Άρθρα κατηγορίας "Υλικό"

ΘΕΩΡΙΑ ΣΥΓΚΟΛΛΗΣΗΣ: Είδη συγκολλήσεων

Είδη συγκολλήσεων

Με τον τεχνικό όρο συγκόλληση εννοούμε την ένωση δύο ή περισσοτέρων μεταλλικών κομματιών με τη βοήθεια της θέρμανσης ή της πίεσης ή ακόμη και με ταυτόχρονη εφαρμογή και των δύο. Οι μέθοδοι συγκόλλησης κατηγοριοποιούνται ανάλογα με:α. Τον τρόπο μεταφοράς της ενέργειας από τις εξωτερικές πηγές ενέργειας. Δηλαδή συγκόλληση με στερεό, υγρό ή αέριο μέσο, με πλάσμα, με ακτινοβολία ή με ηλεκτρικό ρεύμα.
β. Τον τύπο του μετάλλου βάσης. Δηλαδή συγκόλληση μεταξύ μετάλλων, συγκόλληση πλαστικών ή άλλων υλικών, συγκόλληση ανόμοιων υλικών.
γ. Τον σκοπό της συγκόλλησης. Δηλαδή συγκόλληση/συνένωση δύο άκρων ή αναγόμωση επιφανειών.
δ. Τον τρόπο μεταφοράς ενέργειας. Δηλαδή συγκολλήσεις με εφαρμογή πίεσης ή συγκολλήσεις ηλεκτρικού τόξου.
ε. Τον βαθμό αυτοματοποίησης.
Οι συγκολλήσεις κατατάσσονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες, ανάλογα με το χρησιμοποιούμενο μέσο. Έτσι έχουμε:
 Τις συγκολλήσεις τήξης
 Τις συγκολλήσεις πίεσης
 Τις ειδικές συγκολλήσεις
Οι συγκολλήσεις τήξης συνοδεύονται από το φαινόμενο της τήξης των μετάλλων στο σημείο συγκόλλησής τους. Η θερμοκρασία αυξάνεται μέχρι του σημείου τήξης των μετάλλων στα σημεία συγκόλλησής τους, με συνέπεια τα μόρια του ενός μετάλλου να εισχωρούν στα μόρια του άλλου και έτσι να πραγματοποιείται η σύνδεσή τους, μετά την επαναφορά τους στη θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Η συγκόλληση τήξης μπορεί να πραγματοποιηθεί με τους εξής τρόπους:
 Με την τήξη και των δύο μεταλλικών κομματιών στη θέση της συγκόλλησης. Σ’ αυτήν την περίπτωση τα προς συγκόλληση μεταλλικά τεμάχια θα πρέπει να είναι από το ίδιο μέταλλο ή από κράμα της ίδιας ή παρόμοιας χημικής σύστασης.
 Με την τήξη των δύο μεταλλικών κομματιών στη θέση συγκόλλησης και την ταυτόχρονη τήξη ενός τρίτου υλικού που το ονομάζουμε συγκολλητικό ή κόλληση. Η κόλληση έχει την ίδια χημική σύσταση με τα κομμάτια που θέλουμε να συγκολλήσουμε ή παρόμοια.
 Με τήξη μόνο της κόλλησης. Η κόλληση είναι από υλικό εντελώς διαφορετικό από τα υλικό των μεταλλικών κομματιών που θα συγκολληθούν και έχει πάντα θερμοκρασία τήξης μικρότερη από τη θερμοκρασία τήξης των συγκολλούμενων κομματιών. Τα κομμάτια που θα συγκολληθούν με αυτή τη μέθοδο, μπορεί να είναι από το ίδιο είδος μετάλλου ή από διαφορετικό μέταλλο.
Σκοπός του συγκολλητικού υλικού (κόλλησης) είναι να γεμίσει το διάκενο μεταξύ των δύο μεταλλικών κομματιών που θα συγκολληθούν, ώστε, όταν κρυώσει, να αποτελέσει τη συνδετική τους γέφυρα. Οι συγκολλήσεις πίεσης πραγματοποιούνται με ταυτόχρονη θέρμανση της θέσης συγκόλλησης των δύο κομματιών σε θερμοκρασία μικρότερη από τη θερμοκρασία τήξης τους και με εφαρμογή ισχυρής πίεσης στη θέση της συγκόλλησης. Οι συγκολλήσεις πίεσης διακρίνονται σε:  Ψυχρές συγκολλήσεις
 Συγκολλήσεις τριβής
 Καμινοσυγκολλήσεις
 Ηλεκτροσυγκολλήσεις αντίστασης
Οι συγκολλήσεις τήξης διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες ανάλογα με το είδος της κόλλησης που χρησιμοποιείται. Έτσι έχουμε:
 Τις αυτογενείς κολλήσεις
 Τις ετερογενείς κολλήσεις
Κάθε είδος από τις αναφερόμενες πιο πάνω συγκολλήσεις έχει τα δικά της τεχνικά χαρακτηριστικά, τα οποία προσδιορίζουν και τις περιπτώσεις χρήσης τους.

Ετικέτες:

Κοχλίες

ΣΠΕΙΡΩΜΑΤΑ

Ένα από τα πιο βασικά στοιχεία μηχανών για τη σύνδεση εξαρτημάτων είναι οι κοχλίες οι οποίοι μέσω της συνεχούς αυλάκωσης, που ονομάζεται σπείρωμα, συνδέουν μεταξύ τους τεμάχια. Οι κοχλιοσυνδέσεις ανήκουν στις λυόμενες συνδέσεις μια και μπορούν άμεσα να αποσυνδεθούν. Στις περισσότερες συνδέσεις μεταλλικών κατασκευών που χρησιμοποιείται κοχλιοσύνδεση, ο κοχλίας διαπερνά τα τεμάχια που συνδέει μεταξύ τους και δημιουργεί σύσφιξη μέσω του περικοχλίου. Σε άλλες περιπτώσεις ο κοχλίας διαπερνά ένα ή περισσότερα τεμάχια και βιδώνεται στο τελευταίο το οποίο διαθέτει κατάλληλη οπή με σπείρωμα. Το σπείρωμα είναι η εξωτερική αυλάκωση που έχει ο κοχλίας ή η εσωτερική αυλάκωση που έχει μια οπή. Στο επόμενο σχήμα παρουσιάζεται το σπείρωμα ενός κοχλία με φραιζάτη κεφαλή καθώς και σχεδιαστικά η σύνδεση των δύο συνεργαζομένων σπειρωμάτων, κοχλία και περικοχλίου.

Για την παρουσίαση των γεωμετρικών χαρακτηριστικών των σπειρωμάτων θα χρησιμοποιηθεί στο επόμενο σχήμα η παράσταση ενός σπειρώματος κοχλία σε σύνδεση με το αντίστοιχο εσωτερικό σπείρωμα, έστω μιας οπής. Τα βασικά χαρακτηριστικά είναι :

  • Η εξωτερική ή ονομαστική διάμετρος του κοχλία D ή του περικοχλίου d. Η διάμετρος αυτή μαζί με τον κατάλληλο συμβολισμό του σπειρώματος (π.χ. Μ για μετρικό σπείρωμα) ορίζει το σπείρωμα (π.χ. Μ20).

  • Το βήμα του σπειρώματος P. Το βήμα σε πολλές περιπτώσεις συμμετέχει στο συμβολισμό του σπειρώματος (π.χ. σε τραπεζοειδές σπείρωμα Tr10x2).

Επιπλέον γεωμετρικά χαρακτηριστικά ενός σπειρώματος είναι :

  • Η διάμετρος του πυρήνα του κοχλία ή εσωτερική διάμετρος σπειρώματος d3

  • Η μέση διάμετρος του κοχλία D2 ή του περικοχλίου d2 που χρησιμοποιείται στους υπολογισμούς των κοχλιών

  • Η γωνία των πλευρών του σπειρώματος β

  • Το ύψος κατατομής Η

  • Το πραγματικό βάθος σπειρώματος h3

  • Η ακτίνα καμπυλότητας στον πυθμένα του σπειρώματος R

Τα σπειρώματα διακρίνονται με κριτήριο τη μορφή, το σύστημα μέτρησης, τη χρήση και τα γεωμετρικά τους χαρακτηριστικά. Στο επόμενο σχήμα παρουσιάζονται οι συμβολισμοί διαφόρων τύπων σπειρωμάτων καθώς και η αντίστοιχη τυποποίησή τους. Από τα σπειρώματα αυτά το πιο συνηθισμένο στη χρήση είναι το μετρικό τριγωνικό σπείρωμα Μ. Όπως φαίνεται στο σχήμα, τα σπειρώματα συμβολίζονται με ένα γράμμα που σχετίζεται με τη μορφή του σπειρώματος που πάντα συνοδεύεται από έναν αριθμό που δίνει την ονομαστική του διάμετρο.

Το μετρικό σπείρωμα κατά ISO είναι αυτό που έχει επικρατήσει στην Ευρώπη. Κυκλοφορεί σε δύο κατηγορίες, το κανονικό και το λεπτό σπείρωμα. Τα λεπτά μετρικά σπειρώματα έχουν μικρότερο πραγματικό βάθος και μικρότερο βήμα σε σχέση με τα κανονικά μετρικά σπειρώματα και έτσι έχουν περίπου 15% υψηλότερη αντοχή αλλά όμως μεγαλύτερο κόστος. Στον επόμενο Πίνακα παρουσιάζεται πίνακας τυποποιημένων διαστάσεων για κανονικά μετρικά σπειρώματα.

Πηγή https://www.m3.tuc.gr/ANAGNWSTHRIO/Drawing/THEORIA/SPEIRWMATA.html

Ετικέτες:

Λέβητες

Ο λέβητας είναι μία μεταλλική κατασκευή στην οποία γίνεται η μετάδοση της θερμότητας που παράγεται από την καύση του καυσίμου, σε ένα ρευστό το οποίο μπορεί να είναι το νερό, ο αέρας, το λάδι, ή ο ατμός.

Οι λέβητες διακρίνονται:

Αναλόγως του υλικού κατασκευής τους σε:
Χυτοσιδήρους λέβητες.
Χαλύβδινους λέβητες.
Χάλκινους λέβητες.
Ανοξείδωτους λέβητες.
Διμεταλλικοί λέβητες.

Αναλόγως του καυσίμου σε:
Λέβητες στερεών καυσίμων.
Λέβητες αερίων καυσίμων.
Λέβητες υγρών καυσίμων.
Λέβητες βιομάζας.

Αναλόγως της θερμικής τους ισχύος σε:
Μεγάλους λέβητες.
Μεσαίους λέβητες.
Μικρούς λέβητες.

Αναλόγως του φορέως θερμότητας σε:
Λέβητες ατμού χαμηλής πίεσης.
Λέβητες ατμού υψηλής πίεσης.
Λέβητες αέρος (αερολέβητες).
Λέβητες νερού.
Υπέρθερμου νερού.

Αναλόγως της πίεσης που επικρατεί στο θάλαμο καύσης σε:
Λέβητες πιεστικούς ή υψηλής αντίθλιψης λέβητες.
Λέβητες χαμηλής αντίθλιψης.
Λέβητες ατμοσφαιρικούς.

ΔΟΜΗ ΛΕΒΗΤΩΝ
Σχεδόν όλοι οι λέβητες έχουν μια τυπική δομή, με διαφορετικές προσεγγίσεις από το κάθε σχεδιαστή.
Έτσι σε κάθε λέβητα μπορούμε να διακρίνουμε τα παρακάτω:
– Το φλογοθάλαμο ή θάλαμο καύσης, όπου γίνεται η καύση του καυσίμου.
– Τους φλογαυλούς ή αεραυλούς ή καπναυλούς, οι οποίοι δημιουργούν τη διαδρομή των καυσαερίων.
– Το θάλαμο του εργαζόμενου μέσου, το οποίο μπορεί να είναι: α) το νερό οπότε έχομε υδροθάλαμο β) ο αέρας οπότε έχομε αεροθάλαμο, γ) ο ατμός οπότε έχομε ατμοθάλαμο
– Τον καπνοθάλαμο όπου συγκεντρώνονται τα καυσαέρια πριν πάνε στη καμινάδα.  

Η ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΟΥ ΛΕΒΗΤΑ.
Οι λέβητες σύμφωνα με τον ΕΛ.Ο.Τ. (Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης), πρέπει να έχουν πινακίδα σε εμφανές σημείο, με τα παρακάτω στοιχεία:
1. Όνομα της κατασκευάστριας εταιρείας.
2. Αριθμός κατασκευής του λέβητα, και ημερομηνία κατασκευής.
3. Τύπος του λέβητα.
4. Ισχύς του λέβητα.
5. Μέγιστη επιτρεπόμενη πίεση λειτουργίας.
6. Μέγιστη επιτρεπόμενη θερμοκρασία λειτουργίας.
7. Αντίσταση καυσαερίων (αντίθλιψη).
8. Τον ονομαστικό βαθμό απόδοσης.
ΣΗΜΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ CE
Oι λέβητες που εισάγονται ή κατασκευάζονται στην Ελλάδα, θα πρέπει να έχουν το σήμα ποιότητας CE που υποδηλώνει ότι ο κατασκευαστής συμμορφώνεται στο ελάχιστο των απαιτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΗΓΗ: Παναγιώτης Φαντάκης

Ετικέτες:

Καυστήρες

Καυστήρα ονομάζουμε το μηχανισμό που προκαλεί την καύση, δηλαδή την ένωση με το οξυγόνο, υγρών ή αερίων καυσίμων ή καλύτερα τη συσκευή που ρυθμίζει ποσοτικά και ποιοτικά την καύση του καυσίμου. Ξεχωρίζουμε τους καυστήρες ανάλογα με το είδος του καυσίμου αλλά και την κατασκευή και λειτουργία τους.

Διάκριση καυστήρων                                                                                                    Έτσι τους διακρίνουμε σε καυστήρες :
– Ελαφριού πετρελαίου (diesel)
– Ακάθαρτου πετρελαίου (μαζούτ)
– Φυσικού αερίου, υγραερίου, φωταερίου
– Στερεών καυσίμων (όπως λιπαντικά ή βιομάζα)
– Μικτών καυσίμων
Επίσης οι καυστήρες διακρίνονται σε :
– Ατμοσφαιρικούς: Καυστήρες που το καύσιμο ενώνεται με το οξυγόνο του αέρα που βρίσκεται ελεύθερο στην ατμόσφαιρα ή καλύτερα δεν διοχετεύεται από κάποιο ανεμιστήρα.
– Περιστροφικούς: Πρόκειται για καυστήρες υγρών καυσίμων που «πετούσαν» το καύσιμο στο χώρο καύσης μέσω περιστρεφόμενων «ποτηριών».
– Διασκορπισμού: Είναι οι πιο συνηθισμένοι και ονομάζονται έτσι γιατί διασκορπίζουν το καύσιμο πρεσάροντάς το με μικρή πίεση (7 bar) και λέγονται μη πιεστικοί ή με μεγάλη πίεση (10-15 ή και 20 bar) και λέγονται πιεστικοί.

Στη θέρμανση έχουν καθιερωθεί κυρίως οι πιεστικοί καυστήρες διασκορπισμού, ενώ οι καυστήρες μαζούτ χρησιμοποιούνται μόνο στη βιομηχανία και μακριά από αστικά κέντρα.

Ετικέτες:

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση