Της Γεωργίας Σημαιάκη
Η λέξη προέρχεται από τον κόντυλα, το στέλεχος του καλαμιού, με το οποίο κατασκευάζονταν τα χαμπιόλια, δηλαδή τα κρητικά πνευστά. Ο χορός συνήθως ξεκινάει με άντρες και γυναίκες πιασμένους κυκλικά, γύρω από τον οργανοπαίχτη, που τραγουδάνε μεταξύ τους με τρόπο που μας θυμίζει τις περιγραφές για το αρχαίο υπόρχημα. Το υπόρχημα ήταν μια αρχέγονη μορφή δραματικής ποίησης που καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε στην Κρήτη. Σχετιζόταν με τη λατρεία του Δία, του Κρόνου, των Τιτάνων και των Κουρητών και ήταν χορός στον οποίο συμμετείχε μεγάλη ομάδα χορευτών και συνοδευόταν με μίμηση κινήσεων, μουσική και τραγούδι. Οι χορευτές ήταν ένοπλοι και τραγουδούσαν με το ρυθμό που έδινε ο κιθαριστής από την κιθάρα του. Ο χορός αποτελείται από την εισαγωγή και τα ήρεμα βασικά βήματα. Ο σιγανός χορεύεται, πολλές φορές με τη συνοδεία μαντινάδων, με αργά βήματα είτε προς τη φορά, είτε προς το κέντρο του κύκλου και στη συνέχεια καθώς ο ρυθμός γίνεται πιο γρήγορος, τα βήματα γίνονται και αυτά πιο γρήγορα και πηδηχτά. Οι χορευτές αρχίζουν άλλοτε με το αριστερό πόδι και άλλοτε με το δεξί. Οι κινήσεις του χορού είναι 10, από τις οποίες οι 8 είναι καθαρά βήματα και οι 2 κινήσεις των ποδιών στο κενό. Στο νομό Χανίων ο χορός είναι γνωστός ως Πεντοζάλι, ενώ στο Νομό Ρεθύμνου συναντάται ως Πεντοζάλης. Ο γρήγορος Πεντοζάλης λέγεται κυρίως πηδηχτός, ενώ στο νομό Ηρακλείου και Λασιθίου, πηδηχτός λέγεται ο εκάστοτε τοπικός πηδηχτός.
Πηγές: