ΖΗΝΩΝ Ο ΚΙΤΙΕΥΣ – ΦΙΛΟΛΑΟΣ Ο ΚΙΤΙΕΥΣ – ΠΕΡΣΑΙΟΣ Ο ΚΙΤΙΕΥΣ

Ζήνων ο Κιτιεύς

Ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαίους φιλοσόφους, Κύπριος την καταγωγή, από την πόλη του Κιτίου, που έζησε, έδρασε και σταδιοδρόμησε στην Αθήνα όπου και ίδρυσε την περίφημη Στωική Σχολή και θεμελίωσε τη στωική φιλοσοφία.

1202897184 00319 01062

Γεννήθηκε στο Κίτιον περί το 335 π.Χ. και πέθανε στην Αθήνα το 263 π.Χ. Κατά άλλους, γεννήθηκε το 333/32 και πέθανε το 262 π.Χ. Ο πατέρας του ονομαζόταν Μνασέας ή Δημέας και ήταν έμπορος. Από το όνομα του πατέρα του, ο φιλόσοφος απαντάται στις πηγές και με την ονομασία Ζήνων Μνασέου ή Δημέου. Εξαιτίας των εμπορικών του δραστηριοτήτων, ο Μνασέας φαίνεται ότι ταξίδευε αρκετά συχνά και επειδή ενδιαφερόταν πολύ για τη μόρφωση του γιου του, έφερνε στον Ζήνωνα συγγράμματα από την Αθήνα, και κυρίως έργα σχετικά με τον Σωκράτη και τη σωκρατική διδασκαλία. Πιστεύεται γι’ αυτό από αρκετούς ότι ο Ζήνων είχε ουσιαστικά ολοκληρώσει την βασική εκπαιδευτική του κατάρτιση στην πατρίδα του, το Κίτιον. Στη συνέχεια ασχολήθηκε και ο ίδιος με το εμπόριο, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του, ταξιδεύοντας και εκτός Κύπρου. Σ’ ένα από τα ταξίδια του, κατά το οποίο μετέφερε φορτίο πορφύρας από την Φοινίκη στον Πειραιά, ναυάγησε κάπου κοντά στις Φλέβες περί το 312 π.Χ. Ο ίδιος σώθηκε αλλά έφθασε στην Αθήνα καταστραμμένος οικονομικά. Στην Αθήνα γνωρίστηκε τότε με τον κυνικό φιλόσοφο Κράτη, του οποίου κι έγινε μαθητής. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Ζήνων, εντυπωσιασμένος από το πνευματικό κλίμα που επικρατούσε στην Αθήνα αλλά και με την επιθυμία να ολοκληρώσει τη μόρφωσή του, αποφάσισε να παραμείνει στην πόλη αυτή, κινούμενος ταυτόχρονα μεταξύ των διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων. Σύντομα φαίνεται ότι διαφώνησε με τους κυνικούς, γιατί εγκατέλειψε τον Κράτη για ν’ ακολουθήσει τον Στίλπωνα που εκπροσωπούσε τις αυστηρές αρχές της Μεγαρικής Σχολής. Αργότερα μαθήτευσε κοντά στον διαλεκτικό Διόδωρο Κρόνο και κατέληξε στην Ακαδημία στην οποία το έργο του Πλάτωνος συνέχιζαν οι Πολέμων και Ξενοκράτης.

 

Οι σπουδές του κοντά στους διάφορους φιλοσόφους κράτησαν αρκετά χρόνια. Στο διάστημα αυτό προσπαθούσε να βρει τον δικό του δρόμο και τη δική του φιλοσοφική έκφραση και έγραψε μερικά από τα έργα του. Όταν πια αισθάνθηκε έτοιμος, εμφανίστηκε πλέον ως δάσκαλος, ιδρύοντας Σχολή. Η Σχολή του στεγάστηκε στην Ποικίλη Στοά που βρισκόταν στην αγορά των Αθηνών και είχε κτιστεί από τον Πεισιάνακτα και διακοσμηθεί από τον ζωγράφο Πολύγνωτο. Οι μαθητές του Ζήνωνος ονομάστηκαν αρχικά ζηνώνιοι, από το όνομα του δασκάλου. Επειδή όμως χώρος διδασκαλίας τους ήταν η Ποικίλη Στοά, έγιναν περισσότερο γνωστοί ως οι ἀπό στοᾶς, αλλά κυρίως με την ονομασία στωικοί, όπως και οι μετέπειτα οπαδοί της φιλοσοφικής διδασκαλίας του Ζήνωνος, που κι αυτή παρέμεινε γνωστή ως στωική.

 

Αρχικά ο αριθμός των μαθητών του Ζήνωνος ήταν πολύ περιορισμένος. Περισσότερο συγκέντρωνε άτομα ή ομάδες αργόσχολων ή και περίεργων που περιφέρονταν στην αγορά. Την κατάσταση αυτή σχολίασε με σαρκασμό ο σιλλογράφος Τίμων, που θεώρησε την Σχολή του Ζήνωνος ως άσυλο αλητών. Αργότερα όμως η Σχολή άρχισε ν’ αποκτά φήμη και σιγά-σιγά κατόρθωσε να φθάσει σε υψηλό επίπεδο και να συναγωνίζεται τις άλλες φιλοσοφικές και ρητορικές Σχολές της πόλης.

 

Την Σχολή ο ίδιος ο Ζήνων κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά τον θάνατό του, την διεύθυνση της Σχολής ανέλαβαν μαθητές του. Όταν πέθανε, σε βαθιά γεράματα στην Αθήνα, ετάφη στον Κεραμεικό με δημόσια δαπάνη. Ταυτόχρονα η πόλη των Αθηνών τον τίμησε με διάφορους τρόπους, όπως με ειδικό ψήφισμα και με ανδριάντα.

 

Περιγραφή του Ζήνωνος: Ο Διογένης Λαέρτιος έδωσε μια περιγραφή των σωματικών χαρακτηριστικών του Ζήνωνος, βασιζόμενος σε περιγραφές άλλων. Λέει ότι, σύμφωνα προς τον Τιμόθεο τον Αθηναίο, ο Ζήνων ήταν στραβολαίμης. Σύμφωνα προς τον Απολλώνιο τον Τύριο, ήταν κάπως ψηλός, αλλά μαυριδερός και λιγνός, γι’ αυτό και κάποιος τον είχε κάποτε ονομάσει αιγυπτιακή κληματόβεργα.

 

Αναφέρεται ακόμη ότι ήταν εξαιρετικά λιτοδίαιτος: έτρωγε συνήθως μικρά ψωμάκια με μέλι, έπινε λίγο καλό κρασί κι είχε μεγάλη αδυναμία στα σύκα. Γι’ αυτό και αντιπαθούσε τα συμπόσια, που στα πιο πολλά δεν πήγαινε. Η λιτή διατροφή του έγινε επανειλημμένα θέμα σχολιασμού των κωμικών της εποχής του, αλλά ταυτόχρονα η εγκράτειά του παρέμεινε παροιμιώδης, ώστε συχνά λεγόταν η φράση: τοῦ φιλοσόφου Ζήνωνος ἐγκρατέστερος, ή πιο απλά, Ζήνωνος ἐγκρατέστερος. Αναφέρεται ακόμη ότι παροιμιώδης ήταν και η φράση: Ζήνωνος ὑγιέστερος, γιατί ο Ζήνων, αν και έζησε πολλά χρόνια, ποτέ δεν αρρώστησε.

 

Ο Αθήναιος γράφει ότι ο Ζήνων είχε δική του συνταγή μαγειρέματος της φακής, ενώ ο Διογένης Λαέρτιος δίνει την πληροφορία ότι ο φιλόσοφος συνήθως προτιμούσε τροφή που δεν χρειαζόταν ψήσιμο στη φωτιά. Αναφέρει ακόμη ότι ο Ζήνων αρεσκόταν να καίγεται στον ήλιο.

 

Ζήτημα καταγωγής: Την καταγωγή του Ζήνωνος από το Κίτιον της Κύπρου μαρτυρούν πολλοί αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Διογένης Λαέρτιος, ο Στράβων, ο Σουΐδας κ.α. Από την Αρχαιότητα όμως ετίθετο το ερώτημα κατά πόσον ο φιλόσοφος ήταν Έλληνας από το Κίτιον ή Φοίνικας από το Κίτιον. Και ακριβώς ο Θεμίστιος αλλά και ο Ζηνόδοτος γράφουν ότι ο Ζήνων ήταν Φοίνικας, ο δε Λουκιανός υπονοεί και τον Ζήνωνα όταν γράφει στο έργο του Ἀναβιοῦντες πως γνωρίζει μερικούς από τους φιλοσόφους, Σολείς [από τους Σόλους της Κιλικίας], Κυπρίους, Βαβυλώνιους και Σταγειρίτες, πολύ λιγότερο Έλληνες από τον ίδιο. Η αναφορά όμως αυτή του Λουκιανού δεν αποδεικνύει βαρβαρική καταγωγή του Ζήνωνος αφού στην ίδια με αυτόν μοίρα τοποθετεί και τον μεγάλο Αριστοτέλη (που καταγόταν από τα Στάγειρα) τον οποίο δεν είναι δυνατό να μη θεωρήσουμε Έλληνα.

 

Ίσως το θέμα της καταγωγής του Ζήνωνος δημιουργήθηκε εξαιτίας της άρνησής του να γίνει Αθηναίος πολίτης, για να μη φανεί ότι αδίκησε την πατρίδα του, όπως γράφει ο Πλούταρχος στα Ἠθικά. Ο Δίων Χρυσόστομος εξάλλου, κατηγορεί τον Ζήνωνα και μερικούς μαθητές του ότι, ενώ δίδασκαν πως πρέπει οι άνθρωποι να τιμούν την πατρίδα τους, οι ίδιοι εγκατέλειψαν τις δικές τους.

 

Ο Διογένης Λαέρτιος θεωρεί τον Ζήνωνα ως καταγόμενο από την ελληνική πόλη του Κιτίου, η οποία είχε και Φοίνικες κατοίκους: Ζήνων Μνασέου ἢ Δημέου Κιτιεύς ἀπό Κύπρου, πολίσματος Ἑλληνικοῦ, φοίνικας ἐποίκους ἐσχηκότος.

 

Την φοινικική καταγωγή του Ζήνωνος υποστήριξαν και νεότεροι μελετητές, βασιζόμενοι μεταξύ άλλων και στην άποψη ότι το όνομα του πατέρα του είναι εξελληνισμένος τύπος του ονόματος Μεναχέμ. Στον φιλόσοφο μάλιστα απεδόθη και η προσωνυμία Φοίνιξ.

 

Παρά τα πιο πάνω όμως, τα ενδιαφέροντα τόσο του εμπόρου πατέρα του όσο και του ιδίου του Ζήνωνος όπως μαρτυρούνται στην ιστορία για την βασική του εκπαίδευση στο Κίτιον, καθώς και οι πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στο ίδιο το Κίτιον που απέδειξαν αυτό που γράφει ο Διογένης Λαέρτιος περί πολίσματος Ἑλληνικο, σε συνδυασμό μάλιστα με την όλη πορεία που τελικά ακολούθησε ο ίδιος ο Ζήνων, πείθουν για την ελληνική του καταγωγή. Τούτο δεν σημαίνει πως ο Ζήνων και ο πατέρας του και οι λοιποί Κιτιείς, αλλά γενικότερα και όλοι οι Κύπριοι, δεν είχαν δεχθεί ποικίλες ανατολικές (και οπωσδήποτε και φοινικικές) επιδράσεις και μάλιστα σοβαρές.

 

Φιλόλαος ο Κιτιεύς

Κύπριος φιλόσοφος του 1ου αιώνα μ.Χ. Τις πληροφορίες γι’ αυτόν παρέχει ο συγγραφέας Φιλόστρατος στο έργο του Ἀπολλωνίου Βίος. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές ο Φιλόλαος ήταν σπουδαίος στην ευγλωττία, ήταν όμως, απαράδεκτα για φιλόσοφο, δειλός. Στα χρόνια του Νέρωνος βρέθηκε στη Ρώμη, την εγκατέλειψε όμως από φόβο γιατί ο Ρωμαίος αυτοκράτορας καταδίωκε τους φιλοσόφους. Απομακρυνόμενος από τη Ρώμη παρότρυνε όσους φιλοσόφους συναντούσε να μη μπουν σ’ αυτήν. Εκατόν είκοσι στάδια (10 χιλιόμετρα) μακριά από την πόλη συνάντησε τον φιλόσοφο Απολλώνιο τον Τυανέα, ο οποίος πορευόταν στη Ρώμη συνοδευόμενος από 34 μαθητές του. Αφού τον χαιρέτησε, τον παρακίνησε να αποφύγει να πάει στη Ρώμη γιατί η φιλοσοφία εκεί βρισκόταν υπό διωγμό. Ο Απολλώνιος επέμενε να πάει στη Ρώμη και ο Φιλόλαος τον εκλιπαρούσε σχεδόν κλαίγοντας να μην το κάνει. Ένας από τους οπαδούς του Απολλώνιου χαρακτήρισε τον Φιλόλαο δειλό σαν λαγό και υπέδειξε ότι τα λόγια του θα τρομοκρατούσαν τους μαθητές. Ο Απολλώνιος απάντησε ότι τα λόγια του Φιλολάου αποτελούσαν δοκιμασία των μαθητών του, ώστε να φανεί ποιοι πραγματικά φιλοσοφούν. Τελικά 26 από τους μαθητές του Απολλώνιου, παρασυρόμενοι από τον Φιλόλαο, τον εγκατέλειψαν και μόνο οκτώ μπήκαν μαζί του στη Ρώμη.

 

Περσαίος ο Κιτιεύς

Κύπριος φιλόσοφος του 3ου αιώνα π.Χ. Στον Περσαίο αναφέρονται πολλοί αρχαίοι συγγραφείς: Διογένης Λαέρτιος, Αθήναιος, Σουίδας, Επιφάνιος, Φιλόδημος, Θεμίστιος, Αιλιανός, Πλούταρχος, Πολύαινος, Παυσανίας, Δίων ο Χρυσόστομος και οι σχολιογράφοι. Με βάση τις πληροφορίες τους ο Περσαίος, ο οποίος έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αντίγονου Γονατά, γιου του Δημητρίου Πολιορκητή, ήταν πρόσωπο με δράση φιλοσοφική, πολιτική και στρατιωτική. Ο Περσαίος, που λεγόταν και Δωρόθεος, «ήταν γιος του Δημητρίου από το Κίτιον της Κύπρου» (Διογ. Λαέρτ., 7.6). Αρκετοί από τους συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Περσαίος υπήρξε δούλος του Ζήνωνος του Κιτιέως που τον πήρε και τον ανέθρεψε στο σπίτι του. Ζώντας μ’ αυτόν έγινε μαθητής του. Ο Ζήνων έδειξε ιδιαίτερη αγάπη στον Περσαίο και «τον προέτρεψε στην αρετή». Ο Αθήναιος (4.162 δ-ε), συσχετίζοντας την καταγωγή του Περσαίου και τη διαμονή του κοντά στον Ζήνωνα, γράφει ότι η επιγραφή «Περσαῖον Ζήνωνος Κιτιέα», που υπήρχε σε άγαλμα, έπρεπε να είναι «Περσαῖον Ζήνωνος οἰκετιέα» = (οικιακό δούλο).

Κατά τη μαρτυρία του Διογένη Λαέρτιου τον Περσαίο, που ήταν παιδαγωγός του γιου του Αντίγονου Αλκυονέως, τον έστειλε στον Ζήνωνα ο ίδιος ο Αντίγονος «για να γράφει τα βιβλία του». Αλλού όμως ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι ο Περσαίος εστάλη από τον Ζήνωνα στον Αντίγονο για να τον διδάξει τη στωική φιλοσοφία επειδή ο Ζήνων δεν ήθελε να πάει ο ίδιος στον Αντίγονο. Από τις πληροφορίες του ίδιου συγγραφέα φαίνεται ότι ο Περσαίος ασκούσε σημαντική επιρροή στον Αντίγονο:  Όταν ο Αντίγονος ήθελε να αποκαταστήσει τη δημοκρατία στην Ερέτρια για χάρη του φιλόσοφου Μενέδημου, ο Περσαίος τον εμπόδισε. Για τούτο ο Μενέδημος κατηγορούσε τον Περσαίο ότι ήταν όχι μόνο κακός φιλόσοφος αλλά και κακός άνθρωπος. Η επιρροή του Περσαίου στον Αντίγονο φαίνεται και από πληροφορία του Αθήναιου (6.251 γ) ότι ο μαθητής του Ζήνωνος του Κιτιέως Αρίστων ο Χίος έγινε κόλακας του Περσαίου, επειδή ο τελευταίος ήταν φίλος του βασιλιά.

Ο Αιλιανός θεωρεί τη διαμονή του Περσαίου κοντά στον Αντίγονο ως πολιτική πράξη. Η διαμονή όμως αυτή τον απομάκρυνε από τον Ζήνωνα «γιατί προτίμησε να ζει ως αυλικός παρά ως φιλόσοφος».

Ενδεικτικά του χαρακτήρα του και της στάσης του Περσαίου απέναντι στη ζωή είναι διάφορα περιστατικά που του αποδίδονται: Όταν ο Αντίγονος του εμπιστεύθηκε τη φρούρηση του Ακροκορίνθου, επειδή είχε πάντα ιδιαίτερη ροπή προς τα συμπόσια, μεθούσε συχνά. Σε μια τέτοια περίπτωση νικήθηκε από τον Άρατο τον Σικυώνιο, ο οποίος τον έδιωξε μεθυσμένο (Αθήν. 4. 162 δ-ε). Σύμφωνα με τον Πλούταρχο ο Περσαίος διέφυγε μόνος στις Κεγχρεές ενώ ο Πολύαινος προσθέτει ότι μετά τις Κεγχρεές κατέφυγε στον Αντίγονο. Αντίθετα ο Πίνακας των Στωικών γράφει ότι ο Περσαίος, μετά την ήττα του στον Ακροκόρινθο αυτοκτόνησε, ενώ ο Παυσανίας γράφει ότι σκοτώθηκε στη μάχη αμυνόμενος. Με το πάθημά του αυτό στον Ακροκόρινθο, σημειώνει ο Αθήναιος, ο Περσαίος που υποστήριζε ότι ο σοφός είναι και καλός στρατηγός, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν σοφός.

Σε ένα συμπόσιο, όταν μπήκε μια αυλητρίδα και ήθελε να καθίσει κοντά του, ο Περσαίος δεν της επέτρεψε και «έκανε τον σκληρό». Όταν όμως αργότερα η αυλητρίδα εκτέθηκε σε δημοπρασία, ο Περσαίος διαπληκτίσθηκε με τον δημοπράτη και τελικά την εξασφάλισε. Δίσταζε όμως να την πάρει στο σπίτι γιατί ντρεπόταν τον Ζήνωνα. Ο Ζήνων όμως με τη στάση του έδειξε στον Περσαίο ότι δεν είχε αντίρρηση γι’ αυτό.

Αναφέρεται ακόμη ότι ο Αντίγονος, θέλοντας να δοκιμάσει τον Περσαίο σχετικά με τη «στωική απάθεια» στον πλούτο και στην φτώχεια, έβαλε αγγελιαφόρους να φέρουν πλαστή αγγελία ότι την περιουσία του την άρπαξαν οι εχθροί. Όταν μ’ αυτό ο Περσαίος σκυθρώπιασε, ο Αντίγονος του παρατήρησε: «Βλέπεις ότι ο πλούτος δεν είναι πράγμα αδιάφορο»;

Στον Περσαίο ως φιλόσοφο αποδίδονται πολλά έργα. Ο Διογένης Λαέρτιος παραδίδει τους εξής τίτλους έργων του: Περί Βασιλείας, Λακωνική Πολιτεία, Περί Γάμου, Περί Ἀσεβείας, Θυέστης, Περί Ἐρώτων, Προτρεπτικοί, Διατριβαί, Ἀνέκδοτα 4 Βιβλία, Ἀπομνημονεύματα, Περί τῶν Νόμων τοῦ Πλάτωνος 7 Βιβλία καί Ἠθικαί Σχολαί. Από άλλους συγγραφείς αναφέρονται και τα ακόλουθα έργα: Ἱστορία, Περί Θεῶν, Συμποτικοί Διάλογοι ή Συμποτικά Ὑπομνήματα.

Για το περιεχόμενο των έργων του έχουν σωθεί πολύ περιορισμένες πληροφορίες. Κατά τον συγγραφέα Φιλόδημο ο Περσαίος, στο έργο του Περί Θεῶν, δεν αποδεχόταν ύπαρξη θείας δύναμης, υποστηρίζοντας, όπως και ο φιλόσοφος Πρόδικος, ότι στην αρχή πιστεύθηκαν και τιμήθηκαν ως θεοί όσα πράγματα τρέφουν και ωφελούν τον άνθρωπο και έπειτα εκείνοι που εφεύραν τις τροφές, τις κατοικίες και τις άλλες τέχνες, όπως ο Διόνυσος, η Δημήτηρ και άλλοι. Συναφώς διακήρυττε, όπως και ο δάσκαλός του Ζήνων, ότι δεν έπρεπε να κτίζονται ιερά στους θεούς.

Στηριζόμενος επίσης σε σχετική άποψη του Ζήνωνος, υποστήριζε ότι όλα τα σφάλματα είναι ίσα, γιατί δεν υπάρχει σφάλμα που να είναι περισσότερο ή λιγότερο σφάλμα από κάποιο άλλο αφού σ’ όλες τις περιπτώσεις οι σφάλλοντες βρίσκονται έξω από την εκτέλεση του ορθού.

Στους Συμποτικούς Διαλόγους περιέγραφε τρόπους πώς να μην αποκοιμούνται οι συμπότες στα συμπόσια, πώς να κάνουν προπόσεις, πότε να φέρνουν τα ωραία αγόρια και κορίτσια, ποιους μεζέδες να τρων και άλλα. Στο ίδιο έργο έγραφε ότι ο Ζήνων δεν αγαπούσε καθόλου τα συμπόσια.

Στη Λακωνική Πολιτεία έγραφε ότι τα γουρουνόπουλα γάλακτος λέγονταν «ορθραγορίσκοι» γιατί αγοράζονταν κατά τον όρθρο και εξηγούσε τι είδους επιδόρπια ήσαν τα «επάικλα» και πώς και πότε εχρησιμοποιούντο.

Ο Περσαίος, ως φιλόσοφος, είχε και μαθητές. Απ’ αυτούς σώθηκε μόνο το όνομα του Ερμαγόρα από την Αμφίπολη.

 

ΠΗΓΗ: http://www.polignosi.com/cgibin/hweb?-A=40131&-V=specials

 

Polignosi : ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια

Τράπεζα Κύπρου & Εφημερίδα Πολίτης