kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Πρωτοπρ. Διονυσίου Χαριτούδη “Ο ετήσιος εορτολογικός κύκλος της Εκκλησίας μας”

Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Φεβρουαρίου, 2010

z.png Ο ΕΤΗΣΙΟΣ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Ἡ ἑορτή γενικά εἶναι μιά βαθειά ψυχική ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε ψυχικά ὑγιής ἄνθρωπος αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη καί θέλει μέσα του νά ἑορτάσει. Νά βρεῖ τόν τρόπο γιά νά ἐκφράσει ὅ,τι πιστεύει καί ὅ,τι ζεῖ μέσα του. Ἔτσι ἡ ἑορτή ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο στοιχεῖο ὅλων τῶν πολιτισμῶν, ὅλων τῶν λαῶν, ὅλων τῶν θρησκευμάτων, ὅλων τῶν ἐποχῶν. Στήν περίπτωση ὅμως τῶν χριστιανικῶν, τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἑορτῶν, τά πράγματα εἶναι πολύ πιό σύνθετα καί ἔχουν ἕνα βάθος πολύ μεγαλύτερο ἀπό την ἁπλή ψυχική ἀνάγκη τοῦ άνθρώπου γιά σχολασμό, ψυχαγωγία καί ἔκφραση τῶν βιωμάτων του.Γιορτάζει ὁ Ίουδαῖος, ἀλλά μόνο κατά το γράμμα τοῦ Νόμου. Γιορτάζει ὁ ἀρχαῖος Ἕλληνας κατά τό σῶμα καί τούς δικούς του θεούς.Ἑορτάζουμε καί ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, «ἀλλ΄ ὡς δοκεῖ τῶ Πνεύματι». Ὅπως ἀκριβῶς θέλει  καί ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή καί τό πνεῦμα μας. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑορτῆς ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη γιορτή. Ἡ ἀληθινή ἐκκλησιαστική ἑορτή πόρρω ἀπέχει ἀπό κάθε κοσμικό, ἀκάθαρτο ἤ σαρκικό στοιχεῖο. Ἔχει χαρακτῆρα Πνευματικό καί μόνο Πνευματικό, δηλ. ἁγιοπευματικό. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἀναμφίβολα θρησκεία ἐξ ἀποκαλύψεως. Ἡ ἀποκάλυψη αὐτή δέν ἀφορᾶ στό ἑορτολόγιο, πολύ δέ περισσότερο στό ἡμερολόγιο. Αὐτά ἤ προϋπῆρχαν τοῦ χριστιανισμοῦ ὅπως τά ἡμερολόγια ἤ διαμορφώθηκαν μέσα στούς κόλπους τῆς ἐκκλησίας μέ τἠν πάροδο τῶν αἰώνων. Μέσα στήν Καινή Διαθήκη δέν ὑπάρχει προδιαγραφή οὔτε γιά τόν τρόπο μετρήσεως τοῦ κοσμικοῦ χρόνου, οὔτε γιά τόν καταρτισμό τοῦ ἑορτολογίου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπί παραδείγματι, ἐκφράζεται γιά τό Σάββατο, τίς νουμηνίες καί τίς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν. Ὅλα αὐτά τά θεωρεῖ «σκιά τῶν μελλόντων»

Καί ἀναφέρει στήν πρός Κολασσαεῖς Ἐπιστολή του:     Μήν ἀφήνετε( μᾶς λέγει) κανέναν νά σᾶς κρίνει γιά ζητήματα φαγητοῦ. ποτῶν ἤ πῶς δέν τηρεῖτε τίς γιορτές, πρωτομηνιά, ἤ Σάβ-βατο. Αὐτά ἦταν μόνο ἡ σκιά τῆς πραγματικότητας πού ἐπρόκειτο νά ἔρθει, καί ἡ πραγματικότητα αὐτή εἶναι τώρα ὁ Χριστός ( Κολοσ.β΄16-17 ).

     Καί στήν πρός Γαλάτας: Γιατί δίνετε ξεχωριστή σημασία σέ ὁρισμένες ἡμέρες , μῆνες , ἐποχές καί χρόνια; ( Γαλ. δ΄10). Ὁ Χριστιανισμός ὑπερβαίνει ὅλα αὐτά τά κοσμικά καί σκιώδη σχήματα, ἀφοῦ ἡ ἀληθινή «ἐν πνεύματι ἀλήθεια» λατρεία τοῦ πνευματικοῦ Θεοῦ πού ἀποκαλύπτεται «ἐν Χριστῶ» φέρνει τόν «ἀληθινό προσκυνητή» ὑπεράνω τόπου καί χρόνου. «Ἀλλ΄ ἔρχεται ὥρα, καί νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τῶ Πατρί ἐν πνεύματι καί ἀληθεία˙καί γάρ ὁ Πατήρ τοιούτους ζητεῖ τούς προσκυνοῦντας αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθεία δεῖ προσκυνεῖν» ( Ιωάν. δ΄23-24).

Στόχος τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἡ φθαρτή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀλλά ἡ οὐράνια Ἱερουσαλήμ.

Ἔτσι ὁ κοσμικός χρόνος γίνεται τύπος τοῦ μέλλοντος αἰῶνος καί πρόγευση τῆς μέλλουσας ζωῆς. Ὁ πιστός ζῆ στή γῆ μέσα στόν μεταμορφούμενο ἐν Χριστῶ χρόνο καί ἔτσι θά ζήσει στήν ἄχρονη καί ἀνέσπερη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τή μεταμόρφωση τοῦ κοσμικοῦ χρόνου ἐπέτυχε ἡ Έκκλησία, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέ τό ἑορτολόγιό της.

Τό ἁπλό ἡμερολόγιο, γίνεται ἑορτολόγιο. Ὁ Κατάλογος τῶν ἡμερῶν μετατρέπεται σέ Κατάλογο Ἑορτῶν.

Ὅλες οἱ ἡμέρες τοῦ ἔτους ἐπενδύονται μέ ἕνα ἱερό περιεχόμενο ἔτσι ὥστε ἡ διαδοχή τῶν ἡμερῶν νά γίνεται διαδοχή ἑορτῶν. Ἔτσι ὅλη ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ γίνεται μιά διαρκής ἑορτή, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες. Ζεῖ ὁ ἄνθρωπος στή γῆ καί στόν οὐρανό πολιτεύεται. Καί τήν οὐράνια αὐτή πολιτεία καί ἀτέλειωτη γιορτή πανηγυρίζουν ἄγγελοι μαζί μέ τούς ἀνθρώπους.Μέ τό ἑορτολόγιο ἡ Ἐκκλησία προγεύεται τήν πραγματικότητα τῆς οὐρανίου Βασιλείας, ἀφοῦ γεγονότα τοῦ παρελθόντος τά φέρνει κάθε φορά στή μνήμη της ὄχι σάν τελεσθέντα μία καί μοναδική φορά ἀλλά πραγματικά καί μυστικά πού ἐπαναλαμβάνονται κάθε ἔτος καί κάθε ἡμέρα. Ὅταν γιορτάζει γιά παράδειγμα τή γέννηση, τό βάπτισμα, τό σωτήριο Πάθος,τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν τά θυμᾶται ἁπλά, ἀλλά τά ξαναζεῖ ὡς παρόντα, ὅπως ἀκριβῶς ὅλα γιά τόν Θεό εἶναι παρόντα, εἴτε ἔγιναν στό παρελθόν, εἴτε γίνονται τώρα, ἤ θά γίνουν στό μέλλον. Ἔτσι βιώνει τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα κάθε ἔτους σάν «σήμερα», σάν τήν ἡμέρα δηλαδή τῆς ἱστορικῆς Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ ἔτους 33 μ.Χ. Ἡ ὑμνογραφία μᾶς βεβαιώνει ὅτι τό ἑορταζόμενο γεγονός δέν ἔγινε μόνο τόν καιρό ἐκεῖνο τῆς θείας ἐπί γῆς παρουσίας, ἀλλά ἐπαναλαμβάνεται καί σήμερα. «Σήμερον κρεμμᾶται ἐπί ξύλου…» «Σήμερον γεννᾶται έκ Παρθένου…» «Σήμερον τά τοῦ Ἰορδάνου νάματα εἰς ἰάματα μεταποιεῖται τῆ τοῦ Κυρίου παρουσία » Αὐτή ἡ ὑπέρβαση τοῦ κοσμικοῦ χρόνου καί ἡ εἴσοδος στό θεῖο λειτουργικό χρόνο ἔχει καί ἄλλες συνέπειες ἀκόμη περισσότερο ριζοσπαστι-κές. Τό «σήμερον» δέν ἀφορᾶ μόνο στήν μυστηριακή ἐπανάληψη τοῦ γεγονότος κάθε ἔτος, ἀλλά τό καιρικό σχῆμα διαχέεται στόν καθημερινό βίο τῆς ἐκκλησίας. Ἔτσι γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου κατά τό Πάσχα, κάθε χρόνο, ἀλλά καί κάθε Κυριακή. «Σήμερον σωτηρία τῶ κόσμω γέγονεν….», «Σήμερον ὁ Χριστός θάνατον πατήσας καθώς εἶπεν ἀνέστη» κ.λ.π. Καί ὄχι μόνο κάθε Κυριακή, ἀλλά σέ κάθε Θεία Λειτουργία ὁποιαδήποτε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος καί ἄν τελεσθεῖ. Αὐτό ἀποδεικνύεται μέ τό «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι …» πού λέγεται μετά τήν θεία Κοινωνία τῶν Κληρικῶν καί κατά τήν συστολή τῶν Τιμίων Δώρων. Γιορτάζουμε τό θάνατο τοῦ Κυρίου ὄχι μόνο κάθε Μεγάλη Παρασκευή, ἀλλά καί κατά τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί κατά τήν Σταυροπροσκύνηση. Γιορτάζουμε τήν Πεντηκοστή ὄχι μόνο κατά τήν ἐτήσια ἀνάμνησή της πενήντα ἡμέρες μετά τό Πάσχα, ἀλλά καί στόν Καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων κατά τήν Θεία Λειτουργία, ἀλλά καί στό  Χρίσμα καί στή Χειροτονία καί σέ κάθε ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν τέλεση τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων, ὁποιαδήποτε ἡμέρα καί ὥρα καί ἄν τελεσθοῦν. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιά διαρκής Πεντηκοστή γεμάτη μέ ἅγιο Πνεῦμα. Μέσα στό ἔτος εἶναι ἐγκατεσπαρμένες δεσποτικές ἑορτές, Θεομητορικές ἑορτές, καί μνῆμες τῶν Προφητῶν, δικαίων, ἀπόστόλων, μαρτύρων, ἱεραρχῶν, ὁσίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν πού  εὐαρέστησαν τόν Κύριο. Κάθε χρόνο γιορτάζουμε τά ἴδια πού γιορτάσαμε καί τίς προηγούμενες χρονιές. Αὐτό δέν ἀποτελεῖ αἰτία κορεσμοῦ ἤ ὑπόθεση ρουτίνας. Εἶναι ἀφορμή ἀνανεώσεως τῆς κατηχήσεως καί μέ τήν ἐπανάληψη πού εἶναι «μητέρα τῆς μαθήσεως» ἐμβαθύνουμε περισσότερο στά θέματα τῆς πίστεως καί λαμβάνουμε νέες ἀποφάσεις γιά τήν ἐν Χριστῶ ζωή μας. Ἔτσι ἀποκτᾶ νόημα καί ἡ λαϊκή εὐχή πού λέμε στίς γιορτές καί τά πανηγύρια «καί τοῦ χρόνου» ἤ «χρόνια πολλά». Δέν πρόκειται ἁπλά γιά εὐχή ὥστε ὁ Κύριος νά παρατείνει τήν ἐπίγεια ζωή, ἀλλά νά μᾶς ἀξιώνει ὁ Θεός νά ἔχουμε καί ἄλλες εὐκαιρίες γιά νά μαθητεύουμε στίς σωτηριολογικές ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Ὅπως οἱ εἰκόνες εἶναι τό «βιβλίο τῶν ἀγραμμάτων», ἔτσι καί τό ἑορτολόγιο εἶναι τό σχολεῖο τῶν πιστῶν, γραμματισμένων καί ἀγραμμάτων. Μέ ἀφετηρία τήν 1η Ἰανουαρίου γιορτάζουμε ἀρκετά μπερδεμένα χρονολογικά τίς γιορτές. Ἔτσι τήν 1η Ἰανουαρίου γιορτάζουμε τήν Περιτομή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού τήν διαδέχεται ἡ Ὑπαπαντή, ὁ Εὐαγγελισμός, κ.λ.π. καί στίς 25 Δεκεμβρίου τή Γέννηση τοῦ Κυρίου. Γιορτάζουμε πρώτα τήν Περιτομή καί ἔπειτα τήν Γέννηση τοῦ Κυρίου. Παίρνοντας ὅμως ὡς χρονολογική ἀφετηρία τήν ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου, δηλαδή τήν 1η Σεπτεμβρίου, πού ἦταν ἡ Πρωτοχρονιά κατά τούς αἰῶνες τῆς διαμοφώσεως τοῦ ἑορτολογίου, διακρίνουμε κάποια προσπάθεια διατηρήσεως τῆς ἱστορικῆς συνέχειας στίς βασικές ἑορτές ὅπου αὐτό ἦταν δυνατό. Ἔστι ἡ Σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, πού εἶναι τό πρῶτο γεγονός τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας, τοποθετεῖται σάν πρώτη ἑορτή τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους στίς 23 Σεπτεμβρίου. Ἀκολουθοῦν τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, καί ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, ἡ Περιτομή, ἡ Ὑπαπαντή, τά γεγονότα τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἡ Ἀνάληψη καί ἡ Πεντηκοστή καί τό ἐκκλ/κό ἔτος κλείνει τόν Αὔγουστο μέ τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τήν Ἀποτομή τῆς Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Πλήρης ἱστορική κατάταξη δέν ἦταν δυνατή νά γίνει, ἀφοῦ μέ βάση τόν προσδιορισμό τῶν Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, θά ἔπρεπε ὁ Εὐαγγελισμός νά τοποθετηθεῖ ἐννέα μῆνες πρίν δηλ. στίς 25 Μαρτίου. Ἑξη μῆνες πρίν ἀπό τόν Εὐαγγελισμό, τοποθετεῖται ἡ σύλληψη τοῦ Τιμ. Προδρόμου στίς 23 Σεπτεμβρίου, καί ἐννέα μῆνες μετά ἡ γέννησή του στίς 24 Ἰουνίου κ.λ.π. Πάντοτε ὑπῆρχε ἡ ἔννοια τῆς συμβατικότητας τοὺ ἑορτολογικοῦ σχήματος. Χρονολογικά οἱ μνῆμες τῶν προφητῶν καί τῶν δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καθώς καί τῶν Προπατόρων τοῦ Ι.Χ., τοποθετήθηκαν στήν περίοδο πρίν ἀπό τά  Χριστούγεννα. Οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων καθοριζόταν κυρίως τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου τους σάν γεννέθλιος ἡμέρα, καί ἡμέρα τῆς Ἱερᾶς αὐτῶν μνήμης. Ἦταν πολύ φυσικό ὅταν συντασσόταν τό ἡμερολόγιο νά μήν εἶναι δυνατή ἡ διατήρηση τῆς ἱστορικής συνέχειας οὔτε τίς ἁπλές ἡμέρες τοῦ ἔτους. Παράδειγμα. Τήν 1η Σεπτεμβρίου ἀναγράφεται ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στυλίτου ( 5ος αἰώνας μ.Χ ) καί τοῦ Ἰησοῦ του Ναυῆ ( ΙΓ΄ αἰώνας π,Χ.). Μέ πολύ σοφία καί σύνεση ἡ Ἐκκλησία τοποθέτησε τίς ἑορτές μέσα στό Ἐκκλησιαστικό ἔτος νά τίς γιορτάζουμε καί νά τίς τιμοῦμε δεόντως.

Η ΚΥΡΙΑΚΗ  ΣΑΝ ΠΡΩΤΗ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ 

Πρώτη χρονολογικά χριστιανική ἑορτή εἶναι ἡ  ΚΥΡΙΑΚΗ, τό ἑβδομαδιαῖο Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας. Στόν Ἰουδαϊσμό τό Σάββατο ἦταν ἡ θεοσύστατη ἡμέρα τῆς καταπαύσεως τήν ὁποία χάρισε στό λαό του ὁ Κύριος, τήν εὐλόγησε, τήν ἁγίασε καί πρόσταξε στούς ἀνθρώπους νά τήν ἁγιάζουν καί νά τήν τηροῦν. Στήν Καινή Διαθήκη ἡ Κυριακή ὀνομάζεται «μία σαββάτων» ἤ «πρώτη Σαββάτου», δηλαδή μία ἡμέρα μετά τό Σάββατο, ἡ κύρια καί πρώτη ἡμέρα τῆς Χριστιανικῆς ἑβδομάδος. Ἡ «ἡμέρα τοῦ Κυρίου» εἶναι καί ἡ ἡμέρα τῆς ἐσχατολογικῆς παρουσίας Του. Ἡ πιστή τήρησή του ἀποτελοῦσε τήν ἐπιβεβαίωση τῆς πιστότητος στό νόμο τοῦ Θεοῦ. Τό μεγαλύτερο τόλμημα τῆς πρώτης Ἐκκλησίας ἦταν ἡ μετάθεση τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου ἀπό τήν ἑβδόμη στήν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος. Τό Σάββατο γίνεται προφητικός τύπος τῆς ταφῆς τοῦ Κυρίου πού ὁδηγεῖ στήν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κατά τήν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος τήν ἡμέρα τῆς δημιουργίας τοῦ φωτός καί τῆς νέας ἐν Χριστῶ δημιουργίας. Ἡ μετάθεση τοῦ Σαββάτου συνεπάγεται οὐσιαστικά καί ἄνοιγμα πρός τόν νέο κόσμο τῆς χάριτος καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως , ἔδωσε τό ἀναστάσιμο στοιχεῖο στίς Συνάξεις πού ἤδη στό τέλος τοῦ Α΄αἰώνα εἶχε ὀνομασθεῖ   ΚΥΡΙΑΚΗ ( Ἀποκ. α΄10 ). Ἡ Κυριακή ἔγινε πολύ νωρίς ἡμέρα συνάξεως, ἡμέρα ἀναμνήσεως τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί ἡμέρα πασχαλινῆς εὐχαριστιακῆς συμμετοχῆς. Ἤδη ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους, σέ ἀντιδιαστολή μέ τό ἰουδαϊκό Σάββατο, καθιερώθηκε ἡ Κυριακή σάν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος καί ὡς κατ’ἐξοχήν ἑβδομαδιαία χριστιανική ἑορτή τῆς ἀναστάσεως, τό ἑβδομαδιαῖο Πάσχα τῆς ἐκκλησίας. Τό πνεῦμα τῆς Κυριακῆς διαχέεται σέ ὅλες τίς τελετές τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας, στήν εὐχαριστιακή σύναξη, στίς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου, στά ἱερά Μυστήρια, στόν κινητό καί ἀκίνητο λειτουργικό κύκλο. Ὁ ἐντοπισμός τοῦ τρόπου τιμῆς τῆς Κυριακῆς εἶναι σαφής στό κείμενο τοῦ Ἁγ.Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἡ Κυριακή εἶναι ἀργία ἀπό κάθε γήϊνο ἔργο. Εἶναι ἀνάπαυση ὅλων τῶν σαρκικῶν κόπων. Εἶναι ἀναστάσιμη δοξολογία στήν ἑνωτική σύναξη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι εὐχαριστιακή συμμετοχή στόν ἁγιασμό τῶν μυστηρίων καί προετοιμασία γιά τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου.Ὅλες οἱ δεσποτικές γιορτές τελοῦνται μία φορά τό χρόνο. Ἡ Κυριακή τιμᾶται τέσσερις φορές κάθε μῆνα στή ζωή τῶν πιστῶν γιά νά μήν ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν παρουσία τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ. Φέρνει ἐπάνω της βαθύ θεολογικό νόημα, ἀλλά καί ἱστορικά, λειτουργικά καί πνευματικά ὑπέρτιμη ἀξία. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης «στήν ὁμολογία πίστεώς του» καταγράφει «τά ὑψηλά καί μεγάλα καί θαυμαστά τῆς ἀναστάσιμης ἡμέρας προνόμοια».    Ἡ Κυριακή εἶναι ἀρχή τῆς δημιουργίας τῆς αἰσθητῆς κτίσεως, τήν ὁποία ὁ Θεός Πατέρας ἰδιαίτερα ἐνήργησε μαζί μέ τόν Υἱό καί τό ἅγιο Πνεῦμα.    Ἡ Κυριακή εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς τελειώσεως τῆς κτίσεως, τήν ὁποία ἐνήργησε τό ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο κατῆλθε κατά τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς.     Ἡ Κυριακή εἶναι καί ὀνομάζεται ὀγδόη ἡμέρα.    Ἡ Κυριακή εἶναι εἰκόνα καί προοίμιο τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.    Ἡ Κυριακή εἶναι μία, καθώς τήν ὀνομάζει ὁ Μωϋσῆς. «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωϊ ἡμέρα μία».    Τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς θά ἔρθει ὁ Κύριος κατά τή Δευτέρα Παρουσία.    Ἡ κοινή ἀνάσταση ὅλων τῶν κεκοιμημένων θά γίνει ἡμέρα Κυριακή καί ὄχι ἄλλη ἡμέρα. Τό ἴδιο τό ὄνομα τῆς Κυριακῆς εἶναι ἕνα ἀπό τά ἀναστάσιμα προνόμοιά της, διότι εἶναι αὐτή πού ἔλαβε τό ὄνομά της ἀπό τόν παθόντα ταφέντα καί ἀναστάντα Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.Ὅλες οἱ ἡμέρες γίνονται Πάσχα καί ἀνάσταση μέ τή Θεία Λειτουργία πού τελεῖται στούς Ναούς μας. Ἡ ἀναστάσιμη Κυριακή εἶναι ἡ κατ’ἐξοχήν ἡμέρα τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως καί τῆς κοινωνίας τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἀπό τούς πιστούς πού ὅταν κοινωνήσουν γίνονται «σύσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ». Ὅλος ὁ βίος τῆς ἐκκλησίας, ἀλλά καί τοῦ κάθε πιστοῦ, γίνεται κατά τούς πατέρες, μία γιορτή, ἕνα διαρκές καί ἀτέλειωτο Πάσχα. Γι’αὐτό καί γιορτάζει τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ συνεχῶς καί σέ κάθε θεία Λειτουργία. Οἱ πιστοί καλοῦνται νά βιώσουν τή ζωή τους σάν ἕνα διαρκές Πάσχα, σάν μιά ἀτέλειωτη περίοδο πεντηκοσταρίου, εὑρισκόμενοι «μπροστά στό πασχαλινό θεϊκό τραπέζι τῆς Θείας Εὐχαριστίας».Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σημαίνει ἀναστημένη ζωή, πασχαλινή εὐχαριστιακή βίωση καί μετουσία, ζωή προσωπικῆς κοινωνίας μέ τόν Κύριο, ζωή μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ζωή λειτουργημένη στό συνεχῆ ἁγιασμό τῶν θείων καί ἀχράντων μυστηρίων, μιά ζωή ἀτέλειωτης καί αἰώνιας Κυριακῆς.Ἡ Κυριακή καί ἡ εὐχαριστία σ αὐτήν τήν ἡμέρα, ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, τό Ἑβδομαδιαῖο Πάσχα της. Γι’αὐτό λοιπόν ἡ Κυριακή εἶναι ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος καί οἱ ὑπόλοιπες ἡμέρες λαμβάνουν τό ὄνομά τους ἀπό τήν σειρά πού εὑρίσκονται. Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη καί Πέμπτη. Ἡ ὀνομασία τῆς Παρασκευῆς καί τοῦ Σαββάτου παρέμεινε ἀπό τήν Ἰουδαϊκή ἑβρομάδα.Στή συνέχεια καί οἱ ἄλλες ἡμέρες τῆς Ἰουδαϊκῆς ἑβδομάδος ἀπέκτησαν κάποιο ἑορτολογικό περιεχόμενο. Τό Σάββατο δέν νήστευαν καί ἐτελεῖτο ἡ θεία εὐχαριστία ἀκόμα καί στήν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς. Ἡ παραμονή τοῦ Κυρίου στόν Τάφο τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου ὁδήγησε τήν ἐκκλησία νά τό καθιερώσει στή μνήμη τῶν νεκρῶν. Ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή κατά τήν «Μαρτυρία τῆς Διδαχῆς τῶν δώδεκα Ἀποστόλων» εἶχαν ἀφιερωθεῖ στήν ἀνἀμνηση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί ὡς ἡμέρες νηστείας. Οἱ δύο αὐτές ἡμέρες τῆς νηστείας ἀντικατέστησαν τίς νηστείες τῶν εὐλαβῶν Ἰουδαίων πού νήστευαν «δίς τοῦ Σαββάτου» (Λουκ.18,12 ). Ἡ Δευτέρα ἀφιερώθηκε στήν τιμή τῶν Ἀγγέλων, ἡ Τρίτη στόν Τίμιο Πρόδρομο καί ἡ Πέμπτη στούς Ἀποστόλους καί στόν Ἅγιο Νικόλαο.

Η  ΕΟΡΤΗ  ΤΟΥ  ΠΑΣΧΑ

Τό ἐτήσιο ΠΑΣΧΑ  παρέμεινε ἀπό τήν Ἰουδαϊκή παράδοση ὡς ἡ κύρια καί μεγάλη ἑορτή, «ἑορτή τῶν ἑορτῶν» καί ἡ «πανήγυρις τῶν πανηγύρεων» (Ἁγ. Ἰω. τοῦ Δαμασκηνοῦ, κανόνας τοῦ Πάσχα, εἰρμός τῆς 8ης Ὠδῆς ). Ἡ διάβαση τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης καί τό πέρασμα ἀπό τήν Αἴγυπτο τῆς δουλείας στή χώρα τῆς Ἐλευθερίας, πού ἦταν τό ἱστορικό περιεχόμενο τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα, θεωρήθηκε τύπος καί ὑπερκαλύφθηκε ἀπό τή διάβαση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν θάνατο στή ζωή μέ τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του.Ἀπό τόν 3ο αἰῶνα ἐπικράτησε ἡ Κυριακή ὡς ἡμέρα τοῦ Πάσχα σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες. Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τό ἔτος 325 ἐπέβαλε νά ἑορτάζεται ὁμοιόμορφα σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες τό Πάσχα, τἠν πρώτη Κυριακή μετά τήν ἑαρινή πανσέληνο. Στήν «Ἐπιστολή τῶν Ἀποστόλων» πού εἶναι ἀπόκρυφο κείμενο τοῦ 2ου αἰῶνος, δίνονται οἱ πρῶτες πληροφορίες γιά τήν ἀγρυπνία τῆς ἑορτῆς, ἡ ὁποία διαρκοῦσε μέχρι τήν ὥρα πού λαλούσαν τά κοκόρια καί ὁλοκληρονόταν μέ τήν εὐχαριστιακή σύναξη. Ἐπίσης ἀπό κείμενα τοῦ 2ου αἰῶνος διαπιστώνουμε ὅτι ἐκτός ἀπό αὐτοσχέδιους ὕμνους, ἀναγνώσματα, προσευχές καί τέλεση τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὑπάρχει καί συγκεκριμένη πασχαλινή ἀκολουθία πού ἐψάλετο αὐτή τήν ἡμέρα. Τό Πάσχα χαρακτηρίζεται ὡς «κοινή τῶν ὅλων πανήγυρις» καί «οὐρανοῦ καί γῆς ἱερά τελετή». Μέ τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα ἔχουμε μιά νέα ἀρχή, ἀνάπλαση τοῦ χριστιανικοῦ ἔτους. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι τό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ἐτελεῖτο τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος πού εἶναι συμμετοχή στό θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἄλλο στοιχεῖο εἶναι ἡ νηστεία πού θά μιλήσουμε παρακάτω. Ἐπίσης περί τά μέσα τοῦ 3ου αἰῶνος ἔχουμε καί ἀναφορά γιά τήν ἁφή τοῦ νέου φωτός κατά τό Πάσχα καθώς καί πληρέστερη περιγραφή γιά τήν ἁφή τοῦ Ἁγίου Φωτός τόν 12ο αἰῶνα ἀνάλογη περίπου μ’αὐτή πού γίνεται σήμερα στόν Πανάγιο Τάφο. Ἐάν συγκρίνουμε τήν σημερινή τάξη τῆς πασχαλινῆς ἀκολουθίας μέ τήν παλαιά τοῦ βυζαντινοῦ χώρου, θά διαπιστώσουμε σημαντικές ἀλλαγές καί προσαρμογές. Ὁ νηπιοβαπτισμός, ἡ ἀλλαγή στίς λειτουργικές συνήθειες, οἱ τροποποήσεις στή νηστεία, ὁ ἐλαττούμενος ἀριθμός τῶν κληρικῶν κ.λ.π. ὁδήγησαν στήν διάσπαση τῆς Παννυχίδας τοῦ Πάσχα. Ὁ Ἑσπερινός καί ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγ. Βασιλείου μετατακινήθηκαν τό πρωί τοῦ Μεγ. Σαββάτου, ὡς προεόρτια τοῦ Πάσχα, ἡ λεγόμενη (Πρώτη Ἀνάσταση). Τό μεσονυκτικό, ἡ Τελετή τῆς Ἀναστάσεως, καί ἡ Θεία Λειτουργία πού στίς ἐνορίες διαρκεῖ ἀπό τίς 11 τό Βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου μέχρι τίς 2 περίπου μετά τά μεσάνυχτα. Δημιουργήθηκε μία ἀκόμη ἐνδιάμεση τελετή μεταξύ μεσονυκτικοῦ καί Ὀρθρου μέ τήν ἁφή τοῦ Φωτός ἀπό τήν Ὡραία Πύλη μέ τήν ψαλμωδία τοῦ Ζ΄ δοξαστικοῦ «Ἰδού σκοτεία καί πρωί….» καί ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου σύμφωνα μέ νεώτερα ἁγιορείτικα τυπικά «Διαγενομένου τοῦ Σαββάτου ….», τάξη πού ἐπικρατεῖ καί σήμερα. Τέλος ἔγινε ἡ ἀλλαγή τοῦ ἀσπασμοῦ ἀπό τό τέλος τοῦ Δοξαστικοῦ «Ἀναστάσεως ἡμέρα..» ἀμέσως μετά τό «Χριστός Ἀνέστη» καί πρίν τήν ἀρχή τοῦ κανόνα.Τὀ ἀναστάσιμο μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας μέσα ἀπό ὁποιαδήποτε μορφή ἀκολουθίας σύντομηςἐκτενοῦς, γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο ὁλόκ-ληρο εἶναι τό ἴδιο «μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων». Εἶναι ἡ διάβαση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό θάνατο στή ζωή. Εἶναι ἡ πρόγευση τῆς χαρᾶς στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως γίνεται καθημερινά βίωμα καί ἀρχή γιά τήν αἰώνια ζωή. Μέ κέντρο τό Πάσχα ἀναπτύχθηκαν οἱ ἑορτές πού ἐξαρτῶνται ἀπό αὐτό. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, μέ τήν ἀνάμνηση τῆς ἐγέρσεως τοῦ Λαζάρου ( τό Σάββατο πρίν τήν Μεγ.Ἑβδομάδα) καί τῆς θριαμβευτικῆς είσόδου στά Ἱεροσόλυμα τήν Κυριακή τῶν Βαΐων. Τρεῖς προπαρασκευαστικές καί τρεῖς κύριες ἡμέρες τήν Μεγάλη Πέμπτη, ἡμέρα παραδόσεως τῶν Φρικτῶν Μυστηρίων, τήν Μεγάλη Παρασκευή, ἡμέρα τοῦ Πάθους καί τοῦ Σταυρικοῦ Θανάτου, καί τό Μέγα Σάββατο, ἡμέρα τῆς Ταφῆς τοῦ Κυρίου. Ἐπίσης ἡ Διακαινήσιμος Ἑβδομάδα, ὡς ἑνιαία «ἡμέρα μία» πασχαλινή ἑορτή. Μέ βάση τήν ἀφήγηση τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ὁρίστηκε ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, σαράντα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάστασή Του. Δέκα ἡμέρες ἀργότερα ἑορτάζεται ἡ Πεντηκοστή πού εἶναι ἀνάμνηση τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς Ἀποστόλους στό ὑπερῶο τῆς Ἁγίας Σιών καί πού εἶναι ἡ γεννέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ κινητός κύκλος τῶν ἑορτῶν μετά τό Πάσχα κλείνει μέ τήν ἑορτή ὅλων τῶν Ἁγίων τήν «Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων».    Πρίν τό Πάσχα προηγούνταν νηστεία λίγων ἡμερῶν. Σχετικά ἐνωρίς καθιερώθηκε ἡ τεσσαρακονθήμερη νηστεία κατά μίμηση τῆς τεσσαρακονθημέρου νηστείας τοῦ Κυρίου στήν ἔρημο. Στίς ἀρχικές ἕξι ἑβδομάδες τῆς Νηστείας προστέθηκαν βαθμηδόν ἀργότερα τρεῖς προπαρασκευαστικές ἑβδομάδες γιά τό ἱερό τοῦ ἀριθμοῦ (τρία) ἀλλά καί γιά τή δημιουργία κάποιας κλιμακωτῆς προσβάσεως στή Μεγάλη Νηστεία τῆς Τεσσαρακοστῆς. Οἱ Κυριακές καί οἱ ἑβδομάδες τῆς Τεσσαρακοστῆς ἀντλοῦσαν τά εἰδικά γιά τήν περίοδο ἑορτολογικά θέματά τους ἀπό τίς εὐαγγελικές περικοπές πού διαβαζόταν, παραδείγματος χάριν τῆς Παραβολῆς τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ ἀσώτου , τοῦ ἐμπεσόντος στούς ληστάς, τῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος. Οἱ Κυριακές μετά τό Πάσχα ἀντλοῦσαν τά εἰδικά θέματά τους ἀπό τίς περικοπές τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου, πού ἀπό παλαιότερη ἐποχή διαβαζόταν μαζί μέ τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων κατά τήν περίοδο τῆς Πεντηκοστῆς. π.χ. τοῦ παραλύτου, τῆς Σαμαρείτιδος, καί τοῦ τυφλοῦ. Μερικές Κυριακές εἶχαν ἱστορικά θέματα ὅπως ἡ πρώτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν τήν ἀναστήλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἡ Β΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τή μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, ἡ τρίτη Κυριακή τήν προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Σέ μεταγενέστερη ἐποχή στίς δύο τελευταῖες Κυριακές τῶν Νηστειῶν καθιερώθηκαν ἀντιστοίχως ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου Συγγραφέως τῆς Κλίμακος τήν Δ΄ Κυριακή καί ἡ μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ἐκ μεταθέσεως ἀπό τήν 1η Ἀπριλίου στήν Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν.Ὅλος αὐτός ὁ κύκλος τῶν ἑορτῶν μέ κέντρο τό Πάσχα ἀκολουθεῖ κατά βάση τό σεληνιακό-ἰουδαϊκό ἡμερολόγιο πού σέ σχέση μέ τό ἡλιακό-ρωμαϊκό δίνει τήν ἐντύπωση τῆς μή σταθερότητας, γι ‘αὐτό ἀποκαλεῖται «κινητός ἑορτολογικός κύκλος».

Ο  ΑΚΙΝΗΤΟΣ  ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

Ἐκτός ἀπό τόν κινητό ἔχουμε καί τόν «ἀκίνητο ἑορτολογικό κύκλο» πού ἀποτελεῖται ἀπό τίς ἑορτές πού καθορίστηκαν σέ σταθερή ἡμερομηνία τοῦ ρωμαϊκοῦ ἡλιακοῦ ἡμερολογίου. Πολλές ἀπό αὐτές τίς ἑορτές πῆραν τή θέση εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν .

Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ  ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ  ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ

Σύμφωνα μέ τήν Καινή Διαθήκη, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ζήτησε ἀπό τούς μαθητές του νά τηροῦν τήν ἀνάμνηση τοῦ θανάτου του, «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν» ( Λουκ. 22, 19-20) χωρίς ὅμως νά τούς δώσει κάποια ἐντολή ἤ ἀπαγόρευση γιά τόν ἑορτασμό τῆς γεννήσεώς Του ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό ὕψιστο γεγονός γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μᾶς τό βεβαιώνει ἡ Κ.Δ.:«Τοῦ δέ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν, μνη-στευθείσης γάρ τῆς μητρός αὐτοῦ…» ( Ματθ.1,18).«Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντί τῶ λαῶ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστί Χριστός ὁ Κύριος» (Λουκ. 2,  10-11).«Ἀλλ’ἑαυτόν ἐκένωσεν μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καί σχήματι εὑρεθείς ὡς ἄνθρωπος, ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυροῦ» ( Φιλιπ. 2, 7-8).Ἔτσι οἱ Ἀπόστολοι καί τά μέλη τῆς ἀρχαίας ἐκκλησίας γιά ἕνα χρονικό διάστημα δέν ἑόρταζαν τή Γέννηση τοῦ Κυρίου. Πόσο μεγάλο ἦταν τό χρονικό διάστημα αὐτό δέν εἶναι γνωστό.Κατά τούς δύο πρώτους αἰῶνες μετά τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ κανένας δέν γνώριζε, καί λίγοι ἐνδιαφερόταν, γιά τόν ἀκριβῆ προσδιορισμό τῆς ἡμερονηνίας γεννήσεώς του. Οἱ πρώτοι χριστιανοί θέλοντας νά τονίσουν τή Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, σκόπιμα ὑποβάθμιζαν τή σημασία τῆς σαρκικῆς του Γεννήσεως. Γενικά δέν ἑόρταζαν τά γεννέθλια. Οἱ πρῶτες ἀναφορές γιά τόν ἑορτασμό τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ γίνονται τόν 2ο ἤ καί τόν 3ο αἰώνα. Κατά τήν ἔναρξη τοῦ ἑορτασμοῦ ἡ ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ σέ πολλές ἐκκλησίες ἦταν στενά συνδεδεμένη μέ τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων πού ἑορτάζονταν στήν Ἀνατολή ἀπό κοινοῦ, τήν 6η Ιανουαρίου, μέ τό ὄνομα Θεοφάνεια ἤ Ἐπιφάνεια. Ὁ κοινός ἑορτασμός ἀρχίζει κατά τόν Γ΄αἰώνα στήν Ἀνατολή καί συνεχίζει νά ἑορτάζεται μέχρι τά τέλη τοῦ Δ΄αἰώνα. Ὁ ἑορτασμός τῶν Χριστουγέννων σάν ξεχωριστή ἑορτή ἀπό τά θεοφάνεια στίς 25 Δεκεμβρίου εἰσάγεται στήν ἐκκλησία τῆς Κων/πόλεως ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο. Στό Ναό τῆς Ἀναστάσεως ἑορτάστηκε πανηγυρικά ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 379. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναγνωρίζεται ὡς εἰσηγητής τοῦ ξεχωριστοῦ ἑορτασμοῦ τῶν Χριστουγέννων στήν Κων/πολη.Στήν Ἀντιόχεια ὁ ἑορτασμός τῶν Χριστουγέννων στίς 25 Δεκεμβρίου εἰσάγεται ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Ἡ βάπτιση τοῦ Κυρίου ἑορτάζεται στό ἑξῆς στίς 6 Ἰανουαρίου.Ὡς πρός τήν ὀνομασία τῶν δύο ἑορτῶν, τά Χριστούγεννα λαμβάνουν τό ὄνομα Γεννέθλια, ἐνῶ ἡ ἑορτή τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου λαμβάνει τήν ὀνομασία Ἐπιφάνεια ἤ τά Φῶτα. Τὀ ἀντικείμενο τοῦ ἑορτασμοῦ τοποθετεῖται ἀπό τούς Πατέρες στό πλαίσιο τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας. Οἱ Πατέρες τό γεγονός τῆς θείας ἐνσαρκώσεως δέν τό ξεχωρίζουν ἀπό τό γεγονός τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, γι αὐτό ἄλλωστε ἑορταζόταν στήν ἀρχή, ὅπως εἴδαμε ἀπό κοινοῦ. Ἡ ἑορτή τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη ποταμό ἀπό τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο γίνεται ἀφορμή νά τονισθεῖ ὅτι τό Μυστήριο τῆς Γεννήσεως συμπληρώνεται ἀπό τό Μυστήριο τῆς Βαπτίσεως, ἀφοῦ κατά τήν Βάπτιση τοῦ Κυρίου ἐμφανίζεται ἡ Ἁγία Τριάδα καί διακηρύττεται μέ τόν πλέον ἐπίσημο τρόπο ἡ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ καί Πατρός: «Οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός,  ἐν ὧ εὐδόκησα» ( Ματθ . 3,17). Ἐπίσης μέ τό Βάπτισμα φανερώνεται «ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις» ἀφοῦ φωτίζεται ὁ ἄνθρωπος καί ἀρχίζει ἡ ἀναγέννησή του μέ τό λουτρό τῆς παλιγγενεσίας του. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι ὑπάρχουν πέντε εἰδῶν Βαπτίσματα.Τό πρῶτο εἶναι τοῦ Μωϋσῆ, πού ἦταν ἀτελής κάθαρση. Τό δεύτερο τοῦ Ἰωάννη, πού ἦταν βάπτισμα μετανοίας. Τό τρίτο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἐν Πνεύματι Ἁγίω καί γι αὐτό «τοῦτο ἡ τελειότης ἐστίν». Τό τέταρτο πού εἶναι «τό διά μαρτυρίου καί αἵματος» βάπτισμα και τό πέμπτο πού εἶναι «τό τῶν δακρύων» τῆς μετανοίας Βάπτισμα.Ἐμεῖς λαμβάνουμε τό Βάπτισμα, μιμούμενοι τόν Ἰησοῦ Χριστό μέ τριπλῆ ἀνάδυση καί κατάδυση στό ἁγιασμένο ὕδωρ , πού ἐξεικονίζει τήν τριήμερη χάρη τῆς ἀναστάσεως. Ἡ τριπλῆ ἀνάδυση καί κατάδυση γίνεται εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπειδή ὁ Πατέρας εἶναι ἡ ἀρχή τῶν πάντων, ὁ Υἱός δημιουργός τῆς κτίσεως καί τό Ἅγιο Πνεῦμα αὐτό πού τελειοποιεῖ τά πάντα. Τό βάπτισμά μας γίνεται καί στά τρία πρόσωπα ἀπό κοινοῦ «ἵνα ἁγιασθῶμεν» (γιά νά ἁγιασθοῦμε) ἀφοῦ δέν ὑπάρχει διαφορά ἁγιασμοῦ μεταξύ τῶν τριῶν ὑποστάσεων. Ὅταν μιλοῦμε γιά τίς δύο γιορτές τῆς Γεννήσεως καί τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου, μιλάμε στήν πραγματικότητα γιά τή δική μας ἀναγέννηση καί ἀναδημιουργία. Συνειδητοποιοῦμε τή ζωτική σημασία τους καί μετέχουμε στά ἑορταζόμενα γεγονότα γιά νά βιώσουμε ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή δική μας σωτηρία, ὅτι μᾶς ἔδωσε μιά νέα ζωή, γιά να γίνουμε θεοί κατά χάριν.

ΟΙ  ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ  ΚΑΙ  ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΕΣ  ΕΟΡΤΕΣ

Οἱ δεσποτικές καί οἱ Θεομητορικές ἑορτές καθορίστηκαν σέ συμβατικές ἡμερομηνίες, καί μάλιστα σέ ἡμέρες ἐγκαινίων μεγάλων ναῶν πού εἶχαν ἀνεγερθεῖ στούς ἁγίους Τόπους στά μέρη ὅπου συνέβησαν τά ἱερά γεγονότα. Ἔτσι π.χ. ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στίς 14 Σεπτεμβρίου, πού ἐξελίχθηκε σέ ἰσότιμη ἡμέρα μέ τήν Μεγάλη Παρασκευή μνήμη τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου, ὁρίστηκε ἡ ἑπομένη τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων πού ἔγινε στις 13 Σεπτεμβρίου. Σαράντα ἡμέρες πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως, ὁρίστηκε νά ἑοτάζεται ἡ ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος (6 Αὐγούστου) τήν ἡμέρα τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ στό Ὄρος Θαβώρ. Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου 15 Αὐγούστου κατά τά ἐγκαίνια τοῦ Θεομητορικοῦ Καθίσματος στά Ἱεροσόλυμα καί τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου στά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ «Ἅγια τῶν Ἁγίων» στή θέση τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος.

ΟΙ  ΜΝΗΜΕΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΓΙΩΝ

Τό ἑορτολόγιο συμπληρώνεται βαθμηδόν μέ τήν ἀναγραφή τῆς μνήμης διαφόρων ἁγίων, προφητῶν, προπατόρων, δικαίων, μαρτύρων, ἱεραρχῶν, βασιλέων, ὁσίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν πού εὐαρέστησαν τό Θεό μέ ποικίλους τρόπους, σἐ διἀφορους τόπους ἤ καιρούς. Ἡ ἡμέρα τῆς μνήμης τους ἔχει ὁρισθεῖ κατά βάση ἡ ἡμέρα θανάτου τους, ἡ «γεννέθλιος ἡμέρα» τῆς ἐν Χριστῶ τελειώσεώς τους, ἀλλά καί ἡ ἀνακομιδή τῶν Ἱερῶν λειψάνων τους ἤ ἐγκαίνια ναῶν πρός τιμή τους. Οἱ μνῆμες κυρίως τῶν προφητῶν καί τῶν ἀποστόλων βρἰσκονται σέ συμβατικές ἡμερομηνίες ἤ σπανιότερα  τήν ἡμέρα τῆς εὐρέσεως τῶν λειψάνων τους. Στό ἑορτολόγιο ἀναγράφονται «συνάξεις» δηλαδή πανηγυρικές συναθροίσεις τῶν πιστῶν, πρός τιμήν ἀγγέλων καί ἁγίων ἤ διασήμων εἰκόνων ἤ ὁμοιογενῶν ὁμάδων ἁγίων, ὅπως τῶν ἁγίων Ἀθανασίου καί Κυρίλλου πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας, τῶν Θεοπατόρων Ἰωακείμ καί Ἄννης κ.λ.π. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ περιπτώσεις συνάξεων πρός τιμήν ἱερῶν προσώπων, πού διαδραμάτισαν πρωτεύοντα ρόλο σέ ἑορταζόμενα γεγονότα τῆς ἱερᾶς ἱστορίας, οἱ ὁποίες ἀναγράφονται τήν ἑπομένη τῶν ἑορτῶν αὐτῶν καί ἀποτελοῦν τρόπον τινά συνέχειά τους. Τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων ἔχουμε τήν σύναξη τῆς Θεοτόκου. Τήν ἑπομένη ἡμέρα τῶν Θεοφανείων ἔχουμε τήν σύναξη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τήν ἄλλη ἡμερα μετά τήν ὑπαπαντή, τιμῶνται ὁ Ἅγιος Συμεών καί ἡ Ἁγία Ἄννα. Μετά τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου τήν ἑπομένη ἡμέρα τιμᾶται ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ κ.λ.π.

ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ  ΕΟΡΤΩΝ

Γιά τήν ἀνάδειξη τῶν ἑορτῶν, γιά τήν πανηγυρικότερη καί τιμητικότερη συμμετοχή περισσοτέρων πιστῶν ἡ ἐκκλησία μεταφέρει τίς μνῆμες τῶν Πατέρων τῶν Οἰκομενικῶν Συνόδων ἀπό τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τους  τήν ἑπομένη Κυριακή. Τό ἰδιο γινόταν καί μέ τίς μνῆμες τῶν ἁγίων πού ἔπιπταν κατά τήν πένθιμο περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἤ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Αὐτές μετατίθοντο κατά τά Σάββατα ἤ τίς πλησιέστερες Κυριακές ἤ κατά τήν Διακαινίσημο Ἑβδομάδα ὅπως π.χ. οἱ ἑορτές τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τύρωνος, τό πρῶτο Σάββατο τῶν Νηστειῶν, τοῦ ἁγίου Ἰω. συγγραφέως τῆς Κλίμακος τήν Δ΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αίγυπτίας τήν Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τή δεύτερη ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί τοπικά τῶν ἁγίων πέντε Νεομαρτύρων τῆς Σαμοθράκης τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ. Ἀπό πνευματικῆς καί ποιμαντικῆς πλευρᾶς ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ πλαισίωση τῶν μεγάλων ἑορτῶν σέ κύκλους, προεορτίων καί μεθέορτων ἡμερῶν ὅπως εἶναι ἡ Κυριακή πρό τῆς Ὑψώ-σεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ἡ Κυριακή μετά τήν Ὕψωση. Κυριακή πρό τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως καί ἡ Κυριακή μετά τήν Χριστοῦ Γέννηση. Κυριακή πρό τῶν Φώτων καί Κυριακή μετά τά Φῶτα. Μέ τόν τρόπο αὐτό δίνεται ἡ εὐκαιρία προπαρασκευῆς γιά τήν ἑορτή μέ τά ἀναγνώσματα, τό κήρυγμα καί τήν ὑμνογραφία γιά τήν ἀφομοίωση τῶν διδαγμάτων της κατά τά μεθέοτρα.

Σεβαστοί Πατέρες, ἀγαπητοί ἐν Χριστῶ Ἀδελφοί

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ πλούσιος ἑορτολογικός κύκλος τῶν Δεσποτικῶν τῶν Θεομητορικῶν καί τῶν ἄλλων ἑορτῶν τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας δέν ξεδιπλώνει μόνο τίς διάφορες πτυχές τῆς ἁγίας ζωὴς τοῦ Κυρίου, τῆς Θεοτόκου, τῶν μαρτύρων, τῶν ἁγίων καί τῶν ὁσίων, ἀλλά θέτει καί ἄλλο ἀξιόλογο στόχο. Ὅλα αὐτά τά γεγονότα ἡ Ἐκκλησία μας τά τιμᾶ καί τά δοξάζει πάντοτε ἐπί τῆς ἁγίας Τραπέζης. Τά συνδιάζει πάντοτε μέ τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐνεργεῖ μέ αὐτό τόν τρόπο, διότι θέλει νά μᾶς μορφώσει βάσει τῶν ἁγίων αὐτῶν προτύπων. Νά μᾶς βοηθήσει ὥστε κάθε φορά πού προσευ-χόμαστε στή Θεία Λειτουργία καί συμμετέχουμε στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, νά ἀνανεώνουμε τήν ἀπόφασή μας γιά θυσία ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ καί νά τόν ἀκολουθοῦμε πάνω στά ἅγια χνάρια Του. Ὁ ἐτήσιος ἑορτολογικός καί λειτουργικός κύκλος τῆς ἐκκλησίας μας ἔχει σκοπό νά μᾶς βοηθήσει νά βροῦμε καί νά ἀνανεώσουμε τή δράση καί τή γεύση τῆς νέας ζωῆς, τίς ὁποῖες μέ πολλή εὐκολία χάσαμε λόγω τοῦ θορύβου τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν. Οἱ ἑορτές, οἱ προσευχές,οἱ ὕμνοι, ἡ λατρεία ἔχουν σκοπό νά μᾶς φέρουν σέ κοινωνία καί σύνδεσμο μέ τή νέα ζωή τῆς βασιλείας. Ἐτσι ἡ Ὀρθοδοξία, μέ τόν ἑορτολογικό κύκλο καί τή λειτουργική ζωή μᾶς ἀποκαλύπτει κάτι ἀπό ἐκεῖνα «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὗς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» Α΄Κορ. 2, 9 ).

ΑΜΗΝ.

Ιερά Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως

Αφήστε μια απάντηση