Σημαντικά τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού

Οφείλω εισαγωγικά να καταθέσω δύο περιοριστικές παρατηρήσεις για το αναφερόμενο θέμα. Πρώτον, η σημειούμενη στάση του εκπαιδευτικού έχει ως αναφορά τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά και όχι τα αντίστοιχα επιστημονικά και παιδαγωγικά «σημεία» που επικαθορίζουν και σε ουσιαστικό βαθμό την όλη λειτουργία της σχολικής αίθουσας. Δεύτερον, η συγκεκριμένη παρουσίαση έχει έντονα προσωπική αξιολόγηση και επομένως είναι υποκειμενική και έχει μόνο σχετική αξία.

Θεωρώ ότι η όλη παρουσίαση του εκπαιδευτικού μέσα στην αίθουσα επιδρά στην όλη μορφωτική διαδικασία, στις σχέσεις εκπαιδευτικού και μαθητών και, τολμώ να πω, και στην αποτελεσματικότητα της μάθησης. Η εμφάνιση – εκ μέρους του εκπαιδευτικού – μιας εικόνας παιδαγωγικής αυτοπεποίθησης, ευρείας πνευματικής καλλιέργειας και ισχυρής προσωπικότητας προδιαθέτει τους μαθητές και τις μαθήτριες για την πρόκληση ενδιαφέροντος και για τη διαμόρφωση αυθόρμητου και αυθεντικού σεβασμού. Όταν αυτά τα χαρακτηριστικά μάλιστα συνοδεύονται από ταπεινότητα και μετριοπάθεια – αρετές που πάντα κάθε άνθρωπος μικρός ή μεγάλος μπορεί να διακρίνει πολύ εύκολα -, τότε η, ούτως ή άλλως, έμφυτη δίψα του παιδιού για μάθηση – που καθηλώνεται από την τυπική σχολική λειτουργία – ενεργοποιείται και φτάνει σε μέγιστα επίπεδα έκφρασης.

Η αγάπη και ο σεβασμός του διδάσκοντος προς τους διδασκόμενους – στοιχεία που και αυτά γίνονται ολοφάνερα – είναι συστατικά στοιχεία για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και συνεργασίας. Βέβαια τα στοιχεία αυτά δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας αλλά κύρια παιδαγωγικά χαρακτηριστικά και απλώς τα αναφέρω εδώ μόνο και μόνο για την ανάγκη συνεχούς και έκδηλης έκφρασής τους και όχι ως μια απλή θεωρητική κοσμοθεωρίας ή ιδεολογία.

Και για να συνεχίσουμε στα πραγματικά δευτερεύοντα στοιχεία, θεωρώ ότι η όλη εμφάνιση του εκπαιδευτικού έχει επίδραση στο σκηνικό της αίθουσας. Σε αυτή την εμφάνιση προφανώς δεν μπορούμε να αναφερόμαστε στη σωματική διάπλαση του ανθρώπου, αλλά σε ό,τι συνιστά την επιμέλεια της εμφάνισης του εκπαιδευτικού. Εκτιμώ ότι το καλό ντύσιμο, το προσεγμένο ντύσιμο, το ανανεούμενο κατά περιόδους ή και – το προτιμότερον – ανανεούμενο καθημερινά ντύσιμο παίζει και αυτό το ρόλο του. Φρονώ ότι κάθε ώρα σχολικού μαθήματος είναι μια ιδιότυπη, μια ξεχωριστή μικρή γιορτή και ως εκ τούτου απαιτεί ανάλογη συμπεριφορά. Ίσως υπερβάλλω, αλλά εκτιμώ ότι όπως ετοιμάζεσαι να πας σε μια γιορτή και εξ ορισμού καλοντύνεσαι για να τιμήσεις τον εορταζόμενο / την εορταζόμενη και την ίδια τη γιορτή, έτσι και με μια σχετική αναλογία πρέπει να ετοιμάζεσαι για την τελετουργία της αίθουσας. Προσωπικά προσέχω τον ντύσιμό μου περισσότερο όταν πηγαίνω στο σχολείο παρά το Σάββατο που δεν θα πάω. Σκέπτομαι και κάτι άλλο. Οι γονείς των μαθητών δεν σχηματίζουν μια πρώτη εικόνα ανάλογα με την όλη εμφάνισή μας;

Και αφού καταθέτω αρκετά προσωπική θεώρηση στο εν λόγω θέμα, οφείλω να σημειώσω και αυτό. Κατά την περίοδο που διετέλεσα πρόεδρος της ΟΛΜΕ (1996-2003) σχεδόν πάντα πήγαινα στα γραφεία της Ομοσπονδίας με κουστούμι και γραβάτα – υπερβαίνοντας την παλιότερη θεώρηση των συνδικαλιστών της «τραγιάσκας» -, γιατί θεωρούσα ότι εκτός από την καλύτερη δυνατή πνευματική καλλιέργεια που όφειλα να έχω, έπρεπε να έχω και μια προσεγμένη εμφάνιση, αφού εκπροσωπούσα έναν κλάδο δεκάδων χιλιάδων εκπαιδευτικών και παιδαγωγών όλης της χώρας. Σε κάθε περίπτωση το «καλό ντύσιμο» ήταν και είναι και προσωπική επιλογή και ως εκ τούτου συλλειτουργούσαν και συλλειτουργούν αγαστά και οι δύο προτεραιότητες – επιλογές.

Η στάση του εκπαιδευτικού στην αίθουσα περιλαμβάνει πολλές όψεις και αρκετές λεπτομέρειες. Πρέπει να κοιτάει στα μάτια και να επιζητεί το βλέμμα όλων των μαθητών και μαθητριών, να απευθύνεται σε όλους και σε όλες και να μην παρασύρεται από τους καλούς μαθητές. Οφείλει να επιλέγει τα κεντρικά σημεία της αίθουσας και να έχει ανά πάσα στιγμή οπτική και ενεργή επαφή με όλους τους εκπαιδευόμενους.

Αλλά ο λόγος του είναι μια από τις μεγάλες προκλήσεις. Η ορθοφωνία, ο χρωματισμός της φωνής, η εναλλαγή στα φραστικά σχήματα, η δημιουργία παραστάσεων και εικόνων και όχι απλά και μόνο λεκτικών νοημάτων, η πολυμέρεια του λόγου ακόμα και με την υιοθέτηση λογοτεχνικών σχημάτων, η σύνδεση με τη σύγχρονη κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα, η αναφορά στις προτεραιότητες των νέων (μουσικά ρεύματα, νέες τεχνολογίες, ειδικό λεξιλόγιο κλπ), η δραματοποίηση, η χρήση παραδειγμάτων από την καθημερινή ζωή, η πολυχρησιμοποίηση ερωτημάτων και αποριών, οι κατά περιόδους ανατροπές της νηνεμίας του λόγου και της επακόλουθης χαύνωσης, οι επινοήσεις που ξαφνιάζουν και διεγείρουν το ενδιαφέρον των μαθητών είναι μερικά από τα στοιχεία της ποικιλομορφίας του «οικοσυστήματος της σχολικής αίθουσας», της αίθουσας που πλήττεται πολλαπλώς από την τυπικότητα και από την ομοιομορφία και από την απαίτησή μας να έχουμε καθηλωμένους και μάλλον παθητικούς τους εκπαιδευόμενους επί περίπου επτά ώρες κάθε ημέρα και για χρόνια πολλά!

Η εμφάνιση του εκπαιδευτικού στην αίθουσα και γενικότερα στο σχολείο είναι μια πρόκληση. Είναι μια πρόκληση σε κάθε περίπτωση διαπαιδαγωγική. Είναι και μια πρόκληση επαγγελματική που διαμορφώνει εν μέρει και το προφίλ του εκπαιδευτικού. Ας αναρωτηθούμε το εξής απλό. Πόσοι και πόσοι μαθητές, πόσες και πόσες μαθήτριες δεν θυμούνται ζωηρά χρόνια και χρόνια μετά την αποφοίτησή τους από το σχολείο την εμφάνιση και τη στάση των καθηγητών και των καθηγητριών τους…

 

Νίκος Τσούλιας

Ας θυμόμαστε ρόλους…..

Οι μαθητές… μπορεί να έχουν την ανάγκη κάποιος να τους ακούσει  πιο βαθιά, χωρίς να τους κρίνει….

Η συναισθηματική διαθεσιμότητα και απαντητικότητα των εκπαιδευτικών δρα διευκολυντικά στην ανάπτυξη των εσωτερικών δυνατοτήτων των εφήβων’

Μοκό

 

 

 

Όλοι γνωρίζουμε ότι ατύπως οι εκπαιδευτικοί, λειτουργούν συχνά, συμβουλευτικά για τους μαθητές τους….

Με το να υποστηρίξουμε τον μαθητή  στην προσπάθειά του να βρει  τη θέση του στη  κοινότητα  του νέου  σχολείου….

Με το να ενθαρρύνουμε το ξεδίπλωμα των εν δυνάμει ικανοτήτων του….

Τον βοηθάμε γενικότερα στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της εφηβείας…

Τον βοηθάμε ώστε να βελτιωθούν  οι σχέσεις  στη σχολική κοινότητα και να αρθούν, κατά το δυνατόν, τα προβλήματα που αναστέλλουν τη γνωστική πρόοδό τους….

 

Βοηθάμε το μαθητή με ένα συστηματικό τρόπο φτιάχνοντας  μια ομάδα εκπαιδευτικών γιατί πιστεύουμε ότι οι ταυτίσεις  των εφήβων μαθητών με ιδιότητες και χαρακτηριστικά  κάποιου καθηγητή,  καθώς επίσης και  η εσωτερίκευση ποιοτήτων  της ίδιας  της  συμβουλευτικής σχέσης, προσφέρουν δυνατότητες  «νέων  νοηματοδοτήσεων»

Η ομάδα των συμβούλων – καθηγητών προσπαθεί να εξασφαλίσει προϋποθέσεις ιδιωτικότητας και άνετης επικοινωνίας για τις συμβουλευτικές συναντήσεις….

Με το να Οικοδομήσει με το μαθητή την αμοιβαία εμπιστοσύνη, την ενημέρωση για τη διαδικασία, την πρόσκληση για συνδιαμόρφωση των στόχων αυτής της προσπάθειας (μαθησιακοί, σχέσεων στην ομάδα…), τη σύναψη συμβολαίου εχεμύθειας….

Ας θυμόμαστε

ότι δεν  επιθυμούν όλοι οι μαθητές να βοηθηθούν, με τον τρόπο που εμείς τους προτείνουμε, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο της ζωής τους….

ότι κάποια παιδιά χρειάζονται χρόνο για να εμπιστευτούν τη διαδικασία  και  να «ανοιχτούν»….

δεν  του επιτρέπουμε στο μαθητή να παραβαίνει τους κανόνες, λόγω της ‘προνομιακής’ σχέσης μαζί μας….

Έτσι ενδυναμώνουμε τον μαθητή, ώστε να χειριστεί μόνος του -στο μέτρο του εφικτού- τα προβλήματα της σχολικής του ζωής….

ότι είναι πολύ βοηθητικό το μοίρασμα  της εμπειρίας στην ομάδα των συναδέλφων

Ότι μπορούμε και πρέπει να ζητάμε βοήθεια

Ότι η ομάδα των Συμβούλων-Καθηγητών  θα πρέπει να έχει τακτικές  συναντήσεις των

μελών της  -όπου με τη βοήθεια του Ψυχολόγου του Σχολείου  ή  άλλων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας  της κοινότητας-  θα  συζητούνται:

ζητήματα που έχουν αναδυθεί από τις επιμέρους συναντήσεις και χρήζουν ιδιαίτερης  αντιμετώπισης -πάντα  με πρόνοια της τήρησης του απορρήτου

θέματα ψυχικής επιβάρυνσης και κόπωσης των συμβούλων- καθηγητών

Κατά τη λήξη  της συμβουλευτικής διαδικασίας λαμβάνουμε πρόνοια για τη διεργασία αποχωρισμού, ώστε να συζητηθούν πιθανά αισθήματα «εγκατάλειψης» ή άλλα….

 

Ας προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε μια ορθότερη οργανωσιακή μέθοδο που συμβάλει θετικά στον παιδαγωγικό μας ρόλο……

 

Νίκος

έχω μια μικρή βιβλιοθήκη…

Για την αγάπη των βιβλίων
εκδ. Νήσος, σελ. 164

Ο​​ι βιβλιόφιλοι αναγνωρίζονται μεταξύ τους. Και η ιστορικός Ελλη Δρούλια αποτελεί πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Δεν είναι μόνο ότι διαβάζει φανατικά, ότι εδώ και είκοσι πέντε χρόνια αναπνέει καθημερινώς τη μυρωδιά των εντύπων στη Βιβλιοθήκη της Βουλής και ότι για πολύ καιρό τήρησε εβδομαδιαία στήλη σε ηλεκτρονικά μπλογκ με θέμα το βιβλίο. Είναι και ότι πιστεύει πως «τα βιβλία είναι μέσα σε όλα και πάνω από όλα». Με αποτέλεσμα το τομίδιο «Για την αγάπη των βιβλίων» με κείμενα της ηλεκτρονικής της στήλης να αποτελεί ένα απολαυστικό ανάγνωσμα.
Διότι κάθε σελίδα του εκπλήσσει για την επινοητική προσέγγιση και την παιγνιώδη ευρηματικότητα, η οποία φέρνει στο φως ό,τι δεν βλέπουμε αγκυροβολημένοι καθώς είμαστε μες στον πολιτισμό του βιβλίου: ότι οι πλευρές της καθημερινότητας που συνδέονται μαζί του είναι αναρίθμητες – και βέβαια απροσδόκητες.
Βιβλίο και καρτ ποστάλ, βιβλίο και αστυνομική λογοτεχνία, βιβλίο και ζωγραφική, βιβλίο και φωτογραφία, ο βιβλιοκατάλογος ως βιβλίο, οι ράχες των βιβλίων, τα αυτιά των βιβλίων, οι αφιερώσεις των βιβλίων, οι υπογραμμίσεις στα βιβλία, ο οργανισμός παιδικών και εφηβικών βιβλιοθηκών, τα βιβλιοπωλεία, τα παλαιοβιβλιοπωλεία, οι εκθέσεις βιβλίου, τα συνέδρια για το βιβλίο, βιβλία στα καροτσάκια, βιβλία χριστουγεννιάτικα δώρα, παζάρι βιβλίων, διαβάζοντας ανάμεσα στις αράδες, διάβασμα και αντίσταση, τι διαβάζουμε στις διακοπές.
Κι ακόμα, να μια ιστορία που δεν ήταν ευρέως γνωστή: Τα φθηνά γραμματόσημα τα οποία πληρώνονται από τον αποστολέα καθιερώθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα. Δυσκολεύθηκε πολύ ο αναμορφωτής της μέσης εκπαίδευσης Ρόουλαντ Χιλ να πείσει τη βρετανική Βουλή να καταργήσει το παλαιό καθεστώς με το πανάκριβο κόστος αποστολής το οποίο καταβάλλετο από τον παραλήπτη και περιόριζε την αλληλογραφία στις εύπορες τάξεις. Τα αποτελέσματα του καινούργιου καθεστώτος που με δυσκολία τελικά υιοθέτησε το Κοινοβούλιο υπήρξαν ταχύτατα και θεαματικά. Το φθηνό ταχυδρομικό σύστημα αποτέλεσε κίνητρο και συνέβαλε στη διάδοση της ανάγνωσης, της γραφής – και του βιβλίου. Αποδείχθηκε, μάλιστα, τόσο επιτυχημένο ώστε να το μιμηθούν τουλάχιστον πενήντα χώρες μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Συνειδητοποιούμε ακόμα πως τα βιβλία που έγιναν στάχτη ή εξαφανίστηκαν από άλλες αιτίες δεν περιορίζονται στις καταστροφές που πρώτες μας έρχονται στον νου: στην πυρκαγιά της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και στις πυρές των ναζί. Οι αφανισμοί υπήρξαν συνεχείς στη διάρκεια της Ιστορίας.
Οι καταστροφές των κινεζικών βιβλιοθηκών, οι ρωμαϊκές κατακτητικές πυρές, οι φανατικοί θρησκευτικοί εμπρησμοί, οι βιβλιοθήκες που εξαφάνισαν οι Γάλλοι επαναστάτες του 1789, η φωτιά που το 1814 έβαλαν οι Αγγλοι στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, τα δώδεκα εκατομμύρια βιβλία λεία των Σοβιετικών στο Βερολίνο του 1945 τα οποία διασκορπίστηκαν, οι συνέπειες της κινεζικής Πολιτιστικής Επανάστασης, το κάψιμο της βιβλιοθήκης Pul-i-Khumri από τους Ταλιμπάν το 1998 στο Αφγανιστάν, οι καταστροφές των ιρακινών βιβλιοθηκών από τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς του 2003…
Μαθαίνουμε ακόμα σχετικά με τις αφιερώσεις ότι το πρωτόκολλο ορίζει πως όταν ο συγγραφέας κάνει μια ιδιόχειρη αφιέρωση, υπογράφει στη σελίδα του τίτλου, ενώ οι υπόλοιποι τη γράφουμε στη σελίδα του ψευδότιτλου. Κι ακόμα παίρνουμε ιδέες για συλλογές με υλικό που βρίσκεται μπροστά μας και δεν το είχαμε σκεφθεί.
Παράλληλα, λοιπόν, προς τη συγκέντρωση βιβλίων στις βιβλιοθήκες και προς τα ράφια με βιβλία αγαπημένων θεμάτων – συλλογή καρτ ποστάλ από πινακοθήκες με θέμα τα βιβλία και την ανάγνωση, συλλογή από σελιδοδείχτες, συλλογή από καταλόγους βιβλίων, συλλογή βιβλιολογικών βιβλίων, συλλογή βιβλίων με αφιερώσεις συγγραφέων αλλά και (η πιο πρωτότυπη) συλλογή από σακούλες βιβλιοπωλείων και εκθέσεων βιβλίων.
by Kathimerini

Η επιθετικότητα του παιδιού στο σχολείο

– Η επιθετικότητα και η βία ως εκδηλώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς διαχρονικά, αποτελούν πολύ συχνό και πολυσήμαντο κοινωνικό φαινόμενο. – Η επιθετικότητα και η αντιδραστική συμπεριφορά αποτελούν το 1/3 των προβλημάτων συμπεριφοράς που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ψυχολόγοι και οι παιδαγωγοί. Η επιθετικότητα αναφέρεται πάντα σε συμπεριφορές που έχουν ως στόχο να βλάψουν τον άλλο. Αν δεν υπάρχει αυτή η πρόθεση, όση ζημιά κι αν προκαλεί μια συμπεριφορά, δεν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε ως επιθετική.  

– Ως επιστημονικοί όροι στις διάφορες γλώσσες έχουν πολύ διαφορετική σημασία.
– Οι περισσότεροι σήμερα επιστήμονες (κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, παιδαγωγοί) αποδέχονται ότι η επιθετικότητα αποτελεί ένα πολύ ευρύ φάσμα επιθετικών τρόπων συμπεριφοράς καταστρεπτικού χαρακτήρα, που εκδηλώνονται με λόγια ή με πράξεις ή ακόμη και με τη σιωπή και κατευθύνονται συνειδητά ή ασυνείδητα εναντίον διαφόρων αντικειμένων δηλ. ανθρώπων, ζώων, πραγμάτων ή ακόμη και εναντίον του ίδιου του ατόμου. Έχουν δε σημείο αναφοράς τους τον κοινωνικό χώρο, αποτελούν επομένως, κοινωνιολογικά, κοινωνικές πράξεις.
– Πιο συγκεκριμένα τα παιδιά που χαρακτηρίζονται από επιθετικότητα είναι συνήθως ανυπάκουα, αρνητικά, δείχνουν απάθεια και παρουσιάζουν αντιδραστική και προκλητική συμπεριφορά προς τα μέλη της οικογένειας τους, το διδακτικό προσωπικό του σχολείου και γενικά προς τα άτομα που κατέχουν εξουσία.
– Η αντιδραστική και επιθετική συμπεριφορά των παιδιών δημιουργεί προβλήματα στις σχέσεις τους με την οικογένεια, τους συνομήλικους και το σχολείο. Δημιουργεί όμως προβλήματα και στα ίδια τα παιδιά γιατί δεν τους δίνει τη δυνατότητα να μάθουν κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές οι οποίες θα αποτελέσουν αργότερα τη βάση για την ομαλή ένταξη τους στο κοινωνικό σύνολο.
– Δυστυχώς πολλά από τα παιδιά αυτά συνεχίζουν να παρουσιάζουν επιθετική συμπεριφορά και βία και ως ενήλικες. Μάλιστα σε έρευνες που έχουν γίνει στην Αμερική έχει βρεθεί ότι ένα ποσοστό νέων με εγκληματικές τάσεις είχαν εμφανίσει επιθετική συμπεριφορά στην παιδική τους ηλικία, και δεν έγινε αποδοχή του προβλήματος από τους γονείς, ώστε να αντιμετωπισθεί με την πρώιμη και έγκαιρη παρέμβαση των ειδικών.
– Τοιουτοτρόπως φαίνεται πως ανάμεσα στην επιθετικότητα και στη βία δεν υπάρχει σημαντική σημασιολογική διαφορά. Είναι δηλαδή έννοιες συνώνυμες ή και ταυτόσημες στη χρήση τους.
– Η βία είναι δηλαδή μια «φυσική επιθετικότητα» που κατευθύνεται εναντίον προσώπων ή και πραγμάτων και προϋποθέτει μια κατάσταση στην οποία συμμετέχουν δύο τουλάχιστον μέρη.
– Διακρίνεται σε προσωπική και δομική- κοινωνική βία (εκμετάλλευση, αδικία και ανισότητα).
– Η επιθετικότητα είναι βασικό πρόβλημα της Ψυχολογίας και η αντιμετώπισή της έχει άμεσες επιπτώσεις στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και γενικότερα στην Αγωγή του Ατόμου και στην Κοινωνική Αγωγή.
– Στη Σχολική Παιδαγωγική υπάρχουν δύο είδη διαταραχών: της μάθησης και της συμπεριφοράς που αποτελούν κορυφαία προβλήματα και εμφανίζονται συχνά μαζί σε ένα παιδί και μάλιστα πολύ συχνά η μια προϋποθέτει την άλλη. υπάρχει δηλαδή ανάμεσά τους μια σοβαρή αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση.
Οι εκπαιδευτικοί, παγκόσμια, ενδιαφέρονται προπάντων για εκείνες τις διαταραχές που επιδρούν άμεσα στην κοινωνική συμπεριφορά ή επιδεινώνουν φανερά τη μάθηση. Και ως τέτοιου είδους διαταραχές θεωρούνται η επιθετικότητα, η υπερκινητικότητα, οι γλωσσικές διαταραχές και οι διάφορες φοβίες.
Τίθεται το ερώτημα:
Είναι η επιθετικότητα εγγενής ή επίκτητη;
Ένα από τα μεγάλα ερωτηματικά που έχουν κατά καιρούς απασχολήσει την Ψυχολογία είναι το κατά πόσο η επιθετικότητα είναι εγγενής ή είναι μια συμπεριφορά που μαθαίνεται. Οπαδοί της πρώτης άποψης είναι ο Freud (Ψυχανάλυση) και ο Lorentz (Ηθολογία), και στο αντίθετο στρατόπεδο βρίσκονται (για μια ακόμη φορά) οι οπαδοί του συμπεριφορισμού και της κοινωνικής μάθησης, όπως ο Walters και Bandura.
1. Η Επιθετικότητα ως εγγενής αντίδραση
Οι οπαδοί αυτής της άποψης υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζωικά είδη, είναι «προικισμένος» με επιθετικό ένστικτο που στοχεύει στην προστασία και την ασφάλεια του. Ο Freud από την πλευρά του, προσπαθώντας να ερμηνεύσει την μανία αλληλοεξόντωσης που έδειξαν οι άνθρωποι κατά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο, τροποποίησε την αρχική του θεωρία και υποστήριξε ότι εκτός τη libido, την ορμή της ηδονής, οι πράξεις του ανθρώπου κατευθύνονται και από την ορμή για τη ζωή και για τη διαιώνιση του είδους και στον αντίποδα της υπάρχει η ορμή που μας σπρώχνει προς το θάνατο και την καταστροφή, όχι μόνο των άλλων, αλλά και τη δική μας.
2. Η Επιθετικότητα ως αποτέλεσμα ενίσχυσης και μίμησης προτύπων
Εφόσον υπάρχουν περιπτώσεις κοινωνιών στις οποίες η επιθετικότητα είναι ανύπαρκτη, όπως στους Arapesh, τότε έχουμε σοβαρούς λόγους να αμφισβητούμε το κατά πόσο είναι έμφυτη. Ένας από τους κύριους υποστηρικτές αυτής της άποψης είναι ο Walters, που ισχυρίστηκε ότι το άτομο συχνά συμπεριφέρεται επιθετικά γιατί έχει μάθει ότι με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίσει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
3. Και μια άλλη άποψη:
Η Επιθετικότητα ως αποτέλεσμα ματαίωσης
Η άποψη αυτή συγγενεύει με την παραπάνω άποψη, μια και θεωρεί ότι η επιθετικότητα δεν είναι εγγενής, αλλά προκαλείται από το περιβάλλον. Οι υποστηρικτές της κυρίως ο Dollard διατύπωσαν την άποψη ότι η επιθετικότητα εκδηλώνεται όταν το άτομο νοιώσει ματαίωση, δηλαδή την ψυχική ένταση που προκαλείται όταν παρεμποδίζεται κάποια ενέργεια του, ή όταν κάποιες επιθυμίες του μένουν ανεκπλήρωτες. Ο Dollard πίστευε ότι αυτά τα δύο επιθετικότητα και ματαίωση συνδέονται πάντα μεταξύ τους, δηλαδή η ματαίωση προκαλεί πάντα επιθετικότητα και η επιθετικότητα ακολουθεί πάντα μετά από μια ματαίωση.
Όμως η άποψη αυτή είναι μάλλον υπερβολική, αν σκεφθούμε ότι:
α) Δεν αντιδρούν όλα τα άτομα με την ίδια ένταση στις ματαιώσεις που υφίστανται. Άλλα άτομα γίνονται «έξω φρενών» με το παραμικρό, κι άλλα ανέχονται με υπομονή τα πάνδεινα και ότι
β) η ματαίωση μπορεί να οδηγήσει και σε άλλου είδους συμπεριφορές εκτός από επιθετικότητα, όπως σε παλινδρόμηση, σε ανώριμες μορφές συμπεριφοράς, ή σε συμπεριφορές που δεν τιμωρούνται όπως το συμβολικό παιχνίδι ή η ονειροπόληση.
Σύμφωνα με άλλους επιστήμονες, η επιθετική συμπεριφορά είναι έμφυτη στον άνθρωπο από τη στιγμή που γεννιέται. Αυτή η έμφυτη μαχητικότητα είναι ένα κληροδοτημένο ένστικτο υποστηρίζουν οι ερευνητές, στηριζόμενοι στη μελέτη και τα ερευνητικά τους πορίσματα σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς. Και αυτήν την ερμηνευτική άποψη για την επιθετικότητα δεν πρέπει να την αγνοήσουμε.
Είναι φυσικό, άλλωστε, αφού αποτελούμαστε από σάρκα και αίμα, ένα μέρος της «ενεργητικότητας μας» μας να οφείλεται σε βιολογικούς παράγοντες του σώματος μας, σε ορμόνες και σε εγκεφαλικούς ή ψυχολογικούς μηχανισμούς, που μας οδηγούν κάτω από ορισμένες συνθήκες (πίεση, φόβο, ένταση, δυστυχία) σε κάποιες εκρήξεις. Κάτι τέτοιο ισχύει, ενδεχομένως, περισσότερο για τα μικρά παιδιά, τα οποία, όταν ζουν κάτω από παρόμοιες συνθήκες πίεσης ή φόβου, δεν έχουν εύκολα διαθέσιμες τις ικανότητες να αντιδράσουν ψύχραιμα και ήρεμα.
Ωστόσο, επειδή όλοι – ανεξάρτητα από την κληρονομιά που κουβαλάμε ή το χαρακτήρα μας ζούμε σε ένα κόσμο με πολιτισμό και εξωτερικές επιδράσεις, η συμπεριφορά που έχουμε, επηρεάζεται κυρίως από τις συνθήκες της ζωής μας. Έτσι και η «επιθετική συμπεριφορά των παιδιών μας, όταν εμφανίζεται, δεν είναι τόσο ενστικτώδης, τυχαία ή ανακλαστική. Είναι μια αντίδραση που πηγάζει από κάποια σοβαρή εξωτερική (περιβαλλοντική) αιτία ή είναι μια μαθημένη κατάσταση.
Τι εννοούμε με αυτό: Τα παιδιά μαθαίνουν να φέρονται επιθετικά από εμάς τους ίδιους τους γονείς(ή άλλους ενήλικους), παρατηρώντας μας και αντιγράφοντας τη συμπεριφορά μας. Με άλλα λόγια, υπάρχουν παράγοντες που εξωθούν ή βοηθούν να εκδηλωθεί η επιθετικότητα τους, αν συντρέχουν και κάποιοι άλλοι λόγοι από αυτούς που αναφέραμε (χαμένα όνειρα, παρεμποδίσεις, απαγορεύσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες).
Τι κρύβεται πίσω από την επιθετικότητα
Πρόκειται για πράξη και σχετίζεται με σκέψεις, σωματικές αλλαγές και στρες. Η καταστροφική συμπεριφορά είναι επιθετικότητα. Η ειρωνεία, η αδιαφορία είναι είδος κρυφής επιθετικότητας.
Μια μορφή επιθετικότητας είναι η παθητική η οποία περιλαμβάνει όλες τις μορφές επιθετικότητας, αλλά χωρίς ενεργητικό τρόπο π.χ. βλέπουμε παιδιά να πέφτουν κάτω, να μη κτυπούν κανένα. Ξαφνικά κυλιούνται στο πάτωμα την ώρα του μαθήματος, ξαπλώνουν στα θρανία πάνω κ.λ.π. Το συναίσθημα που κρύβεται πίσω από την επιθετικότητα είναι ο θυμός. Ο θυμός είναι δευτερογενές συναίσθημα δηλ. κάποια άλλα συναισθήματα τον έχουν προκαλέσει. Αυτά συνήθως είναι ο φόβος και η απογοήτευση. Φόβος για αποτυχία, φόβος ότι δεν τον αποδέχονται όπως είναι. Φόβος ότι δεν αξίζει, φόβος ότι δεν θα τα καταφέρνει.
Το αποτέλεσμα; Χαμηλή αυτοεκτίμηση, συναισθήματα αναξιότητας οπότε τι κάνει; Αποσύρεται, κάθεται σε μια γωνιά και ορισμένες ώρες δεν ενοχλεί κανένα. Δε συμμετέχει στο μάθημα, γιατί φοβάται ότι θα κάνει λάθος. Κλείνεται στον εαυτό του, δεν επικοινωνεί με κανένα. Τα υπόλοιπα παιδιά βλέποντας τέτοια συμπεριφορά αποφεύγουν να το κάνουν παρέα. Το παιδί βλέποντας ότι δεν το κάνουν παρέα οι συμμαθητές του επιβεβαιώνει την αρχική του πεποίθηση ότι δεν αξίζει. Λέει με τη μορφή εσωτερικού διαλόγου «Δε με κάνουν παρέα οι συμμαθητές ή οι συμμαθήτριες μου γιατί δεν αξίζω». Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, ο κύκλος της αποτυχίας, της αναξιότητας που δυστυχώς επεκτείνεται πέρα από το σχολείο.
Αίτια έκφρασης επιθετικότητας στο παιδί
1. Ένας τρόπος με τον οποίο γίνονται επιθετικά τα παιδιά είναι η μίμηση. Έτσι οικογένειες που είναι γενικά επιθετικές, έχουν παιδί που είναι κι αυτό επιθετικό.
2. Συμπεριφορά γονέα απέναντι στο παιδί. Οι υπερβολικά αυστηροί γονείς οι οποίοι τιμωρούν συχνά το παιδί ανάλογα με τη δική τους συναισθηματική κατάσταση και δεν αφήνουν περιθώρια συναισθηματικής αντίδρασης και έκφρασης από μέρους του παιδιού.
Αλλά και το αντίθετο του αυστηρού γονέα, οι υπερβολικά παραχωρητικοί γονείς που δεν θέτουν όρια στη συμπεριφορά του παιδιού.
Οι αδιάφοροι γονείς που αγνοούν τελείως ή και απορρίπτουν το παιδί.
3. Κακοποίηση – Παραμέληση των γονέων απέναντι στο παιδί.
Όταν λέμε κακοποίηση, παραμέληση περιλαμβάνει:
α) σωματική κακοποίηση (ξυλοδαρμοί κ.λ.π.)
β) σεξουαλική κακοποίηση
γ) αποστέρηση τροφής
δ) προμελετημένη δηλητηρίαση
ε) παραμέληση ιατρικής φροντίδας
στ) παραμέληση ασφάλειας
ζ) συναισθηματική παραμέληση
η) άλλες μορφές παραμέλησης.
 
