Προϋποθέσεις διαφοροποίησης της διδασκαλίας

Προϋποθέσεις και διαδικασίες διαφοροποίησης διδασκαλίας- μάθησης

Η σημαvτικότερη συμβoλή της θεωρίας της επoικoδόμησης στη διαδικασία
Αvάπτυξης Πρoγραμμάτωv και Διδασκαλίας – Μάθησης είvαι η γεvική παραδoχή ότι
η μάθηση δεv εξαρτάται από τo τι κάvει o εκπαιδευτικός αλλά από τo αv αυτό πoυ
κάvει δραστηριoπoιεί ή και oικoδoμεί τα γvωστικά και συναισθηματικά σχήματα τoυ
μαθητή (Κασσωτάκης και Φλουρής, 2002, Κoυτσελίvη, 2002). Αυτό συvεπάγεται
διαφoρoποίηση διαδικασιών μάθησης για διαφoρετικoύς μαθητές. Επειδή, όμως, η
μάθηση δεv είvαι μόvo γvωστική αvάπτυξη ή αvάπτυξη πoυ επιβάλλεται, μεγάλη
σημασία στις διαδικασίες διαφoρoπoίησης έχει και πάλι η συμμετoχή και
συvαισθηματική απoδoχή τωv διαδικασιών και τoυ μαθησιακoύ περιβάλλovτoς από
τov ίδιo τo μαθητή.
Ο εκπαιδευτικός για να εφαρμόσει διαφοροποίηση πρέπει να έχει ξεκάθαρες ιδέες για
τις έννοιες- κλειδιά και τις γενικεύσεις, αρχές και στρατηγικές (πυρηνικές γνώσεις)
που δίνουν νόημα και δομή στο θέμα, το κεφάλαιο, την ενότητα ή το μάθημα που
προγραμματίζει. Η επικέντρωση στις πυρηνικές γνώσεις – κλειδιά εξασφαλίζει ότι
όλοι οι μαθητές αποκτούν βάσεις για την κατανόηση και πρόσβαση σε άλλες γνώσεις.
Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι η διαφοροποίηση διδασκαλίας-μάθησης δεν στηρίζεται
στην αντιπαιδαγωγική λογική «εύκολα για τους αδύνατους και πιο δύσκολα για τους
δυνατούς». Αντίθετα, στις διαφοροποιημένες τάξεις οι εκπαιδευτικοί διατηρούν
υψηλές προσδοκίες για όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές και προγραμματίζουν πώς οι
μαθητές τους θα εκπληρώσουν αυτές τις προσδοκίες. Επομένως, η διαφορά δεν είναι
μειονεξία ή υπεροχή. Σε σχέση πάντα με την εκπαίδευση η διαφορά δείχνει κατά
κύριο λόγο το βαθμό στον οποίο οι εκπαιδευτικές ευκαιρίες ήταν κατάλληλες για την
ανάπτυξη των συγκεκριμένων προσώπων.
Ακόμη η διαφοροποιημένη διδασκαλία είναι μαθητοκεντρική και όχι υλοκεντρική,
άρα σημασία δεν έχει το αν «κάλυψα την ύλη» ( ένα παγκόσμιο αρνητικό σύνδρομο
των εκπαιδευτικών) αλλά αν ο κάθε μαθητής βελτιώθηκε σε σχέση με τον εαυτό του.
Οι διαφοροποιημένες τάξεις βασίζονται στην παραδοχή ότι οι μαθησιακές εμπειρίες
είναι πιο αποτελεσματικές όταν είναι ελκυστικές, σχετικές και ενδιαφέρουσες.
Επιπρόσθετα είναι γεγονός ότι δεν κρίνουν όλοι οι μαθητές τα ίδια πράγματα ως
ελκυστικά, σχετικά και ενδιαφέροντα. Η διαφοροποιημένη διδασκαλία αναγνωρίζει
ότι η νέα γνώση πρέπει να οικοδομηθεί πάνω σε προηγούμενη και ότι δεν κατέχουν
όλοι οι μαθητές την ίδια γνώση κατά την έναρξη μιας διερεύνησης. Επομένως, οι
εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν τη διαφοροποίηση προσπαθούν να εντάξουν στη
μαθησιακή διαδικασία την προαπαιτούμενη γνώση και εμπειρία πάνω στην οποία θα
οικοδομηθεί η καινούρια. Διαφορετικά, αν δεν το πράξουν, η διδασκαλία τους
αλληγορικά μοιάζει με προσπάθεια οικοδόμησης του δεύτερου ορόφου
πολυκατοικίας χωρίς να υπάρχει ο πρώτος.
Σε μια διαφοροποιημένη τάξη μαθαίνουν τόσο οι μαθητές όσο και οι εκπαιδευτικοί.
Οι εκπαιδευτικοί μαθαίνουν συνεχώς πώς οι μαθητές τους μαθαίνουν, αξιολογούν το
επίπεδο ετοιμότητας των μαθητών με διάφορους τρόπους και σχεδιάζουν μαθησιακές
εμπειρίες βασισμένες στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των συγκεκριμένων
μαθητών. Η συνεργασία με τους μαθητές είναι απαραίτητη ούτως ώστε να
καθοριστούν μαθησιακές ευκαιρίες αποτελεσματικές για κάθε μαθητή, αφού βασική
προτεραιότητα του εκπαιδευτικού είναι να οργανώσει αποτελεσματικές μαθησιακές
εμπειρίες και δραστηριότητες.
Στις διαφοροποιημένες τάξεις οι εκπαιδευτικοί εξασφαλίζουν ότι κάθε μαθητής
καθώς αναπτύσσεται, ανταγωνίζεται τον ίδιο του τον εαυτό και όχι τους συμμαθητές
του. Δεν μας ενδιαφέρει πόσο δηλαδή καλός είναι ο μαθητής σε σχέση με τους
συμμαθητές του ούτε τι βαθμό έχει, αλλά πόσο καλύτερος γίνεται σε σχέση με τον
εαυτό του. Κάτω από αυτό το πρίσμα η διαφοροποίηση πρέπει να αντιμετωπίζεται ως
παιδαγωγική (Stradling και Saunders, 1993) αλλά και οργανωτική στρατηγική
(Κουτσελίνη, 2002) και να επιτρέπει στην ίδια τάξη σε κάθε μαθητή να εργάζεται
επιτυγχάνοντας στόχους που έχουν σχέση με τις ιδιαίτερες του ανάγκες. Η
παιδαγωγική στρατηγική αφορά κυρίως το έργο του εκπαιδευτικού, την ανάλυση του
γνωστικού αντικειμένου σε πυρηνικές γνώσεις τις μεθόδους διδασκαλίας που επιλέγει
και τον τρόπο διαχείρισης του μαθησιακού αντικειμένου. Η δεύτερη διάσταση αφορά
κυρίως τον τρόπο οργάνωσης της τάξης και τις σχέσεις των εκπαιδευτικών με τους
μαθητές τους.
Η τεχνική της διαφοροποίησης στηρίζεται στην αναδόμηση και προσαρμογή ενός ή
περισσότερων στοιχείων του γνωστικού αντικειμένου (σκοπών και στόχων,
περιεχομένου, πορείας, αποτελεσμάτων και αξιολόγησης) με βάση ένα ή περισσότερα
χαρακτηριστικά του μαθητή (ετοιμότητα με βάση τις πυρηνικές γνώσεις,
ενδιαφέροντα, στυλ μάθησης, είδη νοημοσύνης).Προϋποθέσεις και διαδικασίες διαφοροποίησης διδασκαλίας- μάθησης: η
ακαδημαϊκή και κοινωνική πτυχή της διδασκαλίας