preload
Ab Imo Pectore
Αυγ 11 24

Το Γιώργο Λογδανίδη τον γνώρισα στις αρχές 1980, όταν ήρθε από τη Νεάπολη στη Σιάτιστα και τάραξε τα νερά του φωτογραφικού γίγνεσθαι της πόλης μας. Είχαμε συνηθίσει τότε στη φωτογράφιση δρόμου, με το Σιατιστινό συνάδελφό του, Χ. Σπανό, ο οποίος, θυμάμαι, γύριζε με μια μηχανή στον ώμο και απαθανάτιζε τις στιγμές χαλάρωσής μας στις καφετέριες ή στο δρόμο, γράφοντας κι εκείνος τη δική του ιστορία. Αυτό γνωρίζαμε ως “επαγγελματική φωτογράφιση” ως τότε.
Ο Γιώργος, γιος του σπουδαίου Βοϊάτη καλλιτέχνη φωτογράφου, Θεόδωρου Λογδανίδη, άνοιξε ένα σύγχρονο φωτογραφείο στην περιοχή “Φούρκα” (μην μπερδεύεστε με τη Χαλκιδική) και, όταν το επισκεφτήκαμε εγώ κι η τσακαλοπαρέα μου πρώτη φορά, ένα μεσημέρι μετά το σχολείο, εντυπωσιαστήκαμε, γιατί είδαμε ένα σύγχρονο στούντιο, που στα άδυτα έκρυβε με μια τεράστια φωτογραφία τοπίου στον τοίχο και που έμελλε να αποτελέσει το φόντο σε πολλές πολλές φωτογραφίσεις μας μετέπειτα.
Ο Γιώργος, νεαρός και ονειροπόλος, είχε εκπληκτικό επικοινωνιακό χάρισμα και έγινε αμέσως φίλος με όλη τη νεολαία της Σιάτιστας … και όχι μόνο.
Εγώ, έχοντας μάλλον κάποιες φωτογραφικές ανησυχίες, τον πλησίασα ακόμα πιο πολύ και άρχισα κοντά του να μαθαίνω.

Με τις υποδείξεις του, από το καδράρισμα μέχρι τη σωστή σχέση ταχύτητας-διαφράγματος, κατόρθωσα να βγάζω φωτογραφίες, οι οποίες είχαν σωστό φωτισμό και ενδιαφέρουσα εστίαση στο θέμα που με ενδιέφερε. Έμαθα πώς εμφανίζονταν οι φωτογραφίες στο σκοτεινό θάλαμο και πειραματίστηκα κι εγώ. Οι συζητήσεις μας, κάθε μεσημέρι μετά το σχολείο, άρχισαν να ξεφεύγουν από τα φωτογραφικά και ανοίγονταν και σε άλλα θέματα. Ανακάλυψα ότι υπήρχε μια ταύτιση απόψεων, συστατικό απαραίτητο για τη διατήρηση μιας φιλίας.

Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 έφυγα από τη Σιάτιστα για σπουδές. Η Θεσσαλονίκη αποτελούσε έκτοτε τη βάση μου κι οι επισκέψεις στη γενέτειρα άρχισαν να περιορίζονται. Κάθε φορά που πήγαινα στη Σιάτιστα, μετά την επίσκεψη στο πατρικό μου, βρισκόμουν στο φωτογραφείο του Γιώργου, ο οποίος, στο μεταξύ, μετακόμισε σε περίβλεπτη θέση, στην κεντρική οδό, μετά τον Άγιο Δημήτριο.
Φωτογράφισε και βιντεοσκόπησε, ως επαγγελματίας, κάθε σημαντική στιγμή της ζωής μου, υπομένοντας όλες τις (φωτογραφικές και μη) παραξενιές μου.
Αποτέλεσε το μόνιμο σύντροφο στις επισκέψεις στο Άγιο Όρος, και μέσα στα άλλα με μάθαινε τι να ζητώ από μια φωτογραφία. Πέρα από την ψυχική ωφέλεια κάθε επίσκεψης, γύριζα πιο πλούσιος σε φωτογραφικές εμπειρίες και γνώσεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της φωτογραφικής του πορείας, έβλεπα από κοντά το υλικό που μάζευε φωτογραφίζοντας τα αρχοντικά και τις εκκλησίες, τα σοκάκια και τη φύση, τα πρόσωπα και τις εκδηλώσεις, τα έθιμα και ό,τι τραβούσε την προσοχή του. Μέσα από το φακό του το φως αιχμαλωτιζόταν και το αποτέλεσμα αποτυπωνόταν σε κάθε μέσο: σε φωτοευαίσθητη πλάκα, σε φιλμ 35άρι και φουλ φορμά και τώρα τελευταία σε μαγνητικές κάρτες. Το αποτέλεσμα κάθε φορά ήταν ενδιαφέρον. Πολύ συχνά οι φωτογραφίες του προκαλούσαν το θαυμασμό μου  και καμιά φορά τη “ζήλια” μου, γιατί ήταν ένα βήμα μπροστά.

Δυο πράγματα δεν τον άφηναν να ησυχάσει το Γιώργο. To ένα ήταν η τεχνολογική πρόοδος, η οποία έτρεχε κι αυτός την κυνηγούσε. Κάθε τόσο μου έδειχνε στο φωτογραφείο καινούρια σώματα και εξωπραγματικούς φακούς, γεγονός που γέμιζε αυτόν με περηφάνια και την Περιστέρα, τη σύζυγό του, με σκεπτικισμό!

Το δεύτερο ήταν ¨Το βιβλίο”.Έτσι ονόμαζε το φωτογραφικό λεύκωμα με θέμα τη Σιάτιστα, που αποτελούσε τον απραγματοποίητο πόθο του. Όνειρό του να εκδώσει τη δουλειά του όλα αυτά τα χρόνια.

Τα χρήματα πολλά για ένα τέτοιο εγχείρημα, και οι καιροί δύσκολοι. Αχτίδα φωτός παρουσιάστηκε όταν ο πρώην δήμαρχος, Κ. Κοσμίδης, του υποσχέθηκε οικονομική αρωγή, μιας και το “βιβλίο” θα πρόβαλλε τη Σιάτιστα.
Δε θα ξεχάσω τη χαρά του, όταν μου ανακοίνωσε ότι άρχισε να διαλέγει φωτογραφίες για να τις δώσει στον τυπογράφο, αφού το όνειρο άρχισε να γίνεται πραγματικότητα.
Δε θα ξεχάσω και την απογοήτευσή του όταν μου είπε ότι έχει γεμίσει το πάτωμα με στοίβες, χωρίς να μπορεί να ξεχωρίσει τις φωτογραφίες που ήθελε να αποτελέσουν το υλικό του “βιβλίου”. Δεν ήταν εύκολο πράγμα να διαλέξει. Ένιωθε ότι με κάθε φωτογραφία που ξεχώριζε, πρόδιδε τις άλλες, που είχαν εξίσου ιδιαίτερη αξία για κείνον.
Μην μπορώντας όμως να κάνει αλλιώς ξεχώρισε αρχικά 2.500, μετά 1200 και τέλος 666 φωτογραφίες. Πρόσθεσε και μια άλλη, για… προληπτικούς λόγους!!!
Έζησα από κοντά την αγωνία του και την προσπάθειά του να συνεννοηθεί με το τυπογραφείο.
Ερχόταν Θεσσαλονίκη πιο συχνά απ’ ό,τι πήγαινα εγώ Σιάτιστα.
Τον Ιούνιο όλα ήταν σχεδόν έτοιμα. Πήγε για μια τελευταία φορά να δει το βιβλίο στην τελική του μορφή και έδωσε το ΟΚ, μολονότι η πολύτιμη σύμβουλός του, η καθηγήτρια η Ρηνούλα η Ζωγράφου είχε κάποιες ενστάσεις.

Τον Αύγουστο το βιβλίο ήταν έτοιμο.  Μια πολυτελής ιλουστρασιόν έκδοση 300 σελίδων με λιγότερες από 667 φωτογραφίες πάντως, που περιείχε δουλειά 30 χρόνων.
Τα πρώτα 1000 κομμάτια ήρθαν στο φωτογραφείο κι έγιναν ανάρπαστα.
Τίποτα δεν τον ένοιαζε τώρα το Γιώργο. Το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Και το ζούσε. Τελειομανής γαρ, μου έδειχνε τι δε θα ήθελε και τι θα ήθελε από το “παιδί” του. Μα αυτά είναι μικρά πράγματα που μόνο ο δημιουργός τα προσέχει, γιατί μόνο αυτός … ξέρει.
Χθες, 23 Αυγούστου 2011 μου χάρισε ένα αντίτυπο. Το ξεφύλλισα πολλές φορές ως τώρα. Είδα μία μία τις φωτογραφίες. Ακόμη με εντυπωσιάζουν. Ο ανελέητος χρόνος τρέχει και ευτυχώς υπάρχουν οι εικόνες να αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες των δημιουργημάτων που δεν υπάρχουν πια.

Κάθε σελίδα μια ανάμνηση. Κάθε φωτογραφία μια ευκαιρία για αναστοχασμό μα και για συνειδητοποίηση της στάσης που πρέπει να κρατήσουμε, ώστε να διαφυλάξουμε ό,τι απέμεινε από την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά που μας κληροδοτήθηκε.
Τεράστιας καλλιτεχνικής, αισθητικής και πολιτιστικής αξίας το φωτογραφικό λεύκωμα “Η Σιάτιστα Μέσα Από Το Φακό Του Γιώργου Λογδανίδη”, που οφείλει κάθε Σιατιστινός να έχει στο σπίτι του.
Σε ευχαριστούμε Γιώργο, και μη σταματάς εδώ. Περιμένουμε κι άλλα από σένα!

Αφήστε μια απάντηση

 Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση