Νίκος Εγγονόπουλος, Ποιητής και Μούσα

egonop-mousa.jpg α. Ποιητής και Μούσα egonop-poeta-moysa.jpg β.

egonopoulos-poeta-peiraias.jpg Ο ποιητής στον Πειραιά

egonop-pneuma-monaxias.jpg Το πνεύμα της μοναξιάς

·        Ποιητής και Μούσα (α, β), Ποιητής στον Πειραιά, Το πνεύμα της μοναξιάς: Ο ποιητής, ζωγράφος παράλληλα στον πρώτο πίνακα, που τον βρίσκουμε και με τίτλο «Ο καλλιτέχνης και το μοντέλο του», έχει μπροστά του το μοντέλο-τη μούσα του, από την οποία αντλεί την έμπνευση. Η έμπνευση, προσωποποιείται με τη γυναίκα-μοντέλο, αέρινη ύπαρξη, με διάφανο ένδυμα αποκαλύπτει τα μυστικά της στον ποιητή-ζωγράφο (η διπλή ιδιότητα του Ν. Εγγονόπουλου). Ένα λευκό περιστέρι – σύμβολο αναγνωρίσιμο της ποιητικής ιδέας – υπερίπταται του χεριού της και πάνω από το κεφάλι του ποιητή που ταπεινά υποκλίνεται στη θεά-μούσα του. Η ασύμετρη, χαριτωμένη στάση της μούσας ισορροπεί με ένα αλφάδι στο ένα χέρι και ένα ξίφος στο άλλο, που σχεδόν αγγίζει το εμπνευσμένο κεφάλι.  Στον πίνακα Ποιητής στον Πειραιά ο ποιητής ανάλογο ξίφος κρατά, ενώ το πουλί της ποίησης έχει πάρει τη μορφή ρόδου στο άλλο χέρι του. Και στους δύο πίνακες ο λαιμός του ποιητή, τιμητικά ίσως, στολίζεται με αστεροειδή κοσμήματα. Στον β πίνακα Ποιητής και Μούσα η μούσα μισοντυμένη με βαρύτιμο ένδυμα αποκαλύπτει και πάλι τα κρυφά της θέλγητρα στον ποιητή που συμβολικά κρατά το δοξάρι της μουσικής. (Ζωγραφική-Ποίηση-Μουσική, οι καλές τέχνες σε ενότητα.) Στη βάση του πρώτου πίνακα μπορούμε να διαβάσουμε το σχόλιο που γράφει ο ίδιος ο ζωγράφος, με κεφαλαία γράμματα: Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΓΡΑΦΟΥ (ΠΟΙΗΤΟΥ) ΣΤΗΝ ΥΔΡΑ. Και μέσα στο ζωγραφικό έργο μια ταινία-ενοικιαστήριο μπροστά και δίπλα στα πόδια του ζωγράφου δηλώνει: ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ. Ανάλογη ταινία βρίσκουμε και στον πίνακα Το πνεύμα της μοναξιάς. Εδώ σε ένα ελληνικό τοπίο (Ακρόπολη, θάλασσα, καφενείο, μαρμάρινη προτομή, σπίτια με υπέρθυρα αετώματα) ο ποιητής στο βάθος βιώνει τη μοναξιά του πεσμένος πάνω σε τραπεζάκι καφενείου, ενώ σε πρώτο πλάνο η γυναικεία μορφή αυτοθαυμάζεται∙ τον έχει εγκαταλείψει η έμπνευση; Όμως έτσι κι αλλιώς ο ποιητής με την ευαίσθητη ψυχή, όπως κάθε καλλιτέχνης, πάντα αισθάνεται κατά βάθος μια μοναξιά «µέσ’ στη µονότονη εποχή», όπως γράφει ο ίδιος ο Εγγονόπουλος, στο ποίημα ΤΡΑΜ ΚΑΙ ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, όπου «και µέσ’ από την έρηµη αγορά – που νέκρωσε η βροχή», «τα τραµ περνούνε…». «τι θλίψη θα ήτανε – Θε µου ­ τι θλίψη αν δε µε παρηγορούσε την καρδιά η ελπίδα των µαρµάρων κι η προσδοκία µιας λαµπρής αχτίδας που θα δώσει νέα ζωή στα υπέροχα ερείπια…». Πολλά πράγματα, γεγονότα και καταστάσεις της νεοελληνικής πραγματικότητας θλίβουν τον ποιητή, νιώθει να ξεπουλάμε τις αξίες μας ίσως, την ίδια τη ζωή μας μέσα στο σύγχρονο τρόπο ζωής και βρίσκει παρηγοριά στα μάρμαρα και στα υπέροχα ερείπια της κλασικής κληρονομιάς μας, τα οποία προβάλλει και υμνεί στη ζωγραφική του με εμμονή. Έχει μια ελπίδα, την τέχνη του ίσως…

Παναγιώτης Χαλούλος

http://users.ach.sch.gr/pchaloul/