Η διαχείριση της συµπεριφοράς των παιδιών

ΕΚΡΗΞΕΙΣ” ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΤΑ ΜΠΟΡΩ…

oria

Η διαχείριση της συµπεριφοράς των παιδιών αποτελεί ένα δύσκολο έργο που «ταλαιπωρεί» τους περισσότερους γονείς, εκπαιδευτικούς αλλά και όσους συμμετέχουν στη διαπαιδαγώγησή τους. Συχνά έρχονται αντιµέτωποι µε νεύρα, θυµούς και διαφωνίες. Άλλοτε πάλι τα νήπια µοιάζουν να µη δέχονται τις απαγορεύσεις των ενηλίκων και να καταφεύγουν σε «θεατρικές σκηνές».

Αυτές οι συµπεριφορές αποτελούν τις περισσότερες φορές ένα φυσιολογικό στάδιο της ανάπτυξης του νηπίου. Η αδυναµία τους να εκφράσουν αυτά που νιώθουν µε λέξεις, καθώς δεν έχουν ακόµη κατακτήσει πλήρως τη δυνατότητα της λεκτικής επικοινωνίας, η επιθυµία τους να αισθανθούν ανεξάρτητα και ο µηδαµινός έλεγχος που ασκούν στις παρορµήσεις τους, συµβάλλουν ώστε τα νήπια να είναι πάντοτε έτοιµα να επιδείξουν κάποια µορφή ατίθασης συµπεριφοράς. Αυτά τα χρόνια είναι η περίοδος κατά την οποία το µικρό παιδί νιώθει ότι µπορεί να καταφέρει πράγµατα, να αποµακρυνθεί από τους σηµαντικούς «άλλους». ∆οκιµάζει καθηµερινά τα όριά του αλλά και τα όρια των ενηλίκων. Όπως µας συµβουλεύει ο Erikson (1963), αυτές οι «εκρήξεις» αποτελούν «τον τρόπο µε τον οποίο το παιδί προσπαθεί να επιλύσει την εσωτερική σύγκρουση, ανάµεσα σε αυτό που θέλει και σε αυτό που µπορεί να κάνει».

Άλλες φορές πάλι, τα πείσµατα και οι επιθετικές συµπεριφορές, αποτελούν µια προσπάθεια του παιδιού, να αποσπάσει την προσοχή των ενηλίκων για να ασχοληθούν περισσότερο µαζί του. Γενικότερα, δεν πρέπει οι εκπαιδευτικοί να λησµονούν ότι το κάθε παιδί έχει τον δικό του ψυχικό κόσµο και αντιµετωπίζει τις καταστάσεις που βιώνει µε έναν ιδιαίτερο προσωπικό τρόπο. (Μαλικιώση-Λοΐζου, 2009).

ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΤΙΜΩΡΙΑ

Η πειθαρχία ταυτίζεται µε τη διαχείριση της συµπεριφοράς και αφορά την θέσπιση ορίων. Υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και φιλοσοφικές τάσεις που συνδέονται µε την λέξη «πειθαρχία». Είναι γεγονός,, ότι ένα σηµαντικό ποσοστό εκπαιδευτικών, θεωρούν ότι η πειθαρχία είναι συνώνυµη µε τις λέξεις «τιµωρία» και «καταπίεση». ∆εν πρόκειται όµως για το ίδιο πράγµα.

1. Γιατί είναι µία συνέπεια που συνήθως δεν συνδέεται µε την «αταξία». Το να µην βγει το παιδί διάλειµµα, επειδή χάλασε ένα παιχνίδι, δεν έχει νόηµα. Ενώ, µια λογική συνέπεια θα ήταν να προσπαθήσει να το επιδιορθώσει. Η συνέπεια της κάθε πράξης πρέπει να έχει µία χρονική και νοηµατική σχέση µε την ίδια την πράξη (Σάιφερ, 2010).

2. Γιατί οδηγεί το παιδί σε αρνητική αυτοαντίληψη και του προκαλεί θυµό ή ντροπή. Συνήθως, µετά από µία αταξία, βάζουµε το παιδί τιµωρία και λέµε «είσαι κακό παιδί». Αυτό του δηµιουργεί την εντύπωση πως στ’ αλήθεια είναι κακό και αποκτά λανθασµένη εικόνα για τον εαυτό του. (Bredecamp & Copple, 1998). Αντί αυτού, µπορούµε να επικεντρωθούµε στην ίδια την πράξη του παιδιού, λέγοντας: «Έκανες µια πράξη που δεν είναι σωστή και αυτό µε στεναχώρησε» (Σάϊφερ, 2010).

 3.Γιατί µετά από λίγο το παιδί έχει ξεχάσει τους λόγους που βρίσκεται τιµωρηµένο και είναι θυµωµένο που τιµωρήθηκε. Πολύ πιθανό, µάλιστα, να σκεφτεί τρόπους να εκδικηθεί κι έτσι να ξεκινήσει νέα διαµάχη (Γκότοβος, 2002).

4.Γιατί δεν διδάσκει αυτοσυγκράτηση στo παιδί. Η αφαίρεση δικαιωµάτων, η τιµωρία αλλά και οι «ανταµοιβές», όπως αυτοκόλλητα ή δωράκια για την καλή συµπεριφορά, τυχαίνει να είναι αρκετά αποτελεσµατικές στην άµεση αλλαγή συµπεριφοράς, αλλά έχουν προσωρινό χαρακτήρα και δίνουν όλο τον έλεγχο στον ενήλικα. Επιπλέον, δεν βοηθούν στην ανάπτυξη του αυτοελέγχου και της αυτοαντίληψης (Ματσαγγούρας, 2008). Με την τιµωρία το παιδί δεν αισθάνεται την ανάγκη να αλλάξει την διαγωγή του. Προσπαθεί µόνο να αποφύγει τις συνέπειες ή να κερδίσει οφέλη όπως π.χ. ένα νέο παιχνίδι (Γκότοβος, 2002).

5.Καταστέλλει το πρόβληµα και δίνει µία προσωρινή λύση. Mε την τιµωρία σταµατά µεν η ένταση της στιγµής αλλά δε δίνεται ο χρόνος και η βοήθεια στο παιδί να αντιληφθεί την πράξη του και τις συνέπειές της. Αν όµως ο ενήλικας πει «∆εν θα έχουµε πια ωραία βιβλία στη γωνιά της βιβλιοθήκης αν τα σχίζουµε», είναι πιο εύκολο για το παιδί να κατανοήσει τις συνέπειες που θα έχει η πράξη του και να την αποφύγει (Σάϊφερ, 2010).

 ΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΕΠΕΙΑ Ή ΠΑΡΑΛΟΓΗ ΤΙΜΩΡΙΑ;

«Αν βρέχει, δεν µπορούµε να βγούµε στην αυλή»

Η συνέπεια δεν έχει τον αυθαίρετο, εκδικητικό και άδικο χαρακτήρα της τιµωρίας που αποθαρρύνει τα παιδιά. Αντίθετα εξηγεί και τα βοηθάει να κατανοήσουν που έκαναν λάθος και γιατί δεν πρέπει να το επαναλάβουν. Βέβαια το κλειδί για επιτυχηµένες λογικές συνέπειες είναι αφενός, η άµεση εφαρµογή τους και αφετέρου η άµεση σχέση µε την κακή συµπεριφορά.

Αλλά…..

«Αν δεν φας όλο το φαγητό σου, δεν θα παίξεις µε τα υπόλοιπα παιδιά»

Ακούγεται παράλογο και είναι. Αυτή η έλλειψη σύνδεσης µεταξύ της συµπεριφοράς του παιδιού και της τιµωρίας προκαλεί σύγχυση στα παιδιά και τους δίνει την αίσθηση ότι τα εκδικούµαστε. Εξάλλου η τιµωρία από µόνη της ποτέ δεν µετέτρεψε έναν κακό χαρακτήρα σε καλό και ποτέ δεν δίδαξε µια σωστή συµπεριφορά καθώς το µόνο που δείχνει είναι τι δεν πρέπει να κάνει ένα παιδί. Η παράλογη τιµωρία µπορεί να τα κάνει να φοβούνται χωρίς λόγο έναν εκπαιδευτικό ή ακόµη και να αναπτύξουν αισθήµατα ενοχής και άγχους. Είναι σηµαντικό να θυµόµαστε ότι ο τρόπος µε τον οποίο ανταποκρινόµαστε στη συµπεριφορά τους δίνει στα παιδιά τις πρώτες πρωτόγονες ιδέες περί «καλού» ή «κακού»(Cole & Cole, 2001). Ας µείνουµε λοιπόν στη λογική της συνέπειας για να έχουµε αποτελέσµατα. Και ας θυµόµαστε ότι… Το κλειδί για επιτυχηµένες λογικές συνέπειες είναι να εφαρµόζονται άµεσα και να έχουν άµεση σχέση µε τη µη αποδεκτή συµπεριφορά.

ΤΙ ΕΝΤΟΠΙΣΑΜΕ ΕΝ∆ΕΙΚΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΠΑΙ∆ΙΑ ΣΕ ∆ΙΑΦΟΡΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟΥ

Ρωτήσαµε τα παιδιά

1. Πότε κάποιος µπαίνει τιµωρία;

-όταν κάποιος τρέχει και φωνάζει µέσα στην τάξη.

-όταν κάποιος δεν µαζεύει τα παιχνίδια από τις γωνιές.

-όταν κάποιος χτυπάει και σπρώχνει κάποιον άλλο.

-όταν κάποιος αρπάζει κάτι, ένα πράγµα από κάποιον, χωρίς να το ζητήσει µε ωραίο τρόπο.

-όταν κάποιος κάνει φασαρία. -όταν κάποιος µιλάει την ώρα του φαγητού.

-όταν κάποιος δεν τηρεί τους κανόνες της τάξης.

-όταν κάποιος είναι κακό παιδί και µαλώνει µε τα αδέρφια του. -όταν δεν µαζεύει το δωµάτιο του.

-όταν παίζει µπάλα µέσα στο σπίτι.

-όταν κάνει ζηµιές στο σπίτι. 

2. Ποιος ή ποια βάζει τιµωρίες;

-η µαµά -ο µπαµπάς -η γιαγιά µου λέει ότι ο Θεούλης τιµωρεί. -η κυρία -ο θείος -η αδερφή µου.

3. Εσύ έχεις µπει ποτέ τιµωρία; Αν ναι µπορείς να µου την περιγράψεις;

-Ναι µια φορά δεν µάζεψα το δωµάτιο µου και η µαµά σήκωσε στο πατάρι τους µαρκαδόρους και το µπλοκ ζωγραφικής µου.

-Όχι, δεν έχω µπει ποτέ τιµωρία.

-Ναι έπαιζα µε την µπάλα και έσπασα ένα ποτήρι και ο µπαµπάς µε έκλεισε στο µπάνιο.

-Ναι είµαι από σήµερα τιµωρία γιατί χτύπησα τον αδερφό µου µε ένα αυτοκινητάκι στο κεφάλι.

-Ναι όταν είµαι τιµωρία η µαµά µου παίρνει τα Hot whets.

-Ναι όταν ξυπνάω την αδερφή µου στην κούνια.

-Ναι κάποιες φορές και κάθισα στο Σκεφτούλη.

-Ναι και η κυρία µας έβαλε µε τον Γιάννη, τον Μιχάλη και τον Χρήστο στη Γωνιά της Σκέψης.

-Ναι όταν µιλάω πολύ στην παρεούλα η κυρία µε βάζει στη Γωνιά της Σκέψης για να σκεφτώ τι έκανα.

-Ναι όταν κάνω ζηµιά η µαµά µου δεν µε αφήνει να δω τηλεόραση.

-Ναι όταν φωνάζω τον Λουκά η κυρία µου παίρνει τα παιχνίδια και δεν µε αφήνει να παίξω µε τους άλλους.

4. Πώς αισθάνεσαι όταν είσαι τιµωρία;

-Είµαι λυπηµένος.

-Είµαι στεναχωρηµένος.

-Κλαίω.

-Στεναχωριέµαι και κάθοµαι στο δωµάτιο µου.

-Φοβάµαι.

-∆εν µ αρέσει όταν κάθοµαι µόνος µου στο Σκεφτούλη και όλοι οι άλλοι είναι στην παρεούλα.

-Εγώ είµαι χαρούµενος όταν µαζί µου στη Γωνιά της Σκέψης κάθονται και ο Γιάννης µε τον Μιχάλη γιατί είµαστε οι καλύτεροι φίλοι.

-Εµένα µ αρέσει να κάθοµαι στο Σκεφτούλη γιατί την βαριέµαι την παρεούλα

ΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΩΣΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

epithetikotita-paidioy_590_b

Υπάρχουν φορές που ένα παιδί µπορεί να καταστρέφει τα υλικά, να αρπάξει το παιχνίδι ενός άλλου παιδιού, να χτυπάει ή να προσβάλει. Τα κίνητρα µιας τέτοιας συµπεριφοράς µπορεί να είναι πολλά. Μπορεί για παράδειγµα να ελέγχει τα όριά μας ή να προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή μας (Pronin-Fromberg, 2000˙ Κοντοπούλου, 2007).

Όποια και αν είναι τα κίνητρα , είναι προτιµότερο να δείξουμε στα παιδιά πώς να µοιράζονται, πώς να ζητούν βοήθεια, πώς να εκφράζονται αλλά και να κατανοούν τα συναισθήµατα των άλλων. Με λίγα λόγια δηλαδή, πώς να συµπεριφέρονται µε έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο (ανάπτυξη προκοινωνικών δεξιοτήτων).

Έτσι

  • Βοηθάμε τα παιδιά να καταλάβουν ότι το να διαπραγµατευτούν τη χρήση ενός παιχνιδιού είναι προτιµότερο από το να το αρπάξουν.

Ζητάμε να προτείνουν τρόπους για να βοηθήσουν το ένα το άλλο.

  • Οργανώνουμε δραστηριότητες που απαιτούν κοινή προσπάθεια και παιχνίδια συνεργασίας. Ορίζουμε τον κανόνα: «Ρωτήστε δύο πριν ρωτήσετε εµένα».
  • είχνουμε στα παιδιά τον τρόπο έκφρασης του θυµού µε λόγια, παρά µε πράξεις βίας π.χ. «ξέρω ότι είσαι θυµωµένη και είναι καλύτερα να το πεις αυτό στην Μ… που σου µουτζούρωσε τη ζωγραφιά».

     • Βοηθάμε τα παιδιά να καταλάβουν ότι όταν προσβάλλεις κάποιον, πληγώνεις τα συναισθήµατά του. Χρησιµοποιούμε εκφράσεις: «Αυτό τον πόνεσε. Πες του το µε λόγια αν δεν σου αρέσει αυτό που έκανε» «πώς θα αισθανόσουν αν……» (Σάιφερ, 2010)

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ

Η σύγχρονη παιδαγωγική θεωρία και έρευνα έχει µεταθέσει την προσοχή της από τη διαχείριση της συµπεριφοράς των παιδιών µέσα στην τάξη στην πρόληψη των προβληµάτων συµπεριφοράς σε κάθε πλαίσιο της κοινότητας (Elliot et all, 2008). Στην πράξη, αυτό σηµαίνει ότι η «διαχείριση» δεν ταυτίζεται µε την επιβολή τιµωρίας, αλλά µε έγκαιρο σχεδιασµό και οργάνωση ενός περιβάλλοντος που βοηθάει τα παιδιά να συµπεριφέρονται σωστά µε διαδικασίες.

Με άλλα λόγια, τα παιδιά χρειάζονται ένα περιβάλλον που «θέτει» σταθερά όρια και λογικούς κανόνες γιατί τα βοηθάει να αναγνωρίζουν τους περιορισµούς, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δική τους αίσθηση αυτονοµίας και πρωτοβουλίας. Άλλωστε, τα µικρά παιδιά αισθάνονται σιγουριά, όταν νιώθουν ότι υπάρχουν όρια, τα οποία σε ορισµένες περιπτώσεις δεν µπορούν να υπερβούν. Νιώθουν ελεύθερα να πειραµατιστούν και να εξερευνήσουν χωρίς να φοβούνται µήπως αποτύχουν, γιατί… ξέρουν ότι υπάρχει πάντα κάποιος εκεί δίπλα για να τα βοηθήσει να χειριστούν µια κατάσταση που είναι δύσκολη ή αβέβαιη (Ντολιοπούλου, 2002). Έτσι εξελίσσονται σε µια δραστήρια και αυτόνοµη προσωπικότητα, ενώ νιώθουν ικανοποιηµένα µε τα επιτεύγµατα τους. Ακόµη, έχουν καλύτερη κοινωνική προσαρµογή, και µεγαλύτερο αυτοέλεγχο. Μεγαλώνουν έχοντας αυτοπεποίθηση, σε αντίθεση µε τα παιδιά στα οποία επιτρέπεται να συµπεριφέρονται όπως τους αρέσει. Αλλά και µέσα από την εµπειρία των απαγορεύσεων τα παιδιά αρχίζουν να αποκτούν τις πρώτες ιδέες περί «σωστού» και «λάθους», δηλαδή του συστήµατος ηθικής που διέπει την κοινωνία.

ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ…..

  • Ορίζουμε λειτουργικούς και λογικούς κανόνες που έχουν νόηµα για τα παιδιά.
  • Συζητάμε µε τα ίδια τα παιδιά, πάνω στη θέσπιση των κανόνων. Έτσι, τα βοηθάμε να καταλάβουν το «γιατί» πίσω από κάθε κανόνα. (Σάιφερ, 2010)
  • Φροντίζουμε ώστε οι κανόνες να είναι λίγοι, σύντοµοι και κατανοητοί από τα παιδιά, χωρίς άγνωστες λέξεις (Ντολιοπούλου, 2005) και εφαρµόζουμε σταθερά.
  • Χρησιµοποιούμε την θετική γλώσσα για να τονίσουμε την επιθυµητή συµπεριφορά. Με λίγα λόγια δηλαδή, περνάμε από το «τι δεν κάνουµε» στο «τι πρέπει να κάνουµε». Τα παιδιά φέρονται καλύτερα όταν ξέρουν τι να κάνουν. (π.χ. αντί να πούμε «Μην φωνάζετε», λέμε «Να µιλάτε πιο ήρεµα»).
  • Θυµίζουμε στα παιδιά τους κανόνες της κατάλληλης συµπεριφοράς από πριν. Για παράδειγµα υπενθυµίζουμε αποφάσεις της τάξης που συνδέονται µε δραστηριότητες στις γωνιές: «Θυµηθείτε ότι αποφασίσατε να τακτοποιείτε τα υλικά που χρησιµοποιείτε όταν τελειώνετε τις δουλειές σας» (Οδηγός Νηπιαγωγού, σ. 71). 
  • Θυμόμαστε ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας έχουν µικρή διάρκεια µνήµης και χρειάζονται καθοδήγηση για συντονισµένες κινήσεις: «Αφού µαζέψετε τα τουβλάκια, καθίστε στην παρεούλα».

cute_kids

 

Ένα άρθρο των εκπαιδευτικών Κολυμπάρη Σ. & Σεφεριάδου Β.

Πηγή: anoixto-sxoleio.gr

2 σχόλιαστο “Η διαχείριση της συµπεριφοράς των παιδιών

  1. Ωραίο, χρήσιμο, περιεκτικότατο και κατατοπιστικό το άρθρο…

  2. Ωραίο άρθρο, πολύ ενδιαφέρον, περιεκτικότατο και κατατοπιστικό!

Τα σχόλια είναι κλειστά.