kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Μαρτίου, 2009

Η ομιλία την οποία δημοσιεύουμε στο σημερινό φύλλο της εφημερίδος «Χρόνος» εκφωνήθηκε στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, την Κυριακή της Τυροφάγου, 8η Απριλίου του 1970, από τον πατριαρχικό μητροπολίτη Χαλκηδόνος κυρό Μελίτωνα (1913-1989), ο οποίος υπήρξε ο κορυφαίος ιεράρχης του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά τον προηγούμενο αιώνα, αλλά και ο πνευματικός πατέρας, ο πνευματικός γέρων, του σημερινού Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α?.


Η ομιλία κατά λέξη είναι η εξής: «Αδελφοί μου, είναι απλή η αλήθεια, καθαρή, ωραία, χαριτωμένη και στην τελευταία της ανάλυση η αλήθεια είναι αγάπη.
Έτσι μας την παρουσίασε αυτός, που τόσο πολύ την επλησίασεν: ο Πλάτων.

 Έτσι μας την απεκάλυψε, ωσάν ευαγγελική χάρη, ο Κύριός μας την αλήθεια. Απλή, απλά.

Εμείς την περιπλέξαμε. Εζητήσαμε το πέραν της απλότητος.

Και αυτό δεν υπάρχει, γιατί δεν υπάρχει το επέκεινα της αληθείας.

Τα πάντα αρχίζουν και τελειώνουν στην αλήθεια. Πέραν της αληθείας, ουδέν.


Ανεζητήσαμε την αλήθεια μέσα στους λαβύρινθους της σοφιστείας, μέσα στους μαιάνδρους της αληθοφάνειας.

Αλλά η αλήθεια, υπομονετική όπως είναι, σταθερή και ακεραία, επανέρχεται πίσω και κρούει την θύρα της ζωής μας? Και περαιτέρω.

Μη, υποκρίνεσθε, γίνετε απλοί και ακέραιοι. Αν έχετε και την ελαχίστη αρετή, προσποιηθείτε πως δεν την έχετε.

Κρύψτε την, τότε την βλέπει ο Θεός, τότε αυτή φέρει καρπό εις το φανερό.

Μην είσθε σκυθρωποί και βλοσυροί, για να φαίνεσθε άγιοι.

Ποτέ δεν κάνει επίδειξη η αγιότης.

Την αισθάνονται οι άνθρωποι και την φορούν, όπως το άρωμα του ρόδου, το οποίο δεν εξαγγέλλει ούτε την ομορφιά του, ούτε την χάρη του, ούτε το άρωμά του?


Και τώρα έρχομαι στο δεύτερο σημείο?, αυτό της υποκρισίας.

Τίποτε δεν καυτηρίασε ο Κύριος τόσο πολύ, όσο την υποκρισία.

Και ορθώς, σ? αυτήν είδε, ότι υπάρχει πάντοτε ο μεγαλύτερος παραπλανητικός κίνδυνος, δηλαδή το εωσφορικόν αγγελοφανές φως.

Είναι πράγματι φοβερή η δύναμη της υποκρισίας, τόσο γι? αυτόν που την ζει και την ασκεί, όσο και γι? αυτούς που την υφίστανται.

Και είναι επικίνδυνη η υποκρισία, γιατί ανταποκρίνεται προς βαθύτατο ψυχολογικό αίτημα του ανθρώπου.


Ο άνθρωπος θέλει να φανεί αυτός που δεν είναι.

Ακόμη και ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του Θεού.

Και έτσι ξεφεύγει από την αλήθεια και την απλότητα και φυσικά και από την μετάνοιαν και την σωτηρίαν.


Σε ολίγες ώρες έξω από τους ιερούς ναούς, έξω από την γαλήνη τους, στους δρόμους των πόλεων, θα παρελάσει ο καρνάβαλος.

Μην τον περιφρονήσετε και μην τον χλευάσετε και μη με κατακρίνετε, που τον αναφέρω αυτή την στιγμή.

Δεν είναι καθόλου άσχετος με το μέγιστο πρόβλημα της υποκρισίας.

 Να τον προσέξετε εφέτος τον καρνάβαλο με σεβασμό και βαθύ στοχασμό.

Είναι πανάρχαιο το φαινόμενο και είναι φαινόμενο βαθυτάτου και αγχώδους αιτήματος της ψυχής του ανθρώπου, να λυτρωθεί από την καθημερινή υποκρισία του με μίαν έκφραση ανωνύμου, διονυσιακής νέας υποκρισίας.


Είναι τραγική μορφή ο καρνάβαλος. Ζητεί να λυτρωθεί από την υποκρισία υποκρινόμενος.

 Ζητεί να καταλύσει όλες τις ποικίλες προσωπίδες, που φορεί κάθε μέρα και μία νέα, την πιο απίθανη.

Ζητεί να εκκενώσει ό,τι υπάρχει απωθημένο μέσα στο υποσυνείδητό του και να ελευθερωθεί, αλλά ελευθερία δεν υπάρχει.

Η τραγωδία του καρνάβαλου παραμένει άλυτη.

Το βαθύτατο αίτημά του είναι να μεταμορφωθεί.


Εδώ, λοιπόν, είναι η θέση της Εκκλησίας, κοντά στον καρνάβαλο, κοντά δηλαδή στον υποκρινόμενο με προσωπεία άνθρωπο που ζητεί να μεταμορφωθεί.

Αυτό, εξάλλου, είναι το κεντρικό κήρυγμα της ορθοδοξίας: η αληθής εν Χριστώ μεταμόρφωσή μας.

Να μην τον καταδικάσουμε, λοιπόν, τον καρνάβαλο, αλλά να σταθούμε και κάτω από την προσωπίδα του να ακούσουμε την αγωνία του, την έκκλησή του και το δάκρυ του.

Επαναλαμβάνω: της ορθοδοξίας το βαθύτερο κήρυγμα ζητεί ο καρνάβαλος, περιφερόμενος στους δρόμους της πολιτείας: την μεταμόρφωσή του.

Και είναι ο ειλικρινέστερος και εντιμότερος των υποκριτών.


Ίσως θα νομίσετε, ότι αστειεύομαι. Απολύτως όχι.

Δεν υπάρχει σοβαρότερο πρόβλημα αυτή την ώρα διά την Εκκλησίαν.

Δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία και μάλιστα η ορθόδοξη, η δική μας Εκκλησία, να νοηθεί ως άσχετη προς την ζωή, προς τους καιρούς, προς την αγωνία αυτής της ώρας, προς τα φλέγοντα προβλήματα αυτής της στιγμής, απλώς ως πόλη επάνω όρους κειμένη και θεωρούσα τα περί αυτήν.

Ως Εκκλησία είμαστε όλοι εμπλεγμένοι στην πορεία του γένους των ανθρώπων, στην μεγάλη αυτή περιπέτεια, που ονομάζεται ιστορία και μας οδηγεί στην τελείωση και ολοκλήρωση των εσχάτων.


Υποκρινόμενοι εχθές, απουσιάζουμε από το σήμερα και το αύριο έρχεται χωρίς εμάς?

 Διότι αυτή είναι η πέραν της αυτάρκους υποκρισίας αλήθεια, η απλή.

 Η ευκολότερη αντιμετώπιση των σύγχρονων προβλημάτων είναι να τα χλευάσει κάποιος και να τα κατακρίνει και να τα αντιπαρέλθει, όπως ο ιερεύς και ο Λευΐτης της σαμαρειτικής ευαγγελικής περικοπής.

Αλλά η πληγή είναι εδώ και κράζει.


Ποιός μπορεί υπευθύνως να μας πει, ότι είναι έξω κάθε ιστορικής, εξελικτικής πραγματικότητος όλα αυτά τα συνταρακτικά γεγονότα και φαινόμενα της νέας γενεάς της ανθρωπότητος, η έξαλλη μουσική, οι έξαλλοι χοροί, η έξαλλη επένδυση, όλη αυτή η παγκόσμια επανάσταση της νεολαίας;


Αν όλοι οι μικρόνοες, όλοι οι εθελοτυφλούντες, όλοι οι παρελθοντολόγοι και εγκαυχώμενοι για την αρετή της εποχής τους συνωμοτήσουν για να κατακρίνουν όλα αυτά τα πράγματα, η Εκκλησία όμως έχει χρέος να σταθεί με θεανδρική κατανόηση, ενανθρωπιζόμενη όπως και ο Κύριός της μέσα στον κόσμο, για να ακούσει αυτή την αγωνιώδη κραυγή, που αναπηδά από όλα αυτά τα έξαλλα πράγματα που βλέπουμε.

 Κάτι έχει να μας πει με όλα αυτά τα φαινόμενα αυτός ο κόσμος, που έρχεται νέος στο προσκήνιο της ιστορίας.


Πώς έχουμε την αξίωση να την κατανοήσουμε εμείς αυτήν την νέαν γενεάν, που έρχεται, εάν δεν είμεθα Εκκλησία Χριστού συνεχώς μεταμορφούμενη και συνεχώς μεταμορφώνουσα;


Είναι πλέον η ώρα να λυτρωθούμε εκ της αντιπατερικής ιδέας, ότι η Εκκλησία μόνον μέχρις ενός ορισμένου σημείου της ιστορίας ήταν δυνατόν να ερμηνεύσει την θεία αποκάλυψη.


Πρέπει ως Εκκλησία να αναλάβουμε την θεία υπευθυνότητα και τόλμη και γενναιότητα των θείων πατέρων και να θεολογήσουμε τον Χριστό, το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία.

Όχι όμως με νομοκρατική φαρμακίδειον, φερ? ειπείν, σωματειακή αντίληψη της Εκκλησίας, αλλά της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, ζώντος εν τη αναστάσει.


Αδελφοί μου,


Τώρα εισερχόμεθα στην Αγία Τεσσαρακοστή και στο βάθος μας αναμένει το όραμα, το θαύμα και το βίωμα της Αναστάσεως, το κατ? εξοχήν βίωμα της ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ας πορευθούμε προς αυτό το όραμα και βίωμα, όχι ασυγχώρητοι, όχι μη συγχωρήσαντες, όχι εν νηστεία απλώς κρέατος και ελαίου, όχι εν υποκρισία, αλλά εν θεία ελευθερία, εν πνεύματι και αληθεία.

 Εν τω πνεύματι της αληθείας, εν τη αληθεία του πνεύματος».

+ Ο Χαλκηδόνος Μελίτων.

  Πηγή http://www.xronos.gr/church/detail.php?ID=44647

Αφήστε μια απάντηση