένα άλλο βασικό σημείο της διδασκαλίας του Ιουδαϊσμού είναι ο Μεσσιανισμός, η αναμονή δηλαδή του Μεσσία ο οποίος θα κατάγεται από το γένος του Δαβίδ, θα είναι Υιός του Θεού και θα είναι προικισμένος με εξαίρετα χαρίσματα και θεία δύναμη. Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους,ο Ιουδαϊκός λαός παρουσίασε θρησκευτική κατάπτωση, με αποτέλεσμα να παρερμηνεύσει την πνευματική και παγκόσμια αποστολή του Μεσσία, αλλά συνεχίζει να περιμένει κάποιο επίγειο μεσσία που θα καταστήσει το Ιουδαϊκό έθνος κυρίαρχο στον κόσμο.
Ο Ιουδαϊσμός είναι μονοθεϊστική θρησκεία και αποτελεί την πρώτη αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο. Έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα. Υπήρξε «παιδαγωγός εις Χριστόν» (Γαλ. 3, 24). Με την εμφάνιση του Χριστιανισμού λήγει η αποστολή του Ιουδαϊσμού.
Χριστιανισμός
Iδρυτής του Χριστιανισμού είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο είχε προαναγγελθεί από ιερά πρόσωπα της Ιουδαϊκής θρησκείας, τους προφήτες. Επίσημη βεβαίωση και επαλήθευση των προφητειών, για τον ερχομό του Μεσσία, έχουμε από τον ίδιο το Χριστό στη συνομιλία Του με τη Σαμαρείτιδα. Όταν εκείνη του είπε «Οίδα ότι Μεσσίας έρχεται, ο λεγόμενος Χριστός», ο Ιησούς της φανέρωσε «Εγώ ειμί ο λάλων σοι» (Ιωάν. 4, 25 – 26).
Ο Χριστιανισμός αποδεσμεύτηκε από τον Ιουδαϊσμό το 49 μ.Χ. με απόφαση της Αποστολικής Συνόδου των Ιεροσολύμων. Έτσι, ενώ ο Ιουδαϊσμός δε δέχτηκε τον ερχομό του Χριστού και συνεχίζει να τον αναμένει, ο Χριστιανισμός ως «καινή κτίσις» ακολούθησε το δρόμο που χάραξε ο Θεάνθρωπος Χριστός. Ο αριθμός των Χριστιανών •από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού μέχρι σήμερα βρίσκεται σε συνεχή ανοδική πορεία. Σύμφωνα με υπάρχοντα στοιχεία, το 33 μ.Χ. την ημέρα της Πεντηκοστής πίστεψαν στο κήρυγμα του Αποστόλου Πέτρου και βαπτίστηκαν Χριστιανοί τρεις χιλιάδες Ιουδαίοι. Το 100 μ.Χ. οι Χριστιανοί είχαν γίνει πέντε εκατομμύρια, το 1000 μ.Χ. είχαν φτάσει τα πενήντα εκατομμύρια και σήμερα ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο.
Aπο τότε που αποδεσμεύτηκε ο Χριστιανισμός από τον Ιουδαϊσμό (49 μ.Χ.) μέχρι το έτος 858 μ.Χ. δεν αντιμετωπίστηκαν σοβαρά προβλήματα, αν και υπήρχαν ορισμένες αντιθέσεις λόγω της νοοτροπίας των διάφορων Χριστιανικών λαών. Τους πρώτους αιώνες, επειδή στη Δύση μιλούσαν την Ελληνική γλώσσα, οι αντιθέσεις τακτοποιούνταν. Όταν όμως στη Δύση επικράτησε σαν Θεολογική και Εκκλησιαστική γλώσσα η λατινική, οι διαφορές έγιναν βαθύτερες, επειδή τα έργα των πατέρων της Εκκλησίας (Βασιλείου, Χρυσοστόμου κ.λ.π.) έπαψαν να μελετούνται από άγνοια της Ελληνικής γλώσσας. Έτσι άρχισαν οι Δυτικοί να απομακρύνονται σιγά – σιγά από τους Ανατολικούς. Η έκτη Οικουμενική Σύνοδος υπέδειξε στη Δυτική Εκκλησία ορισμένες καινοτομίες της, αλλά αυτή δεν έδωσε σημασία και συνέχισε να προχωρεί στο χωρισμό.
Η Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος με τον τρίτο κανόνα της, αναγνώρισε στον επίσκοπο Ρώμης «πρεσβεία τιμής», επειδή η Ρώμη ήταν αρχαιότερη πρωτεύουσα του κράτους και όρισε ότι ο επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως έχει πρωτεία τιμής μετά τον επίσκοπο Ρώμης επειδή η Κωνσταντινούπολη ήταν η νέα Ρώμη. Όμως οι Δυτικοί θέσπισαν υπέρτατη εξουσία του Πάπα της Ρώμης έναντι των άλλων Πατριαρχών και όλης της Εκκλησίας. Μάλιστα ο Πάπας Νικόλαος τον ένατο αιώνα, προς έκπληξη όχι μόνο των Ανατολικών αλλά και των Δυτικών, θέλησε να εμφανιστεί «θείω δικαίω» άρχοντας της Εκκλησίας όλου του κόσμου. Τέλος το 1054, έγινε οριστικά ο χωρισμός της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, όταν τριμελής αντιπροσωπεία της Δυτικής Εκκλησίας υπό τον Καρδινάλιο Ουβέρτο προσήλθε στην Κωνσταντινούπολη και εισήλθε στο ναό της Αγίας Σοφίας την ώρα της θείας Λατρείας και άφησε πάνω στην Αγία Τράπεζα έγγραφο με το οποίο αναθεμάτιζε τον τότε Πατριάρχη Κωνσταντίνο Μιχαήλ Κηρουλάριο και όλους τους Ορθοδόξους σαν αιρετικούς. Η Δυτική Εκκλησία έκτοτε έπαψε να έχει επικοινωνία με την Ανατολική και με τα τέσσερα άλλα Πατριαρχεία.
Δογματικές διαφορές μεταξύ Δυτικής ή Καθολικής και Ανατολικής ή Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Οι καθολικοί έχουν προσθέσει στο Σύμβολο της Πίστεως τη φράση «και εκ του Υιού εκπορευόμενο» το Άγιο Πνεύμα. Τούτο είναι αντίθετο με το λόγο του Ευαγγελίου «το Πνεύμα της αληθείας δ παρά του Πατρός εκπορεύεται» (Ιωάν. 15,26). Επιπλέον η πρώτη και η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισαν και επικύρωσαν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο παρά του Πατρός.
Διδάσκουν οι Καθολικοί ότι υπάρχει το καθαρτήριο Πυρ και ότι οι ψυχές καθαρίζονται από κηλίδες αμαρτιών που δεν είχαν καθαριστεί όταν ζούσαν με το σώμα στη γη. Τούτο είναι αντίθετο με την Αγία Γραφή, γιατί ο Χριστός με τη σταυρική Του θυσία αναδείχθηκε «Ιλασμός περί των αμαρτιών μας» (Α’ Ιωαν. 2,2) δηλαδή, η χάρη του Χριστού που προήλθε από τη σταυρική Του θυσία, δίνει την άφεση των αμαρτιών όσο είμαστε στη γη και εξομολογούμαστε.
Η Καθολική Εκκλησία διδάσκει για την αξιομισθία των Αγίων και της Θεοτόκου, ότι δηλαδή τα καλά έργα των Αγίων και της Θεοτόκου είναι πολύ περισσότερα από όσα απαιτούνται και το περίσσευμα αυτό μπορεί να το διαθέτει ο Πάπας, για τη συγχώρηση αμαρτιών άλλων ανθρώπων που υστέρησαν σε έργα αρετής, ή πέθαναν αμαρτωλοί. Τούτο δεν είναι σωστό γιατί σύμφωνα με την Αγία Γραφή μόνο το αίμα του Χριστού καθαρίζει τον άνθρωπο από την ενοχή της αμαρτίας, εφόσον μετανοεί και συμμορφώνεται προς τις θείες εντολές (Β’ Κορ. 5,10).
Διδάσκουν οι Καθολικοί ότι η Θεοτόκος γεννήθηκε χωρίς προπατορικό αμάρτημα, η λεγόμενη «άσπιλη σύλληψη». Τούτο δεν είναι ορθό γιατί τη Θεοτόκο την καθάρισε από κάθε μολυσμό της προπατορικής αμαρτίας το Άγιο Πνεύμα όταν ο Αρχάγγελος της είπε «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε» (Λουκ. 1,35). Εχουν πέσει οι Καθολικοί στην αίρεση της Μαριολατρείας. Πιστεύουν ότι η Θεοτόκος αναλήφθηκε όπως ο Χριστός και τη λατρεύουν σαν θεά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει δογματίσει, γιατί το θέμα αυτό δεν αφορά στη σωτηρία μας, απλώς πιστεύει ότι όπως φαίνεται και από την υμνολογία, η Θεοτόκος πέθανε και στη συνέχεια μετέστη στον ουρανό.
Οι καθολικοί έχουν τις παρακάτω διαφορές στα μυστήρια:
– Δεν βαπτίζουν όπως δίδαξε ο Χριστός (Μαρκ. 16,16. Ματθ. 28, 19) με τριπλή κατάδυση του βαπτιζομένου, αλλά ραντίζουν.
– Το Χρίσμα το τελούν στα αγόρια σε ηλικία 14 ετών και στα κορίτσια σε ηλικία 12 ετών και όχι ταυτόχρονα με το βάπτισμα όπως συμβαίνει στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
– Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας έπαψαν από το έτος 1200 να μεταδίδουν στους πιστούς το Σώμα και το Αίμα όπως συμβαίνει•με τους Ορθοδόξους, αλλά μεταδίδουν μόνο αγιασμένο άρτο. Τούτο έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Χριστού «εάν μη φάγετε την Σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε το Αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν. 6,53 – 56).’
– Το Ευχέλαιο το τελούν μόνο προ του θανάτου, ενώ το εφόδιο για τους Ορθοδόξους προ του θανάτου είναι ή Θεία Κοινωνία. Ο Απόστολος Ιάκωβος συνιστά στους πιστούς να τελούν το Ευχέλαιο όταν αρρωσταίνουν (Ιακ. 5,14).
Στους Καθολικούς Ιερείς έχει επιβληθεί υποχρεωτική αγαμία, ενώ σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική παράδοση ο κληρικός είναι ελεύθερος να διαλέξει γάμο ή αγαμία. Μία άλλη σοβαρή διαφορά είναι το αλάθητο του Πάπα. Η Καθολική Εκκλησία το 1870 κατά την πρώτη Βατικάνιο Σύνοδο αναγνώρισε το αλάθητο. Τούτο σημαίνει Θεοπνευστία του Πάπα, αλλά σύμφωνα με την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση Θεόπνευστοι και συνεπώς αλάθητοι ήταν μόνο οι Απόστολοι που φωτίστηκαν ιδιαιτέρως από το Άγιο Πνεύμα και είπαν και έγραψαν αυτά που είδαν και άκουσαν (Λουκ. 6,10. Ιωαν. 14,26,16,13).
Ένα άλλο λάθος των καθολικών είναι το πρωτείο του Πάπα, ο οποίος από τους πρώτους αιώνες ύψωνε τη θέση του πάνω από όλους τους Πατριάρχες και τις Οικουμενικές Συνόδους. Έτσι ο Πάπας έφτασε στο σημείο να ανακηρύξει τον εαυτό του διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου και αντιπρόσωπο του Χριστού, ορατή κεφαλή της Εκκλησίας και αλάθητο διδάσκαλο της Χριστιανικής Πίστεως. Τούτο όμως είναι αντίθετο με το λόγο της Αγίας Γραφής (Εφεσ. 1, 22 – 23) σύμφωνα με τον οποίο ο αρχηγός και κεφαλή τόσο της στρατευόμενης όσο και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας είναι μόνο ο Χριστός.
Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία.
Η Ορθόδοξη Χριστιανική Θρησκεία είναι η επίσημη Θρησκεία του Ελληνικού Έθνους. Στο ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 3, καθορίζεται ότι «Επικρατούσα Θρησκεία εν Ελλάδι είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας». Η διδασκαλία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Θρησκείας περιέχεται στην Αγία Γραφή και είναι αναλλοίωτη και απαραχάρακτη από τότε που μας παραδόθηκε από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό μέσω των Αποστόλων μέχρι σήμερα.
Το λατρευτικό μέρος της Ορθοδοξίας στηρίζεται στην Ιερά Παράδοση, η οποία αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της Αγίας Γραφής, ενώ το δογματικό μέρος στηρίζεται στο Σύμβολο της πίστεως και στις αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων.
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν στον Τριαδικό Θεό. Πιο συγκεκριμένα πιστεύουν ότι ο Θεός είναι Ένας. Μία ουσία. Μία φύση αιώνια, άκτιστη, άναρχη, άπειρη και ανεξιχνίαστη. Αυτή όμως η θεία ουσία υπάρχει «ασυγχύτως και αδιακρίτως» ολόκληρη στα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, του Πατέρα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τα μόνα ιδιώματα που δεν είναι κοινά μεταξύ των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι ότι ο Πατήρ είναι αγέννητος, ο Υιός γεννάται και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός. Ακόμη οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ότι ή αόρατη Χάρη του Θεού μεταδίδεται στον άνθρωπο με τα ορατά μυστήρια. Για το λόγο αυτό διατηρούν τα επτά Θεία μυστήρια αναλλοίωτα όπως ακριβώς τα παρέλαβαν από το Χριστό διαμέσου των Αποστόλων.
Συμπέρασμα.
Ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός είναι η μοναδική αληθινή Θρησκεία στον κόσμο, η οποία αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον «ενανθρωπήσαντα» Θεό και η οποία έχει διατηρήσει τη διδασκαλία του Χριστού εντελώς αναλλοίωτη και όπως ακριβώς της παραδόθηκε από τους Αποστόλους.
Η Μοναδικότητα του Χριστιανισμού
Ο Χριστιανισμός αντλεί τη Μοναδικότητα του, έναντι των άλλων θρησκειών από τις μεγάλες και ουσιαστικές διαφορές του απ’ αυτές. Μερικές τέτοιες διαφορές είναι:
α. Ο ιδρυτής
Στα εξωχριστιανικά θρησκεύματα έχουμε συνήθως ιδρυτή κάποιο άνθρωπο χωρίς θείο κύρος, ή κάποια απρόσωπη παράδοση. Στο Χριστιανισμό ιδρυτής είναι ο ίδιος ο θεός στο πρόσωπο του Χριστού. Ο θεός έγινε άνθρωπος για να ανεβάσει τον άνθρωπο στο θεό.
β. Η λύτρωση
Στα άλλα θρησκεύματα δεν υπάρχει λυτρωτής. Η λύτρωση σ’ αυτά αποτελεί αναζήτηση και νοσταλγία της ψυχής, που δεν εκπληρώνεται. Υπόσχονται λύτρωση χωρίς να είναι σε θέση να την προσφέρουν. Στο Χριστιανισμό υπάρχει λύτρωση του ανθρώπου, η οποία πραγματοποιείται στο Πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Μοναδικός Λυτρωτής, γιατί ενώνει στον εαυτό Του, το Θεό και τον άνθρωπο. Έτσι συνδέεται και πάλι ο άνθρωπος με το Θεό και σώζεται.
γ. Η αντοχή στο χρόνο
Η διδασκαλία του Χριστιανισμού είναι η μόνη που διατηρείται άφθαρτη, αναλλοίωτη και ζωντανή χωρίς να επηρεάζεται από το πέρασμα των αιώνων. Τούτο συμβαίνει, γιατί είναι η μόνη που προσφέρει την αληθινή γνώση του Θεού. Στις εξωχριστιανικές θρησκείες, οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τον αληθινό Θεό, αλλά τον νοσταλγούν και γι’ αυτό επηρεάζονται από το χρόνο και αναπροσαρμόζονται συνήθως για να εξυπηρετούν τις τωρινές ανάγκες των οπαδών τους.
δ. Η εκδήλωση της αγάπης
Στο Χριστιανισμό η αγάπη εκδηλώνεται χωρίς διάκριση προς όλους τους ανθρώπους, φίλους και εχθρούς. Στις άλλες θρησκείες ή δεν υπάρχει η αγάπη ούτε σαν λέξη, ή αν υπάρχει, εκδηλώνεται μόνο προς συγκεκριμένα πρόσωπα.
ε. Οι Άγιοι
Στα άλλα θρησκεύματα δε συναντούμε Αγίους. Ορισμένα έχουν να παρουσιάσουν ανθρώπους με αρετές και καλοσύνη, Αγίους όμως δεν έχουν. Στο Χριστιανισμό ένα πλήθος ανθρώπων εμπνεύστηκαν από το Θεϊκό μεγαλείο του Χριστού και αφού έφτασαν σε μεγάλο βαθμό πνευματικότητας ανακηρύχτηκαν Άγιοι.
στ. Η λατρεία
Στη Χριστιανική Θρησκεία, η λατρεία είναι πνευματική και η ψυχή επικοινωνεί με το Θεό. Στις άλλες θρησκείες η λατρεία είναι υλική και πραγματοποιείται με εξωτερικούς τύπους όπως είναι οι θυσίες ζώων κ.ά.
ζ. Ο Τριαδικός Θεός
Στα εξωχριστιανικά θρησκεύματα συναντούμε το μονοθεϊσμό ή τον πολυθεΐσμό, γιατί έτσι ο ανθρώπινος νους φαντάστηκε τη θεία αλήθεια. Στο Χριστιανισμό υπάρχει κατ’ αποκάλυψη του Ίδιου του θεού, ο Τριαδικός θεός, ο Μόνος αληθινός θεός.
Καταβλήθηκε προσπάθεια να παρουσιαστούν, κατά τον πιο αντικειμενικό τρόπο, τα βασικά σημεία της διδασκαλίας των κυριότερων θρησκευμάτων του κόσμου. Από τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, προκύπτει το συμπέρασμα ότι σε όλα ανεξαιρέτως τα θρησκεύματα υπάρχει έκδηλη η νοσταλγία και η αναζήτηση του θεού, αλλά μόνο στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό έχουμε πραγματική θεογνωσία γιατί είναι η μοναδική θρησκεία η οποία αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον ενανθρωπήσαντα Θεό και η οποία διατηρεί τη διδασκαλία της, από της ιδρύσεως της μέχρι σήμερα, εντελώς αναλλοίωτη και όπως ακριβώς μας την παρέδωσε ο Χριστός μέσω των Αποστόλων.
πηγή: http://apfilipposgrammatikous.blogspot.com/2010/06/blog-post_9184.html

Τα απόκρυφα ευαγγέλια

Επιμέλεια Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Αποσπάσματα από τα βιβλία Τα απόκρυφα ευαγγέλια και ο σχηματισμός της Καινής Διαθήκης (Πύρρα, Αθήνα) και Εναντίον του Θεού (Όμορφος Κόσμος, Ρέθυμνο).

Πρώτες μαρτυρίες για την Καινή Διαθήκη

Τα βιβλία των αποστόλων –αυτά που στη συνέχεια αποτέλεσαν την Καινή Διαθήκη– παραδόθηκαν στους χριστιανούς ήδη από την πρώτη γενιά, από τους ίδιους τους αποστόλους. Αν και αρχικά μάλλον οι χριστιανοί δεν τα θεωρούσαν ως ένα είδος «αγίας γραφής», όμως τα θεωρούσαν βασική πηγή πληροφόρησης για την πίστη που είχαν παραλάβει οι κατά τόπους Εκκλησίες από τα χείλη των ίδιων των αποστόλων. Η αξία των βιβλίων αυτών οφειλόταν στο ότι ήταν έργα των αποστόλων και η σημασία τους μεγάλωσε όταν οι απόστολοι, σιγά – σιγά, έφυγαν από αυτή τη ζωή.

Τα βιβλία Καινής Διαθήκης είναι γνωστά ως «κανονικά» («κανόνας» = σειρά στα αρχαία ελληνικά, γι’ αυτό τα ονομάζουμε «κανονικά», οι δε σειρές των βιβλίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης αντίστοιχα ονομάζονται κανόνες της Π.Δ. και της Κ.Δ.) ήδη από τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., δηλ. λίγο μετά το 100 μ.Χ. Εκτός από τα σπαράγματα παπύρων που σώζονται εδώ κι εκεί, οι βασικότερες μαρτυρίες είναι οι παρακάτω:

·         Ο ταπεινός και σεμνός άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, όπως φαίνεται από τις 7 σωζόμενες επιστολές του (γραμμένες περίπου το 110 μ.Χ.), ξέρει και αναγνωρίζει ως γνήσια τις επιστολές του Παύλου και τα ευαγγέλια του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη.

·         Ο άγιος Κλήμης Ρώμης φαίνεται ότι ξέρει τις επιστολές του Παύλου προς Κορινθίους, Ρωμαίους και Εβραίους, ίσως δε και τα ευαγγέλια.

·         Ο άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης, στη δική του επιστολή προς Φιλιππησίους (δηλ. τους κατοίκους της πόλης Φίλιπποι της Μακεδονίας –είχε γράψει και ο Παύλος ανάλογη επιστολή), προδίδει γνώση των επιστολών του Παύλου προς Ρωμαίους, Α΄ Κορινθίους, Γαλάτες, Εφεσίους, Β΄ προς Θεσσαλονικείς, Α΄ και Β΄ προς Τιμόθεον, άρα έχει στα χέρια του corpus των κειμένων του Παύλου, προφανώς αντίγραφα, όπως και ο άγιος Ιγνάτιος που είπαμε παραπάνω.

·         Η απόκρυφη Επιστολή Βαρνάβα, κεφ. 4, στ. 14, παραθέτει το Ματθ. 22, 14, εισάγοντάς το με το «ως γέγραπται» (=όπως έχει γραφτεί), στερεότυπη φράση που σημαίνει ότι το θεωρεί μέρος της Αγίας Γραφής.

·         Επιπλέον, ο Παπίας Ιεραπόλεως, που το έργο του δε σώζεται, αλλά μαθαίνουμε γι’ αυτό από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου επισκόπου Καισάρειας της Μικράς Ασίας (4ος αιώνας), γνωρίζει τα ευαγγέλια του Μάρκου και του Ματθαίου, για το δεύτερο μάλιστα παραθέτει την ανεξακρίβωτη πληροφορία ότι ο Ματθαίος το είχε γράψει αρχικά σε «εβραϊκή διάλεκτο» και κατόπιν το μεταγλώττισε στα ελληνικά, όπως το ξέρουμε. Ο Παπίας, κατά τον άγιο Ειρηναίο της Λυών (μικρασιατικής καταγωγής, επίσης του 2ου αιώνα), ήταν μαθητής του αποστόλου Ιωάννη και φίλος του Πολύκαρπου Σμύρνης, αν και είχε επηρεαστεί από διάφορες δοξασίες που εντοπίζονταν στη Μικρά Ασία και παρέκκλιναν από την ορθόδοξη παράδοση.

·         Ο ίδιος ο άγιος Ειρηναίος γνωρίζει πλέον την Καινή Διαθήκη σχεδόν όπως έχει φτάσει ως εμάς. Λέω «σχεδόν», γιατί μερικά βιβλία δεν τα αναφέρει, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι οπωσδήποτε δεν τα γνώριζε. Την εποχή του (γύρω στο 170 μ.Χ.) ο «κανόνας» είχε συγκροτηθεί, με βάση την παράδοση των κατά τόπους Εκκλησιών, που διέσωζαν αποστολικά συγγράμματα και τα διαχώριζαν από άλλα, ορθόδοξα, που επίσης τα διάβαζαν, αλλά δεν τα θεωρούσαν αποστολικά ή τουλάχιστον όχι με βεβαιότητα, όπως η Επιστολή Βαρνάβα, η Διδαχή των Αποστόλων, η Β΄ Κλήμεντος προς Κορινθίους, η Επιστολή προς Διόγνητον, ο Ποιμήν κ.λ.π., ή και άλλα, όπως η απόκρυφη Αποκάλυψη Πέτρου, η απόκρυφη Γ΄ προς Κορινθίους δήθεν του Παύλου κ.λ.π.

·         Σημειωτέον ότι τα ίδια τα απόκρυφα βιβλία συνιστούν μια σοβαρή μαρτυρία για την παλαιότητα των κανονικών, καθώς περιέχουν πλήθος αυτούσιων στίχων από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αποκομμένους από το περιβάλλον τους, και απηχούν πολλούς άλλους.

(Λεπτομέρειες για τη δημιουργία της Καινής Διαθήκης βλ., μεταξύ άλλων, στις «Εισαγωγές» στην Καινή Διαθήκη των καθηγητών Σάββα Αγουρίδη κ.ά. –από την Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην του Σάββα Αγουρίδη, εκδ. Γρηγόρη, προέρχονται τα ανωτέρω στοιχεία).

Το κριτήριο γνησιότητας: η αποστολικότητα

Η πρώτη μαρτυρία που έχουμε όμως ότι οι χριστιανοί συγκέντρωσαν όλα αυτά τα βιβλία σε ένα σώμα, που το θεώρησαν μέρος της Αγίας Γραφής, είναι η μαρτυρία του αγίου Ειρηναίου επισκόπου Λουγδούνων (Λυών) γύρω στο 170 μ.Χ. Φαίνεται ότι η αναφορά αυτή είναι η απάντηση της Εκκλησίας στον «κανόνα» του αιρετικού διδασκάλου Μαρκίωνος, που είχε συγκροτήσει «κανόνα Καινής Διαθήκης» γύρω στο 160 μ.Χ., βάζοντας μέσα μόνο το κατά Λουκάν ευαγγέλιο (κολοβωμένο, για να μην αναφέρεται η γέννηση του Χριστού, που ο Μαρκίων, ως γνωστικός, θεωρούσε ότι κατέβηκε στη Γη ενήλικος) και τις επιστολές του Παύλου προς Γαλάτας, Α΄ και Β΄ προς Κορινθίους, Ρωμαίους, Α΄ και Β΄ προς Θεσσαλονικείς, Εφεσίους (την οποία ονόμαζε προς Λαοδικείς), Κολοσσαείς, Φιλιππισίους και προς Φιλήμονα. Έκοψε δηλαδή ότι φανέρωνε πως ο Χριστός ήταν και κανονικός άνθρωπος, γιατί οι γνωστικοί Τον θεωρούσαν μόνον αιώνιο ουράνιο πνεύμα. Η Εκκλησία απάντησε καταρτίζοντας το δικό της κανόνα, που περιλαμβάνει τα τέσσερα ευαγγέλια, τις 14 επιστολές του Παύλου, τις 7 λεγόμενες καθολικές επιστολές (τρεις του Ιωάννη, δύο του Πέτρου, μία του Ιακώβου και μία του Ιούδα –όχι φυσικά του Ισκαριώτη) και την Αποκάλυψη του Ιωάννη.

Το μόνο κριτήριο, με το οποίο ένα βιβλίο μπήκε στην Καινή Διαθήκη ήταν το ποιος το έγραψε. Μπήκαν δηλαδή μόνον έργα των αποστόλων. Τα ευαγγέλια κατά Μάρκον και Λουκάν είναι επίσης αποστολικά έργα, γιατί ο Μάρκος έγραψε κατά την αφήγηση του Πέτρου («ερμηνευτής Πέτρου» κατά τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα) και ο Λουκάς κατά την αφήγηση του Παύλου, ο οποίος είχε διδαχθεί εν οράματι όλη την επίγεια ζωή του Ιησού, όπως και οι άλλοι απόστολοι.

Γι’ αυτό πολλά βιβλία που θεωρήθηκαν κανονικά, επειδή θεωρήθηκαν έργα αποστόλων της πρώτης ή δεύτερης γενιάς, περιέχουν αποσπάσματα δυσερμήνευτα, που συχνά φαίνεται να στηρίζουν απόψεις που τις θεωρούμε αιρετικές –κι όμως αυτά τα αποσπάσματα δεν εξοβελίστηκαν, αλλά παρέμειναν στα έργα, γιατί θεωρήθηκαν ότι ανήκουν στο συγγραφέα! Επίσης ολόκληρη η Αποκάλυψη του Ιωάννη θα μπορούσε να στηρίζει τη μεγάλη αίρεση του μοντανισμού, που προερχόταν από τη Μικρά Ασία (όπως και η Αποκάλυψη) και βασιζόταν στις προφητείες, μία από τις οποίες ήταν και η Αποκάλυψη! Κι όμως η Αποκάλυψη μπήκε στην κανόνα, παρά τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί ως στήριγμα των αιρετικών (μόνο τον 4ο αιώνα σημειώθηκε προσωρινά κάποια επιφύλαξη).

Άλλα βιβλία είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί από αιρετικούς, πριν καν συσταθεί επίσημα ο κανόνας της Καινής Διαθήκης. Μετά τον κανόνα του Μαρκίωνα, τα κείμενα του αποστόλου Παύλου έγιναν λάβαρο του μαρκιωνιτισμού. Κι όμως όλα αυτά τα βιβλία, που είχαν βεβαρημένο παρελθόν λόγω χρήσης από μία ισχυρότατη αίρεση, μπήκαν χωρίς συζήτηση στον εκκλησιαστικό κανόνα, ενώ η αίρεση αυτή ζούσε ακόμα! Ο λόγος; Θεωρήθηκαν γνήσια έργα του Λουκά και του Παύλου, και αυτό ήταν αρκετό.

Τέλος, κάποια βιβλία μπήκαν στον κανόνα επειδή θεωρήθηκαν, όπως είπαμε, γνήσια έργα εκείνων που αναφέρονταν ως συγγραφείς τους, ενώ κατά βάθος τίποτα καινούργιο δεν πρόσθεταν στη θεολογία ή την ηθική του χριστιανισμού. Τέτοια βιβλία είναι η επιστολή του Ιούδα, οι Β΄ και Γ΄ επιστολές του Ιωάννη, η επιστολή του Παύλου προς Φιλήμονα, αλλά και το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, που φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε από το Ματθαίο και το Λουκά ως βάση για τη συγγραφή των δικών τους ευαγγελίων, ώστε τίποτα ιδιαίτερο δεν του έχει απομείνει: από τους 661 στίχους του, μόνο 35 δεν έχουν περιληφθεί στα δύο άλλα ευαγγέλια. Κι όμως μπήκε στον κανόνα, γιατί θεωρήθηκε γνήσιο έργο του Μάρκου.

Παράλληλα με τα έργα των αποστόλων υπήρχαν στις Εκκλησίες και άλλα βιβλία, γραμμένα από διάφορους χριστιανούς, ορθόδοξα, όχι αιρετικά, που τα τιτλοφορουσαν με το όνομα κάποιων αποστόλων για να τους δώσουν κύρος και τα οποία περιείχαν αληθινές ή φανταστικές λεπτομέρειες για τα παιδικά χρόνια του Ιησού ή για το πάθος και την ανάστασή Του, καθώς και για τη ζωή και την κοίμηση της Θεοτόκου και για τη δράση και τα μαρτύρια των αποστόλων. Τα βιβλία αυτά η Εκκλησία τα αποδέχτηκε και τα διάβασε (πολλά απ’ αυτά άλλωστε περιελάμβαναν γνήσιες ιστορικές μαρτυρίες), τα αξιοποίησε στο εορτολόγιο και στην εικονογραφία, αλλά δεν τα συμπεριέλαβε στην Καινή διαθήκη, όχι γιατί δίδασκαν κάτι κακό, αλλά γιατί δεν ήταν γραμμένα από αποστόλους. Θα δούμε παρακάτω ποια είναι αυτά.

Ο γνωστικισμός: το New Age της αρχαιότητας

Ο γνωστικισμός ήταν ένα πολύμορφο θρησκευτικό κίνημα των δύο πρώτων αιώνων του χριστιανισμού, ένα μωσαϊκό ιουδαϊκών, χριστιανικών, ιρανικών, ελληνικών και αιγυπτιακών αντιλήψεων και δοξασιών ντυμένων με μια «φιλοσοφικότητα» λαϊκού τύπου, στα πλαίσια του φιλοσοφικού συγκρητισμού που είχε διαμορφωθεί με την επίδραση του στωικισμού, του νεοπλατωνισμού και του πυθαγορισμού, δηλαδή σχολών που είχαν επίσης λιγότερο ή περισσότερο μεταφυσικές και μυστικιστικές προεκτάσεις. Ήταν, θα έλεγα, κάτι ανάλογο με το σημερινό New Age και το συνονθύλευμα βουδδιστικών και ινδουϊστικών αντιλήψεων που επαγγέλλεται τη λύτρωση στο σημερινό δυτικό κόσμο.

Κάθε γνωστικός δάσκαλος είχε το δικό του σύστημα δοξασιών, τη δική του «Γνώση», που μετέφερε στους ανθρώπους με την υπόσχεση ότι, όποιος τη γνωρίσει, σώζεται. Σωτηρία γι’ αυτούς βέβαια ήταν η λύτρωση της ψυχής από τα δεσμά του σώματος, γιατί πίστευαν ότι Καλό είναι το πνεύμα, ενώ Κακό και έδρα του Κακού η ύλη.

Οι γνωστικοί διδάσκαλοι ήταν πάρα πολλοί, με «σχολές» πολύ διαδεδομένες στον ελληνορωμαϊκό κόσμο του 1ου και 2ου αιώνα μ.Χ., κυρίως βέβαια στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου έτσι κι αλλιώς είχε γίνει ανακάτεμα θρησκειών από τους φοβισμένους κοσμοπολίτες που είχαν χάσει την ταυτότητά τους στην αχανή ρωμαϊκή αυτοκρατορία και ένιωθαν έρμαια της Μοίρας και των διαφόρων σκοτεινών δυνάμεων, αναζητώντας τη λύτρωση όπου την έβρισκαν. Οι σημαντικότεροι γνωστικοί ωστόσο ήταν ο Μένανδρος και ο μαθητής του Σατορνείλος, ο Κήρινθος, ο Βασιλείδης, ο Καρποκράτης, ο Ουαλεντίνος και ο Μαρκίων, ενώ στις παρυφές του γνωστικισμού κινήθηκε η θρησκεία του μανιχαϊσμού, περσικής προελεύσεως. Από τους προδρόμους του γνωστικισμού φαίνεται ότι ήταν ο Σαμαρείτης Σίμων ο Μάγος, με δράση στη Ρώμη, ενώ προδρομικές γνωστικές τάσεις αντιμετωπίζουν ήδη οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης στις επιστολές τους.

Το περίφημο χωρίο του Παύλου στην προς Κολοσσαείς 2, 8: «Βλέπετε μή τις υμάς έσται ο συλλαγωγών διά της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν», δεν αναφέρεται στην ελληνική φιλοσοφία ως διανοητική ανησυχία και επιστημονική αναζήτηση, αλλά σε μια «θρησκεία των αγγέλων» (στο ίδιο, 2, 18), που προφανώς αυτοχαρακτηριζόταν «φιλοσοφία» ενώ, στην πραγματικότητα, ανήκε στα κινήματα σωτηρίας της εποχής εκείνης, δηλ. τα προδρομικά γνωστικά κινήματα, με κύριο χαρακτηριστικό τη λατρεία των «στοιχείων του κόσμου τούτου», δηλ. των πνευμάτων ή αγγέλων που «κυβερνούν τον κόσμο», και μια ιουδαϊκού τύπου άσκηση, συνδεόμενη κατά κάποιο τρόπο προς τις κοσμικές αυτές αγγελικές δυνάμεις (πρβ. στο ίδιο, 2, 16: μη σας κρίνει κανείς «εν βρώσει ή εν πόσει ή εν μέρει εορτής ή νουμηνίας ή σαββάτων»). Γενικά, όπως και σήμερα, τη μπερδεμένη εκείνη εποχή φιλοσοφία και θρησκεία δεν ήταν πάντα σαφώς διακεκριμένες× επομένως ανάλογες αναφορές πρέπει να εξετάζονται με προσοχή από τους ερμηνευτές.

Ομοίως, στην Α΄ επιστολή προς το μαθητή του Τιμόθεο, πρώτο επίσκοπο Εφέσου της Μικράς Ασίας, ο Παύλος αντιμετωπίζει γνωστικά ρεύματα με «γενεαλογίας απεράντους», «βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως». Στη Β΄ επιστολή Πέτρου, κεφ. 2, 1-22, στην Α΄ Ιωάννου, κεφ. 5, 22, και αλλού, μέσα στην Καινή Διαθήκη, υπάρχουν επίσης σαφείς αναφορές σε γνωστικά ρεύματα ή τάσεις, που επαγγέλλονταν τη σωτηρία μέσω της Γνώσης που θα αποκάλυπταν στους ανθρώπους.

Εν πάση περιπτώσει, τα βασικά δόγματα του γνωστικισμού ήταν κοινά σ’ όλα τα συστήματα, αλλά διέφεραν στις λεπτομέρειες και τις μυθικές γενεαλογίες των πνευμάτων. Όλα ήταν ασυμβίβαστα με το χριστιανισμό, παρά το ότι θέλησαν να τον χρησιμοποιήσουν σαν όχημα για την εξάπλωσή τους, γι’ αυτό και έγραψαν «απόκρυφα ιερά βιβλία», κατά μίμησιν των κανονικών, ή χρησιμοποίησαν τα κανονικά δίνοντας γνωστικές ερμηνείες όπου μπορούσαν. Τα δόγματα αυτά ήταν τα εξής:

Υπάρχει ένας ανώτατος, άγνωστος και καλός Θεός, από τον οποίο προήλθε με εκδίπλωση ή απορροή («στάξιμο») μια ολόκληρη ιεραρχημένη γενεαλογία πνευματικών όντων, που τα ονόμαζαν Αιώνες. Οι Αιώνες κάλυπταν το χάσμα μεταξύ Θεού και κόσμου, περισώζοντας τη μονοθεΐα και παρακάμπτοντας το ακατανόητο για τους γνωστικούς δόγμα της Αγίας Τριάδας.

Ένας Αιώνας, συνήθως ο τελευταίος στην ιεραρχική κλίμακα, ξεπέφτει από την αρχική λαμπρή ή αγαθή του θέση και, στα πλαίσια της έκπτωσής του, δημιουργεί τον υλικό κόσμο, στον οποίο ζούμε εμείς και ο οποίος, συνεπώς, είναι δημιούργημα του Κακού και έδρα του Κακού. Έτσι δημιουργούνται τα ανθρώπινα σώματα, στα οποία, κατά κάποιους γνωστικούς, φυλακίζονται τα πνεύματα αγγέλων που ξέπεσαν και είναι οι ανθρώπινες ψυχές. Ο έκπτωτος αυτός Αιώνας ταυτίζεται από τους γνωστικούς με το Γιαχβέ, το Θεό της Παλαιάς Διαθήκης, τον οποίο θεωρούσαν δίκαιο αλλά απάνθρωπο.

Ο μεγάλος άγνωστος Θεός στέλνει στη Γη έναν άλλο Αιώνα, τον Ιησού ή Χριστό ή Ιησού Χριστό, για να λυτρώσει τα πνεύματα από τη φυλακή της ύλης και να τα επιστρέψει στον ουράνιο κόσμο του μεγάλου Θεού.

Εννοείται ότι για τους γνωστικούς ο Χριστός είναι ένα ανώτερο πνεύμα (Αιώνας), που φάνηκε σαν άνθρωπος χωρίς να πάρει στ’ αλήθεια ανθρώπινο σώμα, κατέβηκε στη Γη ενήλικος, σταυρώθηκε και αναστήθηκε φαινομενικά –γιατί πίστευαν ότι το σώμα και κάθε τι υλικό είναι Κακό, επομένως δεν είναι δυνατόν ένα αγαθό πνεύμα να γίνει υλικός άνθρωπος! Επίσης, θεωρούσαν το γάμο αμαρτία και τον απαγόρευαν στους οπαδούς τους, γι’ αυτό και οι οπαδοί διαφόρων ρευμάτων παρέμεναν συνήθως στην τάξη των απλών κατηχούμενων, για τους οποίους ο γάμος ήταν ανεκτός. Βασικά υπήρχαν δύο τάσεις: οι ακραία ασκητικοί (που προσπαθούσαν να εξοντώσουν το σώμα μέσω των στερήσεων και έτσι να απελευθερώσουν το φυλακισμένο στο σώμα πνεύμα τους) και οι λεγόμενοι νικολαΐτες ή βαλααμιστές, που επιδίδονταν σε σεξουαλικά όργια και καταχρήσεις κάθε μορφής, προσπαθώντας πάλι να εξοντώσουν το σώμα μέσω των καταχρήσεων και να απελευθερώσουν το φυλακισμένο πνεύμα τους. Οι τελευταίοι αναφέρονται ονομαστικά ήδη μέσα στην Καινή Διαθήκη, στο 2ο κεφάλαιο της Β΄ επιστολής του αποστόλου Πέτρου και στο 1ο κεφ. της Αποκάλυψης, στίχ. 6 και 14-15. Μια άλλη ομάδα, οι οφίτες ή ναασινοί, που λάτρευαν τον όφη (εβραϊκά νάας) και διακλαδίζονταν σε αδαμιανούς, καϊνίτες, σηθιανούς, βαρβηλίτες, αρχοντικούς, κοεδιανούς, φιβιωνίτες κ.λ.π., πήγαιναν απ’ αλλού: μεταλάβαιναν ανθρώπινο σπέρμα και αίμα από πλακούντα ή έκαναν εκτρώσεις και έτρωγαν τα νεκρά έμβρυα.

Αυτές οι τρεις βασικές διδασκαλίες του γνωστικισμού «προσβάλλουν» τη ρίζα της χριστιανικής διδασκαλίας: η θεωρία περί Αιώνων, η ιδέα ότι ο υλικός κόσμος είναι Κακός και έδρα του Κακού και η ιδέα ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος φαινομενικά και όχι πραγματικά.

Η αποστροφή τους προς την ύλη φαίνεται και από τον τρόπο που μιμήθηκαν τη θεία Μετάληψη διάφορα γνωστικά ρεύματα. Όχι με ψωμί και κρασί (το κρασί το θεωρούσαν απαγορευμένο, ως φορέα υλικής ηδονής), αλλά με ψωμί και τυρί (αρτοτυρίτες) ή με ψωμί και νερό, όπως περιγράφεται στις απόκρυφες Πράξεις διαφόρων αποστόλων (π.χ. Πέτρου, Ανδρέα, Θωμά κ.λ.π.), που ήταν γραμμένες ή επεξεργασμένες από γνωστικούς.

Τα απόκρυφα έργα

Όπως είπαμε, οι γνωστικοί χρησιμοποίησαν χριστιανικό ένδυμα για να εδραιώσουν τις διδασκαλίες τους. Έδωσαν σε πολλούς Αιώνες ονόματα παρμένα από την Παλαιά Διαθήκη (π.χ. Σοφία, Σαβαώθ, Αδονάι, Ελοχίμ κ.λ.π.) ή και από την Καινή Διαθήκη (Λόγος, Μονογενής, Παράκλητος, Ιησούς κ.λ.π.) –προσφέρουν έτσι και μια επιπλέον μαρτυρία ότι η Καινή Διαθήκη υπήρχε πριν από τα δικά τους βιβλία, γιατί αυτά τα ονόματα στην Καινή Διαθήκη έχουν νόημα, ενώ στα γνωστικά συστήματα όχι. Η τακτική της ψεύτικης απόδοσης ενός βιβλίου σε κάποιον διάσημο παλαιότερο συγγραφέα είναι ευρύτερα γνωστή από την εποχή εκείνη και ονομάζεται στη φιλολογική γλώσσα με το λατινικό τεχνικό όρο vaticinium ex eventu. Χρησιμοποιήθηκε και από ορθόδοξους συγγραφείς, αλλά και από ιουδαίους, καθώς και από Έλληνες των ελληνιστικών χρόνων, που χάλκευσαν σιβυλλικούς χρησμούς, ύμνους του Ερμή του Τρισμέγιστου κ.ά.

Από τους γνωστικούς, πολλοί ερμήνευσαν τα ευαγγέλια με τρόπο ταιριαστό προς τις διδασκαλίες τους, όπως ο Βασιλείδης και ο Μαρκίων, ή έγραψαν και οι ίδιοι «ευαγγέλια», κατά μίμησιν των κανονικών ευαγγελίων, όπως το Ευαγγέλιο της Αληθείας του Ουαλεντίνου και τα περισσότερα απόκρυφα. Έγραψαν επίσης Πράξεις και Αποκαλύψεις, επηρεασμένες τόσο από την Αποκάλυψη του Ιωάννη όσο και από την Παλαιά Διαθήκη, που έχει κι αυτή τα δικά της Απόκρυφα (π.χ. Ανάληψις Μωυσέως, Ανάληψις Ησαΐα, Αποκάλυψις Ηλία, Ε΄ και Στ΄ Έσδρα, Ενώχ, Διαθήκες των Δώδεκα Πατριαρχών κ.π.ά.). Τα ιερά τους αυτά βιβλία τα χαρακτήρισαν οι ίδιοι «απόκρυφες βίβλους», ισχυριζόμενοι ότι, μέσω αυτών, αποκαλύπτουν στους μύστες της δικής τους θρησκείας μυστικές διδασκαλίες, που για όλο τον υπόλοιπο κόσμο παραμένουν απόκρυφες.

Ο όρος απόκρυφα ευαγγέλια, λοιπόν, δεν οφείλεται στο ότι δήθεν η Εκκλησία «απέκρυψε» αυτά τα βιβλία από τα μάτια των χριστιανών (ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο ούτε υπήρξε καταστροφή ή απαγόρευσή τους) αλλά στους ίδιους τους συντάκτες τους, που ήθελαν έτσι να εξηγήσουν πώς ήρθαν στα χέρια τους αυτά τα βιβλία, τα οποία είχαν γράψει οι ίδιοι και τα είχαν αποδώσει ψευδώς σε διάφορα πρόσωπα της Καινής Διαθήκης.

Ας έχουμε υπόψιν ότι στο χριστιανισμό δεν υπάρχει απόκρυφη γνώση ούτε απόκρυφα βιβλία. Η γνώση του Θεού, όπως τη διδάσκει ο χριστιανισμός (μέσω της τήρησης της εντολής της αγάπης και της ένταξης στο ευχαριστιακό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία), προορίζεται για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το φύλο, την ηλικία ή την κοινωνική τάξη, και όχι για κάποιους εκλεκτούς «μύστες». Επίσης δεν υπήρξε ποτέ πολιτική καταστροφής και εξαφάνισης βιβλίων, παρά μόνο συμβολικό κάψιμο βιβλίων χριστιανών αιρετικών που είχαν προκαλέσει ταραχές (και αιματοχυσίες με την εμπλοκή πολιτικών προσώπων) στις χριστιανικές κοινότητες. Ακόμη και τα βιβλία που θεωρήθηκαν απαράδεκτα, αιρετικά, διαστροφικά κ.λ.π., κυκλοφορούσαν ελεύθερα και όποιος ήθελε μπορούσε να τα διαβάσει. Αναφέρομαι φυσικά στη θρησκευτική και πολιτισμική παράδοση της ορθόδοξης ανατολικής Εκκλησίας (παραθέτω τον όρο με την ιστορική του έννοια), που δεν ταυτίζεται με την παράδοση της δυτικής Ευρώπης. Δεν έχουμε Ιερά Εξέταση –η Ιερά Εξέταση υπήρξε εκεί όπου διαστρεβλώθηκε ο χριστιανισμός. Παντού δυστυχώς υπήρξαν φανατικοί που κατέστρεψαν, έκαψαν ή και σκότωσαν ακόμη για να επιβάλουν τις απόψεις τους, αλλά αυτοί δεν είναι οι άγιοι ούτε εκφράζουν τη γνησιότητα του χριστιανικού μηνύματος. Οι άγιοι αγάπησαν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η σύνοδος της Καρθαγένης (Καρχηδόνας), που αποφάνθηκε για τον κανόνα της Καινής Διαθήκης το 419 μ.Χ., ζήτησε –όπως και όφειλε– να μη διαβάζονται άλλα βιβλία «επ’ ονόματι θείων γραφών» (=ως βιβλία της Αγίας Γραφής), όχι να μη διαβάζονται καθόλου.

Είναι αξιόπιστα τα απόκρυφα έργα;

Τα γνωστικά ιερά κείμενα είναι πάρα πολλά. Δεν έχουν όλα χριστιανικό ένδυμα, αλλά απηχούν όλες τις παραδόσεις, από τις οποίες ανθολόγησαν στοιχεία οι γνωστικοί. Π.χ. Υπόστασις των Αρχόντων, Βροντή: Νους τέλειος, Η παράφρασις του Σηέμ, Εξήγησις περί της ψυχής, Περί Ογδοάδος και Εννεάδος (εννοεί ογδοάδα και εννεάδα Αιώνων), Ασκληπιός (αποκάλυψη, όχι επιστημονικό έργο), Λόγοι Αληθείας Ζωστριανού: Θεός αληθείας: Λόγοι Ζωροάστρου, Πρωτοέννοια τρίμορφος κ.ά.

Όλα τα παραπάνω προέρχονται από την περίφημη ανακάλυψη κοπτικών χειρογράφων του 1945/46 στο Nag Hammadi, κοντά στο αρχαίο Χηνοβόσκιο της Άνω Αιγύπτου, που ήταν η μεγαλύτερη ανακάλυψη απόκρυφων και γνωστικών έργων του 20ού αιώνα (13 κώδικες, 53 έργα). Όταν δημοσιοποιήθηκαν, κάποιοι έσπευσαν να προαναγγείλουν την κατάρρευση του χριστιανισμού, επειδή δήθεν ανακαλύφθηκαν οι αληθινές ρίζες του, που, κατ’ αυτούς, είναι γνωστικές ή δεν ξέρω τι άλλο… Όμως πρέπει να έχουν υπόψιν τα εξής:

α) Αν θεωρούν ιστορικώς αξιόπιστα τα γνωστικά ευαγγέλια (για τα οποία δεν έχω μιλήσει ακόμη), και μάλιστα πιο αξιόπιστα από τα κανονικά, εκτός του ότι πρέπει να καθορίσουν το κριτήριο, με το οποίο τα αξιολογούν, θα πρέπει να θεωρήσουν αξιόπιστα και τα άλλα παράλληλα προς την Καινή Διαθήκη βιβλία (σήμερα τα ονομάζουμε «ορθόδοξα απόκρυφα», αν και δεν υπήρξαν ποτέ απόκρυφα, δηλαδή κρυμμένα), που δεν είναι γνωστικά, αλλά καλύπτουν τα κενά της ιστορίας του Ιησού (παιδικά χρόνια) και των πρώτων χριστιανικών χρόνων: βίος της Παναγίας, δράση των αποστόλων κ.τ.λ. Κοντολογίς, υπάρχουν «απόκρυφα» από τα οποία τεκμηριώνεται η αξιοπιστία του χριστιανικού κηρύγματος όπως το ξέρουμε, χωρίς θεωρίες συνομωσίας. Από αυτά, κάποια στοιχεία έγιναν δεκτά από την εκκλησιαστική συνείδηση, γιατί προφανώς βασίζονταν σε παραδόσεις παλαιότερες από τα ίδια τα έργα, τις οποίες οι συγγραφείς των απόκρυφων συγκέντρωσαν και περιέλαβαν στα βιβλία τους, που είναι ορθόδοξα, αλλά δε μπήκαν στον κανόνα της Καινής Διαθήκης, γιατί δεν ήταν αληθινά έργα των αποστόλων. Πώς λοιπόν κάποιοι αποδέχονται ή συζητούν σοβαρά την αξιοπιστία των γνωστικών απόκρυφων και δε συζητούν καθόλου την αξιοπιστία των ορθόδοξων, όπως το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου ή το Κατά Θωμάν ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Κυρίου;

β) Η γνωστική θεολογία είναι 100 φορές πιο υπερβατική από τη χριστιανική. Ενδιαφέρεται κυρίως για τις αποκαλύψεις «υπερβατικών αληθειών» σε διάφορα πρόσωπα (Αποκάλυψις Μωυσέως, Αποκάλυψις Ιωάννου –όχι η κανονική– Αποκάλυψις Ασκληπιού, Ιακώβου, Παύλου, Αδάμ κ.λ.π.), και οι αποκαλύψεις αυτές αφορούν στην αρχή του κόσμου, τη μέλλουσα κρίση κ.τ.λ. –αντίθετα, η Καινή Διαθήκη έχει μόνο μία αποκάλυψη (το πρότυπο όλων αυτών), η οποία κλιμακώνεται σε όλη την ανθρώπινη ιστορία και περιγράφει απείρως πιο αφαιρετικά τα έσχατα, τον παράδεισο και την «κρίση των εθνών».

Επιπλέον, τα απόκρυφα περιλαμβάνουν θαύματα ασυγκρίτως πιο εξωπραγματικά από τα θαύματα των κανονικών βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Π.χ., στις Πράξεις Παύλου ο Παύλος βαφτίζει ένα λιοντάρι, που του ζητάει με ανθρώπινη φωνή να βαφτιστεί, και αργότερα, όταν τον ρίχνουν στην αρένα, εξαπολύουν εναντίον του το ίδιο λιοντάρι, το οποίο όχι μόνο δεν τον τρώει αλλά και τον προστατεύει – στις Πράξεις του αποστόλου Ιούδα Θωμά (αρκετά αξιόλογο ως μυθοπλασία αλλά δύσκολο να αξιολογηθεί ιστορικά), ο απόστολος, στις Ινδίες, θανατώνει έναν οφιοειδή δράκοντα, που είναι, υποτίθεται, ο γιος του διαβόλου που εξαπάτησε, ως φίδι, την Εύα, και αργότερα καλεί άγρια γαϊδούρια, που ζεύονται στο αμάξι του και τον μεταφέρουν, μιλώντας ενίοτε με ανθρώπινη φωνή – σε όλες τις απόκρυφες Πράξεις οι απόστολοι συνεχώς ανασταίνουν νεκρούς, ενώ ο ίδιος ο Ιησούς ανάστησε μόνον τρεις, την κόρη του Ιάειρου, το γιο της χήρας στη Ναΐν και το Λάζαρο, ενώ στις κανονικές Πράξεις των Αποστόλων, ο Πέτρος ανασταίνει την Ταββιθά, μια σημαντική προσωπικότητα της Εκκλησίας της Ιόππης (για όσους νομίζουν ότι η γυναίκα ήταν υποβαθμισμένη στην αρχαία Εκκλησία), και ο Παύλος ένα νέο που σκοτώθηκε πέφτοντας από ένα παράθυρο στο χώρο όπου κήρυττε.

γ) Τα γνωστικά απόκρυφα έργα δεν παρουσιάζουν τον Ιησού με ανθρώπινο πρόσωπο και δεν αναφέρουν καθόλου επεισόδια από τη ζωή Του, αλλά μόνον «λόγους» και «διδασκαλίες» Του, γιατί πρεσβεύουν την αντίθετη προς τον υλικό κόσμο, το σώμα κ.λ.π. διδασκαλία των γνωστικών. Αν κάποιος την επιλέγει ως προτιμότερη γι’ αυτόν από τη χριστιανική (με την προϋπόθεση βέβαια ότι γνωρίζει τη χριστιανική στην αυθεντική –μου επιτρέπετε– μορφή της, και όχι σε διάφορα κακέκτυπα ιστορικά της μορφώματα που νομίζει για αυθεντικά), είναι δικαίωμά του, αλλά είναι πάλι θέμα πεποιθήσεων.

Για να είμαι ακριβής, υπάρχει εσωτεριστική ερμηνεία της διδασκαλίας και των υποτυπωδών αφηγήσεων των γνωστικών κειμένων, δηλαδή ερμηνεία που προσπαθεί να ανακαλύψει κάποιο μίτο εκλαμβάνοντάς τα ως αλληγορίες γεγονότων που συμβαίνουν μέσα στο νου και συμβολίζουν στάδια μιας πνευματικής/διανοητικής ανάτασης. Το πνεύμα της ερμηνείας αυτής διαφέρει από το χριστιανικό πνεύμα κυρίως σε δύο θεμελιώδη σημεία.

1. Συνδέει τη σωτηρία του ανθρώπου με την κατανόηση πραγμάτων, δηλαδή περίπλοκων υπερβατικών ουράνιων αληθειών. Η κατανόηση αυτή από μόνη της οδηγεί το νου σε ανάταση και τελικά ο άνθρωπος αναβαθμίζεται και περνάει, μέσα από στάδια υπερβατικής γνώσης, σε ουράνιες σφαίρες. Αντίθετα, στο χριστιανισμό, καθαρά και ξάστερα και χωρίς γρίφους, η σωτηρία είναι φυσική απόληξη της ανταπόκρισης του ανθρώπου στην αγάπη του Τριαδικού Θεού, που ένα από τα συμπτώματά της (το πιο αναγνωρίσιμο για το μέσο άνθρωπο) είναι η απόλυτη, χωρίς όρους, ανιδιοτελής αγάπη του ανθρώπου για τους συνανθρώπους του: «Γνώση του Θεού είναι η αγάπη» κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη (Α΄ επιστολή Ιωάννου, 4, 7-21) και «όποιος λέει ότι αγαπά το Θεό, κι όμως μισεί τον αδελφό του (δηλαδή το συνάνθρωπό του), είναι ψεύτης». Φυσικά αυτή η αγάπη επιτυγχάνεται από λίγους, γιατί και η ανταπόκριση στην αγάπη του Θεού είναι επιλογή λίγων, πράγμα που, κατά το χριστιανισμό φυσικά, συνιστά και την κοσμική τραγωδία του ανθρώπου μέσα στην ιστορία.

2. Οι κατ’ αποκάλυψιν αλήθειες που επαγγέλλεται η γνωστική ερμηνεία απευθύνονται σε λίγους μυημένους, ενώ το χριστιανικό μήνυμα απευθύνεται σε όλους. Η Γνώση προορίζεται για τον «ολοκληρωμένο άνθρωπο», το «γνωστικό», ενώ το χριστιανικό μήνυμα απευθύνεται σε όποιον έχει αφτιά να τ’ ακούσει. Είναι αλήθεια ότι στην κατανόησή του υστερούν οι «σοφοί και συνετοί» και υπερτερούν οι «νήπιοι» (Λουκ. 10, 21), δηλαδή εκείνοι που διαθέτουν ταπεινή και αθώα ψυχή και δε φενακίζονται με την αυταπάτη της υποτιθέμενης αυτάρκειάς τους. Όμως κι αυτό παρερμηνεύεται και κάποιοι, ορμώμενοι από μη χριστιανικές αφετηρίες, αναζητούν γριφώδεις αλληγορίες στο χριστιανικό μήνυμα της θέωσης, δηλαδή της ένωσης του ανθρώπου με τον προσωπικό Τριαδικό Θεό μέσω της αγάπης. Ερμηνεύουν δηλαδή συνειδητά τα ευαγγέλια σα γνωστικά κείμενα, νομίζοντας ότι αποκαλύπτουν κάποιο κρυμμένο νόημα που, κατά τη γνώμη τους, θά ’πρεπε νά ’χουν.

Και στο χριστιανισμό ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα της τέλειας γνώσης, γι’ αυτό και συγγραφείς όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας θεωρούν «αληθινούς γνωστικούς» τους χριστιανούς. Όμως η γνώση ως καθαρά διανοητική διαδικασία θεωρείται εξωτερική και ως εκ τούτου ατελής. Τέλεια γνώση (η οποία σώζει) είναι εκείνη που προϋποθέτει την αγάπη. Γνωρίζω αληθινά μόνο ό,τι ή όποιον αγαπώ. Τότε ενώνομαι μαζί του –και η σωτηρία κατά το χριστιανισμό είναι ένωση, όχι εκμάθηση. Όσα κι αν μάθω για το Θεό, αν δεν πυρποληθώ από αγάπη δεν ενώνομαι μαζί Του, επομένως δεν γίνομαι θεός.

Βασικές πηγές για το γνωστικισμό και τα γνωστικά απόκρυφα, εκτός των χειρογράφων του Nag Hammadi, είναι: οι κοπτικοί κώδικες Askevianus και Brucianus (είναι του 4ου και 5ου αιώνα και βρέθηκαν στην Αγγλία το β΄ ήμισυ του 18ου αιώνα) – ο κοπτικός πάπυρος Berolinensis 8502 (του 5ου αι. μ.Χ.) – ο πάπυρος Oxyrhynchus 1081 – χριστιανοί συγγραφείς του 2ου και 3ου αιώνα, όπως ο άγιος Ειρηναίος (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως), ο Ωριγένης, ο Τερτυλλιανός, ο Ιππόλυτος Ρώμης, ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου (Πανάριον) κ.ά., που βέβαια επιχειρούν αναίρεση του γνωστικισμού, αλλά μας δίνουν και πολύτιμες πληροφορίες (γνωστές την εποχή τους, αλλά άγνωστες για μας).

Ορισμένα χαρακτηριστικά απόκρυφα έργα

1. Γνωστικά απόκρυφα[1]

Το κατά Φίλιππον ευαγγέλιον. Καταγράφει, υποτίθεται, αποφθέγματα του Χριστού, με καταγραφέα τον απόστολο Φίλιππο. Η συγγραφή του τοποθετείται στο β΄ μισό του 2ου αιώνα (150-200 μ.Χ.) και ανήκει στο γνωστικό σύστημα του Ουαλεντίνου, για το οποίο και προσφέρει αρκετό υλικό, που επιβεβαιώνει τις αρχαίες αναφορές. Όπως όλα τα γνωστικά κείμενα, αναλώνεται σε μυθοπλασίες χωρίς ηθικές ή θεολογικές προεκτάσεις, που υποτίθεται ότι συνιστούν μια απόκρυφη γνώση των ουράνιων αληθειών, που προσφέρεται στους μυημένους για να τους «σώσει». Βασικοί άξονες: ο Ιησούς δεν έγινε άνθρωπος αλλά «φάνηκε σαν άνθρωπος», για να γίνει ορατός από τους ανθρώπους – στην κοινή ανάσταση των νεκρών οι άνθρωποι δε θα έχουν σώμα και στη θεία Μετάληψη το Σώμα και το Αίμα του Χριστού δεν είναι αληθινά (όπως πιστεύουν οι χριστιανοί), αλλά ο λόγος και το πνεύμα.

Στο κατά Φίλιππον ευαγγέλιο περιλαμβάνεται η περίφημη αναφορά στη Μαρία τη Μαγδαληνή ως «σύντροφο» του Ιησού, που χρησιμοποιήθηκε εσχάτως και ως συγγραφικό πυροτέχνημα και απέδωσε εκατομμύρια δολάρια, προκαλώντας όμως σύγχυση στους αναγνώστες, που εξέλαβαν τις πληροφορίες τους ως –ακριβώς– απόκρυφες και ιστορικές, αγνοώντας ότι το ευαγγέλιο του Φιλίππου είναι ανιστορικό, και ότι τόσο ο Ιησούς όσο και η Μαγδαληνή μέσα σ’ αυτό δεν είναι ιστορικά πρόσωπα, ούτε καν άνθρωποι, αλλά Αιώνες που εμφανίστηκαν σαν άνθρωποι στην υπερβατική πάλη για τη σωτηρία του έκπτωτου Αιώνα Σοφία, που συμβολίζεται με τη Μαγδαληνή. Οι άνθρωποι εκεί είναι απλώς υποπροϊόντα της κοσμικής αγωνίας, πιόνια μιας σκακιέρας, που για τον εαυτό τους είναι σημαντικοί (και αγωνιούν για τη σωτηρία τους), για τους Αιώνες όμως είναι εντελώς ασήμαντοι.

Ο Ουαλεντίνος δίδασκε[2] ότι από την αρχική Μονάδα του Πατρός, ο οποίος είχε σύζυγο τη Σιγή, προβλήθηκε μια πρώτη δυάδα Αιώνων (Νους + Αλήθεια), από αυτή μια δεύτερη (Λόγος + Ζωή) και από αυτή μια Τρίτη (Άνθρωπος + Εκκλησία), κι έτσι σχηματίστηκε η πρώτη «Ογδοάδα» Αιώνων. Από το πρώτο ζεύγος (Νους + Αλήθεια) προβλήθηκε πάλι κατά ζεύγη αρσενικού και θηλυκού η δεύτερη σειρά Αιώνων, η Δεκάδα: Βύθιος + Μείξις, Αγήρατος + Ένωσις, Αυτοφυής + Ηδονή, Ακίνητος + Σύγκρασις, Μονογενής + Μακαρία. Από το δεύτερο ζεύγος (Λόγος + Ζωή) προβλήθηκε η Δωδεκάδα: Παράκλητος + Πίστις, Πατρικός + Ελπίς, Μητρικός + Αγάπη, Αείνους + Σύνεσις, Εκκλησιαστικός + Μακαριότης, Θελητός + Σοφία ή Αχαμώθ. Όλοι αυτοί οι Αιώνες συγκροτούσαν το Πλήρωμα –όμως όλοι, εκτός από το Νου, αγνοούσαν τον Πατέρα και επιθυμούσαν να τον γνωρίσουν, και αυτή η αναζήτηση εισήγαγε την κρίση στο Πλήρωμα.

Ο τελευταίος Αιώνας, η Σοφία (το όνομα το πήρε από τις Παροιμίες, τη Σοφία Σολομώντος και τη Σοφία Σειράχ βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης), ξέπεσε και η δημιουργική της επιθυμία πρόβαλε το Έκτρωμα, με συνέπεια η πρώτη δυάδα (Νους + Αλήθεια) να προβάλει ένα άλλο ζεύγος (Χριστός + Πνεύμα), το οποίο απέκοψε το Έκτρωμα από τους Αιώνες. Ο ανώτατος Πατήρ πρόβαλε έναν ακόμα Αιώνα, το Σταυρό ή Όρο ή Μετοχέα, για να περιφρουρήσει τους Αιώνες και να τους διαχωρίσει από το Υστέρημα. Όμως, για τη λύτρωση της Σοφίας, που είχε μείνει εξόριστη έξω από το Πλήρωμα, στάλθηκε ως σύζυγός της ο Αιώνας Ιησούς, ο οποίος μετέβαλε τα πάθη της σε ενυπόστατες δημιουργικές ουσίες. Έτσι, από το φόβο της προήλθε η «ψυχική» ουσία, από τη λύπη η «υλική» και από την απορία ή την έκπληξη η «δαιμονική» ουσία. Από τις ενυπόστατες αυτές ουσίες μορφοποιήθηκε αυτός εδώ ο κόσμος και προέκυψε ο άνθρωπος. Οι άνθρωποι λοιπόν, κατά τον Ουαλεντίνο, χωρίζονται σε «πνευματικούς» (προορισμένους για τη σωτηρία), «ψυχικούς» (που μπορεί να σωθούν ή να καταστραφούν) και «υλικούς» (προορισμένους για την απώλεια).

Παρεμπιπτόντως, η έννοια του Πληρώματος στον Ουαλεντίνο και η διάκριση των ανθρώπων σε ψυχικούς, πνευματικούς και σωματικούς δεν προέρχονται από τον Πλάτωνα ή άλλο φιλοσοφικό σύστημα, αλλά από τον Παύλο, και συνιστούν μια έμμεση μαρτυρία, πρώτον, ότι τα κανονικά κείμενα της Καινής Διαθήκης (ή τουλάχιστον κάποια απ’ αυτά) είναι παλαιότερα από τα γνωστικά (ή έστω από το συγκεκριμένο γνωστικό) και, δεύτερον, ότι, παρά την εκμετάλλευσή τους από τους γνωστικούς και το ότι είναι δυσερμήνευτα εν γένει, η Εκκλησία τα δέχτηκε γιατί ήταν γνήσια.

Στο Χριστό «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς», προς Κολοσσαείς κεφ. 2, 9 – «εν αυτώ ευδόκησε παν το πλήρωμα κατοικήσαι», στο ίδιο, κεφ. 1, 19 – σ’ αυτόν είναι «πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι», στο ίδιο, κεφ. 2, 3. Για την πλατωνικής προελεύσεως τριμερή διάκριση του ανθρώπου σε σώμα, ψυχή και πνεύμα στον Παύλο, βλ. επιστολή Α΄ προς Θεσσαλονικείς, κεφ. 5, 23, και αντίστοιχα των ανθρώπων σε σαρκικούς, ψυχικούς και πνευματικούς Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 2, 13 έως κεφ. 3, 4, ομοίως κεφ. 15, 44-46 κ.α., όπου όμως ποτέ δεν αναφέρεται η (μη χριστιανική) ιδέα ότι ο Θεός «προορίζει» τους ανθρώπους για σωτηρία ή απώλεια, σφάλμα που έκανε αργότερα ο Αυγουστίνος.

Ο Παύλος αντικαθιστά το πνεύμα των Ελλήνων με την ψυχήν και τον νουν με το πνεύμα× πρώτος το έκανε αυτό λίγο νωρίτερα στην Αλεξάνδρεια ο ελληνιστής φιλόσοφος Φίλων ο Ιουδαίος, βασισμένος στο Γενέσεως 2, 7, «και ενεφύσησεν ο Θεός εις τους μυκτήρας του ανθρώπου πνοήν ζωής και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν».

Ομοίως, το όνομα Σοφία προέρχεται από τη «σοφιολογική γραμματεία» της Παλαιάς Διαθήκης, που εκφράζεται κυρίως στα βιβλία Παροιμίες, Σοφία Σολομώντος και Σοφία Σειράχ (τα δυο τελευταία ανήκουν στην ελληνόφωνη Βίβλο, τη μετάφραση των 70, και είναι απ’ αυτά που γράφτηκαν πρωτότυπα στα ελληνικά, χαρακτηρίζονται δευτεροκανονικά δε χρησιμοποιούνται πια από τους Εβραίους). Εκεί αναφέρεται η «Σοφία του Θεού», ένα ξεκάθαρα θεϊκό ον, το Οποίο δημιούργησε και συντηρεί τον κόσμο. Είναι «η μήτηρ της αγαπήσεως της καλής και της οσίας ελπίδος, του φόβου» (=του αισθήματος σεμνότητας, της αιδημοσύνης) «και της γνώσεως» (Σοφία Σειράχ, κεφ. 24). Κατά τους χριστιανούς, ταυτίζεται με τον Υιό. «Χριστός, Θεού δύναμις και Θεού σοφία» κατά τον απόστολο Παύλο και την ελληνική υμνογραφία× «Νους, Λόγος, Σοφία, Υιός του Πατρός, και απόρροια, ως φως από Πυρός, το Πνεύμα» γράφει ο απολογητής Αθηναγόρας ο Αθηναίος (2ος αι.).

Το όνομα Σοφία για το Χριστό είναι τόσο βασικό, που η κολοσσιαία, πανέμορφη και γεμάτη θεολογικούς συμβολισμούς (μικρογραφία του σύμπαντος) καθεδρική εκκλησία των βυζαντινών, η αφιερωμένη σ’ Αυτόν (που βρίσκεται, εγκαταλελειμμένη δυστυχώς, στην Κωνσταντινούπολη), καθώς και ο σπουδαίος αντίστοιχος ρωσικός ναός του Κιέβου (11ος αιώνας), ονομάζεται Ναός της του Θεού Σοφίας, Αγία Σοφία.

Εξυπακούεται ότι, κατά τη χριστιανική θεολογία, ο Θεός, ως Πνεύμα και εντελώς Άλλος στους όρους ύπαρξης από μας (με θεμελιώδες όμως κοινό μας χαρακτηριστικό την Αγάπη ως ελεύθερη επιλογή) δεν έχει φύλο. Γλωσσικά στην Αγία Τριάδα συμπυκνώνονται και τα τρία γένη: εκτός από το Άγιο Πνεύμα, που Το προσαγορεύουμε στο ουδέτερο, βλέπουμε πως και το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Υιός, ονομάζεται με ένα θηλυκό όνομα ιδιαίτερης βαρύτητας: Σοφία. Ο χριστιανικός Θεός λοιπόν δεν είναι αρσενικός, ούτε φυσικά …ανδρόγυνος (αυτό θα έλεγε μια θρησκεία της Θεάς Φύσης) αλλά πάνω από φύλο. Το γένος των ονομάτων Του υπακούει στις σχέσεις που θέλουμε να προσδιορίσουμε κάθε φορά εμείς, οι άνθρωποι.

Συνεχίζω με το κατά Θωμάν ευαγγέλιον. Είναι κι αυτό, όπως και του Φιλίππου, συλλογή «αποφθεγμάτων του Ιησού», που κατέγραψε υποθετικά ο Θωμάς και τα οποία είναι γνωστικής προελεύσεως. Ο Θωμάς χαρακτηρίζεται «Δίδυμος» βάσει του Ιωάνν. 20, 24, γιατί έτσι ερμηνεύεται το όνομά του στα εβραϊκά. Η απόκρυφη γραμματεία τον θεωρεί δίδυμο του Χριστού, άνθρωπο όμως (όχι Αιώνα), και υπαινίσσεται ότι, λόγω αυτής της ιδιότυπης συγγένειας, που είναι φαινομενική γιατί ο Χριστός, για τους γνωστικούς, δεν είναι άνθρωπος, ο Θωμάς κατέχει ιδιαίτερες αποκαλύψεις.

Εδώ όμως υπάρχει κάτι ιδιαίτερο, που προκαλεί το ενδιαφέρον: στο βιβλίο περιλαμβάνονται και αποφθέγματα ξένα προς το κλίμα του γνωστικισμού, που προϋποθέτουν όμως παράδοση διαφορετική από τα κανονικά ευαγγέλια. Έτσι, έχουμε είτε μια παράδοση παράλληλη προς την κανονική, είτε μια διπλή επεξεργασία του κειμένου, τη μια από ορθόδοξο συντάκτη και την άλλη από γνωστικό. Γεγονός είναι ότι το ευαγγέλιο αυτό το χρησιμοποιούσαν οι μανιχαϊκοί κύκλοι τον 3ο αιώνα (γνωστικού τύπου θρησκεία περσικής προελεύσεως, με βασικό της δόγμα την ύπαρξη δύο ισοδύναμων θεών, που ο ένας, ο Καλός, δημιούργησε τα πνεύματα και ο άλλος, ο Κακός, την ύλη). Η σύνταξη του τοποθετείται από τους ερευνητές γύρω στο 140 μ.Χ. και πατρίδα του θεωρείται η Έδεσσα της Συρίας.

Ένα άλλο γνωστικό απόκρυφο είναι η Σοφία Ιησού Χριστού. Έργο του δεύτερου μισού του 2ου αιώνα ή των αρχών του 3ου, με χαλαρό χριστιανικό ένδυμα, κατά το οποίο οι απόστολοι και εφτά γυναίκες συναντούν σ’ ένα βουνό το Χριστό, που έχει ήδη αναστηθεί, και δέχονται απ’ Αυτόν αποκαλύψεις εξαιρετικά σπουδαίες, λύσεις σε όλα τα προβλήματα και εξηγήσεις όλων των μυστηρίων. Είναι ένα έργο χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, που ανακατεύει ελληνικές, γνωστικές και ανατολικές θρησκευτικές αντιλήψεις στα πλαίσια των συνηθισμένων γνωστικών αποκαλύψεων, αλλά δεν προσθέτει κάτι σε θεολογικό επίπεδο.

Το ίδιο και το επόμενο γνωστικό βιβλίο, ο Διάλογος του Σωτήρος, όπου ο Χριστός απαντάει σε διάφορα κοσμολογικά, ανθρωπολογικά και εσχατολογικά ερωτήματα των μαθητών του, ανάκατα με οράματα κ.τ.λ., ενώ συναντάμε κι εδώ απηχήσεις των κανονικών ευαγγελίων, που είναι προγενέστερα φυσικά, καθώς και κάποιων παλαιότερων απόκρυφων, όπως το Ευαγγέλιον κατ’ Αιγυπτίους (ένα απόκρυφο του πρώτου μισού του 2ου αιώνα με ασκητικές και γνωστικές τάσεις, που σώζεται μόνον αποσπασματικά).

Το Ευαγγέλιον των Αιγυπτίων («Το ιερόν βιβλίον του μεγάλου αοράτου Πνεύματος»), δεν ταυτίζεται με το προαναφερόμενο Ευαγγέλιον κατ’ Αιγυπτίους, αλλά γράφτηκε από τους λεγόμενους σηθιανούς (που αναγνώριζαν ιδιαίτερη αποκάλυψη του Θεού μέσω του Σηθ, τρίτου γιου του Αδάμ, που αναφέρεται στη Γένεση και τιμάται και από εμάς ως άγιος και πρόγονος του Ιησού κατά το Λουκ. 3, 38), αν και υπάρχουν θεαματικές επιρροές από τον Παύλο και τον Ιωάννη. Διακρίνεται σε τέσσερα κύρια μέρη και περιλαμβάνει 50 μυθικά ονόματα και 20 κρυπτογράμματα. Διηγείται τη δημιουργία του κόσμου, το φωτός και του σύμπαντος. Ο Ιησούς θεωρείται …ενσάρκωση του Σηθ, που εμφανίζεται στους πλανημένους απογόνους του για να τους σώσει μέσω της απόκρυφης γνώσης, του βαφτίσματος και της λατρείας.

Το βιβλίον του Θωμά του αθλητού αρχίζει με μια αποκάλυψη του «Σωτήρος» προς το Θωμά, την οποίο υποτίθεται ότι καταγράφει ο Ματθαίος, και τελειώνει με μια μακρά ομιλία του Σωτήρος πριν την ανάληψή του, όπου διατυπώνονται εγκρατιτικές τάσεις (δηλαδή τάσεις που έχουν υψώσει τον ασκητισμό σε δόγμα θεωρώντας γενικά το γάμο απαράδεκτο, επειδή θεωρούν την ύλη και το σώμα έδρα του Κακού –βασικό στοιχείο, όπως είπαμε, του γνωστικισμού).

Το Ευαγγέλιον της τελειώσεως, που το γνωρίζουμε μόνο από αναφορές, ήταν ένα έργο που απευθυνόταν στους τελείους και υποσχόταν την τελείωση της θεϊκής αποκάλυψης. Γενικά η μεταφυσική αυτών των έργων είναι εξαιρετικά υπερβατική και πετάει από αποκάλυψη σε αποκάλυψη «απόκρυφων αληθειών», που η γνώση τους θα οδηγήσει τον άνθρωπο στη σωτηρία από τα δεσμά του κόσμου τούτου…

Το μυστικό ευαγγέλιο του Μάρκου προέρχεται από τον κύκλο του γνωστικού Καρποκράτη και φαίνεται ότι γράφτηκε για… βαριά μύηση, που περιελάμβανε και ομοφυλοφιλικές διαβατήριες τελετουργίες. Σώζονται μόλις δυο μικρά αποσπάσματα σε παραθέματα του Κλήμη του Αλεξανδρέα (2ος-3ος αιώνας), όπου ένα νεαρός, τον οποίο ο Ιησούς ανάστησε στη Βηθανία (το χωριό του Λάζαρου), «Τον αγάπησε μόλις Τον είδε» και αργότερα συζήτησε μαζί Του αποκαλύψεις για τη βασιλεία του Θεού σε μια ολονύκτια συνάντηση, στην οποία ο νέος προσήλθε γυμνός, τυλιγμένος μ’ ένα λινό χιτώνα (έτσι προφανώς έρχονταν για τις τελετές μύησης οι προσήλυτοι του Καρποκράτη).

Κατά το κανονικό κατά Μάρκον, 14, 51-52, τη σύλληψη του Ιησού στη Γεθσημανή παρακολούθησε ένας άγνωστος νέος, τυλιγμένος μ’ ένα σεντόνι. Οι στρατιώτες προσπάθησαν να τον συλλάβουν, αλλά εκείνος εγκατέλειψε το σεντόνι και τό ’σκασε γυμνός. Πουθενά δε γίνεται ξανά λόγος γι’ αυτόν. Πιθανότατα ήταν ο ίδιος ο ευαγγελιστής Μάρκος, η μητέρα του οποίου ήταν μαθήτρια του Ιησού και στο σπίτι της έγινε, κατά την παράδοση, το γεγονός της Πεντηκοστής και πιθανόν ο Μυστικός Δείπνος. Ο νεαρός Μάρκος λοιπόν (πόσο μικρός; δεκαπέντε; δώδεκα; δεκατριών;), αντί να πέσει για ύπνο, έφυγε απ’ το κρεβάτι, ακολούθησε με το σεντόνι τον Ιησού και τους αποστόλους στη Γεθσημανή και παρακολούθησε τα τεκταινόμενα. Σ’ αυτό το σημείο βασίζεται η διήγηση του Καρποκράτη.

Το Βιβλίο του Ελκεσάι, ιουδαϊκού χαρακτήρα με ανεπιτυχείς προσμίξεις γνωστικών και επιφανειακών στοιχείων, προέρχεται από την αίρεση των Ελκεσαϊτών και αφιερώνεται στους sobiai, δηλαδή τους βαφτισμένους. Συνδέεται με κάποιον Αλκιβιάδη από την Απάμεια, που πήγε στη Ρώμη το 220 μ.Χ. και μίλησε με κάποιον υποθετικό Ελκεσάι, τον οποίο τοποθετεί στα χρόνια του αυτοκράτορα Τραϊανού, γύρω στο 100 μ.Χ., και ο οποίος είχε δεχτεί αποκάλυψη απευθείας από το Χριστό. Ο Χριστός θεωρείται υιός του Θεού και μέγας βασιλέας, έχει ανάστημα 96 μίλια, γεννήθηκε πολλές φορές και θα ξαναγεννηθεί (μετενσάρκωση που θυμίζει τις αβατάρα του ινδικού Βίσνου, δόγμα από το οποίο πιθανόν να επηρεάστηκε).

Το Ευαγγέλιον κατά Μαριάμ σώζεται τμηματικά στο ελληνικό πρωτότυπο και σε κοπτική μετάφραση (πολλά απόκρυφα σώζονται σε μεταφράσεις, κυρίως κοπτικές από το Nag Hammadi) και τοποθετείται γενικά στο 2ο αιώνα. Στο πρώτο μέρος του έχουμε και πάλι το αγαπημένο μοτίβο της συζήτησης του αναστημένου Χριστού με τους μαθητές του, ενώ το δεύτερο αρχίζει με παράκληση του Πέτρου προς τη Θεοτόκο, για να κοινοποιήσει αποκαλύψεις, που είναι στην πραγματικότητα οράματα. Το έργο δεν έχει βάθος ούτε για τους γνωστικούς, αλλά είναι προφανές ότι συντάχτηκε από τέτοιους κύκλους.

Στο Ευαγγέλιον του Βαρθολομαίου, που σχετίζεται άμεσα με το προηγούμενο, οι απόστολοι, μέσω του Βαρθολομαίου (που παρουσιάζεται ως ο πιο θαρραλέος απ’ αυτούς), ζητούν από την Παναγία να μεσιτεύσει στον αναστημένο Χριστό για να τους παράσχει τις τρομερές αποκαλύψεις Του. Αυτό συμβαίνει σε διάφορα βουνά, με αποκορύφωμα τη θέα της αβύσσου κάτω απ’ τη γη, που τυλίχτηκε σαν ένας πάπυρος, και τον εκτενή διάλογο του Βαρθολομαίου με το Βελίαλ (το διάβολο), που «εμφανίστηκε απ’ την άβυσσο μαζί με 660 αγγέλους δεμένους με πυρωμένες αλυσίδες». Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του ευαγγελίου είναι ο εντυπωσιακός εγκωμιασμός της Θεοτόκου, που χαρακτηρίζεται κιβωτός του Υψίστου, ακηλίδωτη, σκεύος εκλεκτό, μήτρα μεγαλύτερη από όλη τη δημιουργία κ.τ.λ. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί είναι σύμφωνοι με το ορθόδοξο πνεύμα και απηχούν την τιμή που αποδόθηκε στην Παναγία ήδη από την αρχή του χριστιανισμού.

Με πρότυπο το Ευαγγέλιον του Βαρθολομαίου ή το κατά Μαριάμ, αντικαθιστώντας απλώς την Παναγία με τη Μαγδαληνή, συντάχτηκε και το λεγόμενο Ευαγγέλιον της Μαρίας ή της Μαγδαληνής, σε κοπτική γλώσσα (δηλαδή αιγυπτιακή διάλεκτο), που περιλαμβάνεται στον Κώδικα του Βερολίνου και ανάγεται στον 5ο αιώνα μ.Χ., αν και ένα ελληνικό απόσπασμα τοποθετείται στις αρχές του 3ου. Ο τίτλος δεν υπονοεί ότι γράφτηκε από τη Μαγδαληνή (τότε θα έπρεπε να είναι το κατά Μαγδαληνήν ευαγγέλιο, δηλ. το ευαγγέλιο του Χριστού κατά τη Μαγδαληνή, από τη σκοπιά της Μαγδαληνής –αυτό σημαίνει κατά Μάρκον, κατά Ματθαίον κ.τ.λ.)× αντίστοιχα, το Eυαγγέλιο του Βαρθολομαίου δεν εμφανίζεται να γράφτηκε από το Βαρθολομαίο, ενώ το απόκρυφο του Θωμά του αθλητού π.χ. γράφτηκε, υποτίθεται, από το Ματθαίο. Σημαίνει απλώς ότι η Μαγδαληνή είναι το κέντρο της συζήτησης, που καταγράφεται σ’ αυτό και αφορά σε, τι άλλο, υπερβατικές αποκαλύψεις. Είναι γραμμένο με πρότυπο το προγενέστερο ευαγγέλιο του Βαρθολομαίου, αντικαθιστώντας απλώς την Παναγία με τη Μαγδαληνή.

Εκεί οι απόστολοι, μετά την ανάληψη του Ιησού, ρωτούν τη Μαγδαληνή για λόγια που είχε εμπιστευτεί μόνο σ’ εκείνη. Η Μαγδαληνή αποδίδεται σ’ ένα περίπου μονόλογο αποκρυφιστικού χαρακτήρα περί ύλης, ψυχής κ.λ.π., χωρίς θεολογικό ή ηθικό μήνυμα, και τελικά ο Πέτρος αμφισβητεί τα λόγια της από… ζήλια, επειδή «ο Κύριος την αγαπούσε περισσότερο από τους αποστόλους» (ο σεβασμός του Πέτρου στις γυναίκες και η εμπιστοσύνη του στον πολύτιμο και άφθαρτο «κρυπτόν της καρδίας» εαυτό τους είναι φανερά στην Α΄ επιστολή Πέτρου, κεφ. 3). Άλλη μια έμμεση πιθανή αναφορά στην υποτιθέμενη ερωτική σχέση του Ιησού με τη Μαγδαληνή, χωρίς όμως ιστορικές αξιώσεις.

Σημειωτέον ότι, από θεολογική άποψη, στο πρόσωπο του Χριστού συντελείται ένας υπερκόσμιος γάμος Θεού και ανθρωπότητας: ο Θεός, από θεϊκό έρωτα για τον άνθρωπο (μέγας Εραστής μανικότατος του ανθρώπου), ενώνεται μαζί του –όλη η θεότητα και όλη η ανθρωπότητα συγκεφαλαιώνονται και ανακεφαλαιώνονται στο μέγιστο πρόσωπο του Θεού και Ανθρώπου Ιησού, του Χριστού, που είναι «υιός του ανθρώπου» (=άνθρωπος, όρος που αναφέρεται σε όραμα του προφήτη Δανιήλ), αλλά και «ο Κύριος της δόξης» (Α΄ Κορινθ. 2, 8: «ει γαρ έγνωσαν, ουκ αν τον Κύριον της δόξης εσταύρωσαν») και Θεός: Α΄ προς Τιμόθεον, 3, 16: «Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη».

Γι’ αυτό το λόγο είναι άτοπο να υποθέσουμε ότι ο Χριστός θα μπορούσε να παντρευτεί με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, αφού ο Ίδιος είναι «ο Νυμφίος της Εκκλησίας», δηλαδή όλης της Ανθρωπότητας, και έδωσε το αίμα Του υπέρ της «νύμφης» Του –βλ. και το τέλος της Αποκάλυψης, όπου περιγράφεται ο πανηγυρικός γάμος της Νύμφης (=ανθρωπότητας) με το «Αρνίον το εσφαγμένον από καταβολής κόσμου, που κάθεται στο θρόνο του Θεού», που καταλήγει στην «ουράνια Ιερουσαλήμ», δηλαδή την ανακαινισμένη Γη, όλο το Σύμπαν.

Από τον άγιο Επιφάνιο, στο Πανάριον, αναφέρονται οι Ερωτήσεις Μαρίας, που δε σώζονται και ανήκουν στους ναασινούς. Εντάσσονται στον τύπο των γνωστικών ευαγγελίων και ξεκινούν με το γνωστό μοτίβο: ο Ιησούς ανεβαίνει σ’ ένα βουνό και προβαίνει σε αποκαλύψεις… Οι ναασινοί όμως προχωράνε πιο πέρα: ο Ιησούς έχει ανεβεί εκεί πάνω με τη «Μαρία» (δεν προσδιορίζεται η ταυτότητά της, πρόκειται μάλλον για ένα ανιστορικό συμβολικό πρόσωπο, που χρησιμοποιεί ο συντάκτης υιοθετώντας απλά ένα γνωστό όνομα από την Καινή Διαθήκη) και, κατά τη διάρκεια των αποκαλύψεων, της ζητάει να… θηλάσει το σπέρμα Του, ενώ βγάζει κι από την πλευρά Του μια γυναίκα κι αρχίζει να κάνει έρωτα μαζί της (μίμηση της δημιουργίας της Εύας). Όταν η Μαρία σκανδαλίζεται από την προτροπή, ο Ιησούς της λέει «ολιγόπιστη, γιατί δίστασες;», μιμούμενος το Ματθ. 14, 31, όπου απευθύνεται με τα ίδια λόγια στον Πέτρο.

Από τον άγιο Επιφάνιο αναφέρεται και ένα Eυαγγέλιον της Εύας (που τοποθετείται στο είδος που ανακατεύει Παλαιά και Καινή Διαθήκη), ενώ υπήρχε και το Eυαγγέλιον του Ιούδα, που σωζόταν αποσπασματικά, αλλά ανακαλύφθηκε σ’ έναν φθαρμένο πάπυρο τη δεκαετία του 1970 και δημοσιεύθηκε το 2006, αφού διαβάστηκε με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Προερχόταν από τους λεγόμενους καϊνίτες, που θεωρούσαν ότι είναι απόγονοι του Κάιν (του γιου του Αδάμ) και τιμούσαν τον Ιούδα ως άγιο, κι επαναλαμβάνει το ίδιο μοτίβο. Μόνο που τώρα η αποκάλυψη των γνωστών «ουράνιων μυστηρίων» δίνεται στον Ιούδα, που θεωρείται ο ωριμότερος μαθητής, και ο νεφελώδης, σχεδόν χωρίς ιστορική υπόσταση και ανθρώπινη μορφή «Ιησούς», τον καλεί να Τον προδώσει για να Τον βοηθήσει ν’ απαλλαγεί από το φαινομενικό ανθρώπινο σώμα Του («τον άνθρωπο, με τον οποίο είναι ντυμένος»).

Υπάρχουν αρκετά απόκρυφα ακόμα στον τύπο των ευαγγελίων, αλλά δεν προσθέτει τίποτα να η μνημόνευσή τους. Μπορείτε να βρείτε σοβαρές επιστημονικές εκδόσεις στις βιβλιοθήκες και τα σπουδαστήρια των πανεπιστημιακών τμημάτων θεολογίας, θρησκειολογίας, φιλολογίας και πιθανόν φιλοσοφίας και ιστορίας ή σε εκδοτικούς οίκους που ασχολούνται με τη φιλολογική κριτική της Καινής Διαθήκης ή της Βίβλου γενικά. Βέβαια, υπάρχουν και εκδόσεις τους με αποκρυφιστικό χαρακτήρα, που απλώς έχουν αντικαταστήσει την εμπιστοσύνη στην Καινή Διαθήκη με καχυποψία απέναντι σε κάθε τι χριστιανικό και με εμπιστοσύνη σε κάθε τι απόκρυφο. Αν θέλετε να επιλέξετε αυτά, αξιολογήστε τα κατά τις προϋποθέσεις σας.

Εκτός από ευαγγέλια, όπως έχουμε ήδη πει, η απόκρυφη γραμματεία περιλαμβάνει πράξεις, κηρύγματα, επιστολές και αποκαλύψεις που αποδίδονται από τους συντάκτες τους σε διάφορους αποστόλους.

Τα κυριότερα είναι:

Η Επιστολή των αποστόλων, ένα σημαντικό κείμενο του πρώτου μισού του 2ου αιώνα, που γράφτηκε από χριστιανό και επιχειρεί να αναιρέσει το γνωστικισμό και ιδίως το δοκητισμό του γνωστικού Κήρινθου (δοκητισμός = το δόγμα ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος φαινομενικά και όχι αληθινά). Όμως ο συντάκτης του έχει επηρεαστεί από το γνωστικισμό και εκφράζεται σε γνωστικό κλίμα, ενώ αντλεί και από ιουδαϊκές πηγές, από τα ελληνιστικά έργα του Ερμή του Τρισμέγιστου κ.λ.π., χωρίς να είναι άσχετος και με τους Εσσαίους. Περιγράφει κι αυτό συνομιλίες των αποστόλων με τον Ιησού, τις οποίες εκείνοι απευθύνουν με επιστολή σε όλο τον κόσμο. Θεωρεί ότι ο Λόγος (όνομα του Χριστού από το κατά Ιωάννην, αλλά εδώ ταυτιζόμενος μάλλον με το Άγιο Πνεύμα) έρχεται με τη μορφή του Γαβριήλ από τον ουρανό, όπως οι Αιώνες, και γίνεται άνθρωπος κ.τ.λ. Αναφέρεται στη δευτέρα παρουσία του Χριστού, στην κάθοδο στον Άδη, στην ανάσταση των σωμάτων κ.λ.π., τονίζει την ιστορικότητα της ανάστασης του Χριστού, αλλά δίνει υπερβολική έμφαση στην ενότητα του Θεού Πατέρα και του Υιού, σε σημείο που να μοιάζει σαν να Τους ταυτίζει. Είναι χρήσιμο από ιστορική άποψη, γιατί δίνει πληροφορίες για τη ζωή των χριστιανών και μάλιστα συγκεκριμένων ιουδαιοχριστιανικών κύκλων.

Στο Nag Hammadi βρέθηκε κι ένα ακέφαλο έργο (λείπει, δηλαδή, η αρχή του) με μορφή επιστολής προς άγνωστο παραλήπτη, που περιγράφει ένα είδος εσωτερικής αποκάλυψης κάποιου Ιακώβου, πιθανόν του Αδελφόθεου, ενός από τους αδελφούς του Ιησού, που είναι κι αυτοί απόστολοι και θεωρούνται από μας σπουδαίοι άγιοι της πρώτης Εκκλησίας. Ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, που αναφέρεται συχνά στην Καινή Διαθήκη, είναι και ένας από τους συγγραφείς της, έχει γράψει την κανονική επιστολή Ιακώβου, ένα από τα σημαντικότερα χριστιανικά κείμενα. Το όνομά του χρησιμοποιείται και σε άλλα απόκρυφα. Το συγκεκριμένο έχει σαφώς γνωστικό χαρακτήρα, προέρχεται μάλλον από τη σχολή του Κήρινθου και το ονομάζουμε συμβατικά Απόκρυφον του Ιακώβου.

Η επιστολή Πέτρου προς Φίλιππον (που πιο πολύ ταιριάζει στον τύπο των ευαγγελίων), η επιστολή Παύλου προς Λαοδικείς (ο Μαρκίων την ανέφερε αλλά η σωζόμενη δεν πρέπει να είναι τόσο παλιά, γράφτηκε μάλλον προς τον 3ο ή τον 4ο αιώνα και βασίζεται σε μια αναφορά του Παύλου στην προς Κολοσσαείς, κεφ. 4, 16, όπου αναφέρει μια επιστολή του προς τη Λαοδίκεια, η οποία όμως δε σώζεται, όπως δε σώζεται και μια Γ΄ προς Κορινθίους και ίσως κι άλλες) κ.ά., συμπληρώνουν τον κυκεώνα των απόκρυφων επιστολών, χωρίς όμως ιδιαίτερες αξιώσεις σε κανένα επίπεδο.

Η Αποκάλυψις Πέτρου, η Αποκάλυψις Παύλου, το Αναβατικόν Παύλου (Καϊνίτες), δύο κείμενα με τον τίτλο Αποκάλυψις Ιακώβου (του Αδελφόθεου) κ.λ.π. σχηματίζουν μια ογκώδη αποκαλυπτική γραμματεία, με χαρακτήρα όμως εντελώς διαφορετικό από την κανονική Αποκάλυψη του Ιωάννη. Η μεγάλη διαφορά έγκειται όχι τόσο στις γνωστικές διδασκαλίες που περιέχουν (έτσι κι αλλιώς η κανονική Αποκάλυψη είναι εξαιρετικά δυσνόητη και μπορεί να ερμηνευτεί όπως θέλεις) αλλά στο ότι ενδιαφέρονται σχεδόν αποκλειστικά για την τύχη των νεκρών μετά το Θάνατο, αφηγούνται την υποτιθέμενη πορεία τους στον άλλο κόσμο, τον παράδεισο και την κόλαση, όπου περιγράφονται απίστευτα βασανιστήρια των αμαρτωλών (η Θεία Κωμωδία του Δάντη βασίζεται σ’ αυτά τα κείμενα) κ.λ.π. Η πρώτη Αποκάλυψις Ιακώβου ανήκει στον Ουαλεντίνο και μιλάει για τον Αιώνα Σοφία, τους 12 Άρχοντες-Αιώνες, τους 72 ουρανούς κ.λ.π. Γενικά πρόκειται για ουράνιες μυθοπλασίες.

Το λεγόμενο Απόκρυφον του Ιωάννου εκφράζει την κοσμολογία και την ανθρωπολογία του πρώιμου γνωστικισμού μέσα από μια υποτιθέμενη αποκάλυψη του Ιησού στον ευαγγελιστή Ιωάννη, όμως γνώρισε πολλές διασκευές, επεξεργασίες και μεταφράσεις, ώστε να εξυπηρετεί τους σκοπούς διαφόρων γνωστικών σχολών.

2. Ιουδαιοχριστιανικά απόκρυφα

Πάμε τώρα σε μιαν άλλη ομάδα απόκρυφων έργων, αυτά που ανήκουν στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση, δηλαδή στην παράδοση χριστιανών εβραϊκής καταγωγής, πρώην Ιουδαίων στο θρήσκευμα, που χωρίστηκαν σε δυο ρεύματα:

Ένα που παρέμεινε ορθόδοξο και συνυπήρξε αρμονικά με τους χριστιανούς από άλλα έθνη, πρώην ειδωλολάτρες (ή, αν προτιμάτε, πρώην εθνικούς), αποδεχόμενο τις αποφάσεις της αποστολικής συνόδου, που διαχώρισε το χριστιανισμό από τον ιουδαϊσμό το 49 μ.Χ. Οι χριστιανοί αυτοί είχαν πνευματικό πατέρα τον άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, ως απόστολο και επίσκοπο των Ιεροσολύμων.

Και ένα δεύτερο ρεύμα, που αρνήθηκε το δικαίωμα στους εθνικούς να γίνονται χριστιανοί, εκτός κι αν έκαναν περιτομή και τηρούσαν όλες τις διατάξεις της ιουδαϊκής θρησκείας, δηλαδή του μωσαϊκού Νόμου. Αυτοί ουσιαστικά αρνήθηκαν την Εκκλησία και αποκόπηκαν απ’ αυτήν. Προσπάθησαν να διαλύσουν τις ελληνικές και τις ρωμαϊκές Εκκλησίες, όπου ταξίδευαν και έλεγαν ότι το ευαγγέλιο που κήρυττε ο Παύλος ήταν ψεύτικο, επειδή δεν υποχρέωνε τους ανθρώπους να κάνουν περιτομή και να τηρούν το μωσαϊκό Νόμο. Ο Παύλος αντιμετωπίζει τέτοιους «ψευδάδελφους», όπως τους χαρακτηρίζει, στις επιστολές προς Ρωμαίους, προς Γαλάτας, τις δύο προς Κορινθίους κ.α., ενώ η επιστολή προς Εβραίους απευθύνεται σε ιουδαιοχριστιανούς, μάλλον της Ρώμης, που ταλαντεύονταν ανάμεσα στην ορθοδοξία και τις αντιλήψεις των «ψευδαδέλφων»…

Οι ιουδαιοχριστιανοί αυτοί, που κινήθηκαν στο περιθώριο του χριστιανισμού, αναγνώριζαν επίσης κύρος αγίου και αποστόλου στον άγιο Ιάκωβο και χρησιμοποίησαν δικά τους ευαγγέλια, όπως το Ευαγγέλιον των Ναζαρηνών, που συγγενεύει με το κανονικό ευαγγέλιο του Ματθαίου και η συγγραφή του, στα αραμαϊκά ή τα συριακά, τοποθετείται πολύ πρώιμα, μεταξύ 70 και 150 μ.Χ. Επίσης το Ευαγγέλιον των Εβιωναίων, συγγενές επίσης με το κατά Ματθαίον, που το χρησιμοποιούσε μια κοινότητα της ανατολικής όχθης του Ιορδάνη (γράφτηκε ελληνικά τις αρχές του 2ου αιώνα και σώζεται αποσπασματικά), ή το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιον, πρώτο μισό του 2ου αιώνα στα αραμαϊκά, που εκφράζει συγκρητιστικές και γνωστικές τάσεις (π.χ. η Μαρία, μητέρα του Ιησού, θεωρείται υλοποίηση της «μεγάλης ουράνιας δύναμης που ονομάζεται Μιχαήλ») και τονίζει τον πρωτεύοντα ρόλο του αγίου Ιακώβου.

Γιατί, θα ρωτήσετε, απορρίφθηκαν αυτά τα κείμενα; Η απάντηση είναι ότι η συνείδηση της Εκκλησίας, η παράδοση των χριστιανών όλης της χριστιανικής οικουμένης και η πίστη των αγίων δεν τα θεώρησε γνήσια αποστολικά έργα, αλλά δεν εκφράζουν και τη γνήσια χριστιανική διδασκαλία, αφού περιορίζουν το χριστιανικό μήνυμα στο λαό της Παλαιάς Διαθήκης.

3. Ορθόδοξα απόκρυφα («ψυχωφελείς διηγήσεις» – ψευδεπίγραφα)

Ιδιαίτερη σημασία όμως έχει η επόμενη ομάδα απόκρυφων. Πρόκειται για έργα ορθόδοξα (κάποια από τα οποία γνώρισαν μεταγενέστερη γνωστική επεξεργασία ή είχαν λίγες γνωστικές επιρροές), τα οποία: είτε ενσωμάτωσαν ήδη υπάρχουσες παραδόσεις για τη ζωή των προσώπων της Καινής Διαθήκης (της Θεοτόκου, των αποστόλων κ.λ.π.) είτε κατασκεύασαν φανταστικές ιστορίες, τις περισσότερες φορές αφελείς, και τις δημοσίευσαν κάτω από το όνομα ενός υποτιθέμενου ιερού συγγραφέα, για να «ωφελήσουν ψυχικά» τους χριστιανούς αναγνώστες τους. Είναι δηλαδή «ψυχωφελείς διηγήσεις», γραμμένες κυρίως από το 2ο ώς και τον 4ο αιώνα κατά μίμησιν των ευαγγελίων, των επιστολών, των αποκαλύψεων και των πράξεων των αποστόλων. Εφαρμόζουν, όπως είπαμε, την τακτική του vaticinium ex eventu, δηλαδή της ψεύτικης απόδοσης ενός βιβλίου σε κάποιο διάσημο συγγραφέα παλιότερης εποχής, που θεωρείται έγκυρος. Τα βιβλία αυτά, επαναλαμβάνω, συμβατικά τα ονομάζουμε «απόκρυφα», επειδή ο όρος έχει γίνει πλέον τεχνικός. Στην πραγματικότητα είναι χριστιανικά ψευδεπίγραφα εξωβιβλικά κείμενα.

Το πιο σημαντικό από τα απόκρυφα αυτού του είδους είναι το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου ή Γέννησις Μαρίας – Αποκάλυψις Ιακώβου. Ο συγγραφέας του το αποδίδει στον Αδελφόθεο Ιάκωβο και το περιεχόμενό του έχει γίνει δεκτό από τη συνείδηση της Εκκλησίας και μάλιστα καθορίζει την παράδοσή μας για τη γέννηση και τα παιδικά χρόνια της Παναγίας, τα ονόματα των γονιών της (Ιωακείμ και Άννα), την αφιέρωσή της στο Ναό της Ιερουσαλήμ σε ηλικία τριών ετών, λεπτομέρειες για τη γέννηση του Χριστού, όπως ότι γεννήθηκε σε σπήλαιο κ.λ.π. Αναφέρει επίσης το παράδοξο επεισόδιο της μαίας Σαλώμης (άσχετης με τη Σαλώμη, την κόρη της Ηρωδιάδας, που φυσικά δεν είχε γεννηθεί ακόμη τότε), η οποία θέλησε να διαπιστώσει με το δάχτυλό της ότι η Παναγία έμεινε παρθένος και μετά τη γέννηση του παιδιού της –το χέρι της, μετά τη διαπίστωση, παράλυσε και θεραπεύτηκε μετά την ομολογία της πίστης της. Το επεισόδιο αυτό, παρόλο που η μαία τοιχογραφήθηκε σε ναούς να λούζει το νεογέννητο Ιησού, δεν έγινε πιστευτό από τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Όμως, παρόλο που το περιεχόμενο του βιβλίου έγινε δεκτό από την Εκκλησία, ζωγραφίστηκε στους ναούς, γέννησε βασικές χριστιανικές εορτές της Παναγίας κ.λ.π., δηλαδή θεωρήθηκε ότι απηχεί έγκυρες παραδόσεις των πρώτων χριστιανικών χρόνων (φαίνεται ότι γράφτηκε γύρω στα μέσα του 2ου αιώνα), το ίδιο το βιβλίο δε μπήκε στον κανόνα, γιατί δε θεωρήθηκε γνήσιο έργο του αγίου Ιακώβου αλλά κάποιου άλλου ορθόδοξου χριστιανού, γνώστη των παραδόσεων, που το απέδωσε στον άγιο Ιάκωβο.

Δεδομένου ότι το έργο φαίνεται αρκετά πρώιμο (μέσα του 2ου αιώνα) δίνει στοιχεία για την άποψη που κυκλοφορούσε την εποχή εκείνη σχετικά με τη ζωή της Παναγίας, την ύψιστη θέση της ανάμεσα στους αγίους και την ιδιότυπη παρθενία της.

Αξιοσημείωτο είναι και το Ευαγγέλιον της παιδικής ηλικίας του Κυρίου, που υποτίθεται ότι ανακαλύφθηκε ανάμεσα στα βιβλία «του Ιωσήφ του αρχιερέα, που κάποιοι τον ονομάζουν Καϊάφα». Περιγράφει την ιστορία της αγίας οικογένειας από τη γέννηση του Ιησού μέχρι την επιστροφή από την Αίγυπτο. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη φυγή στην Αίγυπτο, όπου εξιστορούνται συναρπαστικά και συχνά συγκινητικά επεισόδια και πλήθος θαυμάτων, που τελούνται από την Παναγία και το μικρό Ιησού. Ο σεβασμός του συγγραφέα προς την Παναγία είναι απεριόριστος. Το βιβλίο αυτό διαβάστηκε πολύ από τους χριστιανούς και αξιοποιήθηκε από τον άγιο Ρωμανό το Μελωδό στους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου, ιδιαίτερα στον Οίκο «Λάμψας εν τη Αιγύπτω…».

Ένα άλλο απόκρυφο με κάποιο ενδιαφέρον είναι το λεγόμενο Ευαγγέλιον του Θωμά ή Τα παιδικά του Κυρίου, που ο παλιός του τίτλος είναι Θωμά του Ισραηλίτου φιλοσόφου ρητά εις τα παιδικά του Κυρίου ή Σύγγραμμα του αγίου αποστόλου Θωμά περί της παιδικής αναστροφής του Κυρίου. Είναι ενδιαφέρον, γιατί αποκλείστηκε από τον κανόνα (ως ψευδεπίγραφο και ιστορικά αναξιόπιστο), ενώ η αποδοχή του θα κάλυπτε ένα κενό των κανονικών ευαγγελίων, το οποίο τώρα, όπως και τότε, επικαλούνται πολλοί ως επιχείρημα κατά της αξιοπιστίας τους: τα «κρυμμένα χρόνια» του Ιησού, από δώδεκα έως τριάντα.

Αφηγείται φανταστικά επεισόδια από την καθημερινή ζωή του μικρού Ιησού, από πέντε μέχρι δώδεκα χρόνων. Δεν έχει θεολογικό βάθος ούτε καμιά ιδιαίτερη σοβαρότητα. Ο μικρός Ιησούς κάνει θαύματα για παιχνίδι ή ακόμα και για εκδίκηση, εξευτελίζει τους δασκάλους του με τις γνώσεις του, προκαλεί το θάνατο ή την ανάσταση ανθρώπων που προσπάθησαν να τον βλάψουν και τα τοιαύτα, μέσα σ’ ένα παιδικό κλίμα, όπως η γνωστή ιστοριούλα με τα 12 πουλιά από πηλό που έπλασε και μετά, επειδή ήταν Σάββατο και ο Ιωσήφ τον μάλωσε, τους έδωσε ζωή κι έφυγαν πετώντας (αυτό είναι και το μόνο επεισόδιο αυτού του βιβλίου που παρέμεινε στην παράδοση). Το βιβλίο αυτό, αν και δεν περιέχει αιρετικές διδασκαλίες (παρ’ όλα αυτά το διάβαζαν οι οπαδοί του γνωστικού Μάρκου μετά τα μέσα του 2ου αιώνα), παρόλο που είχε διαδοθεί πολύ, γιατί σώζονται μεταφράσεις και διασκευές του στα λατινικά, τα σλαβικά, τα αραβικά και τα συριακά (γράφτηκε ελληνικά), και παρόλο που θα βόλευε τους υποτιθέμενους «σκοτεινούς κύκλους» που φαντάζονται κάποιοι ότι μαγείρεψαν τη χριστιανική θεολογία κατά το συμφέρον τους, αποκλείστηκε από τον κανόνα και καμιά αξιοπιστία δεν του αποδόθηκε.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διηγήσεις της ζωής και, ιδιαίτερα, της κοίμησης της Παναγίας, από τις οποίες σώζονται 67 χειρόγραφα με διάφορες παραλλαγές, σε πολλές γλώσσες: συριακή, κοπτική, αραβική, αιθιοπική, αρμενική, σλαβική κ.λ.π. Το κυριότερο είναι το Του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου λόγος εις την κοίμησιν της αγίας Θεοτόκου, που τοποθετείται στον 5ο ή 6ο αιώνα και επηρέασε ιδιαίτερα την παράδοσή μας για τα γεγονότα της Κοίμησης της Παναγίας, την οποία γιορτάζουμε, όπως γνωρίζετε, στις 15 Αυγούστου. Το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού έγινε δεκτό από τους χριστιανούς και εκεί αναφέρεται η περίφημη μεταφορά των αποστόλων «επί νεφελών» για να παραστούν στην ταφή της Θεοτόκου, η απόπειρα κάποιων μεθυσμένων Ιουδαίων να βεβηλώσουν το άγιο σώμα Της κ.ά. από τα κείμενα αυτά ξέρουμε και για την ανάληψη της Θεοτόκου, καθώς και για την παράδοση της ζώνης Της (της Αγίας Ζώνης), κατά την ώρα της ανάληψής Της, στα χέρια του αγίου αποστόλου Θωμά.

Τέλος υπάρχουν τα λεγόμενα ευαγγέλια των Παθών, επίσης ορθόδοξα, που επικεντρώνουν αποκλειστικά στο θάνατο και την ανάσταση του Ιησού και αφηγούνται λεπτομέρειες που υποτίθεται ότι λείπουν από τα κανονικά, ή παρέχουν τεκμήρια για την αξιοπιστία της χριστιανικής πίστης. Σ’ αυτά ανήκει το λεγόμενο Χαμένο ευαγγέλιο του Πέτρου, που ανάγεται μάλλον στο 2ο αιώνα, γιατί μνημονεύεται από το Σεραπίωνα Αντιοχείας το 190 μ.Χ., και βρέθηκε το 1886 στην Αίγυπτο, στην περιοχή της αρχαίας Πανόπολης. Δεν προσφέρει όμως τίποτα καινούργιο, απλά επαναλαμβάνει τις διηγήσεις του πάθους όπως τις ξέρουμε από τα κανονικά ευαγγέλια προσθέτοντας μερικές ευφάνταστες λεπτομέρειες, όπως την υποτιθέμενη σκηνή της ανάστασης του Ιησού, που οι φρουροί του τάφου Τον βλέπουν να βγαίνει κρατώντας ένα σταυρό, με το κεφάλι Του να φτάνει στον ουρανό και συνοδευόμενος από δυο αγγέλους.

Το κάπως πιο ενδιαφέρον από τα ευαγγέλια των Παθών είναι το Ευαγγέλιον του Νικοδήμου. Πρόκειται για μια διήγηση των παθών του Χριστού που καταγράφηκε, υποτίθεται, από τον «κρυφό μαθητή» Του, τον άγιο Νικόδημο, που ήταν φαρισαίος και μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου που καταδίκασε τον Ιησού (βλ. γι’ αυτόν στο κατά Ιωάννην, κεφ. 3, κεφ. 7, 50-53, και 19, 39), αν και ο ίδιος νωρίτερα είχε προσπαθήσει να Τον υπερασπίσει. Τα τελευταία κεφάλαιά του όμως αναλώνονται σ’ ένα τυπικό μοτίβο, στην κάθοδο του Χριστού στον Άδη, τη μάχη Του με το διάβολο και την απελευθέρωση των πρωτοπλάστων (τα οποία αφηγούνται κάποιοι από τους δίκαιους άνδρες που αναστήθηκαν όταν πέθανε ο Κύριος, κατά την αναφορά του Ματθ. 27, 52-53). Φαίνεται ότι το βιβλίο αυτό προέρχεται από κάποιο υποτιθέμενο γραπτό του ίδιου του Πιλάτου που κυκλοφορούσε ήδη το 2ο αιώνα, τα λεγόμενα acta Pilati, δηλαδή Πράξεις Πιλάτου, το οποίο γνώριζαν ο άγιος Ιουστίνος γύρω στο 150 μ.Χ. (Α΄ Απολογία, 35, 9 και 48, 3) και ο Τερτυλλιανός (Apologeticum), ο οποίος μιλάει για αλληλογραφία του Πιλάτου με τον αυτοκράτορα Τιβέριο. Με το Νικόδημο φαίνεται να συνδέθηκε αργότερα, κατά τον 4ο αιώνα. Το Ευαγγέλιον του Νικοδήμου αξιοποιήθηκε από τους χριστιανούς στην εικόνα «Εις Άδου κάθοδος», δηλαδή την ορθόδοξη εικόνα της ανάστασης του Χριστού, όπου στα βάθη του Άδη ανασύρει από τον τάφο τον Αδάμ και την Εύα, με τους διάφορους νεκρούς να παρακολουθούν, μεταξύ των οποίων ο δίκαιος Άβελ, διάφοροι προφήτες και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος που δείχνει τον Κύριο με το δάχτυλό του.

Απόκρυφες πράξεις αποστόλων

Και περνάμε στο άλλο ενδιαφέρον κεφάλαιο, τις απόκρυφες Πράξεις διαφόρων αποστόλων, που περιλαμβάνουν ανεξάρτητα έργα ή μπερδεμένα αποσπάσματα που έχουν συρραφεί πότε έτσι πότε αλλιώς δίνοντας κείμενα όλων των κατηγοριών που προανέφερα.

Από το δεύτερο και τον τρίτο αιώνα αξιομνημόνευτες είναι οι διάφορες απόκρυφες Πράξεις Πέτρου, Πράξεις Παύλου, Πράξεις Ανδρέου και Πράξεις Ιωάννου, που περιλαμβάνουν διάφορες εκδοχές: τις Πράξεις Πέτρου μετά Σίμωνος (δημόσια μάχη …θαυμάτων ανάμεσα στον Πέτρο και το Σίμωνα το Μάγο στη Ρώμη), το Μαρτύριον του αγίου αποστόλου Πέτρου, τη Διήγηση περί των θυγατέρων του Πέτρου (με ένα φρικτό επεισόδιο, όπου ο Πέτρος δήθεν αφήνει με κυνισμό την κόρη του παράλυτη, ενώ μπορεί να τη θεραπεύσει, για να εξαγνιστεί, επειδή πήγε με κάποιον άντρα) κ.λ.π., τις Πράξεις Παύλου και Θέκλης (απ’ όπου ξέρουμε τα σχετικά με το βίο της αγίας ισαποστόλου Θέκλας από την Κύπρο), το Μαρτύριον του Παύλου, αφηγήσεις ταξιδιών του Παύλου σε διάφορους τόπους κ.λ.π., δράση του Ιωάννη στην Έφεσο και αλλού, του Ανδρέα στην Πάτρα, αφήγηση της σταύρωσης του Ανδρέα, του θανάτου του Ιωάννη στην Έφεσο, της εξαφάνισης του σώματός του από τον τάφο και διάφορα άλλα.

Τα περισσότερα από αυτά τα έργα είναι εν πολλοίς αφελή, ενδιαφέρονται σχεδόν αποκλειστικά για θαύματα (οι νεκροί ανασταίνονται κατά ριπάς…) και, το κυριότερο, είναι γραμμένα από εγκρατιτικούς κύκλους ή πειραγμένα από εγκρατιτικό χέρι: ο γάμος θεωρείται ασυμβίβαστος με την ιδιότητα του χριστιανού, όλοι οι χριστιανοί που παρουσιάζονται σ’ αυτές είναι άγαμοι ή αρνούνται το γάμο τους και ορκίζονται ολοκληρωτική και αποκλειστική αφοσίωση στο Χριστό (ακόμη κι ένα λιοντάρι που …βαφτίζει ο Παύλος κάποια στιγμή, αποφεύγει τη λιονταρίνα του και το σκάει στα βουνά) και η θεία Μετάληψη τελείται με ψωμί και νερό, όχι με ψωμί και κρασί, γιατί το κρασί το θεωρούσαν σύμβολο της υλικής ηδονής, άρα απαράδεκτο!

Στις Πράξεις Ιωάννου, που τοποθετούνται κατά προσέγγισιν στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα, υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που αποκλίνουν από το χριστιανισμό: η υποτιθέμενη αποκάλυψη που κάνει ο Ιησούς στον αγαπημένο Του μαθητή, σε μια σπηλιά του Όρους των Ελαιών, την ώρα που Τον έχουν σταυρώσει. Εκεί του «αποκαλύπτει» ότι ποτέ δεν έγινε αληθινός άνθρωπος, αλλά φαινομενικά γεννήθηκε και φαινομενικά σταυρώθηκε (αναγνωρίζετε ελπίζω το δοκητισμό, τη γνωστική δοξασία που είχαμε αναφέρει νωρίτερα) – ένας ύμνος που απευθύνει εν χορώ προς το Θεό ο Χριστός με τους αποστόλους (με τεχνοτροπία του 3ου και των αρχών του 4ου αιώνα), με σαφές γνωστικό περιεχόμενο (Ογδοάδα, δωδέκατος αριθμός κ.λ.π.) – η απόρριψη από τον Ιωάννη της προσωπογραφίας του, την οποία χαρακτηρίζει «νεκρή εικόνα ενός νεκρού», απηχώντας μάλλον τη νεοπλατωνική ιδέα ότι το σώμα είναι σήμα (=τάφος) και φυλακή της ψυχής (ανάλογο επεισόδιο καταγράφει ο Πορφύριος για την άρνηση του μεγάλου νεοπλατωνικού φιλοσόφου του 3ου αιώνα μ.Χ. Πλωτίνου να τον ζωγραφίσουν).

Ωστόσο, όλες αυτές οι Πράξεις περιλαμβάνουν και πράγματα αποδεκτά, στοιχεία από την παράδοση της Εκκλησίας, δηλαδή από τη μνήμη των πρώτων γενεών των χριστιανών. Μεταξύ αυτών, το μαρτύριο του Πέτρου και του Παύλου στη Ρώμη και του Ανδρέα στην Πάτρα, ο τρόπος του θανάτου τους (σταύρωση για τον Πέτρο, που ζήτησε να σταυρωθεί ανάποδα, γιατί θεωρούσε ότι δεν του αξίζει να πεθάνει ακριβώς όπως ο Χριστός, σταύρωση για τον Ανδρέα, αποκεφαλισμός για το Ρωμαίο πολίτη Παύλο), ο θάνατος του Ιωάννη στην Έφεσο και η εξαφάνιση του σώματός του, που θεωρείται ενσώματη μετάσταση στον ουρανό, η καθ’ υπαγόρευσιν γραφή της Αποκάλυψης από το μαθητή του Ιωάννη Πρόχορο, ο βίος της αγίας Θέκλας, μαθήτρια του Παύλου, που τιμάται ως ισαπόστολος και προστάτιδα της Κύπρου, μαζί με τρεις από τους 70 αποστόλους (το Λάζαρο, το Βαρνάβα και τον αδερφό του, τον άγιο Αριστόβουλο, πεθερό του Πέτρου ιδρυτή της πρώτης Εκκλησίας της Βρετανίας), και άλλα…

Οι πιο συναρπαστικές απόκρυφες Πράξεις θα έλεγα πως είναι του Θωμά, δηλαδή οι Πράξεις του αποστόλου Ιούδα Θωμά, του και Διδύμου. Πρόκειται για ένα ολόκληρο μυθιστόρημα, μάλλον του 3ου αιώνα, με αρκετά ενδιαφέροντα επεισόδια, που απηχεί όμως σαφείς εγκρατιτικές και γνωστικές τάσεις και εξιστορεί τις περιπέτειες του αποστόλου Θωμά (που έχει ξεπεράσει το στιγμιαίο δισταγμό του προς την ανάσταση του Χριστού και είναι πλέον μέγας και θαυματουργός απόστολος) στις βορειοδυτικές Ινδίες, όπου αρχικά πουλιέται ως δούλος και τελικά, μετά από πολλά γεγονότα, θανατώνεται από κάποιον τοπικό βασιλιά, επειδή έχει στρέψει τις αρχόντισσες του βασιλείου του στην εγκράτεια.

Οι Πράξεις του Θωμά απηχούν κάπως πρόχειρα την άποψη ότι ο Θωμάς είναι «δίδυμος του Χριστού», δεν της δίνουν όμως έκταση ούτε αναφέρουν πουθενά ότι ήταν αδελφός Του. Μάλλον υπονοούν κάποιου είδους «πνευματική εγγύτητα», που θα μπορούσε να στηρίξει τη χαρακτηριστική γνωστική άποψη ότι οι αναγνώστες τους έχουν τις προϋποθέσεις για μια βαθύτερη μύηση από τους άλλους.

Η ιστορική βάση του έργου είναι δύσκολο να εξακριβωθεί, όμως ξέρουμε από την παράδοση ότι ο Θωμάς κήρυξε το ευαγγέλιο (δηλαδή το χριστιανικό μήνυμα) στη νότια Ινδία, στο Μαλαμπάρ, όπου βρίσκεται η Εκκλησία του Αγίου Θωμά, μια από τις τέσσερις αρχαίες Εκκλησίες που αρνήθηκαν το δόγμα της 4ης Οικουμενικής Συνόδου (451 μ.Χ.), αποδεχόμενες το μονοφυσιτισμό (αντιχαλκηδόνιες).

Εκτός από τα παραπάνω, σώζονται αρκετές δεκάδες απόκρυφες Πράξεις διαφόρων αποστόλων, κείμενα που αφηγούνται υποτιθέμενα κηρύγματα αποστόλων, μαρτύρια κ.λ.π., που τα περισσότερα τοποθετούνται στον 4ο αιώνα ή και μεταγενέστερα, μέχρι και τον 6ο αιώνα. Οι Πράξεις Φιλίππου, το Μαρτύριο του Βαρθολομαίου, το Μαρτύριο του Ματθαίου, το Μαρτύριο του αγίου αποστόλου και ευαγγελιστή Μάρκου, οι Πράξεις Βαρνάβα (υπάρχει και Επιστολή Βαρνάβα από τον 1ο ή τις αρχές του 2ου αιώνα, όπως είπαμε στην αρχή), οι Πράξεις Θαδδαίου (με τη διήγηση για τον βασιλιά της Έδεσσας της Συρίας Άβγαρο, που ζήτησε από το Χριστό να πάει να τον θεραπεύσει, αλλά Εκείνος πλύθηκε και του έστειλε το μαντήλι πάνω στο οποίο είχε αποτυπωθεί η μορφή Του όταν σκουπίστηκε σ’ αυτό –το περίφημο «ιερό μανδήλιο» των Βυζαντινών, η «αχειροποίητος εικών» του Κυρίου), οι Πράξεις Ανδρέου και Ματθία στη χώρα των ανθρωποφάγων (ο Ματθίας πήρε τη θέση του Ιούδα για να συμπληρωθεί ο αριθμός 12, κατά τις κανονικές Πράξεις των αποστόλων, 1, 15-26) και πολλές άλλες. Κάποιες απ’ αυτές έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, άρα είχαν διαβαστεί αρκετά.

Αν και γενικά δεν είναι αξιομνημόνευτες, φαίνεται ότι απηχούν αρκετές ιστορικές παραδόσεις για τη δράση των αποστόλων μετά την Πεντηκοστή. Στην ιστορικότητα του πυρήνα τους συνηγορεί η αστραπιαία διάδοση του χριστιανισμού σε ολόκληρη τη μεσογειακή λεκάνη, αλλά και σε βορειότερες περιοχές της Ευρώπης, όπου, ήδη το 2ο αιώνα και παρά τους απηνείς διωγμούς, ήταν κατάσπαρτη από χριστιανικές Εκκλησίες. Σύμφωνα με τις παραδόσεις που περιλαμβάνονται στις απόκρυφες Πράξεις, ο Πέτρος έδρασε κυρίως στην Παλαιστίνη, τη Συρία, τη Μ. Ασία, τη Ρώμη κ.α. και σταυρώθηκε ανάποδα στη Ρώμη. Ο Ανδρέας, αδερφός του Πέτρου, έφτασε ως την Αχαΐα και σταυρώθηκε σε σταυρό σχήματος Χ στην Πάτρα. Ο Ιωάννης, ο ευαγγελιστής της αγάπης, έδρασε κυρίως στη Μ. Ασία και πέθανε σε πολύ προχωρημένη ηλικία στην Έφεσο της Μ. Ασίας. Ο Ιάκωβος, αδερφός του Ιωάννη, ξέρουμε από τις κανονικές Πράξεις ότι σκοτώθηκε στα Ιεροσόλυμα από τον Ηρώδη Αγρίππα. Ο Φίλιππος, με δράση στη Μικρά Ασία μαζί με την αδελφή του, την αγία ισαπόστολο Μαριάμνη, σταυρώθηκε στην Ιεράπολη της Φρυγίας. Ο Ναθαναήλ ή Βαρθολομαίος έδρασε στην Αραβία, την Περσία και την Ινδία, για να θανατωθεί τελικά στην Αρμενία. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος ή Λευί, μετά από πολλές περιπέτειες, κάηκε ζωντανός. Ο Θωμάς, όπως είπαμε, ταξίδεψε στην Ινδία, όπου και θανατώθηκε. Ο Ιάκωβος του Αλφαίου κήρυξε «εις πολλά έθνη» και τελικά σταυρώθηκε. Ο Θαδδαίος εντοπίζεται στην Έδεσσα της Συρίας και στη Μεσοποταμία, όπου και μαρτύρησε. Τέλος, ο Σίμων ο Κανανίτης κήρυξε στη Βόρεια Αφρική, όπου και μαρτύρησε.

Όπως και τα απόκρυφα ευαγγέλια, και οι απόκρυφες Πράξεις των πρώτων αιώνων δίνουν μια επιπλέον μαρτυρία για τα κανονικά ευαγγέλια, γιατί περιέχουν αυτούσιους ή απηχούν πάρα πολλούς στίχους απ’ αυτά.

Στην απόκρυφη γραμματεία περιλαμβάνονται και επιστολές, όπως η υποτιθέμενη αλληλογραφία Σενέκα και Παύλου, η προς Λαοδικείς του Παύλου (μιλήσαμε γι’ αυτήν νωρίτερα) ή η Επιστολή Λεντούλου, του υποθετικού ανθύπατου της Ιουδαίας Πόπλιου Λεντούλου, που περιγράφει τη μορφή του Χριστού, όπως την ξέρουμε από τη ζωγραφική –μάλλον αυτό το κείμενο επηρέασε τους ζωγράφους, κυρίως της Ευρώπης, γιατί τοποθετείται πολύ όψιμα, στο 13ο αιώνα. Όλα αυτά τα κείμενα είναι ορθόδοξα, αλλά απλοϊκά και κανένα ενδιαφέρον δεν παρουσιάζουν.

Τέλος, υπάρχουν τα ψευδο-Κλημέντια, μια μυθιστορία που αποδίδεται στον άγιο Κλήμη Ρώμης και αφηγείται, υποτίθεται, τις περιπέτειές του στο πλευρό του αποστόλου Πέτρου. Θεολογικά δεν έχει μεγάλη σπουδαιότητα. Φιλολογικά ενδιαφέρει περισσότερο, γιατί διαβάστηκε πάρα πολύ μέχρι και το Μεσαίωνα και σε κάποιο επεισόδιό του οφείλεται ο μύθος του δόκτορα Φάουστ του Γκαίτε, του επιστήμονα που πούλησε την ψυχή του στο διάβολο για να γίνει νέος, πέφτοντας έτσι σε μια παγίδα με ολέθρια αποτελέσματα.

Αν κάποιος ενδιαφέρεται για την επιστημονική βιβλιογραφία, που είναι ογκωδέστατη, ας αναζητήσει τα σχετικά έργα και άρθρα των C. Tischendorf, W. Baur, M. Bonnet, R. Lipsius, R. Wilson, J. K. Elliot, F. Lapham, Th. Zahn, Dodd και πολλών άλλων, ων ουκ έστιν αριθμός. Υπάρχουν επίσης άφθονες εκδόσεις των αποκρύφων, όπως είπαμε και νωρίτερα, που φυσικά κυκλοφορούν ελεύθερα παρά τον… «απόκρυφο» χαρακτηρισμό τους.

Βασική βιβλιογραφία

Α. Εκδόσεις αποκρύφων

C. Tischendorf, Evagelia Apocrypha, Lipsiae, Avenarius et Mendelssohn, MDCCCLIII, ελλ. έκδ. C. Tischendorf, Απόκρυφα Ευαγγέλια, Αθήναι, χ.χ., οίκος Κωνστ. Χ. Σπανού.

Του ίδιου, Apocalypses Apocryphae, Mosis, Esdrae, Pauli, Iohannis, item Mariae Dormitio, additis Evageliorum et actuum Apocryphorum, Lipsiae, Hermann Mendelssohn, MDCCCLXVI.

Acta Apostolorum Apocrypha, τόμοι 4, Georg Olms Verlag Hildeshein, New York 1972.

Ιωάννη Κ. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα, Α΄, απόκρυφα Ευαγγέλια, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, Β΄, Απόκρυφες πράξεις, επιστολές, αποκαλύψεις, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004.

Σάββα Αγουρίδου (επιμ.), Χριστιανικός Γνωστικισμός – Τα κοπτικά κείμενα του Nag Hammadi στην Αίγυπτο, Κέντρο βιβλικών Μελετών «Άρτος Ζωής», Αθήνα 1989 (περιέχει πολλά κείμενα και αποσπάσματα σε μετάφραση).

Θανάση Γεωργιάδη (μετάφρ.), Απόκρυφα ευαγγέλια (2 τόμοι – Ευαγγέλια της παιδικής ηλικίας και Ευαγγέλια του πάθους), Σύγχρονοι Ορίζοντες.

Θεόδωρου Ρηγινιώτη, Τα απόκρυφα ευαγγέλια και ο σχηματισμός της Καινής Διαθήκης, Πύρρα, Αθήνα 2006 (περιέχει παράρτημα με απόκρυφα κείμενα).

Ρούντολφ Κασέρ, Μάρβιν Μάιερ, Γκρέγκορ Βουρστ (επιμ.), Το ευαγγέλιο του Ιούδα, ελληνική μετάφραση Μαρία Μαυροματάκη, Ελίνα Σινοπούλου, National Geographic Society, 2006.

Γρηγορίου Κατσαρέα, Βιβλίον του Ενώχ (το χαρακτηρισθέν ως απόκρυφον), Σπανός, Αθήνα 1973.

Ιστορία Ιακώβου του Αδελφοθέου εις την Γέννησιν της Παναγίας Θεοτόκου, μετέφρασεν ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, Συνέχεια, 1991.

Δημήτρη Κουτσούκη (μετάφραση), Απόκρυφα κείμενα Καινής Διαθήκης (7 μικροί τόμοι με μεταφράσεις), Πύρινος Κόσμος, Αθήνα (αποκρυφιστές). Στην έκδοση αυτή περιλαμβάνονται κατά λάθος και τα κείμενα των αποστολικών Πατέρων.

Β. Λοιπά βοηθήματα

Ειρηναίου Λουγδούνων, Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, στο J. P. Migne, Patrologia Graeca, Paris 1857-1866, τόμ. 7, στ. 433-1321.

Επιφανίου Σαλαμίνος της Κύπρου, Πανάριον, στο J. P. Migne, Patrologia Graeca, τόμ. 41, στ. 173-1200.

Βασιλείου Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Παπαδημητρίου, 1959 (ανατύπωση 1998).

Σάββα Αγουρίδου, Τα χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης και η Καινή Διαθήκη, Αθήναι 1959.

Του ίδιου, Τα γνωστικά χειρόγραφα του Nag-Hammadi – ο Κώδιξ Jung, εν Αθήναις 1959.

Του ίδιου, Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Γρηγόρης, Αθήναι 1971.

Μ. Σιώτη, Τα χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης, εν Αθήναις 1961.

Στυλιανού Παπαδόπουλου, Πατρολογία Α΄, Εισαγωγή, Β΄ και Γ΄ αιώνες, Αθήναι 1977, Πατρολογία Β΄, Δ΄ Αιώνας, Αθήνα 1990, κεντρική διάθεση Παρουσία.

Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμ. Α΄, Αθήναι 1992.


[1] Βλ., για τους πρώτους 4 αιώνες, τους καταλόγους του Στ. Παπαδόπουλου στη δίτομη Πατρολογία του.

[2] Αρχαία πηγή γι’ αυτά ο άγιος Ειρηναίος Λυών, Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως. Βλ. τα οικεία κεφάλαια στο Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α΄.

πηγή: http://www.oodegr.com/oode/grafi/apokryfa/apokr_evaggelia1.htm