Μιλώντας για την επιθετικότητα στο νηπιαγωγείο.

Οι νηπιαγωγοί γνωρίζουν ότι η  αντιμετώπιση της επιθετικότητας ανήκει στις καθημερινές υποχρεώσεις.

«Η επιθετικότητα ανήκει στις καθημερινή ζωή του νηπιαγωγείου όπως το παιχνίδι, το τραγούδι, το γέλιο και η δοκιμή καινούριων πραγμάτων, γιατί η επιθετικότητα ανήκει στην ανθρώπινη συμπεριφορά…» γράφει η Gabriele Haug-Schnabel,1999.

Πίσω από τις επιθετικές δραστηριότητες κρύβονται πολλά πράγματα που μένουν ανέκφραστα.

Φυσικά υπάρχουν φωνές : «Αυτός μου πήρε το αυτοκινητάκι μου!». «Ο Ν. με γρατσούνισε και μου τράβηξε τα μαλλιά!». Οι φωνές δεν αποτελούν όμως μόνιμες εκφράσεις των επιθετικών σκηνών και έρχονται συνήθως σε μια στιγμή όπου έχει ήδη ξεπεραστεί η κορύφωση της σύγκρουσης. Ο δράστης και το θύμα μπορούν να ανταλλάξουν μεταξύ τους άσχημες κουβέντες ή μπορούν επίσης να μιλήσουν για την υπόθεση.

Κάτω από τέτοιες συνθήκες η νηπιαγωγός θέτει μόνο μερικές ερωτήσεις και διευκρινήσεις του τύπου :

  • «Ποιος από τους δυο σας έπαιξε πρώτος με το αυτοκινητάκι;»,
  • «Γιατί σου τράβηξε τα μαλλιά; Χωρίς λόγο, ή ίσως γιατί την πείραξε κάτι που έκανες; μήπως την πόνεσες;».

Μπορεί να ακολουθηθεί και άλλη πορεία όταν η ατμόσφαιρα της τάξης είναι φορτισμένη επιθετικά. Η Οργή  δεν εκδηλώνονται απαραίτητα ευθέως, αλλά μπορεί να είναι κάτι το συγκεχυμένο. Έτσι αν κάποιο παιδί πλησιάσει τυχαία στο πεδίο της οργής μπορεί να δεχτεί επιθέσεις χωρίς καμιά διάκριση. Το χειρότερο είναι ότι και το παιδί που είναι οργισμένο και εκδηλώνει επιθετική συμπεριφορά δεν γνωρίζει και το ίδιο γιατί έχει θυμώσει τόσο πολύ αυτή τη στιγμή και με ποιόν. Αυτή τη στιγμή πρέπει να αντιδράσουμε σε κάτι ανέκφραστο που δεν υπάρχουν ίσως λόγια να εξωτερικευτεί. Αρχικά θα πρέπει να έρθουμε στο επίπεδο της συζήτησης. Το παιδί που έκανε την επίθεση θα πρέπει να δώσει διευκρινήσεις. Σε στιγμές έντονης οργής αυτό δεν είναι και τόσο εύκολο. Γι ’αυτό στο νηπιαγωγείο το παιδί χρειάζεται την βοήθεια της νηπιαγωγού και στο σπίτι τη βοήθεια των γονιών του.

 

  1. Όταν το παιδί έχει ηρεμήσει λίγο, και η οργή δεν εξουσιάζει πλέον όλες τις πράξεις του, παρακινούμε το παιδί με κατάλληλες ερωτήσεις να σκεφθεί.
  2. Χρησιμοποιούμε ευθείες ερωτήσεις που δείχνουν συμπάθεια και ενδιαφέρον.
  3. Βοηθάμε επίσης όχι μόνο αυτόν που επιτίθεται αλλά και το θύμα.

Απευθυνόμαστε, αρχικά, στο παιδί που οδήγησε με την επίθεσή του, τη σύγκρουση στην κορύφωσή της. Χρησιμοποιούμε ερωτήσεις του τύπου: «Γιατί σ’ έπιασε τέτοιος θυμός;», «Τι σε πείραξε τόσο πολύ;», «Μήπως σε πόνεσε κάτι πολύ ή σε απογοήτευσε κάτι;».Το παιδί μπορεί να απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις και σταδιακά να κατανοήσει ότι εδώ δεν πρόκειται μόνο να αναζητήσει κανείς και να εντοπίσει τον φταίχτη, αλλά να βρει την κοινή λύση ενός προβλήματος που αφορά, φανερά, πολλά πρόσωπα. Έτσι το παιδί που επιτέθηκε  αντιλαμβάνεται ότι, οι άλλοι δεν τον βλέπουν σαν «κακό παιδί» που χτύπησε κάποιον χωρίς λόγω. Απεναντίας προσπαθούν να καταλάβουν το πρόβλημά του. Το παιδί θύμα ακούει τις ερωτήσεις και προβληματίζεται με τη σειρά του,  για τη δικιά του συμπεριφορά. Ακολουθούν ερωτήσεις που απευθύνονται και στα δύο παιδιά συγχρόνως, κάνοντάς τους συμμέτοχους στο πρόβλημα που έχει προκύψει: «Πώς θα μπορούσε να βοηθήσει η Νόρα στο χτίσιμο, χωρίς να θυμώσεις εσύ;», «Τι νομίζεις εσύ, γιατί σου όρμισε ο Παύλος;». Προσπαθούμε να εντοπίσουμε το πώς δημιουργήθηκε μια τέτοια κατάσταση, στην οποία μπλέχτηκαν και τα δύο παιδιά, και ο δράστης και το θύμα.

Με την ερώτηση : «Δε νομίζεις και εσύ, ότι το πρόβλημά σου θα μπορούσε να λυθεί αλλιώς, χωρίς να χτυπηθείτε ή να δαγκωθείτε;» προσπαθούμε να εντοπίσουμε κάποιες λιγότερο έντονες αντιδράσεις ως ευνοϊκότερες  λύσεις σε παρόμοιες καταστάσεις που πιθανόν εμφανιστούν στο μέλλον.  Προσπαθούμε με κατάλληλες πάλι ερωτήσεις να βοηθήσουμε τα παιδιά να εκφράσουν την επιθυμία μιας συγγνώμης αλλά και την επιθυμία να « είναι όλα καλά πάλι». Όλες οι επιθυμίες των παιδιών πρέπει να γίνουν σεβαστές(να σταματήσει το κλάψιμο, να συνεχιστεί το παιχνίδι κ.α.).Στην ηλικία αυτή, είναι σημαντική η υποστήριξη της αναζήτησης συμβιβαστικής λύσης, όσων αφορά το μετά της επιθετικής συμπεριφοράς. Στην  επιθυμία να συνεχιστεί το παιχνίδι μεταξύ τους, διευκρινίζεται εκ των προτέρων «Ποιος θα παίξει πρώτος με το αυτοκινητάκι;»,με την παρέμβαση της νηπιαγωγού.

Όλοι οι παραπάνω τρόποι είναι καθαρά ενδεικτικοί και αποτελούν «έκτακτους ελιγμούς» στην αντιμετώπιση μιας επιθετικής σκηνής[1].

[1] Gabriele Haug – Schnabel, (1999). Σελ.65-68.