Αρχαία Ελληνικά Κείμενα (μετάφραση) Β΄ Γυμνασίου (10) – Ιλιάδα, Χ 247-394

Ελαιογραφία του Peter Paul Rubens (περ. 1630-1635), που απεικονίζει τη θανάτωση του Έκτορα από τον Αχιλλέα
[πηγή: Ψηφίδες για την Ελληνική Γλώσσα].

Χ 247-394, η μονομαχία Έκτορα και Αχιλλέα

 

Βασικά θέματα:

 

1. Το αίτημα του Έκτορα και η απάντηση του Αχιλλέα
Ο Έκτορας, αρχικά, δεν έχει κουράγιο να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα και προσπαθεί να του ξεφύγει. Νιώθει, όμως, ότι ήρθε η στιγμή να εκτελέσει το χρέος του, να αντιμετωπίσει τον ανίκητο γιο του Πηλέα, με έναν όρο: ζητά να μην κακοποιηθεί το σώμα του ηττημένου (256-9). Ο Αχιλλέας αμέσως απορρίπτει το αίτημα, γιατί:
(α) το μίσος του είναι μεγάλο. Το παρομοιάζει μάλιστα με την έχθρα του λιονταριού με τον άνθρωπο και του λύκου με το αρνί (261-7).
(β) επίσης, ο Αχιλλέας θέλει να εκδικηθεί τους συντρόφους που έπεσαν νεκροί από τον Έκτορα (270-2).

 

2. Ο Έκτορας συναντά τη μοίρα του
Η σύγκρουση των πρώτων πολεμιστών ξεκινά. Ο Αχιλλέας εκτοξεύει το κοντάρι του, αλλά ο Έκτορας το αποφεύγει και παίρνει θάρρος. Πετά με τη σειρά του το δικό του κοντάρι, που χτυπά την ασπίδα τού Αχιλλέα και πέφτει μακριά. Ο Τρώας στενοχωρημένος ζητά άλλο κοντάρι από τον αδελφό του, τον Δηίφοβο, αλλά όταν δεν τον βλέπει κοντά του, συνειδητοποιεί ότι η Αθηνά τον εξαπάτησε και ότι το τέλος του είναι κοντά. Όμως, αποφασίζει να πέσει γενναία (294-305): η ορμή του παρομοιάζεται με την ορμή του αετού που χύνεται από τον ουρανό ψηλά πάνω σε λαγό ή αρνί (308-311).

 

3. Ο Αχιλλέας ορμά
Όμως, και η ορμή του Αχιλλέα είναι τρομερή: προστατεύει το σώμα του με την υπέροχη ασπίδα και επιτίθεται με το ακόντιό του στον Έκτορα. Ο ποιητής προσπαθεί να δείξει την κίνηση της λόγχης με μια παρομοίωση: το όπλο διέτρεξε την απόσταση ανάμεσα στους δύο πολεμιστές με τη λόγχη λαμπερή, όσο λαμπερός είναι ανάμεσα στα υπόλοιπα αστέρια του ουρανού ο αποσπερίτης (317-321). Ο Αχιλλέας υπολόγισε καλά και είδε το ακάλυπτο σημείο στο σώμα του Έκτορα ανάμεσα στην περικεφαλαία και στην πανοπλία: εκεί τον πετυχαίνει και προκαλεί διαμπερές τραύμα, που όμως δεν κόβει τη μιλιά του Έκτορα (324-329).

 

4. Η ικεσία του Έκτορα
Ενώ ο Έκτορας σβήνει, εκφράζει την τελευταία του επιθυμία: να δοθεί το σώμα του ανέπαφο στους δικούς του και να κηδευτεί, όπως πρέπει. Μάλιστα, για να γλιτώσει την κακοποίηση του σώματός του, προσπαθεί να συγκινήσει τον μανιασμένο Αχιλλέα· τον ικετεύει στη ζωή του και στη ζωή των γονιών του (338), ενώ παράλληλα τον προειδοποιεί να μην εξοργίζει τους θεούς με τον άπρεπο και ιερόσυλο εξευτελισμό του νεκρού σώματος (356-360). Στο σημείο αυτό ο Έκτορας, πριν ξεψυχήσει, προοικονομεί και το τέλος του Αχιλλέα, αν δε σεβαστεί τον νεκρό: θα βρει τον θάνατο από τον Απόλλωνα και τον Πάρη. Ο Αχιλλέας όμως δεν ακούει τίποτα: ξέρει ότι το τέλος του πλησιάζει (365-6).

 

5. Ο διασυρμός του νεκρού Έκτορα
Ο ηρωικός υπερασπιστής της Τροίας κείτεται τώρα νεκρός και οι Αχαιοί πλησιάζουν, τον κοιτάζουν και κακοποιούν το σώμα του: το πληγώνουν (371, 375) και ειρωνεύονται τον νεκρό, που δεν τους φαίνεται και τόσο άγριος πια, όπως τότε που ήθελε να τους κάψει τα καράβια (373-4).