Του Δημ. Μαργιόλη

 

Ο Mark Ferro  γράφει κάπου ότι <<η εικόνα που έχουμε για τους άλλους λαούς ή και για εμάς τους ίδιους συνδέεται με την ιστορία που μας έχουν αφηγηθεί όταν ήμασταν παιδιά. Η ιστορία αυτή μας σημαδεύει σε ολόκληρη τη ζωή μας>>.[1]
Οι διαμάχες για τα εγχειρίδια της σχολικής ιστορίας που συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, καταδεικνύουν ανάμεσα στα άλλα, την ηγεμονία μιας εθνικιστικής ιστορικής αφήγησης που αντλεί τα στερεότυπα και τα συστατικά της στοιχεία από τη δεξαμενή εθνικοφροσύνης, ιδεολογημάτων και εθνικών μύθων που διαμορφώθηκε σε ολόκληρη τη διαδρομή του 20ου αιώνα εντός και εκτός των εκπαιδευτικών μηχανισμών. Αν επιθυμούμε να κατανοήσουμε καλύτερα αυτή την αντιπαράθεση, το βάθος της, το πραγματικό της διακύβευμα, αν – πολύ περισσότερο – απέναντι στη μυθοπλασία του εθνικισμού και το μεταμοντέρνο <<θρυμματισμένο καθρέφτη>> φιλοδοξούμε να αντιπαραθέσουμε την <<πλήρη ιστορία>>, δηλαδή την ιστορία ως <<ένα αδιαίρετο ιστό στον οποίο όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες, υλικές και πολιτισμικές δυνάμεις και σχέσεις παραγωγής είναι αλληλοσυνδεόμενες>>[2] και ερμηνεύουν την ανθρώπινη εξέλιξη, θα πρέπει να ξεκινήσουμε την προσπάθειά μας στρέφοντας το βλέμμα στο παρελθόν της σχολικής ιστορίας.
Η εργασία αυτή φιλοδοξεί να μελετήσει την προσπάθεια του μετεμφυλιακού κράτους να εμπεδώσει και να εγχαράξει μια υπερσυντηρητική εθνική ταυτότητα και ιδεολογία και σύστοιχες πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές ασκώντας εκπαιδευτική πολιτική και αξιοποιώντας την ιδεολογική λειτουργία του σχολικού μηχανισμού. Συγκεκριμένα, θα επιχειρήσουμε να ερευνήσουμε πως αντανακλάται αυτή η προσπάθεια στο περιεχόμενο των σχολικών εγχειριδίων ιστορίας της Στ΄ δημοτικού της περιόδου 1950 – 1974.
Η ανάλυση του περιεχομένου των σχολικών εγχειριδίων, θα μας επιτρέψει να ελέγξουμε εάν και σε ποιο βαθμό τα νέα δεδομένα και οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής περιόδου επηρέασαν τη νοηματοδότηση της εθνικής ταυτότητας και συνακόλουθα τον τρόπο συγγραφής και παρουσίασης της σχολικής ιστορίας.
Πιο συγκεκριμένα θα επιχειρήσουμε να δοκιμάσουμε και να ελέγξουμε τέσσερις βασικές υποθέσεις :
Η πρώτη υπόθεση υποστηρίζει ότι η παραδοχή της αδιάλειπτης συνέχειας του ελληνικού έθνους και της περιοδολόγησής του σε ελληνική αρχαιότητα- Βυζάντιο – Νέο ελληνισμό, αποτελεί δόγμα απαράβατο, ενώ η εθνική μυθολογία (βλ. κρυφό σχολειό, Αγία Λαύρα) εμπλουτίζεται από την ηρωοποίηση του Μεταξά και των βασιλέων.
Η δεύτερη υπόθεση υποστηρίζει ότι συγκροτείται αυτή την περίοδο μια υπερσυντηρητική εθνική ταυτότητα με βάση τα ιδεολογήματα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, του αντικομμουνισμού και του τρίπτυχου <<πατρίς – θρησκεία – οικογένεια>>. Αυτός ο εθνικός φρονηματισμός αποτελεί και το βασικό εργαλείο διαμόρφωσης μιας αντικομμουνιστικής και ανορθολογικής ανάγνωσης των πρόσφατων γεγονότων του πολέμου, της κατοχής, της αντίστασης και της εμφύλιας σύγκρουσης – ανάγνωσης που επιβλήθηκε στο κοινωνικό σώμα από το σύνολο των μηχανισμών του κράτους.
Η τρίτη υπόθεση υποστηρίζει ότι η ταξική και εθνική <<ανασφάλεια>> που χαρακτηρίζει τον αστισμό στη μετεμφυλιακή περίοδο αντανακλάται στην προσπάθεια εγχάραξης μέσα από τη σχολική ιστορία μιας εθνικόφρονης πολιτικής και πολιτιστικής ομοιογένειας που εξ ορισμού θα αποκλείει ή έστω θα αποσιωπά κάθε ταξική, γλωσσική, πολιτισμική διαφοροποίηση και θα εξιδανικεύει και συσκοτίζει τις ταξικές, κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις του παρελθόντος. Το έθνος εμφανίζεται ως μια οντότητα <<ενιαία>> και <<αδιαίρετη>>, επομένως, οτιδήποτε υπονομεύει αυτή την αντίληψη, ανασκευάζεται ή απλά αποσιωπάται.
Η τέταρτη υπόθεση υποστηρίζει ότι η σχολική ιστορία της περιόδου καλλιεργεί την εικόνα ενός εθνοκεντρισμού σε διαρκή πόλεμο. Το ελληνικό έθνος αποτελεί τη μήτρα και το προπύργιο του ελεύθερου πολιτισμένου κόσμου και από αυτή τη θέση μάχεται ανά τους αιώνες ενάντια σε <<εθνικούς εχθρούς>> που διακρίνονται για τη βαρβαρότητα και την αγριότητά τους. Το δόγμα των προαιώνιων εθνικών εχθρών που αντιστοιχεί στη ρομαντική διάσταση του έθνους, αναδιαμορφώνεται για να συμπεριλάβει και το στρατόπεδο των ηττημένων του εμφυλίου πολέμου.
Επίσης, θα μελετήσουμε τα δυο αντίστοιχα σχολικά εγχειρίδια νεοελληνικής ιστορίας της υπερορίας που αποτελούν την έμπρακτη απάντηση της αριστεράς αλλά και ένα εναλλακτικό δείγμα γραφής και ιστορικής αφήγησης της ίδιας περιόδου που συνδιαμόρφωσε την ιστορική συνείδηση χιλιάδων ελληνοπαίδων της πολιτικής προσφυγιάς.

 

________________________________

[1] Mark Ferro, Πως αφηγούνται την ιστορία στα παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο, Μεταίχμιο, 2001, σ. 9.

[2] Eric Hobsbawm, Ιστορία: μια νέα εποχή της λογικής, περ. Διάπλους, τεύχος 7, 2005.

Η πλήρης εργασία όπως δημοσιεύτηκε στο alfavita:

ιστορία στ΄δημοτικού 1950-1974