ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ 25η ΜΑΡΤΙΟΥ

Υπέρμαχε Στρατηγέ, όχημα Ηλίου του νοητού, Μήτερ του Θεού, την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι και ξεκινώ. Ξεκινώ με Σένα που η στάση ζωής σου γέννησε την επανάσταση για τη ζωή μας. Κι έγινε Ανάσταση, έγινε δηλαδή, αυτό που μας λείπει και γυρεύουμε στα χαμένα. Αλλά «η Σταύρωση είναι ο μόνος δρόμος που οδηγεί στην Ανάσταση» (Καζαντζάκης).

Θέλω να πω λόγια «για την αιωνιότητα , που μόλις τα χωράει…». Πρέπει τούτο να γίνει, λέει, σε 8΄. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος σχολίασε κάποτε πως «ενώ είμαστε ο ιστορικά πιο πλούσιος λαός του κόσμου, είμαστε κι ο πιο ανιστόρητος». Η ιστορία είναι το μάθημα που μαθαίνουμε κι από το οποίο δε μαθαίνουμε! Ας ρωτήσουμε εδώ και τώρα τους μαθητές μας να μας πουν σε πόσους αρέσει το μάθημα της ιστορίας. Σε ελάχιστους! Άρα κάτι δεν κάνουμε σωστά. Από πάνω προς τα κάτω. Μπορεί να φταίει που έχουμε τεράστια ιστορία, εν τέλει. Τι να πρωτοαφομοιώσει το μυαλουδάκι τους;

Τότε, ας πούμε ένα αληθινό παραμύθι. Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια πόλη λαμπρή, ξακουστή, βασιλίδα πόλη, η Κωνσταντινούπολη. Και μια αυτοκρατορία, η Βυζαντινή. Αυτά που την συγκρατούσαν βασικά ήταν η γλώσσα (η Ελληνική) και η θρησκεία (η Ορθοδοξία).Κι οι αιώνες περνούσαν, αυτοκράτορες στέφονταν πότε άξιοι πότε ανάξιοι, οι λαοί της αυτοκρατορίας σέρνονταν σε πολέμους πότε επεκτατικούς και πότε αμυντικούς. Μισθοφόροι στρατιώτες, εμπόριο βασικά στα χέρια των οθνείων (ξένων) κι όχι των ντόπιων, υπεροψία της κεντρικής εξουσίας που δεν υπολόγισε την ύπαρξη ενός ισχυρού φυγόκεντρου κινήματος. Οι επαρχίες προσπαθούν να χειραφετηθούν από την Πόλη. Οι εξωτερικοί εχθροί (Λατίνοι και Τούρκοι) πολυαριθμότεροι και σε πολεμική εγρήγορση. Αν θυμηθούμε το παράδειγμα της Γαλλίας, ο τελευταίος Λουδοβίκος «δεν πλήρωσε μόνο για τα δικά του έργα: πλήρωσε και για τους δεκαέξι Λουδοβίκους, που προηγήθηκαν πριν απ’ αυτόν». Η Μαρία Αντουανέτα, η βασίλισσα, αναρωτιόταν απορημένη: «Δεν έχει ο λαός ψωμί; Ας φάει παντεσπάνι.» Και κατέληξαν στη λαιμητόμο όταν ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση λίγο νωρίτερα από τη δική μας. Αλλά, ας γυρίσουμε στο Βυζάντιο, συρρικνωμένο πλέον στην περιοχή της πρωτεύουσας και του Μοριά. Ήταν 1453. Ήταν Μάης, Τρίτη κι 29. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αναθρεμμένος στο Μοριά, στο Μυστρά, απαντά στο Σουλτάνο Μωάμεθ τον Πορθητή: “To δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν ούτ’ άλλου τινός των οικούντων εν αυτή. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών.» Ναι, τέτοιες απαντήσεις γυρεύουμε να ακούσουμε από τα χείλη πολιτικών ανδρών κι ανώτερου κλήρου. Να κι ο Παλαμάς:

«Γνώμες, καρδιές, όσοι Έλληνες ότι είστε μην ξεχνάτε

δεν είστε από τα χέρια σας μονάχα, ΟΧΙ. Χρωστάτε

και σε όσους ήρθαν, πέρασαν θα ‘ρθούνε, θα περάσουν

Κριτές, θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί.»

Ήταν Μάης, Τρίτη κι 29. «Η Πόλις εάλω!» «Χάθηκαν τα πάντα. Κρύψου ήλιε και θρήνησε γη. Η Πόλη έπεσε.» «Με το πρώτο φως της αυγής, οι Τούρκοι μπήκαν στην Κωνσταντινούπολη από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού». Ο Μωάμεθ προικοδότησε το Πατριαρχείο με ένα ειδικό καθεστώς κι έδωσε διαταγή να εκλέξουν νέο Πατριάρχη. Ήταν ο Γεώργιος Σχολάριος, μετονομασθείς σε Γεννάδιο. Μέσα στη γενική αβεβαιότητα, η εκκλησία ήταν η μόνη βεβαιότητα. Καλλιεργήθηκε, όμως, «η βιβλική θεωρία για την ήττα, θεωρούμενη ως δίκαιη τιμωρία που υπαγορεύθηκε από το Θεό» για να εξηγήσει τις αβελτηρίες της αυτοκρατορίας. Έτσι έχουμε την απαρχή της μοιρολατρικής στάσης των βυζαντινών που φτάνει ως τις μέρες μας. Ποιος από μας δεν έχει αναφωνήσει: «τι να κάνουμε!»

«Όσοι το χάλκεον χέρι

βαρύ του φόβου αισθάνονται,

ζυγόν δουλείας ας έχωσι,

θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία. (Ανδρέας Κάλβος, «Εις Σάμον»)

Στους τέσσερις αιώνες που ακολούθησαν «ο ήλιος της ελευθερίας ήταν πολύ χαμηλά». Η «Ιερή Συμμαχία» ευρωπαίων ηγεμόνων (ακριβώς όπως η σημερινή Τρόικα) κάνει τους λαούς να ασφυκτιούν. Ταυτόχρονα ξεπηδούν μορφές άκρως δεσποτικές μα προικισμένες συνάμα «με αετίσιο μάτι». Αλή πασάς των Ιωαννίνων, φερ’ ειπείν. Αρχίζει και τρίζει ο θρόνος του Σουλτάνου. Στα 1819 η επικράτεια του Αλή αγκαλιάζει και συνθλίβει Ήπειρο, Θεσσαλία, Μακεδονία, Μοριά. Μα όπως σκιάζεται ο Σουλτάνος τον Αλή, σκιάζεται ο Αλής τους Σουλιώτες. Κι είναι ο αγώνας τους το προανάκρουσμα του ΄21. «Το Σούλι στάθηκε… η μεγάλη Σχολή Ευελπίδων» της εποχής. Και κατά έναν περίεργο τρόπο, η αυλή του Αλήπασα άντρωσε τους μεγάλους πολεμάρχους της Επανάστασής μας (Ανδρούτσο, Καραϊσκάκη, Μπότσαρη, Βαλτινό, Βαρνακιώτη).

Στην Ευρώπη «το φως που καίει» είναι ο Διαφωτισμός. Κι έχουμε τόσους Έλληνες λογίους που «φωτίστηκαν» και τη λαμπάδα εκείνης της πνευματικής Λαμπρής ύψωσαν στο έθνος μας, στο λαό μας αλλά και σε όλα τα Βαλκάνια. Ρήγας Φεραίος, «αυτός ο αξιάγαστος ανήρ» όπως τον χαρακτηρίζει ο Ανώνυμος ο Έλλην.

Τι κι αν τον απαγχόνισαν οι Τούρκοι μαζί με εφτά πατριώτες και τα κορμιά τους ρίχτηκαν σε σέρβικο ποτάμι; Τη σκυτάλη πήρε η «Ελληνική Νομαρχία» του Ανωνύμου του Έλληνος, από τα πιο ρηξικέλευθα κείμενα που εκδόθηκε εν μέσω σκλαβιάς, το 1806: «Τάχιστα η Ελλάς πρέπει να συντρίψη τας αλύσους της». «Πώς φλογίζεται όμως η καρδία εκείνων, οπού γνωρίζουσι την ελευθερίαν, και δεν την έχουσι». Μιλά ακόμα για τις τρεις αιτίες της ανομοιότητας των ανθρώπων: την ίδια τη φύση, την ανατροφή και την τύχη. Όμως μία καλή διοίκηση, η νομαρχία (δηλαδή εκεί όπου θα υπάρχουν οι καλοί νόμοι), αμβλύνει ουσιαστικά τις παραπάνω διαφορές. Τι έχει αλλάξει σήμερα; 21ος αιώνας και ζούμε στο ζυγό άτεγκτων νόμων, άδικων νόμων ή καλών ανεφάρμοστων νόμων! Τρομάζουν οι τόσες ομοιότητες! Και δεν είναι οι μόνες!

Το αντιστασιακό-κλέφτικο δημοτικό τραγούδι «έχει σαν βασικό στόχο του κυρίως τον πόλεμο ενάντια στον Τούρκο κατακτητή»: «Τση πείνας και τση δίψας ξεραμένοι, για να λευτερωθούνε οι καημένοι.» Το μικρό βλαχόπουλο «να πάη πίσω ντρέπεται, να πάη εμπρός φοβάται». Μα, τελικά, πού λέτε πως πήγε; Απαντά ο Σολωμός: «Παλληκαρά, και μορφονιέ, γεια σου, καλέ, χαρά σου!»

«Ο Όλυμπος κι ο Κίσαβος τα δυο βουνά μαλώνουν» για τους περσότερους κλέφτες.

«Δε μας βαραίνουν τα νερά και τα πολλά τα χιόνια,

παρ΄ μας βαραίν’ η κλεφτουριά, οι Κολοκοτρωναίοι.»

«Η προσκλητική σάλπιγξ της πατρίδος εντός ολίγου μέλλει να ηχήση…», λέει κρυφά ο Υψηλάντης. Ναι, η επανάσταση ξεσπά! «Μια επανάσταση δεν προγραμματίζεται σαν πρωτοβάθμια εξίσωση, ούτε γίνεται κατά παραγγελία». Παρότι η πρώτη επανάσταση που κηρύσσει η Φιλική Εταιρεία στη Μολδοβλαχία, το Φλεβάρη, καταπνίγηκε στο αίμα. Ναι, είναι Μάρτης! Του ΄21! Δε θα αναφέρουμε κανέναν τόπο στεριανό ή νησιωτικό. Δε θα κάνουμε προσκλητήριο ηρώων. Σήμερα, εδώ μέσα, έχουμε σύναξη λαού, προεστών, κλήρου. Μα, πάνω απ’ όλα, έχουμε σύναξη ηρώων και ηρωίδων. Η εκκλησία είναι κατάμεστη από αυτούς. Και είναι όλοι εδώ! Πάνω σε κάθε κυανόλευκο πανί είναι γαντζωμένες οι ψυχές τους.

Αυτή η σημαία κυματίζει σαν τέτοια από το 1822. Αυτή η εθνική εορτή καθιερώθηκε στις 25 Μάρτη του 1838 από το βασιλιά Όθωνα. Γιατί , ευτυχισμένος ο Μοριάς , που λευτεριά αξιώθη πρώτος στις 21 Μάρτη στα Καλάβρυτα, στις 23 Μάρτη στην Καλαμάτα. Αυτή η θεομητορική εορτή καθιερώθηκε στις 25 Μάρτη από τον Ιουστινιανό το 560 μ.Χ. για πολλούς λόγους. Αυτή η πόλη ελευθερώθηκε στις 27 Μάρτη.

Κι όλοι εμείς πότε θα ελευθερωθούμε; Στο πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830) οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) ορίζουν: «Δεν έχουμε μόνο το δικαίωμα αλλά και το καθήκον να επεμβαίνουμε για τη διατήρηση της ησυχίας και της τάξης στη χώρα». Όπου Δυνάμεις, βλέπε Θεσμοί. Λέει ο Σκαρίμπας: «Μεταξύ δουλείας και δουλείας δεν υπάρχει καμιά διαφορά. Με το να κάμεις μιαν επανάσταση κι αποτινάξεις το ζυγό, δεν έκαμες τίποτα. Το ΄21 αυτό έκαμε. Το να μην ξαναεμπέσεις σε ζυγό-αυτό είναι επανάσταση».

Αυτή η σέρτικη ράτσα θα ζήσει, Σολωμέ, «με λογισμό και μ’ όνειρο». Αρκεί να ισορροπήσει αυτά τα δυο σα σχεδία σωτηρίας. Αλλιώς το σχέδιο ναυάγησε. « Η ζωή του αληθούς πολίτου πρέπει να τελειώνη ή δια την ελευθερία του, ή με την ελευθερία του», λέει ο Ανώνυμος ο Έλλην.

Σεβασμιότατε, Άγιοι Πατέρες, κύριε Δήμαρχε, αρχές και σωματεία αυτού του Δήμου, συνάδελφοι αγαπητοί και μαθητές αγαπημένοι, περιεστώτα λαέ, αυτό ήταν το αληθινό παραμύθι. Η Επανάσταση άρχισε το 1821. Κι ακόμα δεν τελείωσε… Γένοιτο η ελευθερία των Ελλήνων! Γένοιτο! Από εμάς για εμάς!                                                                                                                                                                                                                                                  ΠΕΠΠΑ ΜΑΡΙΑ

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση