ΒΡΑΒΕΙΟ 2ουΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ

Mε μεγάλη επιτυχία μοιραστήκαμε το 1ο Βραβείο  στο 2ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Συγγραφής Παραμυθιού που καταγράφηκε από τα παιδιά του νηπιαγωγείου τον Μάϊο του 2018  με θέμα:

«Ως την άκρη του ονείρου… »

Ο Διαγωνισμός  πραγματοποιήθηκε κατά το σχολικό 2017-2018 από τη Διεύθυνση Π.Ε. Δυτικής Θεσσαλονίκης, δια  της εκπαιδευτικού , κας Βιργινίας Αρβανιτίδου σε συνεργασία , δια της εκπαιδευτικού – συγγραφέως κας Κυριακής Μιζαμίδου. 

Στον 2ο  Πανελλήνιο Μαθητικό Διαγωνισμό Συγγραφής Παραμυθιού συμμετείχαν περισσότερα από 200 σχολεία απ’ όλη την Ελλάδα, γεγονός που καταδεικνύει ότι πραγμάτωσε τον στόχο του, να εμπνεύσει τα παιδιά να στοχαστούν, να ονειρευτούν αλλά και να μιλήσουν για την Αγάπη είτε ως πανανθρώπινη διαχρονική αξία ή ως επίκαιρο ζητούμενο ή ακόμα και ως φυσικό πρόσωπο, δημιουργώντας τις δικές τους παραμυθιακές ιστορίες…

 Ο τίτλος που δώσαμε εμείς ήταν:

 « Το Καπέλο που ήθελε να αγαπηθεί »

 

H τελετή βράβευσης έγινε στις 15 Φεβρουαρίου 2019, στην περιοχή Αμπελοκήπων – Μενεμένης της Θεσσαλονίκης, στο  Καραπάντσειο Πολιτιστικό Κέντρο Αμπελοκήπων.

Εκεί έλαβε χώρα μια πολύ όμορφη και συγκινητική εκδήλωση, καθώς – πέρα από τα βραβεία  που δόθηκαν σε όσα παιδιά συμμετείχαν στον διαγωνισμό το δικό μας παραμύθι απαγγέλθηκε  από επαγγελματίες αφηγητές, μια στιγμή την οποία καταχάρηκαν όλα τα παιδιά και οι γονείς τους που κατόρθωσαν να παραστούν στην εκδήλωση.

Αυτός ακριβώς είναι και ο στόχος τέτοιων δραστηριοτήτων, να καθίσουμε όλοι μαζί, να στοχαστούμε, να μιλήσουμε, να ακούσουμε νέο λεξιλόγιο, να δημιουργήσουμε μια νέα ιστορία από την αρχή χρησιμοποιώντας την φαντασία μας…

Διαβάστε το Παραμύθι μας που απέσπασε το 1ο Βραβείο:

ΤΟ  ΚΑΠΕΛΟ  ΠΟΥ  ΗΘΕΛΕ  ΝΑ  ΑΓΑΠΗΘΕΙ

Πριν  από  πολλά  πολλά  χρόνια  τότε  που  δεν  υπήρχαν  άνθρωποι  επάνω  στη  γη,  ζούσε  ένα  όμορφο  χάρτινο  καπέλο. Τα  χαρτιά  που  ήταν  φτιαγμένο  είχαν  όλα  τα  χρώματα  του  ουράνιου  τόξου.  Ξαφνικά  όταν  ένας  αέρας  φύσηξε  δυνατά,  σήκωσε  το  καπέλο  ψηλά  και  το  άφησε  πάνω  σ ένα  δέντρο. Εκεί  συνάντησε  ένα  λουλούδι. Ένα  κάτασπρο  λουλούδι  με  κόκκινο  άνθος. «Θέλεις  να  γίνουμε  φίλοι;»  ρώτησε  το  καπέλο  και  το  λουλούδι  απάντησε:   «Όχι,  εγώ  έχω  φίλους , τα  φύλλα  από  τα  δέντρα». Το  καπέλο  λυπήθηκε  πολύ  και  ένα  δάκρυ  κύλησε  από  τα  μάτια  του  κι  έπεσε  στο  χώμα. 

