ΡΑΨΩΔΙΑ Γ (121-244) – «τειχοσκοπία»

Κάτω από: Ομήρου "Ιλιάδα",Χωρίς κατηγορία | ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ
Πέμπτη, 16 Ιανουαρίου 2014 8:53 πμ |

H παρακολούθηση από κάποιον ο οποίος βρίσκεται ψηλά στα τείχη των όσων υπάρχουν ή συμβαίνουν έξω από αυτά, στα πεδία των μαχών (τείχος + σκοπέω-ω= παρατηρώ).

  • 121-138: η Ίριδα ειδοποιεί την Ελένη για τη μονομαχία του Μενέλαου και του Πάρη.
  •  139-160: η Ελένη και η συνοδεία της φτάνουν στο κάστρο – τα σχόλια των γερόντων της Τροίας.
  •  161- 244: ο Πρίαμος ζητά από την Ελένη πληροφορίες για τους αρχηγούς των Αχαιών.

Ενώ όλοι περιμένουμε την εφαρμογή του σχεδίου που έχει δρομολογήσει ο Δίας προς ικανοποίηση του αιτήματος της Θέτιδας για τη δικαίωση και ανάδειξη της αξίας του Αχιλλέα, με το βομβαρδισμο των Αχαιών με ήττες, αυτή ανακόπτεται καιεπιβραδύνεται έτσι η εξέλιξη της δράσης. Ο ποιητής επινοεί την «τειχοσκοπία».

Η οικονομία του έπους  και η τειχοσκοπία

Λογικά δεν υπάρχει αμφιβολία πως η μονομαχία θα ταίριαζε περισσότερο στην αρχή του πολέμου, μόλις οι Αχαιοί έφτασαν στα τρωικά ακρογιάλια και προτού χυθεί τόσο αίμα και από τις δύο πλευρές. Ο ποιητής μας την τοποθέτησε ωστόσο σκόπιμα στην αρχή του έργου του, που ρητά αναφέρεται στο δέκατο χρόνο του πολέμου με το σκοπό να υποβάλει στον ακροατή, μαζί με άλλα επεισόδια (κατάλογος πλοίων _Β’, Αγαμέμνονος επιπώλησις _ Δ΄…), την αίσθηση πως βρισκόμαστε στην αρχή του πολέμου και έτσι να δώσει στο έργο του την εικόνα ολόκληρης της 10χρονης εκστρατείας. Εξάλλου και στη Β ραψωδία μας έχει δώσει το μακρύ κατάλογο των εμπολέμων μαζί με τις δυνάμεις τους.

Ο ακροατής από την άλλη, δέχεται με ικανοποίηση και ενδιαφέρον τη μονομαχία των δύο ανδρών, η οποία δε θα φέρει βέβαια τη λύση στο έργο, όμως είναι στην ψυχή του δίκαιη και άργησε ως τώρα να γίνει.

Η τειχοσκοπία ως επινόηση του ποιητή-τι επιτυγχάνει με αυτή

Όλο το κομμάτι των στίχων 121-244 πρέπει να είναι μία ωραία επινόηση του ποιητή με την οποία επιτυγχάνει: επιβραδύνει την εφαρμογή του σχεδίου του Δία- παράταση της αγωνίας και ίσως να κερδίζει ο ποιητής χρόνο για κάτι. Να εμφανίσει την Ελένη, που αποτελεί τρόπον τινά το έπαθλο της μονομαχίας. Να δείξει τις διαθέσεις της και την επιθυμία της να γυρίσει στην Ελλάδα και στον πρώτο της σύζυγο, που προϊδεάζει και για την τελική λύση και έκβαση της Ιλιάδας. Να δείξει τις διαθέσεις του Πρίαμου και των δημογερόντων και επομένως όλων των Τρώων για τη γυναίκα αυτή. Να μας παρουσιάσει και να μας γνωρίσει με τους κυριότερους αρχηγούς των Αχαιών που θα δράσουν στις μάχες που θα ακολουθήσουν και οι οποίοι μνημονεύονται στον «Κατάλογο». Η παρουσίαση με λεπτομέρειες των αρχηγών μας τους γνωρίζει καλύτερα. Τεχνικότατα ο ποιητής αποφεύγει να βάλει την Ελένη ή τον Πρίαμο να ρωτούν για τον Αχιλλέα και για την απουσία του, που αφήνει να νοηθεί ότι θα την είχαν πληροφορηθεί.

Έτσι  με την τειχοσκοπία (Η ποιητική λειτουργία της τειχοσκοπίας):

Απομακρύνει τον αναγνώστη από το αχαΙκό στρατόπεδο και του προσφέρει μία εποπτική εικόνα του τρωικού πεδίου όπου διεξάγονται οι πολεμικές επιχειρήσεις. Η παρακολούθηση του στρατοπέδου πάνω από τα τείχη δημιουργεί την εντύπωση ενός αρχαίου θεάτρου, ενώ παράλληλα ολοκληρώνει και την παρουσίαση των αντίπαλων δυνάμεων, η οποία ξεκίνησε στη ραψωδία Β με τον Κατάλογο των νέων.

Επιτείνει την ψευδαίσθηση πως βρισκόμαστε στις αρχες του πολέμου.  Έτσι, ενώ ο πόλεμος έχει ήδη εννέα χρόνια αρχίσει, δείχνει πως όλα αρχίζουν μόλις τώρα.

Διευρύνει τον αφηγηματικό ορίζοντα του έπους του καθώς προσπερνά τουλάχιστον προσωρινά το κεντρικό θέμα του έργου του που είναι ο θυμός του Αχιλλέα και παρουσιάζει εποπτικά το σύνολο των δύο εμπολέμων.

Αποκαλύπτει μέσα από τα λόγια του Πριάμου τους πραγματικούς υπαίτιους αυτού του πολέμου, τους θεούς, και απαλλάσσει την Ελένη από το στίγμα της ενοχής.

Γιατί η παρουσία της Ελένης κρίνεται απαραίτητη:

Για τις ανάγκες της οικονομίας του έπους, την παρουσίαση δηλαδή κάποιων στοιχείων σχετικών με αυτή σχολιάζεται η εκπληκτική ομορφιά της από τους πρωτογέροντες της Τροίας δικαιώνοντας τον πόλεμο που γίνεται για χάρη της. Παρουσιάζονται ηγετικές φυσιογνωμίες του ελληνικού στρατού. Παρουσιάζεται μια άλλη πλευρά του εαυτού της γυναίκας που έχει αφήσει πατρίδα, φίλους, συγγενείς, τον άντρα της για χάρη του έρωτα. Έτσι τώρα η ηρωίδα έχει τύψεις, ενοχές, νοσταλγία για το σπίτι της.

121-138: τα γεγονότα διαδραματίζονται αρχικά στο δωμάτιο της Ελένης μέσα στο παλάτι της Τροίας.

Το υφαντό και η γυναίκα που το υφαίνει είναι θέμα που συχνά χρησιμοποιεί ο Όμηρος και αλλού στην Ιλιάδα (Α 32), αλλά και στην Οδύσσεια (η Πηνελόπη αναβάλλει το γάμο της γιατί δεν έχει τελειώσει το υφαντό…). Ο ποιητής θέλει να παρουσιάσει το έπαθλο του αγώνα αυτού, που κανονικά πρέπει να τελειώσει με το θάνατο του ενός από τους δύο ήρωες. Γι’ αυτό θέλει να βάλει τη θεά την Ίριδα να μεταμορφώνεται σε θνητή και να έρχεται στην Ελένη, για να τη βγάλει από το σπίτι της και να τη φέρει στον πύργο απάνω του Ιλίου.

Η ενασχόληση της Ελένης με την ύφανση δείχνει την προκοπή της, την ικανότητά της.

Η Ελένη υφαίνει και κεντά μοτίβα από τον πόλεμο που γίνεται για χάρη της- τι θέλει να επισημάνει ο ποιητής;: Αν και κλεισμένη στο αρχοντικό της, με τον αργαλειό της κάνει έργο τέχνης αυτό που οι άντρες ζουν στην πραγματικότητα κάτω στο ματωμένο κάμπο της Τροίας. Στο υφαντό της αναπαρίστανται σκηνές του αιματηρού πολέμου που έχει ξεσπάσει εξαιτίας της. Ο ποιητής έμμεσα εκφράζει την περηφάνια μιας γυναίκας, με αυτοπεποίθηση και σιγουριά για την αξία της ομορφιάς της, όταν γνωρίζει πως για χάρη της σφάζονται δύο λαοί. Εξάλλου, και αργότερα, όταν τα βάζει με τον Πάρη και τον εαυτό της, δεν ξεχνά πως η θύμησή τους θα μείνει ανεξίτηλη μέσα στα τραγούδια που θα ψάλλουν την ομορφιά και τις περιπέτειές της (Ζ 357-358). 

Πώς φτάνει στην Ελένη η είδηση για τη μονομαχία των δύο αντρών; Ποια η αντίδρασή της; Η Ίριδα είναι η αγγελιοφόρος θεά όπως και ο Ερμής στην Οδύσσεια. Λειτουργεί αυθόρμητα(δεν υπάρχει υπαινιγμός για κάποια θεϊκή παρέμβαση),ενανθρωπίζεται-( στοιχείο τεχνικής στην εμφάνιση της θεότητας)-(ανθρωπομορφισμός θεών). Παίρνει τη μορφή της Λαοδίκης, θνητής και γυναίκας του Ελικάωνα και κόρης του Πρίαμου και της Εκάβης, ενός προσώπου δηλαδή οικείου στην Ελένη, προκειμένου να εξασφαλίσει η Ίριδα φιλική ατμόσφαιρα και εμπιστοσύνη. Παροτρύνει την Ελένη να ανεβεί στο κάστρο της πόλης για να παρακολουθήσει τη μονομαχία. Επισημαίνονται στο λόγο της τα ακόλουθα:

1.Γλυκιά μου: η προσφώνηση δείχνει πως σέβονται και αγαπούν την Ελένη και δεν της καταλογίζουν κανενός είδους σφάλμα ή ενοχή για το κακό που προκαλείται εξαιτίας της.

2.Που κάθονται κι έστησαν ορθά σιμά τους τα κοντάρια: η ειρηνική εικόνα των ετοιμοπόλεμων Τρώων και Αχαιών. Η Ίριδα ξεσηκώνει την Ελένη να δει από κοντά αυτό το πρωτοφανές θέαμα.

3. Ανακοινώνεται η απόφαση που πάρθηκε για μονομαχία του Μενέλαου – Πάρη με έπαθλο την ίδια χωρίς μάλιστα τη δική της βούληση.

Η Ίριδα με το λόγο της φρόντισε να δημιουργήσει συναισθήματα στην Ελένη: λαχτάρα για τον πρώτο της άντρα, νοσταλγία για την πατρίδα και τους γονείς της. Ξεσπά έτσι σε δάκρυα και τρέχει στις Σκαιές Πϋλες, στο μέρος που της υπέδειξε η Ίριδα, για να δει από όσο γίνεται πιο κοντά τη μονομαχία που θα κρίνει την έκβαση του πολέμου και τη δική της τύχη.

139-160: τα γεγονότα εκτυλίσσονται στο κάστρο της πόλης του Ιλίου

·         Ο ποιητής θέλει την Ελένη παρούσα στα τείχη αυτή τη στιγμή της μονομαχίας. Σε κα΄θε ομηρική μονομαχία το έπαθλο θα έπρεπε να βρίσκεται στο χώρο όπου γινόταν η σύγκρουση των δύο αντιπάλων. Σύμφωνα εξάλλου με τις παλιές συνήθειες  το βραβείο έπρεπε να είναι ορατό στους αντίζηλους. Να αποτιμήσουν αυτοί την αξία του και έπειτα να παλέψουν γι’ αυτό για να το κερδίσουν.

·         Η Ελένη παρουσιάζεται όπως επιβάλλει η αριστοκρατική της καταγωγή. Συμπεριφέρεται με συστολή, εμφανίζεται με επιβλητικότητα και μεγαλοπρέπεια. Φορά την καλύπτρα στο κεφάλι και συνοδεύεται από τις δύο θεραπαινίδες της. Η γυναίκα της ομηρικής αριστοκρατίας ακολουθεί συγκεκριμένους κώδικες συμπεριφοράς, οι οποίοι ταιριάζουν στο ήθος και την ευγενική της καταγωγή. Είναι εξάλλου μια θαρραλέα γυναίκα, με αυτοπεποίθηση, έτοιμη να αντιμετωπίσει τα σχόλια, την κατακραυγή ακόμη των ανθρώπων.

·         Η ομορφιά της Ελένης παρουσιάζεται όχι με περιγραφή από τον ποιητή, αλλά έμμεσα, περισσότερο ως θάμπωμα των γερόντων από την ακτινοβολία που εξέπεμπε. Οι στίχοι 156-158 μας δίνουν το περίφημο εγκώμιο για την εξαίρετη ομορφιά της κόρης. Οι πρωτογέροντες της Τροίας, μαγεμένοι από την πανέμορφη γυναίκα που επιτέλους βλεπουν από κοντά, σχολιάζουν μεταξύ τους την λαμπερή μορφή της και αφήνουν σε μας να φανταστόύμε την Ελένη μέσα από την εντύπωση που προκάλεσε το αντίκρισμά της. Μέ τον τρόπο αυτό ο ποιητής θέλει να δείξει πως αυτό το κάλλος είναι πάνω από κάθε περιγραφή.

·         Ο έπαινος της ομορφιάς της Ελένης από το μέρος των πρωτογερόντων έχει βαρύτητα: διότι στο πεδίο της μάχης αγωνίζονταν τα παιδιά τους, σκοτώνονταν, πληγώνονταν. Η λάμψη της τους συγκινεί όπως θα συγκινούνταν βλέποντας μπρος τους μία θεότητα.

·         Όμως είναι και επιφυλακτικοί, διότι πάνω από όλα είναι προικισμένοι με σοφία λόγω της ηλικίας τους. Προσγειώνονται, γίνονται ρεαλιστές και για τούτο διατυπώνουν την ευχή να γυρίσει η Ελένη στη Σπάρτη, για να μην υποστούν και άλλα δεινά εξαιτίας της. Λογική και σύνεση συνεπώς νικούν το συναίσθημα.

161-244

Η Ελένη και ο Πρίαμος

Ό,τι αποκαλύφθηκε προηγουμένως με τη Λαοδίκη, ότι δηλαδή εκείνη εκτιμά την Ελένη και την έχει αποδεχτεί ως μέλος της οικογένειάς τους, επιβεβαιώνεται και τώρα με τον Πρίαμο. Και τούτος από τη συνομιλία τους μας δείχνει πως την έχει αποδεχτεί. Η στάση του είνια στοργική και ρητά αθωωτική. Της μιλά με καλοσύνη, τρυφερότητα (παιδί μου), φιλικά και δείχνει πως την έχει απαλλάξει από όποια ευθύνη για τις συμφορές που προκάλεσε. Τον διακρίνει αξιοπρέπεια και ευγένεια. Με τη σοφία που η ζωή τον έχει οπλίσει αναγνωρίζει πως οι θεοί είναι κείνοι που κινούν τα νήματα του ανθρώπινου βίου, που ωθούν τους ανθρώπους σε συγκεκριμένες ενέργειες. Με την παρατήρησή του αυτή απενοχοποιεί την ηρωίδα. Ανώτερος άνδρας, σεβαστή προσωπικότητα.

Παρατηρεί τους Αχαιούς αρχηγούς, δίνει τα εξωτερικά τους γνωρίσματα και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να συμπεράνει από την εμφάνιση και το παράστημά τους. Αναγνωρίζει το αρχοντικό παράστημα του Αγαμέμνονα, ο οποίος για τούτο και μονο το λόγο αποπνέει σεβασμό. Ως γέροντας είναι σοφός. Διαθέτει διαίσθηση και πείρα ζωής, οπότε και η σκέψη του χαρακτηρίζεται από διεισδυτικότητα. Έτσι, ξεχωρίζοντας από τους Αχαιούς τον Αγαμέμνονα, υποπτεύεται πως είναι πραγματικά βασιλιάς.

Η Ελένη απαντώντας στον Πρίαμο ακολουθεί στο λόγο της μία δομή: αρχικά μιλά για τις προσωπικές της ενοχές. Δηλώνει μετάνοια που ακολούθησε τον Πάρη, καταριέται τον εαυτό της και εκφράζει τη νοσταλγία της για την πατρίδα της, τη ζωή της εκεί και τους ανθρώπους που άφησε πίσω της. Απαξιώνει τη ζωή της – έχει αυτή γίνει αυτοκαταστροφική. Στη συνέχεια παρουσιάζει τους σημαντικούς Αχαιούς αρχηγούς (Αγαμέμνονα, Οδυσσέα, Αίαντα, Ιδομενέα) για τους οποίους μιλά με τα καλύτερα λόγια, οπότε δείχνει ότι είναι περήφανη για την καταγωγή της. Ολοκληρώνει αναφερόμενη στα αδέρφια της Κάστορα και Πολυδεύκη, στις ενοχές της αλλά και στην ντροπή που προκάλεσε στους δικούς της με την εκούσια φυγή της.

Το κάλεσμα του Πριάμου να δει το Μενέλαο δεν την ανησυχεί, δεν τη φέρνει σε αμηχανία. Σέβεται τον Πρίαμο, ανταποδίδει την οικειότητα, τρυφερότητα με την οποία την αντιμετώπισε προηγουμένως (γλυκέ πεθερέ μου). Στα λόγια της ωστόσο αποκαλύπτεται πως νιώθει ένοχη η ίδια για την πράξη της και ότι έχει μετανιώσει τόσο, ώστε καταριέται τον εαυτό της εκφράζοντας την επιθυμία να είχε πεθάνει. Έτσι, υπονοείται πως δεν ήταν το άβουλο ον που «έκλεψε» ο Πάρης. Πικραμένη, νοσταλγεί το σπίτι και τους ανθρώπους της οικογένειάς της, της λείπει η μοναχοκόρη της. Απαξιώνει τελικά τη ζωή της, η οποία έχει γίνει αυτοκαταστροφική.

Αγαμέμνων: επιβεβαιώνει η Ελένη τη βασιλική του μεγαλοπρέπεια (κραταιός, βασιλιάς καλός, ανδρείος πολεμάρχος). Η συγγενική της σχέση με αυτόν (ανδράδελφος) την επαναφέρει στην εμμονή της να αυτοταπεινώνεται. Ο Πρίαμος από την άλλη καλοτυχίζει τον Αγαμέμνονα  που είναι αρχιστράτηγος σε ένα τόσο μεγάλο στράτευμα. Ανατρέχει ο ίδιος στο παρελθόν  –όπως οι γέροντες αρέσκονται να κάνουν (π.χ. ο Νέστορας)- και κάνει σύγκριση. Αυτή όπως και η αφήγησή του λειτουργούν ως επιβράδυνση.

(Με το διάλογο του Πρίαμου και της Ελένης ο ποιητής καταφέρνει να δημιουργήσει κατάλληλο κλίμα, ώστε να προβληθούν οι σημαντικότερες ηγετικές μορφές του αχαϊκού στρατού).

Ο Οδυσσέας

Ο Πρίαμος ξεχωρίζει στη συνέχεια τον Οδυσσέα ως ηγετική μορφή, στον οποίο όμως δεν αναγνωρίζει το ηγεμονικό παράστημα του Αγαμέμνονα. Όμως τον παρομοιάζει με τρανό δασύμαλλο κριάρι… θέλοντας έτσι να επισημάνει την αεικινησία του και ανησυχία του.  Η Ελένη αποκαλύπτει το όνομά του, τον τόπο της καταγωγής του και τα κύρια γνωρίσματά του- πανουργία, ευστροφία- επινοητικότητα.

Παρέμβαση Αντήνορα

Ο Αντήνορας μας παραπέμπει σέ ένα γεγονός που συνέβη πριν τον πόλεμο, όταν Αχαιοί προσπάθησαν μέσω διαπραγματεύσεων να λύσουν τις διαφορές τους με τους Τρώες. Επιβεβαιώνει την κρίση της Ελένης:

(Η Ελένη δε θα μπορούσε να μιλήσει έτσι για τον πρώην σύζυγό της). Ο Μεν και ο Αγμ. ξεχώριζαν για το ήθος τους, τη σύνεσή τους., γλυκομίλητος, ικανός στο λόγο (μιλούσε με σαφήνεια, ευστοχία). Ο Οδυσσέας από την άλλη ξεχωρίζει για τη ρητορική του ικανότητα (στ.221-223) σε σημείο που κανείς δεν μπορούσε να μετρηθεί με εκείνον (παρομοίωση: ωσάν πυκνές χιονόψυχες τα λόγια του πετιόνταν). Ακόμη και στους προηγούμενους στίχους 216-220 ο Οδυσσέας προβάλλεται ως ο άντρας που, ενώ δίνει την εντύπωση του ανόητου όταν έχει το βλέμμα του καρφωμένο στη γη και κρατά το σκήπτρο του ακίνητο, ουσιαστικά αυτοσυγκεντρώνεται προκειμένου να σκεφτεί τι θα πει στη συνέχεια ώστε ο λόγος του να είναι εύστοχος (το σκήπτρο που κρατόύσε ο ρήτορας ήταν σύμβολο εξουσίας, αλλά παράλληλα έδινε έμφαση στο λόγο του, καθώς ο ομιλητής έκανε διάφορες χειρονομίες. Αντίθετα το ακίνητο σκήπτρο δήλωνε πως αυτός που το κρατούσε ήταν ή ανόητος ή οργισμένος. Κάπως έτσι φάνταζε στους Τρώες και ο Οδυσσέας σε πρώτη εντύπωση.).

Αίαντας – Ιδομενέας

Πρίαμος: ξεχωρίζει κάποιον από το πελώριο παράστημά του.

Ελένη: αναγνωρίζει τον Αίαντα, των Αχαιών ο στύλος – το στήριγμα

Δίπλα η Ελένη αναγνωρίζει τον Ιδομενέα που τον ξέρει προσωπικά, και αμέσως, χωρίς να θέσει σχετικό ερώτημα ο Πρίαμος τον παρουσιάζει σαν παλιό οικογενειακό φίλο (παρομοίωση: στέκει ωσάν θεός μες στων Κρητών τα πλήθη). Για μία ακόμη φορά βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για το παρελθόν, να εστιάσει σε δικά της θέματα πιο προσωπικά (η εμμονή της με το παρελθόν αποκαλύπτεται και  πάλι, πράγμα που δείχνει τόσο τη νοσταλγία όσο και τις ενοχές της), να θυμηθεί ευτυχισμένες στιγμές στην πατρίδα της, να αναφερθεί με τιμή στο Μενέλαο με περίσσιο θάρρος τώρα, μια και προηγούμενα για τούτον μίλησε επαινετικά ο Αντήνορας. Μιλά επίσης για τα αδέρφια της που δεν τα διακρίνει τώρα…

Κάστορας και Πολυδεύκης

Η ηρωίδα θυμάται –γιατί το παρελθόν την ακολουθεί συνεχώς- τα αδέρφια της, Κάστορα και Πολυδεύκη, τους οποιους και αναζητά μέσα στο πλήθος. Δεν τους εντοπίζει οπότε και ανησυχεί μήπως από ντροπή για τη δική της επονείδιστη ντροπή δεν επιθυμούν να μπούν στη μάχη. Για μία ακόμη φορά η Ελένη είναι αντιμέτωπη με τις ενοχές της. Στο σημείο αυτό έχουμε τραγική ειρωνεία μια και η ηρωίδα αγνοεί πως τα αδέρφια της εδώ και καιρό έχουν πεθάνει, ενώ οι ακροατές που γνωρίζουν την ιστορία και ακούν την αφήγηση του ποιητή (243-244) το ξέρουν αυτό πολύ καλά.

·Η ποιητική λειτουργια της εμφάνισης της Ελένης:

Η παρουσία της επιβάλλεται για τις ανάγκες της οικονομίας του έπους.

– Προβάλλεται και σχολιάζεται η εκθαμβωτική ομορφιά της από τους πρωτογέροντες των Τρώων, οπότε και δικαιώνεται ο πόλεμος που έγινε για χάρη της.

-Παρουσιάζονται από την ίδια στον Πρίαμο οι ηγετικές φυσιογνωμίες του ελληνικού στρατεύματος.

– Παρουσιάζεται η άλλη πλευρά της, αυτή της γυναίκας που έχει μετανιώσει, έχει τύψεις για την πράξη της και νοσταλγία για την πατρίδα της και τα αγαπημένα της πρόσωπα.



Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *