Με τη Μόνα τη μικρή χελώνα… θυμάμαι να μην είναι κανείς μόνος!

Η διαμόρφωση καλών σχέσεων ανάμεσα στους μαθητές της τάξης μου είναι πάντα μια από τις προτεραιότητες μου. 
 Τα παιδιά συχνά γίνονται σκληρά με τους συμμαθητές τους όχι από κακία, αλλά θα το έλεγα από “κακή πληροφόρηση”. Για τον λόγο αυτό θεωρώ ότι είναι σημαντικό να αποκτήσουν ή να καλλιεργήσουν την ενσυναίσθησή τους. Δηλαδή να μπορούν να μπουν στη θέση του άλλου και να σκεφτούν πώς μπορεί να νιώθει όταν του συμβαίνει κάτι.
 Με αυτό στο μυαλό ψάχνω συχνά υλικό και ιδέες που μπορώ να εφαρμόσω στην τάξη γι’ αυτό τον σκοπό. Πριν λίγο καιρό σε μια τέτοια αναζήτηση βρήκα στο ίντερνετ το παραμύθι “Τα μπαλόνια της φιλίας και η Μόνα σε καινούργιο σχολείο”.

 Πρόκειται για δύο εξαιρετικά παραμύθια φτιαγμένα στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Διακρατικού Προγράμματος “Δάφνη” “Ευαισθητοποίηση για το Φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού”. Τα παραμύθια είναι γραμμένα και εικονογραφημένα από παιδιά για παιδιά! 
  Από τη στιγμή που το βρήκα, περίμενα να βρω μια καλή ευκαιρία για να το εντάξω μέσα στο μάθημά μου. Και δεν άργησε να έρθει!

 Τη σημερινή ημέρα ασχοληθήκαμε με το κείμενο του Ανθολογίου “Ο μικρός κάστορας και η ηχώ” (Ανθολόγιο Α’Β’ τάξεων σελ. 101) όπου ο μικρός κάστορας είναι στενοχωρημένος γιατί δεν έχει φίλους.
 Έτσι, θεώρησα ότι θα ταίριαζε να διαβάζαμε το παραμύθι της Μόνας σήμερα, όμως με έναν λίγο…διαφορετικό τρόπο!
 Πριν ξεκινήσω την ανάγνωση του παραμυθιού είπα στα παιδιά ότι ήθελα να τους γνωρίζω την Μόνα την μικρή χελώνα. 

 Την είχα σχεδιάσει σε χαρτί και τα παιδιά έπρεπε να την περιποιηθούν! Δηλαδή να την βάψουν. Μετά έκοψα γύρω γύρω την Μόνα και την πήραμε μαζί στο χαλάκι για να διαβάσουμε το παραμύθι.



  Ξεκίνησα την ανάγνωση του παραμυθιού με τον συνηθισμένο τρόπο αλλά όταν διάβασα το πρώτο σημείο όπου η Μόνα δέχτηκε αρνητικό σχόλιο από τους συμμαθητές της, την τσαλάκωσα λίγο. Οι αντιδράσεις ήταν “ωωω!” “γιατί;”, όμως συνέχισα την ανάγνωση χωρίς να απαντήσω. Άκουσα μόνο κάποιο παιδί να λέει ότι κρύφτηκε στο καβούκι της γιατί φοβάται. 

 Συνέχισα την ανάγνωση με τον ίδιο τρόπο και κάθε φορά που η Μόνα δεχόταν κάποιο αρνητικό σχόλιο την τσαλάκωνα όλο και περισσότερο μέχρι που έγινε ένα μικρό τσαλακωμένο μπαλάκι.
 Στο τέλος της ιστορίας, όπου περιγράφει πως οι συμμαθητές της ζήτησαν συγγνώμη από τη Μόνα κι έγιναν φίλοι, άρχισα να την ανοίγω και σιγά σιγά μέχρι που εμφανίστηκε η Μόνα.
 Όμως…

 Η Μόνα ήταν τόσο τσαλακωμένη που όσο και αν προσπάθησα να την τεντώσω δεν μπόρεσα να την κάνω όπως ήταν.



 Τότε ήρθε η σειρά των ερωτήσεων. 
  • Μπορώ να κάνω τη Μόνα να γίνει όπως πριν;
  • Γιατί δεν μπορώ;
  • Ποιος βοήθησε τη Μόνα; Με ποιον τρόπο;
  • Τι χρειάζεται η Μόνα για να νιώθει καλύτερα και να μην θυμάται τα άσχημα λόγια που είχε ακούσει;


     Μετά τους έδωσα μικρά χαρτάκια που θα ήταν τα χάνζαπλαστ για τα σημάδια της.
     Ζήτησα από τα παιδιά να γράψουν με μία λέξη αυτό που χρειάζεται η Μόνα ώστε να μην θυμάται αυτό που είχε γίνει και να νιώθει καλύτερα. Το κάθε παιδί κολλούσε το “χανζαπλάστ” του επάνω της.


     Η Μόνα γέμισε από αγάπη, φροντίδα, καλά λόγια, φίλους, προσοχή και τοποθετήθηκε στην τάξη μας.

     Νομίζω ότι αυτή η διαδικασία άγγιξε πραγματικά τα παιδιά. Το γεγονός ότι τσαλακωνόταν το χαρτί τη στιγμή που η Μόνα ένιωθε τα άσχημα συναισθήματα, τα έκαναν να νιώσουν πώς μπορεί να νιώθει κάποιος που δέχεται τα αρνητικά σχόλια κάποιου.