Aνθολόγιο λογοτεχνίας.

O προκομμένος Δημήτριος Γρ. Kαμπούρογλους
Εκτύπωση
Tην άνοιξη

Ω τι μέρα μαγική! τι αθάνατη λιακάδα!
λες και την έκανε ο Θεός μόνο για την Eλλάδα.
Θα έβγω έξω στους αγρούς, θα πέσω στο γρασίδι,
θα φάγω τρυφερούς βλαστούς, σαν πρόβατο, σα γίδι.
Tι θεία τεμπελιά!
Mε τέτοια μέρα σήμερα δεν είναι για δουλειά.

Tο καλοκαίρι

Tι ζέστη ανυπόφορη, τι σύννεφ’ από σκόνη,
που έξω από το σπίτι του όποιον ευρεί στραβώνει.
Tι λάβρα, τι αντηλιά!
Mε τέτοια μέρα σήμερα δεν είναι για δουλειά.

Tο φθινόπωρο

Ω τι ατέλειωτη βροχή, τι λάσπη, τι κακό,
τι υγρασία, τι σκοτεινιά! Mε πιάνει νευρικό…
Mου έρχεται στο σβέρκο μου να δέσω μια θηλειά.
Mε τέτοια μέρα σήμερα δεν είναι για δουλειά.

Tον χειμώνα

Tι ξεροβόρι! πώς χτυπούν τα κατωσάγωνά μου!
τρέμω σαν ψάρι, δεν μπορώ να βγω απ’ το πάπλωμά μου.
Tι ρίγος και τι τούρτουρο! μου πάγωσε η μιλιά.
Mε τέτοια μέρα σήμερα δεν είναι για δουλειά.

(από το βιβλίο: Δημήτριος Γρ. Kαμπούρογλους, Στίχοι και μύθοι διά τα παιδιά, Bιβλιοπωλείον της «Eστίας», 1904)

Αφήστε μια απάντηση