Feed
Άρθρα
Σχόλια

                                               

    Του Γιάννη Π. Τζήκα

   Στο πολύ γνωστό θεατρικό έργο του Σάμουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό» ο συγγραφέας παρουσιάζει σ? ένα αφαιρετικό σκηνικό τους δυο πρωταγωνιστές του, τον Εστραγκόν και το Βλαντιμίρ, να συζητούν και από την κουβέντα τους καταλαβαίνουμε ότι αναμένουν εναγωνίως κάποιον κ. Γκοντό. Ο Εστραγκόν και ο Βλαντιμίρ είναι δυο άνεργοι προλετάριοι, λούμπεν τύποι, που η ανεργία και η γενικότερη απραξία τούς έχει οδηγήσει στο περιθώριο. Οι δυο πρωταγωνιστές είναι απελπισμένοι αλλά όχι ως τα έσχατα της υπάρξεώς τους, ώστε η απελπισία γι αυτούς να είναι καταδικαστική. Βιώνουν μια τραγική ζωή αλλά υπάρχει γι αυτούς μια αμυδρή έστω ελπίδα να βγουν από το φοβερό αδιέξοδο. Περιμένουν και, εφ? όσον κάτι περιμένουν, η αναμονή αυτή δίνει ένα νόημα στην ύπαρξή τους. Περιμένω κάτι άρα υπάρχω. Τι περιμένουν, λοιπόν, με τόση αγωνία; Περιμένουν τον Γκοντό, στην εμφάνιση του οποίου έχουν εναποθέσει την ελπίδα τους. Όμως ως το τέλος του έργου ο Γκοντό δεν εμφανίζεται και οι δυο πρωταγωνιστές συνεχίζουν να ζουν την τραγωδία τους με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή, δε μπορεί, θα εμφανιστεί και θα αλλάξει τη ζωή τους.

   Αλήθεια, η τραγική κατάσταση των δυο πρωταγωνιστών του Σ. Μπέκετ δε μας παραπέμπει ευθέως στην τραγωδία που βιώνουν χιλιάδες άνεργοι συνάνθρωποί μας; Περιμένουν κι αυτοί τον «Γκοντό», που όλο τους υπόσχονται, τους δίνουν την ελπίδα, ότι όπου να ?ναι θα εμφανιστεί και δεν εμφανίζεται. Και συνεχίζουν να περιμένουν, γιατί αισθάνονται ότι δεν μπορούν τίποτα άλλο να κάνουν. Και ο Γκοντό συνεχίζει να παίζει κρυφτούλι μαζί τους. Πολύ ανάλγητος αυτός ο Γκοντό!

   Κάποια στιγμή στη ροή του έργου εμφανίζονται στη σκηνή ένας άρχοντας (αφεντικό) τραβώντας με ένα λουρί από το λαιμό τον υπηρέτη του που αγκομαχά φορτωμένος δυο βαριές βαλίτσες κι άλλα προσωπικά αντικείμενα του αφεντικού του. Το αφεντικό, ο κ. Πόντζο, δίνει εντολές και ο υπηρέτης, ο Λάκυ, τις εκτελεί πάραυτα και πάντα είναι σε ετοιμότητα χωρίς να αφήνει τις βαριές βαλίτσες από τα χέρια του. Ο Εστραγκόν και ο Βλαντιμίρ τους κοιτούν με περιέργεια, ιδιαιτέρως τον αξιολύπητο υπηρέτη (τον οποίο κατά βάθος ζηλεύουν και λίγο γιατί αυτός τουλάχιστον έχει μια δουλειά, έστω κι αυτήν την τόσο ταπεινωτική για την προσωπικότητά του). Τους κάνει εντύπωση το ό,τι ο υπηρέτης δεν αφήνει στιγμή τα μπαγκάζια από το χέρι του και ζητούν από τον κ. Πόντζο να τους εξηγήσει το λόγο. Αυτός με κυνικότητα τους λέει: «Θέλει να δείξει καλή διαγωγή, φαντάζεται πως άμα τον βλέπω έτσι χαλκέντερο και πρόθυμο δεν θα τον απολύσω?Δεν καταλαβαίνει το ψοφίμι, ή μάλλον το καταλαβαίνει αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα, πως οποιαδήποτε στιγμή μου «καπνίσει» μπορώ να τον απολύσω?Λες κι έχω καμιά έλλειψη από είλωτες!».

   Αλήθεια, στις «μεσαιωνικές» εργασιακές σχέσεις που διαμορφώνονται στις μέρες μας (όχι μόνο στην πατρίδα μας) ποιος εργαζόμενος θα τολμήσει να καταγγείλει τον «κ. Πόντζο», όταν ξέρει πως η εργοδοσία προστατεύεται ποικιλοτρόπως και γνωρίζει να μηχανεύεται χίλια τερτίπια για να ξεφεύγει από την τσιμπίδα του νόμου και ότι η σπάθα της απόλυσης κρέμεται πάνω από το κεφάλια των εργαζομένων;

   Χρόνια τώρα οι κυβερνώντες μας σαλαγούν να βαδίσουμε στην οδό μιας συνεχώς υποδαυλιζόμενης αναμονής και ελπίδας. «Σφίξτε τώρα το ζωνάρι, ας εφαρμόσουμε μέτρα λιτότητας και θάρθουν καλύτερες μέρες», μας υπόσχονται δεκαετίες τώρα. Και οι καλύτερες μέρες δεν έρχονται και μεις συνεχίζουμε να αναμένουμε το «Γκοντό», που όλο αναβάλλει την εμφάνισή του. Ως πότε;

  

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων