ΡΑΨΩΔΙΑ Α στ. 494-612

ΡΑΨΩΔΙΑ Α

στ. 494-612

Η διαμάχη του Δία με την Ήρα. Το τραπέζι των θεών.

 

Τη δωδέκατη μέρα οι θεοί γυρίζουν στον

Όλυμπο. Μπροστά από όλους πήγαινε ο Δίας.                            495

Η Θέτιδα δεν ξέχασε την υπόσχεση που έδωσε στον γιο της.

Βγήκε λοιπόν από τη θάλασσα και

ανέβηκε χαράματα στον Όλυμπο.

Εκεί βρήκε τον βροντόφωνο Δία να κάθεται.

Ήταν μόνος του στην ψηλή κορυφή του Ολύμπου.                     500

Κάθισε μπροστά του η θεά και με το αριστερό της χέρι

του έπιασε τα γόνατα. Με το άλλο της χέρι του έπιασε το πηγούνι

κι άρχισε να παρακαλεί τον μεγάλο Δία:

“Πατέρα Δία, αν σου έχω κάνει κάποιο καλό με λόγια ή με έργα,

άκουσε με και κάνε μου τη χάρ……………                                     505

Θέλω να τιμήσεις τον γιο μου, που λίγο θα ζήσει. Αχ!

Δες πως τον προσέβαλε ο μέγας Αγαμέμνονας.

Του άρπαξε το δώρο του, τη Βρισηίδα και αυτός τώρα την έχει!

Δικαίωσε τον γιο μου, πάνσοφε Δία!

Κάνε τους Τρώες να νικούν στις μάχες.                                    510

Να καταλάβουν οι Αχαιοί την αξία του Αχιλλέα

(να του ζητήσουν συγγνώμη) και να τον τιμήσουν!

 

Ο Δίας (ο νεφελοσυνάκτης) δεν απάντησε

και για πολλή ώρα έμενε σιωπηλός. Και η Θέτιδα συνέχιζε να του κρατάει

τα γόνατα και τον ρωτάει:

“Υποσχέσου μου αυτό που σου ζητώ και επιβεβαίωσε το με το νεύμα σου                                                                                 515

ή αλλιώς αρνήσου. Τί φοβάσαι; Θέλω μόνο να δω,

αν είμαι τελικά η πιο περιφρονημένη από τους θεούς”.

 

Με βαριά καρδιά της απάντησε ο Δίας:

“Ω! Τί συμφορά! Θα με βάλεις να μαλώσω με την Ήρα!

Θα μου πει άσχημα λόγια, θα με βρίσει!                .                   520

Αυτή συνέχεια παραπονιέται και λέει

μπροστά σε όλους τους θεούς πως βοηθώ τους Τρώες.

Τέλος πάντων, φύγε εσύ μη σε καταλάβει η Ήρα

κι άφησε εμένα να το τακτοποιήσω αυτό!

Και για να βεβαιωθείς ότι θα το κάνω, ορίστε, το κεφάλι μου σκύβω.        525

Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνω πάντα την υπόσχεσή μου.

Όταν υποσχεθώ κάτι και σκύψω το κεφάλι

αυτό θα γίνει και δεν το παίρνω πίσω”.

Έτσι είπε ο Δίας και χαμήλωσε τα μαύρα φρύδια του.

Έσκυψε το αθάνατο κεφάλι του ο Δίας και κούνησαν τα θεϊκά μαλλιά του     530

και ο ακούνητος Όλυμπος ταρακουνήθηκε.

 

Αυτά είπαν οι δυο τους και χωρίστηκαν.

Η Θέτιδα πήδηξε στα βάθη της θάλασσας

και ο Δίας πήγε προς το δώμα του. Μόλις είδαν τον πατέρα Δία

όλοι οι θεοί σηκώθηκαν. Ούτε προχωρούσε κανείς.                    535

Όλοι τον περίμεναν να τον προϋπαντήσουν όρθιοι.

Ο Δίας κάθισε στον θρόνο του. Αλλά η θεά Ήρα το είχε δει

ότι η Θέτιδα, η κόρη του γέρου της θάλασσας

είχε μιλήσει με τον Δία.

Άρχισε λοιπόν η Ήρα να λέει πειραχτικά στον Δία:                      540

“Με ποια θεά πάλι μιλούσες, πονηρέ (ύπουλε);

Σ΄αρέσει πάντα να παίρνεις αποφάσεις χωρίς εμένα.

Να αποφασίζεις μυστικά. Δε θέλεις καθόλου

να μου λες αυτά που σκέφτεσαι”.

Ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων της απάντησε:   545

“Ήρα, μη θέλεις να μαθαίνεις όλα όσα σκέφτομαι.

Δε θα τα μαθαίνεις όλα και ας είσαι η γυναίκα μου.

Ωστόσο, αν κάτι χρειάζεται να το ακούσουν όλοι,

πρώτη από όλους θα το μάθεις εσύ.

Όμως, αν εγώ θέλω κάτι να το σκεφτώ μόνος μου                     550

χωρίς τους άλλους θεούς,

μην το ρωτάς και μη μου ζητάς να το μάθεις”.

 

Κι η Ήρα, η θεά με τα μεγάλα μάτια, του απάντησε:

“Τί λόγια είναι αυτά που λες, σκληρέ Δία;

Εδώ και καιρό εγώ ούτε σε ρωτάω, ούτε σε ελέγχω.

Σ αφήνω ήσυχο να αποφασίζεις μόνος σου.                             555

Φοβάμαι όμως τώρα, μήπως η κόρη του γέρου της θάλασσας

σε ξελόγιασε, γιατί την είδα το πρωί

κοντά σου γονατιστή να σου αγκαλιάζει τα γόνατα.

Φοβάμαι μήπως της υποσχέθηκες να τιμήσεις τον γιο της τον Αχιλλέα

και να σκοτώσεις πολλούς Αχαιούς (εκεί στα πλοία).                   560

 

Κι ο Δίας της απάντησε ο νεφελοσυνάκτης:

“Είσαι κακιά! Δε σταματάς ούτε στιγμή να με κατασκοπεύεις.

Όμως δε θα καταφέρεις τίποτα έτσι. Θα σε μισήσω

και θα στενοχωρηθείς περισσότερο. Κι αν

είναι τα πράγματα όπως τα λες, σημαίνει πως έτσι μου αρέσει να τα κάνω.    565

Κάτσε λοιπόν και μη μιλάς. Κάνε αυτό που σου λέω.

Γιατί πίστεψε με, δε θα σε σώσουν όλοι οι θεοί του Ολύμπου,

αν απλώσω πάνω σου τα ανίκητα μου χέρια”.

 

Έτσι είπε ο Δίας και η Ήρα με τα μεγάλα μάτια φοβήθηκε.

Σφίχτηκε η καρδιά της και κάθισε χωρίς να μιλάει.                     570

Κι όλοι οι θεοί που ήταν εκεί λυπήθηκαν.

Τότε, για να βοηθήσει τη γλυκιά μητέρα του την Ήρα,

ο Ήφαιστος, ο άριστος τεχνίτης είπε:

“Είναι πραγματικά πολύ άσχημο εσείς οι δύο

να μαλώνετε για τους ανθρώπους και να φωνάζετε έτσι              575

ανάμεσα στους θεούς. Χάθηκε η χαρά

από το όμορφο τραπέζι μας με τέτοιους καβγάδες.

Τη μητέρα μου τώρα θα τη συμβούλευα, αν και το καταλαβαίνει και μόνη της,

να είναι καλή με τον γλυκό πατέρα μου, μη

νευριάσει πάλι κι αναποδογυρίσει το τραπέζι μας.                      580

Γιατί, αν θέλει, μας πετάει όλους από τους θέσεις μας

ο Δίας (Βροντητής), αφού στη δύναμη μας ξεπερνάει όλους.

Να τον ηρεμήσεις λοιπόν με λόγια μαλακά.

Έτσι νομίζω, πως ο Δίας θα ηρεμήσει και θα ‘ναι καλός μαζί μας”.

Έτσι είπε και πετάχτηκε από τη θέση του. Έδωσε ένα ποτήρι       585

στην αγαπημένη του μητέρα και της είπε:

“Κάνε υπομονή, μητέρα μου, κι ας είσαι λυπημένη.

Δε θέλω να δαρθείς μπροστά στα μάτια μου, γλυκιά μου μητέρα.

Γιατί δε θα μπορώ και να σε βοηθήσω

ο καημένος. Κανείς δε μπορεί να τα βάλει με τον Δία.                 590

Το ‘χα τολμήσει μια φορά κι αυτός με έπιασε από το πόδι

και με πέταξε κάτω από τον Όλυμπο.

Όλη μέρα κατρακυλούσα. Κι όταν έδυσε ο ήλιος

κοντά στη Λήμνο έπεσα, μου ‘χε βγει η ψυχή.

Οι άνθρωποι εκεί με περιποιήθηκαν”.                                        595

 

Χαμογέλασε η λευκοχέρα θεά ‘Ηρα

και πήρε από το γιο της το ποτήρι γελώντας.

Κι ο Ήφαιστος άρχισε να παίρνει από τον κρατήρα γλυκό νέκταρ

και να κερνά έναν έναν όλους τους θεούς.

Τότε οι ευτυχισμένοι θεοί δε μπόρεσαν να κρατήσουν τα γέλια τους 600

βλέποντας τον Ήφαιστο να κάνει τον υπηρέτη.

Εκεί τρώγαν και έπιναν μέχρι το δειλινό

και χάρηκε η καρδιά τους με το τραπέζι αυτό.

Άκουγαν και την κιθάρα του θεού Απόλλωνα

και τις Μούσες που τραγουδούσαν με την ωραία φωνή τους.       605

 

Κι όταν κρύφτηκε το φως του ήλιου, καθένας πήγε

να κοιμηθεί στο δωμάτιό του, που το ‘χε φτιάξει

ο Ήφαιστος, ο ξακουστός τεχνίτης.

Πήγε και ο θεός της βροντής, ο Δίας

στο κρεβάτι του, όπου ξεκουραζόταν, όταν                               610

τον έπαιρνε ο ύπνος. Εκεί κοιμήθηκε ο Δίας,

κι η Ήρα πλάγιασε στο πλευρό του.

 

 

ΑΣΚΗΣΕΙΣ: Ραψωδία Α

στ. 494-612:

Η διαμάχη του Δία με την Ήρα. Το τραπέζι των θεών.

 

  1. Να απαντήσετε στις παρακάτω ερωτήσεις.

 

  1. Ποια ήταν η Θέτιδα;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Τι ζήτησε η Θέτιδα από τον Δία;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

 

 

  1. Ποια απόφαση πήρε ο Δίας;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Γιατί δίστασε ο Δίας να κάνει ότι του ζήτησε η Θέτιδα;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Ποια ήταν η σχέση ανάμεσα στην Ήρα και τον Δία;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Για ποιον λόγο μάλωσε η Ήρα με τον Δία;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Ποιος ήταν εκείνος που συμβούλεψε την Ήρα να ηρεμήσει και να κάνει ότι λέει ο Δίας; Γιατί;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Πώς θα χαρακτηρίζατε τον Δία;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

  1. Πώς θα χαρακτηρίζατε την Ήρα;

____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

 

 

  1. Να συμπληρώσετε τα κενά.

 

Η μητέρα του Αχιλλέα, η _______________ θέλει να βοηθήσει τον γιο της να εκδικηθεί τους ______________ για την προσβολή που του έκαναν. Πηγαίνει λοιπόν στον Όλυμπο για να ικετέψει τον ____________ να βοηθήσει τον Αχιλλέα, τιμωρώντας τους _______________.

 

Ο Δίας στην αρχή είναι ________________ επειδή ξέρει ότι αν βοηθήσει τους Τρώες θα μαλώσει με τη ____________ του την Ήρα, η οποία υποστήριζε τους _____________. Τελικά όμως, υπόσχεται στη Θέτιδα τη βοήθειά του.

Η Ήρα, που είχε δει τη Θέτιδα να μιλάει με τον Δία κατάλαβε τις _____________ του Δία και προσπάθησε να του αλλάξει γνώμη. Ο Δίας όμως, την ______________ πως αν δε σταματήσει να τον κατασκοπεύει και να ανακατεύεται στις αποφάσεις του θα την _______________. Τότε, η Ήρα φοβήθηκε και σταμάτησε τον καβγά. Αμέσως έτρεξε να τη παρηγορήσει ο γιος της, ο ________________.

Τελικά, όλοι οι θεοί έφαγαν και διασκέδασαν και ο καβγάς των δύο συζύγων _________ συνεχίστηκε.

 

  1. Να κυκλώσεις το Σωστό ή το Λάθος

 

Η μητέρα του Αχιλλέα είναι η Ήρα. Σ Λ
Η Θέτιδα ήθελε να βοηθήσει τον Αγαμέμνονα. Σ Λ
Η Θέτιδα ζητάει χάρη από τον Δία να τιμωρήσει τους Αχαιούς. Σ Λ
Ο Δίας δέχεται με μεγάλη χαρά να τιμωρήσει τους Έλληνες για την προσβολή που έκαναν στον Αχιλλέα. Σ Λ
Η Ήρα δεν κατάλαβε τίποτα για τις κρυφές σκέψεις του Δία. Σ Λ
Η Ήρα κατασκόπευε τον άντρα της. Σ Λ
Ο Δίας φοβήθηκε την Ήρα και για αυτό αποφάσισε να μην κάνει τη χάρη της Θέτιδας. Σ Λ
Ο Ήφαιστος λυπήθηκε για τη δύσκολη θέση της μητέρας του κι έσπευσε να τη παρηγορήσει. Σ Λ
Ο Δίας είχε τη μεγαλύτερη δύναμη από όλους τους θεούς. Σ Λ

 

  1. Να κυκλώσετε τη σωστή απάντηση.

–   Η Θέτιδα ήταν:

Α) η μητέρα του Ήφαιστου

Β) η μητέρα του Αχιλλέα

 

–   Η Θέτιδα ζήτησε βοήθεια από τον Δία:

Α) για να εκδικηθεί ο Αχιλλέας τους Αχαιούς που τον προσέβαλαν

Β) για να εκδικηθεί την Ήρα

 

–   Ο Δίας υποσχέθηκε στη Θέτιδα:

Α) να τη βοηθήσει

Β) να μην τη βοηθήσει

 

–   Η Ήρα όταν είδε τον Δία να μιλάει με τη Θέτιδα:

Α) χάρηκε γιατί κατάλαβε ότι ο άντρας της θα βοηθούσε τους Αχαιούς

Β) θύμωσε γιατί κατάλαβε ότι ο άντρας της θα βοηθούσε τους Τρώες

 

–   Ο Δίας απείλησε τη(ν):

Α) Ήρα ότι θα την τιμωρήσει εάν συνέχιζε να τον κατασκοπεύει

Β) Θέτιδα ότι δε θα βοηθήσει τον Αχιλλέα

 

–   Ο Ήφαιστος ήταν γιος:

Α) της Αθηνάς

Β) της Ήρας

 

–   Η Ήρα:

Α) φοβήθηκε τις απειλές του Δία και σταμάτησε τον καβγά τους

Β) δε φοβήθηκε τις απειλές του Δία και συνέχισε τον καβγά

 

–   Η Ήρα υποστήριζε:

Α) τους Αχαιούς

Β) τους Τρώες