Δεχόμενος αμφισβήτηση, ο μύθος ενοποιεί τις αμφισβητήσεις που του απευθύνονται, τις ενσωματώνει και αργά ή γρήγορα τις χωνεύει. Δεν του αντιστέκεται καμία από τις εικόνες ή τις έννοιες που επιχειρούν να καταλύσουν τις κυρίαρχες διανοητικές δομές. Δεσπόζει στην έκφραση των γεγονότων και βιωμάτων, στην οποία επιβάλλει τη δική του ερμηνευτική δομή (δραματοποίηση) .Η ιδιωτική συνείδηση ορίζεται από τη συνείδηση του βιώματος που βρίσκει την έκφρασή του στο επίπεδο της οργανωμένης φαινομενικότητας. Η αντισταθμισμένη θυσία τρέφει το μύθο. Εφόσον κάθε ατομική ζωή συνεπάγεται μια απάρνηση του εαυτού μας, το βίωμα πρέπει να οριστεί ως θυσία και ανταμοιβή. Ο μυημένος παίρνει σαν ανταμοιβή για τον ασκητισμό του ένα καταφύγιο λαξευμένο μέσα στην οργάνωση της φαινομενικότητας, εγκαθίσταται αναπαυτικά στην αλλοτρίωση. Ωστόσο τα συλλογικά καταφύγια εξαφανίστηκαν μαζί με τις ενωτικές κοινωνίες…Σήμερα παραμένουν τα ατομικά που την αποτελεσματικότητά τους μπορεί κάποιος να την αμφισβητήσει, αλλά το τίμημά τους το γνωρίζει μετά πλήρους βεβαιότητας.

Η ‘ιδιωτική’ ζωή ορίζεται πρωταρχικά μέσα σ’ ένα πλαίσιο τυπικό. Αντλεί την ύπαρξή της από τις κοινωνικές σχέσεις που δημιουργεί η στερητική ιδιοποίηση, αλλά της δίνει ουσιώδη μορφή η έκφραση αυτών των σχέσεων. Καθολική, αναμφισβήτητη και κάθε στιγμή αμφισβητούμενη, μια τέτοια μορφή κάνει την ιδιοποίηση ένα δικαίωμα αναγνωρισμένο σε όλους και από το οποίο ο καθένας έχει αποκλειστεί, ένα δικαίωμα που αποκτάς πρόσβαση μόνο στο μέτρο που το απαρνείσαι. Στο βαθμό που δεν συντριβεί το πλαίσιο όπου βρίσκεται φυλακισμένο, ακόμα και το αυθεντικότερο βίωμα εισδύει στη συνείδηση, εκφράζεται και κοινολογείται μόνο μέσω μιας διαδικασίας αντιστροφής προσήμου όπου η θεμελιώδης αντίφασή του συγκαλύπτεται. Με άλλα λόγια, αν οποιοδήποτε θετικό εγχείρημα παραιτηθεί απ’ το να προεκτείνει μια πρακτική ριζικής ανατροπής των συνθηκών ζωής-που, με όλες τους τις μορφές, είναι συνθήκες στερητικής ιδιοποίησης-δεν έχει καμία πιθανότητα να αποφύγει την κηδεμονία της αρνητικότητας που δεσπόζει στις κοινωνικές σχέσεις και να αναπαράγει την αρνητικότητα. Επαναφομοιώνεται όπως η εικόνα στον καθρέφτη, ανεστραμμένη. Μέσα στη συνθετική προοπτική που διέπει το σύνολο της ζωής όλων, κι όπου δεν διακρίνεται πια η πραγματική της εξουσία από τη μυθική, (και οι δυό τους πραγματικές και οι δυό τους μυθικές) ,η διεργασία της στερητικής ιδιοποίησης δεν αφήνει στο βίωμα άλλο δρόμο έκφρασης από το αρνητικό.

Ολόκληρη η ζωή λούζεται μέσα σε μια αρνητικότητα που τη διαβρώνει και την ορίζει ρητά. Το να μιλάς για ζωή ηχεί σήμερα σαν να μιλάς για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου. Αφού χάθηκε το κλειδί της θέλησης για ζωή ,όλες οι πόρτες βλέπουν στο κενό. Όσοι δέχονται ακόμα να ζουν στον οίκο της ίδιας τους της κούρασης, το έχουν ευκολότερο να σχηματίζουν για τον εαυτό τους μια εικόνα απάθειας παρά να διακρίνουν στην κάθε τους χειρονομία μία διάψευση της απελπισίας τους, μια διάψευση που μάλλον θα έπρεπε να τους παρακινήσει να απελπίζονται μόνο από τη φτώχεια της φαντασίας τους. Οι εικόνες αυτές, που είναι κάτι σαν τη λήθη της ζωής, προσφέρουν ένα φάσμα επιλογής που περικλείεται ανάμεσα σε δύο ακραία σημεία: το κατακτητικό κτήνος και το πειθήνιο κτήνος απ’ τη μια πλευρά, ο άγιος και ο αγνός ήρωας απ’ την άλλη…Πάει πολύς καιρός που σε αυτό τον απόπατο η δυσωδία έγινε αφόρητη. Ο κόσμος και ο άνθρωπος σαν αναπαράσταση βρωμάνε πτωμαΐνη και δεν υπάρχει κανείς θεός για να μεταμορφώσει τους ομαδικούς τάφους σε παρτέρια λουλουδιασμένα…Εκείνοι που μιλάνε σήμερα για επανάσταση και ταξική πάλη δίχως να αναφέρονται ρητά στην καθημερινή ζωή ,δίχως να καταλαβαίνουν τι είναι ανατρεπτικό στον έρωτα και τι είναι θετικό στην άρνηση των περιορισμών, αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα πτώμα στο στόμα τους…

ΡΑΟΥΛ ΒΑΝΕΓΚΕΜ: ‘ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΟΠΙΕΣ’ Απρίλης 1962

κείμενο και άσμα αφιερωμένο σε όλους όσοι σοκάρονται από την πραγματικότητα της εξαθλίωσης και των αυτοκτονιών.