ο Πολυζώης, γιος του Πολύδωρου

Προσωπικές Εργασίες

Η ιστορία αυτή είναι κατασκευή του Κωνσταντίνου Κιουρτσή, ο οποίος τη χρησιμοποίησε ως συντονιστής (α) σε εργαστήριο για εκπαιδευτικούς με τίτλο “Εθελοντισμός: Προσωπική προσφορά – Κοινωνική ανάγκη”, το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Έδεσσα στις 6,7,8 Μαρτίου 2002 και (β) σε σεμινάριο/εργαστήριο για εκπαιδευτικούς με τίτλο “ο εθελοντισμός ως προσωπική προσφορά υπηρεσιών και πόρων στο συνάνθρωπο και στην κοινότητα”, στηνΈδεσσα στις 5,10,12 Δεκεμβρίου 2002.

Ο Πολυζώης, ήτανε δέκα χρονών όταν έχασε τον πατέρα του στον πόλεμο της Αλβανίας. Άλλοι  άντρες του νησιού επέστρεψαν και άλλοι έμειναν θαμμένοι σε κάποιο στρατιωτικό νεκροταφείο. Πολλά τα ορφανά του πολέμου. Ακολούθησε η Γερμανική κατοχή και τα πράγματα στο σπίτι του Πολυζώη, δύσκολα. Ευτυχώς που ένας γείτονας, ο μπαρμπα Γρέπος, τον πήρε τσιράκι του, να μάθει την τέχνη, να βγάζει κι ένα μεροκάματο. Ο μπαρμπα Γρέπος ήτανε μαραγκός, τεχνίτης στον ταρσανά του νησιού. Και ο πατέρας του Πολυζώη την ίδια δουλειά είχε πριν τον πόλεμο. Επισκεύαζε τις βάρκες των ψαράδων.

Στην αρχή, ο Πολυζώης ήταν για τα θελήματα. Έφερνε το νερό του μάστορα, συμμάζευε τα εργαλεία του, τέτοια. Στον ταρσανά δούλευαν κι άλλοι μαστόροι. Είχαν κι αυτοί τα τσιράκια τους. Όλα ορφανά του πολέμου. Τις πιο πολλές φορές που τα συναντούσε, τα έβλεπε φοβισμένα. Ήταν συνέχεια μέσα στις αγριοφωνάρες. Οι εντολές των μαστόρων κοφτές: «Άντε αναθεματισμένο, που όλη την ώρα σκαλίζεις τη μύτη σου! Μια ώρα περιμένω τα καρφιά! Ξύπνα και νύχτωσε!». Τον Πολυζώη όμως κανένας μάστορας δεν του κακομίλησε. Όλοι το ξέρανε, ότι ο μπαρμπα Γρέπος, δεν σήκωνε αγριοφωνάρες.

Περνούσαν έτσι τα χρόνια, Ο Πολυζώης μάθαινε τη τέχνη, είχε και καλό χέρι, προόδευε. Από τσιράκι εξελίχτηκε σε βοηθό του μάστορα. Τον εκτιμούσαν όλοι στον ταρσανά.Κάποιες δύσκολες δουλειές, ο μπαρμπα Γρέπος του τις έδινε να τις τελειώσει μόνος του.Και περνούσε έτσι ο καιρός.

Κάποιο πρωινό γίνεται μια μεγάλη φασαρία με ένα μάστορα και το τσιράκι του. Ο μάστορας φώναζε τόσο άγρια, που ενοχλήθηκαν όλοι οι γύρω, και είχαν ένα βλέμμα σαν να του έλεγαν: «Είπαμε, αλλά όχι κι έτσι!». Ο Πολυζώης βρήκε τον μπαρμπα Γρέπο που άφησε την πλάνη του και κοίταζε τη σκηνή απορημένος, έκατσε  δίπλα του και τον ρώτησε: «Μάστορα, εσύ γιατί ποτές σου δε με χτύπησες και δε με έβρισες;». Ο μπαρμπα Γρέπος τον κοίταξε βαθιά στα μάτια και του είπε ήρεμα: «Ξέρω τί είναι να χάνεις τον άνθρωπό σου. Η κυρά μου, έχασε το γιο μας, πάνω στη γέννα. Και από τότε δεν ξανάπιασε παιδί. . .

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *