kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ'

Σύναξη του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού. 7 Ιανουαρίου ε.ε.

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2019

Την επομένη ημέρα των Θεοφανίων καθιερώθηκε να εορτάζουμε, τη μνήμη του πανίερου προφήτη Ιωάννη Προδρόμου. Ο Ιωάννης ήταν γιος του ιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ.

Μέχρι τα τριάντα του χρόνια, ζει ασκητική ζωή στην έρημο της Ιουδαίας, αφιερωμένη ολοκληρωτικά στην προσευχή, τη μελέτη και την πνευματική και ηθική τελειοποίηση.

Το ρούχο του ήταν από τρίχες καμήλας, στη μέση του είχε δερμάτινη ζώνη και την τροφή του αποτελούσαν ακρίδες και άγριο μέλι. Με μορφή ηλιοκαμένη, σοβαρός, αξιοπρεπής και δυναμικός, ο Ιωάννης φανέρωνε αμέσως φυσιογνωμία έκτακτη και υπέροχη.

Είχε όλα τα προσόντα μεγάλου και επιβλητικού κήρυκα του θείου λόγου. Έτσι, με μεγάλη χάρη κήρυττε «τα πλήθη». Κατακεραύνωνε και χτυπούσε σκληρά τη φαρισαϊκή αλαζονική έπαρση, που κάτω από το εξωτερικό ένδυμα της ψευτοαγιότητας έκρυβε τις πιο αηδιαστικές πληγές ψυχικής σκληρότητας και ακαθαρσίας.

Γενικά, η διδασκαλία του συνοψίζεται στη χαρακτηριστική φράση του: «Μετανοείτε· ήγγικε γαρ ή βασιλεία των ουρανών», προετοιμάζοντας, έτσι, το δρόμο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού για το σωτήριο έργο Του.

Όταν ο Χριστός άρχισε τη δημόσια δράση του, ο κόσμος άφηνε σιγά-σιγά τον Ιωάννη και ακολουθούσε Αυτόν. Η αντιστροφή αύτη, βέβαια, θα προκαλούσε μεγάλη πίκρα και θα γεννούσε αγκάθια ζήλειας και φθόνου σ’ έναν, εκτός χριστιανικού πνεύματος, διδάσκαλο ή φιλόσοφο.

Αντίθετα, στον Ιωάννη προκάλεσε μεγάλη χαρά και ευφροσύνη. Η γιορτή αυτή του Ιωάννου του Προδρόμου, για τον όποιο ο Κύριος είπε ότι κανείς άνθρωπος δε στάθηκε μεγαλύτερος του, καθιερώθηκε τον 5ο μ.Χ. αιώνα.

Επίσης, σήμερα εορτάζουμε και το γεγονός της μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη της τιμίας Χειρός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έγινε κατά τον ακόλουθο τρόπο:

Όταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς πήγε στην πόλη Σεβαστή, όπου τάφηκε ο Πρόδρομος, παρέλαβε από τον τάφο του το δεξί του χέρι, το μετέφερε στην Αντιόχεια, όπου χάριτι Θεού επιτελούσε πολλά θαύματα.

Από την Αντιόχεια, το Ιερό χέρι, μετακομίστηκε στην Κωνσταντινούπολη το 957, από τον διάκονο Ιώβ. Εκεί ο φιλόχριστος αυτοκράτορας, αφού την ασπάστηκε με πολύ σεβασμό, την τοποθέτησε στα βασιλικά ανάκτορα.

Η σύναξη των πιστών, σε ανάμνηση του γεγονότος της μετακομιδής της τιμίας Χείρας του Προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη, ετελείτο στην περιοχή του Φορακίου (ή Σφωρακίου).

Επίσης, σήμερα εορτάζουμε και το Θαύμα του Προδρόμου στη Χίο κατά των Αγαρηνών.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων· σοί δέ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γάρ ὄντως καί Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τόν κηρυττόμενον· ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καί τοῖς ἐν ᾅδῃ, Θεόν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τόν αἴροντα τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καί παρέχοντα ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλάγιος β’.
Τήν σωματικήν σου παρουσίαν δεδοικώς ὁ Ἰορδάνης, φόβῳ ἀπεστρέφετο· τήν προφητικήν δέ λειτουργίαν ἐκπληρῶν ὁ Ἰωάννης, τρόμῳ ὑπεστέλλετο· τῶν Ἀγγέλων αἱ τάξεις ἐξεπλήττοντο, ὁρῶσαί σε ἐν ῥείθροις σαρκί βαπτιζόμενον· καί πάντες οἱ ἐν τῷ σκότει κατηυγάζοντο, ἀνυμνοῦντες σέ τόν φανέντα, καί φωτίσαντα τά πάντα.

Μεγαλυνάριον
Χειρί σου βαπτίσας, ὦ Βαπτιστά, τὸν διὰ θαλάσσης, ἀγαγόντα τὸν Ἰσραήλ, Προφητῶν ἁπάντων, ὑπέρτερος ἐδείχθης· διὸ ἀνευφημοῦμεν τὴν θείαν χάριν σου.

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Βίος Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού.

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2019

Βίος Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού. 7 Ιανουαρίου ε.ε.

Τον Ιωάννη τον βαπτιστή τον τιμά η Ορθόδοξος Εκκλησία, όπως του αρμόζει. Τον γιορτάζει δε πολλές φορές τον χρόνο. Και οι αγιογράφοι ιστορούνε την ζωή του σε εικόνες, τις οποίες τις βάζουνε αριστερά της Ωραίας Πύλης και δίπλα στην εικόνα του Χριστού.

Εορτές προς τιμή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και Βαπτιστού:

7 Ιανουαρίου Σύναξη του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού

24 Φεβρουαρίου Α’ και Β’ Εύρεση Τιμίας κεφαλής του Αγίου Προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννη

25 Μαΐου Μνήμη της Γ’ ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου

24 Ιουνίου Το Γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού

29 Αυγούστου Αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού

23 Σεπτεμβρίου Η Σύλληψη του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού

Η συλληψη του Προδρόμου (23 Σεπτεμβρίου)

Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν υιός του ιερέως Ζαχαρίου και της Ελισάβετ. Γεννήθηκε έξη μήνες προτού γεννηθεί ο Χριστός και έγινε Πρόδρομος του Κυρίου και Βαπτιστής Του.

Οι γονείς του Προδρόμου ήσαν ευσεβείς και θεοφοβούμενοι, άλλα άτεκνοι. Ποθούσανε ολόψυχα ν’ αποστήσουνε ένα παιδί. Άπειρες και θερμές ήταν οι προσευχές τους στο Θεό, για την εκπλήρωση αυτής της γλυκείας επιθυμίας.

Ο χρόνος όμως κύλησε, χωρίς καμιά θεϊκή απάντηση στο ποθητό τους αίτημα. Ο Ζαχαρίας έκανε πάντοτε την Ιερατική του λειτουργία στο Ναό του Σολομώντος.

Σύμφωνα δε με την συνήθεια, που επικρατούσε τότε στο Ιερατείο, ο Ιερεύς ο οποίος θα προσέφερε θυμίαμα στο θυσιαστήριο των θυμιαμάτων διαλεγόταν με κλήρο.

Μια μέρα, λοιπόν, ο κλήρος έπεσε στον Ιερέα Ζαχαρία. Τότε αυτός προχώρησε μέσα στο Ναό του Κυρίου, για να προσφέρει το θυμίαμα, ενώ πλήθος κόσμου ήταν συγκεντρωμένο και προσευχότανε εκεί έξω από το Θυσιαστήριο.

Την ώρα, όμως που το θυμίαμα άρχισε ν’ ανεβαίνει ανάλαφρα και να ευωδιάζει ο Ναός από το άρωμά του ο Ζαχαρίας είδε ένα αστραποβόλο Άγγελο να κάθεται στα δεξιά του Θυσιαστηρίου. Αμέσως τον κατέλαβε ταραχή και τον κυρίεψε ο φόβος. Τότε ο Άγγελος με φωνή γλυκιά και καθησυχαστική του είπε.

«Μή φοβοῦ Ζαχαρία, διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καί ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοί».

-Μη φοβάσαι, δηλ. Ζαχαρία. Δεν είναι για να φοβάσαι τούτη τη στιγμή, αλλά για να χαίρεσαι. Μεγάλη είδηση χαράς σου φέρνω: Η παράκληση σου, που έκανες στο Θεό τόσες φορές, εισακούστηκε. Η Ελισάβετ θα σου γεννήσει παιδί και θα το ονομάσεις Ιωάννη.

Ο Ζαχαρίας, όμως, ενώ ακούει αυτά τα ουρανόσταλτα λόγια, σκέφτεται την προχωρημένη ηλικία της γυναίκας του και την στειρότητά της. Σκέφτεται και τα δικά του γεράματα και ρωτάει τον Άγγελο με κάποια δυσπιστία:

Με ποιο τρόπο, με ποιο σημάδι μπορώ να πιστέψω και να βεβαιωθώ αυτό που μου λες; Πώς να το πιστέψω αυτό, αφού κι εγώ είμαι γέροντας και η γυναίκα μου είναι περασμένη στα χρόνια;

Τότε ο Άγγελος του αποκρίθηκε; Εγώ είμαι ο Γαβριήλ. Είμαι ο Αρχάγγελος, που στέκομαι δίπλα στο Θεό για να τον υπηρετώ. Και είμαι απεσταλμένος του Θεού να σου φέρω αυτές τις χαρούμενες ειδήσεις.

Αφού όμως ζητάς σημάδι, για να πιστέψεις, θα το έχεις. «Ἰδού ἔση σιωπῶν καί μή δυνάμενος λαλῆσαι». Από χώρα μέχρις ότου γεννηθεί το παιδί, θα είσαι άλαλος και βουβός.

Έπειτα από λίγες μέρες η Ελισάβετ συνέλαβε υιό και ένοιωσε μέσα της να σκιρτάει η ζωή. Πέντε μήνες κρύβει την εγκυμοσύνη της η Ελισάβετ από ντροπή, για την ηλικία που βρίσκεται. Έπειτα όμως φανερώνεται.

Καταλαβαίνει, ότι πρέπει να δείξει την χάρη, που της έκανε ο Θεός. Κι εκεί, που ο κόσμος την συγχαίρει, για το ευχάριστο γεγονός, εκείνη δοξάζει τον Θεό και Τον ευχαριστεί διότι την απάλλαξε από την ντροπή της ατεκνίας. Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι η ατεκνία ήταν ντροπή μεγάλη και όνειδος σκληρό την εποχή εκείνη.

Το σκίρτημα του βρέφους

Όταν η Ελισάβετ ήταν έγκυος έξι μηνών, την επισκέφθηκε η Παναγία, η οποία τότε είχε πάρει από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ το μέγιστο άγγελμα της θείας σαρκώσεως του Χριστού.

Η Παναγία μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και φίλησε την συγγενή της Ελισάβετ. Τότε στα σπλάγχνα της Ελισάβετ, με τον χαιρετισμό της Παρθένου, σκίρτησε το βρέφος.

Αλλά κι εκείνη πλημμύρισε από πνεύμα Άγιο και μακάρισε την Παναγία, για την μεγάλη τιμή, που της έκανε ο Θεός. Λέγει η Ελισάβετ προς την Παναγία, Είσαι η μητέρα του Κυρίου μου.

Διότι μόλις άκουσα το χαιρετισμό σου πήδησε στην κοιλιά μου το βρέφος με χαρά ασυγκράτητη. «Ἰδού γάρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνή τοῦ ἀοπασμοῦ σου εἷς τά ὦτα μου ἐσκίρτησε τό βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τή κοιλία μου».

Η γέννηση του Προδρόμου (24 Ιουνίου)

Οι εννέα μήνες της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ περάσανε. Και, όταν ο χρόνος συμπληρώθηκε, εκείνη γέννησε τον Πρόδρομο. Την ογδόη ημέρα συγκεντρωθήκανε στο σπίτι του Ζαχαρίου οι συγγενείς, οι γείτονες, οι φίλοι και οι γνωστοί για να κάνουν την περιτομή στο παιδί και να του χαρίσουν το όνομα.

Λογάριαζαν μάλιστα να του δώσουνε το όνομα του πατέρα του. Να τον πούμε δηλ. Ζαχαρία. Η Ελισάβετ, όμως φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα και του είπε:

-Το παιδί δεν θα ονομαστεί Ζαχαρίας, αλλά Ιωάννης Εν τω μεταξύ άρχισαν να ρωτούνε με νεύματα τον Ζαχαρία, για να τους πει ποιο όνομα να δώσουνε στο παιδί. Εκείνος τότε, βουβός κι αμίλητος, ζήτησε ένα μικρό πίνακα για να γράψει τη θέληση του, που ήταν, όπως είδαμε και θέλημα του Θεού.

Τού φέρανε, λοιπόν ένα πινακίδιο κι αυτός τότε σταθερά έγραψε: Ιωάννης έστι το όνομα αυτού.

Την στιγμή όμως αυτή λύθηκε η γλώσσα του Ζαχαρίου. Αρχισε τότε να μιλάει ελεύθερα και να δοξάζει το Όνομα του Μεγαλοδύναμου Θεού. Όλοι μάθανε έπειτα με κάθε λεπτομέρεια για το θαύμα της Συλλήψεως, το θαύμα της αφωνίας του Ζαχαρία και όλα χα σχετικά με τη γέννηση και την ονομασία του Προδρόμου.

Με γλώσσα ελεύθερη πλέον, με φωνή δυνατή, γεμάτη από ιερή συγκίνηση, και πλημμυρισμένη από Άγιο Πνεύμα, ο Ζαχαρίας λέει χώρα λόγια προφητικά.

Προφητεύει για τον ερχομό του Χριστού, του Μεσσία. Μιλάει για την αποστολή του παιδιού του. Τα λόγια του έχουν μέσα Βάρος ουράνιο και κάλλος θειο.

Τα πρώτα παιδικά του χρόνια

Αν και δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την παιδική ηλικία του Ιωάννου, εν τούτοις εύκολα συμπεραίνεται, ότι ο Πρόδρομος του Χριστού έζησε κοντά στους ευλαβείς γονείς του. Υπάρχει παράδοση κατά την οποίαν, όταν οι στρατιώτες του Ηρώδη έσφαζαν τα νήπια, η Ελισάβετ πήρε τον Ιωάννη και έφυγε.

Έφθασε μπροστά σε κάποιο βουνό και οι στρατιώτες θα τον έπιαναν. Το βουνό άνοιξε. Πέρασε η Ελισάβετ αντίπερα, το βουνό έκλεισε και ο Ιωάννης σώθηκε!

Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος στην έρημο

Αφήνει το σπίτι του, τους γνωστούς και τους συγγενείς και φεύγει για την έρημο της Ιουδαίας… Εκεί ο Πρόδρομος είναι ντυμένος με τα πιο φτωχά και σκληρά ρούχα.

Φοράει ένα ρούχο σκληρό από τρίχας καμήλου. Είναι κι αυτό συμβολικό, γιατί η καμήλα είναι το πιο υπομονετικό ζώο της ερήμου…

Υπομονή κι επιμονή θέλει και η άσκηση του Προφήτου. Φόρεσε λοιπόν το ρούχο που ήταν από καμηλίσια τρίχα και προχώρησε βαθειά στην έρημο. Ανυπόδητος, ο Άγγελος αυτός της ερήμου, ζει κάτω από τον καυτερό ήλιο της μέρας και από ανυπόφορο κρύο της νύχτας. Νηστεύει, νεκρώνει κάθε σαρκική επιθυμία,

προσεύχεται, επικοινωνεί με τον Θεό και ανεβαίνει ένα, ένα τα σκαλοπάτια της σκληρής ασκητικής ζωής. Ο δρόμος του, δρόμος του Θεού, λαμποκοπάει στη ζωή του. Καμιά επικοινωνία δεν τον δένει με τους ανθρώπους της εποχής του.

Αλλά, ενώ η εμφάνιση του είναι τόσο απλή και ασκητική, η παρουσία του είναι σοβαρή, επιβλητική, ηγεμονική. Η εξαιρετική του απλότητα του δίνει ένα συγκλονιστικό μεγαλείο. Η ακτινοβολία της αρετής του τραβάει σαν μαγνήτης…

«Φωνή βοῶντος ἐν τή ἐρήμω…»

Ήλθε λοιπόν η ώρα. Ο Θεός τον ειδοποίησε ν’ αρχίσει το έργο του.

Και άρχισε στις όχθες του Ιορδάνη. Ο κόσμος απορεί:

-Ποιος είναι αυτός ο Προφήτης;

-Ποιος είναι ο μεγάλος αυτός Προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης, που παρουσιάστηκε στις ημέρες μας; λέγουν.

-«Φωνή βοῶντος ἐν τή ἐρήμω, ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τάς τρίβους Αὐτοῦ».

Δηλαδή είναι η φωνή ανθρώπου που κράζει δυνατά στην έρημο και λέγει: Ετοιμάσατε τον δρόμο του Θεού ή καλύτερα, ετοιμάσατε τον εαυτό σας με την μετάνοια για να δεχτεί η ψυχή σας καθαρή, την διδασκαλία του Χριστού.

Κάνατε ίσους τους δρόμους απ’ όπου Εκείνος θα περάσει. Καθαρισθείτε εσωτερικά με την μετάνοια…

Οι Ευαγγελιστές θεωρούν τον Ιωάννη σαν τον Άγγελο, τον οποίον συμφωνά με την προφητεία του Προφήτου Μαλαχίου θα έστελνε ο Θεός να ετοιμάσει τον δρόμο του αναμενόμενου Μεσαίου.

Ο Πρόδρομος, λοιπόν, δεν είναι απλώς ένας Άγιος, ένας Ασκητής, ένας Προφήτης, αλλά ένας μεγάλος Προφήτης, την παρουσία του οποίου προαναγγέλλουν οι πιο μεγάλοι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.

Το 29, λοιπόν, μ.Χ. κατέρχεται στις όχθες του Ιορδάνη και κηρύττει στον κόσμο. «Μετανοεῖτε, λέγει, ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Το κήρυγμα του Προδρόμου είναι ελπιδοφόρο. Μιλάει για σωτηρία και λύτρωση.

Η μετάνοια είναι θειο δώρο. Το αμάρτημα στη γη δεν είναι η καταδίκη οριστική, έρχεται σε λίγο λύτρωσης. Η Βασιλεία των ουρανών πλησιάζει.

Μετάνοια και Βάπτιση

Το κήρυγμά του, συγκινεί βαθειά τις ψυχές των ανθρώπων, που είναι κουρασμένες από το χάος, το σκοτάδι, την αβεβαιότητα, την αμαρτία και το άγχος. Όλα τα Ιεροσόλυμα, όλη η Ιουδαία και τα περίχωρα του Ιορδανού τρέχουν σ’ αυτόν τον φωτισμένο Ασκητή της Ερήμου, για ν’ απαλύνουν την πίκρα της καρδιάς τους.

Τον ακούνε με λαχτάρα. Τού εξομολογούνται έπειτα τις αμαρτίες τους. Του λένε για αδικίες και πράξεις βρωμερές, που έκαναν στη ζωή τους και που εξαιτίας τους πνίγονται στον πόνο και την θλίψη και μαστίζονται από τους ελέγχους της συνειδήσεως.

Εκδηλώνουν την μετάνοιά τους πρώτον κι έπειτα Βαπτίζονται από τον Πρόδρομο στα γάργαρα νερά του Ιορδάνη. Βεβαίως δεν συγχωρούσε τις αμαρτίες το βάπτισμα του Ιωάννου. Απλώς ήταν βάπτισμα μετανοίας, δηλ. συναίσθηση της αμαρτωλότητας τους και πόθος να σωθούν από τον αναμενόμενο Μεσσία.

Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος δεν μιλάει μόνο για μετάνοια και βάπτιση, αλλά προχωράει και πιο πέρα μιλάει για έμπρακτη μετάνοια.

Αποκαλύπτει

Κι εκεί όμως που δίδασκε, απαντούσε σε ερωτήσεις και Βάπτιζε, ο Πρόδρομος, πολλοί άρχισαν να σκέπτονται, μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας, τον οποίο περίμεναν, μήπως αυτός είναι Χριστός…

Τότε το Προφητικό μυαλό φωτίστηκε και το στόμα του είπε λόγια Βαρυσήμαντα και αποκαλυπτικά:

Όχι, τους λέγει. Δεν είναι όπως σκέφτεστε. Εγώ μεν σας βαπτίζω με απλό νερό. Πίσω από μένα όμως έρχεται Εκείνος, που είναι Μεγάλος και Δυνατός.

«Ὁ δέ ὀπίσω μου Ἐρχόμενος Ἰσχυρότερός μου ἔστιν».

Εκείνου, εγώ, ούτε τα σανδάλια δεν είμαι άξιος να Βαστώ στα χέρια μου. Ούτε τα λουριά των παπουτσιών Του να λύσω..

«Αὐτός ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίω καί πυρί». Αυτός θα σας Βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο και φωτιά της θείας Χάριτος.

Ο Βαπτιστής

Με τους αμαρτωλούς και ακάθαρτους -σε σκέψεις, λογισμούς και πράξεις ανθρώπους, -πηγαίνει ο καθαρός και αμόλυντος Χριστός στον Ιορδάνη, κοντά στον Προφήτη Ιωάννη, για να βαπτιστεί. Πρώτη φορά βλέπει ο Πρόδρομος τη θεία μορφή Του.

Βλέπει τον Κύριο να προχωρεί προς το μέρος του, εκεί δηλαδή που βάπτιζε στον ποταμό. Θείος ίλιγγος τον καταλαμβάνει. Δεν ξέρει πώς να υποδεχτεί τον Δεσπότη Χριστό.

Ο Ιησούς όμως με άφραστη ταπείνωση τον πλησιάζει και του λέγει να τον βάπτιση. Ανατριχιάζει ο Ασκητής στο άκουσμα αυτών των λόγων και παρεμποδίζει τον Χριστό, λέγοντας:

«Ἐγώ χρείαν ἔχω ὑπό Σου βαπτισθῆναι καί Σύ ἔρχη πρός μέ;».

Εγώ δηλ. έχω ανάγκη να βαπτισθώ από Σένα και συ έρχεσαι σε μένα; Εκείνη τη στιγμή ο Πρόδρομος ένοιωθε πώς είναι «αχρείος δούλος» μπροστά στο Θεϊκό Μεγαλείο του Χριστού.

Ο Λυτρωτής όμως δεν τον αφήνει να πνιγεί σε σκέψεις και συλλογισμούς, αλλά τον διακόπτει λέγοντας Του:

Άφησε τώρα. Έτσι πρέπει να κάνουμε. Πρέπει να γίνει όλη η διαδικασία, που απαιτεί η δικαιοσύνη της Π. Διαθήκης. δηλαδή κι εγώ ο αναμάρτητος πρέπει να εφαρμόσω τον Μωσαϊκό Νόμο, σαν να είμαι αμαρτωλός. Ο κατάλευκος τότε κι αναμάρτητος Ιησούς, μπήκε στον Ιορδάνη ποταμό και βαπτίσθηκε.

Έτσι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος δεν γίνεται μόνο βαπτιστής του Χριστού, αλλά και ο μάρτυρας ενός θαυμάσιου γεγονότος.

Μπροστά του βλέπει την Τρισυπόστατο Θεότητα τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Και με όσα βλέπει κι ακούει και με όσα η θεία Χάρις του επιτρέπει να μιλάει καθαρά, επιγραμματικά και αλάνθαστα, ο Πρόδρομος γίνεται τίμιος και ειλικρινής μάρτυρας. Η μαρτυρία είναι αξιόπιστη και θεόπνευστη.

Λέγει ο Βαπτιστής:

«Καγῶ ἐώρακα καί μεμαρτύρηκα ὅτι Οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ».

Πράγματι, εγώ δηλαδή είδα το Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει σ’ Αυτόν. Και έχω δώσει μαρτυρία, ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού. Η Βάπτισις του Κυρίου έγινε το έτος 30 μ.Χ.

Δημόσιος έλεγχος

Ο Πρόδρομος δεν είναι μονάχα ο κήρυκας της μετανοίας, δεν είναι μόνον ο προάγγελος της χαράς του ερχομού του Χριστού, αλλά είναι συγχρόνως και μια φωνή ελέγχου.

Ο Πρόδρομος δεν μένει αδιάφορος και απαθής στην διεφθαρμένη ζωή των ισχυρών και δυνατών. Ο μεγαλόστομος αυτός Προφήτης, ο άγγελος της ερήμου, φρίττει από την ανηθικότητα των αρχόντων.

Εν τω μεταξύ βλέπει έναν λαό πικραμένο, και δυστυχισμένο, που δεν τολμάει με κανένα τρόπο να σηκώσει κεφάλι, να φωνάξει να διαμαρτυρηθεί για τις αδικίες. Τότε ο Πρόδρομος λύνει τη σιγή του, για τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο της διαφθοράς.

Σταματάει για λίγο το Μετανοείτε κι αρχίζει το Κατηγορώ. Αστραφτερό μαχαίρι γίνεται η φωνή του και κόβει το μαύρο πέπλο της σιγής και του τρόμου.

Ο Ηρώδης τον οποίο κατηγορούσε ο Πρόδρομος ήταν Τετράρχης, δηλαδή είχε στην εξουσία του το ένα τέταρτο της βασιλείας του πατέρα του. Είχε δε και άλλα τρία αδέλφια. Αυτός, λοιπόν, αγάπησε την γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου, την διεφθαρμένη Ηρωδιάδα.

Κυριευμένος από αισχρή επιθυμία, έδιωξε την νόμιμη γυναίκα του, που ήταν θυγατέρα του βασιλιά της Αραβίας Αρέτα, και άρπαξε με την αμαρτωλή θέληση της, την Ηρωδιάδα.

Έτσι, λοιπόν, ενώ ο αδελφός του ζούσε κι ενώ η Ηρωδιάδα είχε αποκτήσει με τον Φίλιππο μια κόρη τη Σαλώμη, ο Ηρώδης καταπατώντας τον Μωσαϊκό νόμο, τον νόμο του Θεού παίρνει γυναίκα του, την γυναίκα του αδελφού του.

Η φωνή του Προδρόμου γίνεται σάλπιγγα έλεγχου. Συνταράζει την μαλθακότητα και την χλιδή των αιμομικτών.

Και ενώ ο λόγος του Προδρόμου, που πηγαίνει κάτω από τα ανάκτορα και φωνάζει, κτυπάει αμείλικτα όλες τις παρανομίες του Ηρώδη και η γλώσσα του μαστιγώνει την Ηρωδιάδα, ο Ηρώδης αποφασίζει να προσθέσει ένα ακόμη έγκλημα στην αλυσίδα των εγκλημάτων του.

Συλλαμβάνει τον γενναίο Ασκητή της ερήμου και τον ρίχνει στις υγρές κι ανήλιαγες φυλακές του φρουρίου της Μαχαιρούντος.

Ο λαός ακολουθεί τον Πρόδρομο

Μέσα από το δεσμωτήριο ο Πρόδρομος, διδάσκει τον λαό, αλλά κι ασίγαστα ελέγχει την παρανομία των ανακτόρων. Ο Ηρώδης με την αισχρή προτροπή της ανήθικης γυναίκας του, αποφασίζει να τον εξοντώσει. Δεν τολμάει όμως, γιατί φοβάται τον λαό.

Όπως βλέπομε από την Καινή Διαθήκη, την εποχή εκείνη άρχισε ο Χριστός την δημοσία δράσι και τα θαύματα του. Ο Πρόδρομος άκουγε στη φυλακή για τα θαύματα του Ιησού και έστειλε δύο μαθητές του στο Χριστό να τον ρωτήσουνε:

Συ είσαι αυτός που περιμένουν οι Εβραίοι να τους λυτρώσει ή περιμένουμε κανέναν άλλον;

Και η ερώτηση εκείνη δεν ήταν δυσπιστία του Προδρόμου, αλλά ήθελε με την απάντηση που θα παίρνανε από τον Κύριο να στερεωθεί η κλονισμένη πίστη τους.

Έπρεπε να δούνε το Χριστό, να δούνε τα θαύματά του, να τον πιστέψουν και να τον ακολουθήσουνε εις το εξής. Διότι το έργο του Ιωάννου τελείωσε. Δεν έπρεπε να περιμένουν τίποτε άλλο από αυτόν ο οποίος σε λίγο θα φονευόταν.

Η απάντησης του Κυρίου είναι μεγαλειώδης. Δεν είναι κούφια λόγια, αλλά θαυματουργική δόξα. Βλέπουνε οι μαθητές του Ιωάννου με τα μάτια τους θαυμαστά γεγονότα.

Τούς λέγει, λοιπόν, ο Χριστός:

Πέστε στον Ιωάννη όσα βλέπετε κι ακούτε. Κι αυτά όλα είναι θαύματα. Τυφλοί βλέπουν, κουτσοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και νεκροί ανασταίνονται.

Επομένως από αυτά που είδαν, κατάλαβαν, ότι ο Χριστός είναι ο προσδοκώμενος Μεσσίας, τον οποίον έπρεπε ν’ ακολουθήσουν.

Το αμαρτωλό τραπέζι του Ηρώδη – Ο Χορός της Σαλώμης

Οι βασιλείς και οι άρχοντες τον καιρό εκείνο συνηθίζανε να γιορτάζουνε σαν μέρες χαράς και ευτυχίας την ημέρα της γεννήσεως τους και την ημέρα που ανεβαίνουνε στο θρόνο και στην εξουσία.

Και ο Ηρώδης γιόρταζε πάντοτε με ξεχωριστή λαμπρότητα την γιορτή των γενεθλίων του. Εκείνο, λοιπόν τον χρόνο, που ο Πρόδρομος ήταν φυλακισμένος, ο Ηρώδης κάλεσε όπως πάντα, όλη την αριστοκρατία του καιρού του, για να πανηγυρίσει τα γενέθλιά του.

Κι ενώ το μισητό συμπόσιο προχωρούσε και η αμαρτία έκαιγε τις ψυχές, η Σαλώμη, η κόρη της Ηρωδιάδας, βγήκε ντυμένη άσεμνα μπροστά στους καλεσμένους και άρχισε να χορεύει έναν έξαλλο δαιμονικό χορό.

Οι διαφθαρμένοι χειροκροτούν με ενθουσιασμό την Σαλώμη. Οι φαύλες κι αμαρτωλές κινήσεις της τους συγκινήσανε.

Και τότε ενθουσιάζεται και ο γέρο – Ηρώδης. Την καλεί κοντά του και της λέγει:

Ζήτησέ μου ότι θέλεις και θα σου το δώσω! Σου ορκίζομαι ότι θα σου δωρίσω ότι κι αν μου ζητήσεις, έστω κι αν μου ζητήσεις το μισό βασίλειο μου…

Η φαύλη νέα τρέχει τότε στη μητέρα της και την ρωτάει τι να ζητήσει από τον Ηρώδη. Η Ηρωδιάδα, ο θηλυκός αυτός σατανάς, χαμογελάει δαιμονικά.

Η μανία της για τον Πρόδρομο, που ελέγχει την ανήθικη ζωή της, φουντώνει. Χωρίς, λοιπόν, να χάση καιρό, την δασκαλεύει να ζητήσει – Ώ δωρεά παρανομωτάτη, – την κεφαλή του Προδρόμου.

Ο Ιωάννης αποκεφαλίζεται

Μπαίνει λοιπόν αμέσως η Σαλώμη στην αίθουσα του αισχρού συμποσίου και ζητάει, χωρίς χρονοτριβή, το κεφάλι του Ιωάννου του Προδρόμου.

Ζητάει, μετά το σατανικό χορό της, να πλημμυρίσει την τράπεζα του συμποσίου με το αίμα του αθώου Προφήτου. Κομπιάζει για λίγο ο Ηρώδης, γιατί φοβάται να εξοντώσει τον Πρόδρομο.

Όλα αυτά όμως δεν ήτανε τίποτε άλλο, παρά δικαιολογίες. Το έγκλημα έχει προαποφασισθεί. Η επιθυμία, λοιπόν, της Ηρωδιάδας που θέλει να κυλιέται ανεμπόδιστα και χωρίς έλεγχο στην αμαρτία, γίνεται πραγματικότητα.

Το αίτημα της Σαλώμης δεν αργοπορεί. Κι ενώ οι δαιμονόψυχοι και αιμοβόροι διασκεδάζανε, άγριο και κοφτερό σπαθί του δημίου, του σκεπουλάτορα, έκοβε την αγία κεφαλήν του Τιμίου Προδρόμου στη φυλακή.

Όλα γίνονται με ταχύτητα. Φέρουνε τρέχοντας οι στρατιώτες το ματωμένο κεφάλι του Προφήτου στα ανάκτορα, στο τραπέζι των θλιβερών δημίων. Το βάζουνε σε πιάτο γεμάτο αίματα και το τοποθετούν ανάμεσα στα φαγητά. Άγρια δαιμονική ικανοποίηση αισθάνεται η Ηρωδιάδα.

Έπειτα πλημμυρισμένη ακόμα από κακία και πάθος εκδικήσεως, παίρνει μια βελόνα και τρυπάει μ’ αυτή τη γλώσσα που την ταλάνιζε, που την συγκλόνιζε με την τρομερή φωνή του ελέγχου του.

Το λείψανο του Αγίου

Μετά το φρικιαστικό αυτό έγκλημα, οι μαθητές του Προδρόμου τρέχουν στη φυλακή. Αψηφούν τους κινδύνους. Δεν λογαριάζουν την οργή της ασύδοτης εξουσίας και παίρνουν το ασκητικό κορμί του Προφήτη. Με συγκίνηση και λύπη το θάβουνε κι έπειτα πηγαίνουνε στο Χριστό και του αναφέρουν τα καθέκαστα.

Τι έγινε το λείψανο του Προδρόμου;

Όπως αναφέρουν οι χρονογράφοι και οι συναξαριστές το σώμα του Αγίου ετάφη στην πόλη Σεβάστεια της Ιουδαίας. Ήταν δε προφυλαγμένο μέσα σε θήκη.

Ο χρονογράφος Μοναχός Γεώργιος Αμαρτωλός, μας πληροφορεί ότι το λείψανο του Αγίου κάηκε επί της βασιλείας του αντίχριστου αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτου. Η δεξιά του χειρ, εκείνη που άγγιξε την κεφαλή του Δεσπότου Χριστού, σώζεται σήμερον εις την Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους.

Η τιμία κεφαλή – Πρώτη και Δεύτερη εύρεσης (24 Φεβρουαρίου)

Η τιμία όμως κεφαλή του Αγίου δεν κάηκε. Μετά την αποκεφάλιση του Προδρόμου, όπως είδαμε, η τιμία κεφαλή του δόθηκε σαν δώρο στην Σαλώμη, για τον αμαρτωλό χορό της. Και τελικά εκεί κάπου παραπετάχτηκε από την ασεβέστατη Βασιλική οικογένεια.

Αλλού πάλι αναφέρεται ότι η Ηρωδιάδα διέταξε να θάψουν κοντά στα ανάκτορα την τιμία κεφαλή του Προδρόμου και πήγαινε εκεί και καταπατούσε το σημείο της ταφής για να ξεδιψάσει λίγο το Βάρβαρο μίσος της κατά του Αγίου.

Η πρώτη εύρεση της έγινε κατά τρόπο θαυματουργικό.

Ο ίδιος ο Πρόδρομος φανέρωσε το μέρος που ήταν η τιμία κεφαλή του σε δύο καλογέρους που πηγαίνανε να προσκυνήσουνε τον Άγιο Τάφο. Την βρήκανε εκεί κοντά στ’ ανάκτορα του Ηρώδη και την περιμαζέψανε με ευλάβεια.

Ύστερα την πήρε από τους Μονάχους ένας κεραμέας και την μετέφερε στην Έμεσα. Μετά όμως από το θάνατο του κεραμέα και της αδελφής του, ο πολύτιμος αυτός θησαυρός, η τίμια κεφαλή, πέρασε διαδοχικά από πολλούς ευσεβείς και τελικά έπεσε στα χέρια ενός Αρειανού, ονομαζόμενου Ευσταθίου.

Ο αιρετικός λοιπόν αυτός κατοικούσε σ’ ένα σπήλαιο και τα θαύματα που γινότανε με την δύναμη της τιμίας κεφαλής, τις θεραπείες που βλέπανε οι ασθενείς και πολλά άλλα, τα παρουσίαζε σαν θαύματα της αιρέσεως του Αρείου.

Τότε όμως απομακρυνθεί από τους Ορθοδόξους από το μέρος εκείνο ο Ευστάθιος και η τιμία κεφαλή του Αγίου, κατά θεία οικονομία έμεινε εκεί στο σπήλαιον. Εκεί λοιπόν την βρήκανε το 431 επί της Βασιλείας του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του μικρού.

Και αυτή η εύρεσης έγινε υστέρα από αποκαλύψεις και οράματα του θελήματος του Θεού. Την βρήκανε μάλιστα μέσα σε μια υδρία και ο Αρχιμανδρίτης Μάρκελλος με τον Επίσκοπο της Έμεσης Ουράνιο, την φέρανε στην Εκκλησία, όπου έγιναν θαύματα μεγάλα και παράδοξα. Η εύρεσης αυτή γιορτάζεσαι στην Εκκλησία μας στις 24 Φεβρουαρίου.

Όπως αναφέρει ο Δοσίθεος η κάρα του τιμίου Προδρόμου φυλάχτηκε με προσοχή. Ο βασιλεύς Ουάλης μάλιστα διέταξε να την πάνε στην Κωνσταντινούπολη.

Καθώς δε την μεταφέρανε πάνω σε άμαξα, η άμαξα ξαφνικά σταμάτησε. Τα άλογα δεν προχωρούσανε με κανένα τρόπο. Έτσι υποχρεώθηκαν να την αφήσουν σε κάποια κωμόπολη ονομαζόμενη Κολάου.

Εκεί λέγει ο Δοσίθεος, κατέβηκε ο αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος και πήρε την τιμία κεφαλή στο Βασιλικό αμάξι και την μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη σε μία θέση, που ονομαζόταν Έβδομον.

Εκεί ο αυτοκράτορας έκτισε μεγαλοπρεπή Ναό προς τιμήν του Αγίου κι τοποθέτησε την κεφαλή του.

Αργότερα ένα μέρος από την τιμία κάρα βρισκότανε στο Μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου στο Άγιο Όρος. Το κλέψανε όμως κι είναι άγνωστο που βρίσκεται σήμερα.

Ένα μέρος της κάρας βρίσκεται στην Ουγγροβλαχία στο Μοναστήρι Καλούτι. Αυτό όμως αφιερώθηκε στον Πανάγιο Τάφο…

Τρίτη εύρεσης (25 Μαΐου)

Σύμφωνα με τη Παράδοση και τα ιστορούμενα στους εκκλησιαστικούς ύμνους, αναφέρεται και τρίτη εύρεσης της τιμίας κεφαλής του Ιωάννου του Προδρόμου.

Η ανεύρεσης αυτή έγινε από κάποιον ιερέα στα Κόμανα της Καπαδοκίας, απ’ όπου μετακόμισαν, με λαμπρή επισημότητα, το λείψανο στην Κωνσταντινούπολη.

Τα απολυτίκιον της εορτής αυτής, που είναι στις 25 Μαΐου, λέγει τα εξής:

«Ὡς θεῖον θησαύρισμα ἐγκεκρυμένον τή γῆ, Χριστός ἀπεκάλυψε τήν κεφαλή σου ἠμίν, Προφήτα καί Πρόδρομε, πάντες οὔν συνελθόντες, ἐν τή ταύτης εὐρέσει, ἄσμασι θεηγόροις, τόν Σωτήρα ὑμνοῦμεν τόν σώσοντα ἠμᾶς ἐκ φθορᾶς; ταῖς ἱκεσίες σου».

Στην τρίτη εύρεση της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου εγκώμιο έπλεξε ο Θεόδωρος ο Στουδίτης. Το εγκώμιο αυτό βρίσκεται στη Λαύρα και στην Ιερά Μονή του Διονυσίου.

Από το εγκώμιο αυτό βγαίνει το συμπέρασμα όχι στο Μοναστήρι των Στουδιτών θα ευρίσκετε τότε ολόκληρη η κάρα του Τιμίου Προδρόμου ή μέρος αυτής.

Στις 7 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας εορτάζει μαζί με την Σύναξη του Προφήτου Προδρόμου και την μετακομιδή της τιμίας χειρός του στην Κωνσταντινούπολη.

Σήμερα η δεξιά χειρ του τιμίου Προδρόμου βρίσκεται στο Μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, στο Άγιο Όρος.

Το φρικτό τέλος των σφαγιαστών του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου

Ο Θεός τιμώρησε τους σφαγείς του Προφήτου. Το τέλος των υπευθύνων, για την αποκεφάλιση του Ιωάννου ήτανε σκληρό.

Ο Ηρώδης έμεινε στην εξουσία μέχρι το 40 μ.Χ. Τι το ήθελε όμως! Η ζωή του ήτανε μαρτυρική Μαστίζεσαι αλύπητα από τους δριμείς ελέγχους της συνειδήσεως. Μάταια αγωνίζεται ο ταλαίπωρος Ηρώδης, η πονηρή αλεπού, όπως τον ονόμασαν, να πνίξει τη φωνή της συνειδήσεως.

Έπειτα όμως, αυτός και η γυναίκα του η Ηρωδιάδα, εξοριστήκαν από τον Αυτοκράτορα της Ρώμης Καλιγούλα, στην Γαλλία κι αργότερα στην Ισπανία. Εκεί στην εξορία υποφέρανε πολύ. Άσημοι πλέον κι άδοξοι, χωρίς ίχνος από καλοπέραση και πολυτέλεια, βρήκανε το αμαρτωλό τέλος τους.

Αλλά και η τύχη της Σαλώμης, της μιαράς κόρης κι άσεμνης χορεύτριας, που ζήτησε ψυχρά κι αναίσθητα την κεφαλή του Προδρόμου επί πίνακι δεν ήτανε καλλίτερη.

Όπως διηγείται ο Νικηφόρος Κάλλιστος στην Εκκλησιαστική Ιστορία, η Σαλώμη βρήκε τραγικό τέλος, ίδιο σχεδόν με το τέλος του Προδρόμου. Της κόπηκε κι αυτής το κεφάλι. Και να πώς:

Μια μέρα, ενώ περνούσε η Σαλώμη πάνω από ένα παγωμένο ποταμό, για να πάει στην αντίπερα όχθη ο πάγος σχίστηκε κάτω στα πόδια της. Τότε το σώμα της βούλιαξε με ορμή προς τα κάτω, σαν να άνοιξε η γη να την καταπιεί Και στο απότομο αυτό πέσιμο, ενώ το σώμα της βυθίστηκε, το κεφάλι της κρατήθηκε από κοφτερές πλάκες του παγωμένου ποταμού. Ο πάγος σαν κοφτερό μαχαίρι έκοψε το κεφάλι της στο λαιμό!

Εις την Σύναξη του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννη 7 Ιανουαρίου

Στίχος
Ἐμή σέ γλώσσα, κῆρυξ, πῶς ἄν αἰνέση ὄν γλώσσα Χριστού γηγενῶν μείζων λέγει; Μνήνην ἐβδομάτη Προδρόμου λάχε αἰδοίοιο

Ἀπολυτίκιον Ἦχος β΄.
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων σοί δέ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε, ἀνεδείχθης γάρ ὄντως καί προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον· ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Βάπτιση του Χριστού. Ερμηνεία των Ευαγγελίων Θεολογική & Πατερική

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Ιανουαρίου 2019

Αποτέλεσμα εικόνας για βαπτιση χριστου
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Α.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ  γ 13-17
(Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 63-66 μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΤΙΧΟΣ 13.
Τότε(1) παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ(2) βαπτισθῆναι(3) ὑπ᾿ αὐτοῦ.
(Τότε ήλθε ο Ιησούς από την Γαλιλαία στον Ιορδάνη προς τον Ιωάννη για να βαπτιστεί από αυτόν)
(1) Τότε.  Με έννοια πολύ αόριστη όπως στο στίχο 5 (M.J Lagrange Paris 1923).= Την ώρα που ο Βαπτιστής κήρυττε και βάπτιζε (Alf. Plummer London 1911).
(2) τοῦ  Το «του» μαζί με απαρέμφατο δηλώνει τον σκοπό (W. Allen,1922).
(3) βαπτισθῆναι  «έρχεται ο Δεσπότης μαζί με τους δούλους, ο δικαστής μαζί με τους υπόδικους, για να βαπτιστεί… Διότι αυτός που καταδέχτηκε να κυοφορηθεί σε παρθενικά σπλάχνα επί τόσο χρόνο και να γεννηθεί από αυτά μαζί με τη δική μας ανθρώπινη φύση, να ραπιστεί, να σταυρωθεί, να πάθει όλα όσα έπαθε. Γιατί θαυμάζεις λοιπόν, επειδή καταδέχτηκε και να βαπτιστεί και να έλθει μαζί με τους άλλους προς τον δούλο του; Το εκπληκτικό ήταν εκείνο, να θελήσει να γίνει άνθρωπος, ενώ είναι Θεός. Τα άλλα όλα ακολουθούν κατά λογική ακολουθία» (Χρυσόστομος). Αν και είναι αναμάρτητος και δεν έχει ανάγκη το βάπτισμα που συμβολίζει την προσωπική διόρθωση και κάθαρση, όμως εφ’ όσον πήρε τη φύση μας και έγινε αμαρτία για μας, συγκατέβη να τηρήσει όλες τις τελετές και τους τύπους, που επιβάλλονταν από το νόμο σε εκείνους τους οποίους ήλθε να σώσει (I. Owen,NewYork 1864).
ΣΤΙΧΟΣ 14.
ὁ δὲ Ἰωάννης(1) διεκώλυεν(2) αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι(3), καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με(4);
(Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε ζωηρά και έλεγε. Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από εσένα τον αναμάρτητο, και συ έρχεσαι προς εμένα για να βαπτισθείς;)
(1) ὁ δὲ Ἰωάννης  Αυθεντική γραφή «ο δε διεκώλυεν». Ο Ιωάννης δεν βάπτιζε κανέναν, χωρίς προηγουμένως να συζητήσει μαζί του, και η συζήτηση αυτή στρεφόταν γύρω από την εξομολόγηση αυτού που βαπτιζόταν, η οποία ήταν δείγμα μετάνοιας. Αλλά η συζήτηση με τον συγγενή του από τη Ναζαρέτ έπεισε τον Ιωάννη, ότι βρισκόταν μπροστά σε έναν αναμάρτητο, ο οποίος για αυτό ήταν ηθικά ασύγκριτα πιο ανώτερος από αυτόν (Alf. Plummer London 1911). Ο Βαπτιστής άλλωστε, ο οποίος περίμενε τον Μεσσία κάθε μέρα προσηλώνοντας εξεταστικά τα βλέμματά του σε όλους όσους πλησίαζαν να βαπτιστούν, αμέσως μόλις είδε τον Σωτήρα προαισθάνθηκε με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος ότι αυτός ήταν εκείνος που του προανήγγειλε ο Θεός (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892). «Κατάλαβε ποιός ήταν με τη βοήθεια του θείου Πνεύματος που κατοικούσε μέσα του» (Ζιγαβηνός Ευθύμιος).
(2) διεκώλυεν  Η λέξη αυτή λέγεται μοναδική φορά στην Καινή Διαθήκη. Η πρόθεση «δια» επιτείνει την έννοια= ζωηρά τον εμπόδιζε (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(3) βαπτισθῆναι «Εγώ ο υπεύθυνος για αμαρτίες από (σένα) τον αναμάρτητο, εγώ που βαπτίζω με απλό νερό από σένα που βαπτίζεις με Πνεύμα άγιο και φωτιά» (Ζιγαβηνός). «Επειδή δηλαδή καταγόταν από τον Αδάμ (ο Πρόδρομος) και αυτός κουβαλούσε τη μόλυνση από την παρακοή. Ο Χριστός όμως αφού σαρκώθηκε, τους καθάρισε όλους» (Θεοφύλακτος).
(4) πρός με  Δηλαδή ζητώντας να βαπτιστείς (J.A. Bengel). «Δεν είπε: Και συ βαπτίζεσαι από εμένα; Διότι και αυτό φοβήθηκε να το πει. Αλλά τι είπε; Και συ έρχεσαι σε μένα;» (Χρυσόστομος). Οι στίχοι 14-15 είναι χαρακτηριστικοί στον Ματθαίο και μπαίνουν στη διήγηση για να εξηγήσουν πώς ο Ιησούς, ο οποίος ήταν αναμάρτητος, ήταν δυνατόν να έλθει στον Ιωάννη για να βαπτιστεί. Η ερώτηση μπορεί να αποδοθεί διαφορετικά ως εξής: Πώς είναι δυνατόν αυτός που συλλήφθηκε από το Αγιο Πνεύμα και είναι προορισμένος ως Μεσσίας να βαπτίζει με Πνεύμα άγιο και φωτιά, να έχει ανάγκη να βαπτιστεί; Η απάντηση δίνεται στο στίχο 15 (Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922).
ΣΤΙΧΟΣ 15.
ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες(1) ἄρτι(2)· οὕτω(3) γὰρ πρέπον(4) ἐστὶν ἡμῖν(5) πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην(6)· τότε ἀφίησιν(7) αὐτόν·
(Αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτόν. Αφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολίες να βαπτιστώ. Διότι με αυτόν τον τρόπο της ταπεινώσεως πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού, ο οποίος σου ανέθεσε ως καθήκον να βαπτίζεις. Τότε ο Ιωάννης άφησε αυτόν να βαπτιστεί)
(1) ἄφες «Υποχώρησε για την ώρα, χωρίς να προβάλλεις για άρνηση τα σχετικά με την αναμαρτησία και τη θεότητά μου. Διότι τώρα δεν είναι καιρός για αυτά, αλλά από συγκατάβαση βαπτίζομαι από εσένα» (Ζιγαβηνός). Το «άφησε» είναι ελλειπτικό του «να βαπτιστώ» και σημαίνει μη με εμποδίζεις να βαπτιστώ (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(2) ἄρτι «Δεν είπε απλώς «άφησε», αλλά πρόσθεσε το «τώρα». Διότι αυτό δεν θα διαρκέσει για πάντα, λέει, αλλά θα με δεις στην κατάσταση που επιθυμείς. Τώρα όμως να δεχτείς αυτό» (Χρυσόστομος).
(3) οὕτω = Με αυτόν τον τρόπο, τον οποίο εσύ θαυμάζεις της άκρας ταπείνωσης και κένωσης (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(4) πρέπον ό,τι δεν φαινόταν πρέπον στον Ιωάννη, στην πραγματικότητα ήταν τέτοιο, γιατί ήταν δίκαιο (J.A. Bengel).
(5) ἡμῖν «έτσι αρμόζει σε μένα, να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού» (Ζιγαβηνός Ευθύμιος). Το «σε μας» εδώ για τον εαυτό του μόνο το λέει ο Σωτήρας (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(6) πᾶσαν δικαιοσύνην «Έπειτα δείχνει πώς είναι αυτό πρέπον. Πώς λοιπόν είναι πρέπον; Διότι εκπληρώνουμε όλο το νόμο» (Χρυσόστομος). «Διότι δικαιοσύνη τώρα λέει την εντολή του Θεού. Όλες τις εντολές, λέει, τις εκπλήρωσα, όσες ο νόμος διατάζει και αυτή μόνη έμεινε, η εντολή για να βαπτιστώ… Και ήταν εντολή Θεού και το βάπτισμα του Ιωάννη. Διότι είπε αυτός (ο Ιωάννης), ότι «αυτός που με έστειλε να βαπτίζω… και τα υπόλοιπα» (Ζιγαβηνός). Ήταν του Θεού θέλημα ο Ισραήλ να βαπτιστεί και να μπει στη βασιλεία των ουρανών. Και ο Υιός του Θεού λοιπόν, ο οποίος δεν είχε την αξίωση να εξαιρεθεί από το φόρο για το Ναό (Ματθ. ιζ 25,26), δεν ζητά να εξαιρεθεί και σε αυτήν την περίπτωση. Στο τέλος της δημόσιας δράσης του, επρόκειτο να βαπτιστεί το βάπτισμα του παθήματος (Λουκά. ιβ 50,Μάρκος. ι 38) και να βαστάσει τις αμαρτίες των άλλων ως αναμάρτητο θύμα πάνω στο ξύλο (Α Πέτρου. β 24). Δεν έπρεπε λοιπόν στην αρχή της δημόσιας δράσης του να εκφράσει τη συμπάθειά του προς εκείνους, οι οποίοι στέναζαν κάτω από την αμαρτία, αν και αυτός δεν είχε κάποια αμαρτία, με το να υποβληθεί, όπως εκείνοι, στο βάπτισμα του Ιωάννου;
(7) ἀφίησιν Ανταποκρίνεται στο «άφησε» που είναι στην αρχή του στίχου (J.A. Bengel). «Αμέσως υπάκουσε» (Χρυσόστομος). Το αφίησιν είναι ιστορικός ενεστώτας, όπως φαίνεται από το «τότε».
ΣΤΙΧΟΣ 16.
καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς(1) ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ(2) ἀνεῴχθησαν(3) αὐτῷ(4) οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ(5) περιστερὰν(6) καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν(7)·
(Και όταν βαπτίστηκε ο Ιησούς ανέβηκε από το νερό του Ιορδάνη αμέσως. Και ιδού άνοιξαν σε αυτόν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει και να έρχεται επάνω του)
(1) εὐθὺς Αναμφίβολα κάποιοι παρέτειναν το βάπτισμα, για να εξομολογηθούν κατά τη διάρκειά του τις αμαρτίες τους (M.J. Lagrange Paris 1923). «Ο Χριστός όμως επειδή δεν είχε αμαρτία, δεν άργησε μέσα στο νερό» (Ζιγαβηνός).
(2) ἰδοὺ Κάτι νέο και μεγάλο συνέβη (J.A. Bengel).
(3) ἀνεῴχθησαν Ο Μάρκος με πιο ζωηρό τρόπο χρησιμοποιεί το ρήμα «σχιζομένους» (Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922). Ο Ματθαίος και ο Λουκάς χρησιμοποιούν το ανοίγω, λέξη πολύ φυσική στην περίπτωση αυτή. Δες Ιωάννου. α 52, Πράξεις. ι 11, Αποκάλυψη. ιθ 11 (M.J Lagrange Paris 1923). Το άνοιγμα των ουρανών δεν πρέπει να θεωρηθεί με υλική και πραγματική σημασία, αλλά με πνευματική υπερφυσικού ανοίγματος του εσωτερικού καλύμματος το οποίο αποκλείει τη θέαση των πνευματικών πραγμάτων, όπως ο υλικός εξωτερικός ουρανός, το στερέωμα, φαίνεται να μας εμποδίζει από τη θέαση των πιο πέρα από αυτόν (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(4) αὐτῷ Η λέξη δεν μαρτυρείται από όλους τους κώδικες. Αναφέρεται προφανώς στο Σωτήρα (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892). Ο Ιησούς είδε τους ουρανούς ανοιγμένους, όχι όμως αναγκαστικά και οι άλλοι (Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922). Αλλά όταν το Πνεύμα κατέβαινε σαν περιστέρι, πήρε αυτό μορφή αισθητή, ορατή και στους άλλους (M.J Lagrange Paris 1923). Έτσι ο Ιωάννης το είδε (το Πνεύμα).
(5) ὡσεὶ «Το Πνεύμα δεν πήρε τη φύση περιστεριού. Για αυτό και ο ευαγγελιστής δεν είπε «με τη φύση περιστεριού» αλλά «με τη μορφή περιστεριού». Ούτε έπειτα από το γεγονός αυτό εμφανίστηκε με αυτήν τη μορφή, αλλά μόνο τότε» (Χρυσόστομος). Η μορφή η εξωτερική, το σωματικό είδος, το οποίο το Αγιο Πνεύμα διάλεξε, για να εμφανιστεί κατά τη βάπτιση, ήταν  ό μ ο ι ο  με αυτό του περιστεριού. Διότι αυτό δηλώνει ο ομοιωματικός σύνδεσμος ωσεί (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(6) περιστερὰν «Είναι ήμερο το ζώο και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το Πνεύμα είναι πραότητας πνεύμα, για αυτό φαίνεται με αυτή τη μορφή» (Χρυσόστομος). «Το ζώο αυτό αγαπά τους ανθρώπους από τη φύση του και είναι ανεξίκακο. Διότι όταν του στερήσουν τα μικρά του (πουλάκια) το υπομένει και πλησιάζει με τον ίδιο τρόπο αυτούς που του τα στέρησαν. Και είναι πάρα πολύ καθαρό» (Ζιγαβηνός). Και ο Μεσσίας είναι πράος και ταπεινός στην καρδιά (Ματθαίου. ια 29,κα 5) και την πραότητα συνιστά στους διακόνους του (Ματθαίος. ι 16) και για τους πράους επιφυλάσσει ως κληρονομία τη γη (Ματθ. ε 5) (Alf. Plummer London 1911). Ή  το πολύ κοντινό παράλληλο με την εδώ χρήση των ευαγγελίων του είδους του περιστεριού βρίσκεται στον Φίλωνα, ο οποίος δέχεται το περιστέρι ως σύμβολο της θείας σοφίας. Είναι επίσης πιθανόν ότι ο συνδυασμός του περιστεριού με τη θεία Σοφία ήταν οικείος στη γενιά του Φίλωνα (Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922). Αξιόλογη και η αλληγορία «ταυτόχρονα, αυτού του περιστεριού ήταν τύπος εκείνο που ευαγγελίστηκε στο Νώε το τέλος του κατακλυσμού. Διότι όπως ακριβώς τότε έγινε κατακλυσμός από νερό, έτσι και τώρα από την αμαρτία. Και όπως ακριβώς εκείνο το περιστέρι ευαγγελίστηκε την κατάπαυση εκείνου του κατακλυσμού, έτσι και αυτό (το Πνεύμα) του τωρινού» (Ζιγαβηνός). Ο αναμάρτητος Υιός του ανθρώπου είναι ο τόπος, όπου το περιστέρι μπορεί να βρει ανάπαυση (Γένεση η 9) και να μείνει σε αυτόν (Ησαϊα μβ 1).
(7) ἐπ᾿ αὐτόν « Επειδή δηλαδή η φωνή που έλεγε «αυτός είναι ο γιος μου ο αγαπητός» φαινόταν στο πλήθος ότι περισσότερο άρμοζε στον Ιωάννη  και επειδή καθένας από τους ακροατές σχημάτισε την ιδέα ότι για τον βαπτιστή μάλλον παρά για τον βαπτιζόμενο… ήλθε το Πνεύμα… ελκύοντας τη φωνή πάνω από τον Ιησού και έκανε φανερό σε όλους ότι το «αυτός» δεν είχε λεχθεί για τον Ιωάννη που βάπτιζε αλλά για τον Ιησού που βαπτιζόταν» (Χρυσόστομος). Το «ερχόμενον» αποτελεί νέα ένδειξη ότι η εμφάνιση ήταν αισθητή (M.J Lagrange Paris 1923). Δεν πρέπει για κανένα λόγο να θεωρήσουμε, ότι αυτός συλλήφθηκε από το Αγιο Πνεύμα στερούνταν το Πνεύμα μέχρι τη βάπτισή του. Ούτε ότι το χάρισμα του Πνεύματος, που δόθηκε με το βάπτισμα, επέφερε κάποια μεταβολή στη φύση του. Για αυτόν το Πνεύμα σημείωσε την αρχή της δημόσιας δράσης του ως Μεσσία, ως χρισμένου βασιλιά (Alf. Plummer London 1911). Η θεία χάρη, που υπήρχε από την αρχή στο Σωτήρα ως άνθρωπο, μετέδιδε σε αυτόν εσωτερικά τα πλούσια δώρα του Πνεύματος ανάλογα με την δύναμη που κάθε φορά χωρούσε η ανθρώπινη φύση (Λουκά. β 40). Η κάθοδος λοιπόν του αγίου Πνεύματος πάνω σε αυτόν δεν ήταν μετάδοση ξένης δωρεάς από τα έξω, όπως αυτή που δόθηκε στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή, αλλά φανέρωση στον Ιωάννη και στο λαό της συντελεσμένης ήδη εσωτερικής χρίσης και εξωτερική χρίση, δηλαδή ανάδειξη αυτού ως Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
ΣΤΙΧΟΣ 17.
καὶ ἰδοὺ(1) φωνὴ(2) ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός(3) ἐστιν ὁ υἱός μου(4) ὁ ἀγαπητός(5), ἐν ᾧ εὐδόκησα(6).
(Και ιδού φωνή ακούστηκε από τους ουρανούς που έλεγε. Αυτός είναι ο υιός μου, ο αγαπημένος, στον οποίο ευαρεστήθηκα. Τον εγέννησα αϊδίως και είναι ως Θεός μονάκριβός μου Υιός, ως άνθρωπος δε απολύτως αναμάρτητος πάντοτε έκανε το αρεστό ενώπιόν μου)
(1) καὶ ἰδοὺ Επαναλαμβάνει το δεικτικό επίρρημα, για να ελκύσει την προσοχή του αναγνώστη στο δεύτερο γεγονός της ανακήρυξης (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(2) φωνὴ έγινε ή ακούστηκε (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892).
(3) οὗτός Στον Μάρκο φαίνεται ότι η φωνή ακούστηκε από μόνο τον Ιησού («Εσύ είσαι ο υιός μου…»). Ο Ματθαίος μεταβάλλει το Εσύ είσαι σε Αυτός είναι, για να κάνει φανερό, ότι η διακήρυξη υπήρξε δημόσια (W. Allen,1922), και ακούστηκε και από τους άλλους, «ώστε σε εκείνους περισσότερο, οι οποίοι άκουγαν, να δειχτεί ότι ήταν υιός του Θεού… Δεν δηλωνόταν λοιπόν στο Χριστό ό,τι γνώριζε, αλλά για εκείνους που παρόντες άκουγαν, έγινε αυτή η φωνή» (Αυγουστίνος De cons,ev.ΙΙ 14).
(4) ὁ υἱός μου Το όλο χωρίο παρουσιάζεται να συμφωνεί με το Ησαϊου μβ 1 όπως παρατίθεται από τον Ματθαίο (ιβ 18-21): Να, το παιδί μου, το οποίο διάλεξα. Ο αγαπητός μου, στον οποίο ευαρεστήθηκε η ψυχή μου. Θα βάλω το Πνεύμα μου πάνω του (W. Allen,1922).
(5) ἀγαπητός Ο «αγαπητός» δεν είναι προσδιορισμός του «ο υιός μου» αλλά ανεξάρτητος τίτλος = ο αγαπημένος = ο Μεσσίας (W. Allen,1922).
(6) εὐδόκησα «Στον οποίο αναπαύομαι, στον οποίο αρέσκομαι» (Θεοφύλακτος). Στον οποίο ευαρεστήθηκα. Και δείχνει εδώ την ευαρέσκεια, την οποία από την αρχή προ των αιώνων έχει ο Πατέρας στην απαράλλακτή του εικόνα. Και για αυτό μπαίνει ο αόριστος χρόνος για να δηλώσει το από την αρχή, το πριν τους αιώνες (Ν. Δαμαλά,Αθήναι 1892). Άλλη ερμηνεία λιγότερο πιθανή: «ευδοκία είναι η αγαθή θέληση. Και αγαθή θέληση ήταν, το να σωθούν οι άνθρωποι. Τώρα είπε, ότι αυτός είναι, αυτός για τον οποίο θέλησα τα αγαθά, δηλαδή από τον οποίο θα έλθει η σωτηρία των ανθρώπων» (Ζιγαβηνός). «Ευαρεστήθηκε δηλαδή ο Θεός και Πατέρας να αναμορφώσει τα πάντα και τα ξαναφέρει στην κατάσταση που ήταν από την αρχή» (Κύριλλος Αλεξανδρείας)
Β.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ  α  9-11
(Υπόμνημα στο κατά Μάρκον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 30-32 μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλωσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους.
ΣΤΙΧΟΣ 9
Καὶ(1) ἐγένετο(2) ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις(3) ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας(4) καὶ ἐβαπτίσθη(5) ὑπὸ Ἰωάννου εἰς τὸν Ἰορδάνην.
Και κατά τας ημέρας εκείνας ήλθε ο Ιησούς από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και εβαπτίσθη από τον Ιωάννην στον Ιορδάνην.
(1) Καὶ Δες Ματθαίου. γ 13. Παρά τη συντομία της, η αφήγηση του Μάρκου για το βάπτισμα είναι ζωηρή και λεπτομερής (S.D.F. Salmond,Edinburgh 1922).
(2) ἐγένετο «Η φράση «και συνέβη» είναι συνηθισμένη φράση στους Εβραίους. Έπειτα αρχίζει να λέει τι συνέβη» (Ζιγαβηνός).
(3) ἐκείναις ταῖς ἡμέραις «Ημέρες λέει τώρα, αυτές στις οποίες κήρυττε το βάπτισμα της μετανοίας ο Ιωάννης» (Ζιγαβηνός). Αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία: Σε εκείνες τις ημέρες, στο χρόνο που προκαθορίστηκε από τον Πατέρα, ώστε σε αυτόν να γίνει η αρχή του ευαγγελίου. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, όπως πολλές φορές σημαίνεται στην Π.Δ. με τη φράση «Στις ημέρες εκείνες». Ήδη οι έσχατες του Δανιήλ εβδομάδες άρχισαν ή μάλλον το τελευταίο μισό της έσχατης εβδομάδας, όταν «θα συνάψει και θα καταστήσει ισχυρή μια διαθήκη σε πολλούς» ο Μεσσίας (Δανιήλ θ 27).
(4) Γαλιλαίας «Ο Ματθαίος μεν είπε απλώς από τη Γαλιλαία, ενώ ο Μάρκος πρόσθεσε ειδικότερα και την πόλη στην οποία έμενε» (Ζιγαβηνός). Αυτό αποτελεί ένδειξη, ότι το ευαγγέλιο γράφτηκε για αναγνώστες εθνικούς που αγνοούσαν την Παλαιστίνη (Ezra P. Gould, Edinburgh 1921).
(5) ἐβαπτίσθη Δες πόσο ταπεινά υποτάσσεται στο Θεό ερχόμενος να βαπτιστεί από τον Ιωάννη. Έτσι πήρε πάνω του το ομοίωμα της αμαρτωλής σάρκας, ώστε, αν και αυτός ήταν καθαρός και άμεμπτος, δέχεται βάπτισμα μετανοίας σαν να ήταν μολυσμένος. Εξίσου όμως αληθινή και η επόμενη ερμηνεία: «Δεν βαπτίστηκε για αμαρτίες (του). Διότι αυτός ήταν αυτός που σηκώνει την αμαρτία του κόσμου, ο οποίος δεν έκανε αμαρτία ούτε βρέθηκε δόλος και τα υπόλοιπα που λέει το χωρίο. Ούτε (βαπτίστηκε) επειδή είχε ανάγκη να χορηγηθεί σε αυτόν το Πνεύμα. Διότι εκείνο το βάπτισμα (του Ιωάννη) ήταν έρημο και από τα δύο αυτά… Αλλά βαπτίστηκε (ο Κύριος) για να γίνει γνωστός στους πολλούς και να πιστέψουν… Και για αυτό λοιπόν γίνεται τότε η κάθοδος του Πνεύματος, όχι επειδή για πρώτη φορά τότε επιφοίτησε σε αυτόν (διότι δεν ήταν έρημος αυτού) αλλά για να δείξει αυτόν που ανακηρυσσόταν, κάνοντάς τον με το πέταγμά του γνωστό σε όλους σαν ακριβώς με κάποιο δάκτυλο. Και για να εκπληρώσει κάθε δικαιοσύνη βαπτίζεται, η οποία είναι η εκπλήρωση των εντολών. Και είναι εντολή και το να υπακούσει κανείς σε προφήτη που βαπτίζει… Αν όμως πεις ότι βαπτίστηκε και για να αγιάσει σε μας τα νερά, και αυτό να πεις δεν κάνεις λάθος» (Βίκτωρ Αντιοχείας)
ΣΤΙΧΟΙ  10,11
καὶ(1) εὐθέως(2) ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους(3) τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν(4) καταβαῖνον(5) ἐπ᾿ αὐτόν·
Και αμέσως όταν εβγήκε από το νερό, είδε να σχίζωνται οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού, ωσάν περιστερά, να κατεβαίνη εις αυτόν.
καὶ φωνὴ(6) ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν· σὺ εἶ ὁ υἱός μου(7) ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ ηὐδόκησα(8).
(1) καὶ Δες Ματθαίου. γ 16.
(2) εὐθέως Δηλώνει το ταυτόχρονο της οπτασίας= αμέσως μόλις ανέβαινε είδε (Ν.Δαμαλά Αθήνα 1892).
(3) σχιζομένους «Ο Ματθαίος μεν και ο Λουκάς λένε ότι άνοιξαν οι ουρανοί, ενώ αυτός λέει σχίστηκαν» (Ζυγαβηνός Ευθύμιος). Πιο έντονο το σχίστηκαν. Το σχίζεται λέγεται για εκείνο, το οποίο στο παρελθόν δεν είχε ανοιχτεί. Ο Χριστός πρώτος άνοιξε τον ουρανό (J.A. Bengel).
(4) ὡς περιστερὰν Η όμοια με περιστέρι μορφή, που συμβολίζει εδώ το άγιο Πνεύμα, συνδέεται άριστα με το περιστέρι που επέστρεψε στο Νώε με μήνυμα ειρήνης και ελπίδας για τη νέα τάξη, που αναδυόταν από τα νερά, στα οποία είχε ταφεί ο παλαιός κόσμος με όλες τις πονηρές του πράξεις (S.D.F. Salmond,Edinburgh 1922). «Για αυτό έμοιασε με περιστέρι το άγιο Πνεύμα, για να δειχτεί, ότι ένας είναι ο Θεός της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και για να υπενθυμίσει τον κατακλυσμό του Νώε. Διότι τότε την λήξη του κατακλυσμού περιστέρι την ανήγγειλε, που κουβαλούσε στο στόμα κλαδί ελιάς. Και εδώ πάλι, εμφανιζόμενο με μορφή περιστεριού το άγιο Πνεύμα δηλώνει την απαλλαγή από τα αμαρτήματα» (Θεοφύλακτος). «Και τώρα με μορφή περιστεριού, όχι με σώμα έρχεται το Πνεύμα, αναγγέλλοντας στην οικουμένη το έλεος του Θεού, και δηλώνοντας ταυτόχρονα, ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να είναι απονήρευτος και πράος, απλός και άδολος» (Βίκτωρ Αντιοχείας). Δεν κατεβαίνει με μορφή αετού, ο οποίος, αν και είναι βασιλιάς τω πτηνών, είναι όμως πτηνό σαρκοφάγο, αλλά με μορφή περιστεριού, του οποίου κανένα άλλο πτηνό δεν είναι περισσότερο άκακο και αβλαβές. Το περιστέρι ήταν το μόνο από τα πτηνά, που προσφερόταν ως θυσία (Λευϊτικό α 14) και ο Χριστός μέσω του Πνεύματος, του αιωνίου Πνεύματος, πρόσφερε τον εαυτό του θυσία άμεμπτη στο Θεό. Οι ειδήσεις για την κατάπαυση του κατακλυσμού με περιστέρι μεταφέρθηκαν στο Νώε. Πολύ κατάλληλα λοιπόν και οι χαρμόσυνες ειδήσεις της ειρήνευσής μας με το Θεό μεταφέρονται σε εμάς τώρα από το Πνεύμα με μορφή περιστεριού. Μιλά αυτό για την ευαρέσκεια του Θεού προς τους ανθρώπους. Το ότι ο Θεός είναι μέσα στο Χριστό συμφιλιώνοντας τον κόσμο με τον εαυτό του, είναι χαρμόσυνο μήνυμα, που μεταφέρεται σε εμάς πάνω σε φτερά, πάνω στα φτερά περιστεριού. Περιστεριού «που είναι άδολο, πραότατο, και γεννά πολλά παιδιά» (Γρηγόριος Νύσσης). Το περιστέρι ήταν το έμβλημα της καθαρότητας. Και η εμφάνισή του εδώ συμφωνεί με την γλυκύτητα και το ειρηνικό της βασιλείας του Χριστού (Ezra P. Gould, Edinburgh 1921).
(5) καταβαῖνον Η κατάβαση του Πνεύματος ήταν πραγματικό γεγονός. Δεν ήταν απλό σύμβολο, που μαρτυρούσε, ότι το πρόσωπο του Κυρίου είχε μέσα του το άγιο Πνεύμα. Χωρίς να αποκλείεται, ότι ο Κύριος είχε μέσα στον εαυτό του και προηγουμένως το Πνεύμα, παρεχόταν τώρα σε Αυτόν κατά την ανθρώπινη φύση του και ειδική ενίσχυση που ετοίμαζε αυτόν στο μεσσιακό του έργο, το οποίο επρόκειτο ήδη να αρχίσει. Παράλληλη με την κάθοδο αυτή είναι η κάθοδος του αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, η οποία ετοίμασε τους μαθητές για το νέο τους αποστολικό έργο, στο οποίο επρόκειτο να επιδοθούν. Επιπλέον η κάθοδος αυτή ήταν ενδεικτική της σημασίας και της σπουδαιότητας του βαπτίσματος, το οποίο ο Κύριος θα έδινε σε εμάς (Ezra P. Gould, Edinburgh 1921).
(6) φωνὴ «Διατύπωσε ο Θεός φωνή στο σώμα του αέρα για να την καταλάβουν αυτοί που άκουγαν και αυτή η φωνή έγινε σύμφωνα με την επικρατούσα συνήθεια αυτών που μιλάνε. Έτσι ο Θεός, ο οποίος θέλει όλοι να σωθούν και να έλθουν σε επίγνωση της αλήθειας, για τον σκοπό της σωτηρίας των ανθρώπων άρθρωσε τον λόγο στον αέρα, όπως λέει και προς του Ιουδαίους ο Κύριος που νόμιζαν ότι έγινε βροντή, επειδή ο ήχος δημιουργήθηκε στον αέρα, ότι «δεν έγινε για μένα αυτή η φωνή, αλλά για εσάς» (Γρηγόριος Νύσσης).
(7) σὺ εἶ ὁ υἱός μου «Αν ο Χριστός είναι άλλος μέσα σε άλλον, σύμφωνα με τα λόγια του Νεστορίου (αιρετικού), θα έπρεπε να πει: Μέσα σε σένα είναι ο γιος μου ο αγαπητός» (Βίκτωρ Αντιοχείας).
(8) ἐν σοὶ ηὐδόκησα «Στο κατά Ματθαίον μεν έχει γραφτεί: αυτός είναι ο υιός μου. Ο Μάρκος όμως και ο Λουκάς γράφουν Εσύ είσαι ο υιός μου. Τι λοιπόν θα πούμε για αυτό;… Οι ευαγγελιστές άλλοτε μεν απομνημονεύουν ακέραια αυτά τα ρητά. Άλλοτε όμως την μεν έννοια του ρητού την διασώζουν ολόκληρη, αλλά κάποιες λέξεις τις αλλάζουν ελαφρώς χωρίς να γίνεται αισθητό, όταν αυτό δεν πρόκειται να βλάψει καθόλου τον λόγο, αφού η λέξη που αντικατέστησε την άλλη σημαίνει ακριβώς το ίδιο» (Ζιγαβηνός). Έως τότε ο Κύριος περνούσε τη ζωή του με αφάνεια ως τέκτων στη Ναζαρέτ. Τώρα δημόσια ανακηρύσσεται από τον Πατέρα ως Υιός του αγαπητός. Πόσες αξίες είναι κρυμμένες κάτω από τη σκιά της ασημότητας, της αφάνειας ή και της περιφρόνησης του κόσμου και δεν είναι δυνατόν να γίνουν γνωστές ή και δεν θέλουν να γίνουν γνωστές καλυπτόμενες από το πέπλο της ταπεινοφροσύνης τους! Αλλά γρήγορα ή αργά θα καταστούν γνωστές, όπως και ο Χριστός έγινε γνωστός αφού μαρτυρήθηκε από τον Πατέρα στον κατάλληλο χρόνο. Δες ποιά είναι η σχέση του Κυρίου Ιησού με το Θεό. Εσύ είσαι ο Υιός μου. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού από προαιώνια γέννηση, που γεννήθηκε ως πρωτότοκος από τον Πατέρα πριν από κάθε κτίση (Κολασσαείς α 15, Εβραίους α 3). Αλλά είναι υιός του Θεού και ως άνθρωπος αφού γεννήθηκε με υπερφυσική σύλληψη από το άγιο Πνεύμα (Λουκά α 35) και επιπλέον προορίστηκε με ειδική απόφαση και ανάδειξη από τον πατέρα στο έργο και το αξίωμα του Λυτρωτή του κόσμου. Αυτόν ο Πατέρας σφράγισε και αγίασε ο Θεός. Ο αγαπητός Υιός μου. Είναι ο υιός της αγάπης του Πατέρα (Κολασσαείς α 13), ο οποίος είναι μέσα στους κόλπους του πατέρα αιωνίως (Ιωάννου α 18), η ευφροσύνη του Πατέρα πάντοτε μεν, ιδιαίτερα όμως στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, ως μεσίτης ανάμεσα σε μας και τον Πατέρα. Για αυτό ο Πατέρας αυτόν «αγαπά, επειδή αυτός θυσιάζει την ζωή του, για να την πάρει πάλι» (Ιωάννου ι 17). Δείτε και θαυμάστε, ποια αγάπη έδειξε σε εμάς ο Θεός, αφού παρέδωσε τον Υιό της αγάπης του να πάθει και να πεθάνει για εκείνους, που ήταν γενεά οργής. Σε σένα ευαρεστήθηκα. Ευαρεστείται με αυτόν, αλλά και με κάθετί που είναι σε αυτόν. Και με όλους λοιπόν που είναι ενωμένοι με αυτόν. Μέσω αυτού οι πνευματικές μας θυσίες γίνονται ευπρόσδεκτες στο Θεό (Α Πέτρου β 5). Έξω από τον Χριστό ο Θεός είναι φωτιά που κατακαίει. Αλλά με το Χριστό είναι Πατέρας συμφιλιωμένος με εμάς. Αποτελεί η φωνή αυτή του Πατέρα περίληψη του όλου ευαγγελίου. Είναι λόγος αξιόπιστος και κάθε αποδοχής άξιος, ότι ο Θεός διακήρυξε τον Ιησού Χριστό αγαπητό του Υιό, στον οποίο ευαρεστήθηκε και μαζί με αυτήν τη φωνή του Πατέρα πρέπει να εναρμονιστούν και οι δικές μας φωνές, διαλαλώντας με πίστη, ότι αυτός είναι ο αγαπητός Σωτήρας μας, μέσω του οποίου ευαρεστούμε και εμείς στον Πατέρα.
Γ.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ  γ  21-22
(Υπόμνημα στο κατά Λουκάν, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 63-66 μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΤΙΧΟΣ 21
Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ βαπτισθῆναι(1) ἅπαντα(2) τὸν λαὸν καὶ Ἰησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου(3) ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν(4)
Πριν όμως φυλακισθή ο Ιωάννης και αφού εβαπτίσθη όλος ο λαός, που είχεν έλθει στον Ιορδάνην, και όταν ο Ιησούς εβαπτίσθη και προσηύχετο, ηνοίχθη ο ουρανός
(1) ἐν τῷ βαπτισθῆναι = την ώρα που όλος ο λαός βαπτίστηκε. Ο αόριστος
λέγεται αντί για υπερσυντέλικο = είχε βαπτιστεί (Ν.Δαμαλά.1892). Εάν ο Λουκάς είχε γράψει «την ώρα που βαπτιζόταν», τότε θα υπονοούσε ότι ήταν παρόντες πολλοί την ώρα που ο Κύριος βαπτίστηκε και ακολούθησαν τα σημεία, τα οποία ο Λουκάς αφηγείται στη συνέχεια. Μάλλον φαίνεται πιθανό ότι ο Ιησούς περίμενε μέχρις ότου θα ήταν μόνος με τον Ιωάννη (A. Plummer,1928, F. Godet,1888). Ο πολύς λαός ήταν ήδη βαπτισμένος και ο Σωτήρας ήλθε στο τέλος (Ν.Δαμαλά.1892).
(2) ἅπαντα Λαϊκή υπερβολική έκφραση αντί να πει, πλήθος λαού (Ν.Δαμαλά.1892). Η΄, ο λαός που παρευρισκόταν εκείνη την ώρα εκεί. Ο Ιησούς περίμενε να βαπτιστούν πρώτα όλοι οι άλλοι και τελευταίος από όλους αυτός. Έτσι ταπείνωσε τον εαυτό του και απέφυγε κάθε διαφήμιση για τον εαυτό του, εμφανιζόμενος προς τον Ιωάννη σαν ένας από τους τελευταίους, σαν ο έσχατος των εσχάτων.
(3) προσευχομένου «Αφού βαπτίστηκε προσευχόταν διδάσκοντας ότι πρέπει αυτοί που βαπτίστηκαν να προσεύχονται» (Ζιγαβηνός). Ο Λουκάς συχνά αναφέρει τις προσευχές του Ιησού, και μάλιστα κατά τα πιο σπουδαία γεγονότα της ζωής του. Δες Λουκά στ 12, θ 18,29, κβ 32,41, κγ 46 (J.A. Bengel). Ο Λουκάς στο ευαγγέλιό του τονίζει το καθήκον της προσευχής (A. Plummer,1928). Εδώ η προσευχή του Ιησού παρουσιάζεται ιδιαιτέρως αποτελεσματική. Οι ουρανοί κατά τη διάρκειά της ανοίγουν (M.J. Lagrange,1921). Δεν εξομολογείται αμαρτίες, όπως όταν βαπτίζονταν εξομολογούνταν οι άλλοι. Διότι αυτός ήταν αναμάρτητος. Προσεύχεται μόνο. Προσεύχεται όπως οι άλλοι, διότι η προσευχή είναι μέσο με το οποίο διατηρεί κάποιος κοινωνία και σχέση με τον Πατέρα. Έτσι τίμησε ο Κύριος την προσευχή, μας συνέδεσε με αυτήν και μας ενθάρρυνε προς αυτήν.
(4) ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν «Είπε ο ευαγγελιστής ότι άνοιξε ο ουρανός γιατί ήταν από παλιά κλεισμένος… Επειδή δηλαδή τώρα φανερώθηκε μία ποίμνη και η πάνω (ουράνια) και η κάτω (επίγεια), και αναδείχτηκε ένας για όλους αρχιποιμένας, άνοιξε μεν ο ουρανός, και ενώθηκε μαζί με τους αγίους αγγέλους ο επίγειος άνθρωπος. Και επιφοίτησε και το Πνεύμα πάλι, σαν σε δεύτερη απαρχή του γένους μας. Και σαν σε πρώτο τον Χριστό, ο οποίος το δέχεται κατά συγκατάβαση όχι τόσο για τον εαυτό του, αλλά για μας. Διότι σε όλα με αυτόν και μέσω αυτού πλουτίσαμε. Με πάρα πολλή συγκατάβαση λοιπόν υπομένει μαζί μας τα ανθρώπινα» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Άλλοτε με την προσευχή διαχωρίστηκαν τα νερά, για να διανοιχτεί μέσω αυτών οδός προς την Χαναάν. Τώρα απομακρύνθηκε ο αέρας, άλλο ρευστό στοιχείο, για να διανοιχτεί επικοινωνία με την ουράνια Χαναάν. Έτσι ανοίχτηκε τότε στο Χριστό και μέσω αυτού ήδη και σε εμάς οδός νέα, πρόσφατη και ζωντανή που μας εισάγει στα αληθινά άγια. Η αμαρτία είχε κλείσει τον ουρανό. Αλλά η προσευχή του Χριστού άνοιξε και πάλι αυτόν. Η προσευχή είναι θεσμός που ανοίγει τους ουρανούς. Χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί.
ΣΤΙΧΟΣ 22
καὶ(1) καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σωματικῷ εἴδει(2) ὡσεὶ(3) περιστερὰν(4) ἐπ᾿ αὐτόν(5), καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν· σὺ(6) εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα.
και κατέβηκε το Πνεύμα το Αγιον με μορφήν εξωτερικήν και σωματικήν που εμοιαζε προς περιστεράν και ήλθε φωνή από τον ουρανόν, που έλεγε· “συ είσαι ο υιός μου ο αγαπητός, εις σε έχω ευαρεστηθή, διότι και ως άνθρωπος ετήρησες όλα όσα είναι αρεστά εις εμέ”.
(1) καὶ Και συνέβη να κατέβει.
(2) σωματικῷ εἴδει Δηλαδή με μορφή, με σχήμα σωματικό, πήρε δηλαδή μόνο το εξωτερικό σχήμα και τη μορφή του σώματος, όχι όμως σώμα πραγματικό (Ν.Δαμαλά.1892). «Με σωματική μορφή κατέβηκε, για να γίνει ορατό από τα σωματικά μάτια των ανθρώπων» (Ζιγαβηνός). Εάν ο Λουκάς επέμεινε περισσότερο από τον Μάρκο στη σωματική μορφή, έπραξε αυτό αναμφίβολα, για να τονίσει την πραγματικότητα της εμφάνισης, ίσως δε και για να τονίσει την ιδιαίτερη υπόσταση και προσωπικότητα του Πνεύματος (M.J. Lagrange,1921). Το Πνεύμα κατεβαίνει με σωματική μορφή, για να αποκαλυφθεί έτσι ότι είναι προσωπική υπόσταση και όχι απλώς ενέργεια της θεότητας. Έτσι λοιπόν έγινε πλήρης, εμφανής και αισθητή φανέρωση της Τριάδας σε αυτήν την αρχή του ευαγγελίου. Και πάρα πολύ κατάλληλα έγινε αυτή κατά το βάπτισμα του Χριστού, ο οποίος επρόκειτο να καταστήσει το μυστήριο του βαπτίσματος διακριτικό γνώρισμα της ομολογίας της πίστης στο δόγμα της Τριάδας, του Πατέρα και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, στο όνομα της οποίας και τελειώνεται το βάπτισμα.
(3) ὡσεὶ Επεξήγηση του «με σωματική μορφή» που δείχνει σε τι συνίστατο αυτή η μορφή (Ν.Δαμαλά.1892). Το ωσεί υποδηλώνει ότι επρόκειτο για απλή ομοιότητα.
(4) περιστερὰν Ζήτησαν οι διάφοροι ερμηνευτές την αναλογία και ομοιότητα του συμβόλου του περιστεριού με το άγιο Πνεύμα είτε στο χαρακτήρα του περιστεριού, είτε στον τρόπο που πετάει. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή αναφέρονται στα λόγια του Κυρίου στο Ματθαίου ι 16 και προβάλλουν ότι το περιστέρι είναι «το ζώο της απλότητας και της αθωότητας» Τερτυλλιανός (F. Godet,1888). Εμφανίστηκε το Πνεύμα με μορφή περιστεριού «επειδή είναι πράο και ακέραιο, ώστε και εμείς να μιμηθούμε το πράο και ακέραιο του περιστεριού» (Ωριγένης) «για να μάθουμε ότι πρέπει να είμαστε πράοι και καθαροί» (Θεοφύλακτος). Το περιστέρι διακρίνεται για την ειρηνική του απλότητα, την απαλλαγμένη από κάθε κακία (Hofmann) και είναι το έμβλημα της γλυκύτητας και της αγνότητας (Keil). Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή τονίζεται ο γλυκύς χαρακτήρας των κινήσεών του και αντιθέτουν το πέταγμα του περιστεριού με αυτό του αετού ή με τη ταχύτητα της αστραπής ή τη βία της θύελλας (F. Godet,1888). Αξιοσημείωτη και η επόμενη που συνδυάζει περισσότερες από μία εκδοχές. «Το Πνεύμα κατεβαίνει με μορφή περιστεριού. Διότι όπου υπάρχει συμφιλίωση Θεού, εκεί είναι και περιστέρι. Διότι και στην κιβωτό του Νώε φέρνοντας κλαδί ελιάς ήλθε το περιστέρι, σύμβολο της φιλανθρωπίας του Θεού και της απαλλαγής από την κακοκαιρία. Και τώρα με μορφή περιστεριού, όχι με σώμα, έρχεται το Πνεύμα, αναγγέλλοντας στην οικουμένη το έλεος του Θεού, και φανερώνοντας ταυτόχρονα, ότι πρέπει ο πνευματικός άνδρας να είναι απονήρευτος και απλός και άκακος» (Χρυσόστομος). Ο,τιδήποτε και αν είναι, το ουσιώδες χαρακτηριστικό εδώ είναι η οργανική μορφή, με την οποία εμφανίζεται το Πνεύμα. Με τη μορφή αυτή παρουσιάζεται ως αδιαίρετη ολότητα. Κατά την Πεντηκοστή φάνηκαν διαμοιραζόμενες γλώσσες, σύμβολο των διαφόρων χαρισμάτων που κατανέμονται μεταξύ των πιστών. Στον Ιησού όμως κατεβαίνει ως ολότητα (F. Godet,1888).
(5) ἐπ᾿ αὐτόν «Δεν αγιάζεται ως Θεός που είναι, παίρνοντας το Πνεύμα. Διότι αυτός είναι που αγιάζει. Αλλά (αγιάζεται) ως άνθρωπος που έγινε» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).
(6) σὺ Απάντηση στην προσευχή του Ιησού (J.A. Bengel). Ο Μάρκος επίσης έχει σε δεύτερο πρόσωπο την φωνή του Πατέρα. Ο Ματθαίος σαν να λεγόταν για το Χριστό σε ένα τρίτο πρόσωπο. «Η ποικιλία των εκφράσεων μέχρι τώρα είναι ωφέλιμη, έτσι ώστε να μην γίνεται λιγότερο κατανοητό αυτό που εκφράζεται με ένα τρόπο» (Αυγουστίνος). Η εκφορά σε δεύτερο πρόσωπο εκφράζει την πληροφορία που δόθηκε από τη φωνή του Πατέρα στη συνείδηση του Κυρίου. Ενώ η εκφορά σε τρίτο πρόσωπο εκφράζει την βεβαίωση που δόθηκε στον Βαπτιστή.

Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο Χριστός κοντά στα άλλα που έπαθε για τον Άνθρωπο, ΕΠΑΘΕ και ΑΠΟΓΡΑΦΗ. Ενα “ξεχασμένο” σωτηριολογικό γεγονός, με βαθιά θεολογική προέκταση.

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Ιανουαρίου 2019

xristougenna2

Γράφει ο μακαριστός  καθηγητής του Α.Π.Θ. Στέργιος Σάκκος
“Οι Ρωμαίοι, όταν αποτελούσαν κράτος μόνοι τους, έκαναν απογραφή κάθε πέντε χρόνια. Όταν κατέκτησαν λαούς πολλούς και έγιναν μία αχανής αυτοκρατορία, επειδή ήταν δύσκολο να διοργανώνουν απογραφή κάθε πενταετία, τριπλασίασαν το διάστημα και το έκαναν δεκαπενταετία.

Η απογραφή άρχιζε κάθε φορά με ένα διάταγμα του αυτοκράτορα. Ο ευαγγελιστής Λουκάς το διάταγμα αυτό το λέει στα ελληνικά «δόγμα». Οι πρώτες παγκόσμιες απογραφές άρχισαν επί του δευτέρου Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, ο οποίος μετά από πολλούς εξωτερικούς και εμφυλίους πολέμους επικράτησε ως μονάρχης όλου του γνωστού τότε κόσμου.

Η πρώτη απογραφή στους Εβραίους συνέπεσε με τη γέννηση του Χριστού. Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τότε περιλάμβανε πολλά έθνη. Ορισμένα από τα έθνη αυτά είχαν δικούς τους βασιλιάδες. Αλλά όλοι οι βασιλιάδες εκείνοι ήταν δούλοι του αυτοκράτορα της Ρώμης, ο οποίος ήταν βασιλιάς των βασιλιάδων και διόριζε ή απέλυε τους βασιλιάδες σαν ιδιωτικούς υπαλλήλους. Κατά τους χρόνους που γεννήθηκε ο Χριστός, είναι γνωστό σε όλους ότι αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Αύγουστος και βασιλιάς υποτελής των Εβραίων ο Ηρώδης.

Όπως κάθε δεκαπενταετία έτσι και τη φορά εκείνη, που η απογραφή εφαρμόσθηκε στον Ισραήλ για πρώτη φορά, ο Αύγουστος εξέδωσε διάταγμα να απογραφεί όλος σχεδόν ο γνωστός τότε κόσμος. «Εγένετο δε», γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς, που είναι ένας καταπληκτικός ιστορικός, «εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην. Αύτη η απογρα­φή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου». Κυρήνιος λεγόταν ο τότε Ρωμαίος γενικός διοικητής της Συρίας. Το Ρωμαϊκό κράτος χωριζόταν σε μεγάλα γεωγραφικά διαμερίσματα, όπως είναι σήμερα στη χώρα μας η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Θεσσαλία κλπ. Η Συρία ήταν ένα τέτοιο διαμέρισμα. Τα διαμερίσματα αυτά χωρίζονταν σε άλλα μικρότερα, όπως περίπου είναι σήμερα οι νομοί. Η Παλαιστίνη ήταν νομός της Συρίας. Ο Ηρώδης ήταν υφιστάμενος του Κυρηνίου. Οι αρχαίοι, όταν ήθελαν να σημειώσουν τη χρονολογία, έγραφαν το όνομα του ηγεμόνα στις μέρες του οποίου συνέβαινε ένα γεγονός.

Γι’ αυτό και ο Λουκάς σημειώνει· «ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου».
Στο διάταγμα του βασιλιά των βασιλιάδων Αυγούστου υπάκουαν όλοι. Έφευγαν από τις πόλεις, όπου κατοικούσαν, και πήγαιναν στην πόλη από την οποία κατάγονταν, για να απογραφούν όπως κάνουμε και μεις σήμερα, όταν ψηφίζουμε. «Και επορεύοντο πάντες απογράφεσθαι, έκαστος εις την ιδίαν πόλιν. Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαυίδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, διά το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαυίδ, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω» (Λκ 2,3-5). Οι διαταγές ήταν αυστηρές, οι Ρωμαίοι αξιωματικοί επίσης αυστηροί. Κάθε καθυστέρηση ή απουσία τιμωρούνταν παραδειγματικά. Δεν γινόταν καμία εξαίρεση. Κόσμος πολύς κατέφθανε απ’ όλες τις περιοχές στα κέντρα απογραφής. Κανείς δεν υπολόγιζε τις ταλαιπωρίες· έβαζε την οικογένεια του σε μία άμαξα ή, αν ήταν φτωχός, έβαζε τα άρρωστα και ανήλικα μέλη σε ένα – δύο άλογα και οι υπόλοιποι πεζοί πήγαιναν στην πατρική πόλη. Οι δρόμοι γεμάτοι από πλήθη. Τα πανδοχεία, τα ξενοδοχεία της εποχής εκείνης, δεν είχαν χώρο ούτε στη σκάλα ούτε στην αυλή. Εννοείται ότι τα αρχαία ξενοδοχεία δεν είχαν κρεβάτια ούτε στρώματα ούτε καν δωμάτια ατομικά. Ανάμεσα στο πλήθος ήταν και ο φτωχός Βηθλεεμίτης Ιωσήφ, που κατοικούσε χρόνια τώρα στη Ναζαρέτ. Πήγαινε να απογραφεί στη πατρίδα του· μαζί του ταλαιπωρούνταν και η απλοϊκή κόρη Μαριάμ, η έγκυος παρθένος, που βρισκόταν στις τελευταίες ήμερες της εγκυμοσύνης. Και αυτοί και ο Χριστός, που ήταν ακόμη στα σπλάγχνα της μητέρας του, πήγαιναν να απογραφούν σαν αντικείμενα της περιουσίας του Αυγούστου!

Μετά από τη ταλαιπωρία του ταξιδιού έφθασαν στη Βηθλεέμ και, όπως όλοι οι ταξιδιώτες, κατέλυσαν σε κάποιο πανδοχείο. Τα πανδοχεία διέθεταν μεγάλους χώρους όπου συνωστίζονταν οι πελάτες και κατακλίνονταν, αν μπορούσαν να κατακλιθούν, ο ένας δίπλα στον άλλο. Κοντά σε κάθε πανδοχείο υπήρχε απαραίτητα ο στάβλος – όπως σήμερα κοντά στο ξενοδοχείο υπάρχει το πάρκιγκ – για να βρίσκουν εκεί τροφή και ανάπαυση τα μεταφορικά μέσα της εποχής, τα υποζύγια. Το βράδυ που έφθασε η αγία οικογένεια στη Βηθλεέμ, ιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς, συμπληρώθηκαν οι μέρες να γεννήσει η Μαρία και γέννησε τον υιό της τον πρωτότοκο και τον σπαργάνωσε μέσα στο παχνί (του στάβλου), διότι «ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι» (Λκ 2,7). Δεν υπήρχε στο πανδοχείο ιδιαίτερος τόπος για το έκτακτο γεγονός της γέννας και φυσικά δεν ήταν δυνατόν να γεννήσει η Παρθένος μπροστά σ’ όλους τους ενοίκους του πανδοχείου. Έτσι το πρώτο κρεβατάκι στο όποιο ακούμπησαν το νεογέννητο Χριστό ήταν η φάτνη, το παχνί όπου ρίχνουν το άχυρο των ζώων, διότι δεν υπήρχε καθαρότερο μέρος. Την άλλη μέρα, ή τις άλλες, πήραν σειρά να απογραφούν. Και ο μεν Ιωσήφ δήλωσε ένα μέλος περισσότερο, ο δε Αύγουστος απέγραψε ένα δούλο περισσότερο.

 Ο ενανθρωπήσας Θεός γεννήθηκε δούλος, την ώρα που αγεληδόν γινόταν η καταμέτρηση των δούλων, και η πρώτη υποχρέωση της ζωής του ήταν να εξαγοράσει τον εαυτό του για ένα χρόνο.
Τί ταπείνωση! Και ενώ αυτός ήταν ο βασιλιάς των βασιλιάδων της οικουμένης, άλλος κρατούσε φαινομενικά τη θέση του βασιλιά των βασιλιάδων, ο Αύγουστος· κι αυτός γεννήθηκε σαν κτήμα και μέρος της περιουσίας εκείνου. Ενώ ο Ιησούς ήταν ο βασιλιάς του Ισραήλ, ως υιός του Δαυίδ, και η γνησιότητα της καταγωγής του από τον Δαυίδ φαινόταν από τα έγγραφα της απογραφής, τα οποία τον υποχρέωσαν να απογραφεί στη πόλη του Δαυίδ Βηθλεέμ, εν τούτοις άλλος καθόταν ως τύραννος στο τράχηλο του Ισραήλ, ο Ιδουμαίος Ηρώδης, που όχι υιός του Δαυίδ δεν ήταν, αλλά ούτε Ισραηλίτης. Όταν γεννήθηκε ο αληθινός βασιλιάς του κόσμου, ο ένας βασιλιάς, ο Αύγουστος, τον απέγραφε ως κτήμα του και ο άλλος βασιλιάς, ο Ηρώδης, τον κυνηγούσε ως θύμα του, ήθελε να τον σφάξει.

Οι ποιητές της Εκκλησίας κάτω από το γεγονός της απογραφής βλέπουν μία άλλη απογραφή, πνευματική.

Μονάρχησε ο Αύγουστος στη γη για να παύσει η πολυαρχία· ενανθρώπησε ο Χριστός, για να παύσει η πολυθεΐα.

Απογράφηκαν οι λαοί με το διάταγμα του Καίσαρα Αυγούστου· επιγραφήκαμε οι πιστοί με το όνομα του Χριστού, πήραμε το όνομά του, για δικό μας, ονομαστήκαμε Χριστιανοί.

Απογράφηκε ο Θεός ως δούλος του Αυγούστου, για να μας ελευθερώσει από τη δουλεία της αμαρτίας.

Απογράφηκε ο Ιησούς στα φορολογικά βιβλία του Αυγούστου, για να πληρώνει χρηματικό φόρο· απογραφήκαμε και μείς στο βιβλίο της ζωής και προσφέρουμε «υπέρ την χρηματικήν φορολογίαν πλουτισμόν ορθοδό­ξου θεολογίας». Ακούμε τα υψηλά αυτά μελωδήματα στη γιορτή των Χριστουγέννων.
Άθλιοι όσοι απογράφονταν ως δούλοι του Καίσαρα Αυγούστου. Μακάριοι όσοι απογραφόμαστε ως δούλοι του παμβασιλέα Χριστού. Τρισάθλιοι όσοι πλήρωναν φόρο σώματος στο μονάρχη Αύγουστο. Τρισευτυχισμένοι όσοι λυτρωθήκαμε ψυχικά και σωματικά με το αίμα του αιωνίου μονάρχη Ιησού και πληρώνουμε σ’ αυτόν φόρο πίστεως. Απολαμβάνουμε την ευλογία αυτή, διότι ο Ιησούς υπέφερε την αθλιότητα εκείνη

Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Δεκεμβρίου 2018

Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, άρθρο Στυλιανού Παπαδοπούλου, τόμος Α, σελ. 464-472, Αθήνα 1962).

Αειπαρθενία της Θεοτόκου. Το αφηρημένον ουσιαστικόν «αειπαρθενία» δηλοί την κατάστασιν ανδρός ή γυναικός, κατά την οποίαν ούτοι ουδέποτε εγνώρισαν γαμιαίας σχέσεις και διετήρησαν ούτω την παρθενίαν των ες αεί.
Η λέξις Αειπαρθενία και Αειπάρθενος απεδόθη από των πρώτων ήδη αιώνων εις την Παναγίαν Μητέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μαζί με πολλάς άλλας λέξεις, ακτινοβολούσας τον μέγαν σεβασμόν των πιστών προς την Κυρίαν Θεοτόκον.
Αντίστοιχος λέξις εις την λατινικήν και τας ευρωπαϊκάς γλώσσας δεν υπάρχει και δια τον λόγον τούτον δεν απαντά μονολεκτικός τύπος δια την δήλωσιν του «αειπάρθενου» της Θεοτόκου εις τους Λατίνους Πατέρας και εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Η πίστις εις την αλήθειαν της Αειπαρθενίας της Θεοτόκου ήτο κοινή συνείδησις των αποστολικών χρόνων και διήκει δι’ όλης της χριστιανικής παραδόσεως μέχρι σήμερον, δια τους ορθοδόξους καί τους ρωμαιοκαθολικούς χριστιανούς.
Ας ίδωμεν, όμως, συστηματικώς διατυπουμένην την περί Αειπαρθενίας της Θεοτόκου διδασκαλίαν: α) εις τήν Αγίαν Γραφήν, β) τους αποστολικούς Πατέρας, γ) τους μετέπειτα Πατέρας, δ) την Ορθόδοξον Υμνολογίαν και ε) τας αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων.
1. Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου κατά τας Γραφάς.
α) Π. Διαθήκη. Η εκ παρθένου γέννησις του Σωτήρος εξαγγέλλεται καί προφητεύεται σαφώς εις την Π. Διαθήκην. Κλασσική κατέστη η προφητεία του Ησαΐου (ζ 14), την οποίαν αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (α 23): «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει καί τέξεται υιόν καί καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ». Η παρθένος θα τέξη, κατά τον προφήτην, υιόν (η παρθένος… τέξεται). Κατά την έκφρασιν ταύτην του Ησαΐου, επομένως, η τίκτουσα, θα είναι παρθένος καί κατά την στιγμήν, την οποίαν θα τίκτη. Εάν η γεννώσα κατά τον τόκον δεν θα ήτο παρθένος, δεν θα έλεγεν ο Ησαΐας: «ή παρθένος τέξεται», αλλ’ η γυνή τέξεται, διότι μόνον η γυνή τίκτει φυσιολογικώς και ουδέποτε η παρθένος. Ούτω, συμφώνως προς τον Ησαΐαν, η Μαρία θα παραμείνη παρθένος κατά τον τόκον. Με την ερμηνείαν αυτήν της προφητείας συμφωνούν οι αποστολικοί καί μετέπειτα Πατέρες. (Πρβλ. Ιουστίνου, PG 673 και 676. Πλείονα διά την υπό το πνεύμα τούτο ερμηνείαν της προφητείας, όρα Μ. Schmans, Katholische Dogmatik. V, (Mariologie). Munchen 1955, σ. 122- 123.
Πλην της σαφούς ταύτης προφητείας περί της διαφυλάξεως της παρθενίας της Θεοτόκου κατά τον τόκον υπάρχουν καί άλλα χωρία της Π. Διαθήκης εκληφθέντα καί ερμηνευθέντα υπό τών Πατέρων, ως αφορώντα εις τήν διατήρησιν τής παρθενίας τής Θεοτόκου κατά καί μετά τόκον. Τοιαύτα είναι:
Το Ησ. «καί εξελεύσεται ράβδος εκ τής ρίζης Ιεσσαί καί άνθος εκ τής ρίζης αναβήσεται καί αναπαύσεται επ’ αυτόν Πνεύμα Θεού…» (ια 1 – 2).

Το Ιεζεκ. «καί η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, καί ουδείς μη διέλθη δι’ αυτής. Ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής καί έσται κεκλεισμένη». (Υπό την φράσιν «πύλη κεκλεισμένη» νοείται η Παρθένος Μαρία). Το Εξ. γ 2 κ. εξ. περί τής φλεγομένης καί μή καιομένης βάτου. Το Γέν. κη 12-13, περί τής κλίμακος τού Ιακώβ. Το Εξ. ιστ’ 33. Το Κριτ. στ’ 37 κ. εξ. Το Ψαλμ. οε’ 3 και το πστ 5. Το Αριθ. ιζ’ 8 κ.ά.
β) Κ. Διαθήκη.
Ουδείς των ιερών Ευαγγελιστών ασχολείται ειδικώς περί τό αειπάρθενον της Θεοτόκου. Ούτοι, αρκούνται να δηλώσουν την δια Πνεύματος Αγίου σύλληψιν του Υιού του Θεού (Λουκ. α’ 35, Ματθ. α’ 18) καί την εκ παρθένου γέννησιν αυτού (Ματθ. α’ 23, Λουκ. α’ 26, 27 καί 31).

Πρώτον, λοιπόν, βεβαιούται η διά Πνεύματος Αγίου σύλληψις υπό του Ματθαίου. «Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ήν. Μνηστευθείσης γάρ τής μητρός αυτού Μαρίας τώ Ιωσήφ, πριν ή συνελθείν αυτούς, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου.α’ 18). και υπό του Λουκά: «Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ού γινώσκω; Καί αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή· Πνεύμα Αγιον επελεύσεται επί σέ καί δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ. α 35). Η Παρθένος δεν θα χρειασθή να πληρώση τον φυσικόν νόμον της αναπαραγωγής· μένει ξένη πρός ό,τι συμβαίνει με τούς λοιπούς ανθρώπους καί μάλιστα απορούσα πώς, παρθένος αύτη ούσα, θα γεννήση υιόν, λαμβάνει την απάντησιν, ότι δι’ υπερφυσικού τρόπου καταλύοντος κατ’ ανάγκην τόν φυσικόν νόμον, θα πραγματοποιηθή η γέννησις: «διά Πνεύματος Αγίου».
Δεύτερον, δείκνυται ότι η τίκτουσα, κατά τόν τόκον θα είναι παρθένος. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρων την προφητείαν τού Ησαΐου (ζ 14), λέγει «η Παρθένος… έξει καί τέξεται υιόν» (α 23)· ό Λουκάς απηχών καί ούτος τήν προφητείαν τού Ησαΐου, λέγει· «καί ιδού συλλήψη εν γαστρί καί τέξη υιόν» (α 31). Ποία «συλλήψει καί τέξη»; Η παρθένος, η μεμνηστευμένη ανδρί (Λουκ. α 27′). Κατά τα χωρία ταύτα, η Παρθένος εκ Πνεύματος Αγίου θα συλλάβη καί η ίδια Παρθένος θα τέξη, χωρίς να μεταβληθή τι ως προς τήν παρθενίαν αυτής. Η παράταξις των ρημάτων «έξει καί τέξεται» καί συλλήψη καί τέξη», χωρίς διάκρισιν του τρόπου πραγματοποιήσεώς των, σημαίνει ακριβώς τον ταυτόσημον τρόπον πραγματοποιήσεως του «συλλήψη» καί του «τέξη», δηλ. «διά Πνεύματος Αγίου» γίνεται καί η σύλληψις καί ο τοκετός. Όπως επομένως είς τήν πρώτην περίπτωσιν, της συλλήψεως δηλαδή, η Μαρία παραμένει παρθένος, ούτω και εις τήν δευτέραν, τήν γέννησιν ή τόν τοκετόν, διατηρεί τήν παρθενίαν της, αφού υπερφυσικώς τίκτει.

Διά το πώς συμβαίνει τούτο, απαντά θαυμασίως ό Ζιγαβηνός, λέγων «Τούτο γάρ ούτε ο Ευαγγελιστής εδίδαξεν, ούτε πρό αυτού ο άγγελος, ο ευαγγελισάμενος τη Θεοτόκω τήν σύλληψιν. Ηγνόησαν γάρ τούτο καί αυτοί, διά τό είναι πάσιν ακατάληπτον, καί μόνη τη μακαρία Τριάδι γνωστόν. Τούτο δέ γίνωσκε μόνον, ότι σεσάρκωται ο Υιός ευδοκία του Πατρός, καί συνεργία τού Αγίου Πνεύματος» (Ερμηνεία είς τό Ματθ. α 18, έκδοσις Θ. Φαρμακίδου, Αθήναι 1942, Α’, σ. 14- 15).
Δια το παράδοξον της διατηρήσεως της παρθενίας καί κατά τόκον ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει: «ως ούτε του τόκου την παρθενίαν λύσαντος, ούτε της παρθενίας τη τοιαύτη κυοφορία εμποδών γενομένης. Όπου γάρ πνεύμα σωτηρίας γεννάται… άχρηστα πάντως της σαρκός θελήματα» (PG 46, 396). Πλήν των ανωτέρω, όμως, χωρίων τα οποία εξητάσαμεν καί είδομεν, ότι μας πληροφορούν —χωρίς να το λέγουν απ’ ευθείας, διότι δεν το αντιμετωπίζουν ως πρόβλημα— δια την διατήρησιν της παρθενίας της Θεοτόκου πρό καί κατά τόκον, υπάρχουν και άλλα, πρό παντός δέ φράσεις καί λέξεις μεμονωμέναι, τά οποία χρησιμοποιούν οι εκάστοτε αιρετικοί διά να προσβάλλουν τήν αλήθειαν τού Αειπαρθένου της Θεοτόκου. Τα χωρία καί αι λέξεις, αι σκανδαλίζουσαι τους αιρετικούς είναι τα έξής:
1)  «Καί ουκ εγίνωσκεν αυτήν (ο Ιωσήφ) έως ου (έως ότου) έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον» (Ματθ. α’ 25). Βάσει τού «έως ού» λέγουν, ότι ο Ιωσήφ δεν εγνώριζε την Παρθένον μόνον μέχρι της γεννήσεως του Ιησού.
2)  Εις το αυτό χωρίον και εις Λουκ. β 7 υπάρχει η λέξις «πρωτότοκος» και υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς υπήρξεν απλώς ό πρώτος γεννηθείς και εν συνεχεία ηκολούθησαν άλλοι υιοί ή τέκνα γενικώς.
3) Ενίοτε το θεόπνευστον κείμενον αποκαλεί τον Ιωσήφ «άνδρα της Μαρίας» (Ματθ. α 16) καί την Παρθένον «γυναίκα τού Ιωσήφ» (Ματθ. α’ 20 καί 24). Το «άνδρα» και «γυναίκα» σημαίνει κατ ά τούς αιρετικούς, ότι η Μαρία, μετά την γέννησιν του Ιησού, εγέννησε καί άλλα τέκνα μετά του Ιωσήφ, ως ανδρός αυτής.

4) υπάρχει το περίφημον πρόβλημα των αδελφών του Κυρίου.

Ας εξετάσωμεν, όμως, κατά σειράν τα προαναφερθέντα χωρία και τας φράσεις ή τας λέξεις.

1. Πράγματι ο Ματθαίος (α 25) λέγει· «καί ούκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκεν…». Με το «έως ου» ο ευαγγελιστής θέλει απλώς να δηλώση το γεγονός της παρθενίας της Θεοτόκου έως την στιγμήν της γεννήσεως. Δεν ενδιαφέρεται διά τον περαιτέρω χρόνον. Η έκφρασις αύτη «ορίζει μόνον το χρονικόν όριον, μέχρι του οποίου ενδιαφέρεται να τονίση ο εξιστορών ότι συνέβη ή δέν συνέβη τι, χωρίς να δηλοί κατ’ ανάγκην την μετά το όριον τούτο αλλαγήν της καταστάσεως, ούσα ούτως ειπείν σχήμα τονισμού της πραγματικότητος καί της διάρκειας του πρό του ορίου, προ του «έως ου» συμβαίνοντος· ούτω το «έως ου» καταλήγει εις την σημασίαν του διηνεκώς, λέγει ο Ι. Καλογήρου (Μαρία η Αειπάρθενος Θεοτόκος κατά την ορθόδοξον πίστιν, Θεσσαλονίκη 1957, σ. 19, σημ. 1), αναλύων τα περί τού θέματος λεγόμενα του ιερού Χρυσοστόμου (PG 78, 102).

Την αποστομωτικήν απάντησιν εις τους ισχυριζομένους, ότι μόνον έως την γέννησιν του Ιησού η Θεοτόκος ήτο παρθένος συμφώνως πρός το «έως ου» δίδει η ιδία η Αγία Γραφή. Όντως, εις αυτήν εύρηνται πολλά παράλληλα προς το Ματθ. α’ 25 χωρία, βοηθούντα ημάς να κατανοήσωμεν ορθώς το «έως ου»… Πρώτος ο Ιερώνυμος συνεκέντρωσε τοιαύτα παράλληλα χωρία εκ της Γραφής και είτα ο Ι. Χρυσόστομος τον συνεπλήρωσε (PG 57, 58). Ο Ιερώνυμος τα χωρία ταύτα εχρησιμοποίησεν είς τον αγώνα του κατά του αιρετικού Ελβιδίου, γράψας κατ’ αυτού ολόκληρον έργον (Adv. Helv.. PL 23). Ο Ελβίδιος (Δ’ αιών), σημειωθήτω, υπήρξεν εκ των πρώτων αρνητών της αειπαρθενίας της Θεοτόκου. Ιδού, λοιπόν, μερικά παράλληλα χωρία:
«Από του αιώνος καί έως του αιώνος Σύ εί, Κύριε» (Ψαλμ. πθ’ 2). Εάν το «έως ου» του Ματθ. (α’ 25) εσήμαινεν ότι μετά την γέννησιν του Ιησού ο Ιωσήφ εγνώρισε την Παρθένον, τότε καί κατά το προκείμενον χωρίον δεν θα υπάρχη ο Κύριος πέραν του αιώνος, όπερ αντιβαίνει εις την διδασκαλίαν των Γραφών.
Το Πράξ. β’ 34 «Είπεν ο Κύριος τώ Κυρίω μου, κάθου εκ δεξιών μου, έως αν θώ τούς εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου». Εάν οι εχθροί τεθούν υποπόδιον των ποδών του Κυρίου, θα παύση ούτος να κάθηται εις τα δεξιά του Πατρός; Βεβαίως δεν θα παύση να κάθηται εις τα δεξιά, αλλ’ εδώ ο συγγραφεύς ενδιαφέρεται μόνον διά τόν συγκεκριμένον χρόνον, καθ’ όν θα ηττηθούν οι εχθροί.
Το Γέν. η 1 «Ούχ υπέστρεψεν ο κόραξ έως ου εξηράνθη η γή». Ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί: «Καίτοι γε ουδέ μετά ταύτα υπέστρεψε» (PG 57, 58).
Επίσης το Β’ Βασιλ. στ’ 23 «Τη δε Μελχάλ ουκ εγίνετο παιδίον έως τής ημέρας του αποθανείν αυτήν». Κατά τους αρνητάς της αειπαρθενίας της Θεοτόκου, δια την έκφρασιν «έως ου» η Μελχάλ θα έπρεπε να έκαμε παιδίον μετά τον θάνατον αυτής.

Αλλά και αυτός ούτος ο Κύριος εχρησιμοποίησε παράλληλον έκφρασιν υπό την έννοιαν, καθ’ ήν και η Ορθόδοξος Εκκλησία εννοεί το «έως ου», λέγων προς τους μαθητάς του· «’Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. κη’ 20). Μετά την συντέλειαν του αιώνος, δεν θα ευρίσκεται ο Κύριος μετά των μαθητών του; Το «έως ου» λοιπόν, ως φαίνεται μετά την παράθεσιν των ανωτέρω χωρίων καθαρότατα, «είρηκεν ούχ ίνα υποπτεύσης ότι μετά ταύτα αυτήν έγνω, αλλ’ ίνα μάθης ότι πρό των ωδίνων πάντως ανέπαφος ήν η Παρθένος» (Χρυσ. PG 57, 58). Και ο Ζιγαβηνός προσθέτει «Το έως τίθεμεν… επεί εκ πορνείας γεγεννήσθαι τον Χριστόν εφλυάρουν Ιουδαίοι» (Ερμην. Ματθ. α 25, έκδ. Θ. Φαρμακίδου, Άθήναι 1842, Α’, σ. 20).
2. Η λέξις «πρωτότοκος» των χωρίων Ματθ. α 25 και Λουκ. β’ 7 ηρμηνεύθη, ως εάν είχον ακολουθήση καί άλλα τέκνα, του Ιησού όντος πρωτοτόκου κατά σειράν γεννήσεως. Τούτο, όμως, δέν είναι ορθόν, διότι η λέξις εις την Γραφήν δηλώνει:
α) τον πρώτον τεχθέντα μεταξύ αδελφών (Γέν. λε’ 23),
β) τον μονογενή, τον μη ακολουθούμενον υπ’ άλλου αδελφού (ως χρησιμοποιείται ενταύθα, Ματθ. α’ 25 καί Λουκ. β’ 7)·
γ) τον εξαίρετον καί τίμιον υπέρ πάντας τους άλλους (Έβρ. ιβ’ 23)·
δ) και τον «πρωτότοκον πάσης κτίσεως» (Κολοσ. α’ 15). Πρβλ. καί Ζιγαβηνού, έκδ. Φαρμακίδου, Α, σ. 20-21.
Άπασα η παράδοσις ερμηνεύει τον «πρωτότοκον» όχι ως πρώτον μεταξύ πολλών, αλλ’ως τον μόνον, τον Μονογενή, ο οποίος εξήλθεν εκ της κοιλίας της Θεοτόκου (Μ. Βασιλείου, PG 31, 1468). Ο δε Θεοφύλακτος λέγει, ότι «πρωτότοκος λέγεται ο πρώτος τεχθείς κάν μη δεύτερος ετέχθη» (PG 123, 721). Πρβλ. καί Μ. Σιώτου, Το πρόβλημα των αδελφών του Ιησού, Αθήναι 1950, σ. 78. Την αυτήν ερμηνείαν δίδει καί ο Δίδυμος ο Τυφλός εις το «πρωτότοκος» (Περί Τριάδος, GP 39, 832c).
Πρέπει να παρατηρηθή προσέτι, ότι η Κ. Διαθήκη ουδαμού ονομάζει τέκνα Μαρίας, δια να δεχθώμεν, ότι ο Ιησούς ήτο πρωτότοκος μεταξύ πολλών τέκνων της Μαρίας.
3. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος ονομάζει τον δίκαιον Ιωσήφ άνδρα της Μαρίας,«Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ τον άνδρα Μαρίας» (α 16) και «Ιωσήφ δέ ο ανήρ αυτής» (α 19). Την δε Παρθένον ο αυτός ευαγγελιστής ονομάζει γυναίκα του Ιωσήφ, «μή φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου» (α 20) καί «καί παρέλαβε τήν γυναίκα αυτού» (α 24). Δια να ίδωμεν ακριβέστερον υπό ποίαν έννοιαν χρησιμοποιούνται εδώ το «ανήρ» καί «γυνή», θα παραθέσωμεν δύο παράλληλα χωρία εκ της Κ. Διαθήκης: «ητοιμασμένην ως νύμφην κεκοσμημένην τω ανδρί αυτής» (Αποκ. κα’ 2) και «απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτω γυναικί, ούση εγκύω» (Λουκ. β’ 5).
Εις την πρώτην περίπτωσιν, ονομάζεται «ανήρ αυτής» ο μη εισέτι νυμφευθείς, ο μη γνωρίζων ακόμη συνάφειαν. Εις την δευτέραν περίπτωσιν, η Μαριάμ ονομάζεται γυνή του Ιωσήφ παρά την δήλωσιν, ότι αύτη είναι μόνον «μεμνηστευμένη αυτω». Χρησιμοποιούνται κατά ταύτα εις την Κ. Διαθήκην το ανήρ και γυνή και δια τον χρόνον της μνηστείας.Όρα και Ζιγαβηνόν «Άνδρα δε αυτής είπε τόν Ιωσήφ ως μνηστήρα. Καί γάρ καί γυναίκα ταύτην αυτού καλεί προϊών, ως μνηστήν. Ούτω γάρ ήν έθος καλείσθαι καί πρό τής συναφείας» (Έργ. μν., Α’, σ. 13).
4. Οι ευαγγελισταί Ματθαίος (ιβ’ 46-49), Λουκάς (η’ 19-20) καί Μάρκος (γ- 32-34) κατονομάζουν «αδελφούς Κυρίου» ορισμένα πρόσωπα σχέσιν έχοντα με τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Εάν δεχθώμεν, ότι πρόκειται περί πραγματικών αδελφών του Κυρίου, τότε καταρρίπτεται το αειπάρθενον της Θεοτόκου. Αλλ’ ερωτώμεν μετά του Επιφανίου (PG 42, 715, 716), εάν η Παρθένος είχε και άλλα τέκνα, διατί να εμπιστευθή ο επί του σταυρού αποθνήσκων Ιησούς την μητέρα του εις τον Ιωάννην; (Ίω. ιθ’ 26, 27).
«Ει δε είχεν άνδρα, ει είχεν οίκον, ει είχε τέκνα, είς τα ίδια ανεχώρει, ού πρός τον αλλότριον». Ουδαμού παρατηρείται το φαινόμενον να εγκαταλείπη η μήτηρ τον οίκον της και τα τέκνα της, όταν συμβαίνη να αποθάνη ο πρωτότοκος υιός της. Και κατά την προκειμένην περίπτωσιν, «έλαβεν ο μαθητής (ο Ιωάννης) αυτήν (την Θεοτόκον) είς τα ίδια» (Ίω. ιθ’ 27), δια τον απλούστατον λόγον, ότι η Θεοτόκος δεν είχεν υιούς, διότι ο Ιησούς δεν είχεν αδελφούς.
Τας πρώτας ορθάς ειδήσεις περί των λεγομένων «αδελφών του Κυρίου» ευρίσκομεν εις τα απόκρυφα Ευαγγέλια του Πέτρου καί του Ιακώβου, το δεύτερον των οποίων μάλιστα ονομάζεται καί «πρωτευαγγέλιον». Το πρώτον εγράφη ίσως πρό του 150 είς την Συρίαν και το δεύτερον οπωσδήποτε πρό του 200 (Β. Altaner, Patrologie, Freiburg 1958, σ. 56).
Πρώτος δε εκ των εκκλησιαστικών ανδρών, ο οποίος έθεσεν ορθώς το πρόβλημα των αδελφών του Κυρίου, ίσως κατ’ επίδρασιν των προαναφερθέντων αποκρύφων εαγγελίων και μάλιστα του Ιακώβου, είναι ο Ωριγένης (253/4). Δεν πρέπει δε να σκανδαλίζη το γεγονός, ότι εκκλησιαστικοί άνδρες ως ο Ωριγένης και ο Επιφάνιος αργότερον εδέχθησαν επίδρασιν εκ των αποκρύφων ευαγγελίων, διότι τούτο δεν θα συνέβαινεν, εάν αι παραληφθείσαι ιδέαι δεν ήσαν κοινώς παραδεδεγμέναι υπό της συνειδήσεως της Εκκλησίας. (Πρβλ. Ι. Καλογήρου, μν. έργ., σ. 17-18). Σημειωθήτω δε, ότι ο πυρήν του πρωτευαγγελίου είναι ιστορικός και διασώζει την παράδοσιν και ως εκ τούτου έχει σχέσιν με τα κανονικά Ευαγγέλια (Μ. Σιώτη, μν. έργ., σ. 12, σημ. I).

Οι λεγόμενοι «αδελφοί του Κυρίου» είναι υιοί του Ιωσήφ εκ της γυναικός του, της αποθανούσης ήδη προ της μνηστείας του μετά της Παρθένου Μαρίας. Επειδή δε η Παρθένος ήτο νόμω γυνή τού Ιωσήφ, καλούνται αδελφοί Κυρίου οι νόμω υιοί τής μητρός του Κυρίου. Πρβλ. Ωριγένη:

«Ζητείται παρά πολλοίς περί των αδελφών Ιησού… αδελφούς μεν ουκ είχε φύσει, ούτε της Παρθένου τεκούσης ύστερον… νόμω τοιγαρούν εχρημάτισαν αυτού αδελφοί, υιοί Ιωσήφ όντες εκ προτεθνηκυίας γυναικός και επεί καθ’ ομολογίαν γυνή αυτού η Μαρία εχρημάτισεν… Ακολούθως τη τοιαύτη διατάξει (αναφέρει διάταξιν του Μωσαϊκού νόμου) αδελφοί του Ιησού είρηνται οι εκ του Ιωσήφ, ει καί αυτός εξ’ αυτού μή τυγχάνει» (Ε. Preuschen, Origenes Werke, IV, 6, 506 κ.έξ.). Όρα επίσης καί Ί. Καλογήρου, μν. έργ., σ. 22. Κ. Δρατσέλλα, Η Θεοτόκος και ο Ακάθιστος Ύμνος, Τρίκαλα 1957, σ. 41, 42 και την μνημονευθείσαν σπουδαιοτάτην μονογραφίαν του Μ. Σιώτη, σ. 59 κ. αλλαχού.

Την γραμμήν του Ωριγένους ακολουθεί όλη η μετέπειτα εκκλησιαστική γραμματεία, πλήν εξαιρέσεων, ως του Ιερωνύμου λ.χ., αντεπεξερχομένου κατά του αιρετικού Ελβιδίου (De perpelua virginitatae Mariae, Adversus Helvidium, Liber unus, PL 23, 194-215). Μάλιστα ο Επιφάνιος Κύπρου, εξ αφορμής εν Αραβία κυκλοφορουσών κακοδοξιών σχετικών προς το πρόσωπον της Παρθένου γενικώς, έγραψεν, εκθέτων την ορθόδοξον διδασκαλίαν επί του θέματος των «αδελφών του Κυρίου» και της Αειπαρθενίας της Θεοτόκου, εις το έργον του Πανάριον ή κατά Αιρέσεων (PG 42, 699-740).

Κατά τα ανωτέρω, λοιπόν, οι «αδελφοί τού Κυρίου» καταχρηστικώς ονομάζονται ούτω, όντες υιοί τού Ιωσήφ, καί δεν πρέπει η έκφρασις αύτη τών Ευαγγελίων να χρησιμοποιήται υπό των εκάστοτε αιρετικών ως όπλον κατά τής Αειπαρθενίας τής Θεοτόκου. Μέχρι τούδε εξητάσαμεν το Αειπάρθενον τής Θεοτόκου κατά την Π. καί τήν Κ. Διαθήκην. Έκ τής εξετάσεως ταύτης προκύπτει, ότι :
α) η Παρθένος Μαρία συνέλαβεν εκ Πνεύματος Αγίου, καταργήσασα επομένως τόν φυσικόν νόμον
β) κατά τόν τόκον της παρέμεινε παρθένος, όπως παρθένος παρέμεινε καί μετά τήν σύλληψιν, αφού καί η σύλληψις καί ο τόκος κατά συνέπειαν έγιναν κατά τρόπον υπερφυσικόν καί
γ) ωρισμέναι φράσεις ή χωρία τής Κ. Διαθήκης, χρησιμοποιούμενα κατά της Αειπαρθενίας τής Θεοτόκου, ορθώς εξηγούμενα δέν προσβάλλουν το Αειπάρθενον τής Θεοτόκου. Πρέπει να είπωμεν, ότι είς τήν Κ. Διαθήκην δεν ευρίσκομεν μαρτυρίαν άμεσον περί τής μετά τόν τόκον παρθενίας της Θεοτόκου, περί τού Αειπαρθένου δηλαδή. Η παντελής, όμως, έλλειψις μαρτυριών διά το αντίθετον αποκλείει πάσαν συνάφειαν τής Παρθένου μετά τού Ιωσήφ μετά τήν γέννησιν τού Ιησού. Η δημιουργουμένη αύτη συνείδησις καί η βέβαια γνώσις των πραγμάτων διά της παραδόσεως ωδήγησε τους αποστολικούς Πατέρας καί είτα τούς Πατέρας και εκκλησιαστικούς συγγραφείς να εκφρασθούν ποικιλοτρόπως υπέρ τής Αειπαρθενίας τής Θεοτόκου, ως θα ίδωμεν εν τοις εξής.
2. Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου κατά τους αποστολικούς Πατέρας καί τους απολογητάς.
α)  Είς τα έργα Ιγνατίου του Θεοφόρου (+110) ευρίσκομεν μαρτυρίας διά την πρό καί την κατά τόκον παρθενίαν τής Θεοτόκου. Εις τήν προς Σμυρν. I, 1 (ΒΕΠ Β’, σ. 280) απαντά περί του Ιησού η έκφρασις «γεγενημένον αληθώς εκ Παρθένου» και εις τήν πρός Εφεσ. XVII αναγιγνώσκομεν «ο γάρ τού Θεού υιός… εκυοφορήθη εκ Μαρίας κατ’ οικονομίαν Θεού, εκ σπέρματος μέν Δαβίδ, διά Πνεύματος δέ αγίου» (σ. 291). Πρβλ.Ι. Καλογήρου, μν. έργ., σ. 10-11. Αλλά και εις την πρός Εφεσίους XIX διακηρύττεται η παρθενία της Μαρίας καί ο υπεφυσικός της τόκος (ΒΕΠ Β’ σ. 291)· «καί έλαθε τόν άρχοντα τού αιώνος τούτου η παρθενία Μαρίας, καί ο τοκετός αυτής».
β)  Εις τον Ιουστίνον, ευρίσκομεν σαφείς μαρτυρίας περί τής παρθενικής καί άρα υπερφυσικής γεννήσεως τού Κυρίου, χωρίς να μας ομιλή ο ιερός Πατήρ διά την μετά τήν γέννησιν κατάστασιν, αφου οι σύγχρονοί του χριστιανοί και μή θα εγνώριζον προφανώς καί εξ’ ιδίας ακόμη αντιλήψεως —ο Ιουστίνος απέθανε περί το 160— ότι η Παρθένος δέν ήλθεν εις πραγματικήν κοινωνίαν γάμου μετά τού Ιωσήφ, διατηρήσασα ούτω τήν παρθενίαν της ες αεί. Αναφερόμενος εις τήν γέννησιν τού Κυρίου, γράφει ο Ιουστίνος· «τουτέστι διά παρθενικής μήτρας τον πρωτότοκον των πάντων ποιημάτων σαρκοποιηθέντα αληθώς παιδίον γενέσθαι, προλαβών αυτό δια τού προφητικού Πνεύματος» (PG 6. 673β). Πρβλ. επίσης καί πολλούς διαλόγους του ως τους 43, 45, 48, 54, 71, 100 κ.ά. Εκ των ανωτέρω φαίνεται, ότι οι αποστολικοί Πατέρες δεν εκφράζονται διά τήν διατήρησιν τής παρθενίας τής Θεοτόκου μετά τόκον, αλλ’ ούτε καί διά το αντίθετον γίνεται η παραμικρά νύξις, ενώ εκ τού τρόπου του εκφράζεσθαι περί τής Θεοτόκου εις τα έργα των μάς αφήνουν να πιστεύσωμεν, ότι υπό το επίθετον «Παρθένος», όπως αποκαλούν τήν Θεοτόκον, νοείται το «Αειπάρθενος». Πρβλ. καί Μ. Σιώτη. μν. έργ., σ. 95.
3. Η Αειπαρθενία τής Θεοτόκου κατά τους Πατέρας και τους έκκλησιαστικούς συγγραφείς,
α)  Πρώτος ο Ωριγένης (+253/54) σαφώς και απεριφράστως εκφράζεται και διά την μετά τον τόκον διατήρησιν τής παρθενίας τής Θεοτόκου, αν και δεν χρησιμοποιεί τον όρον «Αειπάρθενος». Εξηγών, διατί οι λεγόμενοι «αδελφοί τού Κυρίου» δεν είναι πραγματικοί του αδελφοί, γράφει·

«Ζητείται παρά πολλοίς περί τών αδελφών Ιησού, πώς είχε τούτους, της Μαρίας μέχρι τελευτής παρθένου διαμεινάσης» (Ε. Preuschen, Origenes Werke, IV, σ. 506, 90 κ.έξ.). Καί αλλαχού· «το αξίωμα της Μαρίας εν παρθενία τηρείν μέχρι τέλους βούλονται…»(ένθ. αν., X, σ. 21). Καί εις άλλο σημείον ο κριτικώτατος ούτος εκκλησιαστικός συγγραφεύς γράφει, ότι δεν δύνανται (οι πολέμιοι της Αειπαρθενίας της Θεοτόκου) να αποδείξουν, «ότι συνουσία εχρήσατο μετά την απότευξιν του Σωτήρος». Κέκτηται δε η μαρτυρία αύτη ιδιαιτέραν σημασίαν, καθότι ο Ωριγένης γράφει κατά το α’ ήμισυ του Γ’ αιώνος, οπότε —εάν πράγματι η Θεοτόκος δεν διετήρησε τήν παρθενίαν της μέχρι τέλους της ζωής της— τα γεγονότα καί η παράδοσις ήσαν πολύ πρόσφατα, ώστε να δύνανται ευχερώς να αποδείξουν τον ισχυρισμόν των οι εχθροί του «Αειπαρθένου». Εν τούτοις όμως δεν ηδυνήθησαν να το πράξουν.
β)  Γρηγόριος ο Θαυματουργός (+270), μαθητής του Ωριγένους, εις την εν αρμενική μεταφράσει διασωθείσαν ομιλίαν του «εις την Γέννησιν» υποστηρίζει, ότι η Θεοτόκος υπήρξε παρθένος πρό, κατά καί μετά τόκον (Pitra, Analecta Sancta, Paris 1883, IV, σ. 383 κ.έξ. καί 392).
γ)  Δια πρώτην φοράν απαντώμεν τον όρον «Αειπάρθενος» εις τον β’ Λόγον του Μ. Αθανασίου (+373) κατά Αρειανών.

«Ουκούν οι αρνούμενοι εκ τού Πατρός είναι φύσει καί ίδιον αυτού τής ουσίας τόν Υιόν αρνείσθωσαν καί αληθινήν σάρκα ανθρωπίνην αυτόν ειληφέναι εκ Μαρίας της αειπαρθένου» (PG 26, 296β). Καί αλλαχού «καί αύτη δε η Κυριότοκος Μαρία και αειπάρθενος» (PG 27, 1393C). Ο όρος απαντά ακόμη μίαν φοράν εις τήν ερμηνείαν του συμβόλου τής πίστεως· «ενανθρωπήσαντα, τουτέστιν γεννηθέντα τελείως εκ Μαρίας της Αειπαρθένου δια Πνεύματος Αγίου» (PG 26, 1232 Α). Ο Μ. Αθανάσιος, λοιπόν, εισήγαγε τον όρον «Αειπάρθενος» εις την γραμματείαν της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και έκτοτε χρησιμοποιείται ούτος συχνάκις υπό των Πατέρων καί δη των μεταγενεστέρων αιώνων, αν καί κατά το πλείστον ούτοι χρησιμοποιούν τον όρον «Παρθένος», εκφράζοντες διά τούτου το Αειπάρθενο της Θεοτόκου,
δ)  Καί Δίδυμος ο Τυφλός (+398) ρητώς διδάσκει το «Αειπάρθενον», λέγων «ότιπερ ο εκ του αρρήτου φωτός αχρόνως εκλάμψας, από της Αειπαρθένου εν υστέροις καιροίς δια φιλανθρωπίαν αφράστως ετέχθη» (PG 39, 404C). Την ιδίαν δε διδασκαλίαν εκθέτει και εις άλλα σημεία (αυτόθι, 832C.
ε)  Ο ιερός Χρυσόστομος (+407) καταρρίπτων τα επιχειρήματα των αιρετικών κατά του αφράστου μυστήριου της εκ Παρθένου γεννήσεως του Ιησού, διδάσκει το «Αειπάρθενον» εις πολλά σημεία. (Πρβλ. λ.χ. τα PG 78, 102. 57,58 καί 56, 387-388).
στ)  Επιφάνιος ο Σαλαμίνος (+404) αντεπεξήλθε μετά πολλής θεολογικής εμβριθείας εις τας περί το πρόσωπον της Αειπαρθένου Μαρίας αιρετικάς δοξασίας, τας επιπολαζούσας εν Αραβία και αλλαχού. Πολεμών τάς αιρέσεις ταύτας, εξέφρασε σαφώς τήν πίστιν του εις το «Αειπάρθενον» (PG 42, 737ΑΒ). Συχνότερον δε παντός άλλου ο Επιφάνιος αποδίδει τον όρον Αειπάρθενος εις την Θεοτόκον· «εις την υπέρ της αυτής Αγίας Αειπαρθένου υπόθεσιν… ως εις το όνομα της Αειπαρθένου κολλυρίδα τινά επιτελείν…» (αυτόθι, 736). Εκ του ανωτέρω φαίνεται, ότι ο Επιφάνιος καταφέρεται εναντίον ομάδων γυναικών, των Κολλυριανίδων, διότι «ετέλουν ιερουργίας εις το όνομα της Θεοτόκου ως εiς θεάν» (Ί. Καλογήρου, μν. εργ., σ. 118. Περί της αιρέσεως ταύτης πρβλ. F. J. Dolger, Die eigenartige Marienehrung der Philomarianiten oder Kollyridianer in Arabien, είς Antike und Christentum I, 2, σ. 107-142).
ζ)  Κύριλλος ο Αλεξανδρείας (+444) είναι καί ούτος κατηγορηματικώς εκπεφρασμένος υπέρ του «Αειπαρθένου» καί μάλιστα λέγει· «Σοί γαρ καί ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός επί τού Σταυρού αναλαμβανόμενος την Θεοτόκον καί αειπάρθενον, ώς παρθένω παρέδωκεν… σκεύος αμίαντον» (Ομιλίαι Διάφοροι XI, PG 77, 1632C).
η)  Επειδή είναι αδύνατον διά τόν ολίγον χώρον να αναφέρωμεν εδώ αναλυτικώς όλους τούς Πατέρας και εκκλησιαστικούς Συγγραφείς, πρβλ. διά τήν πίστιν εις το «Αειπάρθενον» και Νείλου (+430) (PG 79, I89CD καί 189C), Πρόκλου Κωνσταντιπουπόλεως (+446) (PG 65, 700C). Πηλουσιώτου Ισιδώρου (+435) (PG 78, Ι93Β), Γερμανού Κωνσταντινουπόλεως (+740) (PG 98, 304CD),Ιωάννου Δαμασκηνού (+754) (PG 79, 18ICD καί 713BC).
4. Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου εις την Υμνολογίαν.
Εις την Υμνολογίαν ευρίσκομεν πλήθος λέξεων ή και φράσεων, δηλουσών τήν βαθείαν πίστιν τών υμνογράφων εις τήν αειπαρθενίαν τής Θεοτόκου. Οι περίφημοι χαρακτηρισμοί τής Θεομήτορος ως «Απειρογάμου» (Ωρολόγιον. εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1952, σ. 488), ως «άνθους τής αφθαρσίας» καί «στέφους της εγκρατείας» (αύτόθι, 496). ως καί η θαυμασία προσφώνησις· «χαίρε, νύμφη ανύμφευτε» δηλώνουν τήν απόλυτον πίστιν της Εκκλησίας εις το «Αειπάρθενον». Αλλά καί ο ίδιος ο όρος συναντάται συχνάκις· «Η περιστερά η τον ελεήμονα αποκυήσασα, χαίρε Αειπάρθενε» (αυτόθι, σ. 507) διακηρύττει το τέταρτον τροπάριον της εννάτης ωδής της ακολουθίας του Ακαθίστου Ύμνου. Εις το τέταρτον τροπάριον της τέταρτης ωδής του κανόνος «είς την Υπεραγίαν Θεοτόκον», ποιηθέντος υπό του Θεοδώρου Στουδίτου, αναγινώσκομεν «ως φιλάνθρωπος βοήθησον, Θεοτόκε μόνη Αειπάρθενε».

Πρβλ. επίσης καί τον Ειρμόν της όγδοης ωδής το Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος, την Ευχήν μεταλήψεως, αποδιδομένην εις τον Ι. Χρυσόστομον, το τροπάριον της ακολουθίας της Τραπέζης (μετά το μεταλαβείν), το Απόδειπνον το Μέγα κ. ά., όπου υπάρχει ο όρος «Αειπάρθενος». Εκ τής μικράς ταύτης σταχυολογήσεως φαίνεται, ότι οι υμνογράφοι, όπως καί οι Πατέρες, χρησιμοποιούν ευρύτερον το «Παρθένος», εννοούντες πάντοτε το «Αειπάρθενος». Τούτο βεβαίως δεν δεικνύει καθόλου αμφιβολίαν ή δισταγμόν περί τήν αλήθειαν του «Αειπαρθένου», αφού, μάλιστα, ως θα ίδωμεν κατωτέρω, η αλήθεια αύτη διεκηρύχθη και υπό οικουμενικών συνόδων, αλλ’ απλώς ο όρος «Αειπάρθενος» χρησιμοποιείται κυρίως δι’ απολογητικούς σκοπούς και τούτου ένεκεν είναι σπανιώτερος του «Παρθένος».
5. Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου κατά τας αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και τας ορθοδόξους ομολογίας.
α)  Από της Ε’ Οικουμενικής Συνόδου, συγκληθείσης είς Κωνσταντινούπολιν το 553, η πίστις εις την Αειπαρθενίαν της Θεοτόκου προσλαμβάνει δογματικόν χαρακτήρα και επικυρούται. Εις τον έκτον αναθεματισμόν της Συνόδου κατα των «Τριών κεφαλαίων» ευρίσκομεν τον όρον «Αειπάρθενος»·
«ει τις καταχρηστικώς, αλλ’ ουκ αληθώς Θεοτόκον λέγει την αγίαν ενδοξον αειπάρθενον Μαρίαν, ή κατά αναφοράν, ως ανθρώπου ψιλού γεννηθέντος, αλλ’ ουχί του Θεού Λόγου σαρκωθέντος εξ αυτής… ο τοιούτος ανάθεμα έστω» (Ι. Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Α’, Αθήναι 1952, σ. 175).
β)  Και εις τον Α’ Κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, συγκληθείσης υπό Ιουστινιανού του Β’ κατά το 692 εις Κωνσταντινούπολιν, αναφέρεται ο όρος «αειπάρθενος», αποδιδόμενος εις τήν Θεοτόκον. Έχει δε το σχετικόν χωρίον ως εξής:
«Και την αυτόν ασπόρως τεκούσαν άχραντον αειπάρθενον, κυρίως καί κατά αλήθειαν Θεοτόκον δοξάζοντες» (αυτόθι, σ. 191).
γ)  Το «Αειπάρθενον» ευρίσκομεν διδασκόμενον καί εις νεωτέρας σχετικώς ομολογίας ως του Γρηγορίου του Παλαμά «μορφήν την καθ’ ημάς λαβών, και εκ της αειπαρθένου Μαρίας ευδοκία του Πατρός και συνεργία του αγίου Πνεύματος κυηθείς» (αυτόθι, σ. 343) και του Δοσιθέου, πατριάρχου Ιεροσολύμων· «πιστεύομεν τον υιόν του Θεού… εν γαστρί της αειπαρθένου Μαρίας συλληφθέντα» (Μν. έργ., Β’, Άθήναι 1953, σ. 750).
Η προηγηθείσα μικρά αναδρομή εις τα κείμενα τών Γραφών καί των εκκλησιαστικών συγγραφέων δεικνύει σαφώς την πεποίθησιν συμπάσης της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας εις το «Αειπάρθενον» της Θεοτόκου. Δια τους αρνουμένους το μέγα τούτο ιδίωμα της Θεομήτορος, έχομεν να είπωμεν, ότι δια να αποδεχθή κανείς πράγματα υπερβαίνοντα τον φυσικόν νόμον, πρέπει να ασκηθή εις την καθαρώς θρησκευτικήν και υπερφυσικήν υπέρβασιν του ιδίου του εαυτού του, «ταις πρεσβείαις της Υπεραγίας καί Αειπαρθένου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου».

ΒΙΒΛΙΟΓΡ. Ι. Κ α λ ο γ ή ρ ο υ, Μαρία η Αειπάρθενος Θεοτόκος κατά την Ορθόδοξον Πίστιν, Θεσσαλονίκη 1957, σ. 10-30 κ. αλλαχού. Μ. Σιώτη, Το πρόβλημα των αδελφών του Ιησού, Αθήναι 1951. Του αυτού, Η εμφάνισις της λατρείας της Θεοτόκου και η επί τής έορτής τής Κοιμήσεως εκκλησιαστική παράδοσις, είς Γρηγόριος Παλαμάς, ΛΓ’ (1950), σ. 177-192. Μ. S c h m a u s. Katholische Dogmatik, V (Mariologie), Miinchen 1955. σ. 106-144. Δ. N. Μ ω ρ αΐ τ ο υ, άρθρον είς ΘΧΕ, Γ’ (1937) 1009-1010. Κ. Δ ρ α τ σ έ λ λ α, Ή Θεοτόκος καί ό Ακάθιστος Ύμνος, Τρίκαλα 1957, σ. 31-42. Ί. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεία τής ’Ορθοδόξου Καθολικής ’Εκκλησίας, Α*. Άθήναι 1952 καί Β’, Άθήναι 1953. Ε Dublanchy, άρθρον είς DTC, X (1926). σ. 2369 – 2384. L. Kdstcrs, άρθρον είς LTK, IV (1932), σ. 887-889.
ΣΤΥΛ. Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΘΕΟΤΟΚΟΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η άγραφη Παράδοση της Εκκλησίας είναι ισόκυρη με την Αγία Γραφή!(Μεγάλου Βασιλείου)

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Δεκεμβρίου 2018

Η άγραφη Παράδοση της Εκκλησίας είναι ισόκυρη με την Αγία Γραφή!(Μεγάλου Βασιλείου)

Από τα δόγματα και τις αλήθειες που φυλάσσει η Εκκλησία, άλλα μεν τα έχουμε πάρει από τη γραπτή διδασκαλία, άλλα δε, που κατά τρόπο μυστικό έφθασαν μέχρι σε εμάς από την παράδοση των αποστόλων, τα κάναμε δεκτά. Τα οποία ακριβώς και τα δύο, έχουν την ίδια ισχύ όσον αφορά την ευσέβεια.

Και κανείς από όσους έχουν και μικρή γνώση των εκκλησιαστικών  θεσμών δεν θα εγείρει αντίρρηση πάνω σε αυτά. Διότι αν επιχειρούσαμε να εγκαταλείψουμε όσα από τα έθη είναι άγραφα, διότι δήθεν δεν έχουν μεγάλη δύναμη, χωρίς να το καταλάβουμε θα ζημιώναμε το Ευαγγέλιο στην ουσία του ή μάλλον θα μετατρέπαμε το κήρυγμα σε κενό νοήματος όνομα.
Λόγου χάριν (για να θυμηθώ το πρώτο και πιο συνηθισμένο απ’ όλα), ποιος δίδαξε γραπτά ότι αυτοί που ελπίζουν στο όνομα του Κυρίου ημων Ιησού Χριστού φανερώνουν αυτήν την πίστη τους με το να κάνουν το σημείο του Σταυρού; Το να στρεφόμαστε προς την ανατολή κατά την προσευχή ποιο γραπτό έργο μας το δίδαξε; Τα λόγια της επίκλησης κατά τον αγιασμό του άρτου της θείας Ευχαριστίας και του ποτηρίου, ποιος από τους αγίους μάς τα άφησε γραπτά; Δεν αρκούμαστε ασφαλώς σε αυτά που ο Απόστολος ή το Ευαγγέλιο μνημόνευσαν, αλλά πριν την Ευχαριστία και μετά από αυτήν λέμε και άλλα, διότι παραλάβαμε από την άγραφη διδασκαλία ότι έχουν μεγάλη δύναμη στην επιτέλεση του μυστηρίου.
Ευλογούμε επίσης και το νερό του βαπτίσματος και το λάδι του χρίσματος και ακόμα και αυτόν που βαπτίζεται. Από ποια γραπτά κείμενα; Δεν τα γνωρίζουμε από την σιωπηρή και μυστική παράδοση; Τι άλλο επίσης; Αυτήν την ίδια τη χρίση με το λάδι, ποιος γραπτός λόγος τη δίδαξε; Από πού πήραμε το να βαπτίζουμε τρεις φορές στο νερό τον άνθρωπο; Και τα άλλα ακόμα τα σχετικά με το βάπτισμα, όπως η αποκήρυξη του Σατανά και των αγγέλων του, από ποια γραφή διδάσκονται; Δεν προέρχονται όλα αυτά από αυτήν την μη δημοσιευμένη και απόρρητη διδασκαλία, την οποία διατήρησαν οι Πατέρες μας εν σιγή χωρίς να την πολυερευνούν και να την περιεργάζονται, επειδή ορθώς είχαν μάθει, ότι πρέπει με τη σιωπή να προστατεύουμε την σεμνότητα των μυστηρίων; Διότι πώς ήταν δυνατόν να διακηρυχτεί γραπτά το νόημα αυτών τα οποία ούτε να δουν επιτρέπεται όσοι είναι αμύητοι;
Τι επεδίωκε άραγε ο μέγας Μωϋσής με το να καθορίσει ότι δεν μπορούν όλοι να μπαίνουν στο ιερό; Τους βεβήλους δεν τους επέτρεψε ούτε εντός των περιβόλων να εισέρχονται· αφού δε άφησε τα προαύλια μόνο για τους καθαρότερους, τους Λευΐτες μόνο έκρινε ως άξιους να προσφέρουν λατρεία στο Θεό. Ενώ όμως ξεχώρισε ως έργο των ιερέων τα σφάγια και τα ολοκαυτώματα και όλη την άλλη ιερουργία, επέτρεψε σε έναν μόνο, τον αρχιερέα να εισέρχεται στα άδυτα. Και για αυτόν καθόρισε να εισέρχεται όχι πάντοτε, αλλά κατά μία μόνο ημέρα του χρόνου και κατά ορισμένη ώρα, ώστε να εποπτεύει τα άγια των αγίων με θάμβος, λόγω του ότι θα ήταν αυτό κάτι ασυνήθιστο και ξεχωριστό. Γνώριζε καλά ο σοφός Μωϋσής ότι εύκολα περιφρονεί κανείς το συνηθισμένο και ευκολοπλησίαστο, το απομακρυσμένο όμως και σπάνιο το θεωρεί κατά φυσική ακολουθία ως περισπούδαστο.
Κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν και οι απόστολοι και πατέρες που έθεσαν εξ’ αρχής τους θεσμούς στην Εκκλησία επιδίωκαν να διαφυλάξουν με τη μυστικότητα και τη σιωπή τη σεμνότητα των μυστηρίων. Άλλωστε παύει να είναι μυστήριο αυτό που εύκολα το πληροφορείται ο οποιοσδήποτε. Αυτό είναι το νόημα της άγραφης παράδοσης, να μην αμεληθεί και περιφρονηθεί η γνώση των δογμάτων από τους πολλούς λόγω συνήθειας.
Διότι άλλο είναι το δόγμα και άλλο το κήρυγμα. Διότι το μεν δόγμα σιωπάται· τα κηρύγματα όμως δημοσιεύονται. Ένα είδος σιωπής είναι και η ασάφεια της Γραφής, με την οποία καθιστά αυτή δυσχερή την κατανόηση των δογμάτων για ωφέλεια των αναγνωστών.
Για αυτό το λόγο, ενώ όλοι στρεφόμαστε κατά την προσευχή προς την ανατολή, λίγοι γνωρίζουμε ότι επιζητούμε έτσι την παλαιά πατρίδα, τον παράδεισο, τον οποίο φύτεψε ο Θεός στην Εδέμ που βρίσκεται ανατολικά.

Όρθιοι προσφέρουμε τις ευχές κατά την ημέρα της Κυριακής· δεν γνωρίζουμε όμως όλοι τον λόγο. Όχι μόνο για να υπενθυμίσουμε στους εαυτούς μας, με τη στάση μας κατά την αναστάσιμη ημέρα, την χάρη που μας δόθηκε, ότι δηλαδή αναστηθήκαμε μαζί με το Χριστό και εμείς και οφείλουμε να επιδιώκουμε τα άνω, αλλά και διότι φαίνεται ότι είναι αυτή και μία εικόνα της μέλλουσας ζωής. Για αυτό ενώ είναι η αρχή των ημερών της εβδομάδας, δεν ονομάστηκε από τον Μωϋσή πρώτη, αλλά μία. «Έγινε, λέει, βράδυ, ήλθε κατόπιν το πρωί, ημέρα μία». Και αυτό διότι η ίδια ημέρα κάνει τον ίδιο κύκλο πολλές φορές.

Είναι μία λοιπόν αυτή ημέρα, και συγχρόνως ογδόη και φανερώνει την μία πράγματι και αληθινή ογδόη ημέρα, στην οποία αναφέρεται και ο ψαλμωδός σε μερικές επιγραφές των ψαλμών, την κατάσταση που θα διαδεχτεί αυτόν το χρόνο, την ατέλειωτη ημέρα, την αβασίλευτη, που δεν την διαδέχεται η νύχτα, τον ατελείωτο εκείνο και αγέραστο αιώνα.
Αναγκαστικά λοιπόν η Εκκλησία διδάσκει στα τέκνα της να προσεύχονται σε αυτή την ημέρα όρθιοι, ώστε με την διαρκή υπενθύμιση της αιώνιας ζωής να μην παραμελούμε τα εφόδια για την εκεί μετάβασή μας.

Ολόκληρη πάλι η περίοδος της Πεντηκοστής είναι υπενθύμιση της στο μέλλον αναμενόμενης ανάστασης. Διότι εάν η μία εκείνη και πρώτη ημέρα επταπλασιαστεί επτά φορές, συμπληρώνει τις επτά εβδομάδες της ιερής περιόδου της Πεντηκοστής. Αρχίζει δηλαδή από Κυριακή και τελειώνει πάλι σε Κυριακή και επαναλαμβάνεται πάλι ενδιάμεσα πενήντα φορές ο ίδιος κύκλος της ημέρας. Μιμείται για αυτό την αιωνιότητα και είναι όμοια με αυτήν· όπως στην κυκλική κίνηση, αρχίζει από τα ίδια σημεία και τελειώνει πάλι στα ίδια.
Σε αυτήν λοιπόν την ημέρα οι θεσμοί της Εκκλησίας μάς δίδαξαν να προτιμούμε την όρθια στάση της προσευχής, σαν να μεταφέρουμε έτσι με την διαρκή υπενθύμιση το νου μας από τα παρόντα στα μέλλοντα. Και μετά από κάθε γονυκλισία επίσης σηκωνόμαστε, για να δείξουμε έτσι ότι λόγω της αμαρτίας πέσαμε στη γη, λόγω της φιλανθρωπίας όμως του κτίστη μας οδηγηθήκαμε στον ουρανό.
Δεν θα με φτάσει η ημέρα για να εκθέσω τα άγραφα μυστήρια της Εκκλησίας.

(Βασιλείου του Μεγάλου, Περί Αγίου Πνεύματος ΚΖ,66, εκδ. ΕΠΕ τόμος 10, σελ. 457-463 μετάφραση ελαφρώς παραλλαγμένη προς τα νέα ελληνικά)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Έγραψε ο Μωϋσής τα 5 πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης;

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Νοεμβρίου 2018

Έγραψε ο Μωϋσής τα 5 πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης;

(Καλαντζάκη Σταύρου, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη). ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΥ

1. Η παράδοση της συγγραφής της από το Μωυσή
Η αρχαία ιουδαϊκή παράδοση με κυρίους εκπροσώπους της τους μεγάλους ιουδαίους ιστορικούς Φίλωνα και Ιώσηπο αποδίδει τη συγγραφή της Πεντατεύχου στο Μωυσή. Το Ταλμούδ είναι σαφές επ’ αυτού, όταν αναφέρει ότι «ο νόμος αποτελεί ενιαίο έργο αποκεκαλυμμένο από το Θεό και γραμμένο καθ’ ολοκληρίαν από το Μωυσή εκτός από τους οκτώ τελευταίους στίχους του» (Baba Bathra 14b).

Με την ιουδαϊκή συμφωνεί απόλυτα και η αρχαία χριστιανική παράδοση, όπως προκύπτει από τις σχετικές αναφορές της Κ. Διαθήκης. Ο Χριστός εκφράζει ακράδαντη πίστη στη μωσαϊκότητα της Πεντατεύχου, όπως φανερώνουν οι λόγοι του˙ «ει γαρ επιστεύετε Μωυσεί, επιστεύετε αν εμοί˙ περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν. Ει δε τοις εκείνου γράμμασιν ου πιστεύετε, πώς τοις εμοίς ρήμασιν πιστεύσετε;» (Ιω. 5, 46-47). Το αυτό ισχύει ομοίως με τις χαρακτηριστικές αναφορές του˙ «αρξάμενος από Μωυσέως και από πάντων των προφητών διηρμήνευσεν αυτοίς εν πάσαις ταις γραφαίς τα περί εαυτού» (Λουκ. 24,27) και «ου Μωυσής έδωκεν υμίν τον νόμον;» (Ιω. 7,19), καθώς και άλλες παρεμφερείς (Ματθ. 8,4. 19,8. Μάρκ. 1,44. 7,10. 10,5. 12,26. Λουκ. 5,14. 16,31. 20,37. 24,44. Ιω. 7,23).

Η ίδια πεποίθηση διακατέχει επίσης και τους αποστόλους του (Ιω. 1,45. Πράξ. 3,22. 13,39. 15,5-21. 26,22. 28,23. Ρωμ. 10,5. 19,1. Α’ Κορ. 9,9. Β’ Κορ. 3,15. Αποκ. 15,3). Περαιτέρω στην Κ. Διαθήκη η Πεντάτευχος ονομάζεται νόμος, όπως υποδηλώνουν οι παρακάτω εκφράσεις της, όπου «Μωυσής» και «νόμος» είναι όροι ισοδύναμοι: «βίβλος Μωυσέως» (Μάρκ. 12,26), «το βιβλίον του νόμου» (Γαλ. 3,10), «ο νόμος» (Ματθ. 12,5. Λουκ. 16,16. Ιω. 7,19), «ο νόμος Μωυσέως» (Λουκ. 2,22. Ιω. 7,23), «ο νόμος τον Κυρίου» (Λουκ. 2,23∙ 24).
Η παραδοσιακή αυτή θέση ως προς τη μωσαϊκή προέλευση της Πεντατεύχου στηρίζεται σε μαρτυρίες τόσο του ιδίου του κειμένου της όσο και άλλων βιβλίων της Π. Διαθήκης. Οι μαρτυρίες χωρίων από τα πεντατευχικά βιβλία έχουν ιδιαίτερη αξία, γιατί δείχνουν ότι σπουδαία αποσπάσματά τους είναι γραμμένα από το Μωυσή. Αυτός προβαίνει κατ’ εντολή του Θεού ή με πρωτοβουλία του στην καταγραφή σε βιβλίο διαφόρων διατάξεων (Εξ. 24,4-8. 34,27. Δευτ. 31,9∙ 24εξ.) και γεγονότων (Εξ. 17,14. ΑριΘμ. 33,1-2. Δευτ. 31,22), που αφορούν στο λαό του οποίου ηγείται. Από τα υπόλοιπα βιβλία της Π. Διαθήκης, όσα χρησιμοποιούν εκφράσεις, όπως «βιβλίον Μωυσέως», «βιβλίον νόμου Μωυσέως» ή απλώς «νόμος» και «βιβλίον νόμου του Θεού (Κυρίου)» υπαινίσσονται σαφώς την Πεντάτευχο. Πρόκειται για τα «Ιστορικά» βιβλία του Ιησού του Ναυή (1,7-8. 9,2. 11,15. 22,9. 23,6. 24,25-26), των Κριτών (3,4), των Βασιλειών Γ’ (2,3) και Δ’ (14,6. 22,8), των Παραλειπομένων Α’ (16,40) και Β’ (17,9. 31,3), του Β’ Έσδρα (3,2. 6,18), του Νεεμία (8,1. 23,1) και του Τωβίτ (6,13. 7,13).

Τα «Ποιητικά» βιβλία, πλην της Σοφίας Σειράχ (24,23), και τα «Προφητικά», πλην του Δανιήλ (9,11-13) και του Μαλαχία (3,24), δεν αναφέρονται ονομαστικά στο Μωυσή αλλά στο νόμο του, στον οποίο αναγνωρίζουν ασφαλώς την αυθεντία του νόμου του Θεού, που καταγράφει στην Πεντάτευχο κατ’ εντολή του˙ «είπε δε Κύριος προς Μωυσήν˙ κατάγραψον τούτο εις μνημόσυνον εν βιβλίω» (Ιησ. Ν. 17,14).
Οι εν λόγω εκφράσεις χαρακτηρίζουν την Πεντάτευχο κατά τον πλέον σαφή τρόπο. Διότι δίδουν έμφαση στη νομοθεσία της («νόμος»), βεβαιώνουν για το μόνιμο σχήμα της («βιβλίον») και υποδεικνύουν τον ανθρώπινο συγγραφέα της («Μωυσής») και δι’ αυτού το θείο («Θεός/Κύριος»).
Συνεπώς, η αρχαία θρησκευτική παράδοση ιουδαίων και χριστιανών, επικαλούμενη αυτές τις βιβλικές μαρτυρίες και αναφορές των ιερών Γραφών της, οδηγείται λογικά στην πεποίθηση ότι ο Μωυσής υπήρξε ο βασικός συγγραφέας της Πεντατεύχου, χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι αποτελεί καθ’ ολοκληρίαν προϊόν της γραφίδας του, όπως διαφαίνεται στη συνέχεια.

2. Οι επιφυλάξεις ως προς τη μωσαϊκότητά της
Οι πρώτες επιφυλάξεις για τη γνησιότητα εν μέρει ή εν όλω της Πεντατεύχου ανιχνεύονται στους πρώιμους χριστιανικούς χρόνους εντός και εκτός της Εκκλησίας, σε χριστιανούς αιρετικούς και παγανιστές εθνικούς αντιστοίχως. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων αιώνων δεν αναφέρεται καμμία περίπτωση αμφισβήτησης της μωσαϊκότητάς της και γενικά της θείας προέλευσης της Π. Διαθήκης από μέρους των αποστολικών και γενικά των προ της Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας πατέρων της Εκκλησίας. Εξαίρεση απετέλεσαν μόνον οι διάφορες αιρέσεις, που ανήκαν είτε μέσα στους κόλπους του χριστιανικού Γνωστικισμού είτε εκτός αυτών, ή ακόμη και μεμονωμένα πρόσωπα του εθνικού κόσμου, τα οποία διακρίνονταν για τις εχθρικές διαθέσεις τους προς την Π. Διαθήκη, την αντιχριστιανική πολεμική τους και την αντιπάθειά τους προς τον Ιουδαϊσμό.
Απ’ αυτούς οι Γνωστικοί με τις διάφορες παραφυάδες τους (Σιμών ο Μάγος, Βασιλείδης, Καρποκράτης˙ Οφίτες, Νικολαΐτες, Καϊνίτες κ.ά.), ως φιλοσοφικό σύστημα —που απείλησε μάλιστα σοβαρά την Εκκλησία—, αντιμετώπισε εξαρχής την Π. Διαθήκη συνολικά με φιλοσοφική διάθεση, η οποία προδιέγραφε την αρνητική κριτική εναντίον της. Γι’ αυτό και οι παρατηρήσεις τους σε αμφισβητούμενα, κατ’ αυτούς, ως προς τη μωσαϊκή τους προέλευση πεντατευχικά χωρία, έχοντας ως κίνητρό τους τη φιλοσοφία, οδηγούσαν σε παραποίηση της αλήθειας.

Ειδικά ο Μαρκίων, που είχε επηρεασθεί από τη διδασκαλία τους, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα φιλοσοφικά του ενδιαφέροντα, δεν άσκησε αμερόληπτα ούτε καν επιστημονική κριτική στην Π. Διαθήκη, την οποία απέρριπτε, θεωρώντας το νόμο της αλλοιωμένο. Αντιβιβλική και αντιχριστιανική ήταν επίσης και η συμπεριφορά δύο ανδρών του εθνικού περιβάλλοντος, του Κέλσου και του Πορφυρίου —του δευτέρου ανήκοντος στον 3ο αιώνα. Οι αντιρρήσεις αμφοτέρων έναντι του ιερού κειμένου και ειδικά της μωσαϊκότητας της Πεντατεύχου δεν ήταν προϊόν επιστημονικής έρευνας αλλά καθαρά προκατειλημμένης διάθεσης και εχθρότητας.
Απέναντι στην αρνητική αυτή στάση των ως άνω αιρετικών και παγανιστών, η οποία γενικευόταν ασαφώς και αορίστως όχι μόνο στην Πεντάτευχο αλλά και σ’ ολόκληρη τη Βίβλο, οι αιρετικοί, που δεν ήταν ενταγμένοι σε γνωστικούς κύκλους, αντιμετώπιζαν με πιο υπεύθυνο και μεθοδικό τρόπο το βιβλικό κείμενο κινούμενοι από δογματικούς μάλλον παρά γραμματολογικούς λόγους. Απ’ αυτούς οι Ναζηραίοι και οι Εβιωνίτες απέρριπταν ορισμένους λόγους της Πεντατεύχου, που δε τους θεωρούσαν ως προερχομένους από το χέρι του Μωυσή και κατέληγαν στην άρνηση της μωσαϊκότητάς της, ενώ εξέφραζαν την απέχθειά τους και έναντι των προφητών.

Ο αιρετικός Πτολεμαίος διατύπωσε, στη γνωστή προς Φλώρα επιστολή του, την ακραία άποψη ότι ο νόμος, που ενσωματώθηκε στα πέντε πρώτα βιβλία της Π. Διαθήκης, δε δόθηκε από ένα συγγραφέα, αφού μερίδιο στη συγγραφή του είχαν εκτός από το Θεό, ο Μωυσής ακόμη και οι πρεσβύτεροι του λαού. Εμφανιζόμενος δε ως ατελής σ’ αυτά δεν μπορούσε λογικά να προέρχεται από τον τέλειο Θεό. Ομοίως και ο αιρετικός συγγραφέας των Ψευδοκλημεντείων, εμφορούμενος από ένα πνεύμα φιλοσοφικού ορθολογισμού, διέκρινε γνήσια και μη αποσπάσματα στην Πεντάτευχο. Διότι θεωρούσε ότι ο θειος νόμος δόθηκε μεν από το Μωυσή αλλ’ είναι προϊόν συγγραφής άλλων, από τους οποίους προέρχονται τα σφάλματά του. Μέσα στο ίδιο αρνητικό κλίμα έναντι της Π. Διαθήκης εργάσθηκαν και άλλες μικρότερες αιρετικές ομάδες, οι οποίες απέρριπταν εκτός από το νόμο και τους προφήτες.
Από τον 3ο μέχρι και το 16ο αι. της θρησκευτικής μεταρρύθμισης, αναπτύσσεται ένας προβληματισμός ως προς τη σύνθεση της Πεντατεύχου, που γίνεται ολοένα και εντονότερος στους κύκλους των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων καθώς και σ’ εκείνους των ιουδαίων εξηγητών, χωρίς βεβαίως να εκλείψουν οι ανταγωνιστές του Χριστιανισμού και οι αρνητές των Γραφών του. Κατ’ αυτή την περίοδο, χρήζει μνείας το γεγονός ότι ορισμένοι εκκλησιαστικοί πατέρες και συγγραφείς υιοθέτησαν την ιουδαϊκή άποψη ότι ο Έσδρας αποκατέστησε τα βιβλία της Π. Διαθήκης, που είχαν χαθεί ή καταστραφεί κατά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 586 π.Χ.

Με την υιοθέτηση αυτή ασφαλώς δεν εννοούσαν —αν και αυτή την εντύπωση έδιδαν— ότι ο Έσδρας με θεία έμπνευση έγραψε εκ νέου και καθ’ ολοκληρίαν τα ιερά βιβλία, αλλ’ ότι τα εξέδωσε ή τα αναπαρήγαγε από διάφορες πηγές. Κατά συνέπεια δεν προέκυψε πρόβλημα άρνησης από μέρους των της μωσαϊκής συγγραφής του νόμου. Ωστόσο ορισμένοι συνάδελφοί τους και μάλιστα αξιόλογοι βιβλικοί ερμηνευτές (Ευσέβιος, Ιερώνυμος, Θεόδωρος Μοψουεστίας, Αναστάσιος Σιναΐτης κ.ά.), ενδιατρίβοντας στο κείμενο της Πεντατεύχου και γενικά των Γραφών, είχαν επισημάνει ορισμένα χωρία και φράσεις, που δύσκολα μπορούσαν ν’ αποδοθούν στο Μωυσή, χωρίς όμως ν’ αρνηθούν την αυθεντία του ως συγγραφέα της.

Ανάλογες επισημάνσεις είχαν γίνει και από ραββίνους εξηγητές της Διασποράς κυρίως κατά τους μέσους χρόνους, όπως μεταξύ άλλων από το μετριοπαθή Abraham ibn Ezra και τους ακραίους ορθολογιστές Hiwi al Balkhi, Ibn Hazm και Isaac ben Jasos. Οι τελευταίοι αυτοί διατείνονταν ότι είχαν παρατηρήσει στο βιβλικό κείμενο σωρεία δυσχερειών, εσφαλμένων διηγήσεων και χρονολογιών, αντιθέσεων κ.τ.ό., με αποτέλεσμα ν’ αρνούνται ότι η Βίβλος είναι πράγματι ο λόγος του Θεού.
Καθόλο αυτό το χρονικό διάστημα οι προσπάθειες των διαφόρων ερευνητών του πεντατευχικού κειμένου είχαν το χαρακτήρα απλών επισημάνσεων, οι οποίες, ανεξάρτητα αν ήταν ορθές ή λανθασμένες, αόριστες ή συγκεκριμένες, αυθαίρετες ή τεκμηριωμένες, εντόπιζαν πάντως την ύπαρξη ενός προβλήματος στη σύνθεση της Πεντατεύχου.

3. Η κριτική του κειμένου της και οι δυσχέρειές του
Μετά τη θρησκευτική μεταρρύθμιση το πρόβλημα της σύνθεσης της Πεντατεύχου εισέρχεται σε μια νέα φάση προσέγγισής του. Αντιμετωπίζεται δηλ. κατά τρόπο συστηματικό από την επιστημονική έρευνα. Η φιλολογική κριτική του βιβλικού κειμένου αναλαμβάνει σταδιακά να διερευνήσει όλες τις πτυχές του, οι οποίες είχαν ακροθιγώς επισημανθεί και στη συνέχεια αναδειχθεί, μετατρέποντας τις απλές επιφυλάξεις των ασχολουμένων με αυτές ερευνητών σε σοβαρές αντιρρήσεις, που προέκυπταν από την αδυναμία τους να συμβιβάσουν ορισμένες δυσχέρειες του πεντατευχικού κειμένου με τη συγγραφή του από το Μωυσή.
Οι κυριότερες απ’ αυτές τις δυσχέρειες εντοπίζονται: 1. Σε διπλές ή παράλληλες διηγήσεις (Γεν. 1,1-2,4α και 2,4β-25. 21,31 και 26,33. Εξ. κεφ. 3 και 6), 2. σε αναχρονισμούς (Γεν. 14,14. 40,15), 3. σε αντιφάσεις (αντινομίες), 4. στην αναφορά του θανάτου και της ταφής του Μωυσή (Δευτ. 34,5εξ.), 5. σε εκφράσεις ενδεικτικές μεταμωσαϊκής εποχής (Γεν. 12,6. 13,7. Δευτ. 3,14. 34,6 κ.ά.), 6. σε περιγραφές εδαφικές-γεωγραφικές, ενδεικτικές ενός συγγραφέα που έζησε στην Παλαιστίνη (Γεν. 50,10Εξ. Αριθμ. 22,1. 32,32. 35,14. Δευτ. 1,1∙ 5. 3,8. 4,46 κ.ά.), 7. στη συστηματική χρήση του γ’ προσ. στην αφήγηση, 8. στην απουσία οποιουδήποτε υπαινιγμού για την ταύτιση του συγγραφέα με το πρόσωπο του Μωυσή και σε άλλες δευτερεύουσες, οι οποίες αποκλείουν ένα και μόνο συγγραφέα.

12. Η σύνδεση των προφορικών παραδόσεων με το πρόσωπο και την εποχή του Μωυσή
Οι περί ων ο λόγος προφορικές παραδόσεις ανάγουν τα ίχνη τους στην εποχή του Μωυσή, αν όχι και παλαιότερα ακόμη. Ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένες με το πρόσωπό του και δι’ αυτού με την θρησκευτική πίστη, τη λατρευτική ζωή και την εθνική κληρονομιά του αρχαίου Ισραήλ, το οποίο εκπροσωπούσε ως θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης του, και κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα και από γενεά σε γενεά. Ως εκ της θέσεώς του αυτής ήταν ο πλέον αρμόδιος να συλλέξει το υλικό για τη σύνθεση του πεντατευχικού έργου. Και, ως φαίνεται, αυτό έπραξε, καταγράφοντας με τη μορφή προφανώς χρονικών ή απομνημονευμάτων, παράλληλα με το αρχαίο υλικό, που παρέλαβε αυτούσιο ή επεξεργάσθηκε, και εκείνο που απεκόμισε από τις εντυπώσεις του ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας των ιστορικών γεγονότων της εποχής του καθώς και από τη συμμετοχή του σε νομοθετικές και άλλες ρυθμίσεις του λαού του.
Η ζωντανή αυτή μωσαϊκή παράδοση, ιστορική και νομοθετική, που αποτελεί ασφαλώς τον πυρήνα της Πεντατεύχου, δεχόταν αναπόφευκτα τις επιδράσεις της νοοτροπίας και των συνθηκών του εκάστοτε περιβάλλοντος, στο οποίο μεταβιβαζόταν. Έτσι προσελάμβανε διάφορες αποχρώσεις χωρίς όμως ν’ αλλοιώνει το πνεύμα τους, αφού διατηρούσε απαράλλακτες τις εντολές της αυτής θρησκείας, τις αρχές του αυτού δικαίου και τους κανόνες της αυτής λατρείας.

Μ’ αυτό τον τρόπο όμως τα «στρώματα» δεν παρέμειναν στην αρχική γραπτή μορφή διαμόρφωσής τους, αλλά υπέστησαν επεξεργασία και δέχθηκαν προσθήκες κατά τις εκδόσεις του κειμένου τους. Αυτές οι προσθήκες, εν πολλοίς μεταγενέστερες, εμφανίζονται σήμερα ως ερμηνευτικές δυσχέρειες (διπλές διηγήσεις, αναχρονισμοί, αντιφάσεις, επαναλήψεις, ασυμφωνίες κ.ά.), οι οποίες παρά ταύτα δε θίγουν την ουσία του περιεχομένου τους.

Συμπέρασμα
Με βάση τα μέχρι τούδε δεδομένα, δεν έχει προκύψει ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα σύνθεσης της Πεντάτευχου και της μωσαϊκότητάς της. Η φιλολογική κριτική έρευνα, που ασχολείται μ αυτό 250 χρόνια και πλέον, από τότε που ανέκυψε, με την εισήγηση του Jean Astruc περί «γραπτών μνημείων» στο πεντατευχικό κείμενο, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο συγγραφέας της Πεντάτευχου δεν είναι δυνατόν να περιορίζεται σ’ ένα μόνον πρόσωπο, πολύ δε περισσότερο στο Μωυσή.
Αυτό βεβαίως το συμπέρασμα ως προς το δεύτερο σκέλος του, αμφισβητείται ευρέως σήμερα από συντηρητικούς κυρίως κύκλους βιβλικών θεολόγων. Οι τελευταίοι, μολονότι λαμβάνουν σοβαρά υπόψη και χρησιμοποιούν στην επιστημονική τους έρευνα τα πορίσματα του προβλήματος αυτού, εντούτοις έχουν διαφορετική άποψη ως προς τη μωσαϊκότητα της Πεντατεύχου. Διότι το ενδιαφέρον τους μετατοπίζεται από τη φιλολογική ενότητα της Πεντατεύχου στην αντίστοιχη θεολογική, η οποία θεωρείται αναμφισβήτητη.

Η θεολογική αυτή ενότητα, στην οποία συνέβαλε επιτυχώς η προσπάθεια του τελευταίου εκδότη της Πεντατεύχου να εναρμονίσει τις ποικίλες ως προς την προέλευση, τη μορφή και το περιεχόμενο παραδόσεις, που είχαν ήδη ενσωματωθεί στα «στρώματα», που την απάρτισαν, στηρίζεται ασφαλώς επί του πεντατευχικού κειμένου. Στηρίζεται δηλ. στη μωσαϊκότητα της Πεντατεύχου, η οποία περιλαμβάνει παραδόσεις αρχαιότερες, που συνδέονται με τον ίδιο το Μωυσή, αλλά και νεότερες, που ανάγονται διά μέσου των κατά καιρούς αμέσων ή εμμέσων μαθητών-συνεργατών του στη μωσαϊκή εποχή. Άρα η συμμετοχή του υπήρξε σημαντική στη φιλολογική παραγωγή του έργου αυτού.
Εξάλλου, ποιος άλλος, εκτός από το Μωυσή, ήταν αρμοδιότερος και καλύτερα προετοιμασμένος να συντάξει ένα τέτοιο σπουδαίο έργο σχετικό με την αυθεντική ιστορία της εξόδου των ισραηλιτών από την Αίγυπτο και με το νομοθετικό διακανονισμό του τρόπου ζωής τους στην έρημο. Ασφαλώς αυτός, γνωστού όντος ότι υπήρξε αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας όσων διαλαμβάνονται στην Πεντάτευχο. Αυτός κατεξοχήν, εκτός από τη μόρφωση και το κύρος του, διέθετε γνώσεις και εμπειρία και είχε τη δυνατότητα, που του παρείχε η υψηλή θέση του ως ηγέτη, νομοθέτη και προφήτη, να το πραγματοποιήσει. Συνεπώς, η παράδοση, ιουδαϊκή και χριστιανική, που συνδέει το πρόσωπό του με την προέλευση της Πεντατεύχου, υπήρξε ανέκαθεν ισχυρή στη συνείδηση των ιουδαίων και των χριστιανών πιστών, παρά τις όποιες αντιρρήσεις της βιβλικής κριτικής έρευνας.
Συνοψίζοντας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι μαρτυρίες που αντλούμε από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και ιδιαίτερα από την ίδια την Πεντάτευχο, πείθουν ότι το περιεχόμενό της υπήρξε προϊόν συγγραφής του Μωυσή. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι αυτός έγραψε το κύριο και σημαντικότερο μέρος των νόμων και των γεγονότων της και όχι βεβαίως αυτολεξεί το υπό τη σημερινή μορφή του σωζόμενο στη Βίβλο. Η δε συγγραφή του σε υποτυπώδη υλικά γραφής και με πενιχρά γραφικά μέσα την εποχή εκείνη, έλαβε χώρα προφανώς κατά το χρονικό διάστημά της οδοιπορίας και παραμονής των ισραηλιτών στην έρημο μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο, δηλ. μεταξύ ca. 1290 και 1250 π.Χ.

Εξυπακούεται ότι κατά τη διάρκεια σύνθεσης της Πεντατεύχου, το κείμενό της δέχθηκε αναπόφευκτα μεταγενέστερες προσθήκες, νομοθετικής και ιστορικής φύσεως, χωρίς ασφαλώς ν’ αλλοιώνουν την ουσία του και να θίγουν το μωσαϊκό χαρακτήρα και την ενότητά του. Την πραγματικότητα αυτή εκφράζουν εύγλωττα οι ακόλουθοι λόγοι ενός σπουδαίου βιβλικού θεολόγου, του R. Wilson: «η Πεντάτευχος με την παρούσα μορφή της είναι ιστορικό έργο, προερχόμενο από τη μωσαϊκή εποχή. Ο Μωυσής υπήρξε ο βασικός συγγραφέας της, οι δε προσθήκες, που δέχθηκε από αναθεωρήσεις ή εκδόσεις μεταγενεστέρων συντακτών ενέχουν την αυτή θεία έμπνευση και εμπεριέχουν την αυτή θεία αλήθεια, όπως και το υπόλοιπο μέρος της».

(Καλαντζάκη Σταύρου, καθηγητού Πανεπιστημίου, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 267-272 και 280-283)

……………………………………………………….

Α)   (Χαστούπη Αθανασίου,Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη). 
IV. Γένεση της Πεντατεύχου
Οποιαδήποτε κι αν είναι η λύση του φιλολογικού προβλήματος της Πεντατεύχου, στην οποία θα καταλήξει κάποιος στο μέλλον, δεν θα θεωρήσει μάταιο το υπέρογκο έργο της κριτικής που επιτεύχθηκε τα τελευταία 200 περίπου χρόνια. Από την αρχή μέχρι το τέλος της Πεντατεύχου συναντά κανείς διπλές διηγήσεις, επαναλήψεις και ασυμφωνίες.

Η Γένεσις αρχίζει με δύο διηγήσεις, από τις οποίες η δεύτερη ακολουθεί αμέσως την πρώτη, περί δημιουργίας (Γεν. 1,1- 2,4α και 2,4β-3,24). Υπάρχουν δύο γενεαλογίες του Κάιν-Κενάν (Γεν. 4,17 κ.εξ. και 5,12-17) και δύο διηγήσεις περί κατακλυσμού (Γεν. 6-8). Στη μία από αυτές ο κατακλυσμός οφείλεται σε διαφορετικούς παράγοντες και έχει διαφορετική διάρκεια˙ στην άλλη ο Νώε εισάγει στην Κιβωτό διαφορετικό αριθμό ζώων. Δύο φορές ο Αβραάμ εκθέτει σε κίνδυνο την τιμή της Σάρρας, αφού τη συστήνει ως αδελφή του (Γεν. 12,13 κ.εξ. και 20,1 κ.εξ.). Η ίδια περιπέτεια σε άλλο σημείο αφορά στον Ισαάκ και τη Ρεβέκκα (Γεν. 26,7 κ.εξ.). Υπάρχουν δύο διηγήσεις περί απαγωγής του Ιωσήφ: η πρώτη από τους μαδιανίτες και ακολούθως η επέμβαση του Ρουβήν και η δεύτερη από τους ισμαηλίτες και κατόπιν η επέμβαση του Ιούδα (Γεν. 37,18-35).
Διπλά, επίσης, εκτίθενται οι πρώτες εμφανίσεις του Ιωσήφ στην Αίγυπτο: δίπλα στον Πετεφρή, ο οποίος του εμπιστεύεται τους φυλακισμένους˙ δίπλα σε κάποιον ανώνυμο, ο οποίος τον φυλακίζει (Γεν. 39). Διπλά περιγράφεται και το δεύτερο ταξίδι των γιων του Ιακώβ στην Αίγυπτο: πρώτα ο Ρουβήν και έπειτα ο Ιούδας εγγυάται υπέρ του Βενιαμίν (Γεν. 42,37 και 43,9). Ο πεθερός του Μωυσή ονομάζεται άλλοτε Ραγουήλ (Εξ. 2,18. Αριθμ. 10,29) και άλλοτε Γιθρώ (Εξ. 3,1.18,1).

Υπάρχουν δύο κλήσεις του Μωυσή (Εξ. 3 και 6) με δύο αποκαλύψεις του ονόματος του Γιαχβέ, το οποίο βέβαια το επικαλούνταν πριν από την κατακλυσμιαία εποχή (Γεν. 4,26). Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές περιγραφές των πληγών της Αιγύπτου (Εξ. 6-12). Δύο φορές εκτίθεται το ζήτημα για τα ύδατα της Μεριβά, όπου οι ισραηλίτες προκάλεσαν τον Γιαχβέ (Εξ. 17,7 και Αριθμ. 20,13). Παραλείπουμε, βέβαια, και πολλά άλλα παραδείγματα όμοια με τα παραπάνω.
Θα μπορούσε κάποιος να πει, όπως άλλωστε έχει αναφερθεί, ότι δεν είναι πρωτάκουστο πως το ίδιο γεγονός μπορεί να εκτίθεται δύο φορές, διότι οι προφορικές διηγήσεις αρέσκονται στις επαναλήψεις καθώς και η πρωτόγονη νοοτροπία δεν είχε τις δικές μας λογικές ανάγκες. Αλλά οι εξηγήσεις αυτές είναι ασφαλώς ανεπαρκείς, διότι στα κείμενα αυτά, όπου καταγράφονται διπλές διηγήσεις, ως προς την ουσία της διηγήσεως, διαφέρουν κατά το ύφος, το λεξιλόγιο, τον τρόπο κατά τον οποίο εμφανίζουν τον Θεό και τις σχέσεις Του προς τον άνθρωπο. Αναμφίβολα είναι εξόχως μηχανικός ο τρόπος της εμφάνισης της Πεντάτευχου ως συμπιλήματος «κειμένων», τα οποία θα μπορούσε κάποιος να διαμελίσει, να ανακατατάξει και να επαυξήσει με αναθεωρήσεις. Είναι, όμως, ως εκ τούτου φανερό σε ποιες δυσκολίες θα κατέληγε κάποια υπόθεση περί πηγών, η οποία νοείται με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, εκ των πραγμάτων αναγκάζεται κάποιος να δεχθεί τη γνώμη ότι στην Πεντάτευχο συνυπάρχουν πολλές παραδόσεις ή κύκλοι παραδόσεων.
Τα κείμενα διακρίνονται σε ομάδες εξαιτίας της συγγένειας της γλώσσας, του ύφους και των ιδεών. Μέσω των σταθερών αυτών γνωρισμάτων καθορίζονται παράλληλες γραμμές, τις οποίες μπορεί να παρακολουθήσει όποιος εξετάζει το υλικό της Πεντατεύχου. Αυτή η διάκριση σε ομάδες δεν διαφέρει και πολύ από τη φιλολογική κριτική που προτείνεται, διότι χρησιμοποιεί τα ίδια κριτήρια. Είναι, όμως, περισσότερο ελαστική και δεν ισχυρίζεται ότι πετυχαίνει την ανασυγκρότηση των διερευνόμενων πηγών μέχρι την κατανομή όλων των στίχων ή ακόμη και των ημιστιχίων της Πεντατεύχου.

Κατά την θεωρία αυτή περί παραδόσεων είναι φυσικό κάποιος να αντιλαμβάνεται τις κύριες πηγές (J, Ε, D, Ρ) ως βασικές παραδόσεις και, συνεπώς, να ομιλεί περί γιαχβικής, ελωχειμικής και ιερατικής παράδοσης στα τέσσερα πρώτα βιβλία της Πεντατεύχου. Στο Δευτερονόμιο, όμως, προϋποτίθεται ιδιαίτερη παράδοση, η οποία ονομάζεται δευτερονομιστική (αφού έχει καταγραφεί από δευτερονομιστή ή από δευτερονομιστές), και επομένως εγείρεται σ’ αυτό ιδιαίτερο πρόβλημα. Ας δούμε στη συνέχεια καθεμιά από τις πηγές ή τις παραδόσεις τους….

V. Μωσαϊκότητα της Πεντατεύχου
Ο κατά προσέγγιση καθορισμός του χρόνου και του τόπου της προέλευσης των παραδόσεων για τις οποίες έγινε λόγος δεν σημαίνει και προσέγγιση στην πρωταρχική γένεσή τους, διότι είναι γεγονός αναμφισβήτητο το ότι, παρά τα ιδιαίτερα γνωρίσματα καθεμιάς, οι διαφορετικές αυτές παραδόσεις έχουν αισθητή ομοιότητα και αναμφίβολη συγγένεια. Οι γιαχβικές και οι ελωχειμικές διηγήσεις δεν μπορούν πάντοτε να προχωρήσουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις γι’ αυτό και συνήθως προχωρούν παράλληλα η μία προς την άλλη και ουσιαστικά εκθέτουν την ίδια ιστορία˙ άρα, οι δύο παραδόσεις αυτές έχουν κοινή αρχή.

Εξάλλου, προϋποθέτουν πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, όπως και γεωγραφική και ιστορική κονίστρα, που δεν αντιστοιχούν στην εποχή κατά την οποία -όπως υποτίθεται- θεσπίστηκαν, αλλά στην εποχή κατά την οποία συνέβησαν όσα αυτές εκθέτουν και υπέρ της άποψης αυτής συνηγορούν η αρχαιολογία και τα ανατολικά κείμενα. Επομένως, η κοινή αρχή τους ανάγεται στην εποχή, κατά την οποία διαμορφώθηκε ο λαός του Ισραήλ.
Οι ίδιες παρατηρήσεις μπορούν να διατυπωθούν -με κάποιες παραλλαγές- για τα νομοθετικά τμήματα. Αναμφίβολα ο κώδικας της διαθήκης, το Δευτερονόμιο και το Λευιτικό παρουσιάζουν διαφορές στο πνεύμα και στη διατύπωση, οι οποίες εξηγούνται απ’ το διαφορετικό κάθε φορά περιβάλλον, την αλλαγή των συνθηκών και των ιδεών, αλλά βρίσκει κάποιος εκεί τις ίδιες αρχές περί δικαίου, τα παραγγέλματα της ίδιας θρησκείας, τους κανόνες της ίδιας λατρείας. Πρόκειται για το αστικό και θρησκευτικό δίκαιο του ισραηλιτικού λαού. Το δίκαιο αυτό έχει εξελιχθεί παράλληλα με την κοινότητα, την οποία ρυθμίζει, αλλά η αρχή του συνδέεται άρρηκτα με την αρχή του λαού.

Έχει ως επί το πλείστον διασώσει στοιχεία παλαιά˙ ο ιερατικός κώδικας μπορεί να τοποθετηθεί μετά την αιχμαλωσία, αλλά ο νόμος της αγιοσύνης στο Λευιτ. 17-25 ανάγεται στην περίοδο της βασιλείας, οι απαγορευτικές διατάξεις περί τροφών στο Λευιτ. 11 (όπως και αυτές στο Δευτ. 14) και οι διατάξεις περί καθαρότητος στο Λευιτ. 15 έχουν παραδοθεί από παλαιότατη εποχή˙ το τυπικό των εορτών και των θυσιών όλης της Πεντατεύχου στηρίζεται ουσιαστικά στο τυπικό του πρωταρχικού γιαχβισμού και συνεχίζει έτσι ακριβώς προγενέστερες συνήθειες. Ως προς το αστικό δίκαιο, αυτό όπως διασώζεται στον κώδικα της διαθήκης (Εξ. 21-23) έχει καταπληκτική ομοιότητα με τους νόμους της Βαβυλώνας και της Ασσυρίας, απ’ τους οποίους οι μεν βαβυλωνιακοί εκδόθηκαν πολύ πριν την έξοδο των Ισραηλιτών, οι δε ασσυριακοί λίγο μετά απ’ αυτή.
Έτσι η βάση της Πεντατεύχου, η ουσία των παραδόσεων που ενσωματώθηκαν σ’ αυτή και ο πυρήνας της νομοθεσίας ανέρχονται σε χρόνους κατά τους οποίους ο Ισραήλ αποτέλεσε λαό. Στην εποχή αυτή δεσπόζουσα μορφή ήταν βεβαίως ο Μωυσής, ο οποίος υπήρξε ο διοργανωτής, θρησκευτικός εμπνευστής και πρώτος νομοθέτης του λαού. Οι παλαιές παραδόσεις, οι οποίες αναφέρονται σε αυτόν και στα γεγονότα που σχετίζονται με τον ίδιο, απέβη σαν εθνική εποποιία. Η μωσαϊκή θρησκεία άφησε διαπαντός την σφραγίδα της στην πίστη και την λατρεία του λαού και ο μωσαϊκός νόμος παρέμεινε ρυθμιστής του γενικότερου βίου του. Οι προσαρμογές που επέβαλλε η αλλαγή συνθηκών με την πάροδο του χρόνου έγιναν σύμφωνα με το πνεύμα του μεγάλου νομοθέτη και διασφαλίστηκαν μέσω της αυθεντίας του.
Την ιστορικότητα του γεγονότος αυτού εκφράζει η παράδοση μέσω της σύνδεσης της Πεντατεύχου με το όνομα του Μωυσή. Την σύνδεση αυτή διατηρεί η Πεντάτευχος πολύ σταθερά. Εντούτοις, μέχρι την ιουδαϊκή περίοδο είναι πολύ λιγότερο κατηγορηματική ως προς την απόδοση της έκδοσης των βιβλίων στον Μωυσή. Όταν αναφέρει ότι «ο Μωυσής έγραψεν», εκφράζεται γενικόλογα. Ουδέποτε αναφέρεται μέσω της φράσης αυτής στη συλλογή της Πεντατεύχου. Όσες φορές, όμως, η ίδια η Πεντάτευχος χρησιμοποιεί -και αυτό σπάνια- τη φράση αυτή, εννοεί συγκεκριμένο τεμάχιο˙ έτσι το Εξ, 24,4 (πρβλ. στ. 7) εννοεί τον ελωχειμικό κώδικα (Εξ. 21-23) της διαθήκης˙όπως πάλι το Εξ. 34,27 αναφέρεται στον γιαχβικό κώδικα της διαθήκης στο Εξ. 34,10-26. Η ένδειξη στο Εξ. 17,24 αφορά στη διήγηση για τη νίκη κατά των αμαληκιτών, απαντά στους στ. 8-13, και το Αριθμ. 33,2 εισάγει την πορεία στην Αίγυπτο, η οποία εμπεριέχεται στη συνέχεια του κεφαλαίου.
Βέβαια, δεν μπορεί κάποιος να αμφισβητήσει τις μαρτυρίες αυτές που συνηγορούν υπέρ ορισμένης συγγραφικής δράσης του Μωυσή ή των συνεργατών του. Κατά την εποχή του -για να μην αναφέρουμε κάτι για την Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία-, υπήρχε στην Χαναάν συγγραφική παραγωγή, την οποία έχουν αποκαλύψει σ’ εμάς τα ουγαριτικά κείμενα και η οποία μεταδιδόταν με διάφορα συστήματα γραφής. Είναι, λοιπόν, ευλογοφανές ότι κάποιες από τις διηγήσεις και κάποιοι από τους νόμους έχουν καταγραφεί αρκετά νωρίς.

Θα ήταν μάταιο να προσπαθήσουμε να καθορίσουμε την έκταση αυτής της πρώτης καταγραφής. Αντιθέτως, μας ενδιαφέρει περισσότερο να διαπιστώσουμε την πρωταρχική μωσαϊκή προέλευση των παραδόσεων που αποτελούν την Πεντάτευχο. Αυτές παρέμειναν ζωντανές, φέρουν την σφραγίδα της επίδρασης του εκάστοτε περιβάλλοντος -όπου διασώθηκαν εξελισσόμενες- και των εκάστοτε νέων συνθηκών, στις οποίες έπρεπε κάποιος αναπόφευκτα να ανταποκριθεί. Αυτές οι παραδόσεις απέβησαν αναπόσπαστες του βίου και του λαού και, επειδή ήταν ζωντανές, διατήρησαν τον ουσιαστικό χαρακτήρα της μωσαϊκής τους προέλευσης.

(Χαστούπη Αθανασίου,Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, εκδ. Έννοια,Αθήνα 2017, σελ.55-57 και 71-73)

Β)   (Παπαδοπούλου Νικολάου, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, εκδ.  Έννοια, Αθηνα 2008, σελ. 74)

Συγγραφεύς και χρόνος συγγραφής

Παρά την έλλειψιν αμέσου εσωτερικής μαρτυρίας σχετικής προς τον συγγραφέα, τόσον η Ιουδαϊκή όσον και η χριστιανική παράδοσις αποδίδουν την συγγραφήν της Πεντατεύχου εις τον Μωυσήν.

Ούτος κατά την συγγραφήν του βιβλίου εχρησιμοποίησε δια μεν τα προ αυτού γεγονότα προφορικάς και γραπτάς παραδόσεις, παραθέτων αυτάς είτε αυτουσίως, είτε επεξειργασμένας, δια δε τα κατ’ αυτόν, εις τα οποία αυτός πρωταγωνιστεί, την προσωπικήν πείραν.

Δεχόμενος τις την εκ του καλάμου του Μωυσέως προέλευσιν της Πεντατεύχου δεν αποκλείει την εκ των υστέρων εμφιλοχώρησιν επουσιωδών προσθηκών και ενίων μεταβολών.

Κατά πάσαν πιθανότητα ο Μωυσής επί τη βάσει των προ αυτού προφορικών και γραπτών πηγών και των εν είδει απομνημονευμάτων καταγεγραμμένων προσωπικών αυτού εντυπώσεων, συνέθεσε το βιβλίον περί το τέλος του βίου του, των περί θανάτου και ταφής αυτού διηγήσεων προερχομένων εκ μεταγενεστέρας χειρός.

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Οκτωβρίου 2018

Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου

† ΜΟΝΑΧΟΥ  ΜΑΡΚΕΛΛΟΥ  ΚΑΡΑΚΑΛΛΗΝΟΥ

«Νεφέλη γαρ Κυρίου ην επί της Σκηνής ημέρας,
 και πυρ ην επ’ αυτοίς νυκτός εναντίον παντός Ισραήλ».
(Έξοδος κεφ. μ’ 36)

Δέσποινα Θεοτόκε, το κειμήλιον των αρετών, η σκέπη και η καταφυγή πάντων των Χριστιανών, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου και λύτρωσαι ημάς εκ των ορατών και αοράτων εχθρών.Θεοτόκε Παρθένε, η των ουρανών Πλατυτέρα, εσύ είσαι η κλίμαξ ην ο Ιακώβ εθεάσατο. Δια των ιδικών σου πρεσβειών ανερχόμενοι οι Άγγελοι αναφέρουν εις τον Άγιον Θεόν τας προσευχάς των Χριστιανών. κατερχόμενοι δε μεταφέρουν εις αυτούς την χάριν και τας δωρεάς Αυτού.
Νεφέλη οδηγούσε και εσκέπαζε τους Ισραηλίτας όταν εβάδιζον εις την έρημον και νεφέλη εκάλυπτεν την Σκηνήν του Μαρτυρίου. Όλα αυτά όμως ήσαν τύπος και σκιά της χάριτος του Θεού2.

Όταν όμως ο ήλιος της δικαιοσύνης, ο Ιησούς Χριστός εσκήνωσεν εν σοι, δια της ενσάρκου οικονομίας αυτού, τότε εσύ Θεοτόκε έγινες η φωτεινή Σκηνή του Αγίου Πνεύματος, φωτίζουσα, σκέπουσα, περιθάλπουσα και οδηγούσα τον νέον Ισραήλ εις τον Παράδεισον, εις την Βασιλείαν των ουρανών.

Πώς να μη σε ευχαριστήσωμεν Πάναγνε διότι με την αστραπόμορφον Σκέπην σου πλημμυρίζεις τας ψυχάς των ευσεβών Χριστιανών με θεία νοήματα; Εσύ Παναγία μας, ως φιλόστοργος Μήτηρ στολίζεις τις ψυχές μας δια των πολλών σου χαρίτων και τας καθιστάς ευαρέστους ενώπιον του Αγίου Θεού.

Η αισχύνη της ψυχικής γυμνότητος δια των πολλών σου χαρίτων καλύπτεται. δια του ιερού σου Μαφορίου3 σκεπάζεις τις ψυχές μας αι οποίαι στερούνται ενδύματος γάμου και δεν ημπορούν να εισέλθουν εις την Βασιλείαν των Ουρανών.

Πολυύμνητε Κόρη, το ταμείον των θείων δωρεών μη παρίδης τας δεήσεις των πτωχών δούλων σου. Κάθε ψυχή στερουμένη έργων αγαθών προς Σε ανατρέχει. επιποθούσα δε της θείας Χάριτος προς Σε καταφεύγει. Εσύ είσαι η σκέπη και η ευπρέπεια πάντων των εις Σε προστρεχόντων.

Η ευσπλαχνία σου Θεοτόκε, ωσάν θάλασσα ανεξάντλητος επικαλύπτει πάντας τους αμαρτωλούς και επιχέει προς τους δεομένους ιάματα των ψυχών και των σωμάτων.

Κάθε ψυχή, εφ’ όσον επικαλείται την βοήθειάν σου Δέσποινα, όσον άμορφη κι αν έχη κατασθή ένεκα της αμαρτίας δεν θα παραμείνη εις την ακοσμίαν αυτής, αλλά αι πρεσβείαι σου θα ελκύσουν επ’ αυτήν την χάριν του Αγίου Πνεύματος.

Άνευ των ιδικών σου πρεσβειών και της ιδικής σου προστασίας και Σκέπης ουδείς λυτρούται εκ των ακαθάρτων λογισμών και ουδείς αναβαίνει άνευ των θερμών δεήσεών σου προς τον Θεόν και Πατέρα ημών.

Ω θαυμαστή πρεσβεία πάντων των Ορθοδόξων Χριστιανών! Των προφητών εκπλήρωμα, Αποστόλων δόξα, Μαρτύρων εγκαλλώπισμα, της Παρθενίας το καύχημα και παντός του κόσμου πανθαύμαστος Σκέπη!

Ως όρνις σκέπασον υπό τας αγίας πτέρυγάς σου και περιφρούρησον τα πιστά τέκνα σου, Θεοτόκε Παρθένε.

Καθ’ ημέραν πράττομεν τα πονηρά και παροργίζομεν τον δίκαιον Θεόν. Ένεκα των πολλών αμαρτιών μας, υποπίπτομεν εις πολλούς πειρασμούς και θλίψεις. «Πολλαί αι θλίψεις του αμαρτωλού» (Ψαλ. λα’ 10).

Πρόφθασον Δέσποινα και δώρησαι μετάνοιαν εις την πατρίδα μας και περίσκεπε αυτήν εκ των επαπειλούντων αυτήν εχθρών. «Εκύκλωσαν με κύνες πολλοί συναγωγή πονηρευομένων περιέσχον με» (Ψαλ. κα’ 17).

Δεν θα υπήρχωμεν επί της γης Θεοτόκε, εάν δεν προέφθανον αι πρεσβείαι σου να εξευμενίσουν τον Άγιον Θεόν, προς τον οποίον καθ’ ημέραν αμαρτάνομεν.

Παναγία μας, η παραμυθία πάντων των ευσεβών Χριστιανών, λύτρωσαί μας εκ της επικειμένης ημίν δικαίας του Θεού παιδεύσεως.

Σκέπε πάντοτε εκ πάσης απειλής ημάς Δέσποινα, ότι μετά Θεόν τας ελπίδας σοι αναθέμεθα.

Ταις της Πανυπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου πρεσβείαις, της ακαταμαχήτου ημών προστασίας, σώσον την κληρονομίαν σου Κύριε, ίνα απροσκόπτως και ελευθέρως δοξάζομεν το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά Σου, εις το οποίον πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας. Αμήν.

μ.μ.
1-10-94

Απολυτίκιον
ήχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος

Της Σκέπης σου την χάριν, ανυμνούμεν Παρθένε. ην εν τω πανσέπτω ναώ σου εφήπλωσας τοις πάσι. το θαύμα εκπλήττει πάντα νουν, πώς θείον σου μαφόριον σεμνή, εφηπλούτο πανταχόθεν τοις πιστοίς, τη αίγλη αστραπηφόρον. Χάρις τη αντιλήψει σου Αγνή, χάρις τη θεία Σκέπη σου. Χάρις τη προμηθεία σου, μόνη Πανάχραντε.1.    Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου μας υπενθυμίζει την ένδοξον αυτής φανέρωσιν εν Βλαχέρναις, την οραθείσαν υπό του Αγίου Ανδρέου και του μαθητού αυτού Επιφανίου. Η Υπεραγία Θεοτόκος δορυφορουμένη υπό των Αγίων Αγγέλων, χειροκρατουμένη δε υπό του Τιμίου Προδρόμου και Ιωάννου του Θεολόγου εισήλθε εις το μέσον του Ναού και κλίνασα το γόνυ αυτής προσηύξατο επί πολλήν ώραν, ραίνουσα με δάκρυα το Θεοειδές αυτής πρόσωπον, υπέρ των πιστών τον Μονογενή αυτής Υιόν δυσωπούσα. Εγερθείσα έπειτα η Θεοτόκος εισήλθεν εις το Άγιον Βήμα και λαβούσα εκ της Αγίας Σορού το Μαφόριον αυτής ήλθε προ του Βήματος και σεμνοπρεπώς δια των αχράντων αυτής χειρών εφήπλωσεν επάνω του περιεστώτος λαού και εσκέπασεν αυτούς. Όταν δε η Κυρία Θεοτόκος ανέβαινεν εις τους ουρανούς η θεία Σκέπη ολίγον κατ’ ολίγον επήρθη, η οποία ήταν η Χάρις αυτής, εκδηλουμένη δια του ιερού αυτής Μαφορίου, φυλαττομένου εις τον Ναόν των Βλαχερνών.

Δια της εορτής αυτής ευχαριστούμεν την Παναγίαν μας, την Προστάτιδα ημών, δια την φανερωθείσαν προς το Χριστιανικόν γένος ευσπλαχνίαν αυτής και δεόμεθα προς αυτήν εκτενώς, ίνα πάντοτε ευσπλάχνως σκέπη ημάς τους αιτούντας την Σκέπην αυτής.

Ως Θεομητορική εορτή η Αγία Σκέπη καθιερώνεται τον Ι’ αιώνα επί Λέοντος του Σοφού.
Εις τον νεώτερον όμως Ελληνισμόν η προστασία της Αγίας Σκέπης εκδηλώθηκε ιδιαίτερα εις το έπος του 1940. Γίνεται νεφέλη δια να κρύψη τον στρατό μας εις τα βουνά της Βορείου Ηπείρου και απλώνει το «Μαφόρι» της αγάπης και σκεπάζει τους αγωνιστάς της τιμής και του δικαίου.

2.    «Η νεφέλη γαρ εγένετο σκιάζουσα επ’ αυτοίς ημέρας, εν τω εξαίρειν αυτούς εκ της παρεμβολής» (Αριθμοί κεφ. α’ 34).

3. Μαφόριον ή ωμοφόριον: Η Δέσπονα Θεοτόκος με το Μαφόριον εκάλυπτεν την ιεράν αυτής κεφαλήν και τους ώμους. Ήτο δε χρώματος κοκκίνου προς ένδειξιν της ακηράτου αυτής παρθενίας. Δια τούτο και οι ζωγράφοι ιστορούν τας παρθένους αγίας Μάρτυρας με κόκκινον Μαφόριον, τας υπάνδρους με λευκόν και τας μοναζούσας με μαύρον. (Βλέπε και Βασιλειών β’ κεφ. ιγ’. σχετικήν ιστορίαν με την Θάμαρ, θυγατέρα του Δαβίδ….)

«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΝΘΟΔΕΣΜΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΘΕΟΤΟΚΟΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Φοβάσαι τον Θάνατο; ( Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Σεπτεμβρίου 2018

sv nikolaj velimirovic

Έχεις ακούσει για τον μακάριο διάκο Αββακούμ; Όταν τον οδηγούσαν οι Τούρκοι μέσω του Βελιγραδίου, στα δεσμά, για να τον καρφώσουν στον πάσσαλο, αυτός ο ιπποτικός Βόσνιος τραγουδούσε: «Ο Σέρβος είναι του Χριστού, χαίρεται, τον θάνατο»! Αυτά τα λόγια ακούγονται εντελώς σύμφωνα με το πνεύμα του απόστολου Παύλου ο όποιος γράφει στους Φιλιππησίους: «Συνέχομαι δε εκ των δύο, την επιθυμίαν έχων εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι· πολλώ γαρ μάλλον κρείσσον· το δε επιμένειν εν τη σαρκί αναγκαιότερον δι’ υμάς» (Φιλιπ, 1,23-24). Ο απόστολος δεν μιλά καν περί του θανάτου αλλά μόνο περί της μετάβασης απ΄ αυτή τη ζωή στην άλλη ζωή. Και χαίρεται περισσότερο εκείνη τη ζωή παρά αυτήν.

Ρώτησα πρόσφατα έναν υγιή γέρο: «Τι θα επιθυμούσες από τον Θεό να σου δώσει περισσότερο στον κόσμο;» Έβαλε το χέρι στην καρδιά και απάντησε: «Τον θάνατο και μόνο τον θάνατο»! «Πιστεύεις στη ζωή μετά από τον θάνατο;» «Ακριβώς λόγω αυτής της πίστης επιθυμώ όσο πιο γρήγορα τον θάνατο», είπε ο γέρος.Οι άπιστοι φοβούνται τον θάνατο, αφού θεωρούν ότι ο θάνατος είναι εξ ολοκλήρου καταστροφή της ζωής. Πολλοί άνθρωποι που πιστεύουν πάλι φοβούνται τον θάνατο επειδή νομίζουν, ότι δεν ολοκλήρωσαν το καθήκον τους σ’ αυτόν τον κόσμο: Δεν έβαλαν τα παιδιά στον ορθό δρόμο ακόμα, ή δεν ολοκλήρωσαν ό,τι άρχισαν. Ακόμα και κάποιοι άγιοι άνθρωποι είχαν φόβο την ώρα του θανάτου. Όταν κατέβηκαν οι άγγελοι να πάρουν τη ψυχή του αγίου Σίσογιε, αυτός ο αγγελικός άνθρωπος προσευχόταν, να τον αφήσουν ακόμα λίγο στη ζωή ένεκεν μετάνοιας και προετοιμασίας για την άλλη ζωή. Οι άγιοι, λοιπόν, δεν φοβόντουσαν τον θάνατο αλλά την κρίση του Θεού μετά τον θάνατο. Και αυτός είναι ο μόνος δικαιολογημένος φόβος του χριστιανού, ο οποίος πιστεύει σταθερά στην άλλη ζωή και στην κρίση του Θεού.

Ενώ χωρίς την πίστη στην άλλη, την ουράνια ζωή, ο φόβος είναι το σχοινί γύρω από τον λαιμό, με το οποίο ο θάνατος τραβά τους καταδικασμένους στα έγκατά του. Η ζωή για τον άπιστο δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο άνεμος του θανάτου, ο άνεμος που σηκώνει και ρίχνει τη νεκρή στάχτη του ανακατεύει αυτή τη στάχτη και την ηρεμεί. Εάν ο άπιστος έως το τέλος σκεφτόταν λογικά, θα έπρεπε να πει ότι η ζωή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Γι’ αυτόν η μόνη του πίστη είναι ο θάνατος, μόνη αιώνια δύναμη ο θάνατος, μοναδικός Θεός, ο θάνατος. Για μας τους χριστιανούς, όμως, ο θάνατος είναι ολοκλήρωση ενός σχολείου, το σήμα για το τέλος της υπηρεσίας στον στρατό, και γέφυρα για την επιστροφή στην πατρίδα. Στην πραγματικότητα ο θάνατος δεν υπάρχει καθαυτός για εκείνους οι οποίοι πιστεύουν στον Χριστό. Αυτός είπε στη Μάρθα -και τούτο το λέει και σε μας σήμερα- «εγώ είμι η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται- και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιωάν. 11,25-26), Σε ποιον θα πιστεύουμε, εάν όχι στον Χριστό, αδελφέ Σταύρο; Στους ανθρώπους δεν μπορείς να πιστεύεις ούτε όταν λένε το όνομά τους, ακόμα λιγότερο όταν λένε: «Θα σε πληρώσω αύριο», και ελάχιστα όταν μιλούν για βαθιά και υψηλά πράγματα. Εκτός του Υιού του Θεού κανείς δεν ξέρει τίποτα ούτε περί του θανάτου ούτε περί εκείνου που μας περιμένει μετά τον θάνατο. Αλλά Αυτός ήξερε και φανερώθηκε και έδειξε. «Κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος» (Α΄Κορ. 15,54), κατά τα λόγια του αποστόλου. Τότε τι έχουμε να φοβόμαστε απ΄ εκείνο που κατεπόθη με την ανάσταση του Χριστού; Δεν συμβαδίζει ο φόβος του θανάτου για τους προσκολλημένους στον Χριστό, τον νικητή του θανάτου και Ζωοδόχο.

Όμως, ένας φόβος παραμένει, εντελώς αμετακίνητος και δικαιολογημένος. Είναι εκείνος ο φόβος, που τον αισθάνονταν και οι άγιες ψυχές στην όψη του θανάτου. Τούτος είναι φόβος όχι από τον θάνατο αλλά από την ανετοιμότητα για εκείνη την αθάνατη ζωή. Ο φόβος από την ακαθαρσία της ψυχής μας. Αφού οι ακάθαρτοι δεν θα δουν τον Θεό, ούτε την πραγματική ζωή στους άγιους ουρανούς.
Ο Κύριος να είναι το θάρρος και η παρηγοριά σου.

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΓΟΓΓΥΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Σεπτεμβρίου 2018

agios loukas

Την προηγούμενη Κυριακή προσπάθησα να αποκαλύψω το μεγαλείο και το βάθος του λόγου του αποστόλου Παύλου που τον εαυτό του ονομάζει σπονδή στη Θυσία. Σας έλεγα για τις αμέτρητες συμφορές και τα βάσανα που υπόφερε σ’ όλη τη ζωή του για τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος προσφέρθηκε Θυσία για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Συμπληρώνοντας αυτά που σας έλεγα τότε, για τα παθήματα του μεγάλου αυτού αποστόλου, θα σας πω τώρα και τι υπέφερε σε μία πόλη της Μακεδονίας, στους Φιλίππους, για το κήρυγμά του. Με την καταγγελία κάποιων, που δεν τους άρεσε το κήρυγμά του, οι άρχοντες της πόλης έδωσαν διαταγή να τον ραβδίσουν και μετά τον έριξαν στη φυλακή και έσφιξαν τα πόδια του στο τιμωρητικό ξύλο. Έχασε τότε το θάρρος του ο απόστολος; Άρχισε να κλαίει; Ασφαλώς όχι. Κατά τα μεσάνυχτα ο Παύλος μαζί με το συνεργάτη του, το Σίλα, έψαλαν ψαλμούς, δοξολογώντας το Θεό. Θα μπορούσε ο Παύλος με μία μόνο λέξη να αποφύγει τους ραβδισμούς, να βγει από τη φυλακή και ακόμα και να τρομάξει τους άρχοντες, αρκεί να τους έλεγε ότι είναι Ρωμαίος πολίτης. Όμως δεν το έκανε. Προτίμησε τον εξευτελισμό για το όνομα του Χριστού και χαιρόταν με όλη την καρδιά του για τις μαστιγώσεις και τις πληγές, διότι αυτά συνέβαλαν στην επιστροφή του δεσμοφύλακα και της οικογένειάς του στην πίστη στο Χριστό. Να θυμόμαστε πάντα πόσο εμείς φοβόμαστε τις μαστιγώσεις και τις πληγές ενώ, αντίθετα, πόσο ο μεγάλος αυτός διάκονος του Θεού χαιρόταν γι’ αυτά. Χαιρόταν κάθε φορά που μπορούσε να γίνει σπονδή στη Θυσία.

Και στη σημερινή αποστολική περικοπή διαβάζουμε ακόμα πιο παράξενο λόγο του αποστόλου Παύλου από την επιστολή του Προς Κολοσσαείς; «Νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου υπέρ υμών και ανταναπληρώ τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί μου υπέρ του σώματος αυτού, ο έστιν η εκκλησία» (Κολ. 1, 24).

Ακούτε πώς χτυπά ή καρδιά του μεγάλου αποστόλου; Ακούτε πώς αυτός θεωρεί ότι υστερεί σε παθήματα που υπομένει για την Εκκλησία του Χριστού, που είναι το Σώμα Του. Όχι μόνο χωρίς καθόλου να γογγύζει, υπομένει όλα τα αμέτρητα παθήματα αλλά διψά και για περισσότερα. Ω, Κύριε! Και εμείς, οι αδύνατοι χριστιανοί, πόσο φοβόμαστε τους ονειδισμούς, τις θλίψεις και τα παθήματα! Είναι δυνατόν να βρεθεί έστω και ένας μεταξύ μας που θα ζητούσε να πληθυνθούν αυτά; Εκείνος, όμως, διψούσε γι’ αυτά τα παθήματα, για να μορφωθεί ο Χριστός στις καρδιές των εθνικών, στους οποίους κήρυττε ακούραστα το Ευαγγέλιο.

Ας θυμηθούμε και έναν άλλο λόγο του μεγάλου Παύλου: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (Α’ Κορ. 11, 1). Να μιμηθούν τον απόστολο Παύλο στη δίψα του για τα παθήματα του Χριστού μπορούν, βέβαια, πολύ λίγοι άνθρωποι, αυτοί που έλαβαν τα πλούσια χαρίσματα του αγίου Πνεύματος. Οι απλοί όμως χριστιανοί μπορούν να ευαρεστήσουν και αυτοί το Θεό και να έχουν μισθό απ’ Αυτόν αλλά μόνο με την αγόγγυστη υπομονή των θλίψεων που τους στέλνονται από το Θεό. Να θυμόμαστε όλοι μας τα λόγια του μεγάλου αποστόλου Παύλου από την επιστολή του προς Εβραίους: «Υιέ μου, μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ΄ αυτού ελεγχόμενος, ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται, ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός· τις γαρ εστίν υιός ον ου παιδεύει πατήρ; ει δε χωρίς εστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί.» (Έβρ. 12, 5-8).

Συχνά ρωτούν οι άνθρωποι γιατί, για ποιο λόγο, Κύριος ο Θεός τους στέλνει θλίψεις και πολλές φορές και πολύ σοβαρές δοκιμασίες; Είναι πολύ σημαντικό για τον κάθε χριστιανό να καταλάβει ότι οι θλίψεις μάς αποστέλλονται κατά το θέλημα του Θεού, το πάντοτε αγαθό και σωτήριο. Τις περισσότερες φορές μάλιστα στέλνονται όχι σαν τιμωρίες, για τις αμαρτίες μας, αλλά για να επαναπροσδιορίσουμε τους δρόμους μας και τις καρδιές μας ή σαν απάντηση στα αιτήματα που απευθύνουμε στο Θεό. Οι άνθρωποι πολλές φορές περιμένουν από το Θεό να πραγματοποιήσει αυτά που ζητούν στις προσευχές τους με ένα τρόπο που οι ίδιοι θεωρούν ότι είναι ο καλύτερος. Ο Θεός, όμως, συχνά άπαντα στις δεήσεις τους με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο και όχι μ’ αυτόν που θα ήθελαν ή θα φαντάζονταν.

Αν ζητάνε, για παράδειγμα, να τους χαρίσει ο Θεός ταπείνωση, φαντάζονται ότι σιγά-σιγά μέρα με τη μέρα η ταπείνωση υπό την ευεργετική επίδραση του Θεού θα μεγαλώνει στις καρδιές τους. Ο Κύριος όμως συχνά το κάνει με έναν διαφορετικό τρόπο• τους στέλνει ένα απροσδόκητο σκληρό χτύπημα το οποίο πληγώνει την υπερηφάνεια και τον εγωισμό τους και τους ταπεινώνει. Συχνά ο Θεός μάς στέλνει κάποια ασθένεια και εμείς παραπονιόμαστε και καθόλου δεν σκεφτόμαστε ότι τις περισσότερες φορές αυτή είναι μια μεγάλη ευεργεσία του Θεού, είναι ίσως η απάντηση του Θεού στις προσευχές μας, με τις οποίες τον παρακαλούμε να δυναμώσει την πίστη μας.

Δεν γνωρίζετε ότι πολλές φορές ο Κύριος μάς στέλνει φοβερές σωματικές ασθένειες και πληγώνει το σώμα μας για να μας δυναμώσει πνευματικά; Αυτό έγινε και με τον όσιο Ποιμένα τον Πολύαθλο, ο οποίος ασκήτευε στη μονή των Σπηλαίων και όλη τη ζωή του βρισκόταν στο κρεββάτι του πόνου υποφέροντας από μία αθεράπευτη ασθένεια και μ’ αυτό τον τρόπο έφτασε στην αγιότητα. Άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι δίνουν μεγάλη σημασία στα γήινα αγαθά, ζητάνε από τον Κύριο να αυξηθούν τα πλούτη τους. Και ο Κύριος τους απαντά με την καταστροφή των κτημάτων τους ή με πυρκαγιές και μ’ αυτόν τον τρόπο τους αποστρέφει από την προσκόλληση στα γήινα και από τη φιλαργυρία και έτσι διορθώνει τις αποκλίσεις τους από τη σωστή οδό, την οποία μας διδάσκουν οι μακαρισμοί.

Ο Θεός φέρεται σε μας σαν σε πραγματικούς υιούς Του, τους οποίους τιμωρεί για το καλό τους. Τις θλίψεις που μας στέλνει ο Κύριος εμείς πρέπει να τις υποδεχόμαστε έτσι όπως μας το λέει ο άγιος απόστολος Πέτρος: «Ταπεινώθητε ουν υπό την κραταιάν χείρα του Θεού, ίνα υμάς υψώση εν καιρώ.» (Α’ Πετρ. 5, 6). Αν δεν μπορούμε, παρ’ όλες τις προσπάθειές μας, να κατανοήσουμε για ποιο λόγο μάς στέλνονται από το Θεό οι θλίψεις, τότε ας ταπεινωθούμε κάτω από το δυνατό χέρι του Θεού και θα μας ανυψώσει στον κατάλληλο καιρό, για να καταλάβουμε τους δρόμους Του με τους οποίους μας οδηγεί σ’ αυτόν το σκοπό. Πρέπει με πολλή ταπείνωση και χωρίς τον παραμικρό γογγυσμό να δεχόμαστε όλες τις δοκιμασίες και τις θλίψεις, που μας στέλνονται από το Θεό, έχοντας την ταπεινή πεποίθηση ότι μ’ αυτά ο Θεός μας κατευθύνει και όχι ότι ξεσπά επάνω μας την οργή Του. Διότι ο ίδιος διά του στόματος του προφήτη Ησαΐα είπε: «Δεν είμαι πια μ’ αυτό οργισμένος» (Ήσ. 27, 4). Ενώ εμείς, συνήθως, νομίζουμε ότι ο Κύριος είναι οργισμένος μαζί μας και γι’ αυτό μας στέλνει τις θλίψεις. Όχι. Πάντοτε να θυμάστε ότι στο Θεό δεν υπάρχει οργή. «Ο Θεός αγάπη εστίν» (Α’ Ίω. 4, 8). Και η τέλεια αγάπη είναι ξένη προς την οποιαδήποτε αδικία.

Αλλά πολλές φορές, όταν ο Θεός μάς δίνει ένα σοβαρό χτύπημα, διά του οποίου μάς ταπεινώνει για να μάς υψώσει αργότερα, εμείς γογγύζουμε κατά του Θεού. Καταλαβαίνετε, όμως, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού; Όταν γογγύζουμε κατά του Θεού, αυτό σημαίνει ότι Τον θεωρούμε άδικο, θεωρούμε ότι Αυτός δεν μάς φέρεται σωστά και θα έπρεπε να μάς φερθεί κατά έναν διαφορετικό τρόπο. Όμως δεν είναι βαριά αμαρτία να κατηγορούμε το Θεό για αδικία και να Τον συκοφαντούμε; Βλέπετε, λοιπόν, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού. Γι’ αυτό «εν φόβω τον της παροικίας υμών χρόνον αναστράφητε» (Α’ Πέτρ. 1, 17). Πρέπει να προσέχουμε πολύ τα λάθη και τα εμπόδια στην πορεία μας προς τη Βασιλεία των Ουρανών. Αλλά περισσότερο απ’ όλα τα άλλα πρέπει να φοβόμαστε να μην παραβαίνουμε τη μεγάλη εντολή του Χριστού: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Μτ. 7, 1). Και γογγυσμός κατά του Θεού δεν είναι μόνο κρίση του Θεού αλλά και κατάκρισή Του.

Ας αφήσουμε την κρίση αυτή σ’ εκείνους τους δυστυχείς ανθρώπους που εκούσια καταστρέφουν τον εαυτό τους. Τους οποίους ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός δεν τους διορθώνει ούτε τους τιμωρεί, επειδή είναι αδιόρθωτοι και αθεράπευτοι. Εμείς μόνο να ζητάμε την βοήθειά Του για το δρόμο της σωτηρίας μας, να Τον δοξολογούμε και να Τον τιμούμε πάντοτε μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Άγιο Πνεύμα. Αμήν.

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Όταν φεύγει από τη ζωή ο/η σύζυγος.Επιστολές παρηγορητικές (οσίου Θεοδώρου Στουδίτου)

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Σεπτεμβρίου 2018

Σχετική εικόνα

Επιστολή 144. Στον πατρίκιο Θεόδωρο. 
Άργησα να στείλω το γράμμα, άλλα αυτό οφείλεται στο ότι αργήσαμε να ακούσουμε την απευκταία είδηση της συμφοράς που συνέβη στον δεσπότη μας.

Τί στενόχωρη αλήθεια αγγελία! Μας εγκατέλειψε η αγαπητή κυρία, αποχωρίστηκες από την καλή σύζυγο, αποκόπηκες από την επαινούμενη σάρκα, για την οποία η αγία Γραφή λέγει• «θα γίνουν οι δύο ένα σώμα».

Εφόσον λοιπόν η σάρκα είναι ομολογουμένως μία, είναι φανερό ότι ο διαχωρισμός προκαλεί τέτοια πληγή σ’ αυτούς που χωρίστηκαν, σαν αυτήν που κάνει το μαχαίρι κόβοντας τον ένα άνθρωπο σε δύο. Το κόψιμο είναι πραγματικά οδυνηρό, και το αίμα τρέχει κατά κάποιον τρόπο μπροστά στα μάτια σας, και δεν είναι δυνατόν να βάλει κανείς κατάπλασμα, ούτε επιδέσμους, όσον αφορά την ανθρώπινη βοήθεια.

Εξάλλου αυτή που έφυγε δεν ήταν τυχαία σύζυγος, αλλά πολύ αξιέπαινη και θαυμάσια. Πρώτον βέβαια ότι είχε την ευσέβεια της πίστεως σταθερή, την αγάπη προς τον άνδρα της. περισσότερο από κάθε άλλη, την οποία απαιτεί ο ιερός Απόστολος πριν από όλα στους συζύγους. Γι’ αυτό και έκανε δεήσεις για την κεφαλή της, και προσευχές και επικλήσεις και έμενε ώρες προσηλωμένη στον Θεό, βαδίζοντας ξυπόλητη η μακαρία στις νυχτερινές πορείες, μήπως και με αυτές κάμψει την ευσπλαγχνία του Θεού.

Τί πάλι η φροντίδα της για το σπίτι, η ανατροφή των παιδιών, η περιποίηση των δούλων, το απλό της ήθος, το ανοιχτόκαρδο στους φίλους, το ενωτικό του γένους, η έλλειψη φθόνου προς τις ισότιμες, και η προς όλα σεμνοπρέπεια και κοσμιότητα, τα οποία έκανε αντί για χρυσά εμπλόκια και στολίσματα με μαργαριτάρια, και όταν έκανε εξόδους και όταν εμφανιζόταν στις βασιλικές αυλές;

Αλλ’ όμως όλα αυτά έφυγαν, και γίναμε, για να μιλήσω με πάθος, μισοπεθαμένοι και τσακισμένοι, ή καλύτερα, για να μιλήσω ψαλμικά, «σαν νυχτοπούλι που θρηνεί σε έρημο σπίτι, και σπουργίτι που έχασε τον σύντροφό του και μένει μόνο του στη στέγη», βλέποντας το σπίτι άδειο από εκείνην που το φρόντιζε, τα παιδιά μπορστά στα μάτια σας να σας περικυκλώνουν και να περικυκλώνονται, μη έχοντας που να στηρίξουν τα χέρια, από όπου θα πάρουν μητρικό χάδι, γαλουχική εμψύχωση•

το σπίτι σκοτεινό, σαν να το εγκατέλειψε ο ήλιος, κανένας δεν κελαηδεί και στα αυτιά τα δικά σου και των παιδιών και όλων των υποτακτικών, αφού είναι απούσα εκείνη, η πραγματικά καλλίφωνη, που ευχαριστούσε όσους την επισκέπτονταν με την πραγματικά μελωδική συζήτηση και υποδοχή. Όλα αυτά είναι πραγματικά θλιβερά και προκαλούν αναστεναγμούς, και όταν περιγράφονται και όταν τα σκέπτεται κανείς.
Όμως τί να κάνουμε, δέσποτα; Είναι διαταγή του Θεού, ή καλύτερα απόφαση, που μέσω του Δαβίδ ψάλλουμε. «Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος θα ζήσει πάνω στη γη και δεν θα πεθάνει». Έτσι, καθένας, από τον προπάτορά μας Αδάμ μέχρι τώρα, που ήρθε στον κόσμο με γέννηση, θα φύγει πάλι με τη διάλυση στον κόσμο εκείνον τον υψηλότερο και θεομορφώτερο. Γιατί λέγει. «Σπείρεται φθαρτό, ανασταίνεται άφθαρτο. Σπείρεται άδοξο, ανασταίνεται ένδοξο. Σπείρεται σώμα ψυχικό, ανασταίνεται σώμα πνευματικό». Γιατί θα γίνουμε ίσοι με τους αγγέλους και υιοί της ανάστασης, αφού το θνητό καταπωθεί από τη ζωή.

Βλέπεις, δέσποτα, ότι, αν και η κυρία μας εγκατέλειψε, όμως μετέβει από το σκοτάδι στο φως, και από τη φθαρτή ζωή, σε αθάνατη κατάληξη; Εκεί θα την δεις ύστερα από λίγο, πηγαίνοντας και συ εκεί. «Ώστε να μη λυπούμαστε, όπως κάνουν οι άλλοι που δεν έχουν ελπίδα», ελπίζοντας ότι με την ανάσταση θα βελτιωθούμε σε μια μακάρια ζωή.

Σας υπενθυμίζω ότι πρέπει μάλλον να συνελθουμε και να προσηλωθούμε στο σπίτι, να φροντίσουμε τα παιδιά, και πριν από όλα φυσικά την πολύτιμη ψυχή μας, κοσμούμενοι, όπως εκείνη η μακάρια με αρετές, και να χαιρόμαστε γι’ αυτό, ότι προπέμψαμε σύζυγο, η οποία θα ικετεύει τον Θεό για μας, και η οποία άφησε σε μας και σε όλους τους γνωστούς υπόδειγμα καλού βίου.

Επιστολή 149. Στον ύπατο Λύκαστον.
Ο ίδιος ο γραμματοκομιστής που φέρνει στην τιμιότητά σου το γράμμα, μας ανήγγειλε τη συμφορά που σε βρήκε, και πραγματικά η λύπη σου με άγγιξε και εμένα. Γιατί ο ίδιος είμαι και στενός συγγενής σου, και συγχρόνως παλιός φίλος και συνομήλικος, και δεν είναι δυνατόν ο γνήσιος φίλος να μη συμπάσχει μαζί με αυτόν που αγαπά όπως και αντίθετα στη χαρά.

Αλλά η αγγελία που δεν την εύχεται κανείς! Μας εγκατέλειψε η κυρία υπάτισσα, όπως λέγεται, γυναίκα από τις παινεμένες, όπως ακούσαμε και από άλλους, και εγώ ο ίδιος με τα μάτια μου απόλαυσα. Πρώτον βέβαια, ότι αγαπούσε τον άνδρα της, πράγμα που από τον Απόστολο χαρακτηρίζεται ως το καλύτερο στον γάμο. Φρόνιμη, οικοδέσποινα ευπλησίαστη, ευπροσήγορη, ευσεβής, φίλη των πτχών, και το μεγαλύτερο, στολισμένη με σωφροσύνη και επαργυρωμένη με ορθοδοξία, οι καρποί της οποίας, τα παιδιά αποτελούν απόδειξη της καλής ζωής και των δυο σας. Γιατί, όπως το δένδρο αναγνωρίζεται από τον καρπό του, έτσι και από τα παιδιά φαίνονται ποιοί και πόσο σπουδαίοι είναι οι γονείς τους.

Και επειδή δεν έχω βαθειά γνώση εκείνης της μακαρίτισσας, πώς θα μπορούσα να εκθειάσω τις αρετές της; Αν και μόνο δύο φορές συναντήθηκα και μίλησα μαζί της, κατάλαβα ότι ο Θεός σου χάρισε γυναίκα πραγματικά βοηθόν, όχι σαν την παλιά προμήτορα, αιτία απάτης, αλλά γυναίκα που έγινε για σένα αιτία και στήριγμα σωτηρίας για όλη τη ζωή σου.
Ω, τί συμφορά! Αυτή έφυγε, πέταξε από το μάτια σας, σάς εγκατέλειψε μισοπεθαμένους, αποκομμένους από την καλή σύζυγό σου. Δεν μπορούμε με τα μάτια να βλέπουμε την παρηγοριά που ξεπερνά κάθε παροδική χαρά, ούτε την ενίσχυση στις θλίψεις, ούτε την παρηγοριά στις συμφορές, ούτε την υπόμνηση και βοηθό και σύμπραξη σε όλα τα απαιτούμενα.

Ο ήλιος του σπιτιού έδυσε. Ποιός θα μας προϋπαντήσει, ποιός θα της χαριστεί, ποιός θα μας παρηγορήσει; Ήδη γίναμε σαν πόλη που σκότωσε όλον της τον κόσμο. «Σαν σπουργίτι μόνο πάνω στη στέγη», για να μιλήσω σαν τον Δαβίδ.

Τί λοιπόν; Θα λυπηθούμε πάνω από το μέτρο και θα περιβληθούμε απαρηγόρητο πένθος; Καθόλου βέβαια, καθόλου. ναι καθόλου, πολυπόθητε, αλλά, γνωρίζοντας ότι ο Θεός που μας έδωσε αυτήν από την αρχή να είναι κοινωνός στη ζωή, αυτός τώρα είναι που την παίρνει, ας υπομείνουμε αυτό που συνέβη με ευχαρίστηση, μιμούμενοι εκείνα τα μακάρια λόγια που είπε εκείνος, όχι για την απώλεια γυναίκας, αλλά για τον θάνατο συγχρόνως των δέκα παιδιών του, μαζί με την απώλεια τις προηγούμενες μέρες όλων των υπαρχόντων του, και εκείνη την τελευταία πληγή του σώματος, κατά την οποία ο πρώην βασιλιάς, καθισμένος πάνω στην κοπριά και ξύνοντας το πύο των πληγών του σώματός του με σβώλους από χώμα, είπε τα εξής. «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος τα αφήρεσε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι και έγινε».
Εάν λοιπόν, φίλε, τα εφαρμόσουμε αυτά στον εαυτό μας και τα πούμε, δεν θα βρεθούμε μακριά από τη μερίδα εκείνων, αλλά και στη μακάρια εκείνη θα το κάνουμε αυτό καλό επιτάφιο, και σ’ αυτά τα βλαστάρια που μας δόθηκαν από τον Θεό θα αποτυπώσουμε μέσω του εαυτού μας εικόνα ζωής τέτοιας που ευχαριστεί τον Θεό.

Γιατί αυτά που ο αιώνιος Θεός, ο Δεσπότης των όλων, κάμνει σε μας, αν δει ότι τα δεχόμαστε με ευχαρίστηση, πώς δεν θα ρυθμίσει και τα παρόντα σε μας καλώς με την παράκληση του αγίου Πνεύματος, και δεν θα κάνει απολαυστικά τα μελλοντικά στους άπειρους αιώνες; Αυτά εγώ, αν και με συντομία, όμως, σαν δικός σου, τα έγραψα με αγάπη και σε παρηγόρησα. Και συ, δέσποτα, δέξου να χαιρετήσεις εκ μέρους μου τα εξαίρετα τέκνα σου.

(οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου Έργα, εκδ. ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Δ σελ. 243-245 και 259-263)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Θλίψεις-Στενοχώριες-Άγχος. (Οσίου Γέροντος Πορφυρίου)

Συγγραφέας: kantonopou στις 30 Αυγούστου 2018

Σχετική εικόνα

Κάθε άνθρωπος που σε βλάπτει είναι θύμα του διαβόλου

‘Αν κάποια μέρα’, άρχισε να μου λέει ο Παππούλης, ‘ περπατάς ήσυχος στο δρόμο σου και δεις τον αδελφό σου να προπορεύεται κι αυτός ήσυχα, αλλά σε μια στιγμή αντικρίσεις έναν κακοποιό άνθρωπο, να πετάγεται ξαφνικά από μία πάροδο και με ένα μαχαίρι να ορμά καταπάνω στον αδελφό σου, να τον κτυπά, να του τραβά τα μαλλιά, να τον πληγώνει και να τον ρίχνει κάτω ματωμένο, εσύ, μπροστά σ’ αυτό το θέαμα, θα οργισθείς εναντίον του αδελφού σου ή θα τον λυπηθείς;’

Παραξενεύτηκα με την ερώτηση του Γέροντα και τον ρώτησα κι εγώ με τη σειρά μου

– Πώς είναι δυνατόν να οργισθώ εναντίον του πληγωμένου αδελφού μου, που έπεσε θύμα του κακοποιού; Ούτε καν πέρασε από το νου μου τέτοια σκέψη. Ασφαλώς και θα λυπηθώ και θα προσπαθήσω να τον βοηθήσω όσο μπορώ.

– ‘Ε, λοιπόν ‘, συνέχισε ο Γέροντας, ‘ κάθε άνθρωπος, που σε προσβάλλει, που σε βλάπτει, που σε συκοφαντεί, που σε αδικεί με οποιοδήποτε τρόπο, είναι ένας αδελφός σου, που έπεσε στα χέρια του κακοποιού διαβόλου. Εσύ, όταν αντικρίσεις τον αδελφό σου να σε αδικεί, τί πρέπει να κάνεις; Πρέπει να τον λυπηθείς πολύ, να τον συμπονέσεις και να παρακαλέσεις θερμά και σιωπηλά το Θεό, να στηρίξει εσένα, στη δύσκολη αυτή ώρα της δοκιμασίας σου και να ελεήσει και τον αδελφό σου, που έπεσε θύμα του ληστού διαβόλου, κι ο Θεός θα βοηθήσει κι εσένα και τον αδελφό σου. Διότι, αν δεν το κάνεις αυτό, αν, αντιθέτως, οργισθείς εναντίον του αδελφού σου, αντιτάσσοντας στην επίθεσή του την αντεπίθεση σου, τότε ο διάβολος, που βρίσκεται στο σβέρκο του αδελφού σου, πηδάει και στο δικό σου σβέρκο και σας χορεύει και τους δύο.

Να αγαπάς τους πειρασμούς

Μόνο ένα να προσέξεις, με συμβούλεψε ο Παππούλης. Να ξεκαθαρίζεις τις σκέψεις σου, που από την πολλή σου ευαισθησία πιέζεσαι και θλίβεσαι. Να τις διώχνεις, να μην παραμένουν. Να αγαπάς τους πειρασμούς που έρχονται και δε θα ταράζεσαι, ούτε θα θλίβεσαι. Να αγαπάς πολύ όλους τους αδελφούς το ίδιο. Να αγαπάς πολύ το Γέροντα. Ένας Γέροντας, ένας Χριστός.

–  Πώς θα αγαπήσω τους πειρασμούς και τις δυσκολίες;

–  Είναι μεγάλη ιστορία αυτή. Έχει τους τρόπους της. Άμα μπει ο Χριστός στην καρδιά, τη γεμίζει με την αγάπή Του. Τότε δεν υπάρχει μη τούτο, μη εκείνο, μη, μη…Μόνο αγάπη…Πάνω απ’όλα η Αγάπη. Τα μη ήσαν προ Χριστού. Τα κατήργησε ο Χριστός. Έφερε την Αγάπη. Παράδεισος είναι η ζωή του Χριστού, η υπακοή, η ταπείνωση.

Να ευχαριστείς το Θεό για τον πειρασμό σου 

Και κάποιος άλλος που είχε πρόβλημα αρκετά σοβαρό και πήγε και κλαιγότανε στο γέροντα και ξανακλαιγόταν, του λέει, αφού ήταν ανθρωπίνως άλυτο. ‘ Άκου, παιδί μου, σου εμπιστεύθηκε ο Θεός ένα μικρό πειρασμό, μία μικρή δυσκολία, ένα προβληματάκι…Κι εσύ αντί να χαρείς γι’αυτό που σου εμπιστεύθηκε, κάθεσαι και στενοχωριέσαι; Πες, Χριστέ μου, να είναι ευλογημένο! Αφού εσύ επέλεξες αυτό, ή η αδυναμία μου όρισε αυτό κι εσύ το ανέχεσαι, να είνια ευλογημένο…Και ευχαριστώ Θεέ μου. Ξεχνάμε να λέμε ευχαριστώ και στην θλίψη και στον πόνο. Κάποτε ήταν ένα παιδάκι που το πείραζαν τα άλλα παιδιά, γιατί ήταν λίγο αδύνατο, λίγο ντροπαλό κ.λ.π. Και στενοχωριότανε και πονούσε. Πήγαινε στο σπίτι κι έκλαιγε. Παραπονιότανε στη γιαγιά – η μητέρα του είχε πεθάνει. Η γιαγιά ήταν πιστή. Μη στενοχωριέσαι ,παιδί μου, του έλεγε, να ευχαριστείς το Θεό και γι’αυτό και για όλα. Πέρασε καιρός , κατάλαβε. Τα καλά λογάκια όταν πέφτουν στην ψυχή, μένουν, να ξέρετε. Σιγά σιγά καλλιεργούνται, καρποφορούν και βγαίνουν’.

Ζω με το φόβο των  ‘ παρατηρήσεων ‘ 

Ήμουν στενοχωρημένος για μερικές παρατηρήσεις και επιπλήξεις που μου έκαναν, ενώ μέσα μου δεν καταλάβαινα ότι έφταιγα.

– Μα γιατί, Γέροντα, συνέχεια με μαλώνουν; Με το παραμικρό ο Γέροντας στο Μοναστήρι, αυτές τις μέρες μου κάνει παρατηρήσεις. Μου έρχονται ουρανοκατέβατες ξαφνικά, ενώ εγώ νόμιζα ότι έκανα καλά. Μέσα μου λυπούμαι πολύ και νιώθω ένα πλάκωμα και φόβο, ότι κάθε στιγμή θα με ξαναπαρατηρήσει.

– Βρε, αυτός πάει να σε αγιάσει κι εσύ κλωτσάς; Τί είναι αυτό που σου λέει ο Γέροντάς σου; Έπρεπε να ήσουν εκεί στα Καυσοκαλύβια. Που λες, μια φορά με συνείχε ο λογισμός για τους γονείς μου. Τους πόνεσα και το εξομολογήθηκα στους Γεροντάδες μου. Πρώτη φορά με ρωτούσαν…

– Πώς αισθάνεσαι, παιδί μου;

– Καλά, είμαι πολύ στενοχωρημένος.

– Ναι, αλλά δε ρώτησες και μας, αν είμαστε στενοχωρημένοι.

– Με συγχωρείτε. Πάντως εγώ νιώθω πολύ ευχαριστημένος. Εύχομαι στο Χριστό μας να γίνω καλός, να είστε κι εσείς ευχαριστημένοι μαζί μου. Στο δρόμο δεν είχα ευλογία να μιλώ με κανένα. – Ευλογείτε – ευλόγησον, και δρόμο… Αργότερα έμαθα ότι ήταν πολύ αυστηροί και κανένας δεν έκανε μαζί τους. Όλοι έφευγαν. Εμένα μου φαίνονταν καλοί. Και στενοχωριόμουν που δεν είχα δυσκολίες.

Η μεγάλη μου στενοχώρια μετετράπη σε απέραντη χαρά
Όταν πλησιάζαμε προς το τέλος της παραμονής μας, φόρεσε ο Γέροντας το πετραχήλι και αφού μας σκέπασε με αυτό, μας διάβασε τη θεόπνευστη ευχή, μας ευχήθηκε Χαρούμενη και Ευλογημένη Ανάσταση, Χρόνια πολλά και χριστιανικά και μας έδωσε την ευχή του. Μετά απ’όλα αυτά, η σύζυγος μου και το παιδί μου, πήγαν να ευχηθούν στο προσωπικό του Ησυχαστηρίου, ενώ εγώ παρέμεινα μόνος μου με τον Παππούλη, ο οποίος τώρα, δεν ήταν μόνο περισσότερο καταλυτικός, αλλά και περισσότερο αποκαλυπτικός! Μου είπε τόσα παλλά και μου έκανε τέτοιες αποκαλύψεις, ιδίως γύρω από το υπηρεσιακό μου πρόβλημα που, ομολογώ, με άφησε άναυδο! Νόμιζε κανείς, πως διάβαζε από χειρογράφου όλα όσα μου είχαν συμβεί. – ‘ Όσον αφορά για σένα, μου είπε, όσο περισσότερο σε ταλαιπωρούν, τόσους περισσότερους στεφάνους δόξης σου προσθέτουν! Και να έχεις υπόψη σου, ότι όλα αυτά γίνονται ύστερα από θεία παραχώρηση και για το συμφέρον της ψυχής σου! Όλες οι διώξεις σε βάρος σου, εκεί αποβλέπουν. Δηλαδή στο συμφέρον της ψυχής σου, που είναι το παν! Εξάλλου, οι διώξεις εναντίον των χριστιανών είναι μέσα στο πρόγραμμα! Ξεχνάς τί είπε ο Ιησούς μας; Εάν το ξεχνάς, σου το υπενθυμίζω εγώ… ‘ Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν!’
Εάν αυτό το θυμάσαι μια φορά την ημέρα, θα πάψεις να ασχολείσαι στο μέλλον με το πρόβλημά σου. Γιατί θα το θεωρησεις κάτι το φυσικό, το αναμενόμενο. Και τώρα, ήλθε η ώρα, να σου κάνω την τελευταία αποκάλυψη…’ Έχεις πολύ καλή ψυχή! Γι’αυτό ο Θεός σε αγαπάει πάρα πολύ! Τ’άκουσες; Αυτό τα λέει όλα! Άντε! Πήγαινε στην ευχή του Χριστού και Καλή Ανάσταση!’
Η αποκάλυψη του Παππούλη δημιούργησε στην ψυχή μου  σεισμό μεγάλο. Η ψυχοσύνθεση μου άλλαξε ριζικά! Η μεγάλη μου στενοχώρια μετετράπη σε απέραντη χαρά! Η θλίψη μου, μεταβλήθηκε σε αγαλλίαση! Η απογοήτευση, σε ασπίδα! Και όλα αυτά δικαιολογημένα! Είναι λίγο πράγμα να γνωρίζεις, και μάλιστα από επίσημα χείλη, από τα άγια χείλη του π. Πορφυρίου, ότι σε αγαπά ο Θεός; Και μάλιστα πολύ; Εδώ, πληροφορείται κανείς, ότι κάποιος ‘ ισχυρός’ του κόσμου τούτου τον αγαπά, και όχι μόνο χαίρεται, αλλά αισθάνεται και ‘ σιγουριά’, γιατί ελπίζει στη βοήθειά του! Σκεφθείτε, λοιπόν, πόση σιγουριά πρέπει να αισθάνεται κανείς, όταν αυτός που τον αγαπά, είναι ο ίδιος ο Θεός! Ο Θεός, που μόνο η επίκληση του ονόματός του συντρίβει τα έθνη, με το ‘ Πάντα τα έθνη εκύκλωσάν με και τω ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς!’
Ο άνθρωπος που δίνεται στο Χριστό ξεπερνάει τις δυσκολίες χωρίς να φθείρεται
Μου είπε ακόμη ο Παππούλης…
‘Ο άνθρωπος, που δίνει την καρδιά του στο Χριστό, όπως ο Μοναχός, αυτός γίνεται άλλος άνθρωπος. Ανοίγει ο νους του, γίνεται άλλος άνθρωπος. Ανοίγει ο νους του, γεμίζει με το Χριστό. Ακούεις; Με καταλαβαίνεις; Με το Χριστό. Και όταν ο νους και η καρδιά είναι γεμάτη από το Χριστό, τότε αυτός ο άνθρωπος είναι σοφός, είναι έξυπνος, του τα διδάσκει όλα το Πνεύμα του Θεού.
‘ Η λέξη έξυπνος, όχι με το νόημα που την εννοεί ο κόσμος, δηλαδή να απαντά καθηλώνοντας τους άλλους, ή να κάνει μια δουλειά καλύτερα από τους άλλους, αλλά να! Πώς να σου το πω;
Σε κάθε δυσκολία που του παρουσιάζεται, δεν τα χάνει, δεν απελπίζεται, αλλά προσφεύγοντας στο Χριστό, που είναι μέσα του, βρίσκει ωραίους και εύκολους τρόπους να τις ξεπερνάει, χωρίς να του στοιχίζει, χωρίς να φθείρεται εσωτερικά. Με κατάλαβες Γεώργιε; ‘ [ Είπε το όνομά μου χωρίς να με έχει ρωτήσει. Ούτε χθες, όταν με σύστησαν, του το είπαν. Με εντυπωσίασε].
– Κατάλαβα Γέροντα.
‘ Ο άνθρωπος που έχει δώσει την καρδιά του στο Χριστό, δεν υποφέρει, όσες δυσκολίες και να του συμβούν. Χαίρεται, είναι γεμάτος εσωτερική χαρά. Είναι δραστήριος, προσεκτικός. Δεν κάνει λάθη, ζημιές. Το μυαλό, τα χέρια, τα πόδια, όλα κινούνται από τη χάρη του Θεού. Πώς είναι δυνατόν να είναι κουτός;
Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις που πρέπει να κάνει τον κουτό, για χάρη του Χριστού.’
– Δηλαδή, πώς θα κάνει τον κουτό;
‘ Όταν σιωπήσει εν γνώσει, με κάποιο εσωτερικό σκοπό, κάνει πως δεν κατάλαβε, κάνει πως δεν ξέρει, διότι έχει ένα καλό σκοπό. Αυτά θα του τα διδάξει σιγά σιγά το Άγιο Πνεύμα. Διότι όταν έχουμε μέσα μας το Χριστό, δε ζούμε κανονίζοντας εμείς τον εαυτό μας. Ζει εν ημιν Χριστός, και κανονίζει αυτός τη ζωή μας’.
Η μεγάλη στενοχώρια είναι παγίδα του διαβόλου
Ο Γέροντας μου είπε…’ Οι δικαστές όταν κουράζονται, διακόπτουν το μεσημέρι την εργασία τους. Βέβαια, ήταν κι απ’την υπερκόπωση αυτό που έπαθα, αλλά λυπόμουν τον κόσμο, που περίμενε έξω τόσες ώρες’.
Με το έμφραγμα που έπαθε ο Γέροντας, στην κυριολεξία έπεσε πάνω στο καθήκον της αγάπης. Με είδε πολύ λυπημένο και πιεζόμενο από αισθήματα ενοχής και βάλθηκε να με παρηγορεί λέγοντας…’ Μη στενοχωριέσαι. Ήταν να γίνει αυτό. Πρόσεξε. Η μεγάλη λύπη και η στενοχώρια δεν είναι από το Θεό, είναι παγίδα του διαβόλου’.
Μην ποτίζεις τα αγκάθια

Ο Γέροντας μας παρουσίαζε με απλό, παραστατικό και κατανοητό τρόπο, τα μυστικά του πνευματικού αγώνος. Μας έλεγε…’ Τί είναι χριστιανικός αγώνας; Να, η ψυχή είναι ένας κήπος χωρισμένος σε δύο μέρη. Στον μισό φυτρώνουν αγκάθια, στον άλλο μισό λουλούδια. Και έχουμε μια δεξαμενή νερού [ τις δυνάμεις της ψυχής] με δύο βρύσες και δύο αυλάκια. Η μια κατευθύνει το νερό στα αγκάθια και η άλλη στα λουλούδια. Κάθε φορά μόνο μια βρύση μπορώ να ανοίξω. Αφήνω απότιστα τα αγκάθια και μαραίνονται, ποτίζω τα λουλούδια και ανθίζουν ‘. Ο Γέροντας δε μιλούσε για μονομερή δαιμονισμό ή αγγελισμό της ψυχής. Την έβλεπε, όπως πράγματι είναι, επηρεασμένη και από δαίμονες και από αγγέλους. Δεν ήθελε να βλέπει το Χριστιανό να αγωνίζεται αρνητικά, ασχολούμενον με το ξερίζωμα των αγκαθιών. Ήθελε να τον βλέπει να αγωνίζεται θετικά, ασχολούμενον με το πότισμα των λουλουδιών, αφού αυτός ο αγώνας, έχει σαν αποτέλεσμα την άνθιση των λουλουδιών – αγγελικών αρετών και ταυτόχρονα τον μαρασμό των αγκαθιών –  δαιμονικών παθών.
Η ήρεμη ψυχή φωτίζει το λογικό
Ο Γέροντας μου διηγήθηκε σε μια επίσκεψη μου…
‘ Ήμουν στη σκήτη μας στο Άγιον Όρος. Εκεί μια μέρα, οι υποτακτικοί μου βρίσκονταν σε εκνευρισμό, διότι ένας μάνταλος σφηνώθηκε στην πόρτα και δεν μπορούσαν να τον απελευθερώσουν. Προσπαθούσαν, τον χτυπούσαν, τον τραβούσαν, θύμωναν, τίποτα ο μάνταλος, εκεί σφηνωμένος. Τότε σηκώθηκα και τους είπα να τον αφφήσουν σε μένα. Τον πρόσεξα καλά, έκανα μια απλή κίνηση και τον απελευθέρωσα. Οι μοναχοί με κοίταζαν με θαυμασμό. Τους λέω… Τί με κοιτάτε έτσι, βρε ευλογημένοι; Δεν έκαμα τίποτα σπουδαίο, μια κίνηση έκαμα, αλλά την έκαμα με προσευχή και ηρεμία. Εσείς, έτσι που είχατε νευριάσει, δε θα ελευθερώνατε τον μάνταλο ούτε μέχρι αύριο. Όταν η ψυχή είναι ταραγμένη, θολώνει το λογικό και δε βλέπει καθαρά. Μόνον όταν η ψυχή είναι ήρεμη, φωτίζει το λογικό, για να βλέπει καθαρά την αιτία κάθε πράγματος’.
Πόσο θα μπορούσε το περιστατικό αυτό να μας βοηθήσει στις καθημερινές μας σχέσεις με πρόσωπα και πράγματα! Πόσο θα μπορούσε να μας βοηθήσει η ψυχική μας ηρεμία, που δεν αποκτάται με ψυχολογικές οδηγίες και ψυχοφάρμακα, αλλά με την αγιότητα!
Όταν κατοικήσει ο Χριστός σ’όλο το χώρο της ψυχής μας, τότε φεύγουν όλα τα λυπηρά
Μου έλεγε ο Γέροντας μια μέρα…’ Όταν έρθει και κατοικήσει σε όλο το χώρο της ψυχής μας ο Χριστός, τότε φεύγουν όλα τα προβλήματα, όλες οι πλάνες, όλες οι στενοχώριες. Τότε φεύγει και η αμαρτία’. Τον ρώτησα με απορία…Πώς φεύγει η αμαρτία, Γέροντα, αφού η Γραφή λέει, ότι και μια μόνο ημέρα εάν ζήσουμε στη γη, θα αμαρτήσουμε; Ο Γέροντας με κοίταξε λυπημένα και μου είπε…’ Τί να σου πω, αφού δε με καταλαβαίνεις;’ Προσπάθησα να τον καταλάβω. Όταν έφθασα στο σπίτι, μελέτησα σχετικά με το θέμα, μέσα στην Αγία Γραφή. Βρήκα την ερώτηση μου να δικαιώνεται στην Παλαιά Διαθήκη, στα λόγια του Ιώβ – ‘ Τίς γαρ καθαρός έσται από ρύπου; αλλ’ ουδείς, εάν και μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης’. Αλλά βρήκα και την απάντηση του Γέροντα, να θεμελιώνεται στην πρώτη επιστολή του αγαπημένου του Ευαγγελιστού Ιωάννου – ‘ Και οίδατε, ότι εκείνος εφανερώθη, ίνα τας αμαρτίας ημών άρη, και αμαρτία εν αυτώ ουκ έστι. Πας ο εν αυτώ μένων ουχ αμαρτάνει, πας ο αμαρτάνων ουχ εώρακεν αυτόν, ουδέ έγνωκεν αυτόν ‘. Έτσι, μετέθεσα την ερώτηση μου από τον π.Πορφύριο, προς τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Ήταν φανερό ότι ματαιοπονούσα, διότι προσπαθούσα να συλλάβω διανοητικά, αλήθειες που μόνο βιωματικά κατανοούνται. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και ο π. Πορφύριος, με την αγιοπνευματική εμπειρία τους, μιλούσαν με την ίδια γλώσσα.

Όταν βλέπεις κάτι και αντιδράς μέσα σου, και σφίγγεσαι να μη μιλήσεις, ήδη δεν είσαι εντάξει με αυτό το σφίξιμο
Ήμουν στενοχωρημένος και με συμβούλευσε…
‘Δεν σου είπα κα άλλη φορά, όταν ανοίξεις τελείως την καρδιά σου στον Κύριο, χωρίς σφίξιμο, μπαίνει ο Κύριος μέσα, και την καθιστά ανίκανη να αμαρτήσει; Κατάλαβες; Ανίκανους στο κακό.

Ο Κύριος μέσα στην καρδιά μάς αγαπάει,φέρνει πραότητα, καλοσύνη.
Και να θέλουμε να θυμώσουμε, να κάνουμε στον άλλο κακό, δεν μπορούμε.
Τότε ισχύει ‘ Ζω δε ουκέτι εγώ’

Το ζεις και το φωνάζεις μέσα σου.
Ο Παύλος πια τρελάθηκε από τη χαρά του και το διαλαλούσε.
Μα αλλάζει ο Χριστός; Όπως ήταν τότε είναι και τώρα…
Γιατί μωρέ, αφού τα λέμε και τα αποφασίζουμε, ύστερα τί παθαίνουμε και γυρίζουμε στα ίδια και πρέπει να ξαναλέμε τα ίδια;
Πάρ’το εγωιστικά και μην αφήνεις τον εαυτό σου να δίνει ικανοποίηση στο διάβολο.
Δώσου εξ ολοκλήρου στο Χριστό, με ένθερμο έρωτα, με λαχτάρα.
Όταν βλέπεις κάτι και αντιδράς μέσα σου και σφίγγεσαι να μη μιλήσεις, ήδη δεν είσαι εν τάξει με αυτό το σφίξιμο’.

Ο Χριστός αναστήθηκε για να μας δώσει χαρά
Ο Γέροντας μου τόνιζε…’ Να μη στενοχωριέσαι, μωρέ, ποτέ. Ο Χριστός αναστήθηκε για να μας δώσει πολλή αγάπη και χαρά, από τώρα. Από τώρα να αρχίσουμε να συμμετέχουμε, όλο και πιο αισθητά, στη φωτεινή ημέρα της βασιλείας της αγάπης του Χριστού, όπου δε βραδιάζει ποτέ’.
Συχνά με πιάνει μελαγχολία
Συχνά με πιάνει μελαγχολία, Γέροντα.
–  Γιατί μένεις όλη την ώρα κλεισμένη στο σπίτι σου;
–  Πού να πάω;
–  Να πηγαίνεις εκδρομές, να πηγαίνεις στο βουνό. Αυτά κάμνουν πολύ καλό.
Όταν σε πιάνει κατάθλιψη
Σ’εσάς την ίδια, κυρία Χ., τί έλεγε ο Γέροντας τις ώρες της μοναξιάς και του πόνου σας, που ο άνδρας σας πέθανε τόσο πρόωρα και τόσο νέος;

–  Με βοήθησε πάρα πολύ ο Γέροντας  τις στιγμές εκείνες, που είναι φυσικό να σε πιάνει η κατάθλιψη κι αρχίζουν να σε βασανίζουν τα ερωτηματικά…’ Γιατί Θεέ μου, γιατί τόσο νωρίς;’ Ένιωθα τότε μιά ακηδία κι ένα βούλιαγμα στο κάθισμα και δεν μπορούσα να σηκωθώ.
Με συμβούλευσε τότε… ‘ Μόλις αισθάνεσαι αυτό το πράγμα, να πετάγεσαι όρθια, και να πηγαίνεις μιά βόλτα στο βουνό ‘. Κι όταν τον ρώτησα πώς να έβγαινα έξω άμα ήταν βράδυ, μου απάντησε…’ Άμα δεν μπορείς να βγεις, να φέρνεις στο νου σου όλο ωραίες εικόνες, όπως, ας πούμε, εκείνο το πάρκο, που είχατε επισκεφθεί με τον άνδρα σου και τα παιδιά σου, ή εκείνο το ωραίο ηλιοβασίλεμα, που απολαύσατε στη θάλασσα. Θα διώχνεις τους άσχημους λογισμούς και θα λες… ‘ Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον άνδρα μου, ελέησε κι εμάς ‘.
Μου εμφύσησε, ακριβώς, αυτήν την πεποίθηση ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ της ζώσας και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας.
Με την κατάθλιψη σου δημιούργησες προβλήματα και στα παιδιά σου
Βυθισμένη στην κατάθλιψη, για το θάνατο του συζύγου της, μία κυρία, μπήκε δειλά στο κελί του Γέροντα. Τα πρώτα λόγια της ήταν… Γέροντα, έχασα τον άνδρα μου, και είμαι απελπισμένη. Ο Γέροντας τής απάντησε… ‘ Τον εαυτό σου έχασες γιατί έχασες την πίστη σου. Δεν έχασες τον άνδρα σου. Του Θεού ήταν και τον πήρε, όπως θα πάρει κι εμάς. Βλέπω, ότι από την πολλή στενοχώρια έπεσες σε μελαγχολία και δημιούργησες προβλήματα, όχι μόνο για σένα, αλλά και για τα παιδιά σου, που καθώς σε βλέπουν κάθε μέρα να κλαίς απαρηγόρητα, πληγώθηκαν ‘.
Την παρηγόρησε με πρακτικές οδηγίες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της και της μετέδωσε την πίστη στο Θεό και την ελπίδα της συνάντησης με τον σύζυγό της στον ουρανό.
(Ανθολόγιο Συμβουλών,Γέροντος Πορφυρίου σελ. 206-219)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Β΄, Αποκάλυψη κεφ. ΙΓ στίχοι 1-10)

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Αυγούστου 2018

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

(Πηγή: Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Νικολάου Βασιλειάδη, εκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 420-437, οι υπογραμμίσεις δικές μας)
Συντομογραφίες
Ανδρ.Κ = Ανδρέου Καισαρείας,Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν
Άνθιμος = Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων,Ερμηνεία εις την Ιεράν Αποκάλυψιν
Αρ. = Αρέθα Καισαρείας, Εις την Ιωάννου… Αποκάλυψιν
ΓΒΜ = Γεωργίου Β. Μαυρομάτη,Η Αποκάλυψη του Ιωάννου
ΕΒ = Ιερομ. Ευσεβίου Βίττη, Ομιλίες στην Αποκάλυψη
Η = Matthew Henry’ s Commentary on the whole Bible
ΙΓ = Αρχιμ. Ιηήλ Γιαννακοπούλου,Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
Οικ. = Οικουμενίου Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
ΠΙΜ = Παναγι. Ι. Μπρατσιώτου, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου
WGH = William G. Heidt,The book of the Apocalypse

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ & ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΥΠΟ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ

Αποκ. 13,11    Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς, καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίῳ, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων.
Αποκ. 13,11    Και είδα άλλο θηρίον να ανεβαίνη από την γην• και είχε δύο κέρατα, που εμοιαζαν σαν κέρατα αρνίου• ωμιλούσε όμως σαν δράκων.
Αποκ. 13,12     καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ πρώτου θηρίου πᾶσαν ποιεῖ ἐνώπιον αὐτοῦ. καὶ ποιεῖ τὴν γῆν καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ κατοικοῦντας ἵνα προσκυνήσωσι τὸ θηρίον τὸ πρῶτον, οὗ ἐθεραπεύθη ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ.
Αποκ. 13,12     Υποτάσσεται δε και εκτελεί όλην την εξουσίαν του πρώτου θηρίου, πειθαρχικόν σαν εκτελεστικόν όργανον εμπρός εις αυτό. Παρασύρει δε και κάμνει την γην και εκείνους που κατοικούν εις αυτήν να προσκυνούν το πρώτον θηρίον, του οποίου η θανάσιμος πληγή έχει θεραπευθή.
Αποκ. 13,13   καὶ ποιεῖ σημεῖα μεγάλα, καὶ πῦρ ἵνα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνῃ εἰς τὴν γῆν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων.
Αποκ. 13,13    Και κάμνει, το προβατόσχημον αυτό θηρίον (με την δύναμιν του διαβόλου) μεγάλα και τερατώδη σημεία, ώστε και από τον ουρανόν να κατεβαίνη εις την γην εμπρός εις τα μάτια των ανθρώπων φωτιά (κατά μίμησιν του προφήτου Ηλιού).
Αποκ. 13,14    καὶ πλανᾷ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς διὰ τὰ σημεῖα ἃ ἐδόθη αὐτῷ ποιῆσαι ἐνώπιον τοῦ θηρίου, λέγων τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ, ὃς εἶχε τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρας καὶ ἔζησε.
Αποκ. 13,14     Και παρασύρει εις την πλάνην τους κατοίκους της γης με τα αγυρτικά αυτά θαύματα, δια τα οποία του εδόθη άδεια εκ μέρους του Θεού να τα κάμη, λέγων και προτρέπων τους κατοίκους της γης να κάμουν είδωλον και να θεοποιήσουν το θηρίον, τον Αντίχριστον, το οποίον καίτοι είχε λάβει την πληγήν της μαχαίρας, εν τούτοις έζησε.
Αποκ. 13,15    καὶ ἐδόθη αὐτῷ πνεῦμα δοῦναι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα καὶ λαλήσῃ ἡ εἰκὼν τοῦ θηρίου καὶ ποιήσῃ, ὅσοι ἐὰν μὴ προσκυνήσωσι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα ἀποκτανθῶσι.
Αποκ. 13,15     Και του παρεχωρήθη άδεια να δώση ζωήν στο είδωλον του θηρίου, ώστε να ομιλήση το είδωλον του θηρίου. Ακόμη δε του επετράπη να ενεργήση, ώστε να φονευθούν όσοι δεν θα ήθελαν να προσκυνήσουν το είδωλον του θηρίου.
Αποκ. 13,16     καὶ ποιεῖ πάντας, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, καὶ τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πτωχούς, καὶ τοὺς ἐλευθέρους καὶ τοὺς δούλους, ἵνα δώσωσιν αὐτοῖς χάραγμα ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς ἢ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν,
Αποκ. 13,16      Παρασύρει δε και πείθει όλους, τους μικρούς και τους μεγάλους, τους πλουσίους και τους πτωχούς, τους ελευθέρους και τους δούλους, να προσκυνήσουν το είδωλον και να υποταχθούν στο θηρίον και να τους δώσουν ανεξάλειπτον χαραγμένην σφραγίδα στο δέξι των χέρι και εις τα μέτωπά των, όπως γίνεται με τους δούλους.
Αποκ. 13,17     καὶ ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα, τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 13,17     Και δια να θλίψη και ταλαιπωρήση τους Χριστιανούς, πειθαναγκάζει, κανείς να μη ημπορή να αγοράση η να πωλήση, εκτός εκείνων που έχουν το χάραγμα και την σφραγίδα του θηρίου, η οποία σφραγίς είναι το όνομα του θηρίου η ο αριθμός, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του.
Αποκ. 13,18    Ὧδε ἡ σοφία ἐστίν· ὁ ἔχων νοῦν ψηφισάτω τὸν ἀριθμὸν τοῦ θηρίου· ἀριθμὸς γὰρ ἀνθρώπου ἐστί· καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ χξς.
Αποκ. 13,18     Εδώ είναι η θεία σοφία• εκείνος που έχει φωτισμένον και καθαρόν νουν ας υπολογίση το σύνολον των αριθμών, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του. Διότι είναι αριθμός ονόματος ανθρώπου. Και ο αριθμός αυτός, που βγαίνει, από την άθροισιν των γραμμάτων λαμβανομένων ως αριθμών, κατά το ελληνικόν σύστημα, είναι εξακόσια εξήκοντα εξ η χξστ’. Είναι δε το όνομα του Αντιχρίστου.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (από το βιβλίο του κ. Βασιλειάδη)

  Στους στίχους 11-18 έχουμε την περιγραφή και το έργο του δεύτερου θηρίου, για το οποίο υπάρχει ποικιλία γνωμών. Η ποικιλία αυτή επιτείνεται από το μυστηριώδη αριθμό χξς΄ (στίχ. 18) του ονόματος του πρώτου θηρίου.

   Έτσι άλλοι αναζήτησαν στο θηρίο αυτό διάφορα ιστορικά πρόσωπα, όπως π.χ Σίμωνα το μάγο, τον Απολλώνιο Τυανέα, την ανώτατη ρωμαϊκή επαρχιακή διοίκηση, όλο το ειδωλολατρικό ιερατείο και ιδιαίτερα της Μ. Ασίας, όπου υπήρχε έντονη λατρεία του Καίσαρος [π.χ στην κατείδωλη Πέργαμο] και της θεάς Ρώμης, ή, και ίσως το ορθότερο, όλα τα πνευματικά μέσα των διά μέσου των αιώνων αντιθέων δυνάμεων και αντιχριστιανικών ομολογιών [ΠΙΜ]. Άλλωστε οι ειδωλολάτρες ιερείς ασκούσαν σε ορισμένους ναούς, όπως π.χ στους ναούς του Ασκληπιού, «θεουργική» δράση, σατανική.

   Άλλοι, οι οποίοι θεωρούν ότι το πρώτο θηρίο προτυπώνει το ειδωλολατρικό Ρωμαϊκό κράτος, εκλαμβάνουν το δεύτερο θηρίο ως τον Παπισμό, ο οποίος προάγει τη εκκοσμίκευση και δι’ αυτής την ειδωλολατρία και την καταπίεση, αλλά με απαλότερο τρόπο, υπό το πρόσχημα του άκακου αμνού. Και ενώ το πολιτικό κράτος της Ρώμης χρησιμοποιούσε κοσμική δύναμη, ο Παπισμός χρησιμοποιεί πνευματική και εκκλησιαστική δύναμη και επιρροή στους ανθρώπους με το μανδύα της θρησκείας, της φιλανθρωπίας και της αγαθοεργίας [Η]. Ήδη όμως, από τότε που οργανώθηκε και ως κράτος, ασκεί και κοσμική εξουσία με τους κατά τόπους διπλωματικούς εκπροσώπους του [τους νουντσίους]. Η άποψη αυτή έρχεται να συμφωνήσει με όσους υποστηρίζουν ότι το δεύτερο θηρίο θα είναι κάποιος θρησκευτικός [εκκλησιαστικός] ηγέτης, που θα παρακινήσει τους Χριστιανούς να δεχτούν τον Αντίχριστο ως Χριστόν.

   Ενώ το πρώτο θηρίο αναδύθηκε από τη θάλασσα, το δεύτερο βγήκε από τη γη (στίχ. 11), «υπό την οποίαν νοείται πιθανώτατα η μικρασιατική, ως αποτελούσα την εστίαν της καισαρολατρείας» [ΠΙΜ], της οποίας κυριότερη εστία ήταν η Μ. Ασία. Αναδύθηκε «εκ της γης, δηλαδή της γήινης και χαμερπούς πολιτείας» [Ανδρ.Κ.], από εκεί που βασιλεύει η υλοφροσύνη, το γήινο και σαρκικό φρόνημα, το όλως αντίθετο προς το θέλημα του παναγίου Τριαδικού Θεού. «Εκ της γης» από όπου είναι «η γένεσις» όλων των ανθρώπων. Διότι είναι και αυτός άνθρωπος «κατ’ενέργειαν του Σατανά» (Β΄ Θεσ. β΄ 3, 9) [Αρ.]. Η σοφία του θα είναι γήινη, η φιλοσοφία του υλιστική, το ήθος του ήθος άθεου, η προπαγάνδα του αντιχριστιανική, η συμπεριφορά του συμπεριφορά αγύρτου και απατεώνος. Είναι δηλαδή άριστο όργανο του Αντιχρίστου.

   Ενώ ήταν «θηρίον», ονομαζόμενο έτσι «διά το άγριον, θηρευτικόν, ορμητικόν τε και σπαρακτικόν αυτού» [Άνθιμος], είχε δύο ουσιώδη γνωρίσματα: «Είχε κέρατα δύο όμοια αρνίω», αλλά «ελάλει ως δράκων», η φωνή και η γλώσσα του ήταν φωνή και γλώσσα δράκοντος, θηρίου κακεντρεχούς και αιμοβόρου! Η εμφάνισή του ήταν ό,τι άκακο και αθώο υπάρχει, ενώ η λαλιά του ήταν γεμάτη μίσος και πονηρία. Είχε δύο κέρατα «ουκ αρνίου, αλλ’όμοια αρνίω». Υπό το αρνίον αυτό «δεν νοείται το εν κεφ. ε΄ θείον Αρνίον, το παριστάνον τον Χριστόν, αλλά το άκακον ζώον» [ΠΙΜ].

   Το δεύτερο θηρίο «ελάλει ως δράκων». Δεν είναι δηλαδή ο δράκων, ο ίδιος ο σατανάς, αλλά εξουσιάζεται από αυτόν, «διάδοχος γίνεται της εξουσίας του διαβόλου» [Αρ.] Ο άγιος Ειρηναίος, επίσκοπος Λυώνος, ονομάζει το θηρίο αυτό, «υπασπιστήν» του Αντιχρίστου. [8]

[8]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, επισκόπου Λουγδούνου και μάρτυρος, Έλεγχος και ανατροπή της Ψευδωνύμου γνώσεως [ή Κατά αιρέσεων], Βιβλ.V κεφ. 28 PG 7, 1199D: «Περί του υπασπιστού, ον και ψευδοπροφήτην καλεί. Ελάλει, φησίν, ως δράκων». Τούτω δε έλεγεν εξουσίαν δεδόσθαι σημείων και τεράτων, ίνα ποιή έμπροσθεν του Αντιχρίστου, προοδοποιών αυτώ την της απωλείας οδόν».

   Όσοι υποστηρίζουν ότι το δικέρατο αυτό θηρίο είναι ο Πάπας παρατηρούν ότι τα δύο κέρατα συμβολίζουν την πολιτική και τη θρησκευτική [εκκλησιαστική] εξουσία του Πάπα. Ωστόσο η διδασκαλία του είναι ψευδής και αιρετική και τα κατά καιρούς διατάγματά του τον αποδεικνύουν «θηρίον» και όχι «Αρνίον» [Η]. Πολύ ορθά ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ονομάζει τον Πάπα Ρώμης «Δίκερων Γίγαντα», ο οποίος «κοντά όπου είναι εσωτερικός και κατά πνεύμα Αρχιερεύς, θέλει να είναι εξωτερικός, και κατά σώμα βασιλεύς. Να ευλογή και να θανατοί, να κρατή την πνευματικήν βακτηρίαν και μάχαιραν την φονεύτριαν. Μίξις άμικτος, και τέρας αλλόκοτον». [9]

[9]. ΑΓΑΠΙΟΥ Ιερομονάχου και ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ Μοναχού [Αγιορείτου], Πηδάλιον της νοητής νηός  της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής  των Ορθοδόξων Εκκλησίας, εκδ. «Αστήρ», Αθήναι 1970, σελ. 109.

   Τα δύο θηρία του κεφαλαίου αυτού είναι ο Αντίχριστος και ο Ψευδοπροφήτης.

   Έργο του δεύτερου θηρίου είναι να κάνει το θέλημα του πρώτου θηρίου, δηλαδή του Αντιχρίστου [στίχ.12]. Ο σατανάς δίνει δύναμη στον Αντίχριστο και ο Αντίχριστος δίνει εξουσία για κακοποιό δράση στο δεύτερο θηρίο, τον ψευδοπροφήτη ή τον υπασπιστή του, όπως τον αποκάλεσε ο άγιος Ειρηναίος. Υπενθυμίζουμε ότι η εξουσία του σατανά βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο και την παρακολούθηση του Τρισαγίου Θεού. Ο σατανάς ενεργεί κατά παραχώρηση Θεού. Όλα θα τα κάνει «διά γοητείας ο του αποστάτου ψευδοχρίστου πρόδρομος, προς απάτην ανθρώπων» με σκοπό να νομισθεί θεός ο Αντίχριστος. Με τις γοητείες, τα εντυπωσιακά σημεία και τέρατα λαμβάνει «αναμφισβήτητον την δόξαν κατά μίμησιν του Βαπτιστού» Ιωάννου, ο οποίος με τη διδασκαλία του έπειθε τους ανθρώπους να ακολουθήσουν τον Σωτήρα Χριστό. Διότι το ψέμα μιμείται την αλήθεια με σκοπό την απάτη των ανθρώπων [Ανδρ. Κ.]

   Η φράση «ενώπιον αυτού» εννοεί την υποτέλεια και απόλυτη υπακοή του δεύτερου θηρίου στο πρώτο και την προστασία που δέχεται από το πρώτο, θυμίζει όμως και ανάλογες εκφράσεις και εικόνες από τη ζωή των προφητών της Π. Διαθήκης. Θυμίζει π.χ τον πυρφόρο προφήτη Ηλία, ο οποίος είπε στο βασιλιά Αχαάβ- «Ζη Κύριος ο Θεός των δυνάμεων, ο Θεός Ισραήλ, ω παρέστην ενώπιον αυτού», τον Οποίον υπηρετώ και μαζί με τον Οποίον είναι σε συνεχή επικοινωνία [Γ΄ Βασ. ιζ΄ [17] 1, ιη΄[18] 15]. Όπως οι άγιοι Προφήτες ήταν θεοκίνητοι διάκονοι του λόγου, και απευθύνονταν στο λαό υπηρετούντες τη σωτήρια βουλή του Θεού, έτσι και ο ψευδοπροφήτης είναι σατανοκίνητος υπηρετώντας πιστά τα καταχθόνια, ψυχόλεθρα και εγκληματικά σχέδια του παγκάκου διαβόλου.

   Ο ψευδοπροφήτης κάνει θαύματα αγυρτικά  και, εκτός των άλλων, κατεβάζει φωτιά από τον ουρανό μπροστά στα μάτια των κατάπληκτων ανθρώπων (στίχ.13). Προσπαθεί δηλαδή να μιμηθεί και στο σημείο αυτό τον προφήτη Ηλία (βλ. Γ΄  Βασ. ιη΄[18] 24, Δ΄Βασ. α΄ 10) και τους δύο μάρτυρες του Θεού (βλ. Αποκ. ια΄[11] 5, πρβλ. και Λουκ. θ΄ 54). Ενώ όμως οι Προφήτες θαυματουργούσαν με τη βοήθεια του Θεού, ο ψευδοπροφήτης θαυματουργεί «κατ’ενέργειαν του διαβόλου» [Αρ.]. Άλλωστε το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση του Ιώβ, όταν κατέβηκε φωτιά «εκ του ουρανού και κατέκαυσε τα πρόβατα και τους ποιμένας κατέφαγεν» [Ιώβ α΄ 16]. Αυτό έγινε «κατά θείαν συγχώρησιν και σατανικήν ενέργειαν» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης κάνει τις αγυρτείες του «ενώπιον των ανθρώπων» κλέβοντας τρόπον τινά «τους οφθαλμούς των ορώντων» [Αρ.], αποπροσανατολίζοντάς τους και προσπαθώντας να τους πείσει να θεωρήσουν «τον Αντίχριστον Χριστόν». [Αρ.].

   Όλα αυτά υπενθυμίζουν τους λόγους του Κυρίου «εγερθήσονται ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσι σημεία μεγάλα και τέρατα, ώστε πλανήσαι, ει δυνατόν,και τους εκλεκτούς» (Ματθ. κδ΄ [24] 24, πρβλ. και Β΄ Θεσ. β΄3-9).

   Τέτοια ψευτοθαύματα και εντυπωσιακές αγυρτείες εργάζονταν και στις ημέρες του ευαγγελιστού Ιωάννου – οι ειδωλολάτρες ιερείς στα Ασκληπιεία, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς, ο Σίμων ο Μάγος– αλλά και στους μετέπειτα χρόνους μέχρι των ημερών μας πολυποίκιλοι μάγοι και γενικώς τα όργανα του διαβόλου. Σκοπός δε όλων αυτών είναι ο εντυπωσιασμός και η δημιουργία οπαδών. Ο Κύριος και οι Μαθητές Του, θαυματουργώντας, απέβλεπαν μόνο στην ψυχική ωφέλεια των ανθρώπων και τη δόξα του ονόματος του Θεού. Ενώ ο Αντίχριστος προσπαθεί να αποκτήσει δόξα μεταξύ των ανθρώπων και να θεμελιώσει την τυραννική εξουσία του.

   Στους στίχους 14-15 έχουμε προσπάθεια του ψευδοπροφήτη να αποπλανήσει τους κατοίκους της γης, δηλαδή αυτούς που έχουν φρόνημα «γήινον», αυτούς που η καρδιά τους είναι μόνιμα κολλημένη στη γη [Αρ., Ανδρ. Κ.]. Διότι αυτούς, των οποίων η καρδιά είναι προσκολλημένη στον ουρανό, των οποίων πατρίδα και πολιτεία και τα πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς και με πολύ πόθο περιμένουν τον Σωτήρα μας, τον Κύριον Ιησού Χριστό (βλ. Φιλιπ. γ΄ 20), δεν τους «απατά η αίσθησις» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης ζητεί να θεοποιήσει το θηρίο, τον Αντίχριστο, καλώντας  «τους κατοικούντας επί της γης» να κατασκευάσουν «εικόνα τω θηρίω». Εδώ έχουμε σαφή υπαινιγμό της Καισαρολατρίας, αλλά και μεταγενέστερων θεομάχων, όπως π.χ του Στάλιν στον 20ο αιώνα. Η θεοποίηση του Αντιχρίστου θα κορυφωθεί στους έσχατους καιρούς.

   Αφού στήθηκε η εικόνα, το άγαλμα του θηρίου, επετράπη στον ψευδοπροφήτη να δώσει στο άγαλμα ζωή, «ίνα δήθεν λαλήση η εικών» [Αρ.]. Αυτό βέβαια έγινε με ενέργεια καθαρά διαβολική. Πρόκειται περί πλαστού θαύματος,  «περί φενάκης (απάτης), ήτοι περί ανθρώπου κρυπτομένου εντός του αγάλματος και λαλούντος» [ΠΙΜ].

   Γράφει ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας: Ιστορείται ότι πολλές φορές μίλησαν οι δαίμονες διά μέσου αγαλμάτων και ξοάνων και δένδρων και νερών με ενέργειες του γνωστού στην αρχαιότητα μάγου Απολλωνίου του Τυανέως και άλλων. Νομίζω δε ότι μιλούσαν και διά μέσου νεκρών σωμάτων, όπως έδειξε στους Ρωμαίους και ο Σίμων ο Μάγος, που έκανε νεκρό να κινηθεί μπροστά στον απόστολο Πέτρο. Αν και ο Απόστολος ξεσκέπασε την πλάνη, δείχνοντας πώς ανασταίνονται πραγματικά οι νεκροί με αυτούς που ο ίδιος ανέστησε. Έτσι λοιπόν, σαν τον Σίμωνα, θα κάνει και ο υπασπιστής του Αντιχρίστου, παρουσιάζοντας το άγαλμά του ως ζωντανό. [Τα ίδια περίπου γράφει και ο Αρέθας].  Σημειώνουμε ότι το πλαστό αυτό θαύμα, η φαινομενική αυτή ζωοποίηση είναι γελοία απομίμηση της αληθινής ζωοποιήσεως των δύο προφητών, στους οποίους έδωσε ζωή και δύναμη ο μόνος αληθινός, ο ζων και παντοκράτωρ Θεός [βλέπε Αποκ. ια΄ [11] 7-11].

   Όσοι δεν θα πείθονται να προσκυνήσουν την εικόνα του θηρίου, δηλαδή να θεοποιήσουν τον Αντίχριστο, θα δεχθούν πιέσεις και βία, και αν συνεχίσουν να αντιστέκονται θα θανατωθούν! Έτσι άλλοι μεν φιλόζωοι και αδιάφοροι θα υποκύπτουν, άλλοι δε, οι πιστοί Χριστιανοί, θα οδηγούνται σε μαρτυρικό θάνατο! Θα γίνεται όπως γινόταν στα χρόνια της Καισαρολατρίας ή και σ’ αυτόν τον 20ο αιώνα στις χώρες όπου είχε θεοποιηθεί ο Στάλιν. Αυτά υπενθυμίζουν τα όσα έγιναν κατά τη βασιλεία του Ναβουχοδονόσορος με τους τρεις ευσεβείς νέους Ανανία, Μισαήλ και Αζαρία [Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ], τους οποίους ο βασιλιάς της Βαβυλώνος έριξε στην κάμινο του πυρός την καιομένη, επειδή αρνήθηκαν να προσκυνήσουν την εικόνα του [βλ. Δαν. γ΄].

   Μετά την άμεση απειλή και την απάτη με το ψευτοθαύμα ο ψευδοπροφήτης χρησιμοποιεί ως μέσο καταναγκασμού των ανθρώπων να προσκυνήσουν τον Αντίχριστο, τον οικονομικό αποκλεισμό. Προς το σκοπό αυτό υποχρεώνει όλους μικρούς, μεγάλους, πλούσιους, φτωχούς, ελεύθερους, δούλους να δεχθούν «χάραγμα», σφραγίδα στο δεξί τους χέρι ή στα μέτωπά τους. Θα ενεργήσει δε έτσι, ασφαλώς με νόμο του κράτους, αφού θα έχει απόλυτη κοσμική εξουσία, ώστε να μην μπορεί κανείς να αγοράσει ή να πωλήσει, εκτός εκείνων που θα έχουν «το χάραγμα», τη σφραγίδα αυτή, η οποία είναι το όνομα του θηρίου ή «ο αριθμός του ονόματος αυτού» (στίχ. 16, 17), δηλαδή το άθροισμα της αριθμητικής αξίας του κάθε γράμματος του ονόματος του.

   Όταν ο ευαγγελιστής Ιωάννης έγραφε την Αποκάλυψη «το χάραγμα» ή το σημάδεμα ήταν σε ευρύτατη εφαρμογή. Σημάδευαν με το χάραγμα ή τη σφραγίδα, που την απέθεταν με καμένο σίδερο, με πυρακτωμένο όργανο, στο χέρι ή στο μέτωπο, δούλους, δραπέτες, Ρωμαίους στρατιώτες με το σήμα της μονάδας τους.

   Στην προκειμένη περίπτωση το χάραγμα θα είναι «η εγχάραξις του ολεθρίου ονόματος» [Ανδρ.Κ., Αρ.], «του ονόματος του αποστάτου και πλάνου» [Ανδρ. Κ.]. Θα βάλει τη σφραγίδα στο δεξί τους χέρι, για να τους εμποδίζει από του να πράττουν και καλά και αγαθά έργα [Ανδρ.Κ.]. Θα τη βάζει και στα μέτωπά τους, για να φέρει σ’αυτούς που απατά το σκοτείνιασμα όχι μόνο στα μάτια, αλλά και στο νου, στο λογικό και έτσι να τους διδάξει να κινούνται και να ενεργούν με θάρρος μέσα στο σκοτάδι της αμαρτίας, τη θολούρα και την πλάνη. Έτσι δεν θα ζουν πια μέσα στην ευσέβεια, δε θα πορεύονται με σεμνότητα, κοσμιότητα και σωφροσύνη και επομένως θα παύσουν να είναι υιοί φωτός και ημέρας [Αρ., Ανδρ. Κ.].

   Όμως όσοι έχουν τα πρόσωπά τους σφραγισμένα με το «θείον φως» δεν θα δεχθούν το χάραγμα [Ανδρ.Κ.,Αρ.]. Συνεπώς αυτοί θα στερηθούν τα αναγκαία για την συντήρησή τους, οπότε σ’αυτούς «βίαιος επαχθή θάνατος» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης θα σφραγίζει με το χάραγμα «επί το μέτωπον, ίνα πάντες ώσιν εστεφανωμένοι πύρινον και ου ζωής αλλά θανάτου στέφανον μεθ’εαυτών περιφέροντες», ώστε με τον τρόπο αυτό να κουβαλούνε πάνω τους στεφάνι πύρινον, στεφάνι θανάτου, γράφει ο άγιος μάρτυρας Ιππόλυτος (β΄ αι. αρχές γ΄αι.). Αναφέρει δε και το παράδειγμα του ειδωλολάτρη βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς (επιγόνου του Μ.Αλεξάνδρου), ο οποίος διέταξε τους Ιουδαίους να στήσουν μπροστά στις πόρτες των σπιτιών τους βωμούς και να θυσιάζουν όλοι στους βωμούς αυτούς, στεφανωμένοι δε με κισσούς να κάνουν πομπές στο θεό Διόνυσο. Όσους όμως δεν υποτάσσονταν τους δίκαζαν και τους σκότωναν βασανίζοντάς τους. [10].

[10]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Απόδειξις περί Χριστού και περί Αντιχρίστου, XLIX BEΠΕΣ 6, 214 [15-23].

   Παρόμοια θα συμβαίνουν και στις μέρες του Αντιχρίστου. Γράφει πάλι ο άγιος μάρτυρας Ιππόλυτος: Τότε θα είναι θλίψη μεγάλη, τέτοια που δεν έχει γίνει από την αρχή του κόσμου ως τώρα (βλ. Ματθ. κδ΄ [24] 21) και θα αποστέλλονται σε κάθε πόλη και σε κάθε χώρα, για να φονεύσουν τους πιστούς. Και οι μεν Ιουδαίοι για την απώλεια αυτή των πιστών θα ευφραίνονται και οι ειδωλολάτρες θα επιχαίρουν και στο διωγμό αυτό θα βοηθούν οι άπιστοι. Οι δε Χριστιανοί θα πορεύονται από τη δύση στην ανατολή και άλλοι θα διώκονται από την ανατολή στο νότο, άλλοι δε θα κρύβονται στα όρη και στα σπήλαια. Το «βδέλυγμα», το μισητό και βέβηλο σίχαμα, θα τους πολεμεί παντού «και διά θαλάσσης και διά ξηράς», θα τους φονεύει δε σύμφωνα με το διάταγμα και θα τους καταθλίβει με κάθε τρόπο. Επίσης οι Χριστιανοί δεν θα μπορούν μήτε να πωλήσουν κάτι από τα δικά τους μήτε να αγοράσουν από τους ξένους, εκτός κι αν έχουν χαραγμένο το όνομα του θηρίου στο χέρι ή στο μέτωπο. Διότι τότε οι πιστοί θα εκδιωχθούν από κάθε τόπο και θα απομακρυνθούν συρόμενοι έξω από τα σπίτια τους και θα διωχθούν από τις πόλεις και θα διασυρθούν δημόσια και θα τιμωρηθούν με κάθε είδους τιμωρία και θα διωχθούν και θα εξορισθούν από τον κόσμο. [11].

[11]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Εις τον Δανιήλ, Λόγ. Δ΄ Περί οράσεως του προφήτου Δανιήλ, L, ΒΕΠΕΣ 6, 105 [ 24-39]

          Σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι, οι οποίοι επισημαίνουν όχι ανεπιτυχώς και όχι χωρίς βάση, ότι υπάρχουν και στις μέρες μας άνθρωποι που δέχονται με τη θέλησή τους αντίχριστα χαράγματα από προδρόμους του Αντιχρίστου, όπως ο μασονισμός, ο οικουμενισμός και παρόμοιοι διεθνείς οργανισμοί, προκειμένου να μην εξοντωθούν, όπως λέγουν, κοινωνικά ή να μην απομονωθούν και αποκλεισθούν, και χάσουν ευκαιρίες προβολής ή επιβολής. Όπως υπάρχουν και εκείνοι που αντιστέκονται και δεν δέχονται τέτοια χαράγματα. Άλλωστε ο Αντίχριστος δεν έχει ακόμη κάνει ολοφάνερη την παρουσία του.

   Σημειώνουμε επίσης και τούτο: Σήμερα είναι έντονες οι διαμαρτυρίες για τις σχεδιαζόμενες ηλεκτρονικές κάρτες με τον δυσώνυμο αριθμό 666, που θα διευκολύνουν, όπως υποστηρίζουν οι εισηγητές τους, τις οικονομικές συναλλαγές. Αυτός όμως ο ισχυρισμός  παραπέμπει άμεσα στο λόγο της Αποκαλύψεως «ίνα μη τις δύνηται αγοράσαι ή πωλήσαι» παρά μόνον εκείνος που έχει τη σφραγίδα του θηρίου και το χάραγμά του [στίχ. 17]. Είναι επομένως δικαιολογημένοι οι φόβοι, οι αντιδράσεις και οι διαμαρτυρίες, διότι γίνεται σκόπιμα ευρύτατη, και προκλητική θα έλεγε κανείς, χρήση του 666, ενώ δεν είναι απαραίτητη η χρήση του συγκεκριμένου αριθμού. Από όλη αυτή τη δραστήρια και άνωθεν επιβαλλόμενη νομικώς κίνηση φαίνεται ότι «το μυστήριο ήδη ενεργείται της ανομίας» [Β΄ Θεσ. β΄ 7]. Τώρα είναι σε ενέργεια η δύναμη του κακού και της ανομίας, που σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυμμένη και δεν φανερώθηκε ακόμη ολόκληρο. «Τώρα ενεργεί όσο ποτέ άλλοτε [και] προετοιμάζει την υποδοχή του Αντιχρίστου. Εξοικειώνει την παγκόσμια κοινή γνώμη με το βδελυρό αριθμό σύμβολό του, ώστε όταν έλθη η ώρα να αποτυπωθεί το σύμβολο αυτό [εμφανώς ή αφανώς, κρυπτογραφημένο ή όχι] πάνω σε ανθρώπινα σώματα, οι αντιστάσεις να έχουν αμβλυνθή και εξουδετερωθή!…» [12].

[12]. Βλ. ΙΕΡΟΝ ΚΕΛΛΙΟΝ αγίου ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΠΟΥΡΑΖΕΡΗ. Η ευθύνη της επιλογής μας, Αγ. Όρος, εκδ. «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 165.

   Για το «χάραγμα» υπάρχει και η άποψη ότι αυτό δε θα είναι μάλλον κάποιο εξωτερικό (υλικό) χάραγμα. Κατά την άποψη αυτή οι λέξεις «μέτωπο και χέρι» είναι συμβολικές. Το μέτωπο, λέγουν, συμβολίζει τον νου και άρα το «χάραγμα» θα έχει ως αποτέλεσμα τη διαστροφή, τη νόθευση ή την άρνηση της ορθής πίστεως. Και το χέρι συμβολίζει τις πράξεις και άρα το χάραγμα θα έχει ως αποτελέσματα την τέλεση αμαρτωλών πράξεων. Οι υποστηρικτές της απόψεως αυτής φέρουν ως ενίσχυση της θέσεως τους τα χωρία του Δευτερονομίου κεφ. ια΄ [11] 18, και κεφ. 18 [13] 1-6.

   Ωστόσο η ερμηνεία των χωρίων αυτών δεν φαίνεται να ευνοεί την άποψή τους.

   Το θεόπνευστο βιβλίο της Αποκαλύψεως μας λέγει ότι το «χάραγμα», η σφραγίδα αυτή, είναι «το όνομα του θηρίου ή ο αριθμός του ονόματος αυτού». Στην προκειμένη περίπτωση ο αριθμός του θηρίου, που είναι αριθμός ονόματος ανθρώπου, δηλαδή αριθμός που βγαίνει από το άθροισμα της αριθμητικής αξίας ενός εκάστου γράμματος του ονόματος είναι χξς΄, δηλαδή 666. Και προσθέτει: Εδώ είναι η θεία σοφία η κρυμμένη από τους μακράν του Θεού ανθρώπους. Όποιος έχει νου φωτισμένο ας αριθμήσει τους αριθμούς, που σημαίνει κάθε γράμμα του ονόματος του Αντιχρίστου, και ας αθροίσει τον αριθμό του θηρίου [στίχ. 17-18].

   Οι αρχαίοι Έλληνες έγραφαν τους αριθμούς με αραβικά ψηφία. Για την αρίθμηση δεν έγραφαν 1,2,3 κ.λ.π. αλλά χρησιμοποιούσαν τα γράμματα του αλφαβήτου με ένα τόνο επάνω δεξιά. Έτσι, αντί 1 έγραφαν α΄, αντί 3 γ΄, αντί 11 ια΄, αντί 12 ιβ΄, αντί 100 ρ΄, αντί 800 ω΄. Όταν ο τόνος έμπαινε κάτω αριστερά από το γράμμα σήμαινε χιλιάδα. Έτσι ,α = 1000,  ,β = 2000 κ.λ.π. Όπως και στο ελληνικό αλφάβητο έτσι και στο εβραϊκό το κάθε γράμμα, εκτός από την άμεσα γραμματική σημασία, είχε και την αντίστοιχη αριθμητική του αξία. Η αριθμητική αξία π.χ του ονόματος Πέτρος μπορούσε να διατυπωθεί ως 755 διότι π΄ =80, ε΄=5, τ΄=300, ρ΄=100, ο΄=70, ς΄ =200, σύνολο 755. Του ονόματος Ελένη μπορούσε να διατυπωθεί αριθμητικά ως 98, διότι ε΄=5, λ΄=30, ε΄=5, ν΄=50, η΄=8, σύνολο 98.

   Αλλά είναι εμφανές ότι μόνο ο αριθμός δεν μπορεί να φανερώσει το όνομα, διότι είναι δυνατόν το σύνολο των γραμμάτων και άλλου ή άλλων ονομάτων να είχε τον ίδιο αριθμό. Χρειαζόμαστε επομένως και άλλο στοιχείο, για να αποκρυπτογραφήσουμε το όνομα του θηρίου. Αλλ’ ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν μας δίνει κανένα άλλο στοιχείο εκτός από τον αριθμό. Έτσι η έννοια του αριθμού του θηρίου παραμένει για τον αναγνώστη μυστηριώδης και απόκρυφη και απαιτεί, όπως γράφει ο άγιος απόστολος Ιωάννης, «σοφίαν» και «νουν» για την κατανόηση του μυστηρίου που κρύβει το χξς΄.

   Απαιτεί «σοφίαν» όχι κοσμική, ανθρώπινη, αλλά θεία. Απαιτεί «νουν», «νουν Χριστού» [Α΄ Κορ. β΄ 16 ], δηλαδή χάρισμα θείο, πνευματικό, με το οποίο και μόνο θα μπορέσει να γνωρίσει κανείς το όνομα του θηρίου. Για τη σοφία αυτή κάνει λόγο στην Επιστολή του ο αδελφόθεος Ιάκωβος [Ιακ. α΄ 5-6 και γ΄ 15] και ο απόστολος Παύλος την πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή του [Α΄ Κορ. β΄ 6-14]. Στα μεγάλα και καίρια ζητήματα της ζωής μας και του αιωνίου μέλλοντός μας έχουμε ανάγκη της θεοειδούς μορφώσεως και της θείας σοφίας.

   Στην ερώτηση γιατί η Αποκάλυψις δε αναφέρει καθαρά το όνομα του Αντιχρίστου, η απάντηση είναι ότι «ίσως διά το μη λυσιτελείν τους ακούοντας την εκείνων γνώσιν»  [Άνθιμος]. Ίσως διότι δεν ωφελεί η γνώση του όσους την πληροφορούνται. Ή ίσως σιωπά για λόγους συνέσεως, ώστε να μην ξεσηκώσει την οργή των Ρωμαίων διωκτών κατά των Χριστιανών. Κατά τον Αρέθα Καισαρείας, δεν το αναφέρει σαφώς, διότι δεν είναι καν «άξιον της εν βιβλίω γραφής». Το βδελυρό όνομα του Αντίχριστου δεν είναι καν άξιο να γράφεται μέσα στην Αγία Γραφή. Αν έπρεπε να γίνει γνωστό τέτοιο όνομα, παρατηρούν οι Ανδρέας και Αρέθας, ο ευαγγελιστής Ιωάννης που έβλεπε τα οράματα, θα το απεκάλυπτε. Αλλά δεν ευδόκησε «η θεία Χάρις εν θείω βίβλω το του λυμεώνος ταγήναι όνομα», να καταγραφεί σε θείο βιβλίο το όνομα του φθορέως και αφανιστού.

   Παρόλα αυτά η ανθρώπινη περιέργεια δεν αναχαιτίστηκε. Έγιναν και γίνονται πολλές προσπάθειες για να εντοπιστεί το διαβόητο όνομα του Αντιχρίστου. Κανένα κείμενο της Αγίας Γραφής δεν προκάλεσε τόσο πολύ την περιέργεια και τη σκέψη των ανθρώπων, όσο ο αριθμός χξς΄. Και τούτο, διότι ο αριθμός αυτός δεν είναι απλός και συνηθισμένος αριθμός στη σειρά των αριθμών, αλλά εκφράζει ή κρύβει κάποιο νόημα, που όχι απλώς μας ενδιαφέρει, αλλά έχει σοβαρότατες συνέπειες στην παρούσα και στη μέλλουσα ζωή μας. Ο αριθμός 666 μόνος του είναι ουδέτερος, λέγει και ό,τι ένας άλλος οποιοσδήποτε αριθμός, π.χ. 555, 482, 338 κ.ά. στη σελίδα ενός βιβλίου ή ως αύξων αριθμός μιας παρτίδας ενός εμπορεύματος ή ενός αυτοκινήτου…όταν όμως αυτός είναι το ψευδώνυμο και το σύμβολο του Αντιχρίστου, τότε μας ενδιαφέρει άμεσα, και μάλιστα όχι μόνο μια ομάδα ανθρώπων, αλλά όλη την ανθρωπότητα. Γι’ αυτό και η αγωνία όλων να μάθουν τι ακριβώς σημαίνει.

   Ας δούμε με κάθε συντομία τι απέδωσαν και σε ποιες ερμηνείες κατέληξαν οι μέχρι σήμερα προσπάθειες.

1. Το  χξς΄ [ 666] έχει ως ακραία γράμματα το Χ και το ς που είναι σύντμηση του ονόματος Χριστός. Μεταξύ των δύο αυτών γραμμάτων παρεμβάλλεται το γράμμα ξ, ένα γράμμα με μορφή οφιοειδή. Έτσι στο όνομα Χριστός έχουμε κρυμμένο τον όφι, το φίδι. Ώστε, είπαν, στο όνομα Χριστός είναι καμουφλαρισμένος ο «όφις ο αρχαίος», ο Αντίχριστος! Εξωτερικά παρουσιάζεται ως Χριστός, στο βάθος όμως είναι Αντίχριστος! Η ερμηνεία αυτή είναι έξυπνη. Ωστόσο δεν μας λέγει ποιο είναι το όνομα του Αντιχρίστου.

   Ο Παν.Ν. Τρεμπέλας παρατηρεί – «αξιόλογος η εκδοχή» κατά την οποία ο αριθμός αυτός, «γραφόμενος εν τω βατικανώ κώδικι διά των τριών μεγάλων γραμμάτων ΧΞS΄ υπενθυμίζει το αρχικόν και τα τελευταία γράμματα της λέξεως Χριστός διαχωριζόμενα, παραποιούμενα, και ούτως ειπείν διαλυόμενα διά της παρεμβολής του οφιοειδούς γράμματος Ξ», το οποίον υπενθυμίζει «τους συγχρόνους τότε Γνωστικούς οφίτας», οι οποίοι λάτρευαν τον όφι.

2. Ορισμένοι φρονούν ότι ο Ιωάννης, ο αρχηγός της θεολογίας, με τον αριθμό 666 παρουσίασε τον άνθρωπο-θηρίο, που πίσω του κρύβεται ο διάβολος, ως τον κατεξοχήν ανάξιο και τιποτένιο άνθρωπο. Το 666 είναι τριπλή επανάληψη του 6. Ο αριθμός  αυτός αναφέρεται στον άνθρωπο, που δημιουργήθηκε την έκτη ημέρα ακόμα και στα ανθρώπινα. Επειδή δε το 7 όπως ήδη γράψαμε, είναι το σύμβολο της πληρότητος, το 6 είναι το σύμβολο της ατέλειας, της ελλείψεως. Το 7 αναφέρεται συνήθως στο Θεό, ο Οποίος αφού δημιούργησε τον κόσμο σε έξι μέρες, την έβδομη ημέρα «κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού, ων ήρξατο ποιήσαι» και μάλιστα «ηυλόγησε την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν» [Γεν. β΄ 3]. Έστι η έβδομη μέρα, και κατά συνέπεια ο αριθμός 7 είναι σύμβολο τελειότητος και αναφέρεται σε κάτι το ιερό και το άγιο. Επομένως το θηρίο – άνθρωπος και πίσω του ο σατανάς που καταβάλλει εναγώνιες προσπάθειες επαναλαμβάνοντας το 6 δύο ή τρεις φορές, κάνοντάς το 66 ή 666, είναι ουσιαστικά ο άνθρωπος τρεις φορές τίποτε! Αλλά και τέσσερις ή πέντε ή έξι ή επτά φορές επαναλαμβάνοντας το 6, κάνοντάς το δηλαδή 6.666 ή 66.666 ή 6.666.666 ή πολλαπλασιάζοντάς το επ’ άπειρον και πάλι θεοί δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ οι άνθρωποι! Ωστόσο και η ερμηνεία αυτή είναι μεν ευφυής, δεν μας βοηθεί όμως στην αποκρυπτογράφηση του ονόματος του Αντιχρίστου.

3.   Για το 666 και τον υπονοούμενο άνθρωπο, άξιες προσοχής  ερμηνείες εκ μέρους εκείνων που εφαρμόζουν το ελληνικό αλφάβητο είναι το όνομα Ευάνθας, ή Τειτάν (με αυτό εννοούν  τον Απόλλωνα) ή Λατείνος [13]. Το Λατείνος [και όχι Λατίνος] διότι λ = 30, α = 1, τ  = 300,  ε = 5, ι = 10, ν = 50, ο = 70, σ΄ =200, Σύνολο 666. Για την ερμηνεία αυτή ο Ιππόλυτος ακολουθεί το διδάσκαλό του άγιο Ειρηναίο, επίσκοπο Λυώνος. Το «Λατείνος» θεωρείται συμβολικό όνομα του Αντιχρίστου, της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Δεν έχουμε βέβαια όνομα συγκεκριμένου ανθρώπου, μόνο σύμβολο και τύπο του Αντιχρίστου και ειδικότερα της Χριστιανομάχου Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που είχε κηρύξει σφοδρούς διωγμούς κατά των Χριστιανών και είχε θεοποιήσει τον αυτοκράτορα – το θηρίο.

   Δεν είναι δε λίγοι εκείνοι που προσθέτουν στην ερμηνεία αυτή ότι ο «Λατείνος» με το νεότερο πρόσωπο του Παπισμού διώκει τους Ορθοδόξους, οι οποίοι μένουν αμετακίνητοι στην «άπαξ παραδοθείσαν [Ορθόδοξη] πίστιν» [Ιούδα 3], στα δόγματα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, των αγίων επτά Οικουμενικών Συνόδων και τη διδασκαλία των Πατέρων.

 [13]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Απόδειξις περί Χριστού και περί Αντιχρίστου, κεφ. 1 ΒΕΠΕΣ 6, 214 [35] – 215 [3]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, Έλεγχος και Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως [ ή Κατά αιρέσεων], βιβλ. V, κεφ. 30, 1 PG 7, 1203 – 1205.

   Όσοι εφαρμόζουν το εβραϊκό αλφάβητο, και αυτοί είναι οι περισσότεροι, χρησιμοποιώντας τα εβραϊκά σύμφωνα της λέξεως Nero Caesar, με την αντίστοιχη παραδοσιακή αρίθμηση, μετρούν N = 50, R = 200, W = 6, N = 50, Q = 100, S = 60, R = 200, Σύνολο 666 [WGH κα ΠΙΜ].

   Όσοι πάλι εφαρμόζουν το λατινικό αλφάβητο θεωρούν ότι το 666 αποδίδει το όνομα «Διοκλητιανός» ή «Τίτος» [ΠΙΜ]. Κατ’ άλλους, οι οποίοι δέχονται τη λανθασμένη γραφή 616 [αντί 666], που υπάρχει σε χειρόγραφα των χρόνων του Ειρηναίου [14], και η οποία γραφή «φαίνεται ως προϊόν μάλλον ερμηνευτικής αμηχανίας και αποδίδει το όνομα Γάιος Καίσαρ», θεωρείται ότι υπό το όνομα αυτό νοείται ο αυτοκράτωρ Καλιγούλας [ΠΙΜ].

[14]. Βλ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο. π., PG 7, 1203 – 1205

4.   Ο Ιππόλυτος, επίσκοπος Ρώμης, γράφει – «Η μιαρή σφραγίδα του Αντιχρίστου στο μέτωπο και στο δεξί χέρι των ανθρώπων θα είναι το 666. Δεν γνωρίζω «ακριβώς» τη σημασία του, αφού πολλά ονόματα μπορούν να βρεθούν πίσω από τον αριθμό αυτό, «αλλά λέγομεν ίσως γράφειν την αυτήν σφραγίδα ΑΡΝΟΥΜΕ»» (με Ε και όχι ΑΙ, διότι δεν ετηρείτο πάντοτε η γραμματική ορθογραφία στον αριθμητικό υπολογισμό των λέξεων). Κατά συνέπεια Α = 1, Ρ = 100, Ν = 50, Ο = 70, Υ = 400, Μ = 40, Ε = 5, Σύνολο 666.  «Λέγομεν ίσως», δηλαδή «το υποθέτουμε αυτό», συνεχίζει, «επειδή και προηγουμένως (στους διωγμούς) «ο αντίδικος εχθρός, διά των υπηρετών αυτού, ήγουν των ειδωλολατρών» απηύθυνε στους Χριστιανούς μάρτυρες την προτροπή, «άρνησαι τον θεόν σου τον εσταυρωμένον». Τέτοιο πράγμα θα είναι και η σφραγίδα του μισόκαλου. Θα σημαίνει «ΑΡΝΟΥΜΑΙ τον ποιητήν ουρανού τε και γης, αρνούμαι το βάπτισμα, αρνούμαι την λατρείαν μου» και γίνομαι οπαδός σου «και σε πιστεύω»» [15].

[15]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Λόγ. Περί της συντελείας του κόσμου και περί του Αντιχρίστου και εις την Β΄ Παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κεφ. XXVIII και XXIX ΒΕΠΕΣ 6, 287 [ 18-27].

5. Μεταγενέστεροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς απέδωσαν τον αριθμό 666 στις φράσεις «ΟΔΗΓΟΣ ΚΑΚΟΣ», «ΠΑΛΑΙ ΒΑΣΚΑΝΟΣ», «ΑΜΝΟΣ ΑΔΙΚΟΣ» κ,α. και στο λατινικό όνομα ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΣ [benedictus]. Το ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΣ, του οποίου τα γράμματα δίνουν τον αριθμό 666, σημαίνει «ευλογημένος». Συνεπώς, παρατηρούν, ο Αντίχριστος ενώ είναι καταραμένος, θα παρουσιαστεί ως ευλογημένος, μιμούμενος τον Χριστό, με σκοπό να εξαπατήσει τους Χριστιανούς.

   Εξαφορμής της ανωτέρω ερμηνείας του «Βενεδίκτου» και διότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρεται σε πρόσωπο των εσχάτων χρόνων κατεξοχήν εχθρικό προς την Εκκλησία του Χριστού, υπέδειξαν ως Αντίχριστο τον πάπα Βενέδικτο Η΄ (1012 – 1024). Ο πάπας αυτός ήταν ο πρώτος που επανέφερε τη δεινή αίρεση του Filioque, δηλαδή την αιρετική προσθήκη «και εκ του Υιού», στο Σύμβολο της Πίστεως, την οποία προσθήκη είχε αποδοκιμάσει ο Λέων Γ΄ [ + 816]. Ο Βενέδικτος  Η΄ όχι μόνο επανέφερε την αιρετική αυτή προσθήκη, αλλά και την υποστήριξε επίσημα με όλη τη δύναμη του και την επέβαλε.

   Ο Λούθηρος και άλλοι Προτεστάντες υποστήριξαν σταθερά ότι ο Αντίχριστος είναι ο Πάπας, αποδίδοντας το όνομα του Αντιχρίστου με το όνομα «Παπίσκος» (παρόλο ότι τα γράμματα της λέξεως αυτής δίνουν άθροισμα 661). Και τούτο, διότι έκριναν ότι το 666 «εκφράζει τον αριθμό των πλανών και των αιρέσεων που περιέχονται στον παπισμό ή κατ’άλλους, τον αριθμό των ετών από την άνοδο μέχρι την πτώση του» [Η].

   Από το άλλο μέρος οι Παπικοί, ανταποδίδοντας τα ίσα στους Προτεστάντες…απέδειξαν ως Αντίχριστο τον Λούθηρο ή τον John Knox, αρχηγό των Σκώτων πρεσβυτεριανών.

6.   Τον περασμένο αιώνα [20ο], κατά τον οποίο παρουσιάστηκαν πολλά θηρία – Αντίχριστοι (Χίτλερ, Στάλιν και συνεργάτες τους) έκανε εντύπωση η ταύτιση του Χίτλερ με τον Αντίχριστο. Έτσι, ο Dr. Kepler, βάσει της λατινικής γραφής του ονόματος HITLER και υπολογίζοντας το Α ως 100, το Β ως 101, το C ως 102, το D ως 103, το Ε ως 104, το F ως 105 κ.ο.κ. ταύτισε το 666 με τον HITLER [H = 107, I = 108, T= 119, L  =111, E = 104, R = 117, Σύνολο 666] [WGH]. Η ερμηνεία αυτή είχε εντυπωσιάσει τότε, δεδομένης της αντιχριστιανικής μανίας του ναζισμού.

7.   Τέλος αναφέρουμε ότι στην προσπάθεια ανευρέσεως του Αντιχρίστου, η προσοχή κάποιων επικεντρώθηκε και στα πρόσωπα του Μωάμεθ, του Μ. Ναπολέοντος, του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄ και του Λένιν. Ο άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος έγραψε ότι το θηρίο που έβγαινε από τη γη είναι ο Μωάμεθ, «ο των διαβόλου και του αντιχρίστου απόστολος και προφήτης, ο διδάξας τους υιούς Άγαρ όσα μισεί ο Θεός και φιλεί  (αγαπά) ο Σατανάς».

   Από τα ανωτέρω γίνεται αντιληπτό ότι όλες αυτές οι προσπάθειες και αρκετές άλλες για την εύρεση του ονόματος του Αντιχρίστου υπήρξαν ουσιαστικά μάταιες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο προφήτης Ιωάννης παίζει ή αερολογεί, όπως θέλουν να κάποιοι ορθολογιστές, αλλά έχει στο νου του «ωρισμένον πρόσωπον, του οποίου την απομάντευσιν θεωρεί ως δυνατήν εις τους πιστούς, τουλάχιστον τους πνευματοφόρους εξ αυτών» [ΠΙΜ].

   Επομένως οι Χριστιανοί δεν πρέπει να επηρεαζόμαστε και να παρασυρόμαστε από τα κατά καιρούς γραφόμενα γύρω από το όνομα του Αντιχρίστου. Έστω και αν αυτοί που τα γράφουν ή τα διακηρύσσουν είναι δήθεν μεγάλα ονόματα, σοφοί κατά κόσμο… ο ευαγγελιστής Ιωάννης για τις περιπτώσεις αυτές μας συμβουλεύει – μη δίνετε εμπιστοσύνη στον καθένα που σας λέγει ότι εμπνέεται από το Πνεύμα του Θεού και ότι έχει πνευματικό χάρισμα. Αλλά να εξετάζετε και να διακρίνετε τους ανθρώπους που παρουσιάζονται ότι εμπνέονται από το Πνεύμα, αν πράγματι αυτοί προέρχονται από το Θεό. Διότι πολλοί ψευδοπροφήτες βγήκαν στον κόσμο [βλ. Α΄ Ιω. δ΄ 1].

   Εφόσον η αρχαιότατη Εκκλησία από την οποία δεν έλειπαν ούτε οι Προφήτες ούτε άλλοι Χριστιανοί με πλούσια πνευματικά χαρίσματα δεν μας διασώζει κάποια ακριβή παράδοση περί του προσώπου του Αντιχρίστου, τουλάχιστον ο Ειρηναίος που είχε ασχοληθεί με το ζήτημα τούτο [16], «νομίζομεν ότι το εν λόγω πρόσωπον θα είναι ο «Αντίχριστος» (Β΄ Ιω. 7), «ο άνθρωπος της ανομίας» [Β΄ Θεσ . β΄ 3], «ο άνομος» [Β΄Θεσ. β΄8], η ανεύρεσις του οποίου, επί τη βάσει του παρόντος ελληνικού αριθμού [666], επαφίεται εις τους πιστούς της εποχής», κατά την οποία «μέλλει ούτος να εμφανισθή προσωπικώς» [ΠΙΜ].

 [16]Βλ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, Έλεγχος και Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως [ ή Κατά αιρέσεων], κεφ. XXIX, PG 7, 1202C – Όλη η εικόνα του Ναβουχοδονόσορος «προτύπωσις ην της του αντιχρίστου παρουσίας».

 Γι’αυτό ο άγιος Ειρηναίος μας συμβουλεύει: Είναι «ασφαλέστερον και ακινδυνότερον» να περιμένουμε «την έκβασιν της προφητείας» από του να στοχαζόμαστε κάνοντας υποθέσεις και να προμαντεύουμε σχετικά με το όνομα, τυχόντα ονόματα. Εμείς λοιπόν, συνεχίζει, δεν ριψοκινδυνεύουμε για το όνομα του Αντιχρίστου αποφαινόμενοι με βεβαιότητα. Διότι, αν έπρεπε στον τωρινό καιρό να κηρυχθεί φανερά το όνομα του, θα ανακοινωνόταν από εκείνον που είδε και τα οράματα της Αποκαλύψεως. Διότι την Αποκάλυψη δεν την είδε «προ πολλού χρόνου, αλλά σχεδόν επί της ημετέρας γενεάς» προς το τέλος της βασιλείας του Δομετιανού [17]. Άλλωστε ο ίδιος εκκλησιαστικός Πατέρας γράφει: Κάθε προφητεία πριν από την έκβαση της είναι αίνιγμα και προκαλεί αντιλογία μεταξύ των ανθρώπων. Όταν όμως έρθει ο καιρός και πραγματοποιηθεί αυτό που έχει προφητευθεί, τότε θα δοθεί η ακριβέστατη εξήγησή της [18]. Οι γνώμες του αγίου Ειρηναίου έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Διότι αυτός εγνώρισε ως νέος τον γέροντα επίσκοπο Πολύκαρπο Σμύρνης, ο οποίος είχε γνωρίσει προσωπικά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, συγγραφέα της Αποκαλύψεως.

[17]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο.π., PG 7, 1205 BC – 1207 AB.

[18]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο.π., PG 7, 1052C- 1053A.

   Ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας γράφει: Την μεν ακριβή έννοια του αθροίσματος που συνιστά τον αριθμό [666] «και τα λοιπά περί αυτού γεγραμμένα» θα τα αποκαλύψει ο χρόνος και η πείρα σ’ αυτούς που θα είναι άγρυπνοι, προσεκτικοί. Διότι, αν έπρεπε, όπως λένε κάποιοι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, να γίνει φανερό καθαρά το όνομα αυτό [του Αντιχρίστου], θα το φανέρωνε αυτός που το είδε. Όμως η θεία χάρις δεν θέλησε να καταχωρηθεί το όνομα του φθορέα και αφανιστή (δηλαδή του Αντιχρίστου) στην Αγία Γραφή. Μπορεί κανείς, έτσι για λόγους ασκήσεως, να βρει, όπως λένε ο μακάριος Ιππόλυτος και άλλοι, ονόματα που περιέχουν «τον αριθμό τούτον». Ονόματα «προσηγορικά και κύρια».

   Τέλος, ο ιερομάρτυς Ιππόλυτος (β΄ αι.) διδάσκει: «Αυτά που έχουν σχέση με τον Αντίχριστο τα μεταδίδουμε με φόβο Θεού παρακινούμενοι από την «υπερβάλλουσαν (του) Χριστού αγάπην». Διότι αν οι προγενέστεροι μας μακάριοι άνδρες που αξιώθηκαν προφητικού χαρίσματος και εγνώρισαν αυτά δεν θέλησαν να κηρύξουν ανοιχτά για να μην προξενήσουν ταραχή στις ψυχές των ανθρώπων αλλά τα διηγήθηκαν «μυστικώς διά παραβολών και αινιγμάτων», λέγοντες «ώδε ο νους ο έχων σοφίαν», πόσο μάλλον εμείς θα κινδυνεύσουμε αν τολμήσουμε να φανερώσουμε πλήρως, όσα εκείνοι είπαν με τρόπο απόκρυφο;». Και λίγο παρακάτω προσθέτει: για το όνομα του θηρίου δεν μπορούμε εμείς να μιλήσουμε με ακρίβεια, όσο το κατενόησε και διδάχτηκε γι’ αυτό ο μακάριος Ιωάννης, παρά μόνο να το υποθέσουμε. Όταν θα εμφανιστεί ο καιρός θα δείξει «το ζητούμενον» [ 19].

[ 19]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Περί Χριστού και περί του Αντιχρίστου, XXIX και XLIX ΒΕΠΕΣ 6, 206 [ 23-29] και 214 [ 34-35].

   Είναι άξια και η παρατήρηση που λέγει ότι στα κεφάλαια της Αποκαλύψεως 12 και 13 έχουμε «σατανική τριάδα» κατ’ απομίμηση της Αγίας Τριάδος. Έχουμε α] τον δράκοντα-διάβολο, β] το θηρίο–Αντίχριστο , που ανεβαίνει από τη θάλασσα και γ] το θηρίο–ψευδοπροφήτη, «υπασπιστή» του Αντιχρίστου, που ανεβαίνει από τη γη!

   Σήμερα ορισμένοι θεωρούν ή βλέπουν στην εισαγωγή του 666 στη ζωή μας με διάφορες μορφές και υπό διάφορα προσχήματα, ΕΚΑΜ, ΑΜΚΑ, πιστωτικές κάρτες κ.α΄. Ενώ παράλληλα παρατηρείται μία σύγχυση, αδιαφορία, χαύνωση, έλλειψη πνευματικότητος και ένας αόρατος φόβος. Για όλα αυτά αναφερθήκαμε ήδη πιο πάνω. Όμως είναι πολύ καλύτερα να ζητούμε σοφία και σύνεση από τον Τριαδικό Θεό και «νουν Χριστού» [Α΄ Κορ. β΄16], ώστε να αναστρεφόμαστε και να συμπεριφερόμαστε στην κάθε περίπτωση έτσι, ώστε να δοξάζεται ο Θεός. Παράλληλα να μελετούμε την Αγία Γραφή, να ζούμε εν προσευχή και να συμμετέχουμε συνειδητά και τακτικά στα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, στηρίζοντας τους αδελφούς μας και παρηγορώντας τους με το λόγο και το χριστιανικό παράδειγμα μας [πρβλ. Λουκ. κβ΄ [22]32]. Διότι δεν μπορούμε να ζούμε με χλιαρότητα, πολύ περισσότερο μέσα στην αμαρτία, ακολουθώντας το δρόμο του σατανά, τον οποίο αποκηρύξαμε και απαρνηθήκαμε επίσημα κατά την ώρα του αγίου Βαπτίσματος μας. Ας μη λησμονούμε δε ότι δεν υπάρχει καμία συμφωνία μεταξύ του Χριστού και του σατανά [βλ. Β΄Κορ. στ΄ 14-18]. Οι δε τυχόν ωφέλειες από την εκούσια αποδοχή του χαράγματος – οικονομικές, θέσεις, αξιώματα κ.τ.ο΄ – θα αποβούν προς αιώνια ζημία της ψυχής μας διότι θα προκαλέσουν τη δίκαιη οργή  του Τρισαγίου Θεού [ βλ. Αποκ. ιστ΄ [16] 2].

Οι Χριστιανοί έχοντας απόλυτη βεβαιότητα ότι η δική μας πατρίδα και πολιτεία και τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς από τους οποίους με πολύ πόθο περιμένουμε και τον Σωτήρα μας, τον Κύριο Ιησού Χριστό [Φιλιπ. γ΄ 20], και ακόμη ότι, εάν ο Θεός είναι μαζί μας, κανείς δεν μπορεί να είναι εναντίον μας, ας πορευόμαστε με ελπίδα, ειρήνη και χαρά εν Χριστώ. Ο ερμηνευτής των άνω μυστηρίων του Θεού, μας έχει βεβαιώσει: Αυτή είναι η νίκη, που νίκησε οριστικά τον κόσμο, η πίστη μας (Α΄ Ιω. ε΄ 4), η οποία είναι φως που διαλύει την πλάνη, η οποία υπάρχει στον κόσμο. Και ταυτόχρονα δύναμη νέας πνευματικής και αγίας ζωής αντίθετης προς την φαυλότητα του κόσμου που καλλιεργεί ο Αντίχριστος και τα όργανά του.

(Πηγή: Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Νικολάου Βασιλειάδη, εκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 437-455, οι υπογραμμίσεις δικές μας)

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Α΄, Αποκάλυψη κεφ. ΙΓ στίχοι 1-10)

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Α΄, Αποκάλυψη κεφ. ΙΓ στίχοι 1-10)

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Αυγούστου 2018

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

(Πηγή: Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Νικολάου Βασιλειάδη, εκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 420-437, οι υπογραμμίσεις δικές μας)
Συντομογραφίες
Ανδρ.Κ = Ανδρέου Καισαρείας,Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν
Άνθιμος = Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων,Ερμηνεία εις την Ιεράν Αποκάλυψιν
Αρ. = Αρέθα Καισαρείας, Εις την Ιωάννου… Αποκάλυψιν
ΓΒΜ = Γεωργίου Β. Μαυρομάτη,Η Αποκάλυψη του Ιωάννου
ΕΒ = Ιερομ. Ευσεβίου Βίττη, Ομιλίες στην Αποκάλυψη
Η = Matthew Henry’ s Commentary on the whole Bible
ΙΓ = Αρχιμ. Ιηήλ Γιαννακοπούλου,Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
Οικ. = Οικουμενίου Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
ΠΙΜ = Παναγι. Ι. Μπρατσιώτου, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου
WGH = William G. Heidt,The book of the Apocalypse

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ & ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΥΠΟ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ

Αποκ. 13,1 Καὶ ἐστάθην ἐπὶ τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης· καὶ εἶδον ἐκ τῆς θαλάσσης θηρίον ἀναβαῖνον, ἔχον κέρατα δέκα καὶ κεφαλὰς ἑπτά, καὶ ἐπὶ τῶν κεράτων αὐτοῦ δέκα διαδήματα, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτοῦ ὀνόματα βλασφημίας.
Αποκ. 13,1 Και εστάθηκα εις την αμμουδιά της θαλάσσης και είδα να ανεβαίνη από την θάλασσαν θηρίον, το οποίον είχε δέκα κέρατα και επτά κεφαλάς και επάνω εις τα κέρατα δέκα διαδήματα, και εις τας κεφαλάς αυτού ήσαν γραμμένα ονόματα βλασφημίας.
Αποκ. 13,2 καὶ τὸ θηρίον ὃ εἶδον ἦν ὅμοιον παρδάλει, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὡς ἄρκου, καὶ τὸ στόμα αὐτοῦ ὡς στόμα λέοντος. καὶ ἔδωκεν αὐτῷ ὁ δράκων τὴν δύναμιν αὐτοῦ καὶ τὸν θρόνον αὐτοῦ καὶ ἐξουσίαν μεγάλην· –
Αποκ. 13,2 Και το θηρίον, το οποίον είδα ήτο όμοιον με πάνθηρα και τα πόδια του σαν της αρκούδας και το στόμα του σαν στόμα λέοντος. Και ο δράκων έδωκε εις αυτό το θηρίον, που συμβόλιζε τον θηριώδη αντίχριστον, την δύναμιν του και τον θρόνον του και την μεγάλην εξουσίαν του.
Αποκ. 13,3 καὶ μίαν ἐκ τῶν κεφαλῶν αὐτοῦ ὡς ἐσφαγμένην εἰς θάνατον. καὶ ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ ἐθεραπεύθη, καὶ ἐθαύμασεν ὅλη ἡ γῆ ὀπίσω τοῦ θηρίου.
Αποκ. 13,3 Και είδα μίαν από τας κεφαλάς του σαν σφαγμένην κατά ένα τρόπον θανατηφόρον. Αλλ’ η θανάσιμος αυτού πληγή εθεραπεύθη και εθαύμασεν όλη η οικουμένη και ηκολούθησεν οπίσω από το θηρίον.
Αποκ. 13,4 καὶ προσεκύνησαν τῷ δράκοντι τῷ δεδωκότι τὴν ἐξουσίαν τῷ θηρίῳ, καὶ προσεκύνησαν τῷ θηρίῳ λέγοντες· τίς ὅμοιος τῷ θηρίῳ; τίς δύναται πολεμῆσαι μετ᾿ αὐτοῦ;
Αποκ. 13,4 Και επροσκύνησαν τον δράκοντα, τον σατανά, ο οποίος έδωκε αυτήν την εξουσίαν στο θηρίον, στον αντίχριστον. Και επροσκύνησαν ακόμη το θηρίον, λέγοντες· “ποιός είναι όμοιος με το θηρίον και ποιός ημπορεί να πολεμήση εναντίον του;”
Αποκ. 13,5 καὶ ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καὶ βλασφημίαν· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία πόλεμον ποιῆσαι μῆνας τεσσαράκοντα δύο.
Αποκ. 13,5 Και εδόθη εις αυτό από τον σατανάν βέβηλον στόμα, το οποίον λαλεί αλαζονικάς καυχησιολογίας και βλασφημίας εναντίον του Θεού. Και εδόθη εις αυτό (κατά παραχώρησιν Θεού) η άδεια και η εξουσία να κάμη πόλεμον επί τρία έτη και μισό.
Αποκ. 13,6 καὶ ἤνοιξε τὸ στόμα αὐτοῦ εἰς βλασφημίαν πρὸς τὸν Θεόν, βλασφημῆσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὴν σκηνὴν αὐτοῦ, τοὺς ἐν τῷ οὐρανῷ σκηνοῦντας.
Αποκ. 13,6 Και ήνοιξε το στόμα του εις βλασφημίας εναντίον του Θεού, δια να βλασφημήση το άγιον όνομα του Θεού και την ουράνιον κατοικίαν του και όλους τους αγγέλους και τους αγίους, που κατοικούν μαζή του στον ουρανόν.
Αποκ. 13,7 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτούς, καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ πᾶσαν φυλὴν καὶ λαὸν καὶ γλῶσσαν καὶ ἔθνος.
Αποκ. 13,7 Και εδόθη στο θηρίον αυτό, κατά παραχώρησιν Θεού, η άδεια να κάμη πόλεμον εναντίον των Χριστιανών και να τους νικήση· και του εδόθη ακόμη η εξουσία να κυριαρχήση εις κάθε φυλήν και λαόν και γλώσσαν και έθνος .
Αποκ. 13,8 καὶ προσκυνήσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τὸ ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Αποκ. 13,8 Και θα προσκυνήσουν αυτόν, που αλαζονικώς θα παριστάνη τον ευατόν του Θεόν, όλοι οι κάτοικοι της γης, εκείνοι δηλαδή, των οποίων το όνομα από καταβολής κόσμου δεν έχει γραφή στο βιβλίον της ζωής του σφαγμένου Αρνίου.
Αποκ. 13,9 Εἴ τις ἔχει οὖς, ἀκουσάτω.
Αποκ. 13,9 Οποίος έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση.
Αποκ. 13,10 εἴ τις εἰς αἰχμαλωσίαν ἀπάγει, εἰς αἰχμαλωσίαν ὑπάγει· εἴ τις ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτέννει, δεῖ αὐτὸν ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτανθῆναι. ὧδέ ἐστιν ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστις τῶν ἁγίων.
Αποκ. 13,10 Οποιος σύρει άλλους εις αιχμαλωσίαν, βαδίζει και ο ίδιος εις αιχμαλωσίαν. Οποιος φονεύσει με μαχαίρι, πρέπει και αυτός σύμφωνα με την δικαιοσύνην του Θεού, με μαχαίρι να φονευθή. Εδώ φαίνεται η υπομονή και η πίστις των Χριστιανών.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (από το βιβλίο του κ. Βασιλειάδη)
Ο θεσπέσιος ευαγγελιστής Ιωάννης είδε συνολικά τρία θηρία. Το πρώτο ήταν «ο δράκων ο πυρρός ο μέγας» ο επτακέφαλος και δεκακέρατος, που έκανε την παρουσία του στον ουρανό, όπως μας τον περιέγραψε στο προηγούμενο κεφάλαιο [ιβ΄[12],3-4]. Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφει την εμφάνιση δεύτερου θηρίου, που «αναβαίνει εκ της γης» [στιχ.11]. Για το δεύτερο θηρίο «το αναβαίνον εκ της αβύσσου» έγινε υπαινιγμός και στο κεφ. ια΄ [11] 7.
Το κεφάλαιο αυτό είναι από τα δυσκολότερα τμήματα του ιερού βιβλίου της Αποκαλύψεως. Μας αποκαλύπτει δε τις λυσσαλέες και απέλπιδες προσπάθειες των αντιθέων δυνάμεων κατά των μελών της Εκκλησίας του Χριστού. Οι δυνάμεις αυτές προβάλλουν με τη μορφή των δύο θηρίων, τα οποία περιγράφονται εδώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένα άλλο τμήμα της Αποκαλύψεως δεν απασχόλησε τη σκέψη και τη φαντασία των χριστιανών όλων των αιώνων τόσο, όσο το μυστηριώδες περιεχόμενο του κεφαλαίου αυτού. Από τις πρώτες ημέρες που είδε το φως της δημοσιότητος το κείμενο αυτό του θεοπνεύστου Ιωάννου μέχρι σήμερα «δεν υπήρξαν κοσμοϊστορικά γεγονότα και προσωπικότητες» που συνετάραξαν «την Εκκλησίαν και την ανθρωπότητα», οι οποίες «δια μέσου των αιώνων να μην ανεζητήθησαν» στο κεφάλαιο αυτό [ΠΙΜ]. Γι’αυτό στην έντονη και αγωνιώδη προσπάθεια όλων αυτών των ερμηνευτών παρουσιάστηκαν παρερμηνείες και έγιναν πολλά και σοβαρά λάθη. Ιδιαίτερα στις προσπάθειες ανευρέσεως του Αντιχρίστου, τον οποίο η Αποκάλυψη ονομάζει μόνο με το μυστηριώδη και γεμάτο αίνιγμα αριθμό χξς΄ [666], χωρίς να μας δίνει κανένα άλλο στοιχείο ταυτότητος!
Άξιο προσοχής είναι ότι ο θεατής των αρρήτων αποκαλύψεων Ιωάννης εκθέτοντας την ολομέτωπη επίθεση των αντιθέων δυνάμεων κατά των μελών της Εκκλησίας χρησιμοποιεί εικόνες, χρώματα, ακόμη και θέματα από το προφητικό βιβλίο του Δανιήλ και συγκεκριμένα από το 7ο κεφάλαιο. Γι’ αυτό παραπέμπουμε όσους θέλουν να έχουν μια πλήρη εικόνα και να βοηθηθούν περισσότερο, στα όσα εκτενή γράφουμε στην ερμηνεία του βιβλίου του Δανιήλ και ιδιαίτερα στην εισαγωγή του ως άνω κεφαλαίου, μάλιστα δε στις σελίδες 213-221 [1]. Η περιγραφή της εκθέσεως του πολέμου των αντιθέων δυνάμεων κατά των μελών της Εκκλησίας με όσα στοιχεία αναφέρει ο Ιωάνννης από τον Δανιήλ και γενικά από την ιστορία «προσαρμόζεται προς την σύγχρονον με την Αποκάλυψιν κατάστασιν της χριστιανοσύνης, η ιστορία όμως αύτη χρησιμεύει εις τον προφήτην [Ιωάννην] ως μέσο διεισδύσεως εις τα βάθη και εις αυτά τα τέλη των αιώνων, διά μέσου των οποίων», μαζί με την ιστορία, «συνεξελίσσεται επαναλαμβανομένη πολλάκις η πάλη», που αποτελεί «το μνημονευθέν θέμα, κατά τρόπον», που καθιστά «πάντοτε επίκαιρον την μελέτην και του κεφαλαίου τούτου» [ΠΙΜ].
[1]. ΝΙΚ.Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ, Η Παλαιά Διαθήκη – Κείμενο, Σύντομος ερμηνεία, εκτενείς σχολιασμοί, πατερικαί γνώμαι, Πρακτικά διδάγματα – Τόμ. Κ΄ [20], Δανιήλ [Παράρτημα Μακκαβαίων Δ΄] εκδ. ‘Ο Σωτήρ’,Αθήναι 2003, σ.212 -233.
Για το θηρίο που αναδύεται από τη θάλασσα [στιχ.1] υπάρχουν οι ακόλουθες ερμηνείες …
α] Κατά τους Ειρηναίο, Ιππόλυτο, Βικτωρίνο, Μεθόδιο, Ανδρέα Καισαρείας κ.ά, που είναι μεν οι αρχαιότερες μαρτυρίες, [ωστόσο η άποψη αυτή επικρατούσε «και μέχρι προ ολίγων ετών»] πρόκειται απλώς για προσωποποίηση του Ρωμαϊκού κράτους, το οποίο καταπολεμεί το Χριστιανισμό και κατά κάποιον τρόπο ενσαρκώνει την αντίθεη δύναμη [ΠΙΜ].
β] Κατ’ άλλους, ξένους ερμηνευτές, όσα λέγονται εδώ δεν έχουν σχέση με το αντίθεο Ρωμαϊκό κράτος. Πρόκειται, παρατηρούν αυτοί, για «ενσάρκωση» κάποιου Δαίμονος στους έσχατους καιρούς, ή για τον Αντίχριστο, όπως τον ονόμασε πρώτος ο ίδιος ο ευαγγελιστής Ιωάννης [βλ. Α΄ Ιω. β΄ 18-22 και δ΄3], και ο οποίος Αντίχριστος θα κάνει την εμφάνιση του στους έσχατους καιρούς. Η κατά τους ξένους ερμηνευτές «ενσάρκωση» [ο όρος αυτός είναι σαφώς αδόκιμος] δεν σημαίνει βεβαίως ότι ο διάβολος θα ενσαρκωθεί όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Δηλαδή ότι ο διάβολος, που είναι πνευματική ύπαρξη, θα αποκτήσει σαρκική υπόσταση. Το θέμα αυτό το ξεκαθαρίζουν άριστα δύο μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Πρώτος ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο οποίος γράφει: «Είναι ανόητο να πιστεύεται ότι οι ασώματοι δαίμονες μπορούν να ενεργούν πράξεις σωματικές και να επιτελούν έργο παρά τη φύση τους, έξω από τη φύση τους. Διότι κανένα από τα όντα δεν μπορεί να πράττει έξω από τη δική του φύση, αλλά καθένα όπως δημιουργήθηκε, έτσι και μένει, στην τάξη που όρισε για το καθένα ο Θεός» [2].
Ο δε άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διδάσκει: «Δεν γίνεται ο ίδιος ο Διάβολος άνθρωπος, όπως έγινε με την ενανθρώπηση του Κυρίου, μη γένοιτο! Αλλά άνθρωπος γεννιέται από την πορνεία και αυτός [ο νόθος] υποδέχεται όλη την ενέργεια του Σατανά. Δηλαδή ο Θεός, προβλέποντας τη μελλοντική διεστραμμένη προαίρεσή του παραχωρεί να εγκατασταθεί, να κατοικήσει, μέσα σ’ αυτόν ο Διάβολος»[ 3 ].
[2]. ΚΥΡΙΛΛΟΥ Αλεξανδρείας, Κατά ανθρωπομορφιτών κεφ. 17, PG 76, 1108 AB.
[3]. ΙΩ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Βιβλ. 4, κεφ. 26 [99] Περί του Αντιχρίστου, PG 94, 1217 AB.
γ] Όμως, κατά τον Παν. Ι. Μπρατσιώτη, πιθανότερη είναι η γνώμη που συνδυάζει τις δύο προηγούμενες. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή ο Ιωάννης προσωποποιεί εδώ την αντίθεη δύναμη ή τον Αντίχριστο, η οποία θα εκδηλωθεί με όλη την ενέργειά της στα τέλη των αιώνων. Αλλά για το σκοπό αυτό «χρησιμοποιεί σημεία και χρώματα όχι μόνον από την δανιήλειον προφητείαν [ζ΄ 1 εξ.]» συμπτύσσοντας σε μιά μορφή όσα λέγονται εκεί περί τεσσάρων θηρίων, «αλλά και από την εικόνα του συγχρόνου με αυτόν ρωμαϊκού κράτους», στο οποίο διαβλέπει να συμβολίζεται η αντίχριστη και αντίθεη εκείνη δύναμη. Πάντως, συνεχίζει ο Παν. Ι. Μπρατσιώτης, το «θηρίον» που «αναβαίνει εκ της θαλάσσης» και το οποίο «υπό του ιερού Αυγουστίνου εχαρακτηρίσθη ως «ο πίθηκος του Χριστού», έχει προς τον Σατανάν σχέσιν ανάλογον προς την σχέσιν του Χριστού προς τον Θεόν και κατά την επικρατούσαν εκδοχήν αποτελεί προσωποποίησιν του Αντιχρίστου», ο οποίος και εδώ, όπως επίσης και στα ευαγγέλια [βλ. Ματθ. κδ΄[24] 24 –Μάρκ. ιγ ΄[13] 21-23, Λουκ. ιζ΄[17] 21-23] και στον απ. Παύλο [Β΄Θεσσ. β΄ 3 εξ.] «αναμένεται ως μέλλων να προηγηθεί της Β΄ του Χριστού Παρουσίας» [ΠΙΜ].
Πριν προχωρήσουμε στην προσπάθεια κατανοήσεως του παρόντος κεφαλαίου επισημαίνουμε την σατανικότητα του αναδυομένου από την άβυσσο θηρίου, που είναι όργανο και τυφλό κατευθυνόμενο του σατανά, από τον οποίο αντλεί την τιμή και τη δόξα του. Ως όργανο του μισόθεου, μισάνθρωπου και μισόκαλου διαβόλου πολεμεί με μανία και λύσσα τον Τριαδικό Θεό και όσους αγωνίζονται «τον καλόν αγώνα της πίστεως» [Α΄ Τιμ. στ΄ 12].
Ο σατανάς γεμάτος μίσος κατά του Κυρίου Ιησού και της Εκκλησίας Του, ιδιαίτερα μετά την έξωσή του από τον ουρανό, όπως την είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, φαίνεται να επικρατεί μεταξύ των ανθρώπων. Όμως στο κεφάλαιο αυτό η θεολόγος γλώσσα έρχεται να μας βεβαιώσει ότι η τελική νίκη ανήκει στον παντοδύναμο Θεό. Όσο κι αν ο σατανάς κρύβεται πίσω από τα συστήματα – όχι μόνο τα κοινωνικοπολιτικά, αλλά και τα θρησκευτικοπολιτικά – όσο και αν ο λαός του Θεού πολεμείται ποικιλοτρόπως, όσο κι αν πολλοί παρεξηγούν και παρερμηνεύουν τη σιωπή και την ανοχή του Θεού, όσο και αν φαίνεται ότι ο σατανάς αλωνίζει παντού και παρουσιάζεται ως κοσμοκράτορας, ο Χριστός τον έχει αφοπλίσει, διαπομπεύσει και καταντροπιάσει φανερά μπροστά σε όλο τον πνευματικό κόσμο σέρνοντας τον νικημένο με όλες τις δαιμονικές του δυνάμεις σε θριαμβευτική πομπή. Ο Χριστός πέτυχε τον άθλον αυτό διά του Σταυρού, ο οποίος έγινε για το Χριστό θριαμβευτικό άρμα νικητού [βλ. Κολασ. β΄ 15]. Τέλος, κατά τη Β΄ Παρουσία θα τον εκμηδενίσει ολοκληρωτικά και αμετάκλητα.
Στάθηκα, γράφει ο ερμηνευτής των άνω μυστηρίων του Θεού, «επί την άμμον της θαλάσσης», δηλαδή στην αμμουδερή παραλία και είδα να προβάλει από τη θάλασσα ένα θηρίο [στίχ. 1]. Το θηρίο αυτό είναι ο Αντίχριστος. Εξέρχεται «εκ της πολυταράχου του βίου τούτου θαλάσσης και πολυκύμονος» (πολυκύμαντης) [Ανδρ.Κ.], διότι η θάλασσα σημαίνει «τον άστατον τούτον και ταραχώδη βίον» [Αρ.]. Η θάλασσα συγγενεύει προς την «άβυσσον» [βλ. Αποκ. ια΄ 7, ιζ΄ 8], που είναι τα κατασκότεινα βάθη του άδη και της κολάσεως, όπου κατοικεί και βασιλεύει ο διάβολος [βλ. Λουκ. η΄, Αποκ. θ΄ 11,ια΄ 7,ιζ΄ 8,κ΄ 3]. Η άβυσσος είναι ο αντίποδας του ουρανού, στον οποίο βρίσκεται ο θρόνος του παντοκράτορος Θεού [βλ. Αποκ. δ΄]. Επίσης θεωρείται και ως σύμβολο του ανήσυχου, ταραγμένου και θυελλώδους ειδωλολατρικού κόσμου [πρβλ. Ψαλ. ξδ΄ [64] 8, Ιερ. κζ΄ [27] 42, Αποκ. ιζ΄ [17] 1,15], υπαινίσσεται δε και το χαρακτήρα του ρωμαϊκού κράτους, που είναι θαλάσσιο, ως μεσογειακό. Ακόμη η θάλασσα «σημαίνει και την ασέβειαν διά το αλίπικρον (το αλμυρό και πικρό) και καταποντιστικόν» (το στοιχείο που έχει τη δύναμη και τη συνήθεια να καταποντίζει) [Άνθιμος].
Από τη θάλασσα λοιπόν, που έχει όλες τις πιο πάνω σημασίες και όλους τους πιο πάνω συμβολισμούς, αναδύθηκε το «θηρίον», λέξη που δηλώνει τα θηριώδη ένστικτά του. Η απανθρωπία και η αγριότητά του περιγράφεται λεπτομερώς στο στίχο 2.
Ιδού και τα χαρακτηριστικά του θηρίου, τα οποία ο Ιωάννης περιγράφει, καθώς αυτό αναδύεται από τη θάλασσα. Είναι εικόνα και ομοίωμα του μεγάλου δράκοντος, ο οποίος είχε φανεί προηγουμένως στον ουρανό [Αποκ. ιβ΄ [12] 3]. Όπως εκείνος είχε «κεφαλάς επτά και κέρατα δέκα» έτσι και αυτό [πρβλ. και Αποκ. ιζ΄ [17] 3]. «Τα δέκα κέρατα», που υποδηλώνουν τη μεγάλη πολιτική εξουσία και δύναμή του, μαζί με τα «διαδήματα», και αι «επτά κεφαλαί» σημαίνουν «την του Διαβόλου προς τον Αντίχριστον ένωσιν», διότι τα ίδια προσόντα αναφέρθηκαν ανωτέρω και για το διάβολο [Ανδρ. Κ.]. Επειδή δε ο αριθμός «δέκα» σημαίνει πληρότητα, τα δέκα κέρατα υπανίσσονται την πληρότητα της πολιτικής και κρατικής δυνάμεως που διαθέτει, με την οποία πολεμεί τους ευσεβείς Χριστιανούς. «Το δεκαδικόν του αριθμού αυτών δηλοί» ακόμη «το πλήρες και εντελές της εν αυτοίς κακίας» [Άνθιμος]. Αυτή η τελειότητα στο κακό τού προσπορίζει δόξα μεταξύ των ανθρώπων, «διότι το κέρας την δόξαν έθος σημαίνειν» [Αρ.]. Τα δέκα κέρατα σημαίνουν και ότι η γήινη εξουσία θα διαιρεθεί σε δέκα βασιλείες [Ανδρ. Κ.,Αρ.].
Τα επτά κεφάλια του θηρίου σημαίνουν το εβδομαδικό σύστημα, στο οποίο λειτουργεί ο παρών κόσμος. Γι’ αυτό και ο σατανάς, που ενεργεί στον κόσμο αυτό, ονομάζεται «άρχων του αιώνος τούτου» (πρβλ. Ιω. ιβ΄ [12] 31,ιδ΄[14] 30,ιστ΄[16]11) [Ανδρ.Κ.]. Ταυτόχρονα σημαίνουν ότι το θηρίο έχει την πονηρία και πανουργία στην πληρότητα τους, σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε να μπορεί να δελεάσει και να εξαπατήσει τους ανθρώπους. Εξάλλου το πολυκέφαλο του θηρίου δηλώνει ότι δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με ένα συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο, «αλλά περί πολλών διαχειριστών μιάς και της αυτής εξουσίας», δηλαδή της ρωμαϊκής, η οποία συμβολίζει και ενσαρκώνει κατά κάποιον τρόπο, με τη μισοχριστιανική της πολιτική την αντίθεη δύναμη [ΠΙΜ], όπως θα δούμε στη συνέχεια [βλ. ιδιαίτερα το 17ο κεφάλαιο]. Στους έσχατους όμως καιρούς το θηρίο δε θα αποτελεί συλλογική απρόσωπη δύναμη, όπως στα χρόνια του αγίου Ιωάννου η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά θα κάνει την εμφάνιση του ως συγκεκριμένο πρόσωπο, που θα θελήσει να υποταγεί στο διάβολο πλήρως και τελείως και θα γίνει εκούσια τυφλό και πειθήνιο όργανό του.
Τα δέκα διαδήματα δηλώνουν την πολυπρόσωπη βασιλική ειδωλολατρική του εξουσία, με την οποία κατατυραννεί και εξοντώνει τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Υπενθυμίζουμε ότι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες εκτός του ότι υπήρξαν άγριοι διώκτες των Χριστιανών, είχαν αυτοανακηρυχθεί και…θεοί! Αυτό υπαινίσσεται και η φράση ότι το θηρίο είχε «επί τας κεφαλάς αυτού ονόματα βλασφημίας». Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες «υπήρξαν βλασφημούντες τον αληθινόν Θεόν, και αρνούμενοι την του Μονογενούς Θεότητα» [Άνθιμος]. Βλ. και Δαν. ζ΄8 και Β΄ Θεσσ. β΄ 4. Τέτοιες θείες προσωνυμίες Ρωμαίων αυτοκρατόρων ήσαν Deus = θεός, Divus= θείος, Augustus = Αύγουστος, δηλ. σεβαστός, Deus ac dominus noster =Θεός και δεσπότης ημέτερος. Επίσης, Dea Roma = θεά Ρώμη. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι οι Αντίχριστοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ήταν προτυπώσεις του Αντιχρίστου.
Η ομοιότητα του θηρίου προς τα πλέον άγρια και σαρκοβόρα θηρία, λεοπάρδαλη, αρκούδα και λιοντάρι (στιχ.2) δηλώνει την αγριότητα και τα θηριώδη ένστικτά του κατά των Χριστιανών της ρωμαϊκής εποχής και ιδιαιτέρως των εσχάτων ημερών. Οι ιδιότητες των θηρίων αυτών, η αγριότητα της λεοπάρδαλης, η κτηνωδία της αρκούδας και το μεγαλείο αλλά και θηριώδες του λιονταριού, τα οποία αναφέρει χωριστά ο προφήτης Δανιήλ (κεφ. ζ΄3-6), συγκεντρώνονται εδώ εις ένα και το ίδιο πρόσωπο! Κι ενώ στον προφήτη Δανιήλ υπήρχαν επτά κεφάλια σε τέσσερα θηρία, εδώ υπάρχουν επτά κεφάλια στο ένα και το ίδιο θηρίο!…
Ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας διδάσκει ότι «δια της παρδάλεως σημαίνεται η βασιλεία των Ελλήνων» (του Μ. Αλεξάνδρου), «διά της άρκτου η των Περσών, διά δε του Λέοντος η Βαβυλωνίων βασιλεία». Τις βασιλείες αυτές θα τις καθαιρέσει και θα τις κυριεύσει «ο Αντίχριστος», που θα έρθει «ως Ρωμαίων βασιλεύς».
Ο Αρέθας Καισαρείας διδάσκει ότι η «πάρδαλις» σημαίνει «την Ρωμαίων αρχή», που είναι ταχύτατη και δραστήρια κατά των αντιπάλων της, ανένδοτη δε, ανυποχώρητη και υπομονετική μέχρις ότου επιτύχει το σκοπό της. Αυτό δηλώνει και το ότι έχει πόδια αρκούδας. «Αναφέρονται» δε αυτά «και εις την Περσών βασιλείαν». Διά του «στόματος λέοντος» σημαίνεται η βασιλεία των Βαβυλωνίων (την οποία μπορεί κανείς να την εκλάβει χωρίς αμφιβολία ως «την των Σαρακηνών» βασιλεία, καθότι και στη Βαβυλώνα είναι τώρα η αρχή τους) (έτσι ήταν όταν έγραφε ο Αρέθας), των οποίων τη βασιλεία θα καταλύσει και θα κυριεύσει «ο Αντίχριστος ως Ρωμαίων βασιλεύς».
Κατ’ άλλους «η πάρδαλις» συμβολίζει το ορμητικό, το ευκίνητο και ευερέθιστο προκειμένου να επιτεθεί και να βλάψει το θύμα της. Τα πόδια του θηρίου έμοιαζαν με εκείνα της αρκούδας, δηλαδή εύρωστα και υπομονετικά. Το στόμα του ήταν «ως στόμα λέοντος», διότι «ο αντίδικος ημών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίει» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 8) [ Οικ.].
Ενώ άλλος παρατηρεί ότι η πάρδαλις συμβολίζει «την ποικίλην δολιότητα και κακοτροπίαν», οι «πόδες ως άρκτου» σημαίνουν «το ταχύδρομον προς τε την πράξιν του κακού, και προς επικράτησιν και άλωσιν πόλεων» , το δε στόμα, που ήταν όπως εκείνο του λιονταριού, «σημαίνει το σπαρακτικόν [την επιτηδειότητα του να σπαράσσει και να καταξεσκίζει] και ανθρωποκτόνον» [Άνθιμος].
Ο δράκων έδωσε στο θηρίο «την δύναμιν αυτού και τον θρόνον αυτού και εξουσίαν μεγάλην».
Ο σατανάς, «ο νοητός δράκων», θα δώσει στον Αντίχριστο κάθε είδους εξουσία με θαύματα και καταπληκτικά έργα, αλλά ψεύτικα «προς εξαπάτην όμως των αστηρίκτων» , «προς την των αστηρίκτων απώλειαν» [Αρ.,Ανδρ. Κ.]. Διότι η δύναμη του αποστάτου δράκοντος βρίσκεται στις απάτες και στους δόλους του [Οικ.]. «Θρόνον» πρέπει να εννοήσουμε «την εξουσίαν του αέρος του σκότους τούτου», την οποία και αυτός κάποτε είχε, τώρα όμως έχει πλέον εκπέσει από την ουράνια δόξα [Αρ.].
Όλη λοιπόν η κακοποιός εξουσία και δύναμη του Αντιχρίστου προέρχεται από την αόρατη πηγή της εξουσίας και της δυνάμεως του νοητού δράκοντος, του σατανά. Από την ίδια πηγή θα προέρχεται και η δύναμη του Αντιχρίστου των εσχάτων ημερών. Ο δράκων – σατανάς είναι ο πρόσκαιρος «άρχων του κόσμου τούτου» [πρβλ. Ματθ. δ΄ 9 εξ. κλπ.]. Η δε παρουσία του Αντιχρίστου θα γίνει με πάσαν δύναμιν και με σημεία και τέρατα αγυρτικά, που θα τα ενεργεί ο σατανάς [Β΄ Θεσσ. β΄ 9]. Βεβαίως μόνο η κακοποιός εξουσία προέρχεται από το σατανά και αυτό πάλι κατά παραχώρηση Θεού.
Ο σατανάς λοιπόν δεν είναι ανεξέλεγκτος και ασύδοτος. Κινείται και δρα εναντίον των αγίων μέσα στα όρια που του επιτρέπει η πανσοφία και η παντοδυναμία του Θεού. Άλλωστε «τη δύναμή του ο Σατανάς την αντλεί από την παρακοή των ανθρώπων στο νόμο του Θεού και μάλιστα από την ενεργό αντίθεση τους στο θέλημα Του» [ΕΒ].
Άξια προσοχής και η παρατήρηση του Άνθιμου, πατριάρχου Ιεροσολύμων: Στον Αντίχριστο και τα όργανά του «την δύναμιν έδωκεν ο αρχέκακος δράκων» κατά παραχώρηση Θεού, για να γίνει ολοφάνερη σε όλους τόσο η διά των θαυμάτων ανίκητη δύναμη του Θεού, όσο «και η θερμότης του ζήλου της πίστεως των εκλεκτών αυτού». Διότι αυτοί, επειδή αγάπησαν το Θεό, υπέφεραν με γενναίο φρόνημα τα βασανιστήρια και κάνοντας καταπληκτικά θαύματα με τη δύναμη του Θεού, έφεραν πολλούς στην αληθινή πίστη αρπάζοντας τους από την ασέβεια.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει ότι είδε μία από τις κεφαλές του επτακέφαλου θηρίου «ως εσφαγμένην εις θάνατον», σαν να ήταν εσφαγμένη θανάσιμα. Ωστόσο η πληγή αυτή θεραπεύτηκε με αποτέλεσμα να γεμίσει από θαυμασμό όλη η οικουμένη και να ακολουθήσει το θηρίο! (στίχ. 3). Βέβαια το «όλη η γη» είναι σχήμα υπερβολής. «Το δε όλη η γη, αντί του πας άνθρωπος», λέγεται κατά τρόπο μετωνυμικό, «από του περιέχοντος το περιεχόμενον» [Αρ.]. Στο στίχο αυτό βρίσκεται το κεντρικό δίδαγμα της διηγήσεως όλου του 13ου κεφαλαίου.
Ας αναλύσουμε όμως πρώτα το στίχο αυτό, ο οποίος υπενθυμίζει το Αποκ. ε΄ 6, όπου παρίσταται το Αρνίον – Χριστός «ως εσφαγμένον». Οι ιεροί ερμηνευτές δίνουν τρεις ερμηνείες στο στίχο αυτό:
α] «Κεφάλαιον του Σατανά», πλούτος και καύχημα του είναι τα έθνη που έχουν πλανηθεί από αυτόν. Η επιστροφή λοιπόν των εθνών αυτών «προς ευσέβειαν» – στην πίστη στον μόνο αληθινό Θεό – «σφαγή εις θάνατον ελογίσθη», λογαριάστηκε, θεωρήθηκε ως σφαγή που φέρνει θάνατο. Ωστόσο το ρητό λέγει «ου κυρίως σφαγήν, άλλ’ ως σφαγήν», κάνει λόγο για «ουκ εσφαγμένην (κεφαλή), άλλ’ ως εσφαγμένην», χρησιμοποιώντας το ομοιωματικό μόριο «ως». Η δε επιστροφή πάλι προς το σατανά, δηλαδή «η προς τον εξ αρχής προς ασέβειαν επαναδρομή, θεραπεία ωνόμασται πληγής» [Αρ.].
β] Με τη φράση «μίαν εκ των κεφαλών αυτού ως εσφαγμένην εις θάνατον» μπορούμε να εννοήσουμε ότι κάποιος από τους άρχοντές του, τα τυφλά όργανά του, έχει θανατωθεί «και υπ’ αυτού του Αντιχρίστου διά γοητείας (με μαγική ενέργεια) απατηλόν ανίστασθαι φαινόμενον φησίν» [Ανδρ. Κ. Αρ.]. Έκανε δηλαδή ότι και ο Σίμων ο μάγος στη Σαμάρεια, ο οποίος και ελέγχθηκε από τον απόστολο Πέτρο (Πραξ΄. η΄ 9 -24) [ Ανδρ.Κ.].
γ] Με τη φράση «μία εκ των κεφαλών» του θηρίου «ως εσφαγμένην εις θάνατον», μπορούμε να θεωρήσουμε τη διαίρεση της βασιλείας των Ρωμαίων, η οποία διαιρέθηκε σε δέκα μέρη και υπέστη «τρόπον τινά σφαγήν», θεωρήθηκε δε ότι θεραπεύτηκε με «την μοναρχίαν», όπως συνέβη επί της εποχής της μοναρχίας του Αυγούστου Καίσαρος [Ανδρ.Κ.].
Άλλοι παρατηρούν, αρκετά εύστοχα, ότι ο σατανάς δέχτηκε θανάσιμη πληγή με τη σταυρική θυσία του Σωτήρος Χριστού. Φάνηκε δε ότι θεραπεύτηκε η πληγή, διότι το όργανο του σατανά, η ειδωλολατρική Ρώμη, κήρυξε εξοντωτικούς διωγμούς κατά της Εκκλησίας. Όμως τόσο ο Μ. Κωνσταντίνος, όσο και οι Πατέρες και οι ομολογητές της πίστεως κατάφεραν θανάσιμα πλήγματα κατά του σατανά και των οργάνων του. Ωστόσο φαίνεται πως η πληγή του θηρίου θεραπεύτηκε πάλι, αφού οι «ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται» (βλ. Ματθ. κδ΄ [24] 24) συνεχίζουν να οργιάζουν με το σατανισμό, τις μεγάλες αιρέσεις του Παπισμού και των Προτεσταντών, το αντίχριστο Ισλάμ, το μασονισμό, το σατανισμό, το νεοπαγανισμό, τις ανατολικές θρησκείες κ.α. Κατά κάποιον τρόπο οι άνθρωποι ακολουθούν – αυτή δε η στάση θα κορυφωθεί στους έσχατους καιρούς – το δόλιο, απατεώνα, ψυχοκτόνο και πάγκακο διάβολο.
Κατόπιν αυτών ας δούμε πού βρίσκεται το κεντρικό δίδαγμα και το σπουδαίο μήνυμα, που μας στέλλει το όργανο της Χάριτος, το θεόπνευστο στόμα, ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Στον πόλεμο που ο σατανάς κήρυξε εναντίον του Θεού και του θεόπλαστου ανθρώπου, ειδικότερα δε κατά της αγίας Εκκλησίας του Χριστού, χρησιμοποιεί, εκτός των άλλων, και την απάτη, την πλάνη και το ψεύδος. Και πρώτον μεν θα έλθει χρησιμοποιώντας επιείκεια και σαν κάποιος λόγιος και συνετός, θα υποκρίνεται σωφροσύνη και φιλανθρωπία, όπως διδάσκει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων [4].
Κατά δε τον όσιο Εφραίμ το Σύρο θα έλθει «ο αχρειότατος με τέτοια μορφή σαν κλέφτης, για να εξαπατήσει όλο τον κόσμο: ταπεινός, ήσυχος, μισώντας, λέει, την αδικία, αποστρεφόμενος τα είδωλα, προτιμώντας την ευσέβεια, αγαθός, φιλόπτωχος, υπερβολικά όμορφος, ατάραχος, χαρούμενος προς όλους [ …]. Θα πραγματοποιεί θαύματα […] δεν θα παίρνει δώρα, δεν θα μιλά με οργή [ …], με το πρόσχημα της καλής του διαγωγής θα εξαπατά τον κόσμο, ωσότου να βασιλεύσει». [ 5]
[4]. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχ. Φωτιζομένων 137.ΙΕ΄, 12, ΕΠΕ 2, 137.
[5]. ΕΦΡΑΙΜ του ΣΥΡΟΥ, Λόγ. Εις την παρουσίαν του Κυρίου […] και εις την παρουσίαν του Αντιχρίστου, Έργα, Τόμ., Δ΄, σ. 119-120.
Έτσι στην περίπτωση του επτακέφαλου και δεκακέρατου θηρίου, του Αντιχρίστου, έχουμε μία προσπάθεια σατανικής απομιμήσεως, ένα κακέκτυπο, ένα φαινομενικό πάθος, παράλληλο προς το εκούσιο, άγιο και κοσμοσωτήριο πάθος του Σωτήρος Χριστού! Είναι μία καθαυτό σατανικής εμπνεύσεως απίθανη πλαστογραφία του θανάτου και της Αναστάσεως του Κυρίου. Διότι αυτή θέλει να μιμηθεί η διά σατανικής αγυρτείας θεραπεία. Και η δαιμονική αυτή αγυρτεία παρουσιάζεται ως… καταπληκτικό θαύμα, που εντυπωσιάζει την οικουμένη! Έτσι απέναντι στο Χριστό τολμά να στέκεται ο Αντίχριστος, δηλαδή ο διάβολος, και να προβάλλει αυτός ως… παντοδύναμος!…
Όμως η σπουδαία και ουσιαστική διαφορά βρίσκεται στο ακόλουθο γεγονός: «Το μεν Αρνίον (Χριστός) θανατωθέν ανεζωογονήθη διά παντός, και δη (μάλιστα) κατόπιν οριστικής νίκης κατά του θανάτου. Μας το βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος: ο Χριστός, αφού αναστήθηκε εκ νεκρών δεν πεθαίνει πλέον, ο θάνατος δεν έχει πλέον εξουσία επάνω του και δεν μπορεί να τον κυριεύσει [βλ. Ρωμ. στ΄ 9]. «Ενώ η αναζωογόνησις του Αντιχρίστου είναι παροδική (τούτο υπεμφαίνει [=υπαινίσσεται] και το «εθεραπεύθη») και αποτελεί φενάκην (= απάτη, δόλο) προς εξαπάτησιν των μικροψύχων (= δειλών, ολιγόψυχων), ως βλέπομεν» στο στίχο 3β και 4, και όπως «είχε προαναγγείλει αυτός ο Κύριος [Ματθ. κδ΄[24] 24, πρβλ. Β΄ Θεσσ . β΄ 9]. Άρα η μεταξύ Χριστού και Αντιχρίστου ομοιότης είναι όλως φαινομενική» [ΠΙΜ], είναι καθαρή σατανική απάτη, η δε πληγή του θηρίου θεραπεύτηκε προσωρινά με δαιμονική απάτη, κάτι το οποίο οι λαοί θεώρησαν ως…θαύμα!
Το αγυρτικό θαύμα της προσωρινής αναζωογονήσεως του θηρίου προκάλεσε το θαυμασμό των ανθρώπων των σκοτισμένων κατά τη διάνοια και αποξενωμένων από τη ζωή, που ζει και μεταδίδει στους δικούς του ο Θεός (Εφεσ. δ΄ 18). Όλοι αυτοί προσκύνησαν το δράκοντα – σατανά, που έδωσε την εξουσία στο θηρίο. Προσκύνησαν δε το θηρίο –τον Αντίχριστο λέγοντας: Ποιος είναι όμοιος με αυτό και ποιος μπορεί να πολεμήσει μαζί του; (στίχ.4).
«Το εις τον Αντίχριστον φαινόμενον εν πλάνη θαύμα, εις τον ενεργούντα εν αυτώ Διάβολον», θα έχει την αναφορά. Διότι δι’ εκείνου θα προσκυνηθεί ο δράκων. Και διά του Αντίχριστου ο διάβολος θα φανεί στους τυφλούς κατά τη διάνοια ότι και νεκρούς ανασταίνει και θαύματα επιτελεί [Ανδρ.Κ., Αρ.].
Η αναφώνηση «τις όμοιος τω θηρίω;» αποτελεί θλιβερή παρωδία ανάλογων αναφωνήσεων προς τον μόνον αληθινό Θεό, τις οποίες συναντούμε στην Π.Διαθήκη: «τις όμοιος συ εν θεοίς, Κύριε; τις όμοιος συ, δεδοξασμένος εν αγίοις, θαυμαστός εν δόξαις, ποιών τέρατα» [Εξ. ιε΄[ 15] 11]. «Τις εν νεφέλαις ισωθήσεται τω Κυρίω; Και τις ομοιωθήσεται τω Κυρίω εν υιοίς Θεού;» [Ψαλ. πη΄ [88] 7]. «Τις ως Κύριος ο Θεός ημών;» [Ψαλ. ριβ΄[112] 5]. «Ούτως λέγει ο Θεός ο βασιλεύς του Ισραήλ […]· εγώ πρώτος και εγώ μετά ταύτα -πλην εμού ουκ έστι Θεός» [Ησ . μδ΄ [44] 6]. Βλ. και Ιώβ μα΄ [41] 25.
Τα ίδια περίπου θα συμβούν και κατά την περίοδο του Αντιχρίστου όταν ο Θεός θα παραχωρήσει, ώστε όσοι δε θα θελήσουν να Τον αγαπήσουν και να ζήσουν μέσα στην αγία Του Εκκλησία, να πλανηθούν από το σατανά και να προσκυνήσουν τον Αντίχριστο. Το γράφει ο απόστολος Παύλος: Όταν θα γίνει η παρουσία του Αντιχρίστου με σημεία και τέρατα αγυρτικά, που θα τα ενεργεί ο σατανάς, η απάτη του Αντιχρίστου θα επικρατήσει μόνο μεταξύ εκείνων, που θα απολεσθούν, επειδή δε δέχτηκαν να αγαπήσουν και να εγκολπωθούν την αλήθεια και να σωθούν. Γι’ αυτό θα παραχωρήσει ο Θεός να έρθει σε όλους αυτούς ενέργεια πονηρή, που θα τους σπρώχνει στην πλάνη, ώστε να πιστέψουν στο ψέμα. Και έτσι να κατακριθούν όλοι όσοι δεν πίστεψαν στην αλήθεια, αλλά ασπάστηκαν με ευχαρίστηση την αδικία (Β΄ Θεσσ. β΄ 9- 11).
Βεβαίως ο γεμάτος έπαρση και οίηση ενθουσιασμός των απατημένων ανθρώπων για το θηρίο θα μεταβληθεί σε κλαυθμούς, οδυρμούς, απαρηγόρητο πένθος και θρήνος, όταν ο Αντίχριστος και τα όργανά του θα κατατροπωθούν και θα καταστραφούν, όπως θα δούμε στο 18ο κεφάλαιο.
Όπως παλαιά, πριν από τη δημιουργία, ο εγωισμός και η αλαζονεία οδήγησαν το σατανά να επαναστατήσει κατά του Παναγίου Θεού, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του θεό, έτσι και τώρα η αλαζονεία και η έπαρση, λόγω των επαίνων των απατημένων ανθρώπων, οδηγούν το όργανό του, τον Αντίχριστο, να βλασφημεί το πανάγιον όνομα του Τριαδικού Θεού. Δόθηκε στο θηρίο –Αντίχριστος στόμα καυχησιολόγο και βλάσφημο. Κατά παραχώρηση Θεού δόθηκε σ’ αυτό άδεια να κάνει πόλεμο προς τα μέλη της στρατευόμενης Εκκλησίας του Χριστού. Ωστόσο του επιτρέπεται να δράσει μόνο μέσα σε περιορισμένο χρόνο, τον οποίο η Αποκάλυψη ορίζει σε σαράντα δύο μήνες (3 ½ έτη) (στίχ. 5-7). Η θεία αυτή παραχώρηση δόθηκε στον Αντίχριστο, για να φανεί η γενναιότητα και να γυμνασθεί η πίστη των μελών της Εκκλησίας του Χριστού, αλλά και για να φανεί η αποδοχή της απάτης, από εκείνους που επαινούν, θαυμάζουν και προσκυνούν το θηρίο – Αντίχριστο.
Για την παραχώρηση αυτή, την αλαζονική καυχησιολογία και τη βλασφημία («λαλούν μεγάλα και βλασφημίαν») βλέπε και Δανιήλ ζ΄ 8, 25 ή 10. Ας προσέξουμε τούτο: Η οποιαδήποτε βλασφημία κατά του Τριαδικού Θεού, της Παναγίας Μητέρας του Σωτήρος Χριστού και των αγίων της Εκκλησίας Του είναι καθαρά έμπνευση και υποβολή του παμπόνηρου, παγκάκου διαβόλου. Η βλασφημία υπονοεί ενέργεια καθαρά σατανική και επομένως δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία για τον βλάσφημο άνθρωπο! Είναι αμάρτημα βαρύτατο.
Κατά τον άγιο Ανδρέα Καισαρείας η φράση «την σκηνήν αυτού (του Θεού), τους εν τω ουρανώ σκηνούντας» [στίχ. 6] σημαίνει α] «Την εν σαρκί του Θεού Λόγου σκήνωσιν», δηλαδή την ενανθρώπηση και β] «Την εν τοις αγίοις ανάπαυσιν», το να αναπαυθεί ο Χριστός στους αγίους του, εναντίον των οποίων θα βλασφημήσει ο Αντίχριστος, όπως θα βλασφημήσει και εναντίον των αγίων αγγέλων.
Ο Ευσέβιος Καισαρείας σχολιάζοντας το στίχο 5 γράφει ότι και τα δύο μέρη του στίχου αυτού εφαρμόστηκαν στο πρόσωπο του αυτοκράτορα Ουαλεριανού (Βαλεριανού). Αυτός στην αρχή ήταν «ήπιος και φιλόφρων προς τους ανθρώπους του Θεού», τόσο όσο κανένας από τους προκατόχους του και από αυτούς ακόμη που λέγονταν φανερά ότι ήταν Χριστιανοί. Όλος δε ο οίκος του ήταν γεμάτος θεοσεβείς, και ήταν «Εκκλησία Θεού»! Ωστόσο κάποιος Αιγύπτιος «διδάσκαλος των μάγων αρχισυναγωγός» τον μετέπεισε, και του άλλαξε τη θεοσεβή γνώμη τόσο, ώστε να φονεύσει «τους καθαρούς και οσίους άνδρας», επειδή ήταν «αντίπαλοι και κωλυταί [εμποδιστές] των παμμιάρων και βδελυκτών επαοιδών» [αυτών που χρησιμοποιούσαν μαγικές ωδές]. Ο «αρχισυναγωγός μάγων» -πρόκειται για τον Μαρκιανό- συνεβούλευσε ακόμη να επιτελούν «τελετάς ανάγνους [βέβηλες] και μαγγανείας εξαγίστους [αποτρόπαιες] και ιερουργίας ακαλλιερήτους [ανίερες]» [ 6].
[6]. ΕΥΣΕΒΙΟΥ [Παμφίλου] Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, Βιβλ. VII, κεφ. 10 PG 20, 657Β – 660Α.
Ακόμη παραχωρήθηκε στον Αντίχριστο να πολεμήσει εναντίον των μελών της στρατευομένης Εκκλησίας και να εξουσιάσει κάθε φυλή και λαό και γλώσσα και έθνος [στίχ. 7], δηλαδή να γίνει κοσμοκράτορας, τοποτηρητής του σατανά! Ωστόσο θα γίνει κύριος και εξουσιαστής μόνον εκείνων, των οποίων δεν έχει γραφεί «το όνομα εν τω βιβλίω της ζωής» [Ανδρ.Κ.]. Αλλά, μας το επαναλαμβάνει και πάλι ο ουράνιος νους, η τυραννική και εντυπωσιακή αυτή κοσμοκρατορία και καταστρεπτική δράση του παγκάκου διαβόλου, θα είναι περιορισμένη… μόνο σαράντα δύο μήνες [στίχ. 5]. Βλ. και Δαν. ζ΄ 25. Και τούτο, διότι, αν δεν ολιγόστευε ο αριθμός των ημερών εκείνων, δεν θα σωζόταν κανένας άνθρωπος! [Ματθ. κδ΄ [24] 22]. Η τελική νίκη ανήκει στον Κύριον Ιησού στον οποίο έχει δοθεί «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» [Ματθ. κη΄[28] 18], και ο οποίος μας βεβαίωσε – «Νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» [Ιω. ιβ΄[12] 31].
Στο στίχο 8 ο θεόπνευστος Απόστολος επαναλαμβάνει ό,τι μας είπε και στο στίχο 4. Ότι δηλαδή ως αποτέλεσμα και κορύφωμα της πρόσκαιρης κοσμοκρατορίας του θηρίου θα είναι η «απονομή εις αυτό θείων τιμών». Προσθέτει όμως και κάτι πολύ σημαντικό. Η απονομή θα είναι εκ μέρους «πάντων των άλλων, πλην των πιστών», οι οποίοι «εμφανίζονται και εδώ ως εκείνοι», των οποίων τα ονόματα έχουν γραφεί σύμφωνα με την προαιώνια πρόγνωση του παντογνώστου Θεού στο βιβλίο της ζωής του σφαγμένου Αρνίου [βλ. ΠΙΜ]. Αυτό το βιβλίο ανέφερε και ο Κύριος όταν είπε: «Χαίρετε ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς» (Λουκ. ι΄[ 10] 20).
Η αναγραφή όμως αυτή δεν σημαίνει απόλυτο προορισμό! Σημαίνει ότι ο Κύριος ως παντογνώστης και προγνώστης ξέρει για τον καθένα μας τι θα ενεργήσουμε εντελώς ελεύθερα, χωρίς κανένας να μας αναγκάζει να το κάνουμε. Επειδή λοιπόν προγνωρίζει «τί θα κάνουμε, καλό ή κακό, υποταγή στο άγιο θέλημά Του ή ανυπακοή, γι’αυτό γράφει ή δε γράφει το όνομα του καθενός στο βιβλίο της ζωής. Επομένως ο καθένας μας είναι ο δημιουργός της καταστάσεώς του, όταν κριθούμε» [ΕΒ]. Είναι λοιπόν σαφές ότι όσοι πιστοί αντιμετωπίσουν τον Αντίχριστο με σταθερότητα, αφοσίωση και πίστη στον Τριαδικό Θεό και υπομονή στους πειρασμούς και τους διωγμούς του και των οργάνων του, θα προχωρήσουν θριαμβευτές με τις ολόλευκες στολές τους στον πάμφωτο Παράδεισο, όπως μας βεβαίωσε ο θεοδίδακτος θεολόγος Ιωάννης [βλ. Αποκ. γ΄5].
Ο Αρέθας λέγει ότι το «γέγραπται» πρέπει να συνδεθεί με τη φράση «από καταβολής κόσμου» και όχι με τη φράση «το Αρνίον το εσφαγμένον από καταβολής κόσμου», «ότι [διότι] μηδέ από καταβολής κόσμου η του Αρνίου σφαγή». Ωστόσο, παρατηρούν άλλοι πολύ ορθώς, ναι μεν η θυσία του Αρνίου–Χριστού δεν έγινε «από καταβολής κόσμου», αλλά «επί Ποντίου Πιλάτου», δηλαδή σε συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο, όμως η θυσία αυτή του Υιού και Λόγου Του, η θυσία του Αρνίου, ήταν στην προαιώνια βουλή του Θεού. Ήταν στο πάνσοφο και σωτήριο σχέδιο της θείας οικονομίας, το κρυμμένο απ’ αρχής του χρόνου, καθ’ όλους τους αιώνες και τις γενεές [Κολασ. α΄ 26, πρβλ. και Εφ. γ΄9]. Το Αρνίον–Χριστός εσφάγη μεν από καταβολής κόσμου εν τη αποφάσει του Θεού, εν χρόνω δε επί Ποντίου Πιλάτου, εν τη πράξει.
Αυτό διδάσκει και ο απόστολος Πέτρος, όταν γράφει: Εξαγοραστήκατε με το πολύτιμο αίμα του Χριστού, το οποίο προσφέρθηκε θυσία ως αίμα μικρού αρνιού τελείως αμόλυντου και καθαρού από κάθε υλική κηλίδα. Ο Χριστός δε ως λυτρωτής και ως αμνός θυσιαζόμενος υπέρ των ανθρώπων ήταν γνωστός στο Θεό προ πάντων των αιώνων. Και είχε μεν προγνωστεί από τον Θεό από τότε, φανερώθηκε δε διά της ενανθρωπήσεως και αναστάσεως Του κατά τον τελευταίο καιρό για σας, οι οποίοι διά μέσου Αυτού πιστεύετε στο Θεό (Α΄ Πέτρ. α΄19-21).
Σχολιάζει ο Παν. Ν.Τρεμπέλας: «Ο Χριστός ως λυτρωτής ήτο γνωστός τω Θεώ προ πάντων των αιώνων. Δεν κατελήφθη ο Θεός εξ απροόπτου τινός φθείροντος την δημιουργίαν αυτού, ώστε εξ υστέρου να σκεφθή πώς θα επανώρθωνε το απροσδόκητον συμβάν. Ούτε διεψεύσθη ο Θεός εις τα εξ αρχής τεθέντα σχέδια του, ώστε να αναζητήση μέτρα οικονομίας, διά των οποίων θα συνεπλήρωνε τας ελλέιψεις της δημιουργίας του […]. Ο Θεός εξ αρχής είχε προίδει τα πάντα. Και πριν ή [πριν ακόμη] δημιουργηθή ο άνθρωπος, προτού δημιουργηθεί η γη και ολόκληρος ο αόρατος κόσμος, προ της δημιουργίας ακόμη και των αγγέλων, προ πάντων των αιώνων ο Θεός είχε προείδει την αταξίαν, την οποίαν θα επέφερεν ο άνθρωπος εις τον κόσμον και είχεν αποφασίσει την αποστολήν του Υιού του […]. Εντεύθεν εις την Αποκ. γ΄ 8 το Αρνίον παρουσιάζεται «εσφαγμένον από καταβολής κόσμου» [Α΄ Πέτρ. α΄ 20], δηλαδή «προ καταβολής κόσμου εγνωσμένον Θεώ, νυν εφανερώθη ήτοι επετελέσθη, διηνύσθη» (Οικουμένιος). «Εφανερώθη διά της ενανθρωπήσεως, αναστάσεως και αναλήψεως» [7]. Το λατινικό κείμενο της Βουλγάτας συμφωνεί απόλυτα με την ως άνω ερμηνεία – «Et adorabunt eum [ άλλη γραφή – adoraverunt eam] omnes qui inhabitant terram, quorum non sunt scripta nomina in libro vitae Agni qui occisus est ab origine mundi» [Αποκ. γ΄ 8].
[7]. ΠΑΝ.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Κ.Διαθήκης, τόμ. Γ΄, Η προς Εβραίους και οι Επτά Καθολικαί, εκδ. ‘ Ο Σωτήρ’, Αθήναι 1996, σελ.324, σχόλια στο στίχ.20.
Άλλωστε ο Θεός δεν κάνει τίποτα εκ των υστέρων, αλλ’ όλα γίνονται κατά την τέλεια προαιώνια πρόγνωση και πάνσοφη πρόνοια Του. Ο Θεός προλέγει τα προεγνωσμένα σ’ Αυτόν έργα, τα οποία στη συνέχεια γίνονται το καθένα σύμφωνα με την τάξη και το χρόνο του. Ο δε διάβολος και τα όργανά του με το να αντιδρούν στα σχέδια της πάνσοφης και προαιώνιας βουλής του Θεού, ματαιοπονούν. Διότι, όχι μόνο δε ματαιώνουν το σωτήριο έργο του Θεού, αλλά και συντελούν, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, στην πραγματοποίησή του!…
Στους στίχους 9-10 ο Ιωάννης γράφοντας «όποιος έχει ενδιαφέρον και αυτί πνευματικό ας ακούσει», επικαλείται την προσοχή των κατά Θεό φρονίμων ανθρώπων, διότι φανερώνει το νόμο της θείας δικαιοσύνης σύμφωνα με τον οποίο το θηρίο–Αντίχριστος θα απολεσθεί. Ο θείος νόμος ορίζει: Όποιος αιχμαλωτίζει άλλους, σύρεται και αυτός στην αιχμαλωσία από άλλους, όποιος φονεύει με μαχαίρι, θα φονευθεί και αυτός με μαχαίρι. Ο πόλεμος είναι η ζωή και η χαρά του Αντιχρίστου. Ο πόλεμος όμως θα φέρει την καταστροφή του! [πρβλ. και Ματθ. κστ΄ [26] 52]. Ο καθένας λοιπόν θα δεχθεί άξια αυτών που έπραξε. Όσοι είναι έτοιμοι να κακοποιούν «τους πλησίον», αυτοί «υπό του διαβόλου αιχμαλωτευθήσονται» και με τη σατανική μάχαιρα θα υποστούν «τον ψυχικόν θάνατον» [Ανδρ. Κ.]. Αυτοί δεν θα βοηθηθούν από τον Θεό, ώστε να μην υποδουλωθούν από το θηρίο–Αντίχριστο [Αρ.]. Στις τραγικές και αντίξοες καταστάσεις, στη θύελλα του χριστιανομάχου διωγμού του διαβόλου, οι πιστοί καλούνται να καλλιεργήσουν και να δείξουν δύο σπουδαίες και άγιες αρετές: Υπομονή και πίστη. Θα υπομένουν με πίστη και απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό την αιχμαλωσία ή και αυτόν τον θάνατο, μέχρις ότου να έρθει ο καιρός που το θηρίο θα υποστεί τα κακά, στα οποία τους υπέβαλε.
Είθε «ο παντελεήμων Θεός» να μας αξιώσει να φανούμε τότε γενναίοι, λογαριάζοντας «ανάξια τα παθήματα του νυν καιρού» προς τη δόξα που μέλει να αποκαλυφθεί στους αγίους [πρβλ. Ρωμ. η΄ 18]. Βαδίζοντες δε «την στενήν οδόν ανδρείως» να απολαύσουμε «την εν τω μέλλοντι δόξαν και ανάπαυσιν και ευρυχωρίαν» και να συμβασιλεύσουμε με τον Χριστό [Ανδρ.Κ.].
(Πηγή: Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Νικολάου Βασιλειάδη, εκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 420-437, οι υπογραμμίσεις δικές μας)

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι είναι η ιερά Παράδοση της Εκκλησίας; Ποιο είναι το κριτήριο γνησιότητας της ιεράς Παραδόσεως; Τι φρονούν περί παραδόσεως οι ετερόδοξοι χριστιανοί;

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Σχετική εικόνα

Τι είναι η ιερά Παράδοση της Εκκλησίας;

    Όπως προειπώθηκε η Παράδοση είναι η δεύτερη πηγή της θείας αποκαλύψεως, ισότιμη και ισόκυρη προς την αγία Γραφή. Είναι δε η Παράδοση η δια ζώσης διδασκαλία του Κυρίου και των Αποστόλων, η κυκλοφορούσα και φυλασσόμενη στη ζωή και τη συνείδηση της Εκκλησίας. Ως γνωστόν ο Κύριος, ως ο μέγιστος των προφητών και διδάσκαλος, τίποτε το γραπτό δεν παρέδωσε στους Αποστόλους και την Εκκλησία, κηρύσσοντας προφορικά το περιεχόμενο της θείας του αποκαλύψεως. Το αυτό έκαναν στην αρχή και οι Απόστολοι ακολουθώντας το παράδειγμα του Διδασκάλου, κηρύσσοντας το λόγο του Θεού στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Με το πέρασμα όμως του χρόνου και προς αντιμετώπιση των αυξανόμενων ποιμαντικών αναγκών του κηρύγματος, άρχισαν να καταγράφουν το λόγο του Θεού στα γνωστά κείμενα της αγίας Γραφής.
Το ίδιο έκανε στη συνέχεια και η Εκκλησία και με τον τρόπο αυτό διαμορφώθηκε σιγά σιγά και γραπτώς η ζωντανή παράδοση της Εκκλησίας. Αυτή μπορούμε να δούμε στα πολυειδή γραπτά μνημεία τα εκφράζοντα την πίστη της Εκκλησίας, όπως είναι οι δογματικοί όροι των οικουμενικών Συνόδων, οι αποφάσεις των τοπικών που κυρώθηκαν από σύνοδο οικουμενική, οι ιεροί Κανόνες, τα συγγράμματα των Πατέρων, τα κείμενα της θείας λατρείας και οι εκκλησιαστικοί ύμνοι, το κήρυγμα του θείου λόγου κ.α.
Την ανάγκη της ζωντανής παραδόσεως σε παράλληλη βάση προς το γραπτό λόγο εξαίρει ο απόστολος Παύλος, παραινών τους πιστούς: «Άρα ουν, αδελφοί, στήκετε, και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών»(Β΄Θεσ. 2,15).

(Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 17-18)

Ποιο είναι το κριτήριο γνησιότητας της ιεράς Παραδόσεως;

    Το κριτήριο που διακρίνει τη γνήσια Παράδοση από κάθε άλλη ψευδή και κίβδηλη είναι η αποστολικότητα. Η Παράδοση για να είναι γνήσια και αληθινή πρέπει ν’ ανάγεται στην αποστολική εποχή, σε χρόνους δηλαδή που φανερώθηκε αγνή και ανόθευτη η λυτρωτική αλήθεια του ευαγγελίου. Με άλλα λόγια πρέπει να ανάγεται στους ίδιους τους Αποστόλους. Παράλληλα, άλλο κριτήριο γνησιότητας είναι και το κριτήριο της ομοφωνίας, ό,τι δηλαδή πιστεύει και παραδέχεται ομόφωνα το πλήρωμα της Εκκλησίας και διδάσκουν οι ιεροί Πατέρες και οι ποιμένες της. Την αλήθεια αυτή τονίζει χαρακτηριστικά ο Βιγκέντιος ο εκ Λειρίνου σε όσα σχετικά γράφει: «Quod ubique quod semper quod ab omnibus creditum est» (= Ό,τι πανταχού, πάντοτε και υπό πάντων επιστεύθη).
Είναι φανερό ότι φορείς της αποστολικής παραδόσεως δεν μπορούν να είναι εκείνοι που αποκόπηκαν από το σώμα της Εκκλησίας, αιρετικοί και σχισματικοί. Περιττό δε να σημειωθεί, ότι γνήσιος φορέας της αποστολικής παραδόσεως είναι μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία παρέλαβε και διατήρησε ανόθευτη την διδασκαλία των Αποστόλων, όπως αυτή φέρεται αποθησαυρισμένη στα μνημεία τα εκφράζοντα τη ζωή της Εκκλησίας των οκτώ πρώτων χριστιανικών αιώνων.
Τέλος, λέγοντας αποστολική παράδοση δεν εννοούμε αδιάκριτα κάθε παράδοση, αλλά εκείνη που αναφέρεται στη δογματική διδασκαλία και το ήθος της Εκκλησίας και όχι σε ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας.

(Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 18-19)

Τι φρονούν περί παραδόσεως οι ετερόδοξοι χριστιανοί;

Η Ρωμαϊκή Εκκλησία δέχεται, όπως και η Ορθόδοξη, την ιερά Παράδοση ως πηγή της θείας αποκαλύψεως, ισότιμη και ισόκυρη προς την αγία Γραφή. Εντούτοις στην πράξη δε συμφωνεί με την ορθόδοξη αντίληψη, αλλά εκλαμβάνει την παράδοση με έννοια ελαστική, ως ταμείο πίστεως, στο οποίο μπορεί να προσφεύγει όταν θέλει να διατυπώσει κάποιο νέο δόγμα ή να ανυψώσει σε δόγματα μεταγενέστερες θεολογικές γνώμες και δοξασίες.

Τέτοια δόγματα υπάρχουν πολλά (άσπιλος σύλληψις κ.α.), ως και διάφορες άλλες καινοτομίες, κυρίως στην τέλεση και μετάδοση των μυστηρίων (στέρηση του λαού εκ του ποτηρίου της ευχαριστίας, απαγόρευση κοινωνίας των νηπίων κ.τ.ο.). Αν θέλαμε να κάνουμε συσχετισμό, θα λέγαμε ότι κατά την ορθόδοξη πίστη η Εκκλησία είναι ο πιστός τηρητής και φύλακας της παραδόσεως, ενώ κατά τη ρωμαιοκαθολική αυτή παρουσιάζεται μάλλον ως κυρίαρχος, μεταποιώντας αυτή κατά βούληση και προσπαθώντας να συμβιβάσει τα παλαιά με τα εκάστοτε νέα.
Παράλληλα, οι Διαμαρτυρόμενοι δεν αναγνωρίζουν την παράδοση ως πηγή της θείας αποκαλύψεως. Οι λόγοι είναι προφανείς. Κατ’ αυτούς η αγία Γραφή είναι η μόνη πηγή του λόγου του Θεού, ο πλήρης και αυτάρκης κώδικας της χριστιανικής πίστεως, ο περιέχων όλες τις αναγκαίες αλήθειες προς σωτηρία. Την παράδοση την απορρίπτουν ως αυθεντική πηγή της πίστεως, ανεχόμενοι αυτή στο μέτρο που δεν αντιφάσκει προς τη Γραφή, και ως ωφέλιμο πλην όχι και αλάθητο χειραγωγό στην ερμηνεία της αγίας Γραφής.

Εντούτοις παρά τη βασική τους αυτή τοποθέτηση, δε φαίνεται ν’ απομακρύνονται ολοσχερώς από το πνεύμα της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Ασχέτως προς τα πολλά που παρέλαβαν από την εκκλησιαστική παράδοση, ο Λούθηρος, τον οποίο αποκαλούν θείον (divinus) και τρίτον Ηλία, και τα συγγράμματα του οποίου μεγάλως εκτιμώνται στη συνείδηση των Διαμαρτυρομένων, ως αντικαταστήσαντα τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, έχει μεγάλο κύρος γι’ αυτούς, ενώ παράλληλα τα συμβολικά τους βιβλία έχουν αποκτήσει ένα είδος «κανόνος πίστεως» (regula fidei), ο οποίος αποτελεί συνεκτικό δεσμό της εκκλησιαστικής τους ταυτότητος και βάση του εκκλησιαστικού κηρύγματος και της ερμηνείας της αγίας Γραφής. Με άλλα λόγια ένα είδος εκκλησιαστικής παραδόσεως.

(Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 19-20)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι είναι ο Αντίχριστος; Ποια θα είναι η φύση του Αντίχριστου; Ποιο θα είναι το έργο του Αντίχριστου; Ποιο θα είναι το τέλος του Αντίχριστου;

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Αποτέλεσμα εικόνας για ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

Τι είναι ο Αντίχριστος;
Αντίχριστος είναι κάθε ένας που μάχεται το Χριστό· που αρνείται τη σάρκωση και το λυτρωτικό έργο του. Ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής αναφέρει, ότι στις ημέρες του, την αποστολική δηλαδή εποχή, «αντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν». Έκαναν την εμφάνιση τους πολλοί αντίχριστοι. Παράλληλα κάνει λόγο και για τον Αντίχριστο, ειδικά ανθρώπινο πρόσωπο, του οποίου η έλευση ήταν πολύ κοντά: «Και καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται». Από ό,τι μαρτυρεί ο Άγιος, η έλευση του Αντιχρίστου αποτελούσε αρχαιότατη παράδοση στους κόλπους της χριστιανικής κοινότητος της αποστολικής εποχής (Και καθώς ηκούσατε ότι έρχεται»), η οποία (έλευση) ήταν σημάδι «ότι έσχατη ώρα εστίν», δηλαδή το τέλος του κόσμου, και η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού ήσαν πλησίον.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο άγιος Ευαγγελιστής, μιλώντας για τον Αντίχριστο, κάνει διαστολή μεταξύ της αντίχριστης ιδέας γενικά, του πνεύματος της αποστασίας που μάχεται το Χριστό και την Εκκλησία του και ενσαρκώνεται σε πολλούς επί μέρους αντίχριστους, και του κυρίως Αντίχριστου, ιστορικής μορφής της περιόδου των εσχάτων, της οποίας οι πρώτοι αποτελούν ιστορικά πρότυπα και ιστορικούς πρόδρομους.
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 196
Ποια θα είναι η φύση του Αντίχριστου;
Ο Αντίχριστος θα είναι άνθρωπος. Θα έχει σάρκα και οστά όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Θα έχει φυσικούς γονείς, πατέρα και μητέρα. Θα γεννηθεί από γαμικό δεσμό. Θα ζήσει και θα εξελιχθεί στην ιστορία. Θα είναι και αυτός πλάσμα Θεού. Μέχρι που όμως βαθμού θα φέρει μέσα του την «εικόνα» του Θεού; Και ποια θα είναι η «ψυχή» που θα του δώσει ο Θεός;
Με αυτά που λέμε, δεν πρέπει να στραφεί αλλού η σκέψη μας. Ειπώθηκε ότι ο Αντίχριστος θα είναι η προσωπική ενσάρκωση του Σατανά επί της γης και μάλιστα κατά το πρότυπο της θείας σαρκώσεως του Λόγου. Όπως δηλαδή ο Λόγος δεν κατοίκησε απλώς σε ανθρώπινη φύση, αλλά έγινε πραγματικός άνθρωπος, έτσι και ο Σατανάς θα ενανθρωπήσει με μια βαθιά προσωπική ένωση του με άνθρωπο. Μερικοί μάλιστα περίεργοι λέγουν, ότι ο φυσικός πατέρας του Αντίχριστου θα είναι ο ίδιος ο διάβολος, περιγράφοντας μάλιστα και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει το αποτρόπαιο γεγονός!
Αυτά τα πράγματα δεν είναι σωστά. Και πιθανόν μεν ο διάβολος, στην επιθυμία του να μιμηθεί σε όλα το Χριστό, να θέλει το είδος αυτό της προσωπικής σαρκώσεως του· ο Θεός όμως σε καμιά περίπτωση δε θα επιτρέψει στο αποστατικό πνεύμα να προβεί σ’ ένα τόσο φοβερό και αποτρόπαιο ανοσιούργημα, αφού, όπως είπαμε, ο Αντίχριστος θα είναι και αυτός έτσι και αλλιώς πλάσμα Θεού.
Ο Αντίχριστος θα είναι άνθρωπος στον οποίο θα κατοικήσει ηθικά ο Σατανάς και στο πιο τέλειο μέτρο που είναι δυνατό να συμβεί αυτό. Θα είναι ο πληρέστερος και τελειότερος εκπρόσωπος του στη γη. Σ’ αυτόν ο Σατανάς θα χορηγήσει όλη τη δύναμη και την εξουσία του και στο πρόσωπο του θα εκδηλώσει όλη τη δαιμονική κακουργία του. Θα είναι ο τελειότερος εντολοδόχος, η ηθική ενσωμάτωση του διαβόλου πάνω στη γη.
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 197
Ποιο θα είναι το έργο του Αντίχριστου;
Μα φυσικά να πολεμήσει το Χριστό. Θα του παραχωρηθεί λίγο πριν από την τελική του συντριβή η ευκαιρία να πολεμήσει με όλο το πάθος και τη δαιμονική μανία της σατανικής του ενέργειας και για μια ύστατη φορά τις δυνάμεις της Βασιλείας του Θεού, που ενεργούν στην ιστορική Εκκλησία του Χριστού, ώστε να μην έχει καμιά αφορμή αιτιάσεως το κακό πριν από την τελειωτική συντριβή του από το Θεό. Το κακό φυσικά είναι πάντοτε παρόν και δρα στην ιστορία. Στους έσχατους όμως καιρούς θα αποκορυφωθεί η ενέργεια του στο πρόσωπο του Σατανά – Αντίχριστου. Θα γίνει υπερβολικά κακό το κακό, ώστε να είναι δίκαιη η άμεση παρέμβαση και πάταξη του από το Θεό. Άρα ανεβαίνοντας προς τα έσχατα το κακό θα αυξάνει και θα γιγαντώνεται. Μήπως η σημερινή υπερβολικότητα της αμαρτίας να είναι απαρχή και σημείο της υπερβολικής κακότητας των εσχάτων; Ποιος ξέρει…
Ο Αντίχριστος θα έχει διπλό έργο να επιτελέσει, θρησκευτικό και πολιτικό. Θα φανεί ως θρησκευτικό πρόσωπο, διεκδικώντας για τον εαυτό του το έργο του Θεού. Θα φανεί ως μεσσίας του κόσμου. Κατά μια άποψη θα τον αποδεχθούν οι Εβραίοι. Θα μιμηθεί το πρόσωπο και το λυτρωτικό έργο του Χριστού. Φυσικά το έργο του θα είναι τραγική απομίμηση και ειδεχθές κακέκτυπο του λυτρωτικού έργου του Χριστού. Στην αρχή θα υποδυθεί υποκριτικά προσωπείο καλό. Θα κάνει έργα καλά και ευεργεσίες. Φέροντας όμως μέσα του και ευεργούμενος από τη δύναμη του Σατανά, θα κάνει ψευτοθαύματα, σημεία και τέρατα εκπληκτικά, ώστε να κινεί το θαυμασμό και να κερδίζει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων. Αφού το επιτύχει, θα αποβάλει το καλό προσωπείο και θα δείξει το αληθινό του πρόσωπο. Θα βασανίσει αφόρητα αυτούς που θα τον αποδεχθούν. Κυρίως όμως θα πολεμήσει την Εκκλησία των εσχάτων. Θα ερημώσει τις Εκκλησίες (με την εγκατάλειψη τους από τους πιστούς) και θα βεβηλώσει τα ιερά και τα όσια της πίστεως. Με ιδιαίτερη μανία θα διώξει και θα θανατώσει τους πιστούς, οι οποίοι θα απορρίψουν το έργο του. Η Εκκλησία των εσχάτων θα αναδείξει τους λαμπρότερους της μάρτυρες. Θα θανατώσει ομοίως τον Ενώχ και τον Ηλία, μάρτυρες του Θεού, τους οποίους θα στείλει ο Κύριος στον κόσμο, για να ετοιμάσουν τους ανθρώπους να μη δεχθούν το πρόσωπο και το έργο του Αντιχρίστου. Τα πτώματα τους θα διαπομπεύσει επί τρείς ημέρες στην αγία Πόλη. Την τρίτη ημέρα θα τους αναστήσει πανηγυρικά ο Θεός εκ νεκρών.
Παράλληλα όμως ο Αντίχριστος θα φανεί και ως πολιτικό πρόσωπο. Θα συγκεντρώσει στα χέρια του πολιτική δύναμη και εξουσία μεγάλη. Θα γίνει πολιτικός ηγέτης σε παγκόσμια κλίμακα ενός κόσμου ιδεολογικά, πολιτικά και εμπορικά ενωμένου και πνευματικά διεφθαρμένου. Θα είναι αμείλικτος δυνάστης. Θα χαράσσει τους υπηκόους του με το στίγμα του ονόματος και της δυνάμεως του. Ο αριθμός του με τον οποίο θα σφραγίζει το μέτωπο και τα χέρια των υπηκόντων του, θα είναι χξς΄(666). Τι σημαίνει ο αριθμός αυτός δε γνωρίζουμε, και είναι επικίνδυνο να προσπαθούμε να τον αποκρυπτογραφήσουμε. Η πολιτική οικονομική και ιδεολογική συνένωση των ανθρώπων που άρχισε να συντελείται στους καιρούς μας, είναι άραγε προοίμιο των γεγονότων των εσχάτων;
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 198
Ποιο θα είναι το τέλος του Αντίχριστου;
Ο Θεός θα επιτρέψει την εμφάνιση του Αντίχριστου, μεταξύ των άλλων, και για δύο ακόμη λόγους, να τιμωρήσει τους αποστάτες από το νόμο του, τους κακούς και δόλιους και διεφθαρμένους μέσω του αρχιαποστάτη, ο οποίος, αφού τους κάνει δικούς του, θα τους βασανίσει αφάνταστα, τρώγοντας τις σάρκες τις δικής του σκοτεινής επικράτειας· και να δοκιμάσει την πίστη των δικαίων και των αγίων του, οι οποίοι θα αρνηθούν τον Αντίχριστο και θα μαρτυρήσουν για την πίστη τους, αναδεικνυόμενοι οι ευκλεέστεροι μάρτυρες από καταβολής Εκκλησίας.
Κατά τον απόστολο Παύλο, αφού αποκαλυφθεί ο άνθρωπος της αμαρτίας (ο Αντίχριστος), ο υιός της απώλειας, ο αντικείμενος και υπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενο Θεό ή σέβασμα, έτσι που να καθίσει στο ναό του Θεού σαν θεός, αποδεικνύοντας τον εαυτό του ότι είναι θεός· και αφού παραπλανήσει τους ανθρώπους με ενέργεια του Σατανά, κάνοντας ψεύτικα σημεία και τέρατα και γινόμενος δεκτός από τους απολλυμένους, οι οποίοι αρνήθηκαν την αλήθεια ώστε να σωθούν, ευδοκήσαντες στην αδικία· αφού γίνουν όλα αυτά, θα έλθει ο Κύριος, ο οποίος με ένα του φύσημα θα καταργήσει τον άνομον «τη επιφάνεια της παρουσίας αυτού».
Η αναίρεση του ανόμου από το Χριστό θα είναι ανηλεής και πομπώδης. Σε μάχη των στρατευμάτων του ουρανού με επικεφαλής τον Κύριο εναντίων των σκοτεινών δυνάμεων του Αντιχρίστου, ο δόλιος θα συντριβεί και, αφού αιχμαλωτισθεί, θα ριφθεί ζων στη λίμνη του πυρός την καιόμενη. Η εκδίκηση του Θεού θα είναι τελειωτική και οριστική. Μετά τα γεγονότα αυτά, θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία και η κρίση. Η παρένθεση του κακού θα κλείσει οριστικά για τον κόσμο. Η κάθαρση της ιστορίας θα είναι γεγονός εσχατολογικό. Μαζί της θα καταργηθεί και η ίδια η ιστορία. Για τους ανθρώπους θα αρχίσει μια άλλη «μυστηριακή» ιστορία στον άφθαρτο αιώνα του Θεού, που θα εγκαινιασθεί για τα πλάσματα μετά την κρίση και την ανταπόδοση.
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 200

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πώς θα είναι τα αναστημένα σώματα στη Δευτέρα Παρουσία;

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Αποτέλεσμα εικόνας για ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Η Δευτέρα Παρουσία, Σταμάτα 2016, σελ. 213-214 όπου και οι παραπομπές)

Γράφει ο οσ. Νίκων Μπελιάεφ: «Κάποια μέρα ο π. Βαρσανούφιος μου διηγήθηκε το εξής:
Θα σου μιλήσω για έναν Άγγλο. Δεν ξέρω αν οι σύγχρονοι Άγγλοι ασχολούνται με τέτοια θέματα. Αυτός, όμως, ο συγκεκριμμένος τύπος, καθόταν συνεχώς και χάζευε εξω απ’ το παράθυρο του σπιτιού. Και ήλθε σε εκστασι˙ και σαν βγήκε απ’ την εκστασί του, ψιθύρισε μονολογώντας: Τώρα το κατάλαβα.
— Και τί κατάλαβες:, τον ρώτησε η γυναίκα του.
— Κατάλαβα, πώς θα είναι τα σώματά μας μετά τη γενική ανάστασι.
— Και πώς το κατάλαβες αυτό:
— Να. Κυττούσα το παράθυρο και σκεπτόμουν, πώς το τζάμι είναι διαφανές. Και μετά, ότι τα υλικά απ’ τα οποία αποτελείται: χώμα, άνθρακας… δεν είναι καθόλου διαφανή. Έτσι λοιπόν, και το σώμα του ανθρώπου μετά το θάνατο, ενώ θα έχη γίνει χώμα και στάκτη, με προσταγή του Θεού θ’ αναστηθή σε μια διαφορετική, άφθαρτη μορφή. Πιο φωτεινό. Πιο καθαρό. Πιο ελαφρό »(ΡΖ, 38).
• Ο Επίσκ. Διοκλείας Κάλλιστος γράφει: «Μας το λέει ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος (+373): “Σκέψου τον άνθρωπο μέσα στον οποίο κατοικούσε η λεγεώνα από κάθε είδους δαίμονες (Μρ 5, 9)˙ βρίσκονταν εκεί, αν και δεν ήταν αναγνωρίσιμοι, επειδή ο στρατός τους ήταν από υλικό λεπτότερο και αιθεριότερο απ’ ό,τι η ίδια η ψυχή.

Ολόκληρος αυτός ο στρατός κατοικούσε σ’ ένα σώμα.
Εκατό φορές λεπτότερα και αιθεριότερα θα είναι τα σώματα των δικαίων όταν εγερθούν κατά την ανάστασι: θα μοιάζουν με μια σκέψι που είναι ικανή, αν θέλη, να απλωθή και να διασταλή, ή απεναντίας, αν επιθυμή, να συσταλή και να μαζευθή: αν συσταλή, βρίσκεται κάπου˙ αν διασταλή βρίσκεται παντού “(Sebastian Brock, The Harp of the Spirit: Eighteen Poems of Saint Ephrem (Studies Supplementary to Sobornst No. 4: 2nd ed., London 1983), σελ. 23-24).
Αυτή ίσως να είναι η καλύτερη περιγραφή της δόξας της αναστάσεως την οποία μπορούμε να βρούμε. “Ας αφήσουμε τα υπόλοιπα στη σιωπή. “Ούπω εφανερώθη τί έσόμεθα” (Α’ Ίω 3, 2)»(Συ, τεύχ. 49, 32).

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δεν θέλουν όλοι τον Παράδεισο! Και τώρα και τότε…

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Δεν θέλουν όλοι τον Παράδεισο! Και τώρα και τότε...

(στο: αρχιμ Ιωάννου Κωστώφ,Η Δευτέρα Παρουσία, Σταμάτα 2016, σελ. 84-85)

Ο π. Βασίλειος Γοντικάκης έπισημαίνει: «Ο πατέρας μειλίχια προσκαλεί τον πρεσβύτερο υιό, της Παραβολής του Άσωτου, στη χαρά, στο ευχαριστιακό τραπέζι.

Και είναι σαν να του ζητά να μπή στην κόλασι. Φουντώνει μέσα του το μίσος˙ και ακούει τη στοργική πρόσκλησι του πατέρα σαν οργισμένη αποπομπή.
Μήπως όλα αυτά λένε κάτι για το πώς θα γίνη η τελική κρίσι στη Β’ Παρουσία;
Μήπως η οργή (“ώργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν”) κάνει τη μοχθηρή καρδιά να βλέπη οργισμένο και βλοσυρό το ιλαρό πρόσωπο του ελεήμονος Θεού;

Και το μίσος, που δεν αφήνει τον άνθρωπο που το έχει, να μπή στο κοινό πανηγύρι της χαράς, παραποιεί γι’ αυτό τον ίδιο την πρόσκλησι για τον παράδεισο σε αποπομπή προς το πυρ το εξώτερο;

Μήπως το μίσος είναι κόλασι που κατατρώει τα σωθικά μας; Και η θεία αγάπη παράδεισος που μας αναζωογονεί;

Μήπως η ίδια η αγάπη του Θεού είναι παράδεισος για τους σωσμένους υγιείς, που αγαπούν, που μετανοούν κι έχουν νου Χριστού;

Και η ίδια η αγάπη είναι κόλασι για τους αρρώστους, δηλ. για κείνους που δεν αγαπούν, δεν μετανοούν, δεν έχουν νου Χριστού;
Μήπως η μία κλήσι της αγάπης του Θεού, ο οποίος “θέλει πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν”, θ’ ακουσθή απ όσους δεν αγαπούν, λόγω της διαστροφής και της αμετανοησίας τους. “Πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον”˙ και απ’ αυτούς που αγαπούν: “Δεύτε οι ευλογημένοι τού Πατρός μου…”;
Μήπως από σήμερα δεν κρινόμασθε; Μήπως από σήμερα δεν ετοιμαζόμασθε για το ποιά θέσι θα πάρουμε τότε μόνοι μας;

Δεν ετοιμαζόμασθε για την κρίσι της αγάπης; Δήλ. για το αν δεχώμασθε, αν ζούμε την αγάπη ως παράδεισο η ως κόλασι;»(ΑΒ, 27).

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πώς να είναι άραγε ο Παράδεισος;

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Σχετική εικόνα

Totaliter aliter. 
«Δυο καλόγηροι τον μεσαίωνα —υποστηρίζει ένας μύθος— διερωτώντο σαν τι πράγμα να ‘ταν ο ουρανός.

Ο πρώτος υποστήριζε ότι ήταν taliter, δηλ. όμοιος με αυτό τον κόσμο.

Ο δεύτερος επέμενε ότι είναι aliter, δηλ. διαφορετικός απ’ αυτό τον κόσμο.

Στο τέλος, μη βρίσκοντας κάποια λύσι, αποφάσισαν να περιμένουν, ώσπου κάποιος από τούς δύο να πεθάνη, οπότε και θα έλεγε στον άλλο τι θα έβλεπε.
Μετά καιρό πέθανε ο ένας και τάφηκε.
Συνεπής στην υπόσχεσί του επισκέφθηκε τον άλλο στον ύπνο του και του είπε τα έξης, για το θέμα που τους απασχολούσε:

Nec taliter,

nec aliter,

sed

totaliter aliter.

Δηλαδή, ούτε όπως το σκεφτόσουν, ούτε όπως το σκεφτόμουν, αλλά τελείως διαφορετικά.
Πράγματι ο Ουρανός, η σφαίρα, δηλαδή, στην οποία η παρουσία του Θεού σ’ όλη της τη μεγαλοπρέπεια αποκαλύπτεται, δεν είναι κάτι που μοιάζει ή που δεν μοιάζει με τον κόσμο τον όποιο βλέπουμε.

Η ακτινοβολία της αγιότητος του Θεού κυριαρχεί εκεί και πράγματα “που ανθρώπινο μάτι δεν είδε κι αυτί δεν άκουσε και σε καρδιά δεν ανέβηκαν” για να τα επιθυμήση, έχει εκεί ετοιμασμένα ο Θεός για εκείνους ττου σ’ αυτή τη ζωή Τον αγάπησαν και τον υπηρέτησαν (Α’ Κορ 2, 9).
Εκεί είναι “η σκηνή του Θεού, μετά των ανθρώπων”, των λυτρωμένων του Χριστού (Απκ 22, 3)»(Β2, 200).

(Στο: αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Η Δευτέρα παρουσία, σελ.230-231)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Παραβολή του αμπελώνος (Ματθ. 21,33-42) (Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom (†))

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Αυγούστου 2018

Εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Το σημερινό Ευαγγέλιο, μετά από μια σειρά από ευχάριστα αναγνώσματα, είναι, να το πω έτσι, τρομαχτικό: είναι η ιστορία των εργατών του αμπελώνος που γίνονται προδότες. Και πράγματι τούτη η παραβολή αντικατοπτρίζει όλη την ιστορία του ανθρώπινου γένους, αλλά στο πλαίσιο όλων των κειμένων που προηγήθηκαν, μας μιλάει επίσης για την τρομερή, με όλη τη σημασία του όρου, αγνωμοσύνη της ανθρωπότητας προς τον Θεό. Απέναντι στην αγάπη Του, τα θαύματα Του, σε όλα όσα έκανε για εμάς, παραμένουμε ασυγκίνητοι και εγωκεντρικοί· σκεφτόμαστε τον εαυτό μας, δεν σκεφτόμαστε τον πλησίον μας, ακόμα λιγότερο σκεφτόμαστε τον Θεό· αχαριστία, αγάπη προς τον εαυτό μας, εγωκεντρισμός, συγκέντρωση σε αυτό που θέλουμε, που μας γοητεύει, σ’ ο,τι μας φαίνεται απαραίτητο.

Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα μας λέει ότι ο Θεός δημιούργησε έναν όμορφο, υπέροχο κόσμο, τον περιέβαλλε με την δύναμη και την πρόνοια Του, προετοίμασε τα πάντα ώστε να γίνουν τόπος της Βασιλείας Του, του Βασιλείου της αμοιβαίας αγάπης, της χαράς. Αλλά γνωρίζουμε τι κάναμε σ’ αυτόν τον κόσμο· φτιάξαμε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι φοβούνται να ζήσουν, όπου υπάρχει αιματοχυσία, όπου διαπράττονται απάνθρωπες, σκληρές πράξεις όχι μόνο σε σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά σε επίπεδο οικογενειακό, ενοριακό, και μεταξύ των πιο κοντινών φίλων.

Από γενιά σε γενιά ο Κύριος έστελνε τους απεσταλμένους Του: πατριάρχες, προφήτες, αγγέλους, κήρυκες, τον Πρόδρομο και στο τέλος ήλθε ο ίδιος να μας θυμίσει ότι ο κόσμος πλάστηκε για την αγάπη. Και όπως στην παραβολή οδήγησαν τον υιό έξω από τον αμπελώνα και τον σκότωσαν, έτσι το ανθρώπινο γένος φέρθηκε στον Υιό του Θεού. Και όταν μιλώ για «ανθρωπότητα», δεν αναφέρομαι στους άλλους, αλλά σ’ εμάς, επειδή ο Κύριος μας εμπιστεύτηκε την ζωή για να την κάνουμε θρίαμβο της αγάπης, της αδελφοσύνης, της αρμονίας, της πίστης και της χαράς, και δεν το κάνουμε επειδή σκεφτόμαστε τους εαυτούς μας. Σε ανταπόδοση όσων έκανε για μας, που μας δημιούργησε, που μας αποκάλυψε τον εαυτό Του, που μας πρόσφερε όλη Του την αγάπη και στο τέλος την ζωή και τον θάνατο του Υιού Του, μόλις και μετά βίας προφέρουμε ένα «Ευχαριστώ» και την ίδια στιγμή ξεχνάμε.

Στραφήτε πίσω σε ο,τι ακούσατε στη διάρκεια της Τεσσαρακοστής, σε ο,τι είδατε το βράδυ της Ανάστασης, σε ο,τι ειπώθηκε από τους αγίους τις μετέπειτα εβδομάδες, τους αγίους της Ρωσίας, τους αγίους αυτών των νησιών, από το Ευαγγέλιο της αγάπης και της ανθρωπιάς. Μελετήστε τα όλα αυτά και αναρωτηθήτε: «Είμαι εργάτης του αμπελώνος, και είμαι από εκείνους που απωθεί μακρυά τον Χριστό κάθε φορά που έρχεται στην ζωή μου; Δεν Του λέω: Βγες από τον δρόμο μου, βγες από την ζωή μου – θέλω να είμαι ο Θεός, ο αφέντης, θέλω να διαχειρίζομαι τα πάντα.» Έτσι μιλάει ο καθένας μας, ίσως όχι με τέτοια αγένεια, τόσο βλάσφημα, αλλά με τα έργα μας, με κούφιες λέξεις.

Πρέπει να συνέλθουμε. Έχω πεί τόσες φορές ότι σωζόμαστε επειδή μας αγαπάει ο Θεός, αλλά όχι μόνο από την αγάπη Του, αλλά άπό την ανταπόκριση μας σ’ αυτήν. Αν επιθυμία μας είναι απλώς να καρπωθούμε τους καρπούς του Σταυρού, της σταύρωσης, των ημερών του πάθους, και να μην επιστρέψουμε κάτι στον Θεό, και να μην προσφέρουμε κάτι στον πλησίον μας για τον οποίο πέθανε ο Θεός, παρά μόνο μια στιγμιαία σκέψη, είμαστε εχθρικοί προς κάθε τι που έκανε για μας.

Ας πάρουμε θέση ενώπιον αυτής της προειδοποίησης, της υπενθύμισης του σημερινού Ευαγγελίου και ας σκεφτούμε: «που είναι η ευγνωμοσύνη μου, ευγνωμοσύνη όχι μόνο στα λόγια, αλλά στην πράξη;» Ας κρίνουμε τους εαυτούς μας και ας ξεκινήσουμε μια νέα ζωή. Ευγνωμοσύνη προς τον Θεό σημαίνει να είμαστε η χαρά Του, και στήριγμα, σωτηρία και χαρά προς τον πλησίον μας. Ας ξεκινήσουμε σήμερα να φέρουμε καρπούς απ’ ο,τι μόλις μάθαμε από τον Θεό μέσα άπό την ζωή του Χριστού.
Αμήν.

agiazoni.gr

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

“ὅστις σε ῥαπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην” Γύρνα και το άλλο μάγουλο! Δηλαδή καρπαζοεισπράκτορας…; (ανέκδοτο & ερμηνεία)

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Αυγούστου 2018

Αποτέλεσμα εικόνας για σφαλιαρα

Το ανέκδοτο.

Κάποιος βρήκε ένα Χριστιανό και του λέει: «Είσαι καλός Χριστιανός;». Λέει, «προσπαθώ». Του αστράφτει ένα χαστούκι.

Λέει: «Αν είσαι καλός Χριστιανός, στρέψε και το άλλο μάγουλο». Του έστρεψε και το άλλο. Του έδωσε άλλο χαστούκι. «Στρέψε πάλι». Του έδωσε άλλο. Έφαγε καμιά δεκαριά χαστούκια και μάλιστα δυνατά. Του λέει τότε. «Τώρα παραδέχομαι ότι είσαι καλός Χριστιανός».

«Όχι», του λέει, «ακόμη είμαι μισός Χριστιανός. Τώρα θα γίνω ολόκληρος». Τον παίρνει, του δίνει ένα γερό ξύλο και του λέει˙ «“Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε” (Μθ 10, 8), λέει το Ευαγγέλιο. Τώρα», του λέει, «το τήρησα και στις δυο πλευρές το Ευαγγέλιο. Μέχρι πριν ήμουνα μισός, τώρα είμαι ολόκληρος».

Διότι εκεί πράγματι του χρειαζότανε και είχε αποτελέσματα˙ πολύ καλά του έκανε. (π. Επιφάνιος Θειδωρόπουλος)

Η σοβαρή ερμηνεία
Ματθαίου 5,39 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ(1)· ἀλλ᾿ ὅστις(2) σε ῥαπίσει(3) ἐπὶ τὴν δεξιὰν(4) σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην(5)·
(3) «Όπως ακριβώς όταν λέει ότι αυτός που αποκαλεί τον αδελφό του ανόητο θα είναι ένοχος στη γέεννα, δεν το λέει μόνο για αυτήν την λέξη, αλλά και για κάθε κοροϊδία, έτσι λοιπόν και εδώ, δεν νομοθετεί αν μας ραπίζουν να το υποφέρουμε με γενναιότητα, αλλά και οτιδήποτε τυχόν πάσχουμε, να μην αναστατωνόμαστε. Για αυτό και εκεί επέλεξε την χειρότερη βρισιά, και εδώ το πιο ατιμωτικό θεωρούμενο χτύπημα, το χτύπημα στο σαγόνι, που είναι και το πιο υβριστικό» (Χρυσόστομος).
(4) Ή, το δεξί σαγόνι αναφέρεται ως πιο ευγενές μέλος, παρόλο που πιο φυσικό είναι να χτυπηθεί από το δεξί χέρι αυτού που χτυπά το αριστερό μάγουλο αυτού που χτυπιέται (L).
Ή, εννοείται εδώ το δεξί χέρι που χτυπά με το εξωτερικό χέρι το δεξί μάγουλο και έπειτα το αριστερό μάγουλο με την παλάμη (δ). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
(5) «Διατάζει όχι μόνο να μην αμυνόμαστε, αλλά και περισσότερο να παραδίδουμε τον εαυτό μας σε αυτόν που χτυπά και να τον συγκρατούμε με την ανεξικακία και μεγαλοψυχία μας» (Ζιγαβηνός Ευθύμιος). Πρέπει αυτός που χαστουκίζεται να είναι διατεθειμένος να υπομείνει και άλλες ύβρεις, χωρίς να εκδικηθεί (L).
Καθόλου όμως δεν αποκλείει και τη χρήση του λόγου προς αυτόν που φέρεται έτσι άτοπα, αλλά μάλιστα προϋποθέτει ότι αυτή ακολουθεί μαζί με την μη αντίσταση και εξηγεί τους λόγους και τα αίτια της υποχώρησης, ότι δηλαδή αυτή δεν γίνεται από φόβο, αλλά από αγάπη. Για αυτό και ο Σωτήρας τον δούλο του αρχιερέα που τον χαστούκισε από τυφλό ζήλο, αμέσως τον νουθέτησε (δ).

Ιωάννου 18,22 ταῦτα δὲ αὐτοῦ εἰπόντος εἷς τῶν ὑπηρετῶν παρεστηκὼς ἔδωκε ῥάπισμα τῷ Ἰησοῦ εἰπών· οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ;
Ιωάννου 18,23 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς(1)· εἰ(2) κακῶς ἐλάλησα(3), μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ(4)· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις(5);
(1) «Ρωτάνε λοιπόν κάποιοι, πώς δεν γύρισε και το άλλο μάγουλο ο Χριστός σε αυτόν που τον χαστούκισε…; Λέμε λοιπόν εμείς, ότι και η εντολή εκείνη εισηγήθηκε το να μην αμυνόμαστε, λόγω των ερίδων που προκαλούνται από αυτό. Και τώρα λοιπόν ο Χριστός δεν αμύνθηκε εναντίον αυτού που τον ράπισε· αλλά μάλλον χωρίς να τον σπρώξει ούτε να φύγει από αυτόν, ήταν έτοιμος και για άλλες πληγές· δικαιολογήθηκε όμως, για να μην δώσει την εντύπωση με τη σιωπή του ότι είναι αυθάδης, πράγμα για το οποίο και κατηγορήθηκε πριν» (Ζιγαβηνός Ευθύμιος).
«Δεν απαντά αληθινά και με πραότητα και δίκαια και ταυτόχρονα δεν προσφέρει όχι μόνο και το άλλο μάγουλο σε αυτόν που τον ράπισε, αλλά όλο το σώμα του να καρφωθεί στο ξύλο; Από εδώ έδειξε μάλλον, ό,τι χρειαζόταν να δειχτεί, δηλαδή ότι τα μεγάλα εκείνα παραγγέλματά του πρέπει να εκπληρώνονται όχι με σωματική επίδειξη, αλλά με προετοιμασία της καρδιάς. Διότι είναι δυνατόν και οργισμένος κάποιος ορατά να προβάλλει και το άλλο του μάγουλο. Αλλά πόσο καλύτερο είναι, όταν κάποιος εσωτερικά όντας ειρηνικός δίνει αληθινή απάντηση και με ήρεμη διάνοια φυλάει τον εαυτό του έτοιμο, για να υπομείνει επερχόμενα βαρύτερα παθήματα;» (Αυγουστίνος).
Ο Κύριος αποκρίνεται με πραότητα και ειρηνικά, ανακαλώντας τον υπηρέτη, όπως προηγουμένως και τον αρχιερέα στον τρόπο και την μέθοδο που άρμοζε στη νόμιμη έρευνα (τ)…
(Υπομνήματα Π.Ν. Τρεμπέλα στο κατά Ματθαίον & κατά Ιωάννην,μετάφραση π. Νικόλαος Πουλάδας)

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η ομιλία του Χριστού για το τέλος του κόσμου στο κατά Μάρκον. (Ερμηνεία-ανάλυση)

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Αυγούστου 2018

Η ομιλία του Χριστού για το τέλος του κόσμου στο κατά Μάρκον. (Ερμηνεία-ανάλυση)

(Ιωάννου Καραβιδόπουλου, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, εκδόσεις Π.Πουρναρά, σελ. 398-417, οι παραπομπές παρατίθενται στο τέλος)

Αρχαίο κείμενο:

1 Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ ἐκ τοῦ ἱεροῦ λέγει αὐτῷ εἷς τῶν μαθητῶν αὐτοῦ· διδάσκαλε, ἴδε ποταποὶ λίθοι καὶ ποταπαὶ οἰκοδομαί. 2 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· βλέπεις ταύτας τὰς μεγάλας οἰκοδομάς; Οὐ ἀφεθῇ ὧδε λίθος ἐπὶ λίθον ὃς οὐ μὴ καταλυθῇ. 3 Καὶ καθημένου αὐτοῦ εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν κατέναντι τοῦ ἱεροῦ, ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν Πέτρος καὶ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης καὶ Ἀνδρέας· 4 εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον ὅταν μέλλῃ πάντα ταῦτα συντελεῖσθαι; 5 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς ἤρξατο λέγειν αὐτοῖς· βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. 6 Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν.7 Ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων, μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ γενέσθαι, ἀλλ᾿ οὔπω τὸ τέλος. 8 Ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται σεισμοὶ κατὰ τόπους, καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ ταραχαί. 9 Ἀρχαὶ ὠδίνων ταῦτα. Βλέπετε δὲ ὑμεῖς ἑαυτούς. Παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δαρήσεσθε, καὶ ἐπὶ ἡγεμόνων καὶ βασιλέων σταθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς. 10Καὶ εἰς πάντα τὰ ἔθνη δεῖ πρῶτον κηρυχθῆναι τὸ εὐαγγέλιον. 11 Ὅταν δὲ ἀγάγωσιν ὑμᾶς παραδιδόντες, μὴ προμεριμνᾶτε τί λαλήσητε, μηδὲ μελετᾶτε, ἀλλ᾿ ὃ ἐὰν δοθῇ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ, τοῦτο λαλεῖτε· οὐ γὰρ ὑμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον. 12 Παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν εἰς θάνατον καὶ πατὴρ τέκνον, καὶ ἐπαναστήσονται τέκνα ἐπὶ γονεῖς καὶ θανατώσουσιν αὐτούς. 13 Καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. 14 Ὅταν δὲ ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως τὸ ρηθὲν ὑπὸ Δανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς ὅπου οὐ δεῖ – ὁ ἀναγινώσκων νοείτω – τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν εἰς τὰ ὄρη, 15 ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ καταβάτω εἰς τὴν οἰκίαν μηδὲ εἰσελθέτω ἆραί τι ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ, 16 καὶ ὁ εἰς τὸν ἀγρὸν ὢν μὴ ἐπιστρεψάτω εἰς τὰ ὀπίσω ἆραι τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ. 17 Οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις. 18 Προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γένηται ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος. 19 Ἔσονται γὰρ αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι θλῖψις, οἵα οὐ γέγονε τοιαύτη ἀπ᾿ ἀρχῆς κτίσεως ἧς ἔκτισεν ὁ Θεὸς ἕως τοῦ νῦν καὶ οὐ μὴ γένηται. 20 Καὶ εἰ μὴ ἐκολόβωσε Κύριος τὰς ἡμέρας, οὐκ ἂν ἐσώθη πᾶσα σάρξ· ἀλλὰ διὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς οὓς ἐξελέξατο ἐκολόβωσε τὰς ἡμέρας. 21 Καὶ τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός, ἰδοὺ ἐκεῖ, μὴ πιστεύετε. 22 Ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς. 23 Ὑμεῖς δὲ βλέπετε· ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν ἅπαντα. 24 Ἀλλ᾿ ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις, μετὰ τὴν θλῖψιν ἐκείνην ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται, καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, 25 καὶ οἱ ἀστέρες ἔσονται ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πίπτοντες, καὶ αἱ δυνάμεις αἱ ἐν τοῖς οὐρανοῖς σαλευθήσονται. 26 Καὶ τότε ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν νεφέλαις μετὰ δυνάμεως πολλῆς καὶ δόξης. 27Καὶ τότε ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ καὶ ἐπισυνάξει τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων, ἀπ’ ἄκρου τῆς γῆς ἕως ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ. 28 ᾿Απὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε τὴν παραβολήν. Ὅταν αὐτῆς ὁ κλάδος ἤδη γένηται ἁπαλὸς καὶ ἐκφύῃ τὰ φύλλα, γινώσκετε ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος ἐστίν· 29 οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ἴδητε ταῦτα γινόμενα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις. 30 Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη μέχρις οὗ πάντα ταῦτα γένηται. 31 Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ ἐμοὶ λόγοι οὐ μὴ παρελεύσονται. 32 Περὶ δὲ τῆς ἡμέρας ἐκείνης ἢ τῆς ὥρας οὐδεὶς οἶδεν, οὐδὲ οἱ ἄγγελοι ἐν οὐρανῷ, οὐδὲ ὁ υἱός, εἰ μὴ ὁ πατήρ. 33 Βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε· οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ καιρός ἐστιν. 34 Ὡς ἄνθρωπος ἀπόδημος, ἀφεὶς τὴν οἰκίαν αὐτοῦ, καὶ δοὺς τοῖς δούλοις αὐτοῦ τὴν ἐξουσίαν, καὶ ἑκάστῳ τὸ ἔργον αὐτοῦ, καὶ τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ. 35 Γρηγορεῖτε οὖν· οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται, ὀψὲ ἢ μεσονυκτίου ἢ ἀλεκτοροφωνίας ἢ πρωΐ· 36μὴ ἐλθὼν ἐξαίφνης εὕρῃ ὑμᾶς καθεύδοντας. 37 Ἅ δὲ ὑμῖν λέγω, πᾶσι λέγω· γρηγορεῖτε.

Ερμηνεία-ανάλυση

Το κεφ. 13 του ευαγγελίου μας περιέχει λόγια του Ιησού σχετικά με την επικείμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, καταστροφή που προσφέρεται ως προεικόνιση του τέλους του κόσμου. Συνήθως ονομάζεται το κεφ. αυτό από τους ερμηνευτές « Εσχατολογικός λόγος» ή «Αποκαλυπτικός λόγος» ή «Συνοπτική αποκάλυψη» ή «Μικρή αποκάλυψη» και γίνεται πολλή συζήτηση στα υπομνήματα και στις ειδικές μονογραφίες (33 βλέπε υποσημειώσεις στο τέλος) για το χαρακτήρα, το στόχο, το αποκαλυπτικό υπόβαθρο, τη γνησιότητα και την ενότητα του λόγου αυτού του Ιησού που είναι ο μακροσκελέστερος σε όλο το ευαγγέλιο του Μάρκου.
Ότι οι χρησιμοποιούμενες εικόνες και παραστάσεις είναι γνωστές από τα ιουδαϊκά αποκαλυπτικά κείμενα είναι αναντίρρητο και θα φανεί ακόμη σαφέστερα κατά την ερμηνεία των επιμέρους στίχων με την προσαγωγή των αποκαλυπτικών παραλλήλων˙ τούτο όμως δεν σημαίνει ότι η εκκλησία αναπαράγει ιουδαϊκά κείμενα προσαρμόζοντάς τα στο παρόν που ζει, ή ότι η ιουδαϊκή αποκαλυπτική είναι η μήτρα της χριστιανικής θεολογίας. Οι γνωστές στους αναγνώστες εικόνες βοηθούν στην κατανόηση του μηνύματος που απευθύνει ο Ιησούς και καταγράφει ο ευαγγελιστής. Από την ερμηνεία των επιμέρους θα γίνει φανερό ότι δεν πρόκειται για vaticinia ex eventu αλλά για προρρήσεις του Ιησού. Στην παράδοση αυτή των λόγων του Ιησού θα αναφερθεί δύο δεκαετίες αργότερα ο Απ. Παύλος (βλ. Α’ Θεσ. 2, 3 ε.) πολύ πριν ακόμη αυτοί καταγραφούν τελικά από τον ευαγγελιστή.
Ορθώς παρατηρήθηκε από τον Lohmeyer ότι στο Μρ 13 απουσιάζουν τα βασικά ιουδαϊκά αποκαλυπτικά θέματα, όπως π.χ. ο χρονικός προσδιορισμός του τέλους του κόσμου, η εθνική μεσσιανική ιδέα, η ιουδαϊκή κυριαρχία επί των εθνών, εκφράσεις εκδίκασης κατά των άλλων λαών κλπ.˙ το στοιχείο που κυριαρχεί είναι η παραίνεση (ο Lane μάλιστα επισημαίνει την ύπαρξη 19 προστακτικών στο κεφ.) και η στήριξη των μαθητών και φυσικά όλης της εκκλησίας, ώστε να μη κλονιστούν από τα δεινά, γιατί κύριος της κατάστασης θα είναι ο ίδιος ο Χριστός που προλέγει τα «πάντα» (στίχ. 23), ώστε να μη «θροούνται», να μη «προμεριμνούν», να «υπομείνουν εις τέλος», και κυρίως να «γρηγορούν»˙ ο ίδιος ο Χριστός θα «επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων άνεμων απ’ άκρου γης έως άκρου ουρανού» και το Άγιον Πνεύμα θα φωτίσει τους μαθητές να μιλήσουν με θάρρος όταν οδηγηθούν σε δικαστήρια. Παρόν και μέλλον, επικείμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ και προανάκρουσμα του τέλους του κόσμου συμπλέκονται σε μια γενική θεώρηση της ιστορίας, της οποίας ρυθμιστής είναι ο Θεός, όσο κι αν οι αντίθεες δυνάμεις δείχνουν να θριαμβεύουν προσωρινά.
Το επικείμενο τέλος, που αποτελεί θέμα και της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής, απαμβλύνεται με την επισήμανση της ιστορικής προοπτικής της ευαγγελιστικής δραστηριότητας της εκκλησίας (βλ. στίχ. 7 «δει γενέσθαι αλλ’ ούπω το τέλος» στίχ. 10˙ «και εις πάντα τα έθνη πρώτον δει κηρυχθήναι το ευαγγέλιον»˙ στίχ. 13 «ο δε υπομείνας εις τέλος…»). Αυτή όμως η προοπτική ιστορικής διάρκειας δεν αίρει την εντολή: «βλέπετε αγρυπνείτε, ουκ οίδατε γαρ πότε ο καιρός έσται» (στίχ. 33) και «γρηγορείτε» (στίχ. 36).
Στο ερώτημα, εάν στο κεφ. 13 έχουμε μια συνεχή ομιλία του Ιησού ή συγκέντρωση λόγων του Ιησού που προέρχονται από διάφορες άλλες περιστάσεις της δραστηριότητας που αναφέρονται στο θέμα των εσχάτων, οι σύγχρονοι ερμηνευτές απαντούν αποδεχόμενοι το δεύτερο – άποψη που ενισχύεται και από το γεγονός ότι διάφορα λόγια του κεφ. 13 απαντούν και μεμονωμένα σε άλλες συνάφειες των Συνοπτικών ευαγγελίων.

Εκείνο που μας ενδιαφέρει εδώ για την ερμηνεία που θα ακολουθήσει είναι ότι ο ευαγγελιστής Μάρκος, όπως άλλωστε και οι άλλοι Συνοπτικοί, αποδίδει την παράδοση, κατά την οποία προ του πάθους του ο Ιησούς απηύθυνε προς τους μαθητές λόγους παραινετικούς (πρβλ. Μθ 24 και Λκ 21), αναφερόμενους στα έσχατα αλλά με έμφαση στο καθήκον που απορρέει γι’ αυτούς στο παρόν μέσα στο οποίον ζει η εκκλησία. Αυτή η στενή σύνδεση αναμονής των εσχάτων και δραστηριότητας μέσα στο ιστορικό παρόν διαπνέει τη λειτουργική ζωή, την ενεργητικότητα και τη ζωή γενικότερα της Ορθόδοξης εκκλησίας.
Τελικά παρατηρούμε ότι, όσο κι αν οι αποκαλυπτικές παραστάσεις που χρησιμοποιούνται εδώ είναι ξένες προς την εποχή μας — παρόλο που ορισμένα σημαδιακά σημερινά γεγονότα τις κάνουν εξαιρετικά επίκαιρες, εκείνο που προέχει για τον αναγνώστη του ευαγγελίου, και στην περίπτωση αυτή, του κεφ. 13, είναι το ενθαρρυντικό μήνυμα που αναδύεται από αυτό: Οι τύχες και το τέλος του κόσμου, παρά τα δεινά και τις καταστροφές, τις προσωρινές νίκες των πλάνων και αντιχρίστων, βρίσκεται στα χέρια του Θεού˙ όποιος ξεχνά αυτήν την αλήθεια, αιφνιδιάζεται από τα γεγονότα και «θροείται», ενώ όποιος ζει αυτήν την αλήθεια μέσα στο σώμα της εκκλησίας αισθάνεται χαρά για τον ερχόμενο Κύριο˙ και καθώς αναμένει, δραστηριοποιείται άγρυπνα για το κήρυγμα του ευαγγελίου «εις πάντα τα έθνη» (στίχ. 10).
Τα θέματα που θίγονται στο κεφ. 13 είναι: α) Πρόρρηση της καταστροφής της Ιερουσαλήμ (στίχ. 1—2 και 4 —20)˙ β) Κίνδυνοι των εσχάτων ημερών από πλάνους και αντίχριστους (στίχ. 36 και 2123)˙ γ) Ερχομός του Κυρίου (στίχ. 7—8 κσί 24—27)˙ δ) Διωγμοί και θλίψεις των μαθητών (στίχ. 9—13)˙ ε) Σημεία που προαναγγέλλουν το τέλος (στίχ. 28—31)˙ στ) Εγρήγορση εν όψει του τέλους (στίχ. 32—36). Από τη διαπίστωση ότι τα περισσότερα θέματα θίγονται σε δύο παράλληλες ενότητες είναι δυνατό να οδηγηθεί κανείς στο συμπέρασμα ότι συνενώνονται βασικά δύο ομάδες λόγων του Ιησού; Ανεξάρτητα από την απάντηση στο ερώτημα αυτό, η παρούσα μορφή του Εσχατολογικού λόγου του Ιησού παρουσιάζει, όπως ήδη σημειώσαμε, στενή αλληλουχία μεταξύ παρόντος και μέλλοντος, μεταξύ καταστροφής της Ιερουσαλήμ και τέλους του κόσμου.
Την αφορμή για τον Εσχατολογικό λόγο προσφέρει ο θαυμασμός ενός από τους μαθητές του Ιησού για τους τεράστιους λίθους και τα λαμπρά οικοδομήματα του Ναού (στίχ. 1), από τον οποίο εξέρχεται πλέον ο Ιησούς, αφού δίδαξε μέσα σ’ αυτόν και προέβη σε πράξεις μεσσιανικής εξουσίας. Ενώ οι μαθητές εντυπωσιάζονται από τη λαμπρότητα του παρόντος, ο Ιησούς πίσω από τους μεγαλοπρεπείς λίθους βλέπει και προλέγει το οδυνηρό επικείμενο μέλλον, κατά το οποίο ο Ναός θα καταστραφεί μέχρι σημείου που να μη μείνει όρθιος ούτε ένας λίθος (στίχ. 2). Δεν πρόκειται βέβαια για vaticinium ex eventu, για προφητεία δηλ. που εκ των υστέρων αποδόθηκε στον Ιησού, γιατί, όπως σωστά παρατηρεί ο Schweizer, στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε στα λόγια του Ιησού να υπάρχει περιγραφή της καταστροφής του Ναού με εμπρησμό, πράγμα που συνέβη το 70 μ.Χ. από τα ρωμαϊκά στρατεύματα, σύμφωνα με την περιγραφή του ιστορικού Ιωσήπου (34).
Η μεγαλοπρέπεια του Ναού υπήρξε τέτοια, ώστε να λέγεται σε κάποιο ραββινικό κείμενο: «Όποιος δεν είδε την Ιερουσαλήμ στο μεγαλείο της, δεν είδε ποτέ στη ζωή του μια αξιέραστη πόλη˙ κι όποιος δεν είδε ποτέ το Ναό με όλες τις οικοδομές του, δεν είδε ποτέ στη ζωή του ένα λαμπρό οικοδόμημα» (35) . Ας ληφθεί υπόψη ότι ο Ναός με όλες τις σχετικές οικοδομές του κατείχε το 1/6 της Ιερουσαλήμ.
Τα κατά του Ναού λόγια του Ιησού βρίσκονται στη συνέχεια των απειλητικών κηρυγμάτων των προφητών της Π.Δ. (βλ. Μιχ 3,12. Ιερ 7,14. 26, 6∙18), τα υπερβαίνουν όμως με την εξαγγελία ενός ναού «αχειροποιήτου» και μιας νέας λατρείας στη θέση της παλαιάς. Αναφορά σε τέτοια λόγια του Ιησού γίνεται στη διήγηση του πάθους με το λόγιο των στίχ. 14, 58. 15, 29, που μπορεί να ανάγεται, τουλάχιστο ως προς το πρώτο μέρος του, σ’ αυτό του ερμηνευόμενου στίχ. 2.
Καθώς ο Ιησούς κάθεται στο όρος των Ελαιών, απέναντι από το Ναό, ερωτάται από τους τέσσερες πρωτόκλητους μαθητές του Πέτρο, Ιάκωβο, Ιωάννη και Ανδρέα για το χρόνο («πότε») που θα συμβούν τα διαλαμβανόμενα στο στίχ. 2 και για το «σημείο» που θα προηγηθεί και θα τα αναγγέλλει (στίχ. 34). Έτσι οι πρώτοι κληθέντες στο αποστολικό αξίωμα μαθητές γίνονται οι αποδέκτες της τελευταίας αποκάλυψης του Ιησού (Grundmann). Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ιησούς δεν απαντά στο «πότε» των μαθητών, οι οποίοι με το ερώτημα αυτό θυμίζουν τους ιουδαίους αποκαλυπτικούς συγγραφείς που προσπαθούν να υπολογίσουν και να προσδιορίσουν το χρόνο των εσχάτων, αλλά με όσα λέγει στους στίχ. 5 ε. μεταφέρει τη σκέψη των μαθητών από την καταστροφή του Ναού στα «σημεία» που θα προηγηθούν του τέλους του κόσμου, αρχίζοντας με το αίτημα της εγρήγορσης («βλέπετε»), το οποίο θα επαναληφθεί και στους στίχ. 23,33,36.

Τέτοια σημεία είναι: Η εμφάνιση ψευδομεσσιών, οι οποίοι θα πλανήσουν τους ανθρώπους (36), οι πόλεμοι και οι φήμες για πολέμους, οι εξεγέρσεις εθνών εναντίον άλλων εθνών, οι σεισμοί και η πείνα. Κι όλα αυτά είναι «αρχή ωδίνων». Πρέπει οπωσδήποτε («δει») να συμβούν, «αλλ’ ούπω) το τέλος» (στίχ. 5—8). Οι «ωδίνες» (ή «ωδίνες του Μεσσία») είναι τεχνικός όρος που στον ιουδαϊσμό δηλώνει τα δεινά πριν από τη μεσσιανική εποχή, δεινά και πόνοι που οδηγούν στον τοκετό, στον ερχομό του Μεσσία (37). Εδώ με τον όρο αυτό δηλώνονται οι θλίψεις των εσχάτων για τις οποίες γίνεται λόγος και στη συνέχεια του κεφ. 13 αλλά και σε άλλα χωρία της Κ.Δ.(38). Ορθώς ερμηνευόμενα τα λόγια του Ιησού, που θυμίζουν και πάλι το προφητικό κήρυγμα της Π.Δ.(39), προϋποθέτουν όχι αμέσως επικείμενο τέλος της ιστορίας αλλά προοπτική ιστορικής διάρκειας και δραστηριότητας της εκκλησίας προ του τέλους, το οποίον όμως βιώνει έντονα η εκκλησία ως ένα διαρκές παρόν.
Στους στίχ. 9-10 προλέγει ο Ιησούς τις θλίψεις των μαθητών του που θα οδηγηθούν, κατά το παράδειγμα του ιδίου (βλ. 8, 34), σε δικαστήρια, σε ηγεμόνες και βασιλείς για να δώσουν τη μαρτυρία για την πίστη τους. Οι στίχ. 11 — 13 παρουσιάζουν, κατά το γνωστό σύστημα του παραλληλισμού των μελών που συνηθίζει ο Ιησούς στη διδασκαλία του (40) , το ίδιο θέμα αλλά με προσθήκη νέων στοιχείων, όπως είναι ο φωτισμός τους από το άγιο Πνεύμα για το τι πρέπει να πουν και το μίσος του κόσμου προς αυτούς εξαιτίας του ονόματος του Χριστού (πρβλ. Ιω 15, 18˙ 19. 17,14). «Τριπλούς ουν έσται ο πόλεμος, σημειώνει ο Βίκτωρ Αντιοχέας, ο από των οικείων, ο από των πλάνων, ο από των πολεμίων. Αλλά μείζων η παράκλησις».

Και οι δύο ενότητες στίχων τελειώνουν με το ιεραποστολικό καθήκον των μαθητών και φυσικά της εκκλησίας παρά τα εμπόδια και τις θλίψεις: Η πρώτη ενότητα κατακλείεται με το «εις πάντα τα έθνη πρώτον δει κηρυχθήναι το ευαγγέλιον» (για το «δει» πρβλ. στίχ. 7 «δει γενέσθαι») και η δεύτερη με το «ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται». Άλλωστε το ιεραποστολικό καθήκον της εκκλησίας παρουσιάζεται ως βασική εντολή του Αναστάντος Χριστού στο τέλος του ευαγγελίου (16, 15˙ και Μθ 28, 19). Οι δυσμενείς εξωτερικές συνθήκες δεν σημαίνουν για την εκκλησία υποχώρηση προ του καθήκοντος αλλ’ εντατική δραστηριότητα για την προώθηση του χριστιανικού μηνύματος.

Η άποψη ορισμένων συγχρόνων προτεσταντών ερμηνευτών ότι ο Ιησούς ανέμενε ως επικείμενο το τέλος της Ιστορίας (βλ. σχόλια 9,1) είναι μονόπλευρη και παραθεωρεί σημαντικά χωρία της Κ. Δ. Βρίσκεται μάλιστα σε πλήρη αντίθεση με τα ερμηνευόμενα εδώ λόγια. Για να απαλλαγούν από το αδιέξοδο οι ερμηνευτές αυτοί αποδίδουν τα λόγια των στίχ. 13,7˙ 10∙13 στον ευαγγελιστή (τα θεωρούν δηλ. μεταγενέστερη προσθήκη της εκκλησίας) και όχι στον Ιησού. Είναι βέβαια αναμφισβήτητα γεγονός ότι ο Ιησούς κάνει λόγο συχνά για επικείμενη κρίση με στόχο την προτροπή σε συνεχή εγρήγορση (βλ. άλλωστε τους στίχ. 29, 33, 36 του κεφ.), παράλληλα όμως εντέλλεται και πριν και μετά από την Ανάσταση το κήρυγμα του ευαγγελίου «εις πάντα τα έθνη» («πάση τη κτίσει»), πράγμα για το οποίο απαιτούνται ευρέα χρονικά πλαίσια. Βλ. τις παραβολές του κεφ. 4. όπου οι εικόνες της σποράς, βλάστησης, αύξησης και καρποφορίας προϋποθέτουν ζωή, πρόοδο, πορεία˙ δεν εκφράζουν στατική σχέση μεταξύ παρούσας σποράς και μελλοντικής καρποφορίας αλλά δυναμική πορεία ζωής μέσα στην ιστορία.
Η πρόρρηση της καταστροφής του Ναού (στίχ. 1-2) συνεχίζεται στους στίχ. 14-20 με την πρόρρηση της μεγάλης δοκιμασίας που συνδέεται με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Η φράση «βδέλυγμα της ερημώσεως» (στιχ. 14) με την οποία εισάγεται η δραματική περιγραφή προέρχεται από το βιβλίο του Δανιήλ (9, 27. 11, 31. 12,11), όπου αναφέρεται στη βεβήλωση του Ναού που έκανε το 168 π.Χ. ο Αντίοχος Δ’ ο Επιφανής με το να τοποθετήσει μέσα σ’ αυτόν άγαλμα του Δία και να θυσιάσει χοίρο (βλ. και Α’ Μακ 1, 54 έ.). Με βεβήλωση Ναού θα αρχίσει και η προαγγελόμενη καταστροφή.

Στο ερώτημα, τι εννοεί ο Ιησούς με την αινιγματική για μας φράση, δόθηκαν διάφορες απαντήσεις από τους ερμηνευτές. Προκαταβολικά πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ιησούς θεωρεί το γεγονός επικείμενο, γι αυτό και συνιστά την άμεση φυγή από την πόλη, και ότι για τον ευαγγελιστή που παραδίδει τους λόγους του Ιησού το γεγονός είναι ήδη γνωστό. Το τελευταίο αυτό ενισχύεται από την άποψη ότι το «ο αναγινώσκων νοείτω» αποτελεί σημείωση του ευαγγελιστή, ο οποίος συνηθίζει τέτοιες παρενθετικές ή επεξηγηματικές προτάσεις στο ευαγγέλιό του (βλ. 2, 10˙ 28. 3, 30. 7,3-4˙ 11β˙ 19β. 16, 4β κ.ά.).
Ως προς το γεγονός που υπαινίσσεται ο Ιησούς δεν επικρατεί ομόφωνη άποψη μεταξύ των ερμηνευτών. Ήδη ο Θεοδώρητος Κύρου με τη σημείωσή του ότι «το ρητόν τούτο πολλαχώς εννοείται παρά τοις θείοις πατράσιν» μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι υπήρχε ποικιλία απόψεων˙ ο ίδιος αφού πρώτα αναφέρεται στη βεβήλωση του Ναού από τον Αντίοχο και κατόπιν από τον Πιλάτο ερμηνεύει το λόγιο του Ιησού ως αναφερόμενο στον Αντίχριστο, στηριζόμενος και στα περί «ανθρώπου της ανομίας» του Β’ Θεσ 2,3 έ. Ο Βίκτωρ πρεσβύτερος Αντιοχείας αναφέρει απόψεις άλλων, ίσως αρχαιοτέρων του, από τους οποίους οι μεν εννοούν με το βδέλυγμα τους στρατιώτες που μπήκαν στο Ναό (τους ρωμαίους μάλλον) και οι δε «τον αδριάντα του τότε την πόλιν ελόντος» (προφανώς του Τίτου)˙ ο ίδιος δέχεται το δεύτερο («ο και μάλιστα μοι δοκεί λόγον έχειν»). Την άποψη ότι με το «βδέλυγμα της ερημώσεως» νοείται όχι ο αδριάντας του αλλά ο ίδιος ο ρωμαίος στρατηγός Τίτος (άλλωστε το «εστηκότα» είναι αρσενικό — constuctio ad sensum)(41) δέχονται αρχαιότεροι και νεώτεροι ερμηνευτές (42) .

Από τους δεύτερους ο Haenchen ομιλεί για τις ρωμαϊκές δυνάμεις γενικώς που επιβάλλουν με τη βία τη λατρεία του αυτοκράτορα. Την άποψη περί ρωμαϊκών στρατευμάτων απηχεί και η παράλληλη διήγηση του Λουκά (21,20 «όταν δε ίδητε κυκλουμένην υπό στρατοπέδων την Ιερουσαλήμ, τότε γνώτε ότι ήγγικεν η ερήμωσις αυτής»).
Την πρόρρηση του Ιησού βλέπουν άλλοι ερμηνευτές να πραγματοποιείται με την εγκατάσταση των ιουδαίων Ζηλωτών μέσα στο Ναό κατά την εξέγερση τους εναντίον των Ρωμαίων (43). Οι ερμηνευτές αυτοί επικαλούνται τη μαρτυρία του Iώσηπου, ο οποίος περιγράφει τη βεβήλωση του Ναού από τους Ζηλωτές (44). Πολλοί, επικαλούμενοι το αρσενικό γένος του «εστηκότα», εννοούν τον Αντίχριστο για τον οποίο ομιλεί και ο Απ. Παύλος στη Β’ Θεσ 2,3 έ. (45). Βέβαια μερικοί εκ των ερμηνευτών της ομάδας αυτής πιστεύουν ότι οι λόγοι των στίχ. 14-20 αναφέρονται όχι στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ αλλά στη δοκιμασία των εσχάτων ημερών.

Αλλά και όσοι αναφέρονται σε κάποιο ιστορικό πρόσωπο ή γεγονός δεν παραλείπουν να σημειώσουν ότι γίνεται παράλληλα και κάποιος υπαινιγμός στην πρόθεση του Καλιγούλα το 40 μ.Χ. να εγκαταστήσει το άγαλμά του μέσα στο Ναό του Σολομώντα, πράγμα που τελικά ματαίωσε ο θάνατός του το 41 μ.Χ. Άλλοι, τέλος, από τους αρχαίους ιδίως ερμηνευτές, αναγνωρίζοντας την ερμηνευτική δυσχέρεια, καταφεύγουν στην αλληγορική ερμηνεία˙ γράφει π.χ. ο Θεοφύλακτος: «Βδέλυγμα της ερημώσεως εστιν παν νόημα σατανικόν, εστώς εν τόπω αγίω τω ημετέρω νοΐ. Τότε… ο εξομολογησάμενος ανατρεχέτω εις τα όρη των αρετών» (46).
Η παρενθετική πρόταση «ο αναγινώσκων νοείτω» δηλώνει ότι για τον αναγνώστη της εποχής του ευαγγελίου η έννοια της έκφρασης «το βδέλυγμα της ερημώσεως» ήταν σαφέστερη απ’ ό,τι για το σημερινό αναγνώστη. Πάντως όποιο πρόσωπο κι αν εννοείται στο στίχο αυτό, που σχετίζεται βέβαια με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τα ρωμαϊκά στρατεύματα, το πρόσωπο αυτό είναι προάγγελος του Αντιχρίστου και ενσάρκωση της δύναμης του κακού που αρχίζει το καταστροφικό της έργο από το Ναό του Θεού.

Η ζωηρότητα των εκφράσεων και η αμεσότητα των προτροπών (φυγή εσπευσμένη στα όρη, ευχή να μη συμβεί αυτό κατά το χειμώνα κλπ.) καθιστούν σαφές ότι πρόκειται για την επικείμενη καταστροφή της άγιας πόλης˙ για το ότι η προλεγόμενη εδώ καταστροφή δεν έχει στοιχεία υπερβολής πείθεται κανείς διαβάζοντας την περιγραφή της πολιορκίας και καταστροφής της Ιερουσαλήμ που δίνει ο Ιώσηπος (47). Θα είναι τόσο τρομακτική η καταστροφή, ώστε να προσφέρεται ως εικόνα και προανάκρουσμα της συντέλειας του κόσμου.

Οι δύο πραγματικότητες συμπλέκονται στα λόγια του Ιησού και στον κάλαμο του Μάρκου, ώστε από τη μια να πηγαίνει η σκέψη του αναγνώστη στην άλλη. Γι’ αυτό, νομίζουμε πως όποιο πρόσωπο κι αν είναι αυτό που αποτελεί το βδέλυγμα στα μάτια Θεού και ανθρώπων, το πρόσωπο αυτό προανακρούστηκε με τον Αντίοχο τον Επιφανή και προανακρούει με τη σειρά του αυτόν ο οποίος είναι «ο άνθρωπος της ανομίας, ο υιός της απωλείας, ο αντικείμενος και υπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα, ώστε αυτόν εις τον ναόν του Θεού καθίσαι, αποδεικνύντα εαυτόν ότι εστίν Θεός» (Β’ Θεσ 2, 3—4).
Η προτροπή του Ιησού «οι εν τη Ιουδαία φευγέτωσαν εις τα όρη» ακολουθήθηκε από τους χριστιανούς της μητέρας των εκκλησιών που, όπως διηγείται ο Ευσέβιος (48), εγκατέλειψαν την Ιερουσαλήμ κατά την έναρξη του Ιουδαϊκού πολέμου και κατέφυγαν στην Πέλλα της Δεκάπολης.
Η κρισιμότητα των ημερών της φυγής δηλώνεται και με τις προτροπές των στίχ. 15 έ.: Αυτός που βρίσκεται στο «δώμα» (49) να σπεύσει να φύγει χωρίς να μπει μέσα στο σπίτι για να πάρει κάτι μαζί του˙ όποιος εργάζεται στο χωράφι να μη γυρίσει πίσω στο σπίτι του για να πάρει το πανωφόρι του˙ ιδιαίτερα οδυνηρή θα είναι η φυγή για τις έγκυες και θηλάζουσες γυναίκες˙ γι’ αυτό και η προσευχή όλων προς το Θεό πρέπει να συνίστασται στο να μη λάβει χώρα το γεγονός κατά το χειμώνα˙ τέτοια «θλίψις» δεν συνέβη από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος, ούτε θα συμβεί στο μέλλον. Η φροντίδα του Θεού όμως για τους «εκλεκτούς» θα έχει ως συνέπεια τη συντόμευση του χρόνου της δοκιμασίας. Οι λόγοι του Ιησού για την κρισιμότητα της κατάστασης θυμίζουν ανάλογες φράσεις των προφητών της Π.Δ. (50). Όσο κι αν παρέχουν την εντύπωση «σημιτικής υπερβολής» (Lane), καθόλου δεν αφίστανται της πραγματικότητας που περιγράφει ο Ιώσηπος σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Στους στίχ. 21—23 επανέρχεται ο Ιησούς στο θέμα της πλάνης των ανθρώπων από ψευδοχρίστους και ψευδοπροφήτες (βλ. ήδη στίχ. 3—6), αλλά τώρα το θέμα τοποθετείται στη συνάφεια της σύγχυσης που επικρατεί σε δυσχερείς ιστορικές καταστάσεις όπως αυτή του στίχ. 14 έ. Το βάρος της προτροπής βρίσκεται στη φροντίδα του Θεού για τους «εκλεκτούς», οι οποίοι δεν πρέπει να αιφνιδιαστούν, εφόσον ο Ιησούς «προείρηκε πάντα».
Ότι η ερήμωση της Ιερουσαλήμ αποτελεί εικόνα και προανάκρουσμα της τελικής κρίσης τονίσθηκε ήδη προηγουμένως˙ εδώ φαίνεται σαφέστερα και με όσα ακολουθούν στους στίχ. 24—27 για την έλευση του Υιού του ανθρώπου, η οποία περιγράφεται με γνωστές από την Π.Δ. προφητικές παραστάσεις (51). Τρία είναι τα βασικά σημεία της περιγραφής: Η μεταβολή του τωρινού σχήματος του κόσμου (πρβλ και στίχ. 31), η ένδοξη και δυναμική παρουσία του Υιού του ανθρώπου και η επισύναξη των «εκλεκτών» από τα πέρατα της γης. Το τρίτο στοιχείο πρέπει να συμπληρωθεί με όσα λέγονται σε άλλα κείμενα της Κ.Δ. για τη γενική ανάσταση και κρίση (π.χ. Μθ 25, 31-46. Α’ Κορ 15. Α’ Θεσ 4. 13-18 κ.ά.)˙ εδώ, καθώς και στο κεφ. 13 γενικότερα, κυριαρχεί το θέμα της φροντίδα του Θεού για τους «εκλεκτούς».
Στο «πότε ταύτα έσται» και «τί το σημείον» που ρωτούν οι μαθητές στο στίχ. 4 απαντά ο Ιησούς κοντά στα άλλα και με την παραβολή της συκιάς (στίχ. 28-31)(52): Όπως από τα κλαδιά της, που κατά την άνοιξη γίνονται απαλά και αρχίζουν να εκφύουν φύλλα, καταλαβαίνει κανείς ότι πλησιάζει το καλοκαίρι, έτσι έχει την αίσθηση του εγγίζοντος τέλους όταν βλέπει να πραγματοποιούνται αυτά που αναγγέλλονται στον εσχατολογικό λόγο του κεφ. 13. Η διαβεβαίωση του στίχ. 30 ότι θα υπάρχει ακόμη αυτή η γενεά «μέχρις ου ταύτα πάντα γένηται» εγείρει το ερώτημα, εάν το «ταύτα πάντα» αναφέρεται στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ ή στα σημεία που προανακρούουν το τέλος.

Ο Θεοφύλακτος παραμερίζει τη δυσκολία, δεχόμενος ότι με το «η γενεά αύτη» νοείται το γένος των χριστιανών, το οποίο δεν πρόκειται να εκλείψει από την ιστορία μέχρι το τέλος του κόσμου. Σωστότερη είναι η ερμηνεία κατά την οποία, όπως ήδη σημειώσαμε, η εικόνα της καταστροφής ,της Ιερουσαλήμ και της τελικής κρίσης συνάπτονται σε μια ενότητα, ώστε να μεταβαίνει κανείς αμέσως από τη μια στην άλλη. Η επικείμενη ιστορική καταστροφή προανακρούει τα έσχατα, τα οποία βιώνει η εκκλησία ως παρούσα πραγματικότητα που η ολοκλήρωσή της είναι πάντα «επί θύρας». Η αυθεντία και το αναλλοίωτο των λόγων του Ιησού τονίζονται στο στίχ. 31 (πρβλ. Μθ 5, 18).
Ο Εσχατολογικός λόγος τελειώνει με τη διδασκαλία περί του αγνώστου της «ημέρας εκείνης ή της ώρας» (53) του αγνώστου χρόνου δηλ. της τελικής κρίσης (στίχ. 3 — 36). Έτσι στο «πότε» των μαθητών δίδεται οριστικά η απάντηση ότι «ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι εν ουρανώ ουδέ ο υιός, ει μη ο πατήρ» (στίχ. 32)(54). Το «ουδέ ο υιός», κατά την επικρατούσα στους πατέρες της εκκλησίας ερμηνεία, αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση του Χριστού. Γράφει π.χ. ο Κύριλλος Αλεξανδρειάς: «Ουκ άρα του Θεού Λόγου η άγνοια, αλλά της του δούλου μορφής, της τοσαύτα κατ’ εκείνο καιρού γινωσκούσης όσα η ενοικούσα θεότης απεκάλυψε». Και ο Μ. Βασίλειος: «Έστιν ουν ο νους ο παρά Μάρκω τοιούτος˙ Περί δε της ημέρας εκείνης ή ώρας ουδείς οίδεν, ούτε οι άγγελοι του Θεού, αλλ’ ουδ’ αν ο Υιός έγνω, ει μη ο Πατήρ˙ εκ γάρ του Πατρός αυτώ υπήρχε δεδομένη η γνώσις». Ο Θεοφύλακτος, τέλος, σημειώνει ότι ο Ιησούς λέγει τη φράση αυτή για λόγους παιδαγωγικούς, για να αποφύγει δηλ. περισσότερες ερωτήσεις των μαθητών για την ημέρα εκείνη.
Οι νεώτεροι υπομνηματιστές, αποφεύγοντας Χριστολογικές διατυπώσεις, δέχονται ότι το βάρος της φράσης του Ιησού βρίσκεται στον τονισμό της ανάγκης για εγρήγορση της εκκλησίας εν όψει της ώρας της κρίσης, την οποία έκτος από τον Πατέρα «ουδείς οίδεν» (πρβλ. και στίχ. 33: «ουκ οίδατε γάρ πότε ο καιρός εστίν» και στίχ. 35: «ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται»˙ βλ. και Πρ 1, 8). Άλλωστε στη συνέχεια του Εσχατολογικού λόγου προβάλλεται για άλλη μια φορά και μάλιστα με επαναλαμβανόμενες όμοιες εκφράσεις το αίτημα της εγρήγορσης με την παραβολή του θυρωρού (στίχ. 33-36), η οποία εισάγεται με το «βλέπετε αγρυπνείτε» που αποτελεί το Leitmotiv του κεφ. 13.

Ο άνθρωπος της παραβολής πριν από την αποδημία του, αναθέτει διάφορες εξουσίες στους δούλους, «εκάστω το έργον αυτού», και στο θυρωρό εντέλλεται να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση, γιατί δεν είναι γνωστό πότε θα επιστρέψει: «ή οψέ ή μεσονύκτιον ή αλεκτοροφωνίας ή πρωί». Είναι πολύ ενδιαφέρουσα και αξιοπρόσεκτη η εξατομικευμένη και υπαρξιακή ερμηνεία του Θεοφυλάκτου, κατά την οποία «οψέ μεν εφίσταται το τέλος, όταν τις γηράσας αποθάνη. Μεσονύκτιον δε, όταν τις μέσης ηλικίας ειη. Αλεκτοροφωνίας δε, όταν ο λόγος εν ημίν συμπληρωθή. Πρωία δε η παντελώς παιδική ηλικία. Δει ουν πάντας προνοείσθαι του τέλους». Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι το αίτημα της εγρήγορσης απευθύνεται όχι μόνο στους μαθητές αλλά μέσω αυτών σε όλα τα μέλη της εκκλησίας: «ο δε υμίν λέγω, πάσιν λέγω, γρηγορείτε» (στίχ. 37).
**
Τα κεντρικά θεολογικά νοήματα του Εσχατολογικού λόγου μπορούν να συνοψισθούν ακολούθως:
α) Παρά τα δεινά, τους πολέμους και τις καταστροφές που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ιστορία, «κύριος της οικίας» είναι ο Θεός, ο οποίος την κατευθύνει «εις τέλος».
β) Έργο των πιστών δεν είναι ο χρονικός υπολογισμός του τέλους («πότε») αλλ’ η συνεχής εγρήγορση εν όψει του τέλους, πράγμα που τονίζουν οι ύμνοι της εκκλησίας μας και ιδιαίτερα οι της Μ. Τεσσαρακοστής.
γ) Παρόν και μέλλον, δηλ. Εκκλησιολογία και Εσχατολογία, είναι τόσο συνυφασμένα στα λόγια του Ιησού που παραδίδει ο Μάρκος στο κεφ. 13, ώστε κάθε στιγμή της ιστορικής ζωής της εκκλησίας να είναι μεν κατάλληλη ευκαιρία ιεραποστολικής δραστηριότητας «εις πάντα τα έθνη», συγχρόνως όμως και «καιρός», κατά τον οποίο είναι δυνατή και πιθανή η αιφνίδια έλευση του Υιού του ανθρώπου για την κρίση του κόσμου.

Υποσημειώσεις

(33). Από την πλούσια σύγχρονη σχετική βιβλιογραφία βλ. G. R. Beaslay-Murray, Jesus and the Future. An Examination of the Criticism of the Eschatological Discourse, Mark 13 with special reference to the Little Apocalypse Theory, 1954∙ του ίδιου, A Commentary on Mark Thirteen. 1957, G. Conzelmann, «Geschichte und Eschaton nach Mc 13», ZNW 50(1959), 210-221 (= Theologie aIs Schriftauslegung, 1974, 62-73). Ch. Perrot, «Essais sur le discours eschatologique», RSR 47(1959), 481-514. L. Hartma,. Prophecy Interpreted. The Formulation of some jewish Apocalyptic Texts and the Eschatological Discourse Mark 13 Par, 1966. R. Pesch, Naherwartungen. Tradition und Redaktion in Mark 13, 1968. L. Gaston, No Stone on Another. Studies in the Significance of the Fall of Jerusalem in the Synoptic Gospels, 1970. F. Rousseau, «La structure de Marc 13», Biblica 56(1975), 157-172.
(34). Ιουδ. Πόλεμος 6, 250 ε.. Ιδιαίτερα βλ. 6, 271: «Καιομένου δε του ναού των μεν προσπιπτόντων ην αρπαγή, φόνος δε των καταλαμβανομένων μυρίος και ούτε ηλικίας ην έλεος ούτ’ εντροπή σεμνότητος, αλλά και παιδία και γέροντες και βέβηλοι και ιερείς ομοίως ανηρούντο…»˙ και 7, 3: « Τον δ’ άλλον άπαντα της πόλεως περίβολον ούτως εξωμάλισαν οι κατασκάπτοντες, ως μηδεπώποτ’ οικησθήναι πίστιν αν έτι παρασχείν τοις προσελθούσι».
(35). TB Sukka 41b. Baba Bathra 4a, παράθεση στου Lane. Πρβλ. και περιγραφή του Ναού από τον Ιώσηπο, Ιουδ. Αρχαιολογία 15, 11, 3.
(36). Ψευδομεσσίες εμφανίσθηκαν και στον ιουδαϊκό κόσμο (βλ. Πρ. 5, 36 ε. 21, 38. Ιωσήπου, Ιουδ. Αρχαιολογία 18, 1, 1. 3, 5) αλλ’ η σκέψη του Ιησού στρέφεται μάλλον στους αντίχριστους του χριστιανικού κόσμου (βλ. π.χ. Πρ 20, 29 ε. Α’ Ιω 2, 18) ή ακόμη και στον αντίχριστο (βλ. Β’ Θεσ 2, 3), για τον οποίον βλ. λ. «Αντίσχριστος», ΛΒΘ, 100-102.
(37). Billerbeck I, 905. 4, 977.
(38). Κολ. 1, 24. Μθ 24, 21∙ 29. Πρ 14, 22. Πρβλ. και Ησ 13, 8. 26, 17. Μιχ 4, 9ε. Ως 13, 13 κ.ά. π.
(39). Τα περί Ψευδομεσσιών φέρουν στη νου μας την περιγραφή των ψευδοπροφητών (βλ. Ιερ. 23. 13∙ 32. 29, 8έ.)˙ τα περί πολέμων και φημών για πολέμους μας θυμίζουν τα χωρία Ησ 13. 6 έ. 17, 14. Ιερ 4. 19 έ. 6, 29 έ. Ιωηλ 2, I έ. Ναούμ 2, 11 κ.α.
(40). Βλ. σχετικώς C. F. Burney, The Poetry of Our Lord, 1925, 16, 20 έ. M. Black, An Aramaic Approach to the Gospels and Acts, 105, 117.
(41). Blass-Debrunner, § 143, 3.
(42). Ζιγαβηνός, Pesch, Haenchen κ.ά.
(43). Τρεμπέλας. Lane, κ.α.
(44). Ιουδ. Πόλεμος 4, 162 έ. 388.
(45) Θεοδώρητος, Lohmeyer, Branscomb, Schniewind, Schmid, και W. Bauer στο λ. «βδέλυγμα».
(46). Βλ. και Θαλασσίου μοναχού: «Σαφώς αποδέδεικται, ότι τόπος άγιος και ναός υπάρχει ο νους του ανθρώπου, εν ω οι δαίμονες δια των εμπαθών λογισμών την ψυχήν ερημώσαντες, το είδωλον της αμαρτίας έστησαν» (Cramer, 1, 197).
(47). Ιουδ. Πόλεμος, βιβλ. 5.
(48). Εκκλ. Ιστορία Γ’ 5, 3. ΒΕΠ 19, 253˙ βλ. και Επιφανίου, Κατά αιρέσεων 29, 7. PG 41, 401.
(49). «Δώμα» είναι ο άνω όροφος του παλαιστινού σπιτιού, ένα είδος ταράτσας ή σοφίτας στην οποίαν ανέβαινε κανείς με εξωτερική σκάλα˙ ο χώρος αυτός προσφερόταν για ανάπαυση ή για προσευχή (βλ. Πρ 10, 9).
(50). Βλ. π.χ. Ιερ 30, 7. Ιωήλ 2, 2. Βαρ 2, 2 κ.ά.
(51) Βλ. Ιδιαιτέρως Δαν 7, 13 Ησ 13, 10. 34, 4. Ιεζ 32, 7∙8. Αμ 8, 9. Ιωήλ 2, 30. Ζαχ 2, 10. Δευτ 30, 4. Από την ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία βλ. Δ ‘Έσδρας 9, 3. 13, 30. Συρ. Αποκάλυψις Βαρούχ 27. 2-13. 48, 32. 70. 8-9 κ.ά.
(52) Περισσότερα για την παραβολή βλ. στο άρθρο του J. Dupont, «La parabole du figuier qui bourgeonne», RB 75(1968), 526-48.
(53). Με την «ημέρα», ή «ημέρα του Κυρίου», νοείται τόσο στην Π.Δ. ( Αμ 8, 3. 9, 11. Μιχ. 4, 6. 5, 9. 7, 11. Ιωήλ 3, 18. Ζαχ 9, 16) όσο και στην Κ.Δ. (Φιλ 1, 6˙ 10. Α’ Κορ 1, 8. 5, 15. Α’ Θεσ 5, 2. Β Θεσ 2, 2 κ.ά.) η ήμερα της τελικής κρίσης. Βλ. Δ. Καϊμάκη, «Η ημέρα Κυρίου στους προφήτες της Π.Δ.», ΕΕΘΣΘ (1986).
(54). Για το πρόβλημα κριτικής του κειμένου που υπάρχει στο παράλληλο χωρίο Μθ 24, 36, στο οποίο πολλά χειρόγραφα παραλείπουν το «ουδέ ο υιός». βλ. Μ. Σιώτη, «Το απόρρητον της ημέρας και της ώρας της Δευτέρας Παρουσίας», Θεολογία 58(1987), 7-35.

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »