Άρθρα κατηγορίας "Λογοτεχνία"

δοκιμάζοντας την υπερρεαλιστική γραφή

Καφενεία και κομήτες ύστερα από τα μεσάνυχτα Εγγονόπουλος Nίκος

οι ταξιδιώτες ήρθαν κι έφυγαν
κεκηρυγμένοι εχθροί της ίδιας λησμονιάς και του ίδιου πάθους
υλοτόμοι πάντα του ίδιου πόθου
και μπροστά τους ν’ απλώνωνται όσο παίρνει το μάτι κι η καρδιά
τα ίδια μαύρα κουρελιασμένα σύννεφα
να μπλέχουν στα κατάρτια τους
να σκουριάζουνε τις άγκυρές τους
ναν τους σφυράν κρυφά μέσα στ’ αυτί με τη μπουρού
την ίδια οδύνη

μικρογραφία της δουλειάς μας

λες ένα κίτρινο χρυσό
λαμπερό
να βάψη αυτό το μαύρο αισχρό και θλιβερό τοπίο
που το τρυπούν σκληρά
τα νυσταγμένα φώτα των ηλεκτρικών λαμπτήρων

τα νυσταγμένα φώτα μιας αξιοδάκρυτης ―ιδανικής― πορνείας
και της ψωριάρικιας γκαμήλας το νυσταλέο «che vuoi?»

λες;

 

Άσκηση:

Παίξτε το παιχνίδι των ερωτοαπαντήσεων (διαλέξτε λέξεις από το ποίημα του Εγγονόπουλου) και φτιάξτε το δικό σας υπερρεαλιστικό ποίημα

Δείτε τις δημιουργίες μας κάνοντας κλικ πάνω στην εικόνα ………………..……….

 


 

 

“Οι Μοιραίοι 2012”

“Οι Μοιραίοι 2012 ” της Αρετής Βασιλείου (μαθήτριας του Α1 του σχολείου μας)


“Στο βαγόνι του τρένου κάθεται μια κυρία και ένας ηλικιωμένος άντρας. Καλοντυμένη αυτή καθόταν σκεφτική απέναντι από τον ηλικιωμένο κύριο, κοιτώντας από το παράθυρο στο δρόμο που άφηναν πίσω. Έριχνε και κλεφτές ματιές στον κύριο.Ήταν ένας περίεργος άνθρωπος με μακριά γένια και σγουρά μαλλιά. Φορούσε καπέλο και στρογγυλά γυαλιά, ενώ τα ρούχα του ήταν πολύ μεγάλα για το μικροσκοπικό σώμα του.

 

“Εεε  σιγά………άλλος ένας αποτυχημένος ζωγράφος”  σκέφτηκε.

 

Ο άντρας πάλι δεν έδειχνε και πολύ ενδιαφέρον για την κυρία.Είχε κάνει τη διαπίστωσή του, όταν μπήκε στο τρένο, παρατηρώντας το ύφος της όταν κάθησε απέναντί της:  “ευκατάστατη” που έχει τα προβλήματά της λυμένα και δεν σκέφτεται κανέναν άλλο εκτός από τον εαυτό της.

 

Έτσι προτιμούσαν να μη μιλήσουν, βυθίστηκε ο καθένας στις σκέψεις τους.

 

Στάση. Το τρένο σταματάει. Μπαίνει μέσα ένας νεαρός με το σάκο του και κάθεται δίπλα στον άντρα.

 

– “Γειά σας” είπε δειλά.

 

–  “Καλησπέρα…..” απάντησε διστακτικά η γυναίκα μετά το κοφτό “γεια” του κυρίου.

 

Ο νέος δεν είπε τίποτε άλλο. Κάθισε σε μιαν άκρη, άνοιξε ένα βιβλίο και άρχισε να διαβάζει. Απόλυτη ησυχία. Τα βλέμματα δεν συναντήθηκαν. Η κυρία χωρίς να αντέχει άλλο τη σιωπή, κουράστηκε να βλέπει και το νεαρό να γυρίζει μια μια τις σελίδες, θέλησε να ανοίξει κουβέντα.Αλλά ένιωσε παγερό το βλέμμα του κυρίου. Έτσι παρέμειναν σιωπηλοί , βυθισμένοι στα προβλήματά τους, με την εικόνα που είχε σχηματίσει ο ένας για τον άλλο, μόνοι.

 

Στην πραγματικότητα λοιπόν η κυρία ήταν η πρώην γυναίκα ενός υπουργού. Όταν βγήκε στο φως το σκάνδαλο που εμπλέκονταν ο άντρας της αποφάσισε να διακόψει το γάμος της. Ξαφνικά ένιωσε ένα τίποτε. Η ζωή της ήταν η ζωή του άντρα της.Τα όνειρά της ήταν συνδεδεμένα με τις δυνατότητες που αυτός είχε. Ποτέ δεν είχε δουλέψει στη ζωή της. Ο γιός της στην Αγγλία για σπουδές. Το μόνο που τον ένιαξε ήταν μήπως διακόψει τις διακοπές του που τόσο τις είχε ανάγκη.!!!Έτσι όσο κοιτούσε το νέο απέναντι με το βιβλίο, τόσο της θύμιζε το γιό της και τόσο γινόταν όλο και πιο ενοχλητική η παρουσία του.Και γύριζε τώρα στο πατρικό της, τι κατάντια!!!

 

Ο άντρας από την άλλη ήταν ένας δάσκαλος συνταξιούχος. Η γυναίκα του τον παράτησε μη αντέχοντας τη μιζέρια, του άφησε και τα δυο παιδιά και τράβηξε να ζήσει μια καλύτερη ζωή με τον Βαγγέλη, τον μεγαλέμπορα.  Τα παιδιά ήταν μεγάλα, τον ξέχασαν γρήγορα, έκαναν και δική τους οικογένεια βλέπεις. Η σύνταξή του ελάχιστη, δεν έφτανε να πληρώσει το δάνειο για το αυτοκίνητο που πήρε. Η τράπεζα του κατέσχεσε το σπίτι. Όσο σκεφτόταν τη γυναίκα του, λοιπόν, που έμοιαζε με την κυρία που κάθονταν απέναντί του, δεν έβρισκε απάντηση αν θα ήταν καλύτερα να την είχε μαζί του. Πως θάταν τάχα η ζωή του;

 

Ο νέος πάλι σπούδασε στο πανεπιστήμιο, ζήτησε δουλειά ξανά και ξανά σχετική με τις σπουδές του. Τίποτε. Ζήτησε δουλειά ξανά και ξανά, άσχετη με τις σπουδές του. Τίποτε. Γυρνούσε τώρα στο σπίτι του και κοιτώντας τους δύο απέναντί του θύμωνε για τη ζωή που του είχαν χτίσει οι άλλοι, οι μεγάλοι.  “Ευτυχώς, σκεφτόταν, οι γονείς μου ποτέ δεν ήταν σαν κι’ αυτούς” .

Τρεις άνθρωποι διαφορετικοί. Κανείς δε μίλησε………”




οι μαθητές δημιουργούν εικονική απόδοση και στίχους εμπνευσμένους από το ποίημα “Οι Μοιραίοι” του Κ. Βάρναλη

μεσ' την υπόγεια την ταβέρνα Γιώργος και Βασίλης Κατσέλης

(μαθητές του Α1     του σχολείου μας)

………………………


 

Μεσ’ του καπηλιού την ομορφιά

βρίσκει ο τσακωμός τη συντροφιά

και μπλέκεται με τους ανθρώπους

σαν παλιούς καλούς αρχόντους.


Με τη συντροφιά του Διονύσου

ο άνθρωπος νιώθει εξίσου

και με τη βοήθεια του κρασιού

έρχεται η αφορμή του τσακωμού


ο συμβολισμός (ποίηση) στην Ευρώπη και την Ελλάδα

[slideboom id=492446&w=425&h=370]

από την παράδοση στο μοντερνισμό (επανάληψη)

Στον εννοιολογικό χάρτη θα βρείτε συγκεντρωμένα και ομαδοποιημένα όσα μελετήσαμε στην τάξη και στο εργαστήριο που αφορούν την ποίηση στην Ελλάδα μέχρι το 1930. (Πατώντας στην εικόνα μεγεθύνετε το σημείο που σας ενδιαφέρει.)

Δείτε επίσης και τα λογοτεχνικά ρεύματα σε χρονογραμμή:

Kώστας Καρυωτάκης “Είμαστε κάτι….”

Με αφορμή το ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη “Είμαστε κάτι……” θα ολοκληρώσουμε τον πρώτο κύκλο της ενότητας “Παράδοση και Μοντερνισμός”,  θα επιχειρήσουμε και εμείς να δώσουμε “έναν ορισμό της ποίησης” και θα μελετήσουμε το ρεύμα του συμβολισμού έτσι όπως εκφράστηκε από τους Έλληνες ποιητές μέχρι το 1930

φύλλα εργασίας :Κ.Βάρναλης “οι μοιραίοι”


«Ποιητή, σ’ είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη. Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ’ είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ’ αυτί, για ν’ αφουγκράζεσαι πίσω απ’ τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες»

Γιάννης Ρίτσος 1956

Συνεχίζοντας την πορεία μας στον κόσμο της λογοτεχνίας, γνωρίζουμε τον ποιητικό λόγο του Βάρναλη, ένα ποιητικό λόγο ξεχωριστό μέσα στην Νέα Αθηναϊκή σχολή. Τα φύλλα εργασίας θα τα βρεἰτε πατώντας εδώ:

Η λογοτεχνία εμπνέει…..

Τα χταποδάκια” του Μ. Καραγάτση μέσα από τα μάτια των μαθητών,

Μαρίας -΄Αντζελας Αργύρη και Καραγιάννη Πέτρου, του Β1 του σχολείου μας


σχέδιο:Μαρία -΄Αντζελα Αργύρη

"Έπεσε αδύναμο το χέρι που κρατούσε τα δυο χταπόδια στο στράτσο το χαρτί, μάταιη προσφορά στην κατανόηση των ανθρώπων. Πήρε αργή στροφή, βγήκε πάλι από το μαγαζί, έπεσε βαρύς στο σκαλοπάτι κι απόμεινε ασάλευτος, με το τσακισμένο του κεφάλι μες στις δυο παλάμες."

κείμενο :Καραγιάννης Πέτρος

η συνέχεια

“………….και μόνος του πια ο Παναγιωτάκης αποφασίζει να φύγει. Περιπλανήθηκε μέσα στη σκοτεινή ερημιά και μονολογεί:

“μια είναι η λύση…. θα πηδήξω στη θάλασσα, θα πεθάνω….. και όλα θα μείνουν μυστικά…”

Έτσι , ενώ το χιόνι σκέπαζε με τη σιωπή του το χώμα , κάθισε στην άκρη του βράχου στο ψηλότερο σημείο. Ήταν έτοιμος να πηδήξει , να πέσει στα παγωμένα νερά της θάλασσας και να δώσει τέλος στη ζωή του. Μα μια γριά γυναίκα, ξάφνου, εμφανίστηκε και τον ρώτησε με αγωνία:

-τι γυρεύεις εσύ εδώ, μεσ στα σκοτάδια και την ερημιά, σαν νάσαι πιωμένος μου φαίνεται

-άσε με ,κυρά μου, της απάντησε και πήγε να ορμήσει στη θάλασσα. Μα η γριά γυναίκα πρόλαβε και τον κράτησε.

-έλα, του λέει, πάμε σπίτι μου, να σε φροντίσω. Στο σπίτι, γύρω από τη σόμπα της διηγήθηκε ο Παναγιωτάκης το συμβάν στην ταβέρνα,

-τι πίνεις τόσο γιέ μου ;  τον ρώτησε

και ο Παναγιωτάκης της διηγήθηκε το μεγάλο του μυστικό: “στο ταξίδι στην Ιταλία, πριν δύο χρόνια, ήτανε , εκεί γνώρισα τη Μαρία, την πιο όμορφη γυναίκα που έχω δει, παράφορα ερωτευτήκαμε και της ορκίστηκα πως θάμουνα πάντα δίπλα της. όμως η μοίρα είναι σκληρή και μας έπαιξε το δικό της παιχνίδι. δεν πρόλαβαν να περάσουν τέσσερις μήνες και η βαριά η αρρώστια τη χτύπησε. λίγο θα ζούσε, σιμά  δύο μήνες και δεν ήταν ούτε ο πρώτος που έπεσε βαριά και πάει, χάθηκε….”

Η γριά τον αγκάλιασε, κοιμήσου, του είπε, ηρέμησε , τα ξαναλέμε αύριο.

Το πρωί βρήκε τη γριά γυναίκα να ψάχνει τον Παναγιωτάκη. ένα σημείωμα στο τραπέζι έγραφε: “είσαι ο μόνος άνθρωπος που δεν με έκρινε γι’ αυτό που ήμουν, δεν θα το ξεχάσω ποτέ”. Έκανε ν α σηκωθεί και απ’ έξω ακούστηκαν φωνές. αστυνομία, κόσμος πολύς ήταν μαζεμένος δίπλα στη θάλασσα. Και το σώμα του Παναγιωτάκη….. νεκρό.

Γύρισε σπίτι, ξαναπήρε το σημείωμα στα τρεμάμενα χέρια της, το γύρισε στην πίσω μεριά και διάβασε :  “σε χαιρετώ καλή μου κυρία, πηγαίνω τώρα στην καλή μου”.

Καραγιάννης Πέτρος

φύλλα εργασίας στον Καβάφη

Αφού γνωρίσαμε τα βασικά χαρακτηριστικά της Νέας ΑθηναΪκής Σχολής (κυρίως μέσα από την ποίηση του Παλαμά) θα περάσουμε τώρα σε μια ιδιότυπη ποιητική φωνή, εκείνη του Κ. Καβάφη.

“Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις
.”

Το “Περιμένοντας τους βαρβάρους” γράφτηκε γύρω στο 1900,και  ο Καβάφης επιχειρεί την πρώτη του έξοδο από τα μικρά δράματα της έγκλειστης ψυχής προς το κοινωνικό επίπεδο. Για να δείτε τα φύλλα εργασίας πατήστε :

και να που οι μαθητές δοκιμάζουν την τέχνη του “ποιεῖν”

με μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ’ η πεταλούδα

Ο τελευταίος στίχος δεν μένει πάντα τελευταίος.
Κάποτε γίνεται πρώτος στίχος ενός ποιήματος
που γράφει κάποιος αναγνώστης

( Μιχάλης Γκανάς)

Ο Δ.Σολωμός στους “Ελεύθερους Πολιορκημένους” τοποθετεί την Άνοιξη στην υψηλότερη θέση της αναβάθρας των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι πολιορκημένοι Μεσολογγίτες
Ο Φρ. Γκ. Λόρκα (1898-1936) γράφει : «Δύο άνθρωποι σεργιανούν στην ακροποταμιά. Ο ένας είναι πλούσιος, ο άλλος φτωχός. Ο ένας έχει γεμάτη την κοιλιά του. Ο άλλος με τα χνώτα του μολύνει τον αέρα. Κι ο πλούσιος αναφωνεί:  “Ω τι όμορφα κυλά η βάρκα στο νερό! Κοίταξε το κρίνο που άνθησε στην ακροποταμιά!” Κι ο φτωχός μουρμουρίζει  “Πεινάω, δεν βλέπω τίποτα. Πεινάω πεινάω πολύ.”
Με αφορμή τις διαφορετικές οπτικές των δύο ποιητών επιχειρήστε χρησιμοποιώντας τη λέξη πείνα και ΄Ανοιξη να γράψετε στίχους που να απηχούν τη δική σας οπτική:

Απάντηση

μεσ’ στη βάρκα οι δυο τους πλέουν
ο ένας είναι πλούσιος
και ο άλλος πεινασμένος
μαζί σαν σεργιανίζανε
ο ένας πεινάω έλεγε,  ο άλλος μαγεμένος
της φύσης κοίταγε τις ομορφιές
όντας φαγωμένος.
Ο ένας είχε τα καλά
και ο άλλος τα χαμένα
ο ένας ζούσε υπέροχα και ο άλλος πεινασμένα

(Θάνος Καλόγηρος, Αντώνης Κάσσος, Γιώργος Κατσουλίδης, Ζούγκης Βασίλειος * «οι εκλεκτοί»)

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση