Αρχική » ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Αρχείο κατηγορίας ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Για τον Παρνασσό (Λιάκουρα)

Τα βουνά της Ρούμελης στο δημοτικό τραγούδι

Τα βουνά  της Στερεάς Ελλάδας, ορμητήρια των κλεφτών και αρματωλών αναφέρονται στα δημοτικά τραγούδια αναφέρονται με την παλιά τους ονομασία.

Παρνασσός-Λιάκουρα

Βαρδούσια – Κόρακας

Οίτη- Καταβόθρα

Ελικώνας- Παλιοβούνα

“Ψηλός είναι ο έλατος, ψηλότερη η Γκιώνα

μα μπρός στη γρια Λιάκουρα γέρνουν και προσκυνάνε.

Ένας μεγάλος σταυραϊτός εκεί ψηλά βιγλίζει

κρατεί στα νύχια του σπαθί κορώνα στο κεφάλι”

 

“Αρματολός μεσ΄τα βουνά και κλέφτης μεσ΄τους κάμπους,

να ΄χω τα βράχια αδέρφια μου τα δέντρα συγγενάδια.

Να με κοιμούν οι πέρδικες να με ξυπνούν τα αηδόνια

και την κορφή της Λιάκουρας να κάνω το σταυρό μου,

να τρώγω τούρκικα κορμιά σκλάβο να μη με  λένε.”

Για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο

Ο Ανδρούτσος κλέφτης της περιοχής με χίλια ντουφέκια δύναμη  φιλοδοξούσε να αναλάβει την περιοχή της Λιβαδειάς . Παρέμεινε για κάποιο διάστημα με τους συμπολεμιστές του στο μοναστήρι του Οσίου Λουκά από όπου εξορμούσε στην γύρω περιοχή. Οι προύχοντες της Λιβαδειάς όμως δεν συμφώνησαν και έτσι του ανέθεσαν την εποπτεία του κάμπου .

Επειδή όμως ο λαός είχε διαφορετική άποψη και πίστευε ότι το αξίωμα ήταν κατώτερο της αξίας του Ανδρούτσου  περιέγραψε το γεγονός πολύ παραστατικά μέσα από το «διάλογο» της Λιάκουρας και της Γκιώνας.

 

«Κλαίνε τα μαύρα τα βουνά, παρηγοριά δεν έχουν.

Δεν κλαίνε για το ψήλωμα, δε κλαίνε για τα χιόνια,

Η κλεφτουριά τ ΄ αρνήθηκε και ροβολάει στους κάμπους.

Η  Γκιώνα λέει της Λιάκουρας και η Λιάκουρα της Γκιώνας.

-Βουνί  μ΄πουσε ψηλότερα και πιο ψηλά αγναντεύεις,

Που να ΄ναι τι να γίνηκαν οι κλέφτες Αντρουτσαίοι;

Σαν που να ψένουν τα σφαχτά, να ρίχνουν το σημάδι;

Σαν ποια βουνά στολίζουνε με τούρκικα κεφάλια;

-Τι να σου πω μωρέ βουνί , τι να σου πω βουνάκι,

Τη λεβεντιά τη χαίρονται οι ψωριασμένοι κάμποι.

Στους κάμπους ψένουν τα σφαχτά και ρίχνουν στο σημάδι,

Τους κάμπους τους στολίζουνε με τούρκικα κεφάλια.

Κι η Λιάκουρα σαν τα΄ακουσε βαριά της κακοφάνη,

Τηράει ζερβά, τηράει δεξιά, τηράει κατά τη Σκάλα.

-Βρε κάμπε αρρωστιάρικε, βρε κάμπε μαραζιάρη,

Με τη δική μου λεβεντιά , να στολιστείς γυρεύεις!

Για βγάλε τα στολίδια μου,δος μου τη λεβεντιά μου

Μη λιώσω ούλα τα χιόνια μου και θάλασσα σε κάνω.»

Οδυσσέας Ανδρούτσος και Λάμπρος Κατσώνης

Υπάρχει μια παράδοση για συνάντηση και συμμαχία του Λάμπρου Κατσώνη και του Ανδρούτσου. Ο ένας από θάλασσα και άλλος από στεριά σπέρνουν τον τρόμο στους Τούρκους. Ιστορικά ο Ανδρούτσος με τον Λάμπρο Κατσώνη συναντήθηκαν το φεβρουάριο του 1790 στη Τζιά .

«Ο μάγιορ Λάμπρος έστειλε του καπετάν Αντρούτσου.

Να ρθεις  Αντρουτσ΄ να σμίξουμε  να παμ΄ με τα καράβια.

Και κάνει το κατήφορο, στο Δίστομο πηγαίνει

Αντρούτσος πάει στη στεριά κι ο Λάμπρος του πελάγου.

Και πήγαν κι ανταμώθηκαν σε παλιοκκλησάκι.

Αντρούτσος είναι ξακουστός, είναι και ξακουσμένος.

Αντρουτσ΄ σε θέλει η Μοσκοβιά, σε θέλει κι Ρουσία,

Και να ρθεις μετ΄εμένανε, να μπούμε στα καράβια.»

 

Πηγή: Τάκη Λάππα, “Η κλεφτουριά της Ρούμελης και τα τραγούδια της”, Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, Δημόσια Βιβλιοθήκη Λιβαδειάς.

 

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ

 

Για τον Γεώργιο Καραΐσκάκη

Τρίτη ,Τετάρτη θλιβερή ,Πέφτη φαρμακωμένη,

Παρασκευή ξημέρωνε ,να μη ‘χε ξημερώσει,

π ’ανοίξανε τον πόλεμο στο κάμπο της Αθήνας,

που ο Καραΐσκος κίνησε να πάη να πολεμήση.

Πρώτο γιουρούσι πόκανε στον πόλεμο που πήγε

μια κανονιά του δώσανε οι Τούρκοι μες στα στήθη.

Το στόμα του αίμα γιόμισε κ’η μύτη του φαρμάκι

κ’ η γλώσσα αηδονολάλαε σαν το χελιδονάκι:

«Παιδιά μου, να μ ‘ακούσετε, παιδιά μου να μ ‘ακούσετε.

Να πολεμήσ’τε την Τουρκία ,όσο κι αν δυναστήτε ,

Κ’ εγώ θα πα’ στην Κούλουρη ,μες στο νοσοκομείο .

Εγώ θα πα’ να γιατρευτώ ,εγώ θα πα’ να γιάνω,

Σε πέντε μέρες θέλ’ ’α ’ρθω σε πέντε θα γυρίσω».

Μάιδε σε πέντε γύρισε ,μάιδε σε δεκαπέντε ,και τ’άλογο του,Γιώργο μου ,ακόμα χλιμηντράει.

Γεώργιος Καραϊσκάκης

 

Γεώργιος Καραϊσκάκης.

Ο Καραϊσκάκης καταστρέφει τους Τούρκους κατά την Αράχοβαν.Λιθογραφία Peter Von Hess. 1895

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση