Αγγείον

Αγγείον

Απόγονος του αρχαίου άσκαυλου που είναι γνωστός ως αγγείον, τουλούμ’ ή τούλουμπαν.  Μετά τη λύρα ήταν το πιο διαδεδομένο και το πιο αγαπητό όργανο στους Ποντίους του ανατολικού Πόντου.

Το αγγείον αποτελείται από το πόστ’, το δέρμα του ζώου (συνήθως από κατσίκα ή πρόβατο) που με την κατάλληλη επεξεργασία γίνεται ο ασκός (αεροθάλαμος). Υπάρχει ειδικός επιστόμιος σωλήνας πάνω από τον ασκό, από όπου φυσά ο οργανοπαίχτης κατά διάφορα διαστήματα, ενώ παίζει, για να αναπληρώνει την απώλεια του αέρα, που φεύγει από τον αυλό. Στην γκάιτα είναι τοποθετημένος ένας αυλός με τις κεκανονισμένες τρύπες. Ο δεύτερος αυλός, που λειτουργεί κι αυτός στο όργανο, είναι για να κρατάει απλώς το «ίσο». Με το «αγγείον» του Πόντου τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ειδικός σωλήνας για «ίσο» δεν υπάρχει. Υπάρχουν δύο αυλοί, τοποθετημένοι ο ένας παράπλευρα στον άλλο, ομοιόμορφοι από κάθε άποψη. Έτσι, παίζουν δύο αυλοί μαζί στον ίδιο τόνο και με την ίδια μελωδία.

Το αγγείον το συναντάμε και χωρίς συνοδεία άλλων μουσικών οργάνων, αλλά και στα πανηγύρια αφού ο έντονος ήχος του βοηθά στο να ακούγεται σε μεγάλη απόσταση.

Καλός τουλουμτζής θεωρείται εκείνος που βάζει «στολίδια» στο παίξιμό του ώστε η μελωδία να καλλωπίζεται διαρκώς. Τα «στολίδια» αυτά είναι κυρίως οι γρήγορες και μικρές νότες και το τσάκισμα της φωνής, όπου μια νότα της μελωδίας επαναλαμβάνεται γρήγορα αφού προηγηθεί η αμέσως ψηλότερη ή χαμηλότερη από αυτήν νότα. Σύμφωνα με τον Φοίβο Ανωγειανάκη, όταν ο οργανοπαίχτης παράλληλα με τα μελωδικά στολίδια κλείνει τη μία μόνο από τις δύο απέναντι τρύπες, πότε του ενός και πότε του άλλου αυλού, «τότε πετυχαίνει ένα ιδιότυπο πολυφωνικό άκουσμα».

 

Πηγές:   trapezounta.gr,   pontos-news.gr