4. Άγχος στην οικογένεια (έντονα οικονομικά προβλήματα, διαταραγμένες σχέσεις γονέων κ.λ.π.).
Τα παιδιά αυτά γίνονται επιθετικά και μέσω του μηχανισμού άμυνας που ονομάζεται «ταύτιση με τον επιτιθέμενο» Το παιδί δηλ. φοβάται αυτόν που επιτίθεται και να αποφύγει το φόβο αυτό, εσωτερικεύει το πρότυπο του επιτιθέμενου και κάνει το ίδιο. Σ΄ αυτό το σημείο καταλαβαίνουμε πόσο σημαντική είναι η στάση συμπεριφορά του δασκάλου απέναντι στους μαθητές. Το παιδί που αντιδρά επιθετικά, χτυπώντας τους άλλους, ενοχλώντας τους άλλους, προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί μας, κάτι θέλει να μας πει μ΄ αυτή τη συμπεριφορά. Θέλει να το ακούσουμε, να συζητήσουμε μαζί του και εμείς πολλές φορές όταν βλέπουμε μια τέτοια συμπεριφορά, είτε αρχίζουμε τις απειλές, είτε αδιαφορούμε είτε θυμώνουμε κι εμείς έτσι διαιωνίζουμε τον κύκλο αυτό, άθελα μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Γινόμαστε κι εμείς επιθετικοί. Μερικές φορές το ρωτάμε γιατί συμπεριφέρεται έτσι κι αυτό είτε δεν ξέρει να απαντήσει, είτε μας λέει ότι ο άλλος συμπεριφέρθηκε έτσι. Έρευνες που έχουν γίνει αποδεικνύουν ότι τα παιδιά με χαμηλό βαθμό αποδοχής και με υψηλή επιθετικότητα εμφανίζουν προβλήματα στη μετέπειτα ζωή τους και συνήθως εγκαταλείπουν το σχολείο. Τα παιδιά αυτά δεν έχουν διδαχθεί ή αν θέλετε δεν έχουν εξασκηθεί σε κοινωνικές δεξιότητες ώστε να μπορέσουν να επικοινωνήσουν με τους άλλους, να γίνουν αποδεκτά.
Η επιθετικότητα στην οικογένεια και στο σχολείο.
Επιθετικότητα και βία υπάρχουν σήμερα παντού: στην οικογένεια, στο σχολείο, στον αθλητισμό, στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο, στις διεθνείς σχέσεις, στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, παντού, λες και η κοινωνία και η ανθρωπότητα, φροντίζει ν΄ αποκτά τη βία που της αξίζει ή ακριβέστερα παράγει τη βία που της χρειάζεται. Η οικογένεια και το σχολείο με τον κοινωνικοποιητικό τους ρόλο αναλαμβάνουν την αποστολή όχι μόνο να μειώσουν τις επιθετικές αντιδράσεις των μελών τους, αλλά και να δώσουν στο κοινωνικό σύνολο ανθρώπους πράους, ειρηνικούς και με λιγότερη επιθετικότητα. Τούτο όμως δεν είναι καθόλου μια εύκολη υπόθεση. Στην οικογένεια και στο σχολείο το παιδί είναι αναγκασμένο ν΄ αποδεχθεί όλες τις πολιτιστικές νόρμες και αξίες της ομάδας και μάλιστα αντίθετα από τις δικές του κληρονομικές, ορμικές κι ενστικτικές αξίες και τάσεις.
Σ΄ όλα αυτά, που συνιστούν μια συγκαλυμμένη επιθετική συμπεριφορά, το παιδί αντιδρά στην αρχή ενστικτωδώς και στη συνέχεια συνειδητά και με αντι?επιθετικότητα. Η αδυναμία του ατόμου να κοινωνικοποιηθεί αλλά και της ομάδας να βοηθήσει σ΄ αυτήν τη διαδικασία, έχει ως αποτέλεσμα την αντίδρασή του, η οποία οδηγεί στην εκτροπή, την άρνηση, την εγκληματική και επιθετική συμπεριφορά.
1. Στην οικογένεια:
α. Η επιθετικότητα των γονέων προς τα παιδιά, οφείλεται σε κοινωνικο-ψυχολογικά, κοινωνικο-οικονομικά, και πολιτισμικά αίτια. Το μέγεθος της κατοικίας, οι συνθήκες διαβίωσης, η προσπάθεια εξισορρόπησης της χαμηλής κοινωνικής προέλευσης, οι περιβαλλοντικές συνθήκες, η αδυναμία των γονέων να πείσουν τα παιδιά ν΄ αναγνωρίσουν και να ενστερνιστούν τις παραδοσιακές αξίες, η ταύτιση των παιδιών με σύγχρονα πρότυπα, το δικαίωμα της μητέρας για εργασία κι ελευθερία, είναι λόγοι που δημιουργούν επιθετική συμπεριφορά.
β. Η επιθετική συμπεριφορά των γονιών, η συνεχής κηδεμόνευση κι εξάρτηση, η ενοχλητική ανάμειξη στην προσωπική ζωή των παιδιών, η διεκδίκηση από μέρους των παιδιών των δικαιωμάτων τους, η διαφορά κοσμοθεωριακών αντιλήψεων, η διαφορά ηλικίας,
δημιουργούν ανάμεσα στα παιδιά και στους γονείς ένα κενό διαπροσωπικής, πολιτισμικής και ιδεολογικής επικοινωνίας με αποτέλεσμα την επιθετικότητα και τη σύγκρουση.
γ. Αλλά και μεταξύ των συζύγων υπάρχει αμφίδρομη επιθετικότητα. Η γυναίκα πολύ συχνά είναι θύτης και θύμα. Η ανδρική επιθετικότητα εδράζεται συνήθως σε κοινωνικά, οικονομικά, εργασιακά, συζυγικά, οικογενειακά προβλήματα, σε πολιτισμικές, ιδεολογικές και κοσμοθεωρικές διαφορές, σε αμφισβήτηση και απειλή του ανδρικού ρόλου. Η άσκηση ακόμη συζυγικής εξουσίας στα πρότυπα της πατριαρχικής ή και της μητριαρχικής δομικής βίας οικογένειας και κοινωνίας, τα φεμινιστικά κινήματα και η χειραφέτηση της γυναίκας, συμβάλλουν στη δημιουργία αντι?επιθετικότητας, όπως επίσης το βάρος του τρίπτυχου της γυναικείας απασχόλησης (μητρότητα, νοικοκυριό, εξωοικιακή εργασία), η ισχυρή προσωπικότητα της συζύγου και η παρουσία του «πατέρα – φάντασμα» γεννούν λεκτική και σωματική επιθετικότητα.
δ. Πολύ συχνά επίσης ανάμεσα στ΄ αδέλφια δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα επιθετικότητας.
Η σύνθεση και το μέγεθος της οικογένειας, οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των συζύγων και με τα παιδιά τους, η κοινωνικο ?οικονομική κατάσταση και προέλευση, η γέννηση ενός παιδιού, ο ανταγωνισμός για τη συμπάθεια και προτίμηση των γονιών, η ανάληψη του ρόλου του πατέρα και της μητέρας από τα μεγαλύτερα, ο συνδυασμός αυταρχικής αγωγής και διαπροσωπικών διενέξεων ανάμεσα στα παιδιά, είναι αιτίες δημιουργίας επιθετικότητας τόσο των μεγαλύτερων αδερφών όσο και των γονέων σε βάρος των μικρότερων παιδιών.
2. Στο σχολείο:
α. Η διάψευση των προσδοκιών του δασκάλου για τους μαθητές του, οι δυσκολίες της μαθησιακής διαδικασίας, η αμφισβήτηση του ρόλου του από ορισμένα παιδιά και η αυταρχική αγωγή, του εκπαιδευτικού, πολύ συχνά δημιουργούν ή ενισχύουν την επιθετικότητα του προς τους μαθητές του.
β. Αλλά και η επιθετικότητα των μαθητών προς το δάσκαλό τους έχει τις ρίζες της στην εξουσία του δασκάλου, στην αδυναμία ή και στην άρνηση του μαθητή να πειθαρχήσει και να αποδεχθεί τη σχολική κουλτούρα, στην αγνόηση της προσωπικότητας του παιδιού κατά την αξιολόγηση, στην απονομή στερεοτύπων και ετικετών, στη διάψευση των προσδοκιών των παιδιών για το δάσκαλό τους και στην ίδια την επιθετικότητα του εκπαιδευτικού. Ιδιαίτερη προσοχή οφείλουμε να δώσουμε ως γονείς και ως εκπαιδευτικοί στη σημασία της λεκτικής επιθετικότητας, η οποία είναι καταστρεπτική για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, όταν έχουμε ως παραλήπτη τα μικρά παιδιά, που όχι μόνο δεν μπορούν να κρίνουν, αλλά και να αντισταθούν στην κρίση /κατηγορία που τα εντάσσουν γονείς, εκπαιδευτικοί ή άλλοι ενήλικοι.
γ. Η μίμηση εξάλλου γονεϊκών και διδασκαλικών προτύπων, ο ανταγωνισμός, ο στιγματισμός και η περιθωριοποίηση, όπως επίσης και ηκατηγοριοποίηση είναι σημαντικές αιτίες για τη δημιουργία αμφίδρομης επιθετικής συμπεριφοράς στο σχολείο ανάμεσα στα ίδια τα παιδιά.
Πότε χαρακτηρίζουμε ένα παιδί επιθετικό;
Για καταλήξουμε να χαρακτηρίσουμε ένα παιδί ως επιθετικό, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τα εξής στοιχεία.
α. Τη διάρκεια της επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού, δηλαδή αν είναι μια συμπεριφορά που κρατά καιρό, βδομάδες, χρόνια, αν εμφανίζεται σε τακτά διαστήματα ή είναι ένα τελείως παροδικό φαινόμενο.
β.Την ηλικία και το φύλο του παιδιού: Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η «επιθετικότητα» του παιδιού κορυφώνεται, ως προς τη συχνότητα, στα δύο του χρόνια και από τα τρία ή τέσσερα χρόνια μειώνεται βαθμιαία, καθώς το παιδί κοινωνικοποιείται και συνειδητοποιεί πως πρέπει να φερθεί, για να είναι αποδεκτό από το κοινωνικό σύνολο. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι τα παιδιά σχολικής ηλικίας ή οι έφηβοι δεν εμφανίζουν καθόλου επιθετική συμπεριφορά. Αντίθετα, στο ομαδικό παιχνίδι, όπου εμπλέκονται τα παιδιά του σχολείου ή στις σύνθετες κοινωνικές σχέσεις που δημιουργούν, μπορεί να προκληθούν πιο πολλές εντάσεις και ξεσπάσματα. Στα μεγάλα παιδιά, όμως, αυτά μεταφράζονται περισσότερο σε ύβρεις, σχόλια ή πειράγματα και λιγότερο σε δαγκωματιές ή κλοτσιές, που θα χρησιμοποιούσαν τα νήπια. Όσον αφορά τον παράγοντα «φύλο», οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι στα αγόρια η επιθετική συμπεριφορά είναι συχνότερη απ? ότι στα κορίτσια. Αυτό ίσως οφείλεται σε μια (ανδρογόνο) ορμόνη των αγοριών. Κυρίως, όμως, αντανακλά τα κοινωνικά πρότυπα και ρόλους που θέλουν να περάσουν οι γονείς στα παιδιά τους, σύμφωνα με τα οποία τα κορίτσια πρέπει να είναι υπάκουα και ήσυχα, ενώ τα αγόρια ζωηρά και φασαριόζικα.
γ. Το βαθμό εχθρότητας, μίσους και εκδίκησης προς τους άλλους, που μπορεί να έχουν μέσα τους οι επιθετικές ενέργειες του παιδιού. Αν αυτές οι ενέργειες τους συνοδεύονται από τέτοια συναισθήματα, τα οποία εκδηλώνει μάλιστα φανερά το ίδιο, τότε το γεγονός πρέπει να μας ανησυχήσει.
δ. Τη δύναμη που έχει το παιδί να ελέγξει τον εαυτό του και να σταματήσει να προκαλεί πόνο στους άλλους, νιώθοντας πως κινδυνεύει η ασφάλεια τους. Επομένως η προβληματική επιθετική συμπεριφορά ενός παιδιού είναι αυτή που διαρκεί πολύ καιρό (μήνες, χρόνια), περιέχει τα στοιχεία της παράλογης εχθρότητας του μίσους και της εκδίκησης ή της σκληρότητας απέναντι στους άλλους ανθρώπους (ή τα ζώα) και δεν ελέγχεται εύκολα από το παιδί, σε σημείο που δεν μπορεί να σταματήσει να προκαλεί πόνο στους γύρω του, καθώς και στον εαυτό του, καμιά φορά.
Παρακάτω θα δούμε μερικές μορφές επιθετικής ή εκρηκτικής συμπεριφοράς των παιδιών, που έχουν παρατηρηθεί στον οικογενειακό και σχολικό χώρο. Όπως θα συνειδητοποιήσουμε, δεν είναι όλες παθολογικές περιπτώσεις. Γι αυτό δε χρειάζεται να ανησυχούμε ιδιαίτερα, αν τις έχουμε παρατηρήσει αρκετές φορές και στα δικά μας παιδιά.
Οι εκρήξεις θυμού/οργής: τα παιδιά σε τέτοιου είδους εκρήξεις βρίζουν, στριγκλίζουν, κοκαλώνουν ή κρατούν την αναπνοή τους, χτυπάνε το κεφάλι ή τα πόδια τους στο πάτωμα. Ωστόσο, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η επιθετική αυτή συμπεριφορά δεν αποτελεί σοβαρή παθολογική περίπτωση. Οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν πως τα παιδιά, σε αυτές τις περιπτώσεις, διακατέχονται από αισθήματα αγάπης και συμπάθειας για τους συμμαθητές, το δάσκαλο ή τους γονείς. Προκειμένου λοιπόν, να μην τους βλάψουν, εκτοξεύουν την πυροδοτημένη από κάποια απογοήτευση ή ματαίωση της επιθετικότητα τους στον ίδιο τους τον εαυτό.
2. Ενέργειες μίσους και εχθρότητας: πρόκειται για μορφές επιθετικής συμπεριφοράς που, αντίθετα με την προηγούμενη περίπτωση, αποτελούν ένδειξη παθολογικής συμπεριφοράς των παιδιών. Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην απλή επιθετική συμπεριφορά και την προβληματική είναι η έννοια του μίσους και της εκδίκησης, που τρέφει ο «θύτης» για τους γύρω του. Κάτω από αυτό το πρίσμα, πράξεις, όπως ξυλοδαρμοί και σωματικές βλάβες σε ζώα ή ανθρώπους, αποτελούν παθολογικές μορφές παιδικής επιθετικότητας. Ο μαθητής που χαίρεται να προκαλεί πόνο και δυστυχία στους συμμαθητές του ,που τυραννά τα ζώα, που ταλαιπωρεί το δάσκαλο με συνεχείς και αναίτιες εκδηλώσεις επιθετικής ή εκρηκτικής συμπεριφοράς, «βασανίζεται» από κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα. Κινητήριος μοχλός των πράξεων του είναι το μίσος, το πάθος για εκδίκηση ή η έμμονη ιδέα του ότι περιβάλλεται από «εχθρούς», από άτομα που θέλουν το κακό του.
3. Τα χτυπήματα, οι αγκωνιές, οι γροθιές, τα δαγκώματα, οι κλοτσιές, οι τρικλοποδιές, το φτύσιμο ή το σπάσιμο αντικειμένων είναι ενέργειες φυσικής επιθετικότητας. Οι ύβρεις, τα πειράγματα, οι προσβολές(«βλάκα», «βλήτο»), οι αισχρολογίες και οι χλευασμοί είναι εκδηλώσεις λεκτικής επιθετικότητας των παιδιών. Αν δεν γίνονται για μεγάλα διαστήματα και δεν περιέχουν την έννοια του μίσους, δεν αποτελούν ιδιαίτερα ανησυχητικές καταστάσεις.
Μερικές εξηγήσεις για την επιθετική συμπεριφορά των παιδιών
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να επισημάνουμε αυτό που οι περισσότεροι ψυχολόγοι και οι παιδαγωγοί υποστηρίζουν: ότι η επιθετική συμπεριφορά, ακόμα και η υπερβολική ή «παθολογική», είναι κάτι σαν «ευλογία». Γιατί μας δείχνει ότι τα παιδιά έχουν κάποιο πρόβλημα μέσα τους και θέλουν να επικοινωνήσουν μαζί μας, ώστε να το βγάλουν προς τα έξω, να το δηλώσουν, έστω και με αυτόν τον τρόπο. Μοιάζει, σ΄ αυτήν την περίπτωση, η εκδήλωση επιθετικότητας με τον πυρετό των παιδιών μας: όταν ο ιός της γρίπης μας ή κάποιο μικρόβιο τα προσβάλει, ο πυρετός, όσο κι αν μας ταλαιπωρεί όλους, είναι το ξέσπασμα, το «καμπανάκι» που μας προειδοποιεί ότι κάτι οργανικά δεν πάει καλά. Ύστερα από την «ευλογημένη» προειδοποίηση, τα πράγματα μπορούν να πάρουν το δρόμο της θεραπείας. Η εκρηκτικότητα ή η επιθετικότητα των παιδιών μας, λοιπόν, μπορεί να οφείλεται σε ένα ή σε περισσότερα αίτια από αυτά που περιγράφονται στις επόμενες γραμμές:
Στις υπερβολικές στερήσεις και απαγορεύσεις που τους επιβάλλουμε είτε οι γονείς και τα συγγενικά πρόσωπα, είτε οι δάσκαλοι ή οι συνομήλικοι. Τα συνεχή «μη» και «όχι» μπορεί να φέρουν ψυχική αναστάτωση και απογοήτευση στα παιδιά, ιδίως όταν νοιώσουν ότι δεν μπορούν να εκπληρώσουν ένα όνειρο τους, μια επιθυμία τους. Υπάρχει, τότε, ενδεχόμενο αυτή η απογοήτευση να φέρει την έκρηξη τους, τη βίαιη αντίδραση τους.
Ένα αγόρι που εμποδίζεται συνεχώς από τους γονείς του να κάνει ποδήλατο ή να παίξει ποδόσφαιρο στη γειτονιά, επειδή πρέπει να είναι σκυμμένο πάνω στα βιβλία του, ίσως μια μέρα ν’ αντιδράσει βίαια. Μπορεί να χτυπήσει ακόμα και τους γονείς του ή να φερθεί με υπερβολική απείθεια και αγένεια προς το δάσκαλο, γιατί τους θεωρεί πηγή της «δυστυχίας» του.
Ένα κορίτσι που στερείται τελείως τις κοινωνικές εκδηλώσεις, τις γιορτές και τα πάρτι του σχολείου, ακόμα και τις παρέες με ομηλίκους, γιατί οι γονείς της θέλουν να την κάνουν «μικρομέγαλο», που μιλά και φέρεται σαν ώριμος ενήλικος, μπορεί να παρουσιάσει έντονη διάθεση αντικοινωνικότητας ή λεκτικής επιθετικότητας προς τους συμμαθητές της. Η αφύσικη αυτή στέρηση και παρεμπόδιση της φυσιολογικής της ανάπτυξης γεννά μέσα της μηχανισμούς άμυνας και συνακόλουθα, μπορεί να κοροϊδεύει, να χλευάζει και να προσβάλλει συνεχώς τους συνομήλικους της, προκαλώντας τους πόνο.
– Στις κακοτυχίες και τις δυσκολίες της ζωής: Όταν τα παιδιά αγωνίζονται σκληρά να επιτύχουν στο σχολείο, είτε από εσωτερική παρόρμηση, είτε από την πίεση των γονιών τους, χωρίς όμως να τα καταφέρνουν, τότε απογοητεύονται. Η απογοήτευση μετατρέπεται σε μερικά παιδιά σε ανυπακοή, απείθεια προς τους γονείς και το δάσκαλο, εγκατάλειψη των σχολικών καθηκόντων, αλλά και επιθετικότητα, λεκτική ή σωματική, ενάντια στους γύρω τους. Ιδιαίτερα, όταν η οποιαδήποτε σχολική δυσκολία δεν αντιμετωπίζεται με ηρεμία και κατανόηση από γονείς και δασκάλους, πυροδοτεί περισσότερο « τη δυστυχία» των παιδιών.
Η «δυστυχία» ίσως φέρει βία, γιατί τα παιδιά πρέπει με οποιονδήποτε τρόπο να κάνουν τους οικείους τους να τα προσέξουν, να τα αγαπήσουν ξανά. Με τα χτυπήματα, τις γροθιές ή τις βρισιές είναι σαν να φωνάζουν:
«προσέξτε μας, υπάρχουμε ακόμα και σας έχουμε ανάγκη».
– Με τον ίδιο εκρηκτικό τρόπο αντιδρούν αρκετά παιδιά κι όταν οι γονείς, για διάφορους λόγους τα παραμελούν, τα απορρίπτουν ή τα υποβάλλουν σε σκληρούς ανταγωνισμούς («Τίποτε δεν τελειώνεις σωστά», «Ο Νίκος είναι πιο καλός μαθητής από σένα», «Η Ρένα πήρε άριστα στο διαγώνισμα, ενώ εσύ;», «Δε θα γίνεις ποτέ σαν τον αδελφό σου και συ;») Η στέρηση της αγάπης των γονιών γεννά σε ορισμένα παιδιά εσωτερική ανασφάλεια και δυστυχία. Έτσι, προσπαθούν να ξανακερδίσουν την αγάπη και την προσοχή των αγαπημένων τους προσώπων, προβαίνοντας σε βίαιες ενέργειες, που θα μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον τους. Οι γονείς αντιδρούν αμέσως στα βίαια ξεσπάσματα των παιδιών τους και τείνουν την προσοχή τους σε αυτά, από ανησυχία για την εξέλιξη του φαινομένου, αλλά συχνά και από το φόβο του «τι θα πει ο κόσμος για τα παιδιά τους». Ίσως, όμως, τότε είναι αργά, καθώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται το γεγονός, υιοθετούν την τακτική της «έκρηξης» και την επαναλαμβάνουν, όποτε νιώσουν ότι χάνουν τη γονική αγάπη και προσοχή.
– Όταν οι γονείς είναι οι ίδιοι βίαιοι στη ζωή τους, αυστηροί, επικριτικοί και χρησιμοποιούν τη σωματική τιμωρία, για να λύσουν τα προβλήματα, συνήθως το μόνο που καταφέρνουν είναι ένα: να μάθουν στα παιδιά τους πώς να φέρονται βίαια.
Αν τιμωρήσουμε το παιδί μας με ξύλο, επειδή το ίδιο χτύπησε ή έσπρωξε το φίλο ή τον αδερφό του, τότε απλώς του επιβεβαιώνουμε την ιδέα του ότι «μόνο το ξύλο φέρνει αποτέλεσμα» ή «βία είναι δύναμη, εξουσία, υπεροχή».
Κάποιοι από εμάς θα υποστηρίξουν αγανακτισμένα: «Μα μόνο με την τιμωρία διορθώνεται» ή «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο!» Είναι αλήθεια πως η ανατροφή των παιδιών μας είναι γλυκό, αλλά δύσκολο έργο. Ορισμένες φορές αναγκαζόμαστε να καταφύγουμε στη σωματική τιμωρία, για να επιλύσουμε διαφορές ή αναγκαζόμαστε να «διορθώσουμε» καταστάσεις σαν αυτές που περιγράψαμε παραπάνω. Η στέρηση προνομίων στα παιδιά φέρνει προσωρινά μόνο αποτελέσματα.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ας το ψάξουμε ως γονείς κι εκπαιδευτικοί στις εμπειρίες μας. Ιδίως τα ζωηρά ή επιθετικά παιδιά που τιμωρήθηκαν σκληρά, για να μην είναι βίαια, άλλαξαν προσωρινά, αλλά δεν έπαψαν να χρησιμοποιούν βία σε οποιαδήποτε στιγμή στη ζωή τους. Σήμερα πια, οι περισσότεροι αποδέχονται: «Η βία φέρνει βία». Δε λύνει το πρόβλημα της επιθετικότητας, ούτε θεραπεύει την αιτία της, που είναι η στέρηση της αγάπης ή το χαμένο όνειρο των παιδιών. Το ξύλο ή η σωματική τιμωρία φέρνει νέα αναστάτωση, νέα απογοήτευση και μια νέα έκρηξη στα παιδιά μας.
Ας σκεφτούμε, όμως, ψύχραιμα και λογικά: Δεν είναι δυνατό να αναθρέψουμε τα παιδιά μας χωρίς να νιώσουν την παραμικρή απογοήτευση ή στέρηση, για να μην επέλθει μια μέρα η έκρηξη τους! Κάποτε όταν φύγουν από κοντά μας, θα βιώσουν μοιραία κάποια απογοήτευση από ματαίωση των στόχων τους και τότε δε θα είναι έτοιμα να την αντιμετωπίσουν. Αυτό θα είναι σκληρότερο από οποιαδήποτε ματαίωση στην παιδική ηλικία. Άλλωστε, δεν μπορούμε να τα αφήνουμε να εκφράζουν ελεύθερα την επιθετικότητα τους, γιατί κάτι τέτοιο πληγώνει αυτούς που τη δέχονται, φίλους, συμμαθητές και συνανθρώπους. Αλλά και τα ίδια τα παιδιά μας θα πληγωθούν, όταν συνειδητοποιήσουν μια μέρα πως έχουν χάσει την αγάπη των άλλων εξαιτίας της επιθετικής τους συμπεριφοράς.
Υπάρχει στις μέρες μας ένας επιπλέον παράγοντας που βοηθά ακόμα και τη κρυμμένη επιθετικότητα των παιδιών μας να ελευθερωθεί και να εκφραστεί. Είναι η τηλεόραση και η προβολή επιθετικών ηρώων και προτύπων μέσα από αυτή. Τα πολύ πρόσφατα χρόνια προστέθηκαν στον αστερισμό της τηλεοπτικής διασκέδασης τα διάφορα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα οποία, αν και φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αγαπητά στη νεολαία, προωθούν κι αυτά επιθετικά πρότυπα.
Είναι γνωστό σε όλους μας ότι τα παιδιά μας αντιγράφουν και μιμούνται τους επιβλητικούς ήρωες της τηλεόρασης (Μπάτμαν, Πάουερ Ρέηντζερς κ.ά.). Συχνά, μετατρέπονται σε «ζιζάνια» που μιμούνται, συνεχώς, τις γροθιές και τις κλοτσιές των τηλεοπτικών ηρώων. Βέβαια, δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη παθολογία σε αυτό. Τα παιδιά, καθώς μεγαλώνουν και ωριμάζουν, απορρίπτουν τα άχρηστα πρότυπα και υιοθετούν άλλα, που τουλάχιστον έχουν «ψάξει» και τους ταιριάζουν ( μουσικά είδωλα ή πολιτικά πρόσωπα). Άλλωστε, δεν υπάρχουν επαρκείς ερευνητικές αποδείξεις ότι η τηλεόραση γέννησε επιθετικότητα σε κάποια παιδιά. Το πιο πιθανό να συμβεί, σε εξατομικευμένες περιπτώσεις και όχι γενικευμένα, είναι η τηλεοπτική βία να μεγαλώσει την ήδη εκδηλωμένη επιθετικότητα κάποιων παιδιών, τα οποία βασανίζονται από εσωτερικές συγκρούσεις.
Πάντως, για να αποφύγουμε την υπερβολική εξάρτηση των παιδιών μας από την τηλεόραση και μια πιθανή επίδραση αυτής στις επιθετικές ενορμήσεις τους, ας κάνουμε μαζί με τα παιδιά μια επιλογή προγραμμάτων και ας τα παρακολουθήσουμε μαζί τους, καταδικάζοντας τη βία, όπου και όταν εμφανίζεται στη μικρή οθόνη μας.
Πώς μπορούμε να χειριστούμε τις εκδηλώσεις επιθετικής συμπεριφοράς;
Όσο δύσκολο είναι να ανιχνεύσουμε τα αίτια της επιθετικότητας των παιδιών και το μέτρο της κρισιμότητας τους, άλλο τόσο δύσκολο είναι να κάνουμε τους κατάλληλους χειρισμούς, για να αντιμετωπίσουμε τις παιδικές εκρήξεις.
Πρώτα απ᾽όλα, πρέπει να τονίσουμε την ανάγκη συνεργασίας και παράλληλης δράσης γονέων και δασκάλων στην περίπτωση που κάποια παιδιά παρουσιάσουν έντονη και μακρόχρονη επιθετική συμπεριφορά. Η τακτική που θα ακολουθήσουν γονείς και εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι κοινή, ενιαία. Οι ίδιοι είναι ανάγκη να ενημερώνουν συχνά ο ένας τον άλλο για τις προόδους που κάνουν τα παιδιά στα θέματα της συμπεριφοράς. Οι δάσκαλοι, ως πιο εξειδικευμένοι στην αντιμετώπιση των σχολικών προβλημάτων, όταν ενημερωθούν από τους γονείς για το «πρόβλημα», θα δράσουν οι ίδιοι, αν δεν το έχουν κάνει ήδη με τις γνώσεις και τις δυνάμεις που έχουν.
Θα αναφέρουμε μερικές πρακτικές τεχνικές για την αντιμετώπιση της «παιδικής επιθετικότητας», όταν εμφανιστεί:
Αποφεύγουμε τη σωματική τιμωρία. Προσπαθούμε με συζήτηση και πολλή κατανόηση για τα παιδιά να τους εξηγήσουμε, όταν ηρεμήσουν, ποιες συνέπειες έχει πρώτα από όλα για τα ίδια η επιθετικότητα τους, για παράδειγμα, να χάσουν την αγάπη των φίλων τους. Ύστερα, εξηγούμε τις συνέπειες, τη βλάβη, που θα υποστούν οι γύρω τους, όταν δεχτούν τα χτυπήματα τους, τις βρισιές τους ή την καταστροφική τους διάθεση.
Επίσης, απομακρύνουμε τα παιδιά από το «ακροατήριο τους», ύστερα από ένα εκρηκτικό επεισόδιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα παιδιά για να τραβήξουν την προσοχή του γονέα ή του άλλου προσώπου, όπως είπαμε, δίνουν «παραστάσεις» επιθετικής συμπεριφοράς: στριγκλίζουν, στριφογυρίζουν, σπάνε πράγματα, γρονθοκοπούν τους άλλους, ή τους εαυτούς τους. Η απομάκρυνση τους σε άλλο χώρο (σε άλλη σχολική αίθουσα ή σε άλλο δωμάτιο του σπιτιού) γίνεται, για να απομακρυνθούν από την εστία της έντασης και να ηρεμήσουν. Εκεί, χωρίς να τους επιβάλουμε σωματική τιμωρία, συζητάμε τους λόγους και τις συνέπειες της έκρηξης τους. Κάτι τέτοιο είναι δύσκολο με τα νήπια ή τα μικρά παιδιά, αλλά φέρνει αρκετά καλά αποτελέσματα στα μεγαλύτερα παιδιά. Μέσα σε, όσο το δυνατό, πιο θερμό κλίμα βάζουμε τα παιδιά να ασχοληθούν με μια ωφέλιμη δραστηριότητα που τα ευχαριστεί (ζωγραφική, άθληση, άκουσμα μουσικής κ. ά.)
Μπορούμε, ακόμα, να αγνοήσουμε την επιθετική συμπεριφορά των παιδιών σε μερικές περιπτώσεις. Γιατί, αν αρχίσουμε να συμβουλεύουμε, ιδίως τα μικρά παιδιά, με τα «πρέπει» και τα «μη» ή να τα τιμωρούμε, μπορεί να συνεχίσουν να φέρονται ακόμα πιο επιθετικά. Μορφές ήπιας επιθετικότητας, π.χ. βρισιές, βλαστήμιες (που αρέσουν αρκετά στα πολύ μικρά παιδιά) ή μικροσυγκρούσεις, μπορεί να μειωθούν, αν τις αγνοήσουμε. Τα παιδιά βλέπουν ότι δεν καταφέρνουν τους στόχους τους με αυτές τις συμπεριφορές και τις εγκαταλείπουν.
Βέβαια, θα αναρωτηθούν ορισμένοι γονείς: «Καμιά τιμωρία, καμιά επίπληξη δε θα γίνει;» Αν οι γονείς επιλέξουν, τελικά, αυτή τη μέθοδο αντιμετώπισης, πρέπει να τη συνοδεύουν με συζήτηση και εξήγηση και εξήγηση για τις αιτίες που επιβλήθηκε η τιμωρία. Αν χρειαστεί να τιμωρήσουμε τα παιδιά, καλύτερα αυτή η τιμωρία να μην είναι σωματική (ξυλοδαρμός, στέρηση τροφής) ή λεκτική ταπείνωση («Είσαι τέρας, γαϊδούρι» κ.τ.ό.). Προτιμότερο η τιμωρία να είναι, για παράδειγμα, μικρή στέρηση προνομίων («Δε θα πάμε τη βόλτα που συμφωνήσαμε») και άμεση, δηλαδή να πραγματοποιηθεί σύντομα, για να καταλάβουν τα παιδιά ότι αυτή η τιμωρία είναι απόρροια της βίαιης συμπεριφοράς και όχι επειδή δεν τα αγαπάμε γενικά, όπως αναφέρει το βιβλίο «Δημοτικό Σχολείο και Γονείς» του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Ας αποφύγουμε, επίσης, τις απειλές («Θα τα πω όλα στον μπαμπά σου να σε κανονίσει») ή τις αναβολές της τιμωρίας, που παρατείνουν το φόβο και την αγωνία τους. Παράλληλα, εξηγούμε στα παιδιά πόσο πιο όμορφα είναι τα πράγματα, όταν είναι ήρεμα. Τους δηλώνουμε, επίσης, ότι κατανοούμε πως τα βασανίζει και αν θέλουν μπορεί να το μοιραστούν μαζί μας.
Όλα αυτά είναι πράγματι δύσκολο να εφαρμοστούν στα πλαίσια μιας πολυάσχολης και έντονης ζωής, όπου όλοι γονείς και παιδιά προσπαθούν να επιβιώσουν απλώς, μερικές φορές. Όμως, μπορούμε να κάνουμε ένα βήμα κάθε φορά, για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας, όταν αντιμετωπίζουν μια ψυχική σύγκρουση, που οδηγεί στη βίαιη συμπεριφορά τους. Τους το οφείλουμε ως γονείς κι εκπαιδευτικοί. Το αξίζουν.
Ας είμαστε στοργικοί και διαλλακτικοί, όσο μπορούμε, ώστε να λύνουμε ειρηνικά τις διαφορές. Ας προσπαθούμε να καλλιεργούμε το έδαφος, έτσι που να μην προκαλούμε στα παιδιά μας απογοητεύσεις ή συναισθήματα κατωτερότητας (κόμπλεξ), που μπορεί να ανάψουν το φυτίλι της επιθετικότητας τους.
Η ανώφελη πίεση μας να πετύχουν πράγματα που δεν μπορούν, οι υπερβολικές προσδοκίες μας για τις επιδόσεις τους στο σχολείο και οι απαγορεύσεις μας μπορεί να τα οδηγήσουν αν όχι σε επιθετικότητα σε σκληρότητα ή εχθρότητα απέναντι στις πηγές του άγχους τους (το σχολείο, τους ανταγωνιστές, συμμαθητές, εμάς τους ίδιους τους γονείς κ. ά.)
Επίσης, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο θέμα της ανατροφής και των προτύπων που θέλουμε να περάσουμε στα παιδιά μας. Συνήθως θέλουμε τους γιους μας ζωηρούς, επιθετικούς και πιο εκρηκτικούς, γιατί έτσι θεωρούνται πιο αρρενωποί, όπως, δηλαδή, τους θέλει η κοινωνία. Αντίστοιχα, επιθυμούμε τα κορίτσια μας πιο ήσυχα και πιο εξαρτημένα από εμάς. Ας μην ενθαρρύνουμε, ωστόσο, την επιθετικότητα των ήδη ζωηρών αγοριών μας, γιατί, αντί για αρρενωπότητα, ίσως εισπράξουμε, κάποτε από τη μεριά τους έντονη σκληρότητα και αντικοινωνικότητα , που ξέρουμε πόσο βλάπτει τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Ας τονίζουμε στα παιδιά μας ότι η βία πληγώνει τους άλλους και ότι, για να μπορούμε να ζούμε τους, είναι ανάγκη να σεβόμαστε την ελευθερία τους και τη σωματική τους ακεραιότητα. Το να μπορούν να ασκούν αυτοέλεγχο στο θυμό τους και να βρίσκουν συμβιβαστικές λύσεις, ώστε να μη μαλώνουν με τους συμμαθητές τους, είναι δική μας δουλειά να τους το μάθουμε.
Τέλος, ας προσπαθήσουμε να χαλιναγωγούμε το δικό μας επιθετικό εαυτό, για να μην μας μιμηθούν τα παιδιά μας. Αφού, όπως λένε, τα παιδιά είναι «καθρέπτες» της δικής μας προσωπικότητας, θα ήταν άσχημο να αναγνωρίσουμε, μια μέρα, το δικό μας κακό και βίαιο εαυτό μέσα σε αυτούς τους «καθρέπτες».
Η γονεϊκή και η εκπαιδευτική αγάπη και η κατανόηση απέναντι στα παιδιά, καθώς και η καλλιέργεια, μέσα στην οικογενειακή ζωή, του σεβασμού και της αγάπης για τους συνανθρώπους είναι ο καλύτερος τρόπος για τη μείωση της επιθετικής συμπεριφοράς των παιδιών και της ήρεμης συμβίωσης όλων μας.
Τέλος για τον προβληματισμό όλων μας σας διαβάζω ένα ποίημα του RUSSEL
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική:
Μαθαίνει να κατακρίνει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα:
Μαθαίνει να καυγαδίζει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία:
Μαθαίνει να είναι ντροπαλό
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή:
Μαθαίνει να είναι ένοχο
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση:
Μαθαίνει να είναι υπομονετικό
Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο:
Μαθαίνει να εκτιμά
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην δικαιοσύνη:
Μαθαίνει να είναι δίκαιο
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια:
Μαθαίνει να πιστεύει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία:
Μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή και φιλία:
Μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο.
R. RUSSEL.
Και αν τιμωρούμε τα παιδιά μας τα μαθαίνουμε να τιμωρούν.
του Μιχαήλ Βερνάδου, Σχολικού Συμβούλου Ειδικής Αγωγής Περιφέρειας Κρήτης.

γιατί δεν μιλάμε μεταξύ μας ?

Προσπαθούμε να κάνουμε οτι είναι πιό εύκολο στη ζωή μας, χωρίς να υπολογίζουμε τις επιπτώσεις. Με την πρόοδο της τεχνολογίας πολλά έχουν αλλάξει, μεταξύ αυτών ο τρόπος που επικοινωνούμε μεταξύ μας.
Η επικοινωνία παίζει μεγάλο ρόλο στη ζωή μας αφού ολόκληρη η καθημερινότητά μας εξαρτάται από αυτήν. Οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν αντικατασταθεί με εικονίδια και διάφορες συνομιλίες στο facebook, viber, iMessage, whatsapp κτλ. Όλοι σκυμμένοι πάνω από μια οθόνη, πληκτρολογώντας ασταμάτητα σαν υπνωτισμένοι. Υπερβολή ή όχι… έτσι όπως πάμε, ο θάνατος της ομιλίας δεν είναι μακριά.
Με θέμα τον τρόπο που επικοινωνούμε και τα προβλήματα που παρουσιάζονται δημιουργήθηκε μια ταινία μικρού μήκους κινουμένων σχεδίων, δείτε την.
Έχει τίτλο «ο θάνατος της ομιλίας»

https://vimeo.com/menzkie
Death of Speech

Η γνώση των μαθητών εκ μέρους των εκπαιδευτικών αποβλέπει…

Η Παιδαγωγική σ’ όλους τους καιρούς και σ’ όλους τους τόπους θεωρεί ως μία απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργική μάθηση στο σχολείο την καλή γνώση μαθητών εκ μέρους των εκπαιδευτικών. Αναφερόμαστε σε γνώση τόσο του μαθησιακού κάθε φορά πεδίου των μαθητών, όσο και του ιδιαίτερου πνευματικού και συναισθηματικού τους κόσμου.

      Η διδασκαλία στο σχολείο δεν γίνεται δίκην διάλεξης˙ δεν έχει γενικό και αόριστο χαρακτήρα αλλά αποσκοπεί στην «εδραία» μάθηση και στην αγωγή. Η εκφορά του λόγου του εκπαιδευτικού έχει μεν μια «γενική ροή», αλλά παράλληλα διακλαδίζεται σε «επιμέρους ροές» για να συναντάει τη μαθησιακή ιδιαιτερότητα κάθε μαθητή. Άλλωστε σήμερα, η διαφορετικότητα – σε πολλαπλά στοιχεία: πολιτισμού, θρησκείας, εθνότητας, κουλτούρας, ιδεολογίας και κοσμοθεωρίας κλπ -, είναι συστατικό στοιχείο κάθε σχολικής αίθουσας σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και η διαφοροποιημένη διδασκαλία είναι ένα από τα πιο βασικά προσόντα των εκπαιδευτικών. Η γνώση των ξεχωριστών ιδιαιτεροτήτων των μαθητών διαμορφώνει και ένα απόλυτα δημιουργικό περιβάλλον όχι μόνο στη διδασκαλία αλλά και στο γενικότερο κλίμα της σχολικής αίθουσας.

      Αλλά πώς μπορεί να γίνει αυτή η γνώση; Είναι προφανές ότι η μονομέρεια του γνωστικού αντικειμένου (ή και των γνωστικών αντικειμένων) που αφορά κάθε εκπαιδευτικό και η παραδοσιακή λειτουργία της αίθουσας δεν μπορούν να δώσουν άρτια γνώση των μαθητών αλλά απαιτούνται παράλληλες ενέργειες. α) Στην πρώτη γνωριμία του εκπαιδευτικού με ένα τμήμα μαθητών οφείλει να προχωρήσει σε ένα ή και δύο διαγνωστικά τεστ για την διαμόρφωση μιας πρώτης εικόνας και φυσικά να τα αξιολογήσει και να τα λάβει υπόψη του αντιμετωπίζοντας όσα προβλήματα μπορεί ιδιαίτερα στο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς. β) Κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας ο εκπαιδευτικός οφείλει να απευθύνεται και σε προσωπικό επίπεδο, ιδιαίτερα γι’ εκείνους τους μαθητές που έχουν συγκριτικά μικρότερη συμμετοχή. Αν κάποιος μαθητής επιμένει να «κρατάει αποστάσεις» από τη διδασκαλία και να είναι παθητικός, τότε απαιτείται και ιδιαίτερη συζήτηση εκτός της σχολικής αίθουσας.

      γ) Εκτός των παραδοσιακών τεχνικών της αξιολόγησης των μαθητών – τεστ, διαγωνίσματα, πειράματα… – πρέπει να προκρίνονται και οι δημιουργικές εργασίες, μέσα από τις οποίες θα αναδεικνύεται το όλον της μαθησιακής ικανότητας των εκπαιδευομένων. Για παράδειγμα, απαιτούνται εργασίες που θα έχουν ως αφετηρία ένα «θέμα» του μαθήματος αλλά θα προεκτείνονται στην κατάθεση της προσωπικής «θέσης» του μαθητή και σε καμιά περίπτωση – ειδικά στην περίπτωση μαθητών του λυκείου – σε συλλογή πληροφοριών, γιατί κάτι τέτοιο δεν έχει κανένα νόημα. Άλλοις λόγοις, θεωρώ ότι η εικόνα γνώσης που αποκομίζει ο φιλόλογος μέσα από τη διαδικασία της Έκθεσης μπορεί και πρέπει να αφορά και την εικόνα γνώσης των άλλων ειδικοτήτων. Η προσωπική εκπαιδευτική μου εμπειρία σ’ αυτό το ζήτημα είναι υπερβολικά θετική και μπορώ να ισχυριστώ ότι έχει φοβερά δημιουργικό αποτέλεσμα.

      δ) Πέραν των στοιχείων που αναδεικνύονται μέσα από τη διαδικασία της μάθησης, ένα πεδίο γνώσης των μαθητών είναι οι ιδιαίτερες συζητήσεις εκτός αίθουσας: στα διαλείμματα, στις σχολικές εκδηλώσεις και ιδιαίτερα στις εκδρομές, όπου διαμορφώνεται και ένα άλλο πιο ελεύθερο πεδίο σχέσεων. ε) Η συζήτηση με τους γονείς και η ανταλλαγή απόψεων για κάθε μαθητή είναι συχνά καταλυτική για την κατανόηση ιδιαίτερων πτυχών του και μάλιστα σε πιο άρτιο επίπεδο: της προσωπικότητας, της νοοτροπίας, των ενδιαφερόντων, των αδυναμιών κλπ. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν μπορεί να γίνεται ευκαιριακά ή υπό το βάρος του λίγου χρόνου, για παράδειγμα, κατά την παράδοση της βαθμολογίας.

      στ) Για να έχει νόημα και αξία η προσωπική γνώση οφείλουμε να τη διασταυρώνουμε με τις προσωπικές γνώμες των άλλων εκπαιδευτικών, με διάθεση πρόθυμης αναθεώρησης και δημιουργικού επηρεασμού μας. Είναι γνωστό ότι κάθε μαθητής έχει και κάποια ιδιαίτερη αδυναμία για ορισμένους ή και για έναν μόνο εκπαιδευτικό. Σ’ αυτή την περίπτωση οι εν λόγω εκπαιδευτικοί έχουν καλύτερες δυνατότητες αποσαφήνισης της εικόνας του μαθητή. Οι Παιδαγωγικές Συνεδριάσεις των εκπαιδευτικών για να μπορούν να έχουν πράγματι παιδαγωγικό περιεχόμενο θα πρέπει να εστιάζουν στις ιδιαιτερότητες των μαθητών, γιατί μόνο έτσι μετασχηματίζονται σε πηγή μάθησης των εκπαιδευτικών. Δυστυχώς στη χώρα μας δεν αναπτύσσουμε τη φοβερή δυναμική που κρύβουν οι Παιδαγωγικές Συνεδριάσεις με την ανταλλαγή εμπειριών και προβληματισμών, ιδεών και προτάσεων μεταξύ των εκπαιδευτικών, και πρέπει να μετασχηματίσουμε θετικά το όλο σκηνικό.

      Η γνώση των μαθητών εκ μέρους των εκπαιδευτικών αποβλέπει όχι μόνο στην επίλυση επιμέρους μαθησιακών προβλημάτων αλλά στη δημιουργία φιλικού κλίματος και στην προαγωγή πιο δημιουργικών σχέσεων. Πιστεύω ότι αν ένα σχολείο δώσει ξεχωριστό βάρος σ’ αυτό το τόσο βασικό στοιχείο της λειτουργίας του, θα αναδειχθεί με πιο εμφαντικό τρόπο η ομορφιά και η γοητεία της μάθησης και της αγωγής.

by Anthologio n. tsoulias

Δημιουργούν προβλήματα στο παιδί οι γονείς?

http://sbt.blob.core.windows.net/storyboards/dhmotikochalandiou/-----------.png?utc=130609493258800000
Τις προηγούμενες μέρες έσκασε το ένα περιστατικό μετά το άλλο, ο φοιτητής που εξαφανίστηκε μετά από σειρά εξευτελιστικών επιθέσεων, το παιδάκι με αυτισμό που κανείς συμμαθητής δεν πήγε στο πάρτυ του, οι γονείς που καταδικάστηκαν σε ισόβια γιατί σκότωσαν το 2,5 χρονών μικρό τους με βραστό νερό έπειτα από χρόνια κακοποίηση, υποθέτω εκατοντάδες ακόμα υποθέσεις που χάνονται μέσα στη ροή των “κακών” νέων, στα αυτιά που κλείνουν πεισματικά μαζί με την αλλαγή της στενάχωρης είδησης στην τηλεόραση και στους αναστεναγμούς απογοήτευσης που χάνονται στις συνδέσεις του διαδικτύου.  Και ταυτόχρονα με όλα αυτά η βροντή αγανάκτησης για τις απαίδευτες κοινωνίες, για τη συνενοχή όλων, για την “νεοελληνική” κουλτούρα, για την έλευση του καινούργιου φασισμού, για τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, για τα μαύρα μας τα χάλια που όλοι βοηθάμε κάθε πρωί να σουλουπωθούν στον καθρέφτη και να κυκλοφορήσουν στο δρόμο.
Λοιπόν.  Βγάλτε με έξω από αυτό.  Εμένα, βγάλτε με έξω.  Βαρέθηκα (σας).
‘Επαιξε μία συζήτηση εδώ στο γραφείο σχετικά με το αν οι άνθρωποι γεννιούνται αγκαλιά με ένα τέρας ή με ένα καλοκάγαθο λούτρινο αρκουδάκι που τους ακολουθεί σε όλη τους τη ζωή.  Αν γεννιούνται κακοί και σκληροί και καμουφλάρονται ή κτηνοποιούνται για να επιβιώσουν ή αν γεννιούνται πραγματικά καλοί και παλεύουν όλη τους τη ζωή παρέα με το λούτρινο, με αμφίβολα αποτελέσματα.  Προφανώς και δεν είμαι ειδική να απαντήσω σε αυτό, δεν ξέρω, αυτό που ξέρω όμως είναι ότι στην πορεία της ζωής τους οι άνθρωποι μπορούν σίγουρα να εξελίχθουν σε ζώα μοχθηρά και ανάλγητα.  Και ότι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει διαχρονικά, σε όλες τις κοινωνίες και σε όλα τα πολιτικά συστήματα, όπως αντίστοιχα θα υπάρχουν και αυτοί που προσπαθούν διαρκώς με πράξεις να το ξορκίσουν.
Δεν έχει νόημα να χτυπιόμαστε για αυτό, να ψάχνουμε τη ρίζα του κακού, να αφήνουμε αλαφροΐσκιωτα σχόλια κάτω από δακρύβρεχτα άρθρα, να προτείνουμε θανατικές ποινές και να απορούμε μα πώς είναι δυνατόν να γίνονται τέτοια πράγματα στην εποχή μας, στην κοινωνία των καμουφλαρισμένα πολιτισμένων, στο newsfeed των χιλίων προοδευτικών.  Γίνονται.  Και θα γίνονται.
Μόνο που έτσι όπως είναι συγκεκριμένοι οι “κακοί”, είναι και οι καλοί.
Και οι καλοί δεν είναι αυτοί που το βουλώνουν και μόνο σοκάρονται, οργίζονται, ξεχνούν.
Αντίστοιχα, οι καλοί γονείς, αυτοί δηλαδή πάνω στους οποίους στηριζόμαστε για να δημιουργήσουν εκείνους που – με μία δόση ρομαντισμού – θα αλλάξουν τον κόσμο, δεν είναι αυτοί που όταν ο γιος τους παραπονιέται ότι τον χτυπάει ένα άλλο παιδί στο σχολείο η πρώτη τους απάντηση είναι αν του έριξε και εκείνος καμία. Καταλαβαίνω ότι κουδουνίζει το ανέφελο κεφάλι τους με την ήδη ξεθώριασμένη οργισμένη ανάμνηση της προηγούμενης εβδομάδας, αλλά η πρώτη σκέψη που θα έπρεπε να γίνει είναι αν το γλυκούλι τους έχει οδηγήσει τον συμμαθητή του σε περιθωριοποίηση και άρα σε αναζήτηση προσοχής και, πιθανά, σε επιθετική συμπεριφορά.
Οι καλοί γονείς δεν είναι αυτοί που όταν βγάζει η κόρη σου την κούκλα της βόλτα με το καροτσάκι στην παιδική χαρά της λένε χαζογελώντας “αχ τί όμορφη κουκλίτσα, γιατί είναι μαύρη;”.  Επίσης δεν είναι αυτοί που λένε στο παιδί τους να πάει να πάρει ένα πακέτο χαρτομάντηλα “από τον Πακιστανό”.  Δεν είναι αυτοί που γελάνε συγκαταβατικά και δεν θυμώνουν, δεν διορθώνουν, δεν εξηγούν, όταν το μικρό μέλος της οικογένειας τούς δηλώνει ότι δεν θέλω να παίξω με αυτή, “γιατί είναι χαζή”.  Δεν μιλάνε μπροστά του για αδερφές (-σκατο), για γύφτους (-παλιο), για αλβανούς (-κωλο).  Και πάνω από όλα δεν αγωνίζονται διαρκώς και επιδεικτικά για να μετατρέψουν το παιδί τους στον αρχηγό της φυλής, στον πιο δυνατό, στην πιο έξυπνη, στον πιο πολλά υποσχόμενο, στην πιο ωραία.
Φυσικά οι καλοί γονείς, αφού, αλίμονο, δεν τα κάνουν όλα αυτά, δεν σωπαίνουν και δεν μαθαίνουν στα παιδιά τους να κρύβονται.  Για εμένα όλοι αυτοί, που δεν είναι τροπικά πουλιά, είναι ανάμεσά μας σε κάθε πάρτυ, σε κάθε πάρκο και σε κάθε σχολική συγκέντρωση, και αντιλαμβάνομαι ότι δεν τοποθετούνται πλάι στον αδύναμο παρά μόνο παρακολουθούν τις καταστάσεις να συμβαίνουν χωρίς να παίρνουν καμία θέση, με την συνείδηση καθαρή επειδή οι ίδιοι ή τα παιδιά τους δεν έκαναν κάτι μεμπτό, είναι κάκιστοι γονείς. Είναι “κακοί” σαν αυτούς που στηλιτεύουν.
Δεν υπάρχει καμία άμεση ελπίδα και λύση σε όλο αυτό.  ‘Ομως η συνενοχή, οι εκφράσεις είμαστε όλοι υπαίτιοι και όλοι θύματα, δημιουργούν μια απάθεια.  Μια θαλπωρή φωλιάς πουλιών που τιτιβίζουν, μια εξίσωση αδράνειας που εκτονώνεται σε σοσιαλομιντικά “κατηγορώ” (όπως αυτό που κάνω εγώ τώρα δηλαδή), μια επισφαλή ασφάλεια παρεούλας που χαχανίζει επειδή ήπιε ένα τσιγαράκι σε κοπάνα την ώρα του μαθήματος.
http://1.bp.blogspot.com/-36O5YpTjKI0/U_HmKXsTcJI/AAAAAAAACMg/Oy2JSzwUxkE/s1600/%CE%A4%CE%9F%CE%9E%CE%99%CE%9A%CE%9F%CE%99%2B%CE%93%CE%9F%CE%9D%CE%95%CE%99%CE%A3.jpgΓια αυτό θέλω να με βγάλετε έξω από αυτό.  Και μαζί με εμένα, με τον γνωστό κίνδυνο να σχολιαστεί η άποψη μου ως αλλαζονική, ή στο πιο μπανάλ, ποια νομίζει ότι είναι αυτή μωρέ, να βγουν και άλλοι γονείς από αυτή τη συναυτoυργία, γιατί δεν είμαστε εμείς αυτό.
Κάποιοι χάνουμε χρόνο λοιπόν, όχι μόνο για τα πιο ωραία γράμματα και την πιο δυνατή κλωτσιά, αλλά για να χτίσουμε σεβασμό και να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά αυτά δεν θα κάνουν κανένα ζωντανό ον να πονέσει.  Εμείς λοιπόν δεν είμαστε συνένοχοι σε τίποτα.
Εσείς που γενικά λουφάζετε και μόνο κράζετε και τόσο γρήγορα ξεχνάτε όταν το “διαφορετικό” σας χτυπήσει την πόρτα ή θρονιαστεί στο σαλόνι σας, είστε.  Να αλλάξετε αν δεν θέλετε να δείτε τα παιδιά σας να γκρεμοτσακίζονται χωρίς κανένα ηρωισμό, και να σέρνουν και άλλους μαζί τους, να, έτσι, σε μια στιγμή “αδυναμίας”.
Θα βοήθησουμε κι εμείς ν’ανέβουν, αλλά πρέπει γαμώτο επιτέλους να σπρώξετε.
από το (Not) Just Mum

Πως θα αγαπήσουν τα παιδιά μας το σχολείο;

Η σχολική τάξη αποτελεί τη βασική μονάδα οργάνωσης του σχολείου και της εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Συνήθως ταυτίζεται με την τάξη δι­δασκαλίας. Ο χώρος αυτός θα πρέπει να εξασφαλίζει τις συνθήκες που θα επιτρέπουν την άνετη και αποτελεσματική διεξαγωγή της διδασκαλίας και ταυτόχρονα την ολόπλευρη ανάπτυξη του μαθητή.

Κοινωνιολογικά όμως η σχολική τάξη αποτελεί ένα μικρό αλλά δυναμι­κό κοινωνικό σύστημα, με πολλές παραμέτρους. Οι παράμετροι αυτές αλ­ληλεπιδρούν και διαμορφώνουν μια ιδιότυπη δυναμική στη συμπεριφορά των μαθητών και στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους.

Τα ενδογενή ψυχολογικά χαρακτηριστικά των μαθητών, η κοινωνική αγωγή που έχουν λάβει τα παιδιά από την οικογένεια και το εξωσχολικό περιβάλλον δεν εί­ναι οι μόνοι ή οι αποφασιστικοί παράγοντες της στάσης τους απέναντι στη μάθηση και της διαπροσωπικής συμπεριφοράς μέσα στη σχολική τάξη. Από παιδαγωγική άποψη η «τάξη» στο χώρο του σχολείου, δηλαδή μια κα­τάσταση πειθαρχίας, δεν αποτελεί απλώς προαπαιτούμενο, αλλά είναι δι­δακτικό ζητούμενο και αντικείμενο κοινωνικής μάθησης. Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης (π.χ. Albert Bandura) υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι μαθαί­νουν μέσα από τις κοινωνικές διαπροσωπικές σχέσεις τους και πιο συγκε­κριμένα μέσω της παρατήρησης, της μίμησης, του παραδειγματισμού και των αντιδράσεων των άλλων στη συμπεριφορά τους. Γι’ αυτό οι γνώσεις και οι δεξιότητες διαχείρισης της σχολικής τάξης αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο ότι αποτελούν πρωταρχικά προσόντα του εκπαιδευτικού.

Η λέξη κρίση παραπέμπει συνήθως σε σκηνές πανικού, σε καταστάσεις επείγουσας ανάγκης και σε συμπεριφορές εκτός ελέγχου. Όμως δεν είναι πάντοτε έτσι. Η κρίση είναι γενικά μέρος της ζωής και όχι απλώς μια α­νωμαλία. Στην κινεζική ο όρος κρίση σημαίνει τόσο τον κίνδυνο όσο και την επωφελή ευκαιρία. Από ψυχολογικής πλευράς οι κρίσεις μπορεί να εκδη­λωθούν σε όλους τους ανθρώπους και αφορούν τη δυσκολία χειρισμού του άγχους. Το αν το αποτέλεσμα θα είναι θετικό και δημιουργικό ή αρνη­τικό και αποδιοργανωτικό εξαρτάται από το χειρισμό ή την αντίδραση του ατόμου αλλά και του περιβάλλοντός του.

Ποιός είναι ο Δάσκαλος με το «Δ» κεφαλαίο;

Είναι σημαντικό ο εκπαιδευτικός να μπορεί:

  1. Να κατανοεί τι συμβαίνει στην τάξη, να διακρίνει αν τα προβλήματα είναι συλλογικά ή ατομικά, αν αφορούν την ψυχολογία μιας ομάδας μέσα στην τάξη ή την ίδια την τάξη ή το άμεσο σχολικό περιβάλλον
  2. Να παρεμβαίνει αποτελεσματικά και θετικά για την πορεία της διδα­σκαλίας και την ανάπτυξη των μαθητών του.

Ο ρόλος του είναι ιδιαίτερα σημαντικός τόσο στα γενικά, συνήθη προ­βλήματα λειτουργίας της τάξης, προβλήματα συνύπαρξης και συμπεριφο­ράς των μαθητών, όσο και στα ποικίλα σοβαρά προβλήματα που ονομάζο­νται «κρίσεις».

Ο όρος κρίση χρησιμοποιείται εδώ με τη σημασία του έκτακτου επεί­γοντος γεγονότος που διαταράσσει την ομαλή λειτουργία της τάξης, α­νατρέπει τα καθιερωμένα, τα πρότυπα και τις δομές ή τις συνήθειες στη διδασκαλία και τη μάθηση. Συχνά οδηγεί σε μια ασταθή κατάσταση, δύ­σκολη ή επικίνδυνη για την ανάπτυξη των μαθητών και την ψυχολογία τους. Ο όρος κρίση χρησιμοποιήθηκε αρχικά από την ιατρική (κατά τον 16ο αιώνα) και σημαίνει την ξαφνική και απότομη, θετική ή αρνητική, αλλα­γή στην πορεία μιας ασθένειας. Η χρήση του γενικεύτηκε το 18ο αιώνα και υιοθετήθηκε από πολλές επιστήμες (π.χ. οικονομική κρίση, κοινωνική κρί­ση, ψυχολογική κρίση).

Η λέξη κρίση παραπέμπει συνήθως σε σκηνές πανικού, σε καταστάσεις επείγουσας ανάγκης και σε συμπεριφορές εκτός ελέγχου. Όμως δεν είναι πάντοτε έτσι. Η κρίση είναι γενικά μέρος της ζωής και όχι απλώς μια α­νωμαλία. Στην κινεζική ο όρος κρίση σημαίνει τόσο τον κίνδυνο όσο και την επωφελή ευκαιρία. Από ψυχολογικής πλευράς οι κρίσεις μπορεί να εκδη­λωθούν σε όλους τους ανθρώπους και αφορούν τη δυσκολία χειρισμού του άγχους. Το αν το αποτέλεσμα θα είναι θετικό και δημιουργικό ή αρνη­τικό και αποδιοργανωτικό εξαρτάται από το χειρισμό ή την αντίδραση του ατόμου αλλά και του περιβάλλοντός του.

Στο επίπεδο της ανάπτυξης του ατόμου η κρίση αποτελεί την βάση της ψυχολογικής ανάπτυξής του. Η ζωή του ανθρώπου οριοθετείται από κρίσι­μες φάσεις (π.χ. είσοδος στο σχολείο, εφηβεία, ενηλικίωση, κλιμακτήριο, συνταξιοδότηση) οι οποίες είναι κατά κάποιο τρόπο φυσικές/ομαλές κατα­στάσεις στην πορεία της ανάπτυξής του. Ως μεταβατικές περίοδοι στη ζωή του ανθρώπου, προκαλούν προβλήματα, αλλά και δίνουν ευκαιρίες βελτίωσης της προσαρμογής ή της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξής του (π.χ. ο έφη­βος είτε κλείνεται στον εαυτό είτε εντάσσεται σε ομάδα συνομηλίκων του, εκφράζοντας την αντίθεση του στις συμπεριφορές, τις αξίες και τον τρό­πο ζωής των ενηλίκων).

Στο επίπεδο της κοινωνικής ψυχολογίας της ομάδας οι κρίσεις είναι ε­πίσης φυσικές/ ομαλές καταστάσεις στη δυναμική ανάπτυξης της ομάδας και στην ψυχοκοινωνική λειτουργία της. Παρατηρείται ότι στην πορεία α­νάπτυξης της ομάδας εκδηλώνονται συγκρούσεις και βίαιοι ανταγωνισμοί μεταξύ των μελών της ως μια φάση της οργάνωσης και της διασύνδεσης των συναισθημάτων, των στάσεων και των αντιλήψεων που επικρατούν στην ομάδα. Στο πλαίσιο αυτής της δυναμικής, όταν σε μια ομάδα υπάρ­χουν σοβαρές στερήσεις και έντονα συναισθήματα, μπορούν να διαμορ­φωθούν οργανωμένες αντίπαλες υποομάδες ή κλίκες και να εμφανιστούν απρόβλεπτες αντιδράσεις θυμού και αχαλίνωτης οργής που εκδηλώνονται με βρισιές και καταστροφές αντικειμένων.

Ο εκπαιδευτικός

Στο παρελθόν ο εκπαιδευτικός στηριζόταν συχνά στην εμπειρία σχετι­κά με τη στάση του μέσα στην τάξη, ενώ για τον έλεγχό της επικεντρωνό­ταν κυρίως στη διδακτέα ύλη και στην επιβολή των κανόνων με κάθε τρό­πο. Ο παραδοσιακός εκπαιδευτικός, μέχρι το 1970, πίστευε ότι ο φόβος και το άγχος των μαθητών για τον ίδιο, το σχολείο και τα μαθήματα

απο­τελούσαν μέσα επηρεασμού και ελέγχου της επίδοσης και της συμπερι­φοράς τους.

Έτσι, χρησιμοποιούσε ως μέσα αγωγής κυρώσεις όπως:

  • τράβηγμα αυτιού
  • περισσότερη γραπτή εργασία
  • επίπλη­ξη
  • παράπονα στους γονείς
  • κακή βαθμολογία
  • αποβολές

Εναλλακτικά, χρησιμοποιούσε επιβραβεύσεις και έβαζε μεγάλους βαθμούς, για να «κερ­δίσει» τους μαθητές και να γίνει αγαπητός. Οι «εξετάσεις» και ο «βαθμός» από εργαλεία ψυχοπαιδαγωγικής υποστήριξης της μάθησης μετατρέπο­νταν σε όπλο του εκπαιδευτικού και σε μέσα αυταρχικής ρύθμισης των προβλημάτων συμπεριφοράς.

Το σχολείο και η σχολική τάξη είναι θεσμοί της κοινωνικής ζωής και στο πλαίσιό τους, γενικά, είναι δυνατόν να έχουμε διαταραχές και γεγονότα ε­κτός ελέγχου που εμπίπτουν σε μία ή σε περισσότερες από τις πιο πάνω περιπτώσεις.

Ορισμένες κρίσεις, συνήθως οι περιστασιακές και οι διαπρο­σωπικές, μπορούν πρακτικά να είναι και να παραμείνουν ατομικό ζήτημα ε­νός μαθητή ή ορισμένων μελών της σχολικής τάξης, ενώ άλλες διαταράσ­σουν την ομαλή λειτουργία όλης της σχολικής τάξης και παρεμποδίζουν τη διδασκαλία. Αυτές οι τελευταίες μπορούν να ομαδοποιηθούν με βάση την πηγή της κρίσης και τα δεδομένα της σχολικής τάξης ως εξής:

  • κρίσεις που οφείλονται στην οργάνωση και τη διαχείριση της σχολικής τάξης,
  • ψυχολογικές κρίσεις των μαθητών,
  • κρίσεις στο περιβάλλον της σχολικής τάξης και του σχολείου,
  • κρίσεις λόγω έκτακτων καταστροφικών γεγονότων.

Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει συχνά αποτυχία των συνηθισμένων μεθόδων αντιμετώπισης των προβλημάτων και χρειάζεται, όπως θα δούμε πιο κάτω, ιδιαίτερη παρέμβαση για την πρόληψή τους ή τη διαχείριση των συνεπειών τους.

Focus teacher.jpg

Η καλύτερη μάθηση συμβαίνει στις ομάδες. Η συνεργασία είναι η ουσία της ανάπτυξης όπως έχει αναφέρει χαρακτηριστικά o Sir Ken Robinson στην προ επταετίας (16/6/2008) ιστορική διάλεξή του “Changing Paradigms”.

Μετάφραση:  Άννα Παππά
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος αλληλεπιδρά -ψυχικά και συναισθηματικά- με το παιδί.
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος δίνει στοργή σους μαθητές και τους κάνει να βιώσουν τι είναι το συναίσθημα.
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος χαμογελά στους μαθητές του ακόμη κι όταν εκείνοι τον εκνευρίζουν.
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος δε διδάσκει μόνο ό,τι περιλαμβάνει το βιβλίο, αλλά και την αλήθεια που υπάρχει έξω. Πρακτική σε ισορροπία με τη θεωρία.
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος είναι αφιερωμένος στο λειτούργημά του. Έχει αναλάβει μία δέσμευση, που πρέπει να την εκπληρώσει.
  • Ο σπουδαίος δάσκαλος γνωρίζει καλά ότι το παιδί δεν είναι απλά μία νότα που άλλοτε κλαίει, άλλοτε, χαμογελάει και άλλοτε γελάει. Ξέρει πολύ καλά ότι μπροστά του στέκεται το αληθινό θαύμα της ζωής.

Yuventius, Τζακάρτα, Ινδονησία
Ένας καλός δάσκαλος είναι εκείνος που διδάσκει, όχι μόνο με το μυαλό, αλλά και με την καρδιά.
SyanneHelly, Ανατολική Ιάβα, Ινδονησία
Ένας δάσκαλος πρέπει να έχει τρία βασικά χαρακτηριστικά:
Απόθεμα γνώσεων
Επαγγελματικές δεξιότητες
Προσωπικά ποιοτικά χαρακτηριστικά
Υπάρχει μία παροιμία που λέει: «Δώσε μου ένα ψάρι και θα έχω φαγητό για μία ημέρα. Μάθε με να τρώω ψάρια και θα τα τρώω μια ζωή». Αυτή πρέπει να είναι η φιλοσοφία του καλού δασκάλου.
Ο δάσκαλος πρέπει να είναι υπομονετικός, ευγενικός, ευέλικτος και ευρηματικός. Να είναι ανεκτικός, ανοιχτόμυαλος και με καλή αίσθηση του χιούμορ. Να είναι ενθουσιώδης και να απολαμβάνει τη διδασκαλία. Να είναι ειλικρινής, ευφάνταστος και δημιουργικός. Να είναι αποδοτικός, ταπεινός και μετριόφρων. Κατά τη γνώμη μου, ο δάσκαλος πρέπει να είναι κάπως έτσι.
SheebaRamahandran,Buraida, Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας
Ο καλός δάσκαλος βοηθά τους μαθητές του από όλες τις απόψεις. Τους δίνει τη δυνατότητα να ζήσουν μία καλύτερη ζωή. Διδάσκει τους μαθητές του πώς να παίρνουν καλές αποφάσεις σε όλες τις συνθήκες. Είναι καλός τόσο απέναντι στους μαθητές του, όσο και απέναντι στην κοινωνία. Έχει ηθικό χαρακτήρα και είναι το πρότυπο των νέων για μία καλή κοινωνία.
PrafullBhasarkar,Babupeth,Chandrapur, Ινδία
Νομίζω ότι ένας καλός δάσκαλος πρέπει να είναι μία καλή και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Να έχει το αίσθημα της περιέργειας, να έχει πάθος και να ενδιαφέρεται για τα ενδιαφέροντα των μαθητών του, για τις επιθυμίες τους, για τα αισθήματά τους. Ένας πραγματικά καλός δάσκαλος θα πρέπει να είναι παιδί στην ψυχή, πράγμα που σημαίνει να είναι δημιουργικός, ευφάνταστος και έτοιμος για εξερευνήσεις…
MigenaMullaj,Reseda, Καλιφόρνια, ΗΠΑ
Ο καλός δάσκαλος είναι στη διάθεση όλων των μαθητών του ωστόσο γνωρίζει ποιοι μαθητές έχουν ανάγκη από περισσότερη βοήθεια.
Ο καλός δάσκαλος είναι χαρισματικός στην επικοινωνία και γνωρίζει καλά πώς θα ελίσσεται επικοινωνιακά, ώστε οι μαθητές του να κατανοούν όλες τις έννοιες που διδάσκονται.
Ο καλός δάσκαλος προτρέπει τους μαθητές του να κάνουν ερωτήσεις, ωστόσο απαντά έτσι ώστε να επωφελούνται όλοι οι μαθητές.
Ο καλός δάσκαλος έχει κανόνες και διαδικασίες που βοηθούν τους μαθητές να γνωρίζουν, εκ των προτέρων, τι περιμένει από αυτούς και πώς οι μαθητές μπορούν να επωφεληθούν περισσότερο στην τάξη.
Ο καλός δάσκαλος ενθαρρύνει τη συνεργασία και γίνεται το παράδειγμα για τους μαθητές του αλλά και για τους συναδέλφους του.
Ο καλός δάσκαλος είναι ευέλικτος και ικανός να τροποποιήσει το μάθημα «σύμφωνα με τις ανάγκες της στιγμής» αποσκοπώντας να καλύψει τις ανάγκες των μαθητών του.
Ο καλός δάσκαλος σέβεται όλους τους μαθητές του και τους ενθαρρύνει για καλύτερες επιδόσεις.
Maria Garcia, Oyster Bay,ΝέαΥόρκη,ΗΠΑ
Ο υπέροχος δάσκαλος ορίζεται με τρεις απλές λέξεις: «Ο καλύτερος φίλος».
Ποιον εμπιστεύεστε περισσότερο από τον καλύτερο φίλο σας; Ποιον αγαπάτε περισσότερο και ποιος ανταποδίδει την αγάπη, όσο ο καλύτερος φίλος σας; Ποιος είναι καλύτερος από τον καλύτερο φίλο σας για να σας δώσει τις γνώσεις του; Τελικά, ποιον άλλον θυμάστε περισσότερο, όσο ζείτε, παρά τον καλύτερο φίλο σας;
Μακάρι να ήμασταν όλοι δάσκαλοι…
Marco Melendez, San Angelo,Τέξας,ΗΠΑ
Ο δάσκαλος πρέπει να εμφορείται από γονική αγάπη προς τους μαθητές του.
Πρέπει να έχει τιμιότητα και ηθικό χαρακτήρα.
Να έχει καλή γνώση των θεμάτων που διδάσκει.
Να προετοιμάζεται επαρκώς.
Σωματικά και ψυχικά να αισθάνεται ορεξάτος για δουλειά.
Να είναι δραστήριος και αποδοτικός στην τάξη.
Στη διδασκαλία του να χρησιμοποιεί εποπτικά μέσα.
Να προετοιμάζεται επαρκώς για της διδασκαλία του.
Οι μαθητές να είναι χαρούμενοι στην τάξη.
LaxmanWadgire,Yavatmal, Ινδία
Ο καλός δάσκαλος κατανοεί την παιδικότητα με τον καλύτερο τρόπο. Γνωρίζει ότι η παιδική νοοτροπία είναι παγκόσμια, ενώ των ενηλίκων δεν είναι και κατά συνέπεια είναι ευκολότερο να συνεργαστεί με κάθε παιδί, σε κάθε τόπο, σε κάθε χρονική στιγμή.
KukuboBarasamNairobi, Κένυα
Όλοι έχουν τη δική τους άποψη για το θέμα αυτό και είναι αδύνατο να ικανοποιήσω τους πάντες ταυτόχρονα. Είναι πολύ δύσκολο να πω ποιος είναι ο καλός δάσκαλος τη στιγμή που, ακόμη, είμαι μαθητής και έχω τις απαιτήσεις μου από ό,τι ένας εκπαιδευτικός πρέπει να κάνει. Νομίζω ότι οι ιδιότητες που ένας εκπαιδευτικός θα πρέπει να έχει, είναι να προσαρμόζει τις ικανότητές του με το επίπεδο του μαθητή, να κάνει τη διδασκαλία διασκεδαστική και εύληπτη ώστε τα παιδιά να προσέχουν και να κάνει τα παιδιά να ανυπομονούν να μπουν στην τάξη. Και πάνω απ’ όλα να διατηρεί τον έλεγχο της τάξης.
Katie,OklahomaCity,Oklahoma, ΗΠΑ
«Όταν η αγάπη και η δεξιότητα πάνε μαζί, περιμένετε ένα αριστούργημα» (Ruskin). Είναι θεμελιώδες, ο δάσκαλος να νοιάζεται για τις ανθρωπιστικές αξίες γενικά. Από τη στιγμή που αγαπά, είναι βέβαιο ότι θα εκτιμήσει την προσωπικότητα του κάθε παιδιού στην τάξη και ό,τι άλλο είναι στην αρμοδιότητά του. Ο δάσκαλος να λαμβάνει υπ’ όψιν ότι αποτελεί πρότυπο για τα παιδιά και να μη λησμονεί ότι διδάσκει περισσότερα μ’ αυτά που κάνει παρά μ’ αυτά που λέει. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τον δάσκαλο.
JudithButler,countyCork, Ιρλανδία
Ο καλός δάσκαλος, με την αφοσίωση στη διδασκαλία και με την αγάπη του προς τα παιδιά, συνδυάζει τη μάθηση με την ψυχική ικανοποίηση.
DwiRahayu,Jakarta, Ινδονησία
Καλός δάσκαλος είναι όποιος μαθαίνει από τους μαθητές του, όποιος μπορεί να μάθει με αυτούς και γι’ αυτούς. Επίσης αυτός που είναι ειλικρινής στις σχέσεις του με τους μαθητές, υπερήφανος για τη δική του συνεισφορά στη μάθηση και στη βοήθεια ώστε να οικοδομήσουν οι μαθητές του την αυτοεκτίμηση.
ChristianBerger,Santiago, Χιλή
Καλός δάσκαλος είναι εκείνος που εξακολουθεί να είναι μαθητής του εαυτού του.
Astrid,Perth,WA, Αυστραλία
Εκείνος που δεν έχει καμία προκατάληψη, που έχει ευρύ οπτικό ορίζοντα, που έχει τα μάτια ανοιχτά να βλέπει και να εξερευνά τη ζωή, που διδάσκει και στον εαυτό του, εκείνος είναι ο καλύτερος δάσκαλος γιατί εξακολουθεί ακόμη να είναι παιδί.
Ashish,Mumbai.Maharshtra, Ινδία
Νομίζω ότι καλός δάσκαλος είναι εκείνος που δείχνει στα παιδιά του τις αξίες πίσω από τα πράγματα και που διδάσκει με συναρπαστικό και συνάμα φιλικό τρόπο.
Aly Al Sabbah, Cairo,Αίγυπτος
Ο δάσκαλος οφείλει ν’ αγαπά και να γνωρίζει τα παιδιά προσωπικά για να μπορεί να τα βοηθήσει περισσότερο.
Το αίσθημα φροντίδας και αλληλεγγύης βοηθά τον δάσκαλο να γνωρίσει καλύτερα τους μαθητές του.
Τα παιδιά αγαπούν περισσότερο εκείνον τον δάσκαλο που μπορούν να εμπιστευτούν.
Να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους πρέπει να είναι ο πρωταρχικός στόχος του δασκάλου, αν και η πειθαρχία θα πρέπει να είναι παρούσα.
Vinod Bala Jain, Meerut, U.P.,Ινδία
Ο καλός δάσκαλος αντιπροσωπεύει μερικές από τις ακόλουθες ιδιότητες:
Πρέπει να έχει εστιασμένη την προσοχή του στους μαθητές του και παράλληλα να είναι ανοιχτόμυαλος και να ενδιαφέρεται για κοινά ζητήματα.
Πρέπει να είναι αυστηρός, με αυτοπεποίθηση και αρχές και ταυτόχρονα να είναι συμπαραστάτης των μαθητών και φίλος τους. Να ακούει τα παιδιά όταν έχουν κάτι να του πουν.
Να μπορεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη φιλία και στο αξίωμα που κατέχει.
Να συνεργάζεται με τα παιδιά από αγάπη και όχι από υποχρέωση.
Να απολαμβάνει τη διδασκαλία.
Να έχει καλή οργάνωση και προγραμματισμό έτσι να μην έχει ποτέ έλλειψη χρόνου.
Να ζωντανεύει το μάθημα ώστε να κρατά αμείωτη την προσοχή των μαθητών του.
Να κερδίζει το ενδιαφέρον των μαθητών του.
Να μεταδίδει πληροφορίες που κρατούν το ενδιαφέρον ζωντανό.
Πρέπει να είναι υπομονετικός.
Ο καλός δάσκαλος είναι ένα ανθρώπινο ον, σαν εσένα κι εμένα. Έτσι είναι προφανές ότι οι παραπάνω ιδιότητες μπορούν να γίνουν και δικά μας χαρακτηριστικά, που στη συνέχεια θα ενταχθούν στην καθημερινή μας ζωή.
Birte Schneeweiß, Dagmar Schulz, Berit Hencke, Kiel,Γερμανία
Ένας καλός δάσκαλος (πέρα από τα άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά) πρέπει να είναι συνεπής και σταθερός. Δεν έχει κανένα νόημα π.χ. να αποβάλει έναν μαθητή πέντε φορές.
Τούτο σημαίνει ότι ο μαθητής δεν τον παίρνει στα σοβαρά. Πέρα από αυτό, ο καλός δάσκαλος έχει την αίσθηση του χιούμορ, είναι όσο πρέπει -και όχι παραπάνω- φιλικός και καθημερινά είναι καλά προετοιμασμένος. Και είναι σημαντικό για τον δάσκαλο να βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στο πάθος για τη δουλειά του και στο ενδιαφέρον των μαθητών του.
ThomasTschirner, Κίελο, Γερμανία
Εν συντομία, ένας δάσκαλος πρέπει να έχει αυτοπεποίθηση και γνώση γι’ αυτό που κάνει, αλλά το πιο σημαντικό είναι να απολαμβάνει αυτό που κάνει. Πρέπει να είναι ενθουσιώδης και πρέπει να έχει πραγματικό ενδιαφέρον για τους μαθητές του.
Hannah Gunther, Κίελο, Γερμανία
Ένας καλός δάσκαλος:
Πρέπει να είναι υπομονετικός.
Να βελτιώνει συνεχώς τις μεθόδους διδασκαλίας του.
Να είναι γνώστης του αντικειμένου του.
Να δίνει κίνητρα στους μαθητές του ώστε να αυξάνει το ενδιαφέρον τους.
Να έχει κατανοήσει πώς ενεργούν τα παιδιά.
Να θυμάται ότι, κάποτε, ήταν και αυτός παιδί.
FranziskaLindenthal, Κίελο, Γερμανία
Ο καλός δάσκαλος πρέπει να είναι φιλικός, πρέπει να ακούει τους μαθητές και πρέπει να ενδιαφέρεται και να φροντίζει κάθε μαθητή στην τάξη.
ChristianeStroeher, Κίελο, Γερμανία
Ένας καλός δάσκαλος είναι καλά προετοιμασμένος για κάθε διδασκαλία. Γνωρίζει τι θέλουν να μάθουν τα παιδιά και πώς θα το μάθουν καλύτερα και επίσης ενδιαφέρεται για τον χαρακτήρα των μαθητών του. Ο δάσκαλος επιδιώκει τον σεβασμό των μαθητών του και διδάσκει με σταθερή και απαλή φωνή. Οφείλει να κάνει τους μαθητές του να αισθάνονται επιτυχημένοι και βεβαίως εκεί επικεντρώνει τις προσπάθειές του. Εκπέμπει το ενδιαφέρον του για τους μαθητές με τέτοιον τρόπο ώστε οι μαθητές να το αντιλαμβάνονται και να αισθάνονται επιτυχημένοι.
Torben Wolgast, Κίελο, Γερμανία
Ο δάσκαλος πρέπει να είναι πολύπλευρος. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να απολαμβάνει που είναι δάσκαλος και να λατρεύει τη διδασκαλία. Πρέπει να είναι υπομονετικός με τα παιδιά και να είναι σε θέση να αποδώσει το μάθημα σωστά. Η διδασκαλία του να είναι μείγμα μάθησης και ψυχαγωγίας. Ο δάσκαλος πρέπει να είναι το πρόσωπο που μπορεί να μιλήσει ανά πάσα στιγμή και να δώσει κατάλληλες συμβουλές στο παιδί που τις έχει ανάγκη. Να είναι φιλικός αλλά και λίγο αυστηρός, τόσο όσο να έχει τον σεβασμό των παιδιών.
Claudia Thiel, Κίελο, Γερμανία
Ο δάσκαλος οφείλει να είναι κάτοχος:
Της παιδικής ψυχολογίας.
Της ψυχολογίας της εκπαίδευσης.
Των καθηκόντων του και των υποχρεώσεών του.
Της γονικής ψυχολογίας
Των μεθόδων και των τεχνικών διδασκαλίας/μάθησης.
Και, πέραν των ανωτέρω, να είναι καταρτισμένος για το αντικείμενο που διδάσκει.
SajjadHaider,Islamabad, Πακιστάν
Επιθυμώ να καθοδηγώ σωστά τους μαθητές μου. Θέλω να ενδιαφέρονται για τον κόσμο, να αναρωτιούνται, να βλέπουν ότι και αυτοί μπορούν να κάνουν κάτι, να έχουν τη χαρά και την περιέργεια για μάθηση. Να είναι ευγνώμονες γι’ αυτά που έχουν και να σέβεται ο ένας τον άλλο.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε.
MaaikeCorteville,Ingelmunster, Βέλγιο
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που:
Κατέχει καλά το αντικείμενο που διδάσκει.
Αδιάλειπτα βελτιώνει τις τεχνικές διδασκαλίας του.
Προσπαθεί να έχει ποιοτικά αποτελέσματα, ποιοτικούς μαθητές.
Κάνει «εκτιμήσεις των αναγκών» και προετοιμάζει τους μαθητές να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις.
MohamadHazawawiYusof,Perak, Μαλαισία
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που δεν «διδάσκει» αλλά που είναι πρόθυμος να μάθει με το παιδί και από το παιδί. Είναι αυτός που, όταν σκέφτεται, βλέπει τι δεν έχει κάνει ακόμα!
Vivekananda Roy Ghatak, Gujarat,Ινδία
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που προετοιμάζει τους μαθητές του να γίνουν πολύτιμα στοιχεία για τη χώρα τους.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που νοιάζεται και που έχει αφιερώσει όλες του τις προσπάθειες στα παιδιά.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που έχει μεγάλη καρδιά.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που προετοιμάζει καλά τους μαθητές του για τη ζωή.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που έχει εξαιρετικό τελικό αποτέλεσμα.
Stanley Ret,Κολωνία, Yap State FM
Ο καλός δάσκαλος δεν ξεχνά ποτέ τι σημαίνει να είσαι μαθητής -ευάλωτος, αγχωμένος και εξαρτημένος! Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, κοιτάζει τον μαθητή του και αναλογίζεται: «ιδού η ψυχή του ανθρώπου». Ο μαθητής είναι το ισοδύναμο του δασκάλου -και οι δύο, οδηγούν ο ένας τον άλλο στην ανάπτυξη της γνώσης, και οι δύο μαθαίνουν για τον εαυτό τους, χωρίς αντιμαχίες. Και οι δύο χαμογελούν όταν κάτι το κάνουν καλά!
Susan Sheldon, ΗΠΑ
Ο καλός δάσκαλος είναι φιλικός προς το παιδί, το φροντίζει, είναι καλόκαρδος, ταπεινός, υπομονετικός και έχει τον φόβο του θεού. Είναι πρόθυμος να δώσει και ν’ ακούσει, δεν ζηλεύει και πλημμυρίζει από γονική αγάπη.
Πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν συνέπειες για τους δασκάλους που κακομεταχειρίζονται τα παιδιά. Οι δάσκαλοι πρέπει να είναι οι καλύτεροι φίλοι των παιδιών και ποτέ οι εχθροί τους. Στην πραγματικότητα, ορισμένα παιδιά αρνούνται να πάνε στο σχολείο τους λόγω του δασκάλου τους. Εργάζομαι σε μία ΜΚΟ για παιδιά και πολλά από αυτά παραπονούνται σε μένα για τους δασκάλους τους.
NgoziEkwerike, Νιγηρία
Ένας πραγματικός φίλος είναι κάποιος που ξέρει τα πάντα για εσάς και ακόμα σας αγαπά. Ένας καλός δάσκαλος είναι ένας καλός φίλος. Ένας καλός δάσκαλος είναι αυτός που μας διδάσκει, όπως τα παιδιά, με αγάπη.
Arif Raza, Πακιστάν
Καλή διδασκαλία είναι «να χωρέσεις στα παπούτσια των μαθητών σου».
Ο καλός δάσκαλος πρέπει να φέρεται έτσι ώστε εκείνοι που τον ακολουθούν να δέχονται καλά διδάγματα.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που μαθαίνει.
FeEspiritu, Φιλιππίνες
Ο καλός δάσκαλος δεν υπαγορεύει ό,τι είναι γραμμένο στο βιβλίο ή στο βοήθημα. Ο καλός δάσκαλος αποκαλύπτει ολόκληρο τον κόσμο στους μαθητές του.
MarioMartinoRustan(18 ετών), Ινδονησία
Το σημερινό παιδί είναι ο άνθρωπος του αύριο. Οι δάσκαλοι πρέπει να είναι σύμβολα της καλοσύνης και της αγάπης.
ZahidShah, Πακιστάν
Νομίζω ότι ένας καλός δάσκαλος πρέπει να παρέχει στο παιδί ό,τι χρειάζεται, και προσωπικά και γενικά. Και πρέπει να αγαπά, να υπηρετεί και τιμά το παιδί.
Amritanshu, Ινδία
Ένας καλός δάσκαλος είναι σαν γονιός που αγαπά. Είναι δίκαιος, ευέλικτος, και ικανός να ανταπεξέλθει ακόμη και στις πιο σοβαρές καταστάσεις.
EnitanMason, ΗΠΑ
Καλός δάσκαλος είναι ο σύντροφος των παιδιών στη μάθηση, είναι αυτός που σκέφτεται και ενεργεί, με τον καλύτερο τρόπο, για το συμφέρον του παιδιού.
LindaIvonne, Ινδονησία
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που προκαλεί τους μαθητές του να είναι αυτό που μπορούν να είναι.
BarbaraMurphy, ΗΠΑ
Ο καθένας στον κόσμο είναι ένας δάσκαλος κατά μία έννοια. Όλοι διδάσκουμε κάτι σε κάποιον κάποια στιγμή της ζωής μας. Ωστόσο, μερικοί από εμάς συμβαίνει να είναι σπουδαίοι δάσκαλοι. Άποψή μου είναι ότι αυτό συμβαίνει όταν πιστεύουμε στη δύναμη της εκπαίδευσης. Όταν ο μαθητής δυσκολεύεται να μάθει με τον τρόπο που διδάσκετε, τότε, ως καλός δάσκαλος, διδάξτε με τον τρόπο που μαθαίνει.
AnaLauraGarciaGutierrez, δασκάλα ειδικής αγωγής, Μεξικό
Ο καλός δάσκαλος πρέπει να υποδυθεί τον τρελό, αν αυτό βοηθά τον μαθητή του στη μάθηση.
Ο καλός δάσκαλος, όπως ο καλός ποιμένας, «πρέπει να θυσιάσει τη ζωή του» για να δώσει στον μαθητή του το δώρο της σοφίας και της κατανόησης.
Ο καλός δάσκαλος εισπράττει απόλυτη ικανοποίηση όταν βλέπει τον μαθητή του να προσπαθεί να κάνει τη ζωή του συνανθρώπου του πιο ουσιαστική.
Ο καλός δάσκαλος μαθαίνει από τον μαθητή του με προθυμία.
Ο καλός δάσκαλος συμπαραστέκεται τον μαθητή του ακούραστα.
Ο καλός δάσκαλος πειθαρχεί πριν από τους μαθητές του.
MaryKalix, ΗΠΑ
Ο καλός δάσκαλος να είναι υπομονετικός, με ήπια και σταθερή φωνή, να κατεβαίνει στο επίπεδο των μαθητών του και να μαθαίνει από αυτούς.
ReginaZ.Ubana, Φιλιππίνες
Για έναν καλό δάσκαλο, είναι θεμελιώδους σημασίας:
Να αισθάνεται σαν Παιδί.
Να σκέφτεται σαν παιδί.
Να ενεργεί σαν παιδί.
Να θυμάται ότι κάποτε ήταν παιδί και ότι ήρθε η ώρα να ξαναγίνει παιδί.
OscarPachero
Για να είναι κάποιος καλός δάσκαλος, πρέπει πρώτα να υπήρξε καλός μαθητής.
DeborahBarger, ΗΠΑ
Καλός δάσκαλος είναι εκείνος που εκφράζεται με σαφήνεια, που κατανοεί το πρόβλημα ενός παιδιού και που είναι πρόθυμος να βοηθήσει ανά πάσα στιγμή.
Που ξέρει ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος. Που είναι πολύ εργατικός και πολύ φιλικός και που μπορεί να φωτίσει το μέλλον του παιδιού.

 

Α. Κρίσεις που οφείλονται στον τύπο/τρόπο οργάνωσης της τάξης και στη διαχείρισή της

Η διαχείριση της τάξης αποτελεί βασικό ζήτημα της σχολικής εκπαίδευ­σης. Όλοι οι εκπαιδευτικοί, με μικρή ή μεγάλη πείρα, νιώθουν την πρόκλη­ση κάθε φορά που μπαίνουν σε μια νέα τάξη.

Η εμπειρική έρευνα ανέδει­ξε διάφορους τύπους τάξεων, ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο διαχει­ρίζεται κάθε εκπαιδευτικός την τάξη και τα προβλήματα πειθαρχίας που προκύπτουν σ’ αυτήν:

  1. Χαοτική και αναστατωμένη τάξη. Ο εκπαιδευτικός παλεύει να την ε­λέγξει, αλλά οι οδηγίες, οι απειλές ή οι τιμωρίες δεν έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα.
  2. Θορυβώδης τάξη, αλλά θετική και χαρούμενη ατμόσφαιρα. Ο εκπαι­δευτικός δημιουργεί ατμόσφαιρα χαράς με ιστορίες, φιλμ, παιχνίδια και δημιουργικές δραστηριότητες απασχόλησης, περιορίζοντας στο ελάχι­στο τις σχολικές δραστηριότητες. Όμως η προσοχή στα μαθήματα δεν είναι σταθερή, οι ασκήσεις στην τάξη συχνά δεν ολοκληρώνονται και οι μαθητές κάνουν πολλά λάθη.
  3. Ήσυχη και πειθαρχημένη τάξη. Ο εκπαιδευτικός έχει ορίσει κανόνες και επιβλέπει την εφαρμογή τους, αντιδρά άμεσα και τιμωρεί τους πα­ραβάτες. Η υπακοή των μαθητών δημιουργεί την εντύπωση ότι ο εκπαι­δευτικός έχει πετύχει να επιβάλει κανόνες, αλλά το κλίμα της τάξης δεν είναι ήρεμο. Υπολανθάνει η αντίδραση και, μόλις φύγει ο εκπαιδευτι­κός, η τάξη «εκρήγνυται».
  4. Αυτορρυθμιζόμενη ευχάριστη τάξη. Ο εκπαιδευτικός δεν απασχολεί­ται με προβλήματα πειθαρχίας. Οι μαθητές ακολουθούν τις οδηγίες του και εκτελούν τις ασκήσεις χωρίς ανάγκη μεγάλης επίβλεψης, δεν κά­νουν ενοχλητικό θόρυβο ούτε τσακώνονται. Αν προκύψει κάποιο πρό­βλημα, η τάξη εύκολα αποκαθίσταται με απλή παρατήρηση από τον εκ­παιδευτικό.

Αυτές οι τάξεις συναντώνται, συχνότερα ή σπανιότερα, σε όλα τα σχο­λεία όλων των τύπων και επομένως τα προβλήματα πειθαρχίας δεν οφεί­λονται στα χαρακτηριστικά των μαθητών. Σε κάθε σχολείο υπάρχουν εκπαιδευτικοί που έχουν χρόνια προβλήματα ελέγχου της τάξης, ενώ άλλοι έχουν θετική συνεργασία ακόμη και με τάξεις που χαρακτηρίζονται «δύ­σκολες» ή «προβληματικές».

Στο παρελθόν ο εκπαιδευτικός στηριζόταν συχνά στην εμπειρία σχετι­κά με τη στάση του μέσα στην τάξη, ενώ για τον έλεγχό της επικεντρωνό­ταν κυρίως στη διδακτέα ύλη και στην επιβολή των κανόνων με κάθε τρό­πο. Ο παραδοσιακός εκπαιδευτικός, μέχρι το 1970, πίστευε ότι ο φόβος και το άγχος των μαθητών για τον ίδιο, το σχολείο και τα μαθήματα απο­τελούσαν μέσα επηρεασμού και ελέγχου της επίδοσης και της συμπερι­φοράς τους (Φυσικούδης, 1997). Έτσι, χρησιμοποιούσε ως μέσα αγωγής κυρώσεις όπως: τράβηγμα αυτιού, περισσότερη γραπτή εργασία, επίπλη­ξη, παράπονα στους γονείς, κακή βαθμολογία, αποβολές. Εναλλακτικά, χρησιμοποιούσε επιβραβεύσεις και έβαζε μεγάλους βαθμούς, για να «κερ­δίσει» τους μαθητές και να γίνει αγαπητός. Οι «εξετάσεις» και ο «βαθμός» από εργαλεία ψυχοπαιδαγωγικής υποστήριξης της μάθησης μετατρέπο­νταν σε όπλο του εκπαιδευτικού και σε μέσα αυταρχικής ρύθμισης των προβλημάτων συμπεριφοράς. Όμως συχνά δεν μπορούσε να εξηγηθεί γι­ατί ξέφευγε ο έλεγχος της τάξης ή γιατί μια τάξη ήταν λειτουργική με έ­ναν καθηγητή και πολύ δύσκολη με άλλον ή, στην περίπτωση ενός μαθη­τή, πώς ξαφνικά άλλαζε η συμπεριφορά του.

Γενικά, όταν στην τάξη επικρατεί η αυστηρή επιβολή των κανόνων, με την πάροδο του χρόνου προκαλούνται αρνητικά συναισθήματα για τον εκ­παιδευτικό, το μάθημα ή το σχολείο. Οι μαθητές συμμετέχουν μόνο όταν είναι ο εκπαιδευτικός παρών και, αντίθετα, γίνεται πανζουρλισμός μόλις φύγει από την τάξη. Επιπλέον, συσσωρεύεται πίεση που αλληλεπιδρά με φαινόμενα εκτός τάξης ή με την ατομική ψυχολογία και με προβλήματα της εφηβείας που μπορεί να οδηγήσουν σε ξαφνικές εκρήξεις.

Ο εκπαι­δευτικός που προσπαθεί να επιβληθεί στην τάξη χάνει εύκολα τον έλεγχό της, ενώ οι μαθητές δεν ενδιαφέρονται για τη μάθηση και δε βελτιώνουν τη συμπεριφορά τους σε θέματα αυτοπειθαρχίας και αλληλοσεβασμού.

Η πειθαρχία δεν επιβάλλεται, αλλά καλλιεργείται σταδιακά, ώστε μέσω της κατάλληλης αγωγής να κατακτήσουν οι μαθητές την αυτοπειθαρχία. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για τη βελτίωση της συμπεριφοράς των μαθητών στην τάξη είναι η ενθάρρυνσή τους με την προβολή των θετι­κών συμπεριφορών που αναμένονται από αυτούς. Αυτό πραγματοποιεί­ται με τα πρώτα μηνύματα που δίνονται στο ξεκίνημα της σχολικής χρονι­άς, με την ποιότητα του μαθήματος, με τα μέσα στήριξης της επιθυμητής συμπεριφοράς (επιβράβευση, πρότυπα, συμφωνία) και με τον προσδιορι­σμό από την πρώτη μέρα των κανόνων της τάξης και της συμμετοχής των μαθητών. Η συμμετοχή των μαθητών από τα πρώτα τρία λεπτά στην τάξη καθορίζει τον τόνο για τα επόμενα λεπτά της ώρας. Επίσης η χρήση ποικι­λίας τεχνικών διδασκαλίας βοηθά να αποφεύγεται η ανία των μαθητών.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια εντάθηκε η έρευνα σχετικά με την αποτε­λεσματική τάξη. Σήμερα η προσέγγιση της διαχείρισης της τάξης από τη σκοπιά της ψυχολογίας των ομάδων προσφέρει ένα θεωρητικό πλαίσιο και εκείνες τις αρχές που βοηθούν τον εκπαιδευτικό να κάνει πιο αποτελεσμα­τικές επιλογές σχετικά με το ρόλο του στην τάξη. Το συμπέρασμα όλων εί­ναι ότι χρειάζεται αναμόρφωση του ρόλου του εκπαιδευτικού.

Στη βιβλιο­γραφία υπάρχουν λεπτομερείς περιγραφές των διαδικασιών αποτελεσμα­τικής διαχείρισης της τάξης (π.χ. Ματσαγγούρας, Good). Αυτές βοη­θούν τόσο στην προαγωγή της μάθησης όσο και στην πρόληψη των κρίσε­ων, αλλά και στον αποτελεσματικό χειρισμό των προβλημάτων και στην α­ποφυγή της επιδείνωσής τους σε περιπτώσεις κρίσης.

Πως το σχολείο σκοτώνει τη δημιουργικότητα

Η εκπαίδευση θεωρείται συχνά ως η βάση για τη δημιουργία μιας καλά στρογγυλεμένης και παραγωγικής κοινωνίας, αλλά η πίστη αυτή πηγάζει συνήθως από τη σκέψη πως αυτοί που προέρχονται από το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει είναι σε θέση να κρατήσουν τα γρανάζια της κοινωνίας σε λειτουργία, προκειμένου να διατηρήσουν τα περιθώρια κέρδους των μεγάλων εταιρειών, σε ένα σύστημα που απαιτεί συνεχή ανάπτυξη.
Αυτό σημαίνει ότι η τυπική εκπαίδευση επικεντρώνεται λιγότερο σε κάθε άτομο και την ανάπτυξή του και περισσότερο στη δημιουργία εργατριών μελισσών που θα βγουν στον έξω κόσμο παραμένοντας εντός των ορίων του συστήματος που αυτό καθορίζει. Ο Sir Ken Robinson έδωσε μια ομιλία στο TED, όπου συζήτησε τις πεποιθήσεις του για το πώς η εκπαίδευση σκοτώνει τη δημιουργικότητα. Αυτή η ομιλία αποτελεί μια από τις πιο διάσημες ομιλίες TED όλων των εποχών και έχει εμπνεύσει πολλούς να ξανασκεφτούν τον τρόπο με τον οποίο εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας.

 

Μερικά βασικά στοιχεία για την αποτελεσματική διαχείριση της τάξης:

Η αποτελεσματική διαχείριση της τάξης δεν επιτυγχάνεται με την άσκη­ση της εξουσίας του εκπαιδευτικού ούτε με την επιβολή της πειθαρχίας μέσω κανόνων παιδονομίας. Η τάξη και η ησυχία έχει διαπιστωθεί ότι δεν αποτελούν πάντα δείκτη μεγάλης επίδοσης στη μάθηση.

Η αποτελεσματική διαχείριση διασφαλίζεται, όταν έχει στόχο:

• την ανάπτυξη και τη διατήρηση αποτελεσματικού περιβάλλοντος μάθη­σης για όλους τους μαθητές της τάξης, • την εξασφάλιση κατάλληλης συμπεριφοράς στην τάξη.

Σημαντική είναι επίσης η ατομική αντιμετώπιση της ακατάλληλης συ­μπεριφοράς του μαθητή και η πρώτη αντίδραση του καθηγητή σε αυτή τη συμπεριφορά. Είναι ανάγκη ο εκπαιδευτικός να μην ταυτίζει τα λάθη στο μάθημα με την ακατάλληλη συμπεριφορά. Οι μαθητές ενθαρρύνονται να κάνουν το καλύτερο που μπορούν, αλλά δεν είναι δυνατόν να μην κάνουν λάθη. Γενικά, είναι καλύτερη η πρόληψη από την τιμωρία. Αν ένα παιδί συ­νεχίζει να παραβιάζει τους κανόνες, ο εκπαιδευτικός δεν εκνευρίζεται μπροστά σε όλους, αλλά του μιλά στο διάλειμμα, όταν ο μαθητής είναι μό­νος του.

Για την αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης θα πρέπει όλοι όσοι απαρτίζουν τη σχολική κοινότητα να κατανοήσουν σαφώς τους ρό­λους και τις ευθύνες τις δικές τους αλλά και των άλλων. Έτσι θα αποφευ­χθούν οι διαπροσωπικές συγκρούσεις, αλλά και θα διασφαλιστεί η ομαλή πορεία του σχολικού έργου. Οι προσδοκίες του εκπαιδευτικού θα πρέπει να εναρμονίζονται με το Α.Π.Σ. όσον αφορά τις δραστηριότητες που οφεί­λει να επιτελεί ο μαθητής. Ο ρόλος του μαθητή δεν μπορεί να είναι αυτός του πειθαρχημένου, υπάκουου εκτελεστή εντολών, εξαρτωμένου από την εξουσία του εκπαιδευτικού.

Η πειθαρχία δεν επιβάλλεται, αλλά καλλιεργείται σταδιακά, ώστε μέσω της κατάλληλης αγωγής να κατακτήσουν οι μαθητές την αυτοπειθαρχία. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για τη βελτίωση της συμπεριφοράς των μαθητών στην τάξη είναι η ενθάρρυνσή τους με την προβολή των θετι­κών συμπεριφορών που αναμένονται από αυτούς. Αυτό πραγματοποιεί­ται με τα πρώτα μηνύματα που δίνονται στο ξεκίνημα της σχολικής χρονι­άς, με την ποιότητα του μαθήματος, με τα μέσα στήριξης της επιθυμητής συμπεριφοράς (επιβράβευση, πρότυπα, συμφωνία) και με τον προσδιορι­σμό από την πρώτη μέρα των κανόνων της τάξης και της συμμετοχής των μαθητών. Η συμμετοχή των μαθητών από τα πρώτα τρία λεπτά στην τάξη καθορίζει τον τόνο για τα επόμενα λεπτά της ώρας. Επίσης η χρήση ποικι­λίας τεχνικών διδασκαλίας βοηθά να αποφεύγεται η ανία των μαθητών.

Η ακατάλληλη συμπεριφορά των μαθητών στην τάξη σχετίζεται με τις αντιλήψεις τους για το ρόλο του εκπαιδευτικού. Συχνά η εκδήλωση τέτοι­ας συμπεριφοράς αφορά ορισμένους μαθητές, οι συνέπειές της όμως επε­κτείνονται σε όλους τους μαθητές. Ο εκπαιδευτικός είναι ουσιαστικό να δι­ατηρήσει το κύρος του στο πλαίσιο της τάξης, λαμβάνοντας υπόψη του τη χρονική στιγμή και τον τύπο δραστηριότητας κατά τη διάρκεια των οποίων κάποιοι μαθητές συμπεριφέρονται ακατάλληλα. Όπως έχει διαπιστωθεί α­πό έρευνες σε σχολεία του εξωτερικού, οι άριστοι μαθητές συνήθως συ­μπεριφέρονται ακατάλληλα στα διαλείμματα, σε αλλαγή δραστηριότητας ή τάξης και στο τέλος μιας διδακτικής ώρας, ενώ οι αδύνατοι μαθητές στο ενδιάμεσο της διδακτικής ώρας.

Σημαντική είναι επίσης η ατομική αντιμετώπιση της ακατάλληλης συ­μπεριφοράς του μαθητή και η πρώτη αντίδραση του καθηγητή σε αυτή τη συμπεριφορά. Είναι ανάγκη ο εκπαιδευτικός να μην ταυτίζει τα λάθη στο μάθημα με την ακατάλληλη συμπεριφορά. Οι μαθητές ενθαρρύνονται να κάνουν το καλύτερο που μπορούν, αλλά δεν είναι δυνατόν να μην κάνουν λάθη. Γενικά, είναι καλύτερη η πρόληψη από την τιμωρία. Αν ένα παιδί συ­νεχίζει να παραβιάζει τους κανόνες, ο εκπαιδευτικός δεν εκνευρίζεται μπροστά σε όλους, αλλά του μιλά στο διάλειμμα, όταν ο μαθητής είναι μό­νος του. Δεν αρχίζει τις παρατηρήσεις ή τις συμβουλές, πριν ακούσει το μαθητή με υπομονή. Το παιδί συνήθως σιωπά, όταν ο εκπαιδευτικός γελά­ει ή κριτικάρει τη συμπεριφορά του ή δε λέει την αλήθεια, διότι φοβάται την τιμωρία ή επιθυμεί να ικανοποιήσει κάποιον ενήλικα, ενώ άλλοτε δυ­σκολεύεται να εκφραστεί ή να δεχτεί αυτό που συνέβη. Σε ορισμένες πε­ριπτώσεις η εστίαση της προσοχής του εκπαιδευτικού στην αρνητική συμπεριφορά ενός μαθητή προκαλεί την ακατάλληλη συμπεριφορά. Έτσι, προκαλείται ένας φαύλος κύκλος, αφού ο καθηγητής συνεχίζει να δείχνει την αυστηρότητά του στο μαθητή και εκείνος συνεχίζει να συμπε­ριφέρεται αρνητικά, με συνέπεια την αδιαφορία του μαθητή για τη μάθηση.

Στη βιβλιογραφία επικρατεί η αντίληψη ότι αποτελεσματικός παιδαγω­γός είναι ο επαγγελματίας παιδαγωγός, αυτός που επιδιώκει και μπορεί να βελτιώσει τη ζωή των μαθητών του ανταποκρινόμενος στις ψυχολο­γικές τους ανάγκες.

Θέλει να τον υπακούουν και να εκτελούν τις εντολές του, αλλά εξίσου ενδιαφέρεται για τους μαθητές του και δημιουργεί θετι­κό, φιλόξενο κλίμα υποδοχής. Αυτός ο παράγοντας συνήθως εξηγεί το γι­ατί ο μαθητής με τον έναν εκπαιδευτικό έχει ενδιαφέρον και συνεργάζεται, ενώ με έναν άλλο βαριέται ή επαναστατεί, ιδιαίτερα εναντίον εκείνου που εστιάζει στη διδακτέα ύλη και παραγνωρίζει το ρόλο του στην κοινωνική αγωγή του μαθητή. Τα προβλήματα γίνονται εντονότερα στις σχέσεις εκ­παιδευτικού- μαθητή, όταν ο εκπαιδευτικός δε λαμβάνει υπόψη του την ηλικία των μαθητών και τις ψυχολογικές ανάγκες τους. Η διάκριση των σχολικών τάξεων (δημοτικού, γυμνάσιου, λυκείου) δεν έχει σχέση μόνο με ζητήματα διδακτέας ύλης, αλλά και με την ηλικία των μαθητών και την ψυ­χολογική φάση ανάπτυξής τους.

Βιβλιογραφία για τη «διαχείριση κρίσεων στη σχολική τάξη»

  1. Brock S., Sandoval J. και Lewis S. (Επιμ. Χ. Χατζηχρήστου) (2005), Προετοιμασία yta την αντίμετώπίση των κρίσεων στο σχολείο, εκδ. Gutenberg, Αθήνα.
  2. Good Th. και Brophy J. (1997), Looking in C/assrooms, 7th ed, Longman Inc.
  3. Hartmut B. (2000), The improvement of the C/ass-and Schoo/-C/imate. A brochure with examp/es of project-work, connect, deve/opment of menta/ hea/th and fighting against vio/ence among youth in Europe, European Commission, Socrates.
  4. Κεδράκα Κ. και Τσαγκαρίδης Μ. (2000), Γονείς; όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά.’, ΥΠΕΠΘ, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα.
  5. Kreidler W.J. (1997), Conf/ict reso/ution in the midd/e schoo/, Cambridge, MA: Educators for Social Responsibility, Psychologists for Social Responsibility http://www.psysr.org/.
  6. Ματσαγγούρα Η. (1999), Θεωρία καί πράξη της δίδασκαλίας. Η σχο- λίκη τάξη ως χώρος, ομάδα, πείθαρχία, μέθοδος, εκδ. Γρηγόρης, Αθήνα.
  7. Μοκό Ζ. (1992), Ψυχανάλυση καί εκπαίδευση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα.
  8. Μόττη-Στεφανίδη Φ. και Τσέργας Ν. (2000), Όταν τα πράyματα στο σχολείο ayρίεΰουν/, ΥΠΕΠΘ, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα.
  9. National Association of School Psychologists (NASP), Safe Schoo/s Resources http://www.teachersfirst.com/crisis/resources.htm.
  10. Πετρόπουλος Ν. και Παπαστυλιανού Α. (2001), Μορφές επίθετίκότη- τας, βίας καί δίαμαρτυρίας στο σχολείο, ΥΠΕΠΘ, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα.
  11. Pintrich P. και Schunk D. (2005), Κίνητρα στην εκπαίδευση; θεωρία, έρευνα, εφαρμοyές, εκδ. Gutenberg, Αθήνα.
  12. Tomlison-Kimmies E και Bender R. (1997), «Kimmies’s Kids Plan: a response to violence in secondary schools» intervention in Schoo/ and C/inic, v. 32, p. 244-249.
  13. Φυσικούδης Α. Κ. (1997), Ιυμπερίφορά καί επίκοίνωνία μαθητών – δασκάλων στη σχολίκη τάξη. Η επίθετίκη συμπερίφορά, Έδεσσα.
  14. Χατζηχρήστου Χ. (επιμ.) (2005), Κοινωνίκη καί συναισθηματκή αγωγή  στο σχολείο, εκδ. Gutenberg, Αθήνα.
  15. Χηνάς Π. και Χρυσαφίδης Κ. (2000), Επιθετικότητα στο σχολείο. Προτάσεις για πρόληψη και αντιμετώπιση, ΥΠΕΠΘ, Παιδαγωγικό Ινστιτού­το, Αθήνα.

Δημιουργούμε-Συνθέτουμε ομάδες μαθητών για τη διδασκαλία μας

Οργάνωση της διδασκαλίας σε ομάδες

https://poiko.files.wordpress.com/2012/09/dsc09249.jpgΗ οργάνωση της διδασκαλίας με ομάδες εργασίας αποτελεί κοινωνική μορφή οργάνωσης της τάξης.
Οι μαθητές μιας τάξης συγκροτούν μικρότερες ομάδες και τα μέλη κάθε ομάδας συνεργάζονται για την εκτέλεση μιας διδακτικής δραστηριότητας. Η συγκρότηση των ομάδων, η κατανομή των μαθητών σε αυτές, ο καταμερισμός εργασιών και η ανάθεση ρόλων και ευθυνών είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες για την επιτυχή πορεία και ολοκλήρωση ενός διδακτικού σεναρίου/μαθήματος.
Οι μέθοδοι οργάνωσης των ομάδων μπορεί να είναι
α) Σταθερές ομοιογενείς,
β) Μεταβλητές ομοιογενείς
γ) Σταθερές ανομοιογενείς και
δ) Μεταβλητές ανομοιογενείς ομάδες.
Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται συνήθως για την ομαδοποίηση των μαθητών είναι η ευφυΐα (θεωρία των πολλαπλών ευφυϊών του Gardner), η ικανότητα, οι γνωστικές προτιμήσεις, η σχολική επίδοση, το γνωσιακό ή κοινωνικό υπόβαθρο, τα κοινά ενδιαφέροντα και οι συμπάθειες μεταξύ των μαθητών. Κάθε μέθοδος έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της. Μια ευρύτατα χρησιμοποιούμενη τεχνική είναι η κοινωνιομετρία, που απαιτεί να ζητήσουμε από κάθε παιδί να γράψει το όνομα του συμμαθητή του που θα προτιμούσε να συνεργαστεί στα πλαίσια μιας ομάδας. Τα αποτελέσματα συχνά παρουσιάζονται με τη μορφή ενός κοινωνιογράμματος όπου σημειώνεται το όνομα κάθε παιδιού και δίπλα ένα βέλος προς το μέρος αυτού που το κάθε παιδί το κατονόμασε ως φίλο. Το κοινωνιόγραμμα μας επιτρέπει να δούμε με μια ματιά ποιες υποομάδες υπάρχουν, αφού συχνά εμφανίζονται σαν συσπειρώματα παιδιών που το ένα διαλέγει το άλλο. Αφού αναγνωρίσουμε τα υπάρχοντα σχήματα, μπορούμε στη συνέχεια να μελετήσουμε το σύνολο των περιστάσεων που βοηθούν στη διαμόρφωση των υπο-ομάδων. Ο κατανοητικός δάσκαλος, που είναι ευαίσθητος στις κοινωνικές σχέσεις μέσα στην τάξη, μπορεί να κάνει πολλά για να αποφύγει τον σχηματισμό ανεπιθύμητων υπο-ομάδων. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να προφυλάξει τα ευάλωτα παιδιά από την απομόνωση, αν και αυτό θα πρέπει να γίνεται προσεκτικά, έτσι ώστε να μη χάνουν τα παιδιά το δικαίωμα της κοινωνικής τους επιλογής και να μη νιώθουν ότι ο δάσκαλος προσπαθεί συνεχώς να τους φορτώσει ανεπιθύμητους συνεργάτες (Bertrand, 1994, σ.377). Σύμφωνα με τις πιο διαδεδομένες απόψεις και πρόσφατες έρευνες το μέγεθος της ομάδας πρέπει να μην υπερβαίνει το πλήθος των 2-6μαθητών.
Οι ωφέλειες της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας είναι πολλές:

  • δίνει την ευκαιρία σε όλους τους μαθητές να συμμετέχουν ενεργητικά,
  • δίνει τη δυνατότητα στους μαθητές να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους στην ομάδα, ενώ
  • μπορεί να δίσταζαν προηγουμένως μπροστά σε ολόκληρη την τάξη,
  • δίνει τη δυνατότητα στους μαθητές να μην είναι καθηλωμένοι στα θρανία τους,
  • συμβάλλει στην ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων των μαθητών,
  • δίνει την ευκαιρία στον εκπαιδευτικό να αυτενεργεί,
  • ενδυναμώνει το ενδιαφέρον των μαθητών για το συγκεκριμένο διδακτικό αντικείμενο,
  • αυξάνει τη διάθεση και την ικανότητα των ομάδων να παρουσιάζουν τις προσωπικές τους απόψεις και τα συμπεράσματά τους,
  • οι μαθητές μαθαίνουν ο ένας από τον άλλο,
  • οι μαθητές αναπτύσσουν κριτική σκέψη,
  • βελτιώνεται ο προφορικός λόγος των μαθητών και εξοικειώνονται στη δημόσια παρουσίαση,
  • οι διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό των ομάδων αποτελούν πηγή μάθησης,
  • οι χαμηλού ακαδημαϊκού επιπέδου μαθητές δραστηριοποιούνται από τις απόψεις και τη δραστηριότητα των μαθητών που έχουν καλύτερη επίδοση,
  • προάγεται η συνεργατική ικανότητα,
  • εξασκεί τη δημοκρατική συμπεριφορά,
  • εξασφαλίζει θετικές εμπειρίες από την κοινωνική ζωή,
  • αυξάνει το σεβασμό των μαθητών για όλους τους συμμαθητές τους,
  • συμβάλλει στην αποδοχή των μειονοτικών μαθητών,
  • καλλιεργεί την πρωτοβουλία,
  • συμβάλλει στην ανάπτυξη της θετικής αυτοαντίληψης,
  • μειώνει το άγχος που έχουν οι μαθητές για το σχολείο,
  • δραστηριοποιεί όλους τους μαθητές, ακόμη και τους συνεσταλμένους,
  • μαθαίνει στους μαθητές το διάλογο και το σεβασμό των απόψεων των άλλων.

Για την ομαδική συνεργασία και την οργάνωση της διδασκαλίας μπορείτε να ανατρέξετε σε παρουσίαση που πραγματοποιήθηκε απο το ΚΠΕ Λαυρίου.

By: https://blogs.sch.gr/nchristopoulos

για τη μοντέρνα οικογένεια και το μέλλον της

Μερικές σκέψεις για τη μοντέρνα οικογένεια και το μέλλον της*
ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΓΙΩΣΑΦΑΤ
Dr. Matthew Josafat, Ψυχίατρος-Παιδοψυχίατρος, τ. Διευθυντής Κλινικής Οικογενειακής Ψυχιατρικής Finchley Λονδίνου και του Κέντρου Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Λονδίνου. Πρόεδρος Ελλην. Εταιρ. Ομαδ. Ανάλυσης και Οικογεν. Θεραπείας
*(Πρωτοδημοσιεύθηκε στο βιβλίο: «Η οικογένεια σε κρίση» εκδ. Ακρίτα, Αθήνα 2009).

Περίληψη
Ο άνθρωπος είναι βιολογικό, ψυχολογικό και κοινωνικό ον. Η βιολογική πλευρά και οι ψυχολογικές του ανάγκες δύσκολα αλλάζουν και απαιτούν αιώνες (δαρβινικής) εξέλιξης. Εκείνο που αλλάζει συνεχώς είναι οι κοινωνικές συνθήκες κατά τη διάρκεια της συνεχούς ιστορικής εξέλιξης της ανθρώπινης πολιτιστικής πορείας.
Μετά μιά σύντομη ιστορική αναδρομή στο θεσμό του γάμου, ερευνάται κατά πόσο ο θεσμός είναι πράγματι σε κρίση. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι γενικότερα ο γάμος και η οικογένεια είναι σήμερα κατά πολύ καλλίτερα. Οι σύγχρονες όμως κοινωνικές συνθήκες, μερικές από τις οποίες περιγράφονται, δημιουργούν μερικά πολύ έντονα προβλήματα στη σημερινή οικογένεια, κυρίως στην ανατροφή των παιδιών.
Η γενίκευση της εργασίας των γυναικών έξω από το σπίτι δημιούργησε μια «νεοεκτεταμένη» οικογένεια με σημαντικότατες συνέπειες για την ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών και παρεπόμενα φαινόμενα, ιδιαίτερα όταν τα παιδιά φθάνουν στην εφηβεία. Διαταραχές της αυτοεκτίμησης και δυσκολίες στη δημιουργία ουσιαστικών δεσμών με τους άλλους οδηγούν τους έφηβους σε μια παθολογική εσωστρέφεια (κατάθλιψη, απόπειρες αυτοκτονίας και άλλες ψυχολογικές διαταραχές) ή σε μια παθολογική εξωστρέφεια (αντικοινωνική επιθετικότητα, παραβατικότητα, αδιαφορία για το μέλλον κλπ). Τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και άλλες εξαρτήσεις κυμαίνονται μεταξύ αυτών των αντιδράσεων.
Κλείνοντας, ο συγγραφέας παρουσιάζει μερικές σκέψεις του για τις πιθανές άμεσες μελλοντικές εξελίξεις της οικογένειας, καθώς και κάποιες σχετικές προτάσεις του. Εγκέφαλος 2009, 46(4):164-169.

«Ένα μόνο πάθος υπάρχει που ικανοποιεί την ανάγκη του ανθρώπου
για την ενότητα με τον κόσμο και για την ταυτόχρονη απόκτηση μιας αίσθησης ακεραιότητας και ατομικότητας.
Το πάθος αυτό είναι η αγάπη».
Έριχ Φρομ, Ηυγιής κοινωνία, (μτφρ. Δ,Θεοδωρακάτος),
εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα 1973.

Μερικά βασικά ερωτήματα
Ακούγεται και γράφεται συχνά σήμερα ότι σύντομα επέρχεται στην εποχή μας ο θάνατος της οικογένειας. Υπάρχει τεράστιος αριθμός διαζυγίων (50% στον Δυτικό κόσμο, 27% στην Ελλάδα, ποσοστό συνεχώς ανερχόμενο), η μονογαμική σχέση δεν υπάρχει ούτε για τις περισσότερες γυναίκες, οι σύζυγοι δεν έχουν χρόνο για τη σχέση τους, ούτε για τα παιδιά τους. Οι οικογένειες δεν ενδιαφέρονται να μεγαλώσουν παιδιά κι ο μέσος όρος είναι ένα παιδί για κάθε οικογένεια (1,2 για την ακρίβεια). Πολλές γυναίκες δεν θέλουν καθόλου παιδιά κι αφοσιώνονται στην καριέρα τους. Άλλες δεν θέλουν να παντρευτούν και συχνά κάνουν ένα παιδί (για να εκπληρώσουν κάποια βιολογική ή άλλη ανάγκη τους) χωρίς να θέλουν να παντρευτούν τον πατέρα του. Σε πολλές χώρες (Αγγλία π.χ.) το ποσοστό φτάνει το 31%. Πάρα πολλά παιδιά της σύγχρονης οικογένειας παρουσιάζουν έντονα και συχνά ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα (νευρωτική κατάθλιψη, αίσθηση κενού, αδιαφορία για καριέρα, αδιαφορία για σχέσεις, εθισμό στο αλκοόλ ή τα ναρκωτικά) και μια μεγάλη γκάμα βίαιης και παραπτωματικής συμπεριφοράς.
Για πολλούς λοιπόν οι σημερινές ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες δεν ευνοούν πλέον την ύπαρξη αυτού του θεσμού, και έτσι σιγά σιγά αυτός οδηγείται σ’ ένα μοιραίο τέλος. Άλλες απόψεις ισχυρίζονται ότι μεν αυτό το είδος του γάμου θα πεθάνει, αλλά θα βρεθούν άλλες μορφές οικογένειας πιο ταιριαστές με τις σημερινές συνθήκες (π.χ. τα κιμπούτζ που δοκιμάστηκαν στο Ισραήλ). Υπάρχουν άλλοι που λένε ότι απλώς η οικογένεια περνάει μια μεταβατική φάση, θα αναμορφωθεί, θα προσαρμοσθεί στις νέες συνθήκες και θα επιβιώσει ανανεωμένη, γιατί είναι μια βασική ανάγκη του ανθρώπου.
Μια πολύ σύντομη ιστορική αναδρομή
Ο άνθρωπος είναι αγελαίο ζώο σαν όλα σχεδόν α ανώτερα θηλαστικά κι έτσι, απ’ ότι γνωρίζουμε, ζούσε πάντα σε κάποιας μορφής οικογένεια. Οι λόγοι που τον ώθησαν (αυτόν και τα άλλα θηλαστικά) σε δημιουργία οικογενειακών μορφών συλλογικής ζωής μπορούν να διαχωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
1. Βιολογικοί λόγοι
Ο βασικότερος λόγος ύπαρξης κάθε ατόμου είναι, απ’ ότι φαίνεται, η διαιώνιση του είδους. Όσο πιο ψηλά ανεβαίνουμε στην κλίμακα διαφοροποίησης των θηλαστικών, τόσο μεγαλύτερο χρόνο ανατροφής των απογόνων τους έχουμε. Το ανθρώπινο είδος παραμένει αβοήθητο μετά τη γέννησή του για πολλά χρόνια, και έτσι χρειάζεται απαραίτητα την παρουσία γονιού, συνηθέστατα της μητέρας, για την επιβίωση, ανατροφή και προστασία του.
Η γυναίκα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιβιώσει χωρίς τη βοήθεια ενός αρσενικού-κυνηγού που θα φέρει τροφή σ’ αυτήν και τα παιδιά της και θα τους προστατεύσει με τη δύναμή του (παλαιότερα μυϊκή, τώρα οικονομική κ.λπ.) από τους εξωτερικούς κινδύνους. Για να ωθήσει τον άντρα σ’ αυτή τη θέση βασικό ρόλο παίζει η σεξουαλικότητα – αλλά όχι μόνο. Είναι γνωστό ότι όλα τα θηλυκά θηλαστικά δεν έχουν οργασμό, δεν έχουν ευχαρίστηση από τη σεξουαλική πράξη. Έχουν οίστρο, μια περίοδο δηλαδή που οι ορμονικές επιταγές επιβάλλουν να δεχτούν το σεξ. Είναι επίσης γνωστό ότι οι περίοδοι οίστρου συχνά είναι πάρα πολύ αραιές (κάθε 1-2 χρόνια).
Στο ανθρώπινο είδος όμως η γυναίκα παίρνει ευχαρίστηση, έχει οργασμό και είναι διαθέσιμη για σεξουαλική επαφή όποτε το θελήσει. Αυτό οφείλεται, κατά την προσωπική μου άποψη (ίσως το έχουν πει κι άλλοι και να έκανα μια πλημμελή αναδίφηση της βιβλιογραφίας), σε μια γονιδιακή αλλαγή ώστε να προσαρμοσθεί με τη Δαρβινική έννοια και να έχει τη δυνατότητα για σεξ ανά πάσα στιγμή κι έτσι να μπορέσει να κρατήσει τον άντρα «στο σπίτι».
Η βαθμιαία αποκτημένη δυνατότητα ευχαρίστησης επέτεινε τις αλλαγές αυτές.
2. Κοινωνικοί λόγοι
Η ανάγκη επιβίωσης απέναντι σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον ανάγκασε τους ανθρώπους να δημιουργήσουν ομάδες, φυλές με κοινούς δεσμούς και αλληλοβοήθεια. Η ανάγκη όμως σεξουαλικής ικανοποίησης και η (ασυνείδητη) ανάγκη διαιώνισης του είδους (να μεταδώσει τα γονίδιά του που είναι η μόνη μορφή αθανασίας) δημιούργησαν μια κατάσταση όπου το ισχυρότερο αρσενικό είχε όλα τα θηλυκά της ομάδας, την καλύτερη τροφή κλπ). Αυτό είναι η κύρια μορφή οικογένειας στα περισσότερα ανώτερα θηλαστικά. Ο άνθρωπος όμως δημιούργησε τότε την πρώτη σοσιαλιστική επανάσταση απέναντι στο καπιταλιστικό μονοπωλιακό κατεστημένο του ισχυρού αρσενικού: Η επανάσταση με βίαιες (φόνος του πατέρα) ή άλλες διαδικασίες οδήγησε στη δημιουργία οικογένειας. Κάθε αρσενικός θα μπορούσε να έχει κι αυτός μια γυναίκα και να δημιουργεί τα δικά του παιδιά. Αυτό νομιμοποιήθηκε σιγά σιγά με τη δημιουργία παραδόσεων και νόμων (ου μοιχεύσεις, ουκ επιθυμήσεις τη γυναίκα του πλησίον σου κλπ).
Έτσι η δημιουργία οικογένειας έφερε μεγαλύτερη αρμονία στη φυλή και καλύτερη συνεργασία ισχυρών και αδυνάτων. Ήταν μια από τις πρώτες μορφές δημοκρατίας. Βέβαια, αυτή η σημαντική εξέλιξη έγινε, ως συνήθως, εις βάρος των γυναικών. Κι έτσι στην εποχή μας, τα τελευταία 50 χρόνια, έχουμε τη δεύτερη σημαντική επανάσταση του ανθρώπινου είδους, τη φεμινιστική! Η γυναίκα άρχισε να δουλεύει, να είναι οικονομικά ανεξάρτητη, να μπορεί να ελέγχει την αναπαραγωγική της λειτουργία (το «χάπι») και αυτό έφερε πάρα πολλά καλά στη σημερινή κοινωνία αλλά και προβλήματα, στα οποία θα αναφερθώ λίγο αργότερα.
3. Ψυχολογικοί λόγοι
Οι ψυχολογικοί λόγοι συνδέονται ασφαλώς και αλληλοεπηρεάζονται με τους κοινωνικούς και βιολογικούς, που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Επειδή το ανθρώπινο βρέφος είναι απόλυτα εξαρτημένο για την επιβίωσή του από τη μητέρα του, υπάρχει η ανάγκη να κάνει δεσμό σωματοψυχικό με τη μητέρα αυτή (attachment). Σήμερα, γνωρίζουμε πάρα πολλά στοιχεία για τον δεσμό αυτό που είναι πολύπλοκος, αρχίζει από την ενδομήτρια ζωή και καταλήγει στην ενηλικίωση, περνώντας από πολλές φάσεις.
Δυσκολίες στη διάρκεια αυτών των φάσεων, και ιδιαίτερα στη διάρκεια του πρώτου χρόνου της ζωής, θα έχουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου. Υπάρχουν βέβαια και πάρα πολλές άλλες ψυχολογικές παράμετροι, όπως π.χ. η παιδική σεξουαλικότητα, αλλά τόνισα κυρίως τη δημιουργία δεσμού γιατί αυτή έχει σημαντικότατο ρόλο στα προβλήματα της σημερινής οικογένειας.
Οι βιολογικοί λόγοι δεν μεταβάλλονται εύκολα. Υπάρχουν ασφαλώς γονιδιακές μεταβολές, αλλά παίρνουν χιλιάδες χρόνια. Το ίδιο περίπου αφορά και τους ψυχολογικούς λόγους, παρόλο που μερικοί μπορούν να προσαρμοστούν ευκολότερα, αλλά πάλι χρειάζονται χιλιάδες χρόνια.
Αυτοί που μεταβάλλονται συνεχώς, άλλοτε ταχύτερα άλλοτε λιγότερο, είναι οι κοινωνικοί παράγοντες. Ξεχωρίζω τους παράγοντες αυτούς σε δύο αδρές κατηγορίες, αυτούς που επηρεάζουν κυρίως την οικογένεια εσωτερικά και εκείνους που την επηρεάζουν εξωτερικά ή γενικότερα.
Θα εξετάσουμε τώρα πολύ περιληπτικά μερικούς από τους παράγοντες αυτούς, που επηρεάζουν καταλυτικά τη σημερινή οικογένεια και θα καθορίσουν την πορεία και το μέλλον της.
Παράγοντες που επηρεάζουν την εσωτερική ζωή της οικογένειας
Υπάρχουν έντονες αλλαγές στον γάμο, τις ερωτικές σχέσεις και την ανατροφή των παιδιών. Σε μέγιστο βαθμό οι αλλαγές αυτές οφείλονται στη φεμινιστική επανάσταση – τη δεύτερη μεγάλη κοινωνική επανάσταση στην ιστορία του ανθρώπου. Η απελευθέρωση της γυναίκας στον Δυτικό κόσμο επήλθε για οικονομικούς λόγους. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι γυναίκες εργάστηκαν και συνέχισαν και μετά από αυτόν.
Η οικονομική ανεξαρτησία ήταν ο κύριος μοχλός που μετέτρεψε τη γυναίκα από ουσιαστικά υποτελή του άνδρα σε ισότιμο σύντροφο. Οι γυναίκες επιζητούν τώρα καριέρα, δεν θέλουν να κάνουν πολλά παιδιά, αρκετές φορές καθόλου. Η σχέση με τον άνδρα άλλαξε ριζικά. Παλιότερα σε αιτήσεις διαζυγίου ήταν 1 στις 20 περιπτώσεις που ζητούσε η γυναίκα διαζύγιο. Τώρα είναι 15-16 φορές στις 20.
Η γυναίκα επιζητεί μεγαλύτερη σεξουαλική ελευθερία και ικανοποίηση. Ο αριθμός των γυναικών που έχουν μία ή περισσότερες φορές εξωσυζυγικές σχέσεις κυμαίνονται από 20-70%, ανάλογα με τις χώρες και τις στατιστικές. (Το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών φτάνει το 90%, αλλά αυτό ήταν πάντα έτσι.).
Ο γάμος, ως θεσμός, έχει υποστεί σοβαρά πλήγματα. Λόγω της εργασίας και των δύο συντρόφων έχουν σπάνιες ευκαιρίες και λίγο χρόνο να είναι μαζί και να σφυρηλατήσουν σιγά σιγά μια πιο ολοκληρωμένη σχέση.
Επειδή τα άτομα, και ιδίως οι γυναίκες, ζητούν μια καλύτερη ποιότητα σχέσης, όταν δεν τη βρίσκουν καταφεύγουν εύκολα στο διαζύγιο. Οι νέες κοπέλες είναι συνήθως πιο κυριαρχικές σήμερα απέναντι στους νέους (ακόμη και στην πάλαι ποτέ ανδροκρατική Ελλάδα), κι αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα στις σχέσεις. Οι νέοι έχουν αναπτύξει αμυντικά μια αδιαφορία για το σεξ και αντιμετωπίζουν συχνά προβλήματα όπως ανικανότητα.
Συχνά, παρά τη μεγάλη σεξουαλική ελευθερία, πάρα πολλοί νέοι και πάρα πολλές νέες είναι μόνοι και νιώθουν μοναξιά. Οι επαφές γίνονται σχετικά απρόσωπα μέσω του Internet, αλλά μου έχει κάνει εντύπωση ότι συχνά μιλούν πολύ στο Διαδίκτυο αλλά αποφεύγουν να συναντηθούν.
Το κύριο όμως πρόβλημα για μένα είναι η ανατροφή των παιδιών. Πρώτα είχαμε την εκτεταμένη οικογένεια με κύριο πρόσωπο τη μητέρα, αλλά και τον πατέρα, τους συγγενείς, τη γειτονιά. Τώρα η οικογένεια αυτή τείνει να εκλείψει στις μεγάλες πόλεις. Μεταβήκαμε, στην πυρηνική οικογένεια (συνήθως μητέρα-πατέρας κι ένα παιδί, σπανιότερα δύο). Αυτό έχει μειονεκτήματα πολλά, αλλά έγινε πολύ χειρότερο από την ανάγκη να έχουμε άλλα πρόσωπα να φροντίζουν το παιδί λόγω της εργασίας της μητέρας. Τα πρόσωπα αυτά είναι συχνά άλλης εθνικότητας και πολλές φορές αλλάζουν. Έτσι έχουμε σήμερα μια καινούργια μορφή οικογένειας, την οποία ονομάζω «νέο-εκτεταμένη», όπου γονείς, η εναλλασσόμενη βοηθός (πολλές φορές μία το πρωί και άλλη το απόγευμα), σπανιότερα κάποιες ώρες με γιαγιά και παππού, όταν υπάρχουν και είναι διαθέσιμοι, αποτελούν μια ετερόκλητη «οικογένεια» με διαφορετικές συμπεριφορές προς το παιδί. Το παιδί όμως χρειάζεται ένα πρόσωπο με την ίδια γλώσσα, φωνή, τρόπο χειρισμού, μυρωδιά, δέρμα κ.λπ. ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει δεσμό που θα αποτελεί τη βάση της κατοπινής του ασφάλειας.
Τα σημερινά παιδιά σ’ ένα μεγάλο ποσοστό δεν δημιουργούν αυτόν τον ασφαλή δεσμό με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα ψυχικό κενό μέσα τους, που τα δυσκολεύει να κάνουν ουσιαστικές σχέσεις-δεσμούς με άλλους ανθρώπους. Άλλα παιδιά αποσύρονται και προσπαθούν να καλύψουν το κενό με ουσίες (αλκοόλ-φαγητό-ναρκωτικά) και άλλα επιζητούν μια συνεχή διέγερση που τη βρίσκουν συχνά στη βία και στην παραπτωματική συμπεριφορά.
Ο πατέρας, που ενδιαφέρεται σήμερα περισσότερο για τα παιδιά του, όταν παίρνει διαζύγιο ενδιαφέρεται πολύ λιγότερο γιατί κατά κανόνα ξαναπαντρεύεται και έχει άλλα παιδιά.
Έτσι έχουμε σήμερα:
1. Μονογονεϊκές οικογένειες που συνήθως αποτελούνται από τη μητέρα και ένα-δύο παιδιά, αλλά και
2. Πολυγονεϊκές οικογένειες όπου διαζύγια και δεύτεροι ή και τρίτοι γάμοι δημιουργούν ένα «συνονθύλευμα» οικογενειακό. Τα παιδιά έχουν ένα φυσικό πατέρα, ένα «νέο πατέρα» από τον καινούργιο γάμο της μητέρας και συχνά κι έναν ακόμη «νεότερο πατέρα» από τον δεύτερο γάμο της. Αυτό είναι πολύ συνηθισμένο στο εξωτερικό, αλλά αυξάνεται ταχύτατα και στη χώρα μας.
Υπάρχει εδώ και ένα άλλο «μπέρδεμα» με τις αδελφικές σχέσεις. Γνήσια αδέλφια, αδέλφια που έφερε ο πατέρας από τον προηγούμενο γάμο, αδέλφια από τον καινούργιο γάμο (ετεροθαλή). Υπάρχουν προβλήματα έντονα για το ποια είναι η θέση του κάθε παιδιού στην καινούργια, ανασυστημένη οικογένεια. Σε πολλές έρευνες (και μία εκτεταμένη που είχαμε κάνει στην κλινική μου – Κέντρο Οικογενειακής Ψυχιατρικής) στο Λονδίνο, περίπου 80% των παιδιών που προσέρχονταν στην κλινική ήταν παιδιά από διαζευγμένα ζευγάρια. Αλλά και για τους γονείς υπάρχουν περαιτέρω προβλήματα: π.χ. ποιος είναι ο ρόλος του πατέρα απέναντι στα παιδιά του προηγούμενου γάμου της νέας του γυναίκας και αντίστροφα. Τα προβλήματα αυτά επιτείνονται όταν έχουμε πολυεθνικές οικογένειες, γάμους μεταξύ ατόμων διαφορετικής φυλής, χρώματος, κουλτούρας και θρησκείας. Αυξάνονται ταχύτατα και στην Ελλάδα όπου ήδη το 10% του πληθυσμού είναι μετανάστες. Τα προβλήματα δεν είναι τόσο μεταξύ του ζευγαριού, αλλά αφορούν κυρίως τα παιδιά ου αντιμετωπίζουν προβλήματα στο σχολείο. (Πολλά τέτοια παιδιά δεν είναι εύκολα αποδεκτά από άλλα παιδιά που ανήκουν π.χ. σε μια φυλή. Παιδιά από λευκό και μαύρο γονιό δεν είναι αποδεκτά ούτε από τα μαύρα ούτε από τα λευκά παιδιά. Το ίδιο όσον αφορά θρησκεία, κουλτούρα κ.λπ.).
Η ανατροφή αυτών των παιδιών συχνά είναι πολύ δύσκολη, γιατί είναι πολύ δύσκολο για κάθε γονιό να ξεφύγει από τους εσωτερικούς περιορισμούς (συχνά ασυνείδητους) που έχει από τη δική του ανατροφή.
Τα προβλήματα αυτά είναι έντονα στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης που βίωσαν το μεταναστευτικό ρεύμα νωρίτερα, αλλά είναι σίγουρο ότι πολύ σύντομα θα εμφανιστούν και στη χώρα μας. Συνήθως τα προβλήματα γίνονται έντονα στα παιδιά, που βιώνουν ένα συγκεχυμένο ρόλο κι έννοια ταυτότητας. Που ανήκουν; Στη χώρα των γονιών τους; Στην καινούργια χώρα όπου γεννήθηκαν;
Στις μεταναστευτικές οικογένειες τα προβλήματα γίνονται έντονα στη δεύτερη αυτή γενιά των παιδιών, που γεννήθηκαν π.χ. στην Ελλάδα, αλλά δεν είναι εύκολα αποδεκτά στο σχολείο και στη δουλειά – ανήκουν συνήθως και σε μια κατώτερη οικονομικά τάξη. Αυτό δημιουργεί συχνά θυμό με τους γονείς τους, με τον εαυτό τους, αλλά κυρίως με τη νέα πατρίδα τους. Αυτό οδηγεί σε αυξημένη χρήση ουσιών και επιθετικότητα (π.χ. τα παιδιά των προαστίων του Παρισιού, οι εξεγέρσεις στις διάφορες πόλεις της Αγγλίας κ.λπ.). Συχνά ως αδιέξοδο αυτά τα παιδιά στρέφονται προς τη θρησκεία, ιδιαίτερα οι μουσουλμάνοι, μόνο που αυτό συνδυάζεται μερικές φορές με φανατισμό, εγκληματική και τρομοκρατική συμπεριφορά και εξεγέρσεις.
Εξωτερικοί παράγοντες (κοινωνικοί) που επηρεάζουν την οικογένεια
Όπως τόνισα και παραπάνω, όλοι οι παράγοντες αλληλοδιαπλέκονται. Θα ξεχωρίσω δύο τρεις από αυτούς που τους θεωρώ πολύ σημαντικούς.
1. Τηλεόραση
Είναι τεράστια, ως γνωστόν, η επίδραση της τηλεόρασης στη σημερινή κοινωνία σ’ όλους τους τομείς. Οι άνθρωποι ζουν μια «δεύτερη ζωή» μέσα από την τηλεόραση με πολλά θετικά και αρνητικά στοιχεία που δεν θα αναλύσω εδώ.
Ένα είναι βέβαιο: Για ένα πολύ μεγάλο αριθμό παιδιών η τηλεόραση είναι συχνά μια δεύτερη οικογένεια, που τα επηρεάζει σημαντικότατα στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους.
Ζούμε σ’ έναν εικονικό κόσμο όπου είναι δύσκολο για τα παιδιά να ξεχωρίσουν τι είναι πραγματικό. Η βία είναι, ίσως, το σημαντικότερο πρόβλημα και, κατά την άποψή μου, όχι μόνο η βία των κινηματογραφικών ταινιών και των τηλεοπτικών σειρών, αλλά η πραγματική βία των ειδήσεων, τις οποίες βλέπουν όλα τα παιδιά και οι έφηβοι.
Ένα θετικό στοιχείο της τηλεόρασης είναι ότι οι γονείς ενημερώνονται για τις γνώσεις μας γύρω από τα ψυχολογικά θέματα και την ανατροφή των παιδιών. Δυστυχώς, όμως, οι συνηθισμένοι παρουσιαστές είναι ακατάλληλοι, και ο κόσμος μπερδεύεται και αδυνατεί να ξεχωρίσει τι είναι σωστό και τι όχι, βλέποντας και ακούγοντας συχνά αντιφατικές απόψεις και γνώσεις από αυτοδιοριζόμενους ειδικούς («σύμβουλοι» ψυχικής υγείας, γάμου, οικογένειας κ.λπ.).
Η κατάρρευση των ιδεολογικών συστημάτων δημιούργησε σε όλους, αλλά ιδιαίτερα στη νεολαία, ένα ιδεολογικό κενό. Δεν υπάρχει ένα σύστημα ηθικών αξιών για να ρυθμίσουν τη ζωή τους. Η κοινωνική ζωή, όπου το άτομο βιώνει τη ζωή του μαζί με άλλους, έχει μειωθεί σημαντικά. Είναι η εποχή μιας εγωκεντρικής αντίληψης του κόσμου, όπου ο καταναλωτισμός (που ενισχύεται με διαφημίσεις κ.λπ. από το καπιταλιστικό σύστημα) οδηγεί σε έναν υλικό «ψευδοευδαιμονισμό» χωρίς ουσιαστική απόλαυση της ζωής. Η πολιτική απωθεί τους νέους γατί είναι ψεύτικη, ξύλινη, αποπροσανατολιστική κι εξυπηρετεί κατά κανόνα τα συμφέροντα ορισμένων ομάδων. Το θρησκευτικό αίσθημα έχει κι αυτό καταρρεύσει και γίνεται ακόμη χειρότερο από τον τρόπο που πολιτεύονται η Εκκλησία και οι εκπρόσωποί της.
Η πολιτική απάθεια δημιουργεί φόβο στους πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους. Η αντιπαράθεση Ανατολής-Δύσης με θρησκευτικό επικάλυμμα έχει δημιουργήσει την τρομοκρατία που σήμερα είναι άκρως επικίνδυνη λόγω και της πρόσβασης τρομοκρατικών ομάδων σε όπλα επικίνδυνα υψηλής τεχνολογίας. Ο πυρηνικός κίνδυνος που τρομοκράτησε τις αμέσως προηγούμενες γενιές υπάρχει και σήμερα από την τρομοκρατία ή και από ανεξέλεγκτα κράτη όπως η Β.Κορέα. Βέβαια και ο Δυτικός κόσμος έχει εμπλακεί σε πόλεμους συχνά άδικους και για όλους απροκάλυπτου συμφέροντος, όπως στο Ιράκ.
Το μέλλον της οικογένειας
Ανέφερα τηλεγραφικά μερικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη σημερινή οικογένεια και τείνουν να δημιουργήσουν μια εικόνα πιθανώς διάλυσής της.
Είναι δύσκολο να κάνει κανείς μελλοντολογικές προβλέψεις. Θα περιορισθώ σε μερικές καθαρά προσωπικές απόψεις. Πιστεύω ότι οι βιολογικοί παράγοντες είναι εξαιρετικά ισχυροί κι έτσι τα δύο φύλα πάντα θα πλησιάζουν το ένα το άλλο. Βέβαια δεν είναι απαραίτητο να κάνουν οικογένεια. Οι ψυχολογικοί λόγοι είναι αυτοί που θα διατηρήσουν την οικογένεια. Ο άνθρωπος μεγαλώνει και δημιουργεί έντονο δεσμό με τη μητέρα κι αργότερα με όλη την οικογένεια και τείνει να το επαναβιώσει όταν μεγαλώνει. Η ανατροφή των παιδιών φαίνεται να γίνεται καλύτερα σε μια οικογένεια, παρόλο που υπήρξαν κι άλλες μορφές (π.χ. αρχαία Σπάρτη, κιμπούτζ στο Ισραήλ).
Οι κοινωνικές συνθήκες της σύγχρονης εποχής ωθούν στη δημιουργία οικογένειας. Ο καταναλωτισμός που ωθεί σε εργασία πολύωρη άνδρες και γυναίκες, η έλλειψη κοινωνικού ιστού και κοινωνικής ζωής με απότοκο το κλείσιμο και την εγωκεντρικότητα προκαλούν ένα αίσθημα ψυχικής ερημιάς. Το μόνο μέρος όπου ο άνθρωπος νιώθει ασφαλής και σημαντικός είναι μέσα στην οικογένεια και στις σχέσεις που δημιουργεί εκεί.
Η παγκοσμιοποίηση και η κοινωνία της πληροφορικής μας έδωσαν και θα μας δώσουν πολλά, αλλά επέτειναν το αίσθημα μοναξιάς κι ασημαντότητας του κάθε ατόμου, ιδιαίτερα στους μεγάλους αστικούς χώρους όπου ζει σήμερα το 70% περίπου του συνολικού πληθυσμού. Ο φόβος του θανάτου και ο φόβος του AIDS μας κάνουν να θέλουμε να έχουμε μια μόνιμη σχέση για να τους αντιμετωπίσουμε από κοινού – όπως όταν είμαστε παιδιά.
Συμπερασματικά πιστεύω ότι η οικογένεια θα συνεχίσει να υπάρχει για το προβλέψιμο μέλλον, παρά τις δυσκολίες και τη σύγχυση σήμερα. Θα υπάρξουν πιθανώς κάποιες σημαντικές αλλαγές. Ίσως ο γάμος να μην είναι ισόβιος, αλλά για καθορισμένο διάστημα (έως ότου μεγαλώσουν τα παιδιά) και μετά να είναι δυνητικά ανανεώσιμος. Πιστεύω ότι η μονογαμικότητα θα υποστεί μια φυσιολογική έκλειψη. Ο άνθρωπος θα μπορεί να έχει μια σταθερή οικογένεια και κατά καιρούς κι άλλες σχέσεις. Αυτό, βέβαια, δημιουργεί προβλήματα γιατί και σήμερα αυτό συμβαίνει χωρίς να ομολογείται. Υψηλότατο ποσοστό ανδρών έχουν μία ή περισσότερες εξωσυζυγικές σχέσεις και αυξανόμενο ποσοστό γυναικών το ίδιο. Η κατάσταση αυτή νομίζω ότι θα γίνει φανερή και θα είναι κομμάτι της οικογενειακής ζωής για όσους το έχουν ανάγκη. Κι από το ποσοστό π.χ. των ανδρών (που είναι με βάση διεθνείς στατιστικές πάνω από 90%) φαίνεται ότι η ανάγκη αυτή είναι φυσιολογική και γι’ αυτό υπάρχει σχεδόν σε όλα τα θηλαστικά, ακόμη και στα λίγα είδη που δημιουργούν ζευγάρια.
Πιστεύω ότι το Διαδίκτυο θα αποτελέσει, ίσως, τον πιο σημαντικό τρόπο για να βρίσκει κανείς συντρόφους. Και σήμερα το ποσοστό στο εξωτερικό είναι πολύ μεγάλο κι αυξάνεται συνεχώς και στην Ελλάδα. Θα βελτιωθούν, ίσως, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες θα γίνεται αυτό.
Επίλογος
Ανέφερα πολύ περιληπτικά πως βλέπουμε όλοι σήμερα τον γάμο και τη μοντέρνα οικογένεια. Πιστεύω όμως ότι ο σωστός γάμος και η σωστή οικογένεια παραμένουν και θα παραμείνουν ο μόνος τρόπος για τους περισσότερους ανθρώπους για να είναι όσο είναι δυνατόν ευτυχέστεροι. Είναι ο μόνος τρόπος ολοκλήρωσης της ψυχικής και σωματικής υγείας του ατόμου. Δυστυχώς, ο γάμος και η οικογένεια παρουσιάζουν εγγενώς πολλά προβλήματα, που έχουν σχέση με τις πρώιμες εμπειρίες του ατόμου μέσα στην οικογένειά του.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρχουν «μαθήματα ζωής» στα σχολεία και σχολές γονέων γι’ αυτούς που πρόκειται να παντρευτούν. Το λέω χρόνια αυτό, φαίνεται ουτοπικό, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα γίνει. Θα είναι μία από τις ουσιαστικότερες αλλαγές που θα υπάρξουν στο μέλλον με ανυπολόγιστο όφελος για τον άνθρωπο σε ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο.
Γι’ αυτό δίνει δυσκολίες, διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.
Η υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πονέσεις.
Και βλέπω πως με την υπομονή σώζεται η οικογένεια»
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Δ’, Οικογενειακή ζωή,
εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος».
Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2005, σελ. 49
________________________________________
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γιωσαφάτ Μ. (1985): «Καμικάζι»: Σεξουαλικότητα και επιθετικότητα πάνω σε δύο τροχούς», στο Έφηβος και Οικογένεια, επιμέλεια Ανθή Δοξιάδη-Τριπ, Εστία, Αθήνα.
2. Γιωσαφάτ Μ. (1987): «Ο κύκλος της ζωής της οικογένειας και η ανάπτυξη του παιδιού», στο Σύγχρονα Θέματα παιδοψυχιατρικής, επιμέλεια Γιάννης Τσιαντής και Σωτ. Μανωλόπουλος, Καστανιώτης, Αθήνα.
3. Dawkins R. (1989): The selfish Gene, Oxford Univ. Press, London.
4. Erikson E. (1965): Childhood and Society, Hogarth Press, London.
5. Kernberg O. (1974): “Barriers to falling and remaining in Love”, J. Am. Psychianal. Assoc.
6. Lidz T. (1963): The family and human adaptation, Int. Univ. Press, N.York.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση