Σύνδεσμοι

Αναζήτηση

Αρχεία για Λογοτεχνία Β

Κριτήρια Αξιολόγησης (Νεοελληνική Γλώσσα – Λογοτεχνία)

4 Μαΐου 2019 από και με ετικέτα , ,

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ (ΓΛΩΣΣΑ-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ)

Κατηγορία Λογοτεχνία Α, Λογοτεχνία Β, Νεοελληνική Γλώσσα B, Νεοελληνική Γλώσσα Α | 29 Σχόλια »

Τα αγάλματα ζωντανεύουν…

21 Απριλίου 2019 από

Στο μυθιστόρημα  «Όταν έφυγαν τ’ αγάλματα» της Αγγελικής Δαρλάση η Αγγελίνα συνομιλεί με τα αγάλματα. Η ίδια η συγγραφέας  αναφέρει σε συνέντευξή της: «Τα αγάλματα είναι ζωντανά ‒ με τον δικό τους τρόπο. Μιλάνε για ζωή, για θάνατο, για έρωτα, για πόλεμο, για ομορφιά, γι’ αγάπη, για πόνο, για μεγαλεία, για τα μικρά και ουσιαστικά. Κι ίσως αυτό να μας λένε: Πόσο εύθραυστη και πόσο αθάνατη είναι η ανθρώπινη φύση μας.»

Στις εργασίες μαθητών και μαθητριών του Β1 και Β2 που ακολουθούν ήρωες του βιβλίου συνομιλούν με αγάλματα που εμφανίζονται σε αυτό. 

 

-Γιατί σε φωνάζουν προσφυγάκι;

Το κορίτσι κοίταξε με απορία το αγόρι με τον σκύλο. Εκείνο χαμογέλασε θλιμμένα και του αποκρίθηκε:

-Γιατί δεν είμαι από εδώ. Είμαι από έναν τόπο πέρα από τη θάλασσα. Έναν πανέμορφο τόπο…

Το κορίτσι είδε ένα δάκρυ να κυλάει από τα μάτια του αγοριού. Το βλέμμα του γεμάτο από μελαγχολία και νοσταλγία για το σπίτι του. Έπειτα από λίγο, σκούπισε τα μάτια του και είπε:

-Με έφεραν εδώ πριν από πολλά χρόνια. Μαζί μου ήρθαν και πολλοί άνθρωποι. Ούτε εκείνοι όμως ήθελαν να φύγουν, ούτε κι εγώ. Αναγκάστηκαν να φύγουν εξαιτίας της καταστροφής. Εμένα με πήραν μαζί τους, γιατί δεν ήθελα να με αφήσουν στο έλεος των εχθρών.

Το κορίτσι θυμήθηκε τις ιστορίες που του έλεγε η μητέρα του κάθε βράδυ. Θυμήθηκε τη μητέρα του, που είχε φύγει από το σπίτι της, χωρίς να προλάβει να πάρει τίποτα, χωρίς να προλάβει να αποχαιρετήσει τίποτα.

Εκείνο το βράδυ, δε μίλησε ξανά κανείς∙  όλοι σκέφτονταν την πατρίδα τους.

Θεοδώρα Μ., Β2

 

 

-Γεια σου κοριτσάκι!

-Γεια σου και σένα, άγαλμα! Πώς σε λένε;

-Με λένε Κούρο και είμαι από το Σούνιο. Εσένα πώς σε λένε;

-Αγγελίνα. Σε πειράζει να σε φωνάζω γίγαντα;

-Όχι!

-Λοιπόν, πες μου μια ιστορία, γίγαντα! Πώς έφτασες ως εδώ; Πες μου τις περιπέτειές σου!

-Ωραία, θα σου πω. Άκου! Εγώ είμαι ένας κούρος, από τους πιο μεγαλόπρεπους και εντυπωσιακούς. Με βρήκανε μπροστά στον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Οι φίλοι μου διαλύθηκαν κι έτσι είμαι ο μοναδικός του Σουνίου.

-Ουάου!

-Έτσι έφτασα εδώ!

-Να σε ρωτήσω και κάτι ακόμα;

-Ναι κοριτσάκι, πες μου.

-Γιατί έχεις κλειστό πάντα το χέρι σου; Τι κρύβεις;

-Κρύβω τα αστέρια που πήρα από τον ουρανό.

-Πω πω! Θέλω κι εγώ να πάρω τα δικά μου αστέρια! Θα περιμένω να έρθει το βράδυ. Πρέπει όμως να φύγω τώρα, θα με ψάχνουν οι γονείς μου.

-Κοριτσάκι, θα έρχεσαι να με βλέπεις πού και πού;

-Σου το υπόσχομαι. Καλό βράδυ!

-Καλό βράδυ και όνειρα γλυκά!

Αλεξάνδρα Β., Β1

 

Αγγελίνα: Εεπ! Εσύ εκεί, τι κάνεις; Μόλις έκλεψες από τον ουρανό ή μου φάνηκε;

Κούρος: Όχι, κοριτσάκι, με παρεξήγησες! Εγώ δυο, τρία το πολύ αστέρια πήρα μόνο!

Αγγελίνα: Και γιατί, παρακαλώ;

Κούρος: Να, ήθελα να δω από κοντά την εκθαμβωτική τους λάμψη. Θα τα βάλω πίσω, το υπόσχομαι!

Αγγελίνα: Ξέρεις, μπορούσες απλώς να τα ζητήσεις. Δεν είναι σωστό να κλέβουμε τα πράγματα των άλλων!

Κούρος: Ξέρω, ξέρω κοριτσάκι, αυτός ο ουρανός όμως είναι πολύ άπληστος! Έχει πολλά δικά του αστέρια και δε μ΄ αφήνει ποτέ να τα αγγίξω!

Αγγελίνα: Ε τότε, ξέρεις κάτι;

Κούρος: Για πες!

Αγγελίνα: Κράτα τα, μην του τα δώσεις πίσω και κρύψ’ τα βαθιά μέσα στις χούφτες σου!

Κούρος: Αυτό όμως δεν είναι εγωιστικό;

Αγγελίνα: Ναι, αλλά έχει τόσα μα τόσα πολλά, που ούτε που θα καταλάβει ότι λείπουν.

Κούρος: Λες ε;

Αγγελίνα: Φυσικά! Θα είναι το μικρό μας μυστικό. Μόνο εσύ κι εγώ θα το ξέρουμε. Άντε, το πολύ και η κυρία Σέμνη που την εμπιστεύομαι.

Κούρος: Το υπόσχεσαι, Αγγελίνα;

Αγγελίνα: Το υπόσχομαι!

Κική Κ., Β2

 

Εκείνη την ημέρα το κορίτσι ήταν τόσο θλιμμένο, που, όσο και να προσπάθησαν όλα τα αγάλματα, κανένα δεν κατάφερε να την κάνει να γελάσει.

Η Σειρήνα τραγουδούσε με λυπημένη και θλιμμένη φωνή.

«Ο πόλεμος είναι το χειρότερο πράγμα στον κόσμο… Πάντα αυτό ήταν» είπε η μικρή Σειρήνα.

«Δηλαδή και τα αγάλματα έχουν αισθήματα και είναι πληγωμένα;» ρώτησε το κορίτσι όλο απορία.

«Τα αγάλματα είναι σιωπηλά, βουβά και αυτά θρηνούν με τον δικό τους τρόπο» απάντησε σχεδόν ψιθυριστά η μικρή Σειρήνα.

«Γιατί να υπάρχει πόλεμος, γιατί να πολεμούν οι άνθρωποι;» απόρησε το κορίτσι.

Η Σειρήνα δε μίλησε, παρέμεινε ακούνητη, αμίλητη, αγέλαστη.

Εκείνη τη στιγμή το μικρό άγαλμα άρχισε να ξανατραγουδάει με θλιμμένη φωνή.

Εκείνη τη μέρα όλοι τους ήταν στεναχωρημένοι και ήθελαν να κλάψουν.

Ακόμα και τα αγάλματα τις νύχτες κλαίνε σιωπηλά, γιατί ό,τι αγάπησαν το έχασαν. Εκείνη τη νύχτα κανένας τους δε μίλησε.

Κωνσταντίνα Α., Β1

 

Προσφυγάκι:  Ελισσώ, πώς βλέπεις την κατάσταση; Θα ξαναζήσουμε την προσφυγιά;

Ελισσώ: Μικρό μου άγαλμα, αυτήν τη συζήτηση μόνο με σένα θα μπορούσα να την κάνω. Μόνο σε σένα μπορώ να εκφράσω ελεύθερα όλες τις ανησυχίες μου, γιατί είμαι βέβαιη πως εσύ θα ενστερνιστείς την κάθε μου λέξη.

Προσφυγάκι:  Κατανοώ απόλυτα τι θες να πεις. Η καταγωγή μας είναι η ίδια, βιώσαμε, την ίδια χρονολογία, το 1922, τον βίαιο ξεριζωμό και μέσα σε μία ημέρα σβήστηκαν όλα τα όνειρά μας. Έχουν πολλά κοινά οι ζωές μας, οπότε σε αντιλαμβάνομαι πλήρως.

Ελισσώ: Ακριβώς! Ξέρεις, υπάρχουν νύχτες που ξαναζώ αυτόν τον εφιάλτη, ξενυχτάω κλαίγοντας, φωνάζοντας και πονώντας για τη χαμένη μου οικογένεια. Δεν έχω ξεπεράσει τίποτα και τρέμω στην ιδέα του πολέμου, του θανάτου και μιας επικείμενης προσφυγιάς. Προσεύχομαι τα βράδια να μη ζήσει εφάμιλλες καταστάσεις το μοναχοπαίδι μου η Αγγελίνα, ο σύζυγός μου και εσείς. Εσύ, μικρό μου αγόρι, τι φοβάσαι περισσότερο;

Προσφυγάκι: Τη μοναξιά και το κρύο φοβάμαι. Αν και έχω τη συντροφιά του σκύλου μου και τη ζεστασιά της κάπας μου, επιθυμώ να βρίσκομαι μονίμως κοντά στους φίλους μου τα αγάλματα και σε ανθρώπους. Μάλλον οι φόβοι μου αυτοί οφείλονται στην παιδική μου ηλικία και στην ανασφάλεια που νιώθει κάθε παιδί. Πριν έρθω εδώ ήμουν πολύ δυστυχισμένος, γιατί φοβόμουν μη βρεθώ στην αποξένωση, στο σκοτάδι. Όμως τώρα ζω στην ασφάλεια, στην περιποίηση, με συντροφιά και κινδυνεύω πάλι να τα χάσω λόγω της ίδιας αιτίας, ενός πολέμου.

Ελισσώ: Μικρό μου προσφυγάκι, δε γνωρίζω την εξέλιξη της ζωής μας, αλλά θέλω να προσέχεις και να υποσχεθούμε ο ένας στον άλλον πως θα ανταμωθούμε ό,τι και αν γίνει. Όπου και να μας βγάλει η μοίρα, εμείς θα βρούμε τρόπο να βρεθούμε πάλι.

Προσφυγάκι: Ναι Ελισσώ, δε θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μας εκδιώξει από την πατρίδα. Να φροντίζεις τον εαυτό σου και την οικογένειά σου. Εις το επανιδείν!

Ελισσώ:  Εις το επανιδείν, αγαπημένο μου αγόρι!

Δημήτρης Κ., Β2

 

Μέσα στην απόλυτη σιωπή του μουσείου η Αγγελίνα περπατούσε χαμένη στις σκέψεις της, όταν άκουσε έναν περίεργο θόρυβο. Βρισκόταν μπροστά από την αίθουσα που φιλοξενούσε τις «Ταναγραίες κόρες». Προχώρησε λίγα βήματα και στάθηκε μπροστά στο άγαλμα της «Γαλάζιας κόρης». Ήταν μια ψηλή γυναίκα που κρατούσε μια μεγάλη βεντάλια που έμοιαζε με φύλλο δέντρου και φορούσε ένα μαντίλι στα μαλλιά. Ξαφνικά, το άγαλμα κουνήθηκε και άρχισε να μιλά:

-Ποια είσαι εσύ κόρη; Τι γυρεύεις τέτοια ώρα εδώ και δεν κοιμάσαι;

-Με λένε Αγγελίνα. Ο πατέρας μου είναι τεχνίτης σ’ αυτό το μουσείο και προσπαθεί να προστατέψει όλα τα αγάλματα, για να μην τα πάρουν οι Γερμανοί. Εσείς ποια είστε;

-Με λένε «Γαλάζια κόρη» και αυτές δίπλα μου είναι οι αδελφές μου. Φτιαχτήκαμε πριν από πάρα πολλά χρόνια από κάποιους κοροπλάστες στα εργαστήρια της Τανάγρας στην αρχαία Βοιωτία.

-Είστε πάρα πολύ εντυπωσιακές όλες σας και ξεχωρίζετε από τα υπόλοιπα αγάλματα. Πόσο ύψος έχετε και από τι υλικό είστε κατασκευασμένες;

-Το ύψος μας κυμαίνεται από 15 μέχρι 35 εκατοστά. Εγώ είμαι η πιο ψηλή. Είμαστε φτιαγμένες από τερακότα και μας συγκαταλέγουν στα περίφημα αρχαία ελληνικά έργα πλαστικής τέχνης.

-Πότε σας βρήκαν και σε ποια περιοχή;

-Μας βρήκε το 1874 ένας αγρότης όταν όργωνε το χωράφι του στην Τανάγρα κι από τότε γίναμε πολύ δημοφιλείς και μας διεκδικούσαν πολλά μουσεία και ιδιώτες συλλέκτες, για να μας βάλουν στη συλλογή τους.

-Είστε πάρα πολύ εντυπωσιακή και καλοντυμένη!

-Οι περισσότερες είμαστε ευγενείς κυρίες που ακολουθούμε τη μόδα της εποχής μας. Η ενδυμασία μας είναι πολυτελής και περίτεχνα διπλωμένη. Όπως βλέπεις, άλλες φοράνε σκουλαρίκια, καπέλα και άλλα αντικείμενα. Εγώ κρατώ μια βεντάλια και φορώ αυτό το κίτρινο μαντίλι.

-Για ποιον λόγο σας φτιάξανε; Διακοσμούσατε τα σπίτια των πλουσίων;

-Αρχικά, Αγγελίνα μου, μας χρησιμοποιούσαν ως νεκρικά παραθέματα στους τάφους νεαρών γυναικών και γι’ αυτό η τέχνη αυτή εκφράζει την ιδανική και τέλεια ομορφιά, τη σοφία και την καλλιτεχνία. Κάποιοι μας προόριζαν για αφιερώματα στη θεά Αφροδίτη που εκπροσωπούσε το ιδανικό της θηλυκής ομορφιάς. Τέλος, άλλοι μας είχαν σαν φυλακτό ή γούρι και γι’ αυτό συνοδεύαμε τις γυναίκες σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους από την παιδική ηλικία ως τον θάνατο.

Και καθώς συζητούσαν οι δυο τους, ακούστηκε ένας ήχος. Βήματα ακούστηκαν στα σκαλιά. Η Αγγελίνα χαιρέτησε γρήγορα τη «Γαλάζια κόρη» και της είπε ότι πρέπει να φύγει για να μην τη βρουν.

Θα τα ξαναπούμε σύντομα. Χάρηκα που σας γνώρισα. Φεύγω για να κρυφτώ!

-Κι εγώ χάρηκα, Αγγελίνα! Να προσέχεις!

Και κάπως έτσι η Γαλάζια Κόρη μαρμάρωσε ξανά και έπεσε σε βαθύ ύπνο. Η νύχτα ήταν μεγάλη και κρύα. Οι μέρες που θα ακολουθούσαν θα ήταν ακόμη πιο μεγάλες και δύσκολες. Η μοίρα επεφύλασσε άλλα σχέδια για την τύχη τους. Οι Ταναγραίες κόρες σε λίγο θα βρίσκονταν θαμμένες, για να γλιτώσουν από τους κατακτητές.  

Στέργιος Λ., Β2

 

Και το κορίτσι εκείνη την νύχτα συνομίλησε με όλα τα αγάλματα για κάτι που την απασχολούσε καιρό…

Πρώτα απευθύνθηκε στον κούρο. Τον σκούντηξε με το καταραμένο χέρι, μα εκείνος έκανε πως δεν κατάλαβε. Μα το κορίτσι επέμενε και τότε…

-Τι θες κοριτσάκι;

-Να εγώ…

-Μην ανησυχείς, δε σε μαλώνω!

-Τότε έχω μια απορία.

-Και τι ζητάς να μάθεις; Μήπως πάλι πώς είναι να κοιτάς τον κόσμο από εδώ ψηλά ή αν πράγματι ακουμπάω τα αστέρια;

-Τίποτε από αυτά. Θέλω να μάθω για τον πόλεμο.

Ο γίγαντας παραξενεύτηκε. Η ερώτηση του κοριτσιού ήταν ιδιαίτερα αφοπλιστική.

-Πόλεμος, πόλεμος… Μα πού την άκουσες εσύ αυτήν τη λέξη;

-Πλέον όλοι τη λένε και όλοι συζητάνε γι’ αυτήν, αλλά δεν καταλαβαίνω…

-Λογικό, είσαι πολύ μικρή για να την ξέρεις.

-Θέλω όμως να ξέρω.

-Εσείς τα παιδιά είστε όλο ερωτήσεις…

-Θα μου πεις;

-Κοίτα να δεις, ο πόλεμος είναι σίγουρα κάτι κακό και σου συνιστώ να τον αποφεύγεις.

-Γιατί, έχει κάποια αρρώστια που θα κολλήσω και θα πονάω;

-Αρρώστια είναι σίγουρα και πόνο μάλιστα προκαλεί πολύ.

-Μα δε καταλαβαίνω τι λες!

-Θα έρθει η μέρα που θα καταλάβεις.

-Τώρα θα μου πεις τι κάνουν στον πόλεμο;

Ο γίγαντας δεν ήξερε τι να απαντήσει, μα ήξερε ότι το κοριτσάκι περίμενε απεγνωσμένα μια απάντηση.

-Γιατί ρωτάς εσύ όμως τόσα για τον πόλεμο;

-Μα έχουμε κι εμείς τώρα!

Ο γίγαντας αισθάνθηκε την πέτρινη καρδιά του να παίρνει σάρκα και οστά, να γεμίζει συναισθήματα και ξεκίνησε έναν βουβό και επώδυνο θρήνο. Αν δεν ξαναέβλεπε ποτέ το κοριτσάκι που τόσο αγαπά; Αν δεν ταξίδευε ξανά μαζί του στα άστρα; Ούτε που ήθελε να το σκέφτεται, μα όσο η ώρα περνούσε, τόσο  πιο πολύ αυτά τα συναισθήματα τον κατέκλυζαν,  ώσπου…

-Μα τι έχεις γίγαντα και δε μιλάς; Θα μου πεις τι κάνουν στον πόλεμο;

-Αχ κοριτσάκι, πόσο σε αγαπώ! Αν δεν ήσουν εσύ τόσα και τόσα βράδια να ταξιδεύουμε μαζί στα άστρα, δεν ξέρω αν θα επιβίωνα  στη βαρετή ζωή του μουσείου…

-Τι έπαθες και μου λες γι’ αυτά; Αφού και αύριο μαζί θα είμαστε!

-Αλήθεια κοριτσάκι;

-Ναι!

-Μου το υπόσχεσαι;

-Φυσικά, τώρα όμως θα μου απαντήσεις τι κάνουν στον πόλεμο;

-Αφού επιμένεις τόσο… Να… Μμμμ… Παλεύουν.

-Τι εννοείς παλεύουν; Όπως εγώ και ο μπαμπάς κάποιες φορές για πλάκα;

-Περίπου…

-Καλά και είναι τόσο τρομερό αυτό, που το συζητάνε όλοι;

-Μάλλον…

-Πάντως εσύ πρέπει να είσαι πολύ καλός στον πόλεμο!

-Τι σε  κάνει να το πιστεύεις αυτό;

-Γιατί είσαι τόσο μεγάλος και δυνατός!

-Χα χα χα, σε διαβεβαιώ ότι σημασία δεν έχουν τα όπλα, αλλά η ψυχή και το μυαλό!

-Μα πώς γίνεται;

Ο γίγαντας τη σταμάτησε πριν συνεχίσει.

-Κοριτσάκι, κοίτα στον ουρανό. Έχει πανσέληνο απόψε!

Και ήταν σαν να έφερνε ο γίγαντας το φεγγάρι όλο και πιο κοντά, σαν να το τραβούσε προς αυτόν και το κοριτσάκι με αόρατο σχοινί και το κοριτσάκι όσο το φεγγάρι πλησίαζε τόσο ξεχνούσε τον πόλεμο.

-Κοριτσάκι, σου αρέσει το φεγγάρι;

-Πολύ!

-Σου υπόσχομαι ότι σήμερα θα φτάσεις πιο κοντά του από κάθε άλλη φορά!

Και το κορίτσι άπλωσε το καλό του χέρι και ακούμπησε το φεγγάρι και ξέχασε τον πόλεμο, ξεκινώντας άλλο ένα ταξίδι στα αστέρια με τον γίγαντα της καρδιάς του….

Αχιλλέας Δ., Β1

 

-Τι κάνεις εδώ πέρα; Μήπως είσαι κλέφτης και ήρθες να με πάρεις μακριά από το μουσείο; Να πέσει κεραυνός να σε κάψει!

-Ααααα! Εσύ είσαι, άγαλμα του Δία;

-Συγγνώμη, κοριτσάκι, αλλά φοβήθηκα!

-Δεν πειράζει, όποιος κι αν μ΄έβλεπε στο μουσείο νύχτα θα νόμιζε ότι είμαι κλέφτης.

-Σε παρακαλώ, κοριτσάκι, κάνε μου λίγη παρέα. Νιώθω πολύ μόνος απόψε!

-Αφού θέλεις παρέα, θα σου κάνω.

-Ξέρεις, έχω αρχίσει να νοσταλγώ τα χρόνια που ήμουν θεός και κυριαρχούσα στον Όλυμπο!

-Πες μου, άγαλμα του Δία, για τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. Θέλω να γίνω ακόμη καλύτερη στο σχολείο. Αν και λόγω του πολέμου δεν μπορώ να πάω πια στο σχολείο. Ποιος ξέρει για πόσο καιρό ακόμη…

-Αχ, καημένο μου κοριτσάκι, αυτός ο φριχτός πόλεμος καταστρέφει τις ζωές μας!

-Ευτυχώς, πιστέ μου φίλε, έχω κι εσένα! Ελπίζω σύντομα η δική μου και η δική σου ζωή να γαληνεύσει.

Διαμαντής Γ. –  Ιάσων Μπ. –  Ιορδάνης Κ.,  Β2

 

Μετά από λίγη ώρα λέει το κορίτσι στη Σφίγγα:

-Σήμερα δε θα μου πεις κάποιον γρίφο;

Η Σφίγγα δεν απάντησε.

-Γιατί δεν απαντάς; Σκέφτεσαι κάποιον γρίφο σου που δε θα μπορώ να βρω;

-Το έτος 430 π.Χ. οι κάτοικοι της Δήλου υπέφεραν από μεγάλο λοιμό. Για να γλιτώσουν από τον λοιμό απευθύνθηκαν για χρησμό στο μαντείο του Απόλλωνα. Σύμφωνα με τον χρησμό ο λοιμός θα αντιμετωπιζόταν, αν οι πολίτες διπλασίαζαν έναν από τους κυβικούς βωμούς, χωρίς να χαλάσουν την κυβική μορφή τους. Για πες μου, πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;

Το κορίτσι σκεφτόταν για αρκετή ώρα, χωρίς να μπορέσει να δώσει κάποια λύση. Ο γρίφος της φάνηκε κάτι το ακατόρθωτο. Στη συνέχεια απάντησε:

-Είσαι πολύ έξυπνη, Σφίγγα! Πού βρίσκεις τέτοιους γρίφους; Όμως ποια θα μπορούσε να είναι η λύση;

-Αυτός ο γρίφος είναι άλυτος από την αρχαιότητα ακόμα. Μπορείς να καταλάβεις ποιος είναι ο συμβολισμός του;

-Για πες μου εσύ, Σφίγγα!

-Είναι σαν τον πόλεμο, όπου εκεί που περιμένεις ότι η λύση του είναι εύκολη, μετά από λίγο καταλαβαίνεις ότι είναι αδύνατον να λυθεί ή να σταματήσει ποτέ!

Εκείνο το βράδυ η Σφίγγα δεν ξαναμίλησε. Όσες ερωτήσεις κι αν της έκανε το κορίτσι, η Σφίγγα σιωπούσε.

Χρήστος Κ. – Σταμάτης Κ., Β2

 

Και αφού η Αγγελίνα δεν μπορούσε να βρει τη λύση στο αίνιγμα που της έβαλε η Σφίγγα, πηγαίνει να ρωτήσει τον Κούρο αν ξέρει τη λύση. Τον βλέπει να παίρνει μερικά αστέρια από τον ουρανό και τον ρωτάει:

-Γιατί παίρνεις αστέρια από τον ουρανό, χωρίς να τον ρωτήσεις;

-Γιατί κάθε φορά που τον ρωτάω, αυτός με αγνοεί! Σε παρακαλώ, μην αποκαλύψεις σε κανέναν το μυστικό μου!

-Στο υπόσχομαι! Θα σου πω κι εγώ ένα δικό μου μυστικό: Ο Τίκο κλέβει αγάλματα και ακροκέραμα από τα σπίτια, επειδή θέλει να τα θάψει, για να μην τα βρουν οι Γερμανοί!

-Θα κρατήσω κι εγώ κρυφό το μυστικό σου!

Ακρίτας Κ. – Βασίλης Κ., Β2

 

 

 

«Μπορείς  να μου εξηγήσεις γιατί είναι ανάγκη να σας κρύψουμε θάβοντάς σας στο χώμα;»

Είχαν περάσει δύο μέρες από τότε που έμαθε η Αγγελίνα τα σχέδια των μεγάλων σχετικά με την απόκρυψη- ή μάλλον το θάψιμο- των αγαλμάτων και το κορίτσι ήταν πολύ αγχωμένο.

Η Σφίγγα χαμογέλασε καθησυχαστικά.

«Δεν είναι ανάγκη να ανησυχείς τόσο. Αφού θα ξαναβρεθούμε και θα συζητάμε στα όνειρά σου κάθε βράδυ» απάντησε.

«Το ξέρω, μα… θα μου λείψεις. Πολύ. Όλοι σας» είπε κατσουφιασμένη.

Βυθίστηκαν στη σιωπή για λίγο.

«Ξέρω πως δε θα σας ξαναδώ από κοντά» είπε ψιθυριστά η Αγγελίνα. «Προτού σε ξεθάψουν φαίνεται πως ήσουν χρόνια στο χώμα. Πρέπει να ήταν απαίσια»

Η Σφίγγα της απάντησε γελώντας:

«Μπορεί να σε ξεγελάει το ξεθωριασμένο μου χρώμα, μα δεν είναι τόσο επώδυνα εκεί κάτω. Είναι περισσότερο… ήσυχα. Και ήρεμα»

Δεν έδειχνε καλύτερα και είχε μια θλιμμένη γκριμάτσα κρεμασμένη στο πρόσωπό της, οπότε η Σφίγγα συνέχισε:

«Θα είμαστε όλοι καλά και θα δεις, θα βρεθούμε πολύ σύντομα. Και όπως σου είπα, θα συζητάμε στα όνειρά σου κάθε βράδυ»

Η Αγγελίνα ξεφύσησε παραδεχόμενη την ήττα της.

«Υποθέτω πως θα είμαι καλά για ένα διάστημα» είπε διστακτικά.

Η Σφίγγα της έγνεψε.

«Μπορείς να μου πεις καμιά ιστορία από τα χρόνια που σε έφτιαξαν;» είπε η Αγγελίνα μετά από λίγο.

Η Σφίγγα χαμογέλασε και άρχισε να αφηγείται.

Εκείνη τη νύχτα οι ιστορίες τούς έκαναν να ξεχάσουν αυτά που έρχονταν.

Χρύσα Α., Β1

 

Μόλις έφτασε στο μουσείο η Αγγελίνα, πήγε κατευθείαν στο βάθος της αίθουσας, για να αποχαιρετήσει και το τελευταίο άγαλμα που είχε απομείνει: τον Κούρο του Σουνίου. Κοίταξε ψηλά και του είπε:

-Σε πρόλαβα! Δε σε έχουν κρύψει ακόμη!

Ο Κούρος έσκυψε, την κοίταξε και συγκινημένος της είπε:

-Αγγελίνα, χαίρομαι τόσο πολύ που σε βλέπω! Ήξερα πως ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές εσύ θα ερχόσουν στο μουσείο!

-Το μουσείο είναι ο τόπος που μεγάλωσα. Εδώ έχω τις πιο ωραίες αναμνήσεις. Εδώ έχω ακούσει τις πιο ωραίες ιστορίες.

-Είσαι θαυμάσιο κορίτσι!

-Θα τα πούμε όταν τελειώσουν όλα!

-Αντίο, Αγγελίνα! Να δώσεις πολλά χαιρετίσματα στον Τϊκο. Θα τα πούμε μόλις τελειώσουν όλα!

Σοφία Ζ., Β2

 

Με το καλό μου χέρι έγνεψα με ευγνωμοσύνη «αντίο»! Ήταν η τελευταία φορά που θα τα έβλεπα. Με το καταραμένο μου χέρι τα χαιρέτησα με θαυμασμό. Σαν να τα έβλεπα πρώτη φορά. Τότε  ο μεγαλόσωμος κούρος που έμοιαζε με γίγαντα με πλησίασε και μου είπε:

– Αγγελίνα, θα μας λείψεις!

– Και μένα θα μου λείψετε όλοι πάρα πολύ! Ανησυχώ πολύ για το μέλλον σας και νοιάζομαι για εσάς όσο για κανέναν άλλον!

– Δε θα ξεχάσουμε ποτέ τις καλές και τις κακές στιγμές που περάσαμε μαζί σου.

– Και εγώ, καλέ μου Κούρε, δε θα σας ξεχάσω ποτέ! Από εσένα πάντως θα μου μείνει αξέχαστη η στιγμή που κατέβαζες αστέρια σε εμένα και τον Τίκο. Ήταν τόσο ωραία!

Η Αγγελίνα έβαλε τα κλάματα από τη συγκίνηση. Όλα τα αγάλματα συγκινημένα έσπευσαν πάνω της να την αγκαλιάσουν. Ο Κούρος την πήγε ως την πόρτα του μουσείου και την αποχαιρέτησε:

– Αντίο, Αγγελίνα μου! Να προσέχεις πολύ και να έχεις ένα καλύτερο μέλλον!

– Σου υπόσχομαι ότι θα προσέχω. Ελπίζω πως κάποια μέρα θα ανταμωθούμε. Αντίο!

Παναγιώτης Ευ. – Γιάννης Δ., Β1

 

Μια μέρα η Αγγελίνα αποφάσισε να πάει στο μουσείο να δει τα αγάλματα. Άκουσε τότε φωνές να τραγουδούν.

«Ποιος τραγουδάει;»

«Εμείς!» είπαν τα αγάλματα.

«Ωραία φωνή έχετε!»

«Ευχαριστούμε!»

Τότε η Αγγελίνα τραγούδησε και χόρεψε μαζί με τα αγάλματα.

«Τι ωραία που είναι εδώ! Μακάρι να ήμουν εδώ για πάντα!»

Τα αγάλματα κινδύνευαν. Οι Γερμανοί θα έμπαιναν στην πόλη. Η Αγγελίνα ζήτησε τη συμβουλή του φίλου της του Τίκο. Αποφάσισαν μαζί να κρύψουν όσα αγάλματα μπορούσαν στο χώμα, για να τα προστατέψουν από τους κατακτητές.

«Ευχαριστούμε πολύ που θέλετε να μας προστατέψετε!» είπαν τα αγάλματα στην Αγγελίνα και τον Τίκο.

«Δε θέλουμε να σας πάρουν ξένοι. Ανήκετε εδώ στην Ελλάδα!»

Δυστυχώς όμως οι Γερμανοί σύντομα μπήκαν στην πόλη.

«Θέλω να πάρω ένα ακόμη άγαλμα, Αγγελίνα. Τον γρύπα που είναι πάνω στη στέγη ενός σπιτιού»

«Μην πας, είναι επικίνδυνο, μπορεί να σε πιάσουν οι Γερμανοί!»

Ο  Τίκο όμως δεν άκουσε την Αγγελίνα. Όταν πήγε η Αγγελίνα να δει γιατί άργησε, τον είδε κάτω στο χώμα. Δίπλα του πεταμένα τα γυαλιά του.

«Βοήθεια! Ας με βοηθήσει κάποιος!» φώναξε κλαίγοντας.

«Μην κλαις, δεν πονάω!» της είπε ο Τϊκο.

«Δε θέλω να σε χάσω! Είσαι ο καλύτερός μου φίλος! Τι θα κάνω χωρίς εσένα;»

«Μην κλαις!»

Ο Τίκο έκλεισε τα μάτια του και η Αγγελίνα είπε στα αγάλματα:

«Κάντε μου μια χάρη! Στον Τίκο να λέτε μόνο όμορφα πράγματα, να μη στεναχωριέται. Μην του μιλάτε για πόλεμο, θλίψη και πόνο. Να του λέτε μόνο ευχάριστα, για να είναι χαρούμενος!»

«Μην ανησυχείς» της είπαν τα αγάλματα.

Η Αγγελίνα αποχαιρέτησε κλαίγοντας τους φίλους της. Τον Τίκο και τα αγάλματα.

Μαρία Δ., Β1

 

O Tίκο μιλάει με τον Κούρο λίγο μετά τον θάνατό του…

Τίκο: Και τώρα τι θα γίνει;

Κούρος: Τι εννοείς;

Τίκο: Ποιος θα προσέχει το κοριτσάκι; Εγώ τι θα απογίνω;

Κούρος: Η Αγγελίνα μπορεί να προσέχει τον εαυτό της και το έχει αποδείξει πολλές φορές…

Πήρε μια βαθιά ανάσα και με στενάχωρο τόνο του είπε:

Κούρος: Όσο για σένα σε λίγη ώρα από τώρα θα χάσεις τη μνήμη σου…

Ο Τίκο τότε δεν είπε τίποτα. Δεν ήθελε να χάσει τη μνήμη του. Δεν ήθελε να ξεχάσει όλες τις αναμνήσεις του με την Αγγελίνα…

Κούρος: Η Αγγελίνα μας ζήτησε να σε προσέχουμε. Μας είπε ότι θα θυμάται εκείνη για σένα.

Τίκο: Μα εγώ δε θέλω να ξεχάσω!

Κούρος: Λυπάμαι πολύ, Τίκο…

Έμειναν και οι δύο σιωπηλοί.

Τίκο: Ξέρεις… είσαι ο αγαπημένος της Αγγελίνας. Συνέχεια μιλούσε για σένα. Σε θαύμαζε πολύ!

Κούρος: Είναι τιμή μου ένα τόσο έξυπνο, θαρραλέο κορίτσι να με θαυμάζει, αφού έκανε τόσο κόπο για να μας σώσει.

Τίκο: Ναι! είπε χαμογελώντας.

Κούρος: Σ΄αγαπούσε πολύ! Κι ακόμα σ’ αγαπάει!

Χαμογέλασε ο Τίκο και του είπε:

Τίκο: Κι εγώ την αγαπάω! Και τι δε θα έδινα να ξαναγυρίσω πίσω μαζί της!

Κούρος: Τίκο, ήρθε η ώρα.

Τίκο: Να μου προσέχετε την Αγγελίνα. Να της πείτε ότι την αγαπώ πολύ!

Εκείνο το βράδυ τ’ αγάλματα δεν ξαναμίλησαν. Πενθούσαν για τον θάνατο του Τίκο.

Κωνσταντίνα Κ., Β2

 

«Τίκο, εσύ είσαι;» ρωτάει ο Γρύπας.

«Ναι, γρύπα μου! Ήρθα να σου κρατήσω συντροφιά για απόψε. Σου υπόσχομαι όμως πως θα σε πάρω από δω, αύριο κιόλας»

«Ούτε σήμερα έφερες το κοριτσάκι. Ντρέπεσαι να μου τη γνωρίσεις;»

«Όχι, όχι! Αύριο θα έρθει κι αυτή να βοηθήσει»

«Πώς την είπαμε;» ρωτάει ο γρύπας.

«Αγγελίνα» απαντάει με περηφάνια ο Τίκο.

 Ένιωθε περήφανος για τη φίλη του, το κοριτσάκι που μιλούσε με τα αγάλματα.

«Ααααα ναι, Αγγελίνα. Τίκο;»

«Ναι;»

«Μου υπόσχεσαι πως δε θα μ’ αφήσεις να με πάρουν οι Γερμανοί; Πως δε θα μείνω εδώ, να ξεχαστώ;»

«Αφού στο είπα ήδη, αύριο βράδυ!»

«Το ξέρω. Απλά θέλω να το ακούσω άλλη μια φορά» είπε αγχωμένος ο γρύπας.

«Στο υπόσχομαι, στο υπόσχομαι, στο υπόσχομαι» συνέχισε να λέει ο Τϊκο.

«Εντάξει» του απάντησε ανακουφισμένος ο γρύπας.

***

«Δεν ήθελα να γίνει αυτό! Γιατί; Γιατί;» έλεγε κλαίγοντας ο γρύπας.

«Σου υποσχέθηκα πως θα σε σώσω και το έκανα! Σε κατέβασα, σε γλίτωσα από τους εχθρούς! Σου έδωσα ζωή! Ελεύθερη ζωή!»

«Μου έδωσες τη δικιά σου ζωή! Σου στέρησα όχι μόνο τα παιδικά σου χρόνια, αλλά και την καλύτερή σου φίλη!»

«Μη ρίχνεις το φταίξιμο σε σένα! Δε φταις εσύ που «κοιμήθηκα». Δε φταις εσύ που δε θα την ξαναδώ! Και την αποχαιρέτησα!»

«Πώς; Πώς της είπες πώς νιώθεις, πως δε θα την ξαναδείς;»

«Αχ, καλέ μου γρύπα. Αν ήσουν άνθρωπος, θα ήξερες πως τα λόγια δεν είναι η μόνη λύση. Θα ήξερες πως με ένα μόνο βλέμμα ή με ένα μόνο άγγιγμα μπορείς να δώσεις στον άλλον τον κόσμο ολόκληρο!»

«Πόσο τυχερός είσαι που γνώρισες την αγάπη! Όταν ζεις χωρίς αγάπη, είσαι σαν…»

«…Νεκρός!»

Εκείνη τη νύχτα κανείς τους δεν ξαναμίλησε…

Κατερίνα Δ. – Ανθή Δ. –  Δήμητρα Γ., Β1

 

Κατηγορία Διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού έργου "Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα", Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

Διεθνής Διαγωνισμός ποίησης “Castello di Duino”

30 Μαρτίου 2019 από

Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το σχολείο μας συμμετείχε με μαθητικές ποιητικές δημιουργίες στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης “Castello di Duino”, τον σημαντικότερο διεθνή διαγωνισμό ποίησης για νέους ποιητές σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή UNESCO της Ιταλίας, υπό την αιγίδα της οποίας τελείται κάθε χρόνο στην Τεργέστη.

Πρόκειται για μια δράση που οργανώθηκε από τη φιλόλογο κ. Κιτσάτη Μαρία, ως επιστέγασμα των δραστηριοτήτων δημιουργικής γραφής που υλοποίησε με τους μαθητές και τις μαθήτριες του Β1 και Β2 στο μάθημα της Λογοτεχνίας κατά τη φετινή σχολική χρονιά.

Το θέμα του φετινού διαγωνισμού ήταν I have a dream.  «Έχω ένα όνειρο»  είναι η διάσημη κραυγή πρόκλησης που βροντοφώναξε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στον λόγο του κατά των φυλετικών διακρίσεων τον Αύγουστο του 1963.

Τι ονειρεύονται τα σημερινά παιδιά; Διαβάστε το στη  συλλογική ποιητική δημιουργία των μαθητών Αγγελίδη Χρύσας, Αθανασίου Κωνσταντίνας, Ζαχαρή Θεοδώρας, Καράμπελα Ηλιάνας, Κάρτσιου Κυριακής, Λούδου Ιωσήφ, Βραδέλη Δημήτρη με τίτλο «Τα όνειρα των παιδιών»  (“Childrens Dreams”):                                                                                                                                                    

 

INTERNATIONAL POETRY COMPETITION   CASTELLO DI DUINO – XV EDITION

3rd Junior High School of Alexandroupolis “Domna Visvizi”

«Τα όνειρα των παιδιών»                                                                                                       Œ

Ονειροπλάστης

Ήταν κάποιος

που τα χρώματα του καθενός ξεχώριζε.

Έπαιρνε -λέει- τα όνειρα

και τα έπλαθε σε μπογιές.

Η καθεμιά είχε το χρώμα το απροσδιόριστο

που κανείς δεν τολμούσε να ονομάσει.

Πήγα κι εγώ στον Ονειροπλάστη τότε.

Του ζήτησα να μου μάθει να πλάθω όνειρα.

 

Αλκαίος

Έχω ένα όνειρο.

Κάθε πλάσμα χωρίς τείχη να ζει.

Μακριά από το κάστρο της λύπης, της απελπισίας.

Να είναι στρατιώτης που πολεμά για τις ελπίδες του

για κάθε ον που δεν έχει στολή και σπαθί.

Εγώ ο ίδιος να ρίχνω τους δράκους από τα φρούρια

χωρίς να υποκύπτω στη φωτιά τους.

Ο λαός να σπάσει τα τείχη

να πολεμήσει για το δίκιο

να νικήσει τους δράκους

που του φράζουν τον δρόμο.

Το όνειρό μου με έκανε να ξυπνήσω.

Να αποφασίσω να πολεμήσω.

 

Αγάπη

Όλα γύρω πύρινα.

Παιδιά με ματωμένα γόνατα

όχι απ’ το παιχνίδι της αλάνας.

Απ΄ του πολέμου.

Δεν υπάρχουν σκέψεις.

Μόνο φόβος για το παρόν.

Όνειρα για το μέλλον.

Έχω ένα όνειρο.

Να μη χρειάζεται να τρέχω για βοήθεια.

Να μην ονειρεύομαι το ουρλιαχτό μου.

Μια μέρα η άνοιξη να ξανανθίσει

να φέρει μαζί της τη χαρά.

Μια μέρα οι άνθρωποι να αγαπήσουν

με όλη τους την καρδιά.

 

Ευτυχία

Ένα βράδυ λουσμένο στο φεγγαρόφωτο

κλείνω  τα βλέφαρα

και πριν προλάβουν να σκοτεινιάσουν

τα χρώματα αποκτούν άλλη μορφή.

Έχω ένα όνειρο.

Τη γη που ξέρουμε εσύ κι εγώ να μην υπάρχει.

Στη θέση της ένας κόσμος χωρίς πλάσματα σαν κι εμάς.

Μα γεμάτος χρώμα ατόφιο, πράσινο και καθαρό γαλάζιο.

 

                                                                                                                                                                          

Άλκηστη                                                                                                                                      

Καθώς βυθίζομαι στο σκοτάδι της νύχτας

τα άστρα με οδηγούν

σε κάποιο σύμπαν μακρινό.

Εκεί βλέπω αυτό που πιο πολύ ποθώ.

Δυο δέντρα -κλαίουσες θαρρώ-

γεμάτα συμπόνια, αγάπη και στοργή.

Πρόσωπο δεν έχουν να τα καταλάβω

μήτε σώμα να τα πλησιάσω.

Πηγαίνω και φυτεύομαι κοντά τους

για πόσο δεν μπορώ να πω.

Το όνειρό μου είναι μελαγχολικό.

Με κάνει να λαχταρήσω

τη μόνη ανάγκη που έχω εγώ.

Τα πρόσωπα που αγαπώ.

 

Στέφανος

Έχω ένα όνειρο.

Να μπορώ να περπατήσω μαζί σου

κρατημένος από το μπράτσο σου.

Κι εκεί που περπατάμε

ένας αέρας με σηκώνει ψηλά

και ξαφνικά πετάω.

Δε θέλω να ξυπνήσω.

Μπορώ στο όνειρό μου

να κοιτάξω τον κόσμο από άλλη πλευρά

κι εκείνος να με θαυμάσει.

 

Ζωή

Τον κόσμο γύρω όταν κοιτώ

έχω ένα όνειρο.

Μάτια γλυκά να τους μιλώ.

Να τους μαθαίνω ό,τι ζω.

Να κάνω τις σκληρές ψυχές

να μην ξαναδούν φωτιές.

Και όλα τα παιδικά κορμιά

πάνω σε ξύλινα σκαμνιά

να ζωγραφίζουν όνειρα.

Με χρώματα αληθινά.

 

Ελπίδα

Να αδράξω την ημέρα ονειρεύομαι.

Γυρίζοντας όλη την πλάση.

Περνώντας από νέους δρόμους.

Τα πράγματα που θέλησα

δεν έγιναν ως τώρα

κρατώ όμως ελπίδα κρυφή

μες στην ψυχή από χρόνια.

Ο χρόνος απ΄ τα χέρια μου γλιστρά

χωρίς να με αγγίζει.

Η ελπίδα στέκει εκεί

στην πλώρη να ανεμίζει.

 

Έχω ένα όνειρο…

a b

 

INTERNATIONAL POETRY COMPETITION   CASTELLO DI DUINO – XV EDITION

3rd Junior High School of Alexandroupolis “Domna Visvizi”

“Children’s Dreams”                                                                                                           Œ                                                                                  

                           Dream maker

There was somebody

who distinguished everyone’s colours.

He was taking the dreams -people claim-

and made  them paints.

Each one of them had an indefinite colour

and nobody dared name it.

I went to the Dream maker then.

I asked him to teach  me how to make dreams.

 

Alkaios  (= strong man)

I have a dream.

Every creature lives without walls.

Away from the sadness and misery castle.

He is a soldier who fights for his hopes

for every being without a uniform and a sword.

I throw the dragons from the fortress myself

without surrendering to their fire.

The people break the walls

and fight for what is right

beating the dragons

who obstruct their way.

My dream made me wake up.

Made me decide to fight.

 

Agapi (= love)

Everything around fiery.

Children with bleeding knees

not because of the play in the sandlot.

Because of the war.

There are no thoughts.

Only fear for the present.

Dreams for the future.

I have a dream.

Not to have to run away for help.

Not to dream my scream.

One day the spring will bloom again

and will bring joy with it.

One day the people will love

with all their heart.

 

 

Eftyhia (= happiness)

One evening bathed in the moonlight

I close my eyelids

and before they even darken

the colours have a new shape.

I have a dream.

The earth we know does not exist.

In its place a world without creatures like us.

But full of pure colour, green and clear blue.

 

                           Alkisti (= the grace of family)                                                                                                                                                                                                       

Sinking in the darkness of the night

the stars guide me

to a distant universe.

There I see what I mostly desire.

Two trees -wheeping willows I think-

full of compassion, love and affection.

They have no face to recognize them

neither a body to approach them.

I go and stand by them

for how long I cannot say.

My dream is melancholic.

It makes me long for

the only need I have.

The people I love.

 

Stephanos (= garland)

I have a dream.

To be able to walk with you

holding your arm.

And while walking

the air lifts me high

and suddenly I fly.

I do not want to wake up.

In my dream I can face

the world differently

and be admired by it.

 

Zoi (= life)

When I gaze the world around me

I have a dream.

To talk to sweet eyes.

To teach them whatever I live.

To make the hardened souls

never face the flames again.

And all the children’s bodies

on the wooden desks

to draw their dreams.

With true colours.

 

Elpida (= hope)

I dream to seize the day.

Wandering the whole world.

Crossing new roads.

The things I have longed

have not been done so far

but the hidden hope

lies in my soul for years.

Time slips  through my fingers

without touching me.

The hope stands there

fluttering on the bow.

 

I have a dream…

Κατηγορία Διεθνής διαγωνισμός ποίησης Castello di Duino, Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

Διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού έργου “Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα” – Τελική εργασία

23 Μαρτίου 2019 από

Το βιβλίο “Όταν έφυγαν τ’ αγάλματα” αναφέρεται στην πραγματική ιστορία της απόκρυψης των αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-1941), με αφηγήτρια τη μικρή Αγγελίνα που έχει φίλους τα αγάλματα του μουσείου και συνομιλεί μαζί τους.

Με την κήρυξη του πολέμου, αρχαιολόγοι, τεχνίτες, εργάτες, φύλακες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου αλλά και εθελοντές, εργάστηκαν για αρκετούς μήνες εντατικά και έθαψαν με ασφάλεια κάτω από το δάπεδό του αρχαία αγάλματα. Παράλληλα, συσκεύασαν και έκρυψαν άλλες αρχαιότητες σε σπηλιές της Ακρόπολης, στον λόφο του Φιλοπάππου, σε κρύπτες της Τράπεζας της Ελλάδος. Το ίδιο συνέβη σε όλα τα αρχαιολογικά μουσεία της Ελλάδας.

Περισσότερα για την απόκρυψη των αρχαιοτήτων μπορείς να μάθεις εδώ και εδώ.

 

Εργασία: Στο μυθιστόρημα  «Όταν έφυγαν τ’ αγάλματα» της Αγγελικής Δαρλάση η Αγγελίνα συνομιλεί με τα αγάλματα. Η ίδια η συγγραφέας  αναφέρει σε συνέντευξή της: “Τα αγάλματα είναι ζωντανά ‒ με τον δικό τους τρόπο. Μιλάνε για ζωή, για θάνατο, για έρωτα, για πόλεμο, για ομορφιά, γι’ αγάπη, για πόνο, για μεγαλεία, για τα μικρά και ουσιαστικά. Κι ίσως αυτό να μας λένε: Πόσο εύθραυστη και πόσο αθάνατη είναι η ανθρώπινη φύση μας.”

Μπαίνοντας στη θέση της Αγγελίνας ή του Τίκο ή οποιουδήποτε άλλου ήρωα του βιβλίου, γράψε έναν διάλογο ανάμεσα στον ήρωα αυτόν και σε ένα από τα παρακάτω αγάλματα που θα επιλέξεις. Μεταξύ των διαλογικών μερών μπορεί να παρεμβάλλονται και αφηγηματικά μέρη. (Ξεφύλλισε το βιβλίο και θυμήσου τις συνομιλίες της Αγγελίνας με τα αγάλματα.)

Με τη βοήθεια των παρακάτω συνδέσμων θα βρεις στο διαδίκτυο φωτογραφίες  των αγαλμάτων  που εμφανίζονται στο βιβλίο, καθώς και πληροφοριακά στοιχεία, που θα σε βοηθήσουν στην εργασία σου.

«Ο χάλκινος θεός»: Ποσειδώνας ή Δίας

Σφίγγα

Ο «γίγαντας»: Ο Κούρος του Σουνίου

«Ο    έφηβος με τα θλιμμένα μάτια»:  Ο      έφηβος των Αντικυθήρων

Η «νεράιδα»: Άγαλμα Νηρηίδας ή Αύρας

Ο «τζόκεϊ»: Άλογο και μικρός αναβάτης

Μαρμάρινο σύμπλεγμα Αφροδίτης, Πάνα και Έρωτα

Το «προσφυγάκι»: Μικρό αγόρι με σκύλο

Σειρήνα

Η Ηγησώ και η στήλη της

Οι Ταναγραίες

 

 

 

 

Κατηγορία Διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού έργου "Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα", Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

Στη θέση των ηρώων

22 Μαρτίου 2019 από

Στο μάθημα της Λογοτεχνίας, στο πλαίσιο της διδασκαλίας ολόκληρου λογοτεχνικού έργου, του βιβλίου της Αγγελικής Δαρλάση “Όταν έφυγαν τ΄αγάλματα”, μπήκαμε στη θέση των ηρώων και γράψαμε στο ημερολόγιό μας τις σκέψεις και τα  συναισθήματά μας. Οι μαθητές και οι μαθήτριες του Β1 και Β2.

 

Αθήνα, Χειμώνας 1940

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

Χθες, την ώρα που κατασκοπεύαμε τα φορτηγά του μουσείου με τον Τίκο, ανακαλύψαμε ένα τρομερό γεγονός! Τα αγάλματα, που είχαν τοποθετήσει μέσα στις κούτες το προσωπικό του μουσείου, τα έβαζαν μέσα σε κάτι μεγάλες τρύπες δίπλα στη φυλακή του Σωκράτη. Το γεγονός αυτό με συγκλόνισε, γιατί βεβαιώθηκα ότι θα τα χρησιμοποιούσαν ως λάφυρα για τους Γερμανούς! Έτρεξα λοιπόν αμέσως στη νονά μου να της αφηγηθώ το περιστατικό. Ήμουν τόσο ταραγμένη, που πήγα για πρώτη φορά στο σπίτι της απρόσκλητη. Μόλις συνάντησα τη νονά μου, της διηγήθηκα το περιστατικό. Εκείνη αρχικά γέλασε, γιατί ήμουν ένας μικρός κατάσκοπος, στη συνέχεια όμως μου εξήγησε ότι με αυτόν τον τρόπο έκρυβαν τα αγάλματα για να μην τα πάρουν οι Γερμανοί και όχι για να τους τα δώσουν. Τότε ανακουφίστηκα και χαρούμενη που δε θα έχανα τους φίλους μου, αποδέχθηκα την πρόταση της νονάς μου να βοηθήσω στη φύλαξή τους.

                                                                                                                 Με αγάπη, Αγγελίνα

                                                                                                                                                       Χρήστος Κ., Β2

 

Αγαπητό μου ημερολόγιο,

Σήμερα ήταν μια παράξενη μέρα, με πολλές αποκαλύψεις. Ακόμη δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω όλα αυτά που συνέβησαν. Απ΄ τη μια οι γονείς μου και από την άλλη τα αγάλματα. Από πού να αρχίσω… Αρχικά, είχα πάει στο σπίτι της νονάς μου για να ξεδιαλύνω όλες τις υποψίες μου για τα μυστικά των γονιών μου. Εκεί βρισκόταν και μια κοπέλα, η Αθηνά, η οποία αργότερα έμαθα πως ήταν φοιτήτρια αρχαιολογίας. Ύστερα η νονά μού είπε πως συμμετείχε σε μια αποστολή και  προσπαθούσαν να κρύψουν τα αγάλματα από τους εχθρούς. Η νονά μου είπε πως συμμετείχε και η ίδια, ακόμη και οι ίδιοι μου οι γονείς! Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που άκουγα! Είμαι πολύ χαρούμενη που οι γονείς μου συμμετέχουν σε κάτι τέτοιο, για κάποιον ιερό σκοπό. Άδικα τους υποπτευόμουν και ήμουν θυμωμένη. Στην πραγματικότητα δεν ήθελαν να δώσουν τα αγάλματα ως λάφυρα, αλλά να τα προστατέψουν… Νοιάζονται γι΄ αυτά. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να κάνω κι εγώ κάτι καλό. Θα κάνω ό,τι χρειαστεί για να μην πέσουν στα χέρια των κατακτητών. Από σήμερα θα αφιερωθώ κι εγώ σε αυτόν τον σκοπό. 

                                                                                                       Αγγελίνα                 

                                                                                           Κωνσταντίνα Α., Β1

Κατηγορία Διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού έργου "Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα", Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

Πρώτες εντυπώσεις

22 Μαρτίου 2019 από

ΠΡΩΤΕΣ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

Οι πρώτες μας εντυπώσεις από την ανάγνωση του βιβλίου “Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα” της Αγγελικής Δαρλάση:

Το βιβλίο της Αγγελικής Δαρλάση «Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα» φαίνεται από τις πρώτες του σελίδες ένα προσεγμένο και καλογραμμένο βιβλίο, που περνάει όμορφα μηνύματα με τρόπους που κάνουν τα παιδιά να τα καταλάβουν. Αγγίζει ευαίσθητα θέματα όπως ο πόλεμος, η αναπηρία, η παιδική αθωότητα και τα περιγράφει με έναν μοναδικό τρόπο. Μου αρέσει πολύ που συνδέει τη φαντασία της μικρής πρωταγωνίστριας με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μεγάλοι, καθώς και το γεγονός ότι η Αγγελίνα κατανοεί τους κινδύνους που βρίσκει μπροστά της. Χρύσα Α., Β1

Το βιβλίο  «Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα» της Αγγελικής Δαρλάση είναι ένα ιδιαίτερο μυθιστόρημα, που μπορεί να διαβαστεί από όλες τις ηλικίες. Είναι ενδιαφέρον, γιατί μας διηγείται την ιστορία ενός κοριτσιού, της Αγγελίνας με το  κακοσχηματισμένο χέρι. Η Αγγελίνα έχει ιδιαίτερες σχέσεις με τα αγάλματα, κάτι που δεν έχουν οι άλλοι, καθώς τα αγάλματα είναι σαν κι αυτήν. Είναι ένα συγκινητικό βιβλίο, που σ΄ αυτό ξετυλίγεται μια συναρπαστική και μαγική ιστορία. Κωνσταντίνα Α., Β1

Το βιβλίο «Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα» μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Είναι συγκινητικό, καθώς αναφέρεται σε περίοδο πολέμου. Μου δημιούργησε συναισθήματα συγκίνησης για τους ήρωες που αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις, αλλά και συναισθήματα χαράς και συγκίνησης για τις στιγμές που η ηρωίδα του βιβλίου,  η Αγγελίνα, μιλάει ή παίζει με τα αγάλματα ή ξεπερνάει δυσκολίες, όπως το μπούλινγκ των παιδιών για το χέρι της. Μπορεί να μην έχουμε διαβάσει αρκετό μέρος του βιβλίου, αλλά μου ελκύει το ενδιαφέρον για να συνεχίσω να το διαβάζω. Κατερίνα Δ., Β1

 Το βιβλίο μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον. Αναφέρεται σε πολύ σημαντικές ηθικές αξίες όπως η φιλία, γεγονός που κάνει το βιβλίο χρήσιμο, καθώς λειτουργεί ως «δάσκαλος» ζωής για τα παιδιά. Ιορδάνης Κ., Β2

 

Κατηγορία Διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού έργου "Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα", Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ (ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ)

23 Μαΐου 2018 από και με ετικέτα

 

ΚΡΙΤΗΡΙΑ-ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

 

Κατηγορία Λογοτεχνία Α, Λογοτεχνία Β, Νεοελληνική Γλώσσα B, Νεοελληνική Γλώσσα Α | 29 Σχόλια »

Ψηφιακή Αφήγηση

18 Απριλίου 2018 από

 

Η ψηφιακή αφήγηση   (digital storytelling) είναι η τέχνη του να λες ιστορίες συνδυάζοντας πολυμέσα, συμπεριλαμβάνοντας γραφικά, ήχο, video και διαδικτυακή δημοσίευση. Αποτελεί ένα σημαντικό εκπαιδευτικό εργαλείο, καθώς αναπτύσσει τον γραπτό και προφορικό λόγο, την κριτική σκέψη αλλά και τον οπτικό και ψηφιακό γραμματισμό των μαθητών.

Στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και της Λογοτεχνίας  μαθητές και μαθήτριες της Α’ και Β΄ Γυμνασίου, αφού διδάχθηκαν τις αρχές της ψηφιακής αφήγησης σύμφωνα με το μοντέλο του Larry Brooks προκειμένου να δομήσουν και να δημιουργήσουν σωστά την αφήγηση της ιστορίας τους, έγραψαν  το σενάριό της. Στη συνέχεια δημιούργησαν το εικονογραφημένο σενάριο/«storyboard», αποτυπώνοντας τα συστατικά στοιχεία της ιστορίας, τις εικόνες, το κείμενο, τη μουσική και προχώρησαν στη σύνθεση και δημιουργία του τελικού προϊόντος με το λογισμικό Photo Story 3, προσθέτοντας τις εικόνες, την ηχογραφημένη αφήγηση και τη μουσική που είχαν επιλέξει. Στο τελικό στάδιο παρουσίασαν και σχολίασαν τις ψηφιακές τους αφηγήσεις, οι οποίες κοινοποιήθηκαν και στο διαδίκτυο.

Τις ψηφιακές αφηγήσεις των παιδιών μπορείτε να δείτε εδώ.

Κατηγορία Λογοτεχνία Α, Λογοτεχνία Β, Νεοελληνική Γλώσσα Α | 29 Σχόλια »

Διεθνής διαγωνισμός ποίησης Castello di Duino

7 Φεβρουαρίου 2018 από και με ετικέτα ,

Συμμετοχή και Διάκριση στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης “Castello di Duino”
Στο πλαίσιο υλοποίησης του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Erasmus+ ΚΑ1 με τίτλο “Χτίζοντας γέφυρες, όχι τείχη!” το σχολείο μας συμμετείχε και φέτος στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης “Castello di Duino”, τον σημαντικότερο διεθνή διαγωνισμό ποίησης για νέους ποιητές σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή UNESCO της Ιταλίας, υπό την αιγίδα της οποίας τελείται κάθε χρόνο στην Τεργέστη.

Castello di Duino

Πρόκειται για μια δράση που σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε από τις φιλολόγους κ. Κιτσάτη Μαρία και κ. Καπούτση Σύρμω ως επιστέγασμα των δραστηριοτήτων δημιουργικής γραφής με θέμα την έννοια της πατρίδας και την προσφυγιάς, που πραγματοποίησαν μαθητές και μαθήτριες της Β΄και Γ΄τἀξης στο μάθημα της Λογοτεχνίας και της Γλώσσας.

Το θέμα του φετινού διαγωνισμού ήταν “Casa/Home”, στον οποίο οι μαθητές/τριες συμμετείχαν με τις συλλογικές ποιητικές τους δημιουργίες με τίτλο «Μακριά από την πατρίδα» και «Πατρίδα» στα ελληνικά και στα αγγλικά.

Η συμμετοχή των μαθητών/μαθητριών της Β’ Τάξης απέσπασε την 6η τιμητική διάκριση στον Διαγωνισμό, ενώ η συμμετοχή των μαθητριών της Γ’ Τάξης του σχολείου μας απέσπασε την 5η τιμητική διάκριση.

Συγχαίρουμε θερμά όλα τα παιδιά για την τόσο αξιόλογη προσπάθειά τους!

Ακολουθούν οι ομαδικές ποιητικές δημιουργίες των μαθητών/τριών της Β΄ τάξης (Β1 – Αβραμίδη Αναστασία, Γαλαχουσίδου Γεωργία-Αφροδίτη, Γιαννακοπούλου Δήμητρα-Ραφαέλα, Βαφειάδη Μαντώ

Β4 – Ντούλα Ελένη-Σοφία, Κουκουράβα Στέλλα, Λαμπίρη Βασιλική, Μαμπρεϊάν Γκαγιάνε, Μητρουλάκη Βιργινία, Μητρουλάκης Θανάσης, Ναλμπάνη Αργυρώ, Οβαννισιάν Ντίνα, Παπαχρήστου Χριστίνα, Παπαδοπούλου Aρχοντία, Πολυζωίδης Aπόστολος, Ρόκος Δημήτρης, Σαραντοπούλου Αλεξάνδρα, Σαρίδη Ξανθή, Ξενιτίδης Α. Γιάννης, Ξενιτίδης Π. Γιάννης) με τίτλο “Μακριά από την πατρίδα” (Away from Home).

INTERNATIONAL POETRY COMPETITION  

CASTELLO DI DUINO

3rd Junior High School of Alexandroupolis “Domna Visvizi”

Our poem in Greek

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ

1

Τι να χωρέσει σε μια παιδική ψυχή;

Τα λίγα που πρόλαβε να ζήσει;

Τα πολλά που ονειρεύτηκε;

Το σκοτάδι πέφτει και δεν έχει φεγγάρι.

Φεύγουμε σαν τους κλέφτες από την πατρίδα μας.

Θα μπούμε σαν τους κλέφτες στην πατρίδα κάποιων άλλων.

Πρέπει να ετοιμαστούμε, να πάρουμε μαζί μας ό,τι χρειαζόμαστε.

Τα λεφτά στα παπούτσια, νερό, φαγητό και μια αλλαξιά στον σάκο.

Ο σάκος στην πλάτη, τα χέρια στις τσέπες.

Το βλέμμα στο χώμα…

Και όσα αγαπάμε, όσα έχουμε ανάγκη, όσα θέλουμε;

Ο παππούς, η γιαγιά, οι φίλοι, το σπίτι μας, η πατρίδα;

«Από αύριο θα είμαστε πρόσφυγες» λέει η μάνα.

Σε ποιων την πατρίδα; Τι θα πάρουμε μαζί μας;

Θα κρατήσουμε λίγο χώρο στην καρδιά μας για τους καινούριους μας φίλους.

Πού πάμε; Γιατί φεύγουμε;

Θεέ, βοήθησέ μας, δε θα γυρίσουμε ποτέ…

Τρέχουμε, τρέχουμε να προλάβουμε.

Να μη χωριστούμε…

Τα λεφτά στα σχισμένα παπούτσια,

το νερό και το φαγητό εξαντλούνται.

Την αλλαξιά την έδωσα στα αδέρφια μου.

Το βλέμμα στον βυθό…

Θα μας καλωσορίσουν; Θα μας δεχτούν ή θα συνεχίσουμε να τρέχουμε;

Τι να χωρέσει σε μια παιδική ψυχή;

Τα όσα έζησε;

Τα πολλά που ονειρεύτηκε;

2

Συντρίμμια

καπνός

οι σειρήνες της φρίκης

σπαρακτικές κραυγές

θόρυβος εκκωφαντικός.

Να μην μπορούμε να βρούμε καταφύγιο

στην ίδια μας την πατρίδα.

Σαν να μη ζήσαμε ποτέ

τα παιδικά μας χρόνια.

Δέκα δευτερόλεπτα

και μετά καταστροφή.

Δέκα δευτερόλεπτα

και τους χάσαμε για πάντα.

Δέκα δευτερόλεπτα

για να βρεθούμε

μέσα στην απεραντοσύνη της θάλασσας.

Ένα δάκρυ πόνου

ένα τελευταίο αντίο.

Αφήσαμε την πατρίδα μας

και φύγαμε.

Δε θέλαμε να φύγουμε.

Μας ανάγκασαν.

Ξεριζωμένοι

πληγωμένοι

με σπασμένα φτερά

με σπασμένη καρδιά.

Η πατρίδα ήταν το χώμα

που πατήσαμε για πρώτη φορά

το σπίτι

η οικογένεια

οι φίλοι

η ζωή μας

η καθημερινότητα  που ξαφνικά άλλαξε

οι ελπίδες μας

τα όνειρά μας.

Ήταν τα πάντα.

Και μας τα πήραν όλα.

Φεύγοντας πήραμε

τα κλειδιά του σπιτιού

με την ελπίδα

πως κάποια μέρα θα ξαναγυρίσουμε.

Λίγο χώμα της πατρίδας μας.

Μια οικογενειακή φωτογραφία.

Και τις αναμνήσεις μας.

Τρομάζουμε στη σκέψη

ότι δε θα γυρίσουμε ξανά πίσω.

Τρομάζουμε στη σκέψη

ότι τα παιδιά μας θα γεννηθούν

σε μια ξένη χώρα.

Τρομάζουμε στη σκέψη

ότι μπορεί να πεθάνουμε

σε μια ξένη πατρίδα.

Νιώθουμε ξένοι

στη νέα μας πατρίδα.

Ποιο θα είναι  το μέλλον των παιδιών μας;

Θα τα καταφέρουμε;

θα μπορέσουμε να βρούμε τον δρόμο μας;

Θα γυρίσουμε ποτέ πίσω;

3

Κανείς δεν ήθελε να αφήσει την πατρίδα,

αναγκαστήκαμε, δεν είχαμε άλλη επιλογή.

Κανείς δεν ήθελε να βλέπει

την πατρίδα να καταστρέφεται

κι όμως το υποστήκαμε.

Μας κυνήγησαν, μας καταδίωξαν,

πνίγαμε συνεχώς τους εαυτούς μας

με αναπάντητα ερωτήματα…

Θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε σπίτι;

Θα μπορέσουμε να ζήσουμε άραγε

για να επιστρέψουμε;

Μερόνυχτα ολόκληρα περάσαμε

στο καταγάλανο Αιγαίο.

Τα βράδια το φεγγάρι λαμπύριζε αίμα

στα παγωμένα και ήρεμα νερά.

Οι φωνές μας απαλά ηχούσαν

στα άγρια κύματα της ψυχής μας.

Ήμασταν φοβισμένοι, εξαντλημένοι

και εξουθενωμένοι.

Άγνωστο το πού θα μας βγάλει το πέλαγος

ψάχναμε για κάποιο λιμάνι.

Τη μέρα η ανάσα μας πληγή

και της νύχτας την απόλυτη σιωπή

σπάζουν οι κραυγές μας.

Χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα

αγωνιούμε και γι΄ αυτήν και για μας.

Τίποτα δε θα είναι εύκολο

από δω και πέρα. Τίποτα.

Με τα ματωμένα μας χέρια

μαζεύουμε ξανά τα κομματάκια

απ΄ τη σπασμένη μας καρδιά.

Μαζεύουμε ξανά τη μορφή μας, την ψυχή μας,

που μπορεί να μη γίνει ποτέ όπως παλιά.

Εμείς, οι διωγμένοι απ΄ την όμορφη πατρίδα.

 

Our poem in English

 AWAY FROM HOME

1

What to fit in a child’s soul?

The few it managed to live?

The many things it dreamed of?

The darkness falls and there is no moon.

We leave like thieves from our homeland.

We will enter like thieves the home of some others.

We must prepare, take with us what we need.

Money in shoes, water, food and a change in the bag.

The bag on the back, the hands in the pockets.

The look on the soil…

And what we love, what we need, what we want?

Our grandfather, our grandmother, our friends, our home, our country?

“We will be refugees tomorrow” mother says.

In what country? What will we take with us?

We will keep some space in our heart for our new friends.

Where are we going? Why are we leaving?

God, help us, we will never come back…

We’re running, we’re running to make it.

Not to separate…

The money in torn shoes,

water and food are running out.

I gave my brothers the change of clothes.

The look at the seabed…

Will they welcome us? Will they accept us or will we keep on running?

What to fit in a child’s soul?

Everything it managed to live?

The many things it dreamed of?

2

Debris

smoke

the sirens of horror

crying screams

deafening sound.

We can not find shelter

on our own homeland.

As if we never lived

our childhood.

Ten seconds

and then destruction.

Ten seconds

and we have lost them forever.

Ten seconds

to find ourselves

in the vastness of the sea.

A tear of pain

a last goodbye.

We have left our home

and we left.

We did not want to leave.

They forced us.

Uprooted

wounded

with broken wings

with a broken heart.

The homeland was the soil

on which we stepped for the first time

the house

the family

the friends

our life

the routine which suddenly changed

our hopes

our dreams.

It was everything.

And they were taken from us.

Leaving we took

our house keys

in the hope

of returning someday.

A little soil from our homeland.

A family photograph.

And our memories.

We are scared at the thought

of not returning back again.

We are scared at the thought

that our children will be born

in a foreign country.

We are scared at the thought

of dying

in a foreign country.

We feel strangers

in our new homeland.

What will our children’s future be?

Will we make it?

Will we be able to find our way?

Will we ever come back?

3

Νο one wanted to leave homeland,

we were forced, we had no other choice.

No one wanted to see

our homeland being destroyed,

yet we endured it.

We were hunted, persecuted,

we kept choking ourselves

on unanswered questions…

Will we be able to come back home?

Will we be able to survive

in order to return?

We spent days and nights

in the deep blue Aegean.

In the evenings the moon sparkled blood

on the ice cold and calm water.

Our voices sounded softly

on the wild waves of our soul.

We were afraid, exhausted

and raddled.

It was unknown where the open sea would lead us,

we were searching for a port.

During the day our breath a wound

and the absolute silence of the night

is broken by our screams.

Kilometres away from home

we anguish over it and us.

Nothing will be easy

from now on. Nothing.

With our bloody hands

we are picking again the little pieces

of our broken heart.

We gather our shape again, our soul,

which may never become as it once was.

We, the persecuted from the beautiful homeland.

Κατηγορία Διεθνής διαγωνισμός ποίησης Castello di Duino, Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

Νίκος Κάσδαγλης, Τόκιο

18 Οκτωβρίου 2017 από και με ετικέτα ,

Ο Νίκος Κάσδαγλης ταξίδεψε στο Τόκιο, στην Ιαπωνία. Εμείς, αν είχαμε τη δυνατότητα να ταξιδέψουμε σε κάποια ξένη χώρα για αναψυχή, ποια θα επιλέγαμε;

images1     Θα ήθελα πάρα πολύ να επισκεφτώ το Μεξικό, για να δω από κοντά τους μουσικούς με τα σομπρέρο, τα μεγάλα καπέλα, που παίζουν κιθάρα στους δρόμους. Θα ήθελα να δοκιμάσω τη μεξικάνικη κουζίνα σε ένα καλό εστιατόριο, αλλά και τάκος από καντίνα στα στενάκια.Γενικά θέλω να δοκιμάσω πολύ τη μεξικάνικη κουζίνα γιατί είναι διαφορετική από τη δικιά μας και γιατί μου αρέσουν τα πικάντικα φαγητά. Επίσης θέλω πολύ να παίζω κιθάρα. Γιώργος Β., Β1

 

photo8

     Θα ήθελα να ταξιδέψω στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και συγκεκριμένα στο Λος Άντζελες, γιατί φημίζεται για τον πολυεθνικό του χαρακτήρα και το κέντρο του προσφέρει αμέτρητες επιλογές ψυχαγωγίας, όπως είναι τα ψώνια! Υπάρχουν επίσης αμέτρητα μουσεία που μπορείς να επισκεφτείς στην Αμερική. Ένα από αυτά είναι το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη. Ένα άλλο μουσείο της Νέας Υόρκης είναι το Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, όπου εκεί μέσα μπορείς να δεις έναν διάδρομο που περιγράφει τα γεγονότα από το Big Bang μέχρι σήμερα, τα συναρμολογημένα οστά πραγματικών δεινοσαύρων που πιάνουν ολόκληρες αίθουσες, τη μικρογραφία του Πεκίνου όπως ήταν τον 15ο αιώνα και πολλά άλλα. Μεταξύ Η.Π.Α. και Καναδά βρίσκονται οι καταρράκτες του Νιαγάρα που προσφέρουν μία από τις εντυπωσιακότερες εικόνες με την πτώση 3.000.000 λίτρων νερού κάθε δευτερόλεπτο και τη δυνατότητα να πλησιάσει τόσο ο επισκέπτης, ώστε να αισθανθεί τη δυναμική των νερών.

     Γενικά η Αμερική έχει πολλά αξιοθέατα και μνημεία να θαυμάσεις, πολλούς χώρους να επισκεφτείς, έχει μεγάλη ανάπτυξη σε τουριστικούς και εμπορικούς τομείς αλλά και σε καλλιτεχνικό επίπεδο, διότι οι περισσότερες ταινίες είναι γυρισμένες εκεί. Γι΄αυτό αξίζει να επισκεφτείς τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής , άμα θες να ζήσεις περιπέτεια και να γνωρίσεις έναν άλλο τρόπο ζωής και την κουλτούρα τους. Κωνσταντίνα Γ., Β1

 

αρχείο λήψης

     Η χώρα που θα ήθελα να ταξιδέψω πάρα πολύ είναι η Γαλλία, γιατί εκεί βρίσκεται η αγαπημένη μου πόλη, «η πόλη του φωτός», όπως ονομάζεται το Παρίσι. Είναι ρομαντικό μέρος, με φινέτσα και θεωρείται η πόλη των καλλιτεχνών. Ο πρώτος και σημαντικότερος λόγος που θέλω να πάω εκεί είναι για να δω από κοντά τον Πύργο του Άιφελ που είναι το σύμβολο της πόλης, κατασκευάστηκε από τον Γάλλο μηχανικό Γκουστάβ Άιφελ το 1889 και έχει ύψος 300 μέτρα.

     Υπάρχουν όμως και άλλα αξιοθέατα που αξίζει να επισκεφτείς, όπως το μουσείο του Λούβρου που βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού στις όχθες του Σηκουάνα ποταμού και φιλοξενεί 35.000 έργα τέχνης σε μια έκταση 60.000 τετραγωνικών μέτρων. Η Μονμάρτη, γραφική συνοικία του Παρισιού, για ζευγάρια. Τον 19ο και 20ό αιώνα ήταν χώρος συνάντησης καλλιτεχνών. Το ανάκτορο των Βερσαλλιών, που στην αρχή ήταν ένα λιτό παλάτι, αλλά ο Λουδοβίκος ο ΙΔ΄ το έκανε ένα από τα πολυτελέστερα παλάτια της Ευρώπης. Η Βασιλική της Ιερής Καρδιάς που είναι αφιερωμένη στην ιερή καρδιά του Χριστού και η καμπάνα της είναι από τις πιο βαριές του κόσμου και ζυγίζει 18,5 τόνους. Επίσης η Παναγία των Παρισίων, που είναι γοτθικός ναός και χρειάστηκαν 170 χρόνια για να χτιστεί και είναι ένα θεόρατο κτίριο. Η Βαστίλη που είναι η πιο ζωντανή συνοικία του Παρισιού, όπου συχνάζει  η νεολαία και έχει έθνικ εστιατόρια και πολλά μπαρ. Τα Ηλύσια Πεδία που είναι η πιο όμορφη λεωφόρος της Ευρώπης και μετρά 325 χρόνια ζωής. Το μουσείο του Ορσέ, ένα τριώροφο μουσείο που στεγάζεται σ΄ έναν παλιό σιδηροδρομικό σταθμό στο κέντρο της πόλης.

     Εκτός όμως από τα αξιοθέατα, ένας ακόμη σπουδαίος λόγος είναι για να δοκιμάσω τη γαλλική κουζίνα που είναι ξακουστή στα πέρατα του κόσμου.

     Φαντάζομαι ότι όταν καταφέρω να κάνω αυτό το ταξίδι, θα μου μείνει αξέχαστο. Θεοχαρίδου Εύη, Β1

Κατηγορία Λογοτεχνία Β | 29 Σχόλια »

« Παλιότερα άρθρα