kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχιμ. Ιωάννης (Ψαρράς) Διονυσιάτης

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Μαΐου, 2014

τοῦ κ. Γεωργίου Θ. Μηλίτση, διδασκάλου
῞Ενα εὔοσμο ἄνθος πού ἄνθισε στό Περιβόλι τῆς Παναγίας καί εἰδικότερα στό μοναστήρι τοῦ ῾Οσίου Διονυσίου κάτω ἀπό τό ἄγρυπνο βλέμμα καί τό ἅγιο παράδειγμα τοῦ μακαριστοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς παπα-Γαβριήλ εἶναι καί ὁ ᾽Αρχιμανδρίτης παπα-᾽Ιωάννης Διονυσιάτης, κατά κόσμον Γεώργιος Ψάρρας.
῾Ο Γεώργιος γεννήθηκε στό Μεσενικόλα Καρδίτσης τό 1914 καί ἦταν ἕνα ἀπό τά ἕξι παιδιά τοῦ Χρήστου καί τῆς ᾽Ανδρομάχης Ψάρρα. Οἱ γονείς του ἦταν πτωχοί ἀλλά ἐργατικοί καί θεοφοβούμενοι. ᾽Από μικρός ἔβλεπε τή μητέρα του νά πηγαίνει τακτικά στήν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ, νά ἀνάβει τά καντήλια καί νά προσεύχεται. Πόσες φορές δέν τήν συνόδευσε, ὅταν πήγαινε, νά προσευχηθεῖ καί νά ἀνάψει τά κανδήλια στό μοναστήρι τοῦ ἁγίου Δημητρίου καί στό ἐξωκκλήσι «Παναγία»! ῞Οταν στέκονταν μπροστά στίς τοιχογραφίες τοῦ κατάγραφου καθολικοῦ μέ ἁγία περιέργια τή ρωτοῦσε τί ἔδειχναν οἱ παραστάσεις πού ἔβλεπε, κι ἐκείνη, ἄν καί ἀγράμματη, τοῦ ἔδινε ἀπαντήσεις πού τόν ἱκανοποιοῦσαν.
᾽Από μικρός μπῆκε στή δούλεψη˙ βοηθοῦσε, ὅπως καί τά ἄλλα του ἀδέλφια, τούς γονεῖς του στίς δουλειές τῆς οἰκογένειας. Καθημερινά συνόδευε τόν πατέρα του, ὅταν πήγαινε στά χωράφια πού εἶχαν στή Νευρόπολη καί στά ἀμπέλια, πού ἦταν κάτω ἀπό τό χωριό. Πόση χαρά ἔπαιρνε, ὅταν κατά τό τέλος Σεπτεμβρίου τρυγοῦσαν τά ἀμπέλια τους. Τήν περίοδο ἐκείνη ὅλο τό χωριό, μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες κατηφόριζαν πρός τά ἀμπέλια καί μέ τό τραγούδι στό στόμα τρυγοῦσαν καί μάζεβαν χωριστά τά κέρινα, τά πατίκια, τά μοσχάτα, … . Χώριζαν ἀκόμα αὐτά πού ἦταν γιά κρασί ἀπό αὐτά πού θά κρεμοῦσαν γιά νά τά ἔχουν γιά φαγητό κατά τό χειμώνα. Οἱ γυναῖκες, ὅταν ἀργότερα πατοῦσαν τά σταφύλια, ἔπαιρναν μοῦστο καί τόν ἔβραζαν κι ἔφτιαχναν πετιμέζι μέσα στό ὁποῖο ἔβαζαν λεπτές φέτες ἀπό κολοκύθι, τά ρετζέλια, ἤ σύκα ἤ δαμάσκηνα ἤ κυδώνια τά ὁποῖα τά ἔτρωγαν κατά τίς κρύες νύχτες τοῦ χειμώνα, ὅταν ὅλη ἡ οἰκογένεια ἦταν συγκεντρωμένη γύρω ἀπό τό τζάκι κι ἄκουγαν τόν παππού ἤ τόν πατέρα νά τούς διηγεῖται παραμύθια μέ νεράιδες, καλότυχες, βασιλοποῦλες καί ὅτι ἄλλο ἡ φαντασία τῶν ἑλλήνων ἐδημιούργησε.
῾Ο Γεώργιος δέν διακρίνονταν μόνο γιά τήν ἐργατικότητά του, ἀλλά ξεχώριζε καί γιά τήν εὐφυΐα του, γι᾽ αὐτό οἱ γονεῖς του θεώρησαν καθῆκον τους νά τόν στείλουν στό σχολεῖο γιά νά μάθει γράμματα, «νά ἀνοίξουν τά μάτια του», ὅπως ἔλεγαν. Πράγματι μετά τό Δημοτικό πῆγε στό Σχολαρχεῖο, πού λειτουργοῦσε τήν ἐποχή ἐκείνη στή γενέτειρά του. Δέν μπορέσαμε νά μάθουμε ἄν πῆγε καί στό Γυμνάσιο.
Στό χωριό σπάνια ἔρχονταν ξένοι ἐπισκέπτες κι αὐτοί κυρίως τό καλοκαίρι. Οἱ περισσότεροι πού ἔρχονταν ἦταν χωριανοί ξενιτεμένοι οἱ ὁποίοι σέ ὅσους πήγαιναν νά τούς καλωσορίσουν διηγοῦνταν πῶς περνοῦν στήν ξενητιά καί τί βλέπουν ἐκεῖ τά μάτια τους.
᾽Εκεῖνος πού συγκέντρωνε σχεδόν ὅλους τούς χωριανούς ἦταν ὁ μοναχός Γαβριήλ πού ἀσκήτευε στό μοναστήρι τοῦ Διονυσίου στό ῞Αγιον ῎Ορος. Τίς ἀφηγήσεις τοῦ Γέροντα ὅλοι τίς ἄκουγαν «μέ ἀνοιχτό τό στόμα» καί τερπόταν ἡ καρδιά τους, ἐνῶ ἡ φαντασία τους φτερούγιζε στούς ἀπόκρυμνους βράχους, στίς πλαγιές, στά διάσελα καί στά δάση τοῦ ῎Αθωνα, ἐκεῖ πού ζοῦσαν αἰωνόβιοι ἐξαϋλωμένοι ἀσκητές, μέ κάτασπρα μακρυά γένια πού ἔφταναν ἕως τά γόνατα τῶν ποδιῶν τους καί ἡμίγυμνοι (γιά σκληρότερη σωματική καί πνευματική ἄσκηση).
῾Ο γερο-Γαβριήλ τούς ἔλεγε ἀκόμα γιά τίς θαυματουργές εἰκόνες πού ἔχει τό μοναστήρι τους καί τά θαύματα πού κάνει τό ἱερό λείψανο τοῦ Προδρόμου, πολύτιμος θησαυρός τοῦ μοναστηριοῦ τους. Στούς ἄνδρες ἔδινε κομποσχοίνι καί τούς προέτρεπε νά λέγουν τήν εὐχή, τό «Κύριε ᾽Ιησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» στίς δέ γυναῖκες ξύλινο σταυρουδάκι καί θυμίαμα. Σταυρουδάκια μοίραζε καί στά παιδιά καί τά συμβούλευε νά τόν ἔχουν πάντοτε μαζί τους. ῞Ολους τούς προέτρεπε νά προσεύχονται καί νά μή ξεχνοῦν νά κάνουν μετάνοιες πρίν κοιμηθοῦν.
Αὐτά τά ἄκουγε καί ὁ Γεώργιος κι ἄναψε μέσα του ὁ ἱερός πόθος νά πάει στό ῞Αγιον ῎Ορος, ὄχι γιά νά τό ἐπισκεφθεῖ, ἀλλά γιά νά ἀφιερωθεῖ ψυχή τε καί σώματι στό Θεό. Πῶς ὅμως νά πεῖ αὐτήν τήν ἐπιθυμία του στούς γονεῖς του; ῎Ηξερε ὅτι δέν θά τόν ἄφηναν νά πάει νά μονάσει. ῎Ετσι πῆρε τήν ἀπόφαση νά φύγει ἀπό τό σπίτι κρυφά.
Στό μοναστήρι τοῦ Διονυσίου
Πράγματι μόλις βρῆκε εὐκαιρία, τό 1934, ἔφυγε καί ποιός ξέρει μετά ἀπό πόση ταλαιπωρία ἔφθασε στή Δάφνη ἀπ᾽ ὅπου πῆρε τό καΐκι καί ἦλθε στή Μονή τοῦ ῾Οσίου Διονυσίου. Τά χρόνια ἐκείνα ἡ Μονή ἤκμαζε πνευματικά, ὅπως καί σήμερα, καί ἀσκοῦνταν ἐκεῖ μεγάλα πνευματικά ἀναστήματα. Προσῆλθε γιά νά δοκιμασθεῖ καί νά γίνει, ἄν τό ἐπέτρεπε ὁ Θεός, «ἐν καιρῷ τῷ δέοντι» μοναχός.
᾽Αφοῦ τακτοποιήθκε σέ δωμάτιο ζήτησε νά δεῖ τόν Γέροντα Δοσίθεο, ἡγούμενο τῆς Μονῆς, καί τόν μοναχό Γαβρήλ. Πράγματι σύντομα συνάντησε τόν Γέροντα τῆς Μονῆς ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τίς κατάλληλες συμβουλές καί τόν ἔγραψε στό μοναχολόγιο σά δόκιμο. ᾽Αργότερα μετά τήν τράπεζα συνάντησε καί τόν συγχωριανό του μοναχό Γαβρήλ ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκεῖ 24 χρόνια. ῾Ο Γαβριήλ τόν καλωσόρισε καί τοῦ εἶπε τί πρέπει νά προσέξει διότι ὁ μισόκαλος διάβολος θά προσπαθοῦσε νά μαράνει τόν πόθο καί τόν ἐνθουσιασμό του.
Μετά ἀπό τρία χρόνα, τό 1937, ὁ παπα-Γαβριήλ σάν ἡγούμενος τοῦ μοναστηριοῦ, βαθύτατα συγκινημένος, ἔκανε τήν κουρά του καί τόν ὀνόμασε ᾽Ιωάννη. Στούς πατρικούς λόγους του κατά τήν κουρά τοῦ ὑπενθύμησε ὅτι «᾽Ιωάννης θά πεῖ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Προσπάθησε κι ἐσύ νά γίνεις ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Νά ἀγαπήσεις τήν προσευχή, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία. Νά μισήσεις τά χρήματα, ἄλλωστε τό μοναστήρι θά σοῦ δίνει ὅλα ὅσα θά ἔχεις ἀνάγκη. Νά διώχνεις ἀπό τό μυαλό σου ἀμέσως κάθε ἀπρεπή σκέψη πού σοῦ βάζει ὁ πονηρός καί νά κάνεις ὑπακοή ὄχι μόνον στούς μεγαλυτέρους σου ἀλλά καί στούς νεώτερους ἀδελφούς καί πατέρας. Τό εὐλόγησον νά εἶναι συνεχῶς στό στόμα σου. Προσπάθησε νά γίνεις μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τίς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μας καί τοῦ Προφήτου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου πού φέρεις τό ὄνομά του ἔνσαρκος ἄγγελος, ὅπως ἦταν κι αὐτός. ῎Αν κατορθώσεις νά πραγματοποιήσεις ὅλα τά παραπάνω νά εἶσαι βέβαιος ὅτι, ὅταν θά σέ καλέσει κοντά Του ὁ Κύριος τόν ὁποῖο τόσο ἀγάπησες, τήν ψυχή σου θά τήν πάρουν ἄγγελοι φωτεινοί καί φαιδροί καί θά τήν ὁδηγήσουν στό θρόνο Του. Καλόν παράδεισο, παιδί μου».
῾Ο π. ᾽Ιωάννης ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς πλέον δυναμικούς μοναχούς τῆς Διονυσιακῆς ᾽Αδελφότητας καί ὑπηρέτησε τή Μονή τῆς μετανοίας του ἀπό πολλές καίριες θέσεις. ῾Ο Γέρο – Γαβριήλ βλέποντας τό ζῆλο του, τήν πνευματική πρόοδό του καί τίς ἀνάγκες τῆς μονῆς ἀποφάσισε νά χειροτονηθεῖ Διάκονος. ῎Ετσι τό 1938 χειροτονήθηκε διάκονος. Πρεσβύτερος ἔγινε στίς 24 ᾽Ιουνίου 1943, τήν ἡμέρα πού πανηγύριζε τό μοναστήρι τό Γενέθλιο τοῦ ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου.
῾Ο π. ᾽Ιωάννης, φιλομαθής καθῶς ἦταν, τίς ἐλεύθερες ὧρες του τίς περνοῦσε στή βιβλιοθήκη τῆς μονῆς. Τά πατερικά συγγράμματα ἦταν οἱ ἀχώριστοι φίλοι του. ῾Ο ἡγούμενος βλέποντας τή μεγάλη του φιλομάθεια ἀποφάσισε νά τόν στείλει στόν κόσμο γιά νά σπουδάσει στή Θεολογική σχολή.
῾Ο παπα-᾽Ιωάννης ὑπηρέτησε τό μοναστήρι σάν ἱερομόναχος γιά ἑπτά χρόνια. Στίς 17 Αὐγούστου 1950, ἀφοῦ γιόρτασε τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου στή μετάνοιά του, ἀνεχώρισε ἀπ᾽ αὐτή μέ τήν εὐχή τοῦ ῾Ηγουμένου καί τῆς ἀδελφότητος γιά σπουδές.
Στίς σχολές πού φοίτησε ἦταν πρότυπο καλοῦ, ἐναρέτου, φιλομαθούς καί φιλοπόνου μαθητοῦ. Οἱ συσπουδαστές του πάντα τόν θυμόντουσαν καί προσπαθοῦσαν νά ἔχουν ἐπικοινωνία μαζί του. ῞Ολα αὐτά τά χρόνια ὁ π. ᾽Ιωάννης ἀπέκτησε δεκάδες πνευματικά τέκνα τά ὁποῖα νουθετοῦσε καί τά ἐνίσχυε στήν πρός τόν Χριστό ἀνηφορική πορεία τους γιά τήν τελείωσή τους.
Στό γεώργιον τῆς Βοιωτίας
῞Οταν ὁ π. ᾽Ιωάννης ὅταν τελείωσε τίς σπουδές του στή Θεολογική Σχολή εἶδε ὅτι ἄνοιγαν μπροστά του δύο δρόμοι˙ ὁ δρόμος τῆς τελείας ἀφιερώσεως του στόν Κύριο, δηλάδή νά ἐπιστρέψει στή μετάνοιά του καί ὁ δρόμος τῆς ῾Ιεραποστολῆς, δηλαδή νά πάει σέ μιά Μητρόπολη καί νά ὑπηρετήσει σάν ἱεροκήρυξ. ᾽Από τό ἀδιέξοδο τόν ἔβγαλε ὁ ἀπό Παραμυθίας μακαριστός Μητροπολίτης Θηβῶν καί Λεβαδείας κυρός Δωρόθεος Βασιλᾶς (1957-1966) ὁ ὁποῖος τόν κάλεσε νά ἐργασθεῖ κοντά του.
῾Ο μακαριστός Μητροπολίτης Δωρόθεος, ὅταν γνώρισε τόν π. ᾽Ιωάννη ἐξετίμησε τό ταπεινό του φρόνημα, τόν ἀδαμάντινο, πράο καί ἀκέραιο χαρακτήρα του, τόν ἱεραποστολικό του ζῆλο καί τή διαθεσή του νά ἐργασθεῖ γιά τή δόξα τῆς ᾽Εκκλησίας καί γι᾽ αὐτό τόν προέτρεψε νά πάει κοντά του.
῾Ο π. ᾽Ιωάννης τό κάλεσμα τοῦ ἐπισκόπου τό θεώρησε σάν κάλεσμα τοῦ Θεοῦ καί γι᾽ αὐτό πῆγε στήν Μητρόπολη καί ἀνέλαβε τά καθήκοντα τοῦ ῾Ιεροκήρυκος τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως Θηβῶν καί Λεβαδείας. Βέβαια ὁ πόθος καί ἡ ἐπιθυμία του ἦταν νά γυρίσει πίσω στή Μονή Διονυσίου καί κοντά στό Γέροντά του μακαριστό ᾽Αρχιμανδρίτη π. Γαβριήλ Διονυσιάτη. Δύο λόγοι τόν ἔκαναν νά δεχθεῖ τήν θέση τοῦ ῾Ιεροκήρυκος: 1. ῾Η ὑγεία του, ὁ σκόλωψ ὅπως ἔλεγε, δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά ἐπιστρέψει στή μετάνοιά του διότι ἡ Μονή Διονυσίου ἦταν ἕνα ἀπό τά αὐστηρότερα μοναστήρια τοῦ ῎Αθωνα. Κατά τήν παράδοση τῆς Μονῆς στήν τράπεζα κανένας δέν ἔτρωγε κάτι τό ἰδιαίτερο, ἔστω κι ἄν εἶχε λόγους ὑγείας. Τό παράδειγμα τό ἔδεινε πρῶτος ὁ μακαριστός γέροντας Γαβριήλ ὁ ὁποῖος ἔτρωγε ἀκριβῶς τό ἴδιο φαγητό πού ἔτρωγαν οἱ ἄλλοι Πατέρες, οἱ δόκιμοι ἤ οἱ προσκυνητές. 2. ῾Ο μακαριστός Δωρόθεος ὅταν εἶδε ὅτι ὁ π. ᾽Ιωάννης δέν ἀποφάσιζε νά ἐνταχθεῖ στό ἱεραποστολικό δυναμικό τῆς Μητροπόλεώς του τοῦ εἶπε: «σέ παρακαλῶ ἔλα κοντά μου μέχρις ὅτου βρῶ κάποιον ἄλλον κατάλληλο κληρικό γιά ἱεροκήρυκα˙ μετά πήγαινε κοντά στόν Γέροντά σου». Αὐτά λύγισαν τόν π. ᾽Ιωάννη καί δέχτηκε νά πάει στή Μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας.
῾Ο ἐπίσκοπος με πολλή χαρά τόν δέχτηκε στή Μητρόπολή του καί τοῦ ἀνέθεσε τά καθήκοντα τοῦ ῾Ιεροκήρυκος. ῾Η Μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας εἶναι ἀπό τίς μεγαλύτερες καί πολυπληθέστερες Μητροπόλεις τῆς ᾽Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος. ῾Ο Μητροπολίτης ἀφοῦ τόν κατατόπισε γιά τό τί προβλήματα μπορεῖ νά συναντήσει κατά τήν ἐκτέλεση τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς του, τοῦ ἔδωσε τήν ἀρχιερατική του εὐχή γιά γόνιμη καί πολύκαρπη πνευματική ἐργασία.
῾Ο π. ᾽Ιωάννης δέν καθυστέρησε, ἀμέσως ἄρχισε τό πνευματικό του ἔργο. ᾽Αφοῦ συνεννοήθηκε καί μέ τούς ἄλλους πατέρες πού ἐργαζόταν στόν ἴδιο ἀμπελώνα ρίχτηκε στόν ἀγρό τοῦ Κυρίου γιά νά ἐργαστεῖ.
᾽Εργάστηκε μέ νεανικό ζῆλο καί παρά τό ἐπισφαλές τῆς ὑγείας του περιόδευε ὅλην τήν Μητρόπολη, ὅπου λειτουργοῦσε, κήρυττε, ἐξομολογοῦσε, νουθετοῦσε καί γενικά ἔκανε τό καθήκον του μέ αὐταπάρνηση, ταπείνωση καί χωρίς διατυμπανισμούς.
Δέν ἄργησε νά κατακτήσει τίς καρδιές τῶν πιστῶν τῆς Μητροπόλεως. ᾽Από παντοῦ τόν ζητοῦσαν νά πάει νά κηρύξει, νά ἐξομολογήσει καί νά ἁγιάσει τούς πιστούς. Τήν ἐποχή ἐκείνη ἡ μετακίνηση ἦταν γιά ὅλους δύσκολη, γινόταν μόνο μέ τά λεωφορεῖα τοῦ ΚΤΕΛ, αὐτά χρησιμοποιοῦσε καί ὁ π. Ιωάννης γιά νά πάει στά διάφορα χωριά ὅπου μετέφερε τήν εὐλογία τοῦ ᾽Επισκόπου καί τό λυτρωτικό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου.
῞Οπως μᾶς ἀνέφεραν χριστιανοί πού τόν γνώρισαν καί ξαπόσταιναν στό πετραχήλι του, ἐπειδή ὁ ἐλεύθερος χρόνος του ἦταν ἐλάχιστος ἀναγκάζονταν νά πηγαίνουν στό πρακτορεῖο τοῦ ΚΤΕΛ, ἀπ᾽ ὅπου ἔπαιρνε τό λεωφορεῖο γιά νά πάει στό καθῆκον του, γιά νά τόν συμβουλευθοῦν. Πάντα στό ἕνα χέρι του κρατοῦσε τήν τσάντα καί στό ἄλλο τήν ὀμπρέλα του.
῾Ο π. ᾽Ιωάννης γνώριζε τή μεγάλη ὡφέλεια πού ἔχουν γιά τήν ἀνάπτυξη τοῦ θρησκευτικοῦ φρονήματος οἱ κύκλοι μελέτης τῆς ῾Αγίας Γραφῆς καί τά Κατηχητικά, γι᾽ αὐτό ἐργάστηκε πολύ νά ἀναπτυχθοῦν σέ ὅλες τίς ἐνορίες, ἀκόμα καί στίς πιό μικρές. Μιά φορά τήν ἑβδομάδα στό κτίριο τῆς Ο.Χ.Ε.Λ. συγκέντρωνε τίς κυκλάρχισσες καί τίς ἔκανε τό φροντηστήριο γιά τό πῶς θά παρουσιάσουν τό μάθημα στούς κύκλους πού θά κάνουν. Στό κτίριο αὐτό δεχόταν τά πνευματικά του παιδιά, πού ἦταν πάρα πολλά, γιά νά τά νουθετήσει, νά τά ἐξομολογήσει καί νά τά δώσει σωστές κατευθύνσεις. Δέν ἄργησε νά συγκεντρωθεῖ γύρω του ἕνας μεγάλος ἀριθμός χριστιανῶν οἱ ὁποίοι τόν εἶχαν γιά πνευματικό τους πατέρα καί καθοδηγητή τους.
Μαρτυρίες πνευματικῶν του τέκνων
᾽Ενδιαφέρουσες μαρτυρίες γιά τό πῶς ἐργαζόταν ὁ μακαριστός π. ᾽Ιωάννης μᾶς δίδουν πνευματικά του τέκνα τά ὁποῖα μέ μεγάλη εὐχαρίστηση μᾶς σκιαγράφησαν τήν προσωπικότητα καί τό πνευματικό του ἔργο στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου.
Ο π. Δημ. Φάππας, ἐφημέριος τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγίου Γεωργίου ᾽Αράχωβας ἀναφέρει γιά τόν μακαριστό π. ᾽Ιωάννη: «Τόν ἀείμνηστο π. ᾽Ιωάννη, ῾Ιεροκήρυκα καί Πνευματικό τῆς ῾Ι. Μητροπόλεως Θηβῶν καί Λεβαδείας, ἐγνώρισα κατά τήν εἰς Πρεσβύτερον χειροτονία μου. Μού ἔκανε ἐντύπωση ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού τόν εἶδα. ῎Εκτοτε εἴχαμε τακτική ἐπικοινωνία τόσο ὅταν ἐρχόταν ὡς ῾Ιεροκήρυξ καί Λειτουργός εἰς τήν πρώτη μου ἐνορία, τήν Πέτρα Λεβαδείας, ὅσο καί κατά τή συμμελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς εἰς Λεβάδειαν, καθῶς καί ἀργότερα πού ἔγινα, ὡς συνταξιοῦχος, ἐφημέριος στήν ᾽Αράχωβα. ῾Ο π. ᾽Ιωάννης εἶχε πολλά χαρίσματα καί ἀρετές. Εἶχε ἁπλότητα καί ἀκακία μικροῦ παιδιοῦ, ἦταν ἄτυφος καί ἀπονήρευτος, ἀκόμη εὐλαβέστατος λειτουργός, ἁπλοῦς καί κατανοητός στά κηρύγματά του, ἀκόμη καί ἀπό τά μικρά παιδιά. Τά κηρύγματά του ἦταν πάντα Χριστοκεντρικά. ῞Οταν ἔφυγε ἀπό τή Μητρόπολή μας, ὡς συνταξιοῦχος, εἶπε μεταξύ ἄλλων στό πολυπληθές ἐκκλησίασμα ἀποχαιρετῶντας το: «σᾶς ἀγάπησα πολύ καί σᾶς ἐκήρυξα ἀνόθευτο τό Εὐαγγέλιο».
῾Ως πνευματικός πολλούς ἀνέπαυσε κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιό του, τόσο κατά τήν ἐξομολόγηση, ὅσο καί τάς κατ᾽ ἰδίαν συζητήσεις˙ ἦτο «ταχύς εἰς τό ἀκοῦσαι καί βραδύς εἰς τό λαλεῖν». ᾽Επιθυμοῦσε κυρίως τήν ἐν Χριστῷ οἰκοδομή, τόσον τοῦ ἱερέως, ὅσο καί τῶν πιστῶν. Αὐτό μπορεῖ νά τό διαπιστώσει κανείς καί στά μικρά μέν ἀλλά πνευματικότατα βιβλία πού ἔγραψε. ῎Ετσι γνωρίσαμε τόν π. ᾽Ιωάννη, ἁπλοῦν, ἄτυφον καί ἀπονήρευτον. Νά ἔχουμεν τήν εὐχή του».
῾Η κ. Γαρ. Στράγ. γράφει: «Συνδέθηκα περισσότερο μέ τόν π. ᾽Ιωάννη σάν κατηχήτρια καί κυκλάρχισσα, ἐπειδή ἦταν ὑπεύθυνος στόν κύκλο τῶν στελεχῶν. Τά θέματα πού μᾶς παρέδιδε εἶχαν βάθος καί πνευματικότητα. Κάτω ἀπό τό πετραχήλι του ξεκουράσθηκαν καί σώθηκαν πολλές ψυχές. Δέν ἐνδιαφερόταν μόνο γιά τήν πνευματική μας πρόοδο, τά προσωπικά μας προβλήματα ἀλλά καί τά οἰκογενειακά. ῞Οταν πῆρε τή σύνταξή του ἐγκαταστάθηκε μόνιμα στήν ᾽Αθήνα καί ἐρχόταν στή Λεβαδειά γιά νά ἐξομολογεῖ τά πνευματικοπαίδια του. ᾽Αργότερα πού ἡ ὑγεία του δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά ἔρχεται στήν πόλη μας πηγαίναμε ἐμεῖς στήν ᾽Αθήνα. Δέ θά ξεχάσω τή χαρά πού αἰσθανόταν ὅταν μᾶς ἔβλεπε καί ἐπειδή τόν διέκρινε ἡ φιλοξενία μᾶς ἑτοίμαζε τράπεζα. Καί στήν ᾽Αθήνα τόν ἐκτιμοῦσαν καί τόν ἀγαποῦσαν. Οἱ τσέπες του πάντα ἦταν γεμάτες καραμέλες γιά τά μικρά παιδιά. Εἶχε ἔμπρακτη ἀγάπη πρός ὅλους: γνωστούς, συγγενεῖς, πνευματικά παιδιά καί πρός τούς γονεῖς του, πού διακόνησε καί περιέθαλψε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς τους. Πιστεύω ὅτι ὁ Θεός θά τόν ἔχει κατατάξει μετά τῶ ἁγίων καί τῶν δικαίων. …»
῾Η κ. ᾽Αναστ. Μπογ. σημειώνει: «Τόν π. ᾽Ιωάννη, τόν γνώρισα μέσω μιᾶς φίλης μου πού πήγαινε στόν κύκλο. Μιά μέρα ἀποφάσισα νά πάω κι ἐγώ μαζί μέ δυό ἄλλες γειτόνισσές μου. Κάθε φορά γυρίζαμε κατενθουσιασμένες μέ τά ὅσα εἶχαμε ἀκούσει. ᾽Εν τῷ μεταξύ εἶχαν μεγαλώσει καί τά παιδιά μας˙ εἴχαμε καί οἱ τρεῖς ἀπό δύο ἀγόρια στήν ΣΤ´ Δημοτικοῦ καί Α´ Γυμνασίου. Σκεφθήκαμε νά ποῦμε στόν π. ᾽Ιωάννη νά φτιάξουμε ἕνα κατηχητικό καί στή γειτονιά μας πού δέν εἶχε. Προσφέρθηκα νά διαθέσω τό σαλόνι τοῦ σπιτιοῦ μου. ῾Ο π. ᾽Ιωάννης τό δέχθηκε μέ πολλή χαρά καί τά παιδιά ἦταν τήν πρώτη μέρα 10. Κάθε ἑβδομάδα εἴχαμε καί νέα παιδιά στήν ὁμαδα. Πολύ σύντομα συγκεντρώθηκαν γύρω στά 70 παιδιά κι ὁ π. ᾽Ιωάννης ἀναγκάσθηκε νά τά χωρίσει σέ τρεῖς ὁμάδες, δηλαδή: Δημοτικοῦ, Γυμνασίου καί Λυκείου. Οἱ μητέρες τῶν παιδιῶν, μετά ἀπό προτροπή του, φτιάχναμε γλυκά, κουλουράκια, κέικ … γιά τά παιδιά τῶν ὁμάδων. Τά παιδιά ἦταν ξετρελαμένα μέ τό ὅλο πρόγραμμα καί τό φιλικό περιβάλλον. Τό εὐχάριστο εἶναι ὅτι τά παιδιά δέθηκαν μέ φιλία μεταξύ τους ἡ ὁποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μιά φορά πού πλησίαζαν οἱ ᾽Αποκριές μοῦ λέγει:
-῞Ολα τά παιδιά θά ξεφαντώσουν στίς καφετέριες καί στά διάφορα πάρτυ τά δικά μας παιδιά ἔτσι θά τά ἀφήσουμε;
-῞Οτι νομίζετε, πάτερ, τοῦ λέγω.
-Σκέφτηκα νά τά βάλουμε νά παίξουν ἕνα σκέτς καί σεῖς οἱ μανάδες νά ἑτοιμάσετε μερικές λιχουδιές γιά νά χαροῦν κι αὐτά μέ ἕνα πιό ἁγνό τρόπο.
῎Ετσι κι ἔγινε. Τό πόσο χάρηκαν τά παιδιά κι ἐμεῖς οἱ γονεῖς μαζί τους δέν περιγράφεται. ῞Οταν ἀργότερα μερικά παιδιά τελείωσαν τό Λύκειο κι ἔφυγαν ἀπό τή Λεβαδειά δέν ἔβλεπαν τήν ὥρα νά ἔρθουν ἔστω καί γιά λίγο γιά νά τόν συναντήσουν.
Τά παιδιά πού πέρασαν στήν ᾽Αθήνα ἐρχόντουσαν κάθε Σάββατο γιά νά παρακολουθήσουν τό μάθημα καί νά βρεθοῦν μεταξύ τους. ῞Οταν ἀργότερα τά παιδιά αὐτά ἔκαναν οἰκογένειες ὁ π. ᾽Ιωάννης δέν παρέλειψε νά βρεθεῖ στούς γάμους τους καί νά εὐλογήσει τά στέφανα. Εὐχαριστοῦμε τό Θεό, πού στίς δύσκολες στιγμές μας, μᾶς ἔστειλε αὐτόν τόν ἅγιο ἄνθρωπο γιά νά στηρίξει ἐμᾶς καί τά παιδιά μας».
Στόχος του
῾Ο στόχος τοῦ π. ᾽Ιωάννου σ᾽ ὅλη του τή μακροχρόνια διακονία στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου, ὄχι μόνο στή Βοιωτία ἀλλά κι ὅπου ἀλλοῦ ἐργάσθηκε ἀργότερα, ἦταν νά συνδέσει τούς πιστούς μέ τό Χριστό καί τήν ᾽Εκκλησία Του. Ποτέ δέν ἐπεδίωξε νά ἀποκτήσει ὁπαδούς. ῞Ολους τούς πιστούς πού κατέφευγαν σ᾽ αὐτόν τούς τόνιζε ὅτι πρέπει νά συνδεθοῦν μέ τόν Κύριό μας καί τήν ᾽Εκκλησία του καί πρός τά ἐκεῖ πάντα τούς κατηύθυνε.
Εκτός ἀπό τό Θεῖον Κήρυγμα ὁ π. ᾽Ιωάννης ἐκαλλιέργησε καί τό γραπτό Θεῖο Λόγο. ᾽Εξέδωσε πέντε βιβλία, μικρά μέν στόν ὄγκο ἀλλά πνευματικά, μεστά καί κατανοητά στό περιεχόμενό τους. Οἱ τίτλοι τῶν βιβλίων του εἶναι: 1) ῾Ο πνευματικός καταρτισμός τοῦ ἱερέως, ᾽Αθήνα 1974. 2) Τό πρόβλημα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ τῶν πιστῶν, Λεβάδεια 1974. 3) ᾽Ιωάννης ὁ τῆς Δομβοῦς, Λεβάδεια 1974. 4) ῾Η ἐν Κυρίῳ χαρά ὡς πνευματικό πρόβλημα ἐν τῇ προσωπικῇ ζωή τοῦ Λειτουργοῦ ῾Ιερέως καί οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς, (ἀνάτυπο ἀπό τό περιοδικό «᾽Εφημέριος») ᾽Αθήνα 1974.
῞Οταν οἱ δυνάμεις του ἄρχισαν νά τόν ἐγκαταλείπουν ὑπέβαλε τήν παραίτησή του ἀπό τή θέση τοῦ ῾Ιεροκήρυκα καί ἀνεχώρησε γιά τήν ᾽Αρχιεπισκοπή ᾽Αθηνῶν. Κάθε καλοκαίρι δέν παρέλειπε νά ἀνεβαίνει στή γενέτειρά του, τόν Μεσενικόλα Καρδίτσης. ᾽Εκεῖ κάθε Κυριακή, μέ τήν ἄδεια τοῦ οἰκείου ᾽Επισκόπου λειτουργοῦσε καί κήρυττε τόν Θεῖο Λόγο. ῞Ολοι οἱ συγχωριανοί του τόν καμάρωναν καί δόξαζαν τό Θεό πού ἔβγαλε ἀπό τό χωριό τους ἕναν τέτοιο ἅγιο κληρικό καί γι᾽ αὐτό ἔτρεχαν νά πάρουν τήν εὐχή του ὅταν τόν συναντοῦσαν.
Στίς 5 Φεβρουαρίου τοῦ 2007 σέ ἡλικία 93 ἐτῶν παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στά χέρια φωτεινῶν ἀγγέλων οἱ ὁποίοι τήν ὁδήγησαν στό θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τά χέρια τοῦ ὁποίου περιμένει «τόν τῆς δικαιοσύνης στέφανον».
Η ταφή του ἔγινε στήν πολυαγαπημένη του Λεβαδειά καί συγκεκριμένα στόν αὔλειο χῶρο τοῦ ῾Ιεροῦ Ναοῦ τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου. Τόν ἅγιο Γεώργιο ὁ μακαριστός π. ᾽Ιωάννης τόν θεωροῦσε μαζί μέ τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη τόν Πρόδρομο προστάτη του διότι τό ὄνομά του ἔφερε σάν βαπτιστικό. ῎Ετσι τά πολυάριθμα πνευματικά του τέκνα ἔχουν τή δυνατότητα νά πηγαίνουν στόν τάφο του, νά τοῦ ἀνάβουν κεράκι, νά προσεύχονται γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του, νά ζητοῦν τήν εὐχή του καί νά θυμοῦνται τά διδάγματά του, τίς συμβουλές καί τίς προτροπές του.
Τοῦ ἐκ Μεσενικόλα Καρδίτσης Διονυσιάτου ῾Ιερομονάχου π. ᾽Ιωάννου Ψάρρα πού διηκόνησε σάν ῾Ιεροκήρυκας καί πνευματικός σποριᾶς στή Βοιωτία εἴη αἰωνία ἡ μνήμη.

agiameteora.net

Αφήστε μια απάντηση