Νοέ 09
24
«Oταν διακήρυξαν ότι η βιβλιοθήκη θα περιελάμβανε όλα τα βιβλία, η πρώτη αντίδραση ήταν μια υπερβολική ευτυχία» έγραφε οΧόρχε Λουίς Μπόρχες. Μια ανάλογη άμεση ευτυχία προκλήθηκε από τη διακήρυξη της ψηφιακής Βαβέλ του Google. Ολα τα βιβλία για όλους τους αναγνώστες, όπου και αν αυτοί βρίσκονται: ένα εκπληκτικό όνειρο που υπόσχεται οικουμενική πρόσβαση στη γνώση και στην ομορφιά. Δεν πρέπει όμως να χάνουμε τη λογική μας. Η μεταφορά της γραπτής κληρονομιάς από μια υλική υπόσταση σε μια άλλη δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Τον 15ο αιώνα η τυπογραφία ετέθη μαζικά στην υπηρεσία των ειδών που κυριαρχούσαν στον πολιτισμό του χειρογράφου. Στους πρώτους αιώνες της μετά Χριστόν εποχής η επινόηση του βιβλίου που εξακολουθούμε να γνωρίζουμε σήμερα, του κώδικα, με τα φύλλα, τις σελίδες και τα περιεχόμενά του, συνέλεξε σε ένα καινούργιο αντικείμενο τις χριστιανικές γραφές και τα έργα των ελλήνων και λατίνων συγγραφέων. Η Ιστορία δεν διδάσκει κανένα μάθημα παρά μόνο τα κοινά σημεία, και στις δύο αυτές περιπτώσεις όμως δείχνει κάτι ουσιαστικό για να κατανοήσουμε το παρόνότι το «ίδιο» κείμενο δεν είναι πια το ίδιο όταν αλλάζει το μέσο στο οποίο εγγράφεται και, επομένως, το ίδιο ισχύει και για τους τρόπους ανάγνωσης και την έννοια που του αποδίδουν οι νέοι αναγνώστες του.
Οι βιβλιοθήκες το γνωρίζουν, παρ΄ ότι ορισμένες από αυτές μπήκαν ή μπαίνουν ακόμη στον πειρασμό να κρατήσουν μακριά από τους αναγνώστες- δηλαδή να καταστρέψουν- τα έντυπα αντικείμενα των οποίων η διατήρηση φαίνεται να εξασφαλίζεται από τη μεταφορά τους σε ένα άλλο μέσο: το μικροφίλμ και τη μικροδιαφάνεια αρχικά, το ψηφιακό αρχείο σήμερα. Εναντίον αυτής της κακής πολιτικής πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το να προστατεύουν, να ταξινομούν και να καθιστούν προσιτά (και όχι μόνο για τους ειδικούς) τα κείμενα στις διαδοχικές ή ανταγωνιστικές μορφές στις οποίες τα διάβασαν οι αναγνώστες του παρελθόντος, ακόμη και ενός πρόσφατου παρελθόντος, παραμένει θεμελιώδες καθήκον των βιβλιοθηκών – και πρώτη αιτία της ύπαρξής τους ως ιδρυμάτων και τόπων ανάγνωσης.
Ας υποθέσουμε ότι τα τεχνικά και οικονομικά προβλήματα της ψηφιοποίησης έχουν λυθεί και ότι όλη η γραπτή κληρονομιά μπορεί να περάσει σε ψηφιακή μορφή. Η διατήρηση και η επικοινωνία των προηγούμενων μέσων της δεν θα καθίσταντο λιγότερο απαραίτητες. Αλλιώς η «υπερβολική ευτυχία» που υπόσχεται αυτή η- επιτέλους- υλοποιηθείσα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας θα πληρωθεί με το μεγάλο τίμημα της αμνησίας των παρελθόντων που κάνουν τις κοινωνίες αυτό που είναι.
Αυτό ακόμη περισσότερο τη στιγμή που η ψηφιοποίηση των αντικειμένων του γραπτού πολιτισμού που εξακολουθεί να είναι δικός μας (το βιβλίο, το περιοδικό, η εφημερίδα) επιβάλλει μια μετάλλαξη πολύ πιο ισχυρή από εκείνη που επέβαλε η μετακίνηση από τα κείμενα σε κυλίνδρους στον κώδικα. Μου φαίνεται ότι το ουσιώδες εδώ είναι η βαθιά αλλαγή της σχέσης ανάμεσα στο απόσπασμα και στο κείμενο.
Διαβάστε περισσότερα εδώ.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.