Αρχεία για Δέντρα
Στρ. Τσίρκας : Το δέντρο
Στρατής Τσίρκας, Το δέντρο (απόσπασμα)
Το διήγημα είναι από τη συλλογή Αλλόκοτοι άνθρωποι. Γράφτηκε το 1938 κι η δράση του τοποθετείται στην Αίγυπτο πριν από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Μπορώ να σας νοματίσω πολλά δέντρα που αγάπησα. Στο Κάιρο, στην Πλατεία Ισμαηλίας, ανάμεσα στου Ισάγιεβιτς και τους εγγλέζικους στρατώνες, ορθώνεται πανύψηλος ένας γέρικος «αναμαλλιάρης» ευκάλυπτος, όπως τον λέει ένας φίλος μου ποιητής. Πηγαίνετε να τον «δείτε». Θα νιώσετε κάτι μέσα σας να χτυπάει από την αναπάντεχη ανακάλυψη. Ένα τόσο μεγαλόπρεπο δέντρο, που δεν προσέξατε ποτέ. Κάποιο άλλο είχε σταθεί ο καλύτερος σύντροφος των παιδικών μου χρόνων. Καθισμένος στη ρίζα του κάπνισα τα πρώτα μου τσιγάρα. Εκεί ονειροπόλησα και κει έκλαψα. Όλο λέω να ξεκινήσω μια μέρα να πάω να δω τι γίνεται κι όλο κάτι θα βρεθεί να με μποδίσει. […]Θυμούμαι την κουφάλα του και τα κλαδιά του που γέρναν, γέρναν προς το ποτάμι και βουτούσαν τις άκρες τους στα νερά …..Άραγε τι να γίνεται το δέντρο αυτό;
Τώρα θυμάμαι κι άλλο ένα στο Ράμλι. …Στρίβοντας για τον Προφήτη Ηλία, ….αμέσως θα το δεις μπροστά σου! Μικροί το λέγαμε το «Πεύκο». Έτσι το ξέρει όλη η γειτονιά, ένα γύρω. Υπάρχει ακόμα. Δεν είναι πολλές μέρες, ένα δειλινό ξεκίνησα, συγκινημένος σα να πήγαινα σε προσκύνημα. Το είδα πάντα ίδιο, σύρριζα στο τοιχαλάκι, ν’ απλώνει τα κλαδιά του πάνω απ’ την αυλή με τα κοτέτσια και να κουνάει την κορυφή του, θα ‘λεγες με συμπόνια, προς το ρημαγμένο οικόπεδο που απλώνεται απέναντι του, πόσα χρόνια τώρα, με τις πέτρες, τ’ αγκάθια και την καλαμένια καλύβα του σουντανά.
‘Οταν πρωταντίκρισα αυτό το δέντρο στην άπω Αίγυπτο μόνο που δεν
φώναξα. Ένιωσα την ψυχή μου να πιάνεται από ενθουσιασμό κι από φόβο. Πολλοί ερωτεμένοι νιώθουν κάτι παραπλήσιο. Στη χαρά της αγάπης τους υπάρχει πάντα ο φόβος για κάτι που αναπάντεχα θα ‘ρθει να τους την πάρει.
φώναξα. Ένιωσα την ψυχή μου να πιάνεται από ενθουσιασμό κι από φόβο. Πολλοί ερωτεμένοι νιώθουν κάτι παραπλήσιο. Στη χαρά της αγάπης τους υπάρχει πάντα ο φόβος για κάτι που αναπάντεχα θα ‘ρθει να τους την πάρει.
Ήταν ένα στιβαρό, γεροδεμένο «λάμπαχ», καλοΐσκιωτο. Είχε φυτρώσει στην ούγια του δρόμου, προς τη μεριά του καναλιού κι άπλωνε τα κλαδιά του προς όλες τις μεριές, πλατιά και πυκνά κι ανέβαινε προς τ’ αάνω, ψηλά, γεμάτο περηφάνια. Ο ίσκιος του πολλές φορές σκέπαζε όχι μονάχα την άμμο του όχτου στα πόδια του μα και ολάκερο το πλάτος του καναλιού, αγγίζοντας το πρόχωμα που πάνω του περνά ο σιδηρόδρομος …Ήταν ένα τόσο καλό δέντρο. Από κάτω του κάθονταν να ξαποστάσουν λογής λογής πεζοπόροι. Οι ταξιδιώτες που θέλαν να πάρουν το βαποράκι του ποτάμιου εκεί στέκονταν περιμένοντας. Και κει γέρναν να κοιμηθούν σαν τους έπιανε η νύχτα…»
Η τρελή ροδιά του Οδυσσέα Ελύτη και η βασιλική δρυς του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη συνομιλούν κατά ένα ποιητικό τρόπο. Μπορείτε να παρουσιάσετε συτόν τον τρόπο; Ποιο στοιχείο φέρνει τα δύο κείμενα σε διάλογο;Πώς επιτυγχάνεται η ερωτική μέθεξη που αναδεικνύεται με τη γραφή των δύο δημιουργών; Τι είναι η τρελή ροδιά και η βασιλική δρυς;
Ο Ν. Γκάτσος γοητευμένος από τη γυναίκα του Μ. Θεοδωράκη, Μυρτώ, γράφει σε ένα εικοσιτετράωρο τη «Μυρτιά», που έμελλε να γίνει η πρώτη μεγάλη επιτυχία του κύκλου τραγουδιών «Αρχιπέλαγος».
- Ο Α. Παπαδιαμάντης γράφει για τη «βασιλική δρυ», ο Ο. Ελύτης για την «τρελή ροδιά», ο Ν. Γκάτσος για τη«Μυρτιά» και ο Τσίρκας για το «λάμπαχ». Με βάση τα παραπάνω ενδεικτικά κείμενα «τα δέντρα» γίνονται κοινός λογοτεχνικός τόπος για τους δημιουργούς.
- Υπάρχουν κοινά στοιχεία μεταξύ των συγκεκριμένων κειμένων είτε περιεχομένου είτε τεχνικής;
Ν. Γκάτσος Μυρτιά
Ν. Γκάτσος Μυρτιά
Είχα μια θάλασσα στο νου
κι ένα περβόλι, περιβόλι τ’ ουρανού.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.
Στα παραθύρια τα πλατιά
χαμογελούσε μια μυρτιά.
Κουράστηκα να περπατώ
και τη ρωτώ και τη ρωτώ.
Πες μου, μυρτιά, να σε χαρώ:
Πού θα βρω χώμα, θα βρω χώμα και νερό
να ξαναχτίσω μια φωλιά
για της αγάπης τα πουλιά;
Στα παραθύρια τα πλατιάείδα και δάκρυσε η μυρτιά.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.
Α. Παπαδιαμάντης, Υπό την βασιλικήν δρυν