Ο  ήλιος  που  άκουσε  τη  συζήτηση  τους,   πλησίασε   και  ρώτησε  αν  μπορεί  να  τους  διηγηθεί  μια  ιστορία. Το  λουλούδι  και  το  καπέλο  δέχτηκαν  να  ακούσουν  την  ιστορία  και  έτσι  ο  ήλιος  ξεκίνησε: «Πριν  από  πολλά  πολλά  χρόνια,  τότε  που  υπήρχαν  άνθρωποι  επάνω  στη  γη,  ζούσε  ένα  όμορφο  ψάθινο  καπέλο. Ήταν  στολισμένο  με  χρωματιστά  υφάσματα  και  πολύχρωμα  φτερά  και  στόλιζε  το  κεφάλι  ενός  κοριτσιού. Όταν  όμως  φύσηξε  ένα  δυνατό  αεράκι , άρπαξε  το  καπέλο  από  το  κεφάλι  του  κοριτσιού   το  σήκωσε  ψηλά  στον  ουρανό  και  το  άφησε στο  κεφάλι  μιας  γιαγιάς. Μόλις  το  καπέλο  ακούμπησε  το  κεφάλι  της  γιαγιάς,  ένιωσε  μια  λύπη  να  το  διαπερνάει. «Γιατί  είσαι  λυπημένη;»  ρώτησε  τη  γιαγιά. «Έχασα  το  ουράνιο  τόξο  και  όλα  τα  χρώματά  του. Πως  θα  ζήσω  τώρα;» απάντησε  η  γιαγιά. Τότε  το  καπέλο  τραγούδησε  μια  μελωδία  καλώντας  τη  βροχή  να  έρθει. Όπως  όλοι  γνωρίζουμε,  μετά  από  τη  βροχή  βγαίνει  πάντα  το  ουράνιο  τόξο! Τόσο  μεγάλη  ήταν  η  χαρά  της  γιαγιάς  που  φίλησε  το  καπέλο  και  του  έδωσε  μια  ευχή: «Σου  εύχομαι  να  αγαπηθείς  πολύ».

Καθώς  προχωρούσε   η  γιαγιά,   πέρασε  από  δίπλα  της  ένα  μικρό  κοριτσάκι  και  η  γιαγιά  του  έδωσε  το  καπέλο. «Είσαι  σκεφτική,  τι  σου  συμβαίνει ;»  τη  ρώτησε  το  καπέλο. Το  κορίτσι  ήταν  σκεφτικό  και  προβληματισμένο. γιατί  έχασε  τη  σκιά  της  και  δε  μπορούσε  πια  να  παίξει  με  τις  σκιές  των  άλλων  παιδιών. Αμέσως  το  καπέλο  ζήτησε  από  τα  σύννεφα  να  φύγουν  από  τον  ουρανό  και  ένας  υπέροχος  λαμπερός  ήλιος  εμφανίστηκε  ψηλά  και  όπως  όλοι  γνωρίζουμε,  όπου  υπάρχει  φως  υπάρχει   και  σκιά! Τόσο  μεγάλη  ήταν  η  χαρά  του  κοριτσιού  που  φίλησε  το  καπέλο  και  του  έδωσε  μια  ευχή: «Σου  εύχομαι  να  αγαπηθείς  πολύ»  του  είπε  και  περνώντας   δίπλα  από  ένα  τοιχάκι,  το  ακούμπησε  επάνω  και  έφυγε.

 Ένα  ψιλόλιγνο  αγόρι  είδε  το  καπέλο,  κάθισε  επάνω  στο  τοιχάκι,  ,  το  πήρε  στα  χέρια  του,  το  περιεργάστηκε  και  το  φόρεσε. Το  αγόρι  ήταν  θυμωμένο  και  δάκρυα  έτρεχαν  από  τα  μάτια  του. «Γιατί  κλαις  αγόρι;»  ρώτησε  το  καπέλο. «Τα  άλλα  παιδιά  με  κοροϊδεύουν  και  με  φωνάζουν  σπασίκλα. Μου  λένε  ότι  μοιάζω  σαν  το  καλαμάκι  που  σπάει  μέσα  στο  νερό»  απάντησε  το  παιδί. «Τα  δάκρυα  σου  είναι  αυτά  που  κάνουν  τα  άλλα  παιδιά  να  σε  βλέπουν  σαν  σπασμένο  καλαμάκι»  του  είπε  το  καπέλο. «Την  επόμενη  φορά  που  θα  συναντήσεις  τους  φίλους  σου,  χαμογέλασέ  τους  και  πες  τους: “Γεια! θέλετε  να  παίξουμε;»  και  καθώς  έλεγε  αυτά  τα  λόγια,  όλα  τα  φτερά  που  είχε  επάνω  του  τρεμούλιασαν  σα  να  χαιρετούσαν. Το  αγόρι  σταμάτησε  να  κλαίει  και  κοίταξε  το  καπέλο, χαμογέλασε,  του  έδωσε  ένα  φιλί  και  του  είπε: «καλό  δρόμο  να  έχεις  και  σου  εύχομαι….  ν’ αγαπηθείς  πολύ».

Καθώς  περνούσε  μια  γυναίκα  δίπλα  του,  το  αγόρι  της  χάρισε  το  καπέλο  και  έτρεξε  να  βρει  τους  φίλους  του. Η  γυναίκα  ήταν  πολύ  χαρούμενη. Μόλις  είχε  αγοράσει  ένα  παντελόνι  ριγέ  με  κάθετες  ρίγες  και  ένα  σακάκι  ριγέ  με  οριζόντιες  ρίγες. Ξαφνικά  άρχισε  να  βρέχει  και  το  καπέλο  είδε  τις  ρίγες  να  γίνονται  κυματιστές  και  γέλασε  από  ευτυχία. Μαζί  του  γέλασε  και  η  γυναίκα  και  δίνοντάς  του  ένα  φιλί  του  ψιθύρισε: «σου  εύχομαι  ν’ αγαπηθείς  πολύ».

Το  καπέλο  ευτυχισμένο  πέταξε  στο  ουρανό  και  χάθηκε. Κάποιοι  είπαν  ότι  έγινε  φωλιά  για  τα  πουλιά  στα  κλαριά  ενός  δέντρου. Κάποιοι  άλλοι  είπαν  ότι  το  είδαν  στην  καπελοχώρα  όπου  είχε  αγαπήσει  ένα  μαύρο  καπέλο. Κανείς  δεν  γνωρίζει  τι  απέγινε  το  ψάθινο  καπέλο  το  σίγουρο  είναι  όμως  ότι….  αγαπήθηκε  πολύ.

Αυτή  ήταν  η  ιστορία  μου»  είπε  ο  ήλιος  στο  λουλούδι  και  στο  χάρτινο  καπέλο. «Τώρα  φεύγω  και  σας  εύχομαι  μέσα  από  την  καρδιά  μου…. Ν’ αγαπηθείτε  πολύ!!!».

Το  λουλούδι  και  το  καπέλο  κοιτάχτηκαν  αμίλητοι. Το  χάρτινο  καπέλο  χαμογέλασε  πέταξε  όλα  τα  χρώματα  από  πάνω  του,  έμεινε  μαύρο  κατάμαυρο  και  είπε  στο  λουλούδι: «θέλεις  να  γίνεις  το  λουλούδι  μου;». Εκείνο λικνίστηκε  και  κάθισε  απαλά  επάνω  στο  μαύρο  καπέλο.

Κανείς  δεν  ξαναείδε  το  μαύρο  καπέλο  με  το  λευκό  λουλούδι  από  τότε αλλά  ακούγεται,    ότι  πρέπει  να……  αγαπήθηκαν  πολύ.        

                         Και σας ευχόμαστε…

“Να Αγαπηθείτε Πολύ”!!!

 Το Ταξίδι Ατελείωτο!!!