Καμπότζη: Διακοπές στο μέλλον της Ελλάδας

INFOWAR


Αποστολή Πνομ Πενχ Αρης Χατζηστεφάνου


Ενα τραγούδι των Dead Kennedys καταφέρνει να περιγράψει το πέρασμα της Καμπότζης από τη φρίκη του εμφύλιου πολέμου στις συνθήκες οικονομικής αποικιοκρατίας του σήμερα.

Εργάζεσαι καλύτερα

με ένα όπλο στην πλάτη

για ένα πιάτο ρύζι […]

Αυτό που χρειάζεσαι, γιε μου,

είναι διακοπές στην Καμπότζη

Dead Kennedys


Ηταν αρχές του 1980 όταν οι Dead Kennedys, αδιαμφισβήτητα το πιο πολιτικοποιημένο συγκρότημα της αμερικανικής πανκ σκηνής, παρουσίασαν το δεύτερο single τους με τίτλο «Holiday in Cambodia»(Διακοπές στην Καμπότζη). Ο ήχος είναι σκληρός όσο και το εξώφυλλο του δίσκου, που απεικονίζει ένα μέλος παραστρατιωτικών ομάδων της Ταϊλάνδης να χτυπά το πτώμα ενός αριστερού φοιτητή. Ηταν μια από τις φωτογραφίες από τη λεγόμενη σφαγή της 6ης Οκτωβρίου του 1976, όταν ομάδες ακροδεξιών σκότωσαν τουλάχιστον 50 φοιτητές που διαδήλωναν εναντίον της επιστροφής της χώρας στη δικτατορία.


Στο τραγούδι τους οι Dead Kennedys καταγγέλλουν τόσο την απολυταρχική μορφή καθεστώτων της Ανατολικής Ασίας όσο και τη συνενοχή των Ηνωμένων Πολιτειών και αρκετών χωρών της Ευρώπης. Συγκεκριμένα η Καμπότζη ζούσε ακόμη στη σκιά της γενοκτονίας που πραγματοποίησε μέσα σε λίγα χρόνια το καθεστώτος του Πολ Ποτ – του αυτοαποκαλούμενου κομμουνιστή ηγέτη που σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς σκότωσε περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας.


Το «Holiday in Cambodia» θα συνδεθεί, παρά τη θέληση των δημιουργών του, ακόμη μια φορά με την ανατολική Ασία με έναν μάλλον περίεργο τρόπο το 1998. Τα μέλη των Dead Kennedys υπέβαλαν μήνυση στον τραγουδιστή του συγκροτήματος, Τζέλο Μπιάφρα, γιατί δεν επέτρεπε στην εταιρεία Levi’s να χρησιμοποιήσει το «Holiday in Cambodia» σε διαφημιστικά της μηνύματα. Για τον Μπιάφρα, η συγκεκριμένη εταιρεία ενδυμάτων εκπροσωπούσε τις συνθήκες μισθωτής σκλαβιάς που επιβάλλουν οι πολυεθνικές της Δύσης σε χώρες του Τρίτου Κόσμου, χρησιμοποιώντας ακόμη και ανήλικα παιδιά σε απάνθρωπες συνθήκες εργασίας. Και ο Μπιάφρα δικαιώθηκε, αν όχι στα δικαστήρια, τουλάχιστον στην πραγματική ζωή.


Ο «καπιταλισμός με ασιατικό πρόσωπο», όπως τον αποκαλούσε ο Σλοβένος φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ, είναι σήμερα πιο ζωντανός από ποτέ στην Καμπότζη και, αντί να αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν, φαίνεται ότι γίνεται σταδιακά μοντέλο προς μίμηση για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.


Μόλις την περασμένη εβδομάδα εκατοντάδες εργάτες συγκεντρώθηκαν έξω από την αμερικανική πρεσβεία στην Πνομ Πενχ, καταγγέλλοντας τις αμερικανικές εταιρείες Wal Mart και H&M για τη μη καταβολή δεδουλευμένων αρκετών μηνών. Λίγα 24ωρα αργότερα, χιλιάδες εργαζόμενοι στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες της Καμπότζης προχώρησαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις και αποκλεισμούς δρόμων απαιτώντας αύξηση του κατώτατου μισθού – που κυμαίνεται στα 80 ευρώ τον μήνα.


Η Καμπότζη ακολούθησε κατά γράμμα τις νεοφιλελεύθερες συνταγές ανάπτυξης του ΔΝΤ και άλλων διεθνών οργανισμών και οι καταστροφικές συνέπειες είναι σήμερα ορατές σε ολόκληρη τη χώρα. Παρά το γεγονός ότι από τη δεκαετία του 1990 η χώρα απέκτησε μια σχετική πιο φιλεργατική νομοθεσία –σε σχέση με το απάνθρωπο εργασιακό καθεστώς γειτονικών χωρών– οι ειδικές οικονομικές ζώνες και οι ειδικές συμβάσεις με ξένες πολυεθνικές κατέστησαν αυτό το νομοθετικό πλαίσιο ουσιαστικά ανεφάρμοστο.


Διακοπές στην κόλαση


Οι πραγματικές επιπτώσεις της νεοφιλελεύθερης «αποικιοκρατίας» όμως είναι πολύ πιο εμφανείς στην τουριστική βιομηχανία της χώρας. Φτάνοντας στην πόλη Σιχανούκβιλ –την καρδιά του καμποτζιανού «τουριστικού θαύματος»- σε καλωσορίζει μια γιγαντιαία αφίσα που καλεί τους επισκέπτες να καταγγείλουν κάθε περιστατικό παιδεραστίας που θα πέσει στην αντίληψή τους. Κάθε βράδυ, πίσω από τα πυροτεχνήματα και τα εντυπωσιακά κοκτέιλ που σερβίρονται στην παραλία, στρατιές νεαρών ιερόδουλων σχηματίζουν ουρές για να εξυπηρετήσουν τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς τουρίστες.


Το Σιχανούκβιλ όμως αποτελεί και πρότυπο απεμπόλησης της εθνικής κυριαρχίας μέσω των ιδιωτικοποιήσεων. Από το 2006 η κυβέρνηση παραχώρησε με καθεστώς leasing τουλάχιστον επτά νησιά (πληροφορίες ανεβάζουν τον αριθμό σε 22) σε ξένες εταιρείες για να οικοδομήσουν υπερπολυτελείς ξενοδοχειακές μονάδες. Το αποτέλεσμα είναι ότι μεγάλες εκτάσεις γης είναι πλέον απροσπέλαστες για τους πολίτες της χώρας, αλλά ακόμη και για ξένους επισκέπτες που δεν μπορούν να δαπανήσουν μερικές… δεκάδες χιλιάδες δολάρια για τις διακοπές τους. Οι ξένες εταιρείες αποφασίζουν πλέον ακόμη και για τα δημόσια έργα που θα πραγματοποιηθούν, όπως την κατασκευή γεφυρών ανάμεσα στα ιδιόκτητα νησιά τους, ενώ αφήνουν πίσω τους βιβλική οικολογική καταστροφή – μόνο τα δεκάδες γήπεδα γκολφ «πίνουν» το λιγοστό νερό της περιοχής, αφήνοντας το Σιχανούκβιλ χωρίς παροχή νερού για εβδομάδες.


Διαδοχικές κυβερνήσεις υπόσχονταν ότι προσφέροντας (κυριολεκτικά) γη και ύδωρ σε ξένους επενδυτές θα συγκέντρωναν τα χρήματα για να ανασύρουν τη χώρα από τη χρόνια υπανάπτυξη. Στην πραγματικότητα, τα κέρδη της τουριστικής βιομηχανίας φεύγουν κατευθείαν από τη χώρα προς οικονομικούς παραδείσους, όπου έχουν την έδρα τους οι εταιρείες εκμετάλλευσης. Αυτό που μένει πίσω είναι πορνεία και χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας.


Με τις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, την πολυετή εκμίσθωση νησιών και τις ξένες άμεσες επενδύσεις στον τουρισμό, οι διακοπές στην Καμπότζη δεν είναι ένα τραγούδι βγαλμένο από το σκοτεινό παρελθόν της Ανατολικής Ασίας… είναι μια γεύση από το μέλλον ορισμένων χωρών της Ευρώπης.


………………………………………………………………………………………………………………………………………


INFO

Δείτε

«A River Changes Course» (2012)

Ο φετινός νικητής των βραβείων ντοκιμαντέρ του Φεστιβάλ Σάντανς για τις συνθήκες εξαθλίωσης του πληθυσμού στην ύπαιθρο της Καμπότζης.


Ακούστε

«Fresh Fruit for Rotting Vegetables» (1980)

Το άλμπουμ σταθμός της αμερικανικής πανκ σκηνής με την πρώτη εκτέλεση του «Holiday in Campodia» από τους Dead Kennedys.


Διαβάστε

«Sideshow», εκδ. Simon & Schuster

Ο συγγραφέας και αναλυτής Ουίλιαμ Σάουκρος αναλύει τον ρόλο της Ουάσινγκτον στη δημιουργία των συνθηκών που οδήγησαν στη γενοκτονία από τον Πολ Ποτ. Τμήματα του βιβλίου είναι διαθέσιμα στη διεύθυνση www.thirldworldtraveler.com

17/02/2013
Άρης Χατζηστεφάνου -Εφημερίδα των Συντακτών