Ο Σεφέρης, το Νομπέλ και μια συνωμοσία

seferis20a

του Γιὠργη Γιατρομανωλάκη

 

Πριν από 40 χρόνια, Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 1963, μία εβδομάδα πριν από τις κρίσιμες εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, «Το Βήμα» μοιράζει το πρωτοσέλιδό του σε δύο ειδήσεις και σε δύο αντίστοιχες φωτογραφίες: αριστερά, με κεφαλαία, η θριαμβευτική διαδρομή «από Θηβών μέχρι Λαμίας» του Παπανδρέου, με φωτογραφία από την ασυνήθη «εις όγκον και ενθουσιασμό» συγκέντρωση του λαού της «Λεβαδείας». Δεξιά, με πεζά, «Το Νομπέλ λογοτεχνίας εις τον ποιητήν Σεφέρην», με τη γνωστή φωτογραφία του μπροστά στη βιβλιοθήκη της οδού Άγρας, με ένα βιβλίο στο χέρι να κάνει πως διαβάζει. Σύμπτωση ή άλλο ένα φοβερό timing και μια άλλη σατανική κίνηση της σουηδικής Ακαδημίας; Από τη μία να ευλογεί και να επιβραβεύει -κυριολεκτικά- την προδοσία του πρεσβευτή Σεφέρη στο θέμα της Κύπρου, όπως διατείνονται παλαιότεροι αλλά και νεόκοποι «μελετητές» του ελληνικού μοντερνισμού, και από την άλλη, λέω εγώ, να προβλέπει την επερχόμενη δημοκρατική νίκη και να την πριμοδοτεί με αυτή τη βράβευση!

 

Τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα

Πάντως τη συνωμοσία αυτή ούτε «Το Βήμα» ούτε οι άλλες εφημερίδες αντιλαμβάνονται. Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Μαυρομιχάλης χαρακτηρίζει τη βράβευση «βαρυσήμαντον γεγονός». Ο Γ. Παπανδρέου τηλεγραφεί στον Σεφέρη ότι «είμαστε όλοι συγκινημένοι και υπερήφανοι για τη μεγάλη και δίκαιη τιμή που απεδόθη στο ελληνικώτατο έργο σου». Το τηλεγράφημα του αρχηγού της EPE, K. Καραμανλή, ίσως δεν πιάνεται, αφού, προφανώς, εκείνος κάτι παραπάνω θα γνώριζε από συνωμοσίες και λοιπά. Αξίζει όμως να το αναφέρουμε διότι, εκτός των άλλων, δείχνει πως ο Καραμανλής ήταν όντως πολύ προχωρημένος πολιτικός για τα χρόνια του. Εκτός από την «βαθείαν ικανοποίησιν και εθνικήν υπερηφάνειαν» που αισθάνεται, βρίσκει ευκαιρία να τονίσει ότι «η Ελλάς, πέραν των προόδων τας οποίας επέτυχεν εις τον υλικόν τομέα, είναι ώριμος και ικανή να έχη τας λαμπροτέρας επιδόσεις εις τον τομέα του πνεύματος». Σαράντα χρόνια μετά η πολιτική συλλογιστική δεν φαίνεται να προχώρησε και πολύ.

Τέλος η γεραρά Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών συγχαίρει τον ποιητή «επί τη μεγίστη τιμή της εις υμάς απονομής του Βραβείου» και βεβαιώνει, χρησιμοποιώντας και λίγο Καλλίμαχο, πως «αισθάνεται βαθυτάτην συγκίνησιν διά την εν τω προσώπω υμών, τον οποίον αι Μούσαι είδον όμματι μη λοξώ, γενομένην διεθνή καταξίωσιν των ελληνικών γραμμάτων κτλ.». Το λοξό, βάσκανο και αλλήθωρο μάτι επέπρωτο να φανεί επί των ημερών μας.

Αυτά τα τυπικά και ηχηρά. Πάντως το πραγματικό κλίμα που δημιούργησε στην Ελλάδα η βράβευση του Γ.Σ. το περιγράφει ο Γ. Π. Σαββίδης σε κείμενό του το 1993 με τον εύγλωττο τίτλο: «Μουγκαμάρα και φθόνος». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν Έλληνες και ξένοι που χάρηκαν με το Νομπέλ αυτό και το τοποθέτησαν στις σωστές του διαστάσεις. Ο Αργυρίου, λ.χ., σε άρθρο του για τη σημασία του βραβείου, παρά την υπερβολή του ότι ο Γ.Σ. θα αποτελέσει μαζί με τον Σολωμό, τον Καβάφη και τον Κάλβο την «τελική» τετράδα της μετεπαναστατικής ποίησης, έχει δίκιο να θεωρεί το Νομπέλ «τη νόμιμη κατάληξη» μιας μακρόχρονης επιτυχημένης πορείας της ελληνικής ποίησης μέσα στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η πορεία του Γ.Σ.Σαράντα χρόνια μετά, κρίνοντας το Νομπέλ Λογοτεχνίας του 1963 μέσα από το διπλό πρίσμα του εθνικού και του προσωπικού, πιστεύω ότι, πέρα από όλα τα άλλα, πρέπει δεχθούμε πως συνετέλεσε σε δύο αναμφισβήτητα γεγονότα. Το πρώτο αφορά τη NE λογοτεχνία. Το δεύτερο τον ποιητή. 

 

H μετά τη βράβευση «πρόοδος»

Αναμφισβητήτως λοιπόν το Νομπέλ αυτό προκάλεσε μια νέα κατάσταση στην έρευνα της NE λογοτεχνίας. Άσχετα με τις επιφυλάξεις μας για την αξία ενός Νομπέλ λογοτεχνίας, η βράβευση του Σεφέρη έδωσε ισχυρά κίνητρα και σε δικούς μας και σε ξένους να μελετήσουν το έργο του. Αυτό όμως ενίσχυσε αυτομάτως την έρευνα της NE λογοτεχνίας. Δεδομένου ότι το έργο ενός δημιουργού δεν είναι αποκομμένο από το περιβάλλον του, ακόμη και η πιο ειδική μελέτη οφείλει να στρέφεται και να ερευνά αυτό το περιβάλλον. Και αυτό έγινε στην περίπτωση του Γ.Σ., και μάλιστα και με το παραπάνω. Οι διατριβές, τα βιβλία, τα άρθρα, τα συνέδρια, οι συζητήσεις για τον Σεφέρη αφορούν σε τελευταία ανάλυση τη NE λογοτεχνία. Οι απαξιωτικοί όροι «σεφερολογία» και «σεφερολαγνεία» (!) δηλώνουν, έστω και αρνητικά, ένα φιλολογικό φαινόμενο, που σε μερικές περιπτώσεις, πρέπει να το πούμε, άγγιξε τα όρια της υπερβολής. H κόντρα ανάμεσα σε υποτιθέμενους «σεφερολάγνους» και «σεφεροκτόνους» αποτελεί μια άλλη παράμετρο του φαινομένου.

Δεύτερον. Ο Σεφέρης και μετά το 1963 έγραψε μερικά εξαιρετικά ποιήματα, τούτο όμως, προφανώς, δεν οφείλεται στη βράβευσή του. H εξέλιξη του Σεφέρη μετά το Νομπέλ δεν αφορά τόσο το έργο του· αφορά τη θέση του, την υποδοχή του μέσα στο περιβάλλον όπου έζησε και έγραψε. H «πονηρία» της ιστορίας μας από το 1963 ως το 1971, χρονιά που πεθαίνει ο Γ.Σ., του επεφύλαξε μια διαφορετική, ανώτερη και αναμφισβήτητη «βράβευση». Το κύρος του Νομπέλ ενίσχυσε τον ίδιο ως άτομο και έδωσε στη φωνή του ιδιάζον βάρος. H στάση του λοιπόν στη δικτατορία (η γνωστή δήλωση είναι ένα γεγονός) δεν είναι άσχετη, πιστεύω, με το Νομπέλ. Με τη στάση του αυτή ο Γ.Σ. έμπρακτα ανταποδίδει την «τιμή» του Νομπέλ στο εθνικό του περιβάλλον. Ο «απολιτικός», «συντηρητικός», «δεξιός» και ό,τι άλλο διπλωμάτης-ποιητής αφήνει κατά μέρος τη διπλωματία και μιλά καθαρά ως ποιητής και ως πολίτης. Αυτή η μετά Νομπέλ «πρόοδος» είναι ό,τι καλύτερο συνέβη στον Σεφέρη.

 

Blue plaque στην Sloane Avenue 7 του Λονδίνου, όπου έζησε ο Γ. Σεφέρης

 

Τον Δεκέμβριο του 1963, όταν ο Γ.Σ. παραλαμβάνει το βραβείο στη Σουηδία, η Ένωση Κέντρου έχει κερδίσει τις εκλογές, ενώ αρχηγός της EPE είναι ο Κανελλόπουλος. Την τελετή της απονομής περιγράφει στο «Βήμα» (11.12.1963) ο «ανταποκριτής» Σαββίδης. Όπως θυμάται ο Σαββίδης (1993), επειδή υποψιαζόταν ότι η επιστροφή του Γ.Σ. από τη Στοκχόλμη θα συνοδευόταν από την ίδια «μουγκαμάρα», τηλεγραφεί «υποδεικνύοντας την οργάνωση κάποιας υποδοχής». Στο αεροδρόμιο τους υποδέχονται δύο γυναίκες, «η μάνα μου και η Ιωάννα Τσάτσου. Κανείς άλλος». H θριαμβευτική υποδοχή του Σεφέρη γίνεται οκτώ χρόνια μετά την επιστροφή του από τη Σουηδία. Το απόγευμα της κηδείας του (22 Σεπτεμβρίου 1971) αυτόκλητος, σύσσωμος ο αθηναϊκός λαός υποδέχεται τον ποιητή του, ενώ ο ίδιος είχε ήδη αναχωρήσει μία ημέρα πριν.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δημοσιεύτηκε στο Βήμα, την Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2003