Η μούμια του Ίβυκου  – Η νοσταλγία των δράκων

Το τρισυπόστατο του Δημοσθένη Κούρτοβικ αποδείχθηκε στο πρόσφατο μυθιστόρημα άκρως αποτελεσματικό. Ο επιστήμονας, ο συγγραφέας και ο κριτικός φαίνεται πως συνεργάστηκαν με αγαστή σύμπνοια. Ο επιστήμονας πρόσφερε το θέμα, προπάντων τις εξειδικευμένες γνώσεις. Ο συγγραφέας, συμπληρώνοντας εφέτος αισίως μια εικοσαετία στις επάλξεις της μυθοπλασίας, προτίμησε από μια υπόθεση παλαιοανθρωπολογίας, που κάποτε συντάραξε το πανελλήνιο, να φτιάξει ένα επίκαιρο θρίλερ. Αποφεύγοντας τις παγίδες μιας πραγματικής ιστορίας, κράτησε την ιδέα μόνο και της έδωσε ευρωπαϊκές διαστάσεις. Ονόματα ελλήνων επιστημόνων παρελαύνουν, ωστόσο ο κεντρικός ήρωας είναι ένα πλασματικό πρόσωπο, ανεξάρτητα αν σε αυτό συμπτύσσονται χαρακτηριστικά υπαρκτών προσώπων, όπως άλλωστε συμβαίνει σχεδόν πάντοτε με τους μυθιστορηματικούς ήρωες.(…)

Η νοσταλγία των δράκωνΗ νοσταλγία των δράκων ως προς την ευρύτητα της σύλληψης θα μπορούσε να παραλληλιστεί με το τελευταίο μυθιστόρημα του Αλέξη Πανσέληνου Ζαΐδα ή η καμήλα στα χιόνια. Και τα δύο θα χαρακτηρίζονταν στοχαστικά θρίλερ, κοσμοπολίτικο του Δ. Κούρτοβικ, εποχής του Αλ. Πανσέληνου. Αλλωστε και οι δύο συγγραφείς, αν και ανήκουν ηλικιακά στη γενιά του Πολυτεχνείου, πρωτοεμφανίστηκαν ως πεζογράφοι με καθυστέρηση μόλις στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Και οι δύο απέχουν «υφολογικών ακροβασιών» και μετέρχονται ένα είδος «μεταρεαλισμού» για να καταφύγουμε και πάλι στα φώτα του κριτικού Δ. Κούρτοβικ.

Αστυνομικό, αρχαιολογικό ή στοχαστικό, σε κάθε περίπτωση, ένα θρίλερ το καινούργιο μυθιστόρημα του Δ. Κούρτοβικ. Η δράση διαγράφει μία τεθλασμένη, από την Αθήνα στην Κεντρική Ευρώπη και πίσω στην καρδιά των Βαλκανίων και σε ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί που είναι και η πεμπτουσία του αινίγματος. Το περιπετειώδες ταξίδι διαρκεί δύο μήνες παρά μερικές ημέρες, καλοκαίρι του σωτήριου έτους 199…, που προσδιορίζεται μέσα στην τελευταία πενταετία. Η εικόνα αυτών των τόπων δεν φτιάχνεται με τουριστικές πληροφορίες από δεύτερο χέρι, αλλά απολαμβάνει της ενάργειας ταξιδιωτικού, μάλιστα πλουτισμένου, με τις παρατηρήσεις ενός αριστερού διανοούμενου που βρίσκει, για παράδειγμα, το παλαιό Βερολίνο με το Τείχος περισσότερο ευρύχωρο.

Ενα θρίλερ που αντλεί το περιπετειώδες από τον σύγχρονο Μεσαίωνα, όπου θάλλουν μυστικές οργανώσεις και θρησκευτικές αιρέσεις, με τα μέλη τους να αυτοκτονούν ή και να δολοφονούνται ομαδικά. Ενα γνήσιο θρίλερ που διατηρεί, με τη σωρεία συμβάντων, το σασπένς ως την τελευταία σελίδα. Ο συγγραφέας αδιαφορεί για την οικονομία του κειμένου, χωρίς όμως και να φτάνει στον πλεονασμό τού Ο. Εκο στο Εκκρεμές του Φουκώ. Πάντως οι δύο συγγραφείς μάλλον συναντώνται στους δαιδάλους του αποκρυφισμού. Η σέκτα που κινεί τα νήματα στο μυθιστόρημα του Δ. Κούρτοβικ κρύβεται πίσω από την επωνυμία Παγκόσμιο Βιογραφικό Κέντρο, στον Ο. Εκο, Ιδρυμα Τεχνών και Επιτηδευμάτων και οι δύο έχουν για άντρο των μηχανορραφιών τους παράξενα οικήματα. Οι απαρχές στον Δ. Κούρτοβικ φτάνουν σε ένα τάγμα της ενετοκρατίας, τους Λεβεττινούς, στον Ο. Εκο, στους Ναΐτες ιππότες. Προφανώς δύο μυθιστορήματα με φιλοσοφική προδιάθεση που παίζουν με αλληγορίες.

Αναγνώστες μη επιρρεπείς στη γοητεία των λεπτολόγων επιστημονικών επεξηγήσεων, ίσως θεωρήσουν πως ο πολλαπλασιασμός των ευρημάτων αποδυναμώνει το εντυπωσιακό της αρχικής σύλληψης. Και όμως πρόκειται για έναν ευφάνταστο και επιστημονικοφανή μύθο που δίνει την ευκαιρία να φανερωθούν οι πάσης φύσεως θρησκευτικές, εθνικές και κοινωνικές αγωνίες της εποχής μας. Ολα τα επίμαχα θέματα επί τάπητος, από τα αίτια της ομοφυλοφιλίας και τον ευνουχιστικό ρόλο της δυτικής γυναίκας ως το κοινωνικό κράτος και τις ισοπεδωτικές τάσεις κατά μία εκδοχή ή τα εθνικιστικά παραληρήματα.

Αν ο Ρ. Μπήτον εμπνεύσθηκε το μυθιστόρημά του από τις ανασκαφές του ζεύγους Γιάννη και Εφης Σακελλαράκη στις Αρχάνες Κρήτης, νομίζουμε πως η γενεσιουργός ιδέα του Δ. Κούρτοβικ έρχεται από το σπήλαιο του αρχανθρώπου των Πετραλώνων Χαλκιδικής και το κρανίο ενός πρώτου Ελληνα που βρέθηκε εκεί, το 1960, ηλικίας εκατοντάδων χιλιάδων ετών. Ο μυθιστοριογράφος Δ. Κούρτοβικ οιστρηλατείται από τον καβγά που ξέσπασε για την ηλικία του κρανίου. Μια επιστημονική αντιδικία που πήρε ιδεολογικές αποχρώσεις και επηρεάστηκε από εξωγενείς κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες. Βεβαίως η μυθιστορηματική μούμια του Ιβυκου είναι απείρως συναρπαστικότερη του κρανίου των Πετραλώνων. Μάλιστα στη ροή του μυθιστορήματος εμφανίζεται και μια δεύτερη θηλυκή μούμια, υλοποιώντας έτσι την πεποίθηση που είχε εκφράσει ο Δ. Κούρτοβικ πριν μια εικοσαετία στο 3ο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Ανθρωπολογίας, πως ο «Πετραλώνιος» είχε έντονο ερωτικό ενδιαφέρον.

Αλλωστε πίσω από τον κεντρικό ήρωα, τον συμπαθή ανθρωπολόγο Ιωνα Δρακά με την ιδιότροπη συνήθεια να πιπιλά καραμέλες Halls Plus, κλείνουν το μάτι ο Αρης Πουλιανός και ο Δ. Κούρτοβικ. Ως γνωστόν διαπρεπής ανθρωπολόγος ο Α. Πουλιανός, γεννημένος το 1924, με σπουδές στην Αμερική και στη Μόσχα, δεινοπάθησε με τα ευρήματα, κυρίως χάρη στην ερμηνεία που έδωσε στο κρανίο των Πετραλώνων περί της καταγωγής των Ελλήνων και του αυτόχθονου χαρακτήρα τους. Εξι χρόνια νεότερος ο Δρακάς, ώστε και τον Εμφύλιο να προλαβαίνει, όπως ο Πουλιανός και να είναι ερωτικά μάχιμος, γοητεύοντας τη νεαρά δεσμοφύλακά του. Στον Δημοκρατικό Στρατό από το 1948 ως την τελευταία μάχη του Γράμμου, θα καταλήξει στη Ρουμανία, σύντροφος του Κώστα Καραγιώργη.

Σαν να θέλει να τα χωρέσει όλα ο Δ. Κούρτοβικ, ακόμη και τη διαμάχη των ελλήνων κομμουνιστών. Πάντως σκιαγραφεί έναν ενδιαφέροντα τύπο κομμουνιστή, τον καπετάν Μπούκοβο. Στον Δρακά όμως υπάρχουν και τα σουσούμια του συγγραφέα.

Αυτός ο ρομαντικός διανοούμενος ήρωας μάλλον αδικείται όποτε ο συγγραφέας τον παρουσιάζει υπερβολικά αγαθό και με παιδιάστικες εκδηλώσεις, ώστε να λειτουργήσει η αλληγορία με τη σύγχρονη Ελλάδα και τον τρόπο αντιμετώπισής της από τους Ευρωπαίους. Επίσης κάπου το μυθιστόρημα απογοητεύει, όταν δεν προχωρά το ειδύλλιο του Δρακά με την υπαστυνόμο ούτε εκμεταλλεύεται το γεγονός πως η νεαρά είναι κόρη του βασανιστή του στη Δικτατορία. Θαυμάσια ευκαιρία για τον συγγραφέα να αναδείξει τις ενοχές ενός γόνου δεξιάς οικογένειας με περγαμηνές, που όμως δεν εκμεταλλεύεται αρκούντως. Οσο για τις λοιπές ηρωίδες ­ τη ρουμάνα καθαρίστρια που αποκαλύπτεται ταλαντούχος ανθρωπολόγος και την ανατολικογερμανίδα πόρνη του Αμβούργου που αποδεικνύεται αρχίατρος ­ μάλλον σχολιάζουν παρά παρωδούν τα αγαθά που προέκυψαν για τον δυτικό κόσμο με την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η μορφή του μυθιστορήματος. Τριτοπρόσωπη διήγηση, με την εστίαση να ποικίλλει, παρακολουθώντας άλλοτε την οπτική ενός ήρωα και άλλοτε αυτή του πανόπτη αφηγητή, που συμπληρώνεται από ετερόκλητα κείμενα· το ρεπορτάζ ενός περιοδικού, μία τηλεοπτική συζήτηση, τις σημειώσεις του καθηγητή ή και την κουβέντα του με το φάσμα ενός φίλου του. Με αυτόν τον τρόπο παρατίθενται παρεκκλίσεις και ανατροπές ή και ποικίλες εκδοχές του μύθου, συνθέτοντας τον λαβύρινθο του αστυνομικού αινίγματος. Παρεμπιπτόντως, απολαμβάνουμε τη ρεαλιστική απόδοση του κλίματος ενός συνεδρίου ανθρωπολογίας με αντιπροσωπευτικούς τύπους επιστημόνων. Ενα σημείο που στενοχωρεί είναι μια κάποια γλωσσική αταξία, πέραν αυτής που δικαιολογούν οι πολλαπλοί τύποι αφήγησης.

Λεπτομέρειες, το σίγουρο είναι πως αν Η νοσταλγία των δράκων έφερε την υπογραφή ενός συγγραφέα της αίγλης του Ο. Εκο, θα αποθεωνόταν από την κριτική.

 

Πηγή: Η μούμια του Ιβυκου – βιβλία + ιδέες – Το Βήμα Online (Θεοδοσοπούλου, Μάρη)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *