Δημοσιεύουμε στα πλαίσια των Ευρωπαϊκών συνεργασιών του σχολείου μας το επετειακό αφιέρωμα του συναδέλφου Ιστορικού Enrico Carioni για τα 100 χρόνια ιστορίας του Λυκείου “G. Aselli” της Cremona.
Η μακραίωνη ιδιότητα μέλους του Cremasco (συμπίπτει με την Επισκοπή της Κρέμα – Η Κρέμα είναι ιταλικός δήμος στην Επαρχία της Κρεμόνας, στην περιφέρεια της Λομβαρδίας. Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Σέριο, περίπου 45 χιλιόμετρα μακριά από την Κρεμόνα, την έδρα της επαρχίας) στη Δημοκρατία της Βενετίας περιλάμβανε τη συμμετοχή αρκετών πολιτών της σε γεγονότα της ελληνικής και της οθωμανικής Ανατολής:
Ο Gabriele Tadini ήταν στην Κρήτη το 1521 και στη Ρόδο το 1522, Ο Nicolò Benzoni στην Αμμόχωστο το 1571, ενώ ο Marcantonio Bragadin, τέταρτος επίσκοπος της Crema, ήταν ανιψιός του ατρόμητου και ηρωικού Ενετού διοικητή στην Κύπρο με το ίδιο όνομα. Αλλά και η Κρεμόνα, που συνδέθηκε για μικρό χρονικό διάστημα με τη Serenissima (από την οποία καταγόταν ο επίσκοπος του δέκατου έκτου αιώνα Gerolamo Trevisano), παρουσιάζει ενδιαφέρουσες συνδέσεις με την ελληνική ιστορία.
Σίγουρα σκέφτομαι την παρουσία στο τόπο του μεγάλου ποιητή Διονυσίου Σολωμού (1798-1857), με καταγωγή από το νησί της Ζακύνθου του Ιονίου, την εποχής που τραγούδησε ο Ugo Foscolo. Επίσης ένα πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα που χρονολογείται από τους μήνες μετά την ολοκλήρωση της εμπειρίας μου στο Επιστημονικό Λύκειο G. Aselli στην Κρεμόνα (το Λύκειο ξεκίνησε τη δραστηριότητά του πριν από εκατό χρόνια, στις 6 Νοεμβρίου 1924) το 2013 και για μένα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Αναφέρομαι στα σημαντικά απομνημονεύματα «Οι αναμνήσεις μου από 7-9-43 έως 9-5-45» του λοχία Ugo Donzelli (1912-1977), που δημοσιεύτηκε το 2013 με τίτλο «Σε φυγή μεταξύ στις Ελιές» που επιμελήθηκαν οι κόρες του Silvana και Beatrice Donzelli. Το γεωγραφικό πλαίσιο των γεγονότων είναι πολύ ενδεικτικό: η Κέρκυρα, ένα από τα νησιά του Ιονίου που ήδη υπόκεινται σε αυτήν εδώ και αιώνες στη Serenissima (πώς να μην θυμόμαστε ότι η Κέρκυρα είδε την ηρωική και τελικά νικηφόρα αντίσταση των Βενετών με επικεφαλής τον Johann Matthias von der Schulenburg στην πολιορκία των αριθμητικά συντριπτικών Οθωμανών;).
Η Κέρκυρα λοιπόν θυμάται τον πολύ στενό δεσμό της Βενετίας με τον ελληνοβυζαντινό κόσμο, ένας δεσμός που μερικές φορές δεν είναι χωρίς επιπλοκές (σκεφτείτε στην Τέταρτη Σταυροφορία του 1204, ουσιαστικά υπό την ηγεσία του Ενρίκο Ντάντολο, και στο επακόλουθο «Partitio terrarum imperii Romanie»), αλλά που εκφράζεται και στα υπέροχα χρυσά ψηφιδωτά της Ενετοκρατίας στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου (της οποίας το αρχιτεκτονικό πρότυπο ήταν η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στη μητρόπολη στον Βόσπορο). Την ύψιστη στιγμή της άνοιξης του 1453 στα τριπλά θεοδοσιανά τείχη της Βυζαντινής πρωτεύουσα – δίπλα στον μεγάλο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ ́ Παλαιολόγο – υπήρχαν και Βενετοί όπως ο Gerolamo Minotto, ο Gabriele Trevisano, ο Alvise Diedo.
Επίσης είναι πολύ ιστορική συγκυρία η παρουσία του συγγραφέα (της μεραρχίας «Acqui» του Βασιλικού Ιταλικού Στρατού) και των συντρόφων του στο νησί του Ιονίου: οι μήνες μεταξύ Μαρτίου 1942 και Νοεμβρίου 1944, που σε διεθνές επίπεδο συνέπεσαν με κρίσιμα γεγονότα της σύγκρουσης (σύγκρουση Ελ Αλαμέιν στην Αφρική, οι αποβάσεις της Νορμανδίας στη Γαλλία, οι μάχες του Στάλινγκραντ, του Κουρσκ και της επίθεσης του Μπαγκρατιόν στο μέτωπο Ανατολικά, για να περιοριστούμε στο ευρωπαϊκό θέατρο).
Το ελληνικό έθνος ταράχτηκε τότε όχι μόνο από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση, αλλά και από τις συνέπειες της Μικρασιατικής καταστροφής (1922), που προκλήθηκαν από την προσπάθεια υλοποίησης του πολιτικού οράματος της «Μεγάλης Ιδέας», έστω και αν η κληρονομιά η βυζαντινή ήταν και είναι ριζωμένη στην ελληνική ψυχή, όπως φαίνεται από τα λόγια του Ιωάννη Κωλέττη («Δύο είναι τα κέντρα του ελληνισμού. Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα του βασιλείου. Η Κωνσταντινούπολη είναι η μεγάλη πρωτεύουσα, η Πόλη, το όνειρο και η ελπίδα όλων των Ελλήνων», 1844) και τα ποιητικά έργα του Κωστή Παλαμά («Ο αυλός του βασιλιά», 1910) και του Οδυσσέας Ελύτη («Θάνατος και Ανάσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», 1969).
Ωστόσο παρά το δραματικό διεθνές πλαίσιο η συνύπαρξη μεταξύ Ιταλών στρατιωτών
και Ελλήνων κατοίκων της Κέρκυρας τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943 χαρακτηριζόταν από ανθρωπιά που ευτυχώς ζει και αλλού (σκεφτείτε μόνο τους Γερμανούς στρατιώτες που τιμήθηκαν ως «Δίκαιοι μεταξύ των Έθνη» στην Ιερουσαλήμ): Ο Ούγκο είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την Όλγα, τη μελλοντική σύζυγό του, που ανήκε σε μια νησιωτική οικογένεια, αποτελούμενη από πέντε αδερφές και δύο αδέρφια. Η κατάσταση έγινε σημαντικά περίπλοκη μετά την ανακωχή του Σεπτεμβρίου 1943 και την απόβαση των γερμανικών στρατευμάτων. Εξ ου και η ανάγκη της απόκρυψης, ακόμα και στην προσπαθεια να επιβιώσει στο γενικότερο κλίμα επικίνδυνης ανασφάλειας που κράτησε περίπου δεκατρείς μήνες, βοηθήθηκε αποφασιστικά ο Ούγκο (που δεν μιλούσε ελληνικά και τα καταλάβαινε ελάχιστα) από την κοπέλα του Όλγα.
Προφανώς υπήρξαν πολλές αντιξοότητες που αντιμετώπισαν οι δύο πρωταγωνιστές, αν και δεν έλειψαν οι συγκινητικές στιγμές: «Η μητέρα του Αντρέα, εκείνη την ευκαιρία [Πάσχα 1944], αυτή, φτωχή μέχρι το κόκαλο, ήθελε να μας προσφέρει ένα αρνάκι και φρέσκο τυρί γιατί το είπε όλοι έπρεπε να φάνε κρέας εκείνη την ημέρα» (ό.π., σ. 57). μετά την αποχώρηση των Γερμανών και την άφιξη των Ελλήνων πατριωτών (Οκτώβριος 1944), ο Ούγκο και η Όλγα παντρεύτηκαν στις 31 Οκτωβρίου 1944 και επαναπατρίστηκαν στην Ιταλία τον επόμενο Νοέμβριο. Διαβάζοντας αυτό το σημαντικό κείμενο φέρνει στο μυαλό την αγάπη του Heinrich Schliemann (1822-1890) για την Ελλάδα με την τόσο μεγάλη στοργή γι’ αυτή τη γη ώστε να παντρευτεί μια Ελληνίδα.
Για το θέμα των επαφών μεταξύ του ρωμαιο-γερμανικού κόσμου (π.χ Cremona) από τη μια και του ελληνικού από την άλλη, μπορούμε να θυμηθούμε και τον επίσκοπο της Cremona Liutprando (περίπου 920-970), που ήταν πρεσβευτής πολλές φορές στη βυζαντινή αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Οπωσδήποτε «Η απόδραση ανάμεσα στις ελιές» έχει και άλλα πλεονεκτήματα: ειδικά για όσους φοιτούσαν στο κλασικό γυμνάσιο είναι ενστικτώδες να σκεφτόμαστε σχεδόν αποκλειστικά την αρχαία φάση της ελληνικής ιστορίας, αλλά είναι αλήθεια ότι ακόμη και οι μετέπειτα περίοδοι του ίδιου (ρωμαική, βυζαντινή, τουρκοκρατία και σύγχρονη) είναι εξαιρετικά σημαντικές. Για παράδειγμα στην Κρήτη του 13ου αιώνα γινόμαστε μάρτυρες μιας υποδειγματικής συνάντησης μεταξύ Ελληνικού και βενετσιάνικου πολιτισμού, μεταξύ Δύσης και Ανατολής (σκεφτείτε τον Ελ Γκρέκο), ενώ ο ελληνικός κόσμος στην ηπειρωτική Ελλάδα υπόκειται στην «Τουρκοκρατία». Τα απομνημονεύματα του Ugo Donzelli αποτελούν λοιπόν μια εξαιρετική μαρτυρία για την ανθρωπιά και τη ζωτικότητα του ελληνικού λαού, χαρακτηριστικά που περιγράφονται με θαυμασμό και στο μεγάλο και περίφημο «Recueil de chansons populaires grecques» (1874) του E. Legrand.
ΕΝΡΙΚΟ ΚΑΡΙΟΝΙ