Νεοελληνική Λογοτεχνία Α΄ Γυμνασίου (12) – Πασχαλινή ιστορία

Τα Άγια Πάθη
δια χειρός Θεοφάνους του Κρητός.
Από τις τοιχογραφίες στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους. Έκδοση Ι. Μ. Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος 1986. [πηγή: Εικαστικόν]

 

Παντελής Καλιότσος, Πασχαλινή ιστορία

 

Βασικά σημεία

 

Τα περιστατικά

Στο συγκεκριμένο διήγημα ο συγγραφέας παρουσιάζει τα γεγονότα με έναν απλό και συνηθισμένο τρόπο: ξεκινά από την αρχή της ιστορίας και προχωρά την αφήγηση ως το τέλος της, την κορύφωσή της. Ας δούμε τα βασικά περιστατικά με βάση τις χρονικές ενδείξεις:

 

(α) έναν μήνα πριν το Πάσχα:

Ακριβώς ένα μήνα πριν απ’ το Πάσχα απόχτησε ένα αρνί. Αυτό έγινε κυριολεχτικά στην τύχη. …  Η κυρα-Μαρία κόβει βιολέτες και γαρίφαλα για τον επιτάφιο, που γίνεται άσπρος και μοβ. (σελ.64-65)

Η αρχή του διηγήματος παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή, τον κυρ Διονυσάκη, που αναπάντεχα έχει κερδίσει ένα αρνάκι σε κάποια κλήρωση. Ένα σημαντικό διαλογικό κομμάτι δίνει λεπτομέρειες για τον χαρακτήρα του:

  • δείχνει την ιδιοσυγκρασία του πρωταγωνιστή: ο Διονυσάκης (προσέξτε το υποκοριστικό!) είναι ένας φιλήσυχος και συντηρητικός άνθρωπος (δεν του αρέσει να ρισκάρει, αφού δεν θέλει αρχικά να πάρει μέρος στην κλήρωση του κουρέα)·
  • επίσης, εισάγεται το επαναλαμβανόμενο μοτίβο: εγώ ποτέ στη ζωή μου δεν έχω σηκώσει μαχαίρι σε ζωντανό. Η φράση αυτή, που επανέρχεται αρκετές φορές στο διήγημα, υπογραμμίζει τον χαρακτήρα του Διονυσάκη και την εσωτερική σύγκρουση που βιώνει.

Ο Διονυσάκης παίρνει το αρνί και το πηγαίνει στο σπίτι του. Εδώ συναντάμε και τη μοναδική περιγραφή του διηγήματος, που αποδίδει το όμορφο σπιτάκι (σε αγρόκτημα μάλλον λίγο έξω από μια μεγάλη πόλη) του πρωταγωνιστή. Όλα φαίνονται ωραία και καλά, τα παιδιά και ο σκύλος υποδέχονται με χαρές το αρνάκι, αλλά μέσα στην ειδυλλιακή ατμόσφαιρα έχει ήδη μπει το σκοτεινό σημείο: το αρνί προορίζεται για σφαγή, το Πάσχα κοντεύει και ο κυρ Διονυσάκης δεν είναι άνθρωπος για τέτοιες δουλειές…

Εδώ όμως βρίσκεται και το μυστικό που κάνει τις ιστορίες ενδιαφέρουσες: είναι οι συγκρούσεις, οι αντιθέσεις και η απορία του αναγνώστη για το τι θα γίνει στο τέλος.

Ο Διονυσάκης προς το παρόν είναι ήσυχος, γιατί ο κουρέας τού υποσχέθηκε ότι θα έσφαζε ο ίδιος το αρνάκι.

 

(β) μια εβδομάδα πριν το Πάσχα:

Μια βδομάδα πιο πριν, ο κυρ Διονυσάκης τράβηξε ένα κόκκινο σημάδι πάνω στο ασπρόμαλλο αρνάκι. … — Δίχως άλλο. (σελ.65-66)

Στο τμήμα αυτό του διηγήματος ο φιλήσυχος κυρ Διονυσάκης, αφού έχει λύσει το βασικό του πρόβλημα και δε χρειάζεται να ανησυχεί, συνεννοείται με τη γυναίκα του, την κυρα-Μαρία, για τις λεπτομέρειες της προετοιμασίας.

 

(γ) Μεγάλη Πέμπτη:

Το μεσημέρι της Μεγάλης Πέμπτης έπαιξε ένα ταβλάκι με τον κουρέα κι έχασε…. — Όχι «καλά!». Πρέπει να ξέρεις ότι εγώ ποτέ στη ζωή μου δεν έχω σηκώσει μαχαίρι σε ζωντανό. (σελ.66)

Ο κουρέας επαναλαμβάνει τη δέσμευσή του: θα σφάξει ο ίδιος το αρνάκι· επίσης, επαναλαμβάνεται το μοτίβο που μας θυμίζει την ευαισθησία του Διονυσάκη.

 

(δ) Μεγάλη Παρασκευή:

Την άλλη μέρα ήτανε η Μεγάλη Παρασκευή, που χτυπούσαν οι καμπάνες λυπητερά…. «Αχ, σκοτούρα μου!», αναστέναξε. Και σκέφτεται τη νηστεία, που τελειώνει τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου.(σελ.66-68)

Την ημέρα αυτή συμβαίνει η ανατροπή: ο κουρέας δεν έρχεται να σφάξει το αρνί (το ξέχασε; δεν είχε εξαρχής σκοπό να το κάνει και κορόιδευε τον Διονυσάκη;) και ο Διονυσάκης πηγαίνει να τον βρει. Βρίσκει όμως το σπίτι του κλειστό· η αναπάντεχη εξέλιξη τον ρίχνει σε περισυλλογή.

 «Αχ, σκοτούρα μου!», αναστέναξε. Και σκέφτεται τη νηστεία, που τελειώνει τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου.

 

(ε) Μεγάλο Σάββατο:

Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου όλα σωπαίνουν. …  Η κυρα-Μαρία χώθηκε ολόκληρη μες στο κελάρι κι εκεί την πήρανε τα γέλια. (σελ.68-70, τέλος)

Στο τελευταίο τμήμα του διηγήματος η αναστάτωση του πρωταγωνιστή σταδιακά κορυφώνεται. Στην αρχή, πηγαινοέρχεται και δυσανασχετεί χωρίς να παίρνει μια απόφαση:

O κυρ Διονυσάκης προσπαθεί να βρει μια σοβαρή δουλειά εκεί γύρω, πάει κι έρχεται ολόγυρα στην κορομηλιά. Η ώρα του μεσημεριού έρχεται σιγά σιγά με στεναγμούς.

Παρακαλεί έναν γείτονα να σφάξει το αρνί, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, γιατί κι εκείνος δεν μπορεί να πειράξει ζώο. Γυρίζει σπίτι θυμωμένος και ψάχνει ένα μεγάλο μαχαίρι να το τροχίσει. Μόλις τελειώνει, παίρνει το μαχαίρι και βγαίνει με αποφασιστικότητα. Η χλωμάδα του προσώπου του και η όλη εμφάνισή του πρέπει να προκαλούσαν φόβο, γιατί η γυναίκα του τον κοίταξε τρομαγμένη. Αυτός προσπαθεί να συγκεντρωθεί στο έργο του. Τελικά, η λύση του δράματος του Διονυσάκη έρχεται, όταν το κλάμα του παιδιού του, η γλυκιά αίσθηση που αφήνει η όμορφη μέρα και τα ήρεμα πλάσματα της αυλής (Τι ωραία που είναι η ζωή!) τον αναγκάζουν να καταθέσει το όπλα και να βροντοφωνάξει ότι δεν έχει τη δύναμη να σφάξει το αρνάκι.

 

 

Αφηγηματικοί τρόποι

Αφήγηση: δίνεται σε γ΄ πρόσωπο από έναν αφηγητή που δε συμμετέχει στη δράση.

Διάλογος: έντονο το διαλογικό στοιχείο στο διήγημα, αποδίδει με ζωντάνια και ταχύτητα κρίσιμα σημεία της υπόθεσης και δείχνει πιο καθαρά τον χαρακτήρα των ηρώων.

Περιγραφή: στην αρχή του διηγήματος, όπου αποδίδεται η αυλή του Διονυσάκη.

