“Ένα μυθιστόρημα με φόντο την κοσμοπολίτικη Αθήνα της Μπελ Επόκ (1890-1910). Μια ιστορία γεμάτη ιστορίες. Ο τίτλος του βιβλίου αναταποκρίνεται μόνο στο δεύτερο μισό. Αναφέρεται σε μια «θυσία», αν μπορεί να πει κανείς έτσι το γάμο από συμφέρον κι όχι από αγάπη, μια «θυσία» που γεννά ένα μεγάλο πείσμα κι έναν έρωτα που προσπαθεί να βρει διέξοδο για να εκδηλωθεί.
Η ιστορία αρχίζει το 1870, όταν ο άρχοντας Εμμανουήλ Χρυσολωράς, σπουδαίος γιατρός, έχοντας χάσει τη γυναίκα του, έρχεται από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα, μαζί με τις δυο του κόρες, Μαργιόλα και Κατίγκω. Κατοικεί σ’ ένα εντυπωσιακό μέγαρο, στην αρχή της οδού Πανεπιστημίου, ένα από τα ωραιότερα νεοκλασικά της Αθήνας. Λίγο αργότερα θα φθάσει και η ανύπαντρη αδελφή του, η Κρυσταλλένια, μια ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία, που θα σταθεί σύμβουλος και συμπαραστάτης στις περιπέτειες της οικογένειας.
Η μια από τις δύο κόρες, η Κατίγκω ερωτεύεται και τελικά παντρεύεται τον ωραίο Φραγκίσκο Αλφιέρι, κόμη του Μονρεάλε της Σικελίας και εγκαθίσταται εκεί. Τη συνοδεύει η θεία της, η Κρυσταλλένια. Η Κατίγκω αποκτά τρεις κόρες, όμως η ζωή της κοντά στον κόμη δεν ήταν τόσο ρόδινη όσο ονειρεύτηκε. Το πάθος εκείνου για το τζόγο εξανεμίζει την περιουσία που η Κατίγκω είχε πάρει ως προίκα. Η αυτοκτονία του, που στον κόσμο παρουσιάστηκε ως ατύχημα, αναγκάζει την Κατίγκω να πάρει τις κόρες της και, πάντα με τη συντροφιά της Κρυσταλλένιας, να πάρει το δρόμο της επιστροφής για την Αθήνα.
Αθήνα, 1902. H Kατίγκω προσπαθεί να κρατήσει μια επίφαση αριστοκρατικής ζωής, την οποία δεν ήθελε να απαρνηθεί παρά τα χρέη που έτρεχαν φτάνοντάς την στην οικονομική εξαθλίωση. Το μόνο που μπορεί να τη σώσει είναι να βρει ένα καλό γαμπρό για τη μεγάλη και πανέμορφη κόρη της, τη Λάουρα, που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της τον τίτλο: Κοντέσα Λάουρα Αλφιέρι.
Η Λάουρα Αλφιέρι, μια γυναίκα απαράμιλλης ομορφιάς, αναγκάζεται να παντρευτεί τον ταπεινής καταγωγής αλλά ζάπλουτο Ζακυνθινό Φίλιππο το γαμπρό που θα “αγόραζε” τον τίτλο και που θα μπορούσε να ξελασπώσει την οικογένεια από τα χρέη της. Αυτή τον παντρεύεται για χάρη της οικογένειας αλλά τον απορρίπτει σαν άντρα αποκαλώντας τον με θυμό «καρβουνιάρη» και «ανορθόγραφο βάτραχο», μια και ο γάμος γίνεται μόνο και μόνο για να σώσει την οικογένειά της από την οικονομική καταστροφή. Αντιστέκεται με πείσμα στην αγάπη και το ενδιαφέρον του. Όμως, δίχως να το καταλάβει, ο βάτραχος θα μεταμορφωθεί σταδιακά σε πρίγκιπα μέσα στην καρδιά της… Η Λάουρα θα ανταποκριθεί στην παράφορη αγάπη του «παρακατιανού», η δε μητέρα της θα ζήσει έναν νέο έρωτα : « Την έγδυσε απ’ όλα: ρούχα, δισταγμούς, ενοχές, τύψεις, λανθασμένες αντιλήψεις για τα «πρέπει» και τα «μη» της ζωής, και ένιωσε τη δόνηση της φυσικής ένωσης με κόκαλα που έτριζαν, καθώς εξαφανίζονται οι αντιστάσεις της κι έλειωνε η σκουριά των χρόνων που είχε περάσει αφίλητη και ανέραστη».
Για όλους τους ήρωες όμως υπάρχει ένα καλό και μάλλον προβλέψιμο τέλος.
Η Φιλομήλα Λαπατά μάς ξεναγεί στην Αθήνα την «πόλη των πόνων» όπως την αποκαλεί και μας περιγράφει τους χαρακτήρες ενός πλήθους ηρώων που θα σχετιστούν με την οικογένεια Χρυσολωρά. Οι περιγραφές είναι λεπτομερείς και η δράση τοποθετείται σε πραγματικές τοποθεσίες της εποχής. Από ό,τι φαίνεται η Λαπατά έχει κάνει αρκετή έρευνα σε αξιόπιστες πηγές, (πχ βιβλία του Γιάννη Καιροφύλα), για να αναπαραστήσει τη ζωή της κοσμοπολίτικης Αθήνας της Μπελ Επόκ. Μερικές φορές όμως η πληθώρα των πληροφοριών αυτών γίνεται ανιαρή για τον αναγνώστη. Στην προσπάθειά της να αποφύγει την κατηγορία “άρλεκιν” εμπλουτίζει το βιβλίο της με ομολογουμένως εντυπωσιακά ιστορικά στοιχεία για την παλαιά Αθήνα. Για παράδειγμα, η λεπτομερής γεωγραφική θέση της Αθήνας (“στα βόρεια βρίσκεται η Πάρνηθα, δυτικά ο λόφος του Αιγάλεω με τον Ελαιώνα” κ.λπ.) η αναφορά των δρόμων και τοποθεσιών με τα παλιά τους ονόματα (οδός Προαστίου-σημερινή οδός Εμμανουήλ Μπενάκη, Χασάνι-σημερινό Ελληνικό, Ξηροτάγαρο-σημερινό Παλαιό Φάληρο κ. ά.) μπορεί να έχουν εγκυκλοπαιδική αξία, όχι όμως και λογοτεχνική. Το ίδιο κι όταν μέσα από τις επιστολές της Μαργιόλας προς την Κατίγκω όταν αυτή βρισκόταν στη Σικελία, γίνονται αναφορές για τα πρώτα τραμ με άλογα της Αθήνας (1882), για τα εγκαίνια της διώρυγας της Κορίνθου (1893), για την οικονομική χρεοκοπία της Ελλάδας (1893), για τους πρώτους Ολυμπιακούς (1896) κ.λπ. κ.λπ. Χρήσιμα βέβαια όλα αυτά, αλλά η τεχνητή παρεμβολή τους μειώνει τη λογοτεχνική τους αξία.
Γενικά πρόκειται για ένα καλογραμμένο βιβλίο με χρήσιμες πληροφορίες, εύπεπτο, με αρκετά στοιχεία σοβαρής ροζ λογοτεχνίας που δικαιολογεί την κατάταξή του στα ευπώλητα. ¨
H ξυπόλητη των Αθηνών” της Φιλομήλας Λαπατά (Εκδ. Καστανιώτη) – Κριτική Βιβλίου
26 Φεβρουαρίου 2011 από Ταξίδι με τη Γλώσσα
Κατηγορία ΒΙΒΛΙΟ-ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ | 5 Σχόλια »
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.