Ήταν ένα λιβαδάκι με φουντωμένες ελιές μπροστά στη γραμμή. Αυτοί που ταξιδεύανε το πρωί με το τρένο και κάθονταν στο δεξί παράθυρο βλέπανε μια στράτα από λεύκες, ένα κόκκινο αγρόχτημα, ένα πηγάδι με κληματαριές. Η κυρα-Μαρία ερχότανε στην αυλή κρατώντας ανασηκωμένες τις άκρες της ποδιάς της. Το πρωί φώναζε τις κότες. Yπήρχε κι ένας περιστερώνας και μια κατσίκα με τα παιδιά της, αλλά μόνο τ’ αρνί είχε προορισμό να σφαχτεί το Πάσχα.

 

 

Χιούμορ

Έντονο είναι το στοιχείο του χιούμορ ιδίως στο τελευταίο μέρος του διηγήματος, στα γεγονότα του Μεγάλου Σαββάτου. Χιουμοριστικά σημεία εντοπίζονται κυρίως:

  • στις άσκοπες ενέργειες του ταραγμένου Διονυσάκη γύρω από την κορομηλιά, ενώ η γυναίκα του την ίδια στιγμή τελειώνει ουσιαστικές οικιακές δουλειές.
  • στην προσπάθεια του Διονυσάκη να πείσει τον γείτονα να αναλάβει το έργο της σφαγής, λέγοντάς του ότι δεν είναι και τίποτε σπουδαίο να σφάξει κανείς ένα αρνί, ενώ ο ίδιος δεν μπορεί να το κάνει.
  • στο σχόλιο του αφηγητή ότι ο Διονυσάκης με το μαχαίρι στο χέρι σκεφτόταν τον Αττίλα-εντελώς αταίριαστη σύγκριση!
  • στα κρυφά γέλια της κυρα-Μαρίας μετά την εξομολόγηση του Διονυσάκη. Η κυρα-Μαρία μάλλον ήξερε από την αρχή ότι ο σύζυγός της δεν είχε το κουράγιο να σφάξει το αρνάκι!

 

 

Τα κύρια χαρακτηριστικά του διηγήματος

Το κείμενο συγκεντρώνει τα βασικά χαρακτηριστικά του διηγήματος:

(α) το διήγημα είναι ένα ολιγοσέλιδο αφήγημα.

(β) τα πρόσωπα είναι ελάχιστα και ο πρωταγωνιστής κατά κανόνα ένας.

(γ) ως προς την πλοκή, η δράση εξελίσσεται μέσα από λίγα συνήθως επεισόδια, για να κορυφωθεί σε ένα κεντρικό γεγονός, που είναι ταυτόχρονα και η λύση της υπόθεσης, το σημείο όπου ολοκληρώνεται το διήγημα. Στην περίπτωσή μας η κορύφωση (και η λύση του “δράματος”) έρχεται με την ομολογία του Διονυσάκη ότι αδυνατεί να σφάξει το αρνί.

(δ) ενότητα τόπου και χρόνου: η δράση του διηγήματος ξεδιπλώνεται σε έναν συνἠθως τόπο (εδώ είναι κυρίως η αυλή του Διονυσάκη) και μέσα σε ένα συγκεκριμένο (και κατά κανόνα σύντομο) χρονικό διάστημα: στο διήγημα αυτό του Καλιότσου τα γεγονότα εξελίσσονται έναν μήνα πριν το Πάσχα έως το Μεγάλο Σάββατο, ενώ είναι πυκνότερα τις τελευταίες μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας.

 

 

Θέλω κι άλλο!

– Πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Καλιότσου θα βρείτε στη σελίδα του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) και στο άρθρο της Βικιπαίδειας.

– Στην ιστοσελίδα της Καθημερινής θα βρείτε μια συνέντευξη και ένα δημοσίευμα με αφορμή τον θάνατο του Καλιότσου το 2016.

-Μια συλλογή λογοτεχνικών κειμένων, βυζαντινής αγιογραφίας και ύμνων σχετικών με το Πάσχα και τα Άγια Πάθη υπάρχει σε αυτήν τη σελίδα του Φωτόδεντρου.