ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ Η ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΤΑ   ΑΤΟΜΑ  ΜΕ  ΕΙΔΙΚΕΣ  ΑΝΑΓΚΕΣ  ΚΑΙ  Η  ΑΓΟΡΑ  ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο  του  Κουρκουλάκου  Ηλία καθηγητή  φιλολόγου

Σκοπός του παρόντος  άρθρου για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, αποτελεί ο προβληματισμός όλων σχετικά με τις ικανότητες και τις ανάγκες των ΑμΕΑ, η συνειδητοποίηση της αξίας τους κοινωνικά- οικονομικά για την αγορά εργασίας, η συλλογική προσπάθεια των μελών της κοινωνίας για την ομαλή ένταξή τους στον αδυσώπητο κόσμο της παραγωγής και η γνωστοποίηση των επαγγελματικών προοπτικών τους στην ανταγωνιστική κοινωνία που βιώνουμε σήμερα (ο όρος ΑμΕΑ, υιοθετείται από την παράγραφο 2 του άρθρου 32 του ν. 1566/85).

Το επάγγελμα, αναντίρρητα, είναι «δείκτης αξίας του ανθρώπου στην κοινωνία» (Σιδηροπούλου- Δημητρόπουλος, 2000). Η ίδια η κοινωνία αποδίδει μεγάλη σημασία στην εργασία του ανθρώπου και αναλόγως τον κατατάσσει σε μία ιεραρχική κλίμακα. Το κάθε άτομο αναζητεί και έχει το δικαίωμα να διασφαλίσει τη θέση του στην κοινωνική αυτή κλίμακα. Μέλη της κοινωνίας είμαστε όλοι και τα ΑμΕΑ πολύ περισσότερο έχουν δικαιωματικά την ανάγκη μιας ισότιμης θέσης στο κοινωνικό σύνολο.

Ωστόσο, ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει. Τα ΑμΕΑ, έρμαια ενός χρόνιου παραγκωνισμού, που τα απομάκρυνε από όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και την παραγωγική διαδικασία, έχουν να αντιμετωπίσουν επιπρόσθετα εκτός από τη σωματική τους αναπηρία, τις κοινωνικές προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, που τους αφαιρούν κάθε ευκαιρία να αποδείξουν τις δυνατότητές τους.

Το παραπάνω πρόβλημα οξύνεται περισσότερο σήμερα, που η αγορά εργασίας καθώς υπαγορεύεται από το ιδιωτικό δίκαιο, προσφέρει θέσεις εργασίας με κριτήριο την παραγωγικότητα. (Δελλασσούδας, από Κασσωτάκη, 2002). Συνεπώς κάθε άτομο αγωνίζεται να εντατικοποιήσει τις σπουδές του για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό που σήμερα έχει μετατεθεί σε υψηλότερα επίπεδα. Πώς είναι λοιπόν εφικτό μέσα από αυτό το πνεύμα πτυχιολαγνείας να επιβιώσουν τα ΑμΕΑ και πόσο μάλλον να μπορέσουν να διαγνώσουν και να αποκαλύψουν τις ικανότητές τους; Τα ερωτήματα αυτά και μόνο καταδεικνύουν το εύρος του προβλήματος της επαγγελματικής αποκατάστασης των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Ειδικότερα, στα στενά, ανταγωνιστικά πλαίσια του ελληνικού πολιτισμού, επιβιώνουν οι «ισχυροί» σωματικά, ενώ οι «αδύνατοι» υποβιβάζονται με την αναπηρία τους αυτή καθεαυτή . Η  αναπηρία τους αποτελεί μία υπαρξιακή κατάσταση, που υποδηλώνει ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής και τοποθετεί το άτομο σε μία ξεχωριστή θέση στη κοινωνία. Το άτομο αντιλαμβάνεται πως ο,τι κι αν δείχνουν οι άλλοι δεν τον αποδέχονται πραγματικά και δεν είναι έτοιμοι να έρθουν σε επαφή μαζί του «επί ίσοις όροις» (Erring Goffman, 2001). Είναι άτομα «κοινωνικά στιγματισμένα» και ένας στιγματισμένος υφίσταται κοινωνικές διακρίσεις και μειώνονται δραστικά οι ευκαιρίες στη ζωή του.

Όλοι μας διαμεσολαβούμε κοινωνικές προκαταλήψεις στην καθημερινή μας ζωή. Λαμβάνοντας υπόψη τα ισχύοντα κανονιστικά πρότυπα διακρίνουμε τα άτομα από το βαθμό απόκλισής τους ως προς τα πρότυπα αυτά. Στην πράξη, τα εξωτερικά γνωρίσματα αποτελούν τις πρώτες πηγές άντλησης πληροφοριών. Δεν είναι μόνο όμως η σωματική αυτή αναπηρία που αυτοπροσδιορίζει και τα ίδια τα άτομα ως «νοσούντες». Είναι και το ίδιο το κοινωνικό σύστημα,  οι κρατικοί οργανισμοί, οι υπηρεσίες, το εθνικό σύστημα υγείας που δυσλειτουργούν και εκπέμπουν μία «κακόμοιρη» γεμάτη οίκτο εικόνα για τα ΑμΕΑ.

Γενικά, επικρατεί δυστυχώς ακόμα η αντίληψη και στην ελληνική κοινωνία ότι οι ανάπηροι είναι «υποψήφιοι νεκροί». Έχουν υψηλό κόστος ζωής και επιβαρύνονται οικονομικά οι άνθρωποι γύρω τους προκαλώντας μία διάχυτη δυσαρέσκεια. Είναι πάντοτε εξαρτημένοι από βοηθούς, ανάλογα βέβαια και από το βαθμό αναπηρίας, και είναι αρκετά υψηλό το κόστος για νοσηλεία και για αγορά προϊόντων- βοηθημάτων.

Λαμβανομένων των παραπάνω υπόψη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι στα ήδη ασφυκτικά πλαίσια της ελληνικής αγοράς εργασίας, όπου η ανεργία βρίσκεται σε υψηλά ποσοστά, οι άνθρωποι με αναπηρίες δεν είναι εύκολα προσβάσιμοι ούτε ως επαγγελματίες ούτε ως εργαζόμενοι ούτε ως ηγέτες ούτε ως επιστήμονες ούτε ως γείτονες. Η ελληνική κοινωνία δεν χρειάζεται τους ανάπηρους. Μπορεί και χωρίς αυτούς εφόσον ούτως ή άλλως τα ποσοστά ανεργίας είναι πολύ υψηλά και ήδη σκέφτεται να καλύψει τις λιγοστές υπάρχουσες θέσεις από τους «σωματικά ικανούς». Γενικά, ο άνθρωπος με αναπηρίες δεν είναι επιλέξιμος, όταν μάλιστα υπάρχουν πολλές άλλες επιλογές. Οι ανάπηροι είναι ανεκτοί μόνο όταν είναι φορείς πλούτου και εξουσίας (disabled.gr- Βιβλιοθήκη, Δελτίου τύπου, 06-04-06).

Παρουσιάστηκε, ήδη, εισαγωγικά μία ρεαλιστική εικόνα της διαμορφωμένης αντίληψης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στόχος όλων μας όμως είναι και με αφορμή τη μελέτη αυτή να υπερκαλυφθούν προβλήματα που εμποδίζουν την επαγγελματική εξέλιξη των ατόμων αυτών. Συγκεκριμένα:

•             Να δώσουμε άνοιγμα στις αντιλήψεις τους σχετικά με τις επαγγελματικές τους επιλογές.

•             Να διευρύνουμε την ικανότητα λήψης αποφάσεών τους (συνήθως αποφασίζουν άλλοι γι’ αυτά).

•             Να αυξήσουμε τα επίπεδα αυτοαντίληψής τους που είναι χαμηλά εξαιτίας των κοινωνικών προκαταλήψεων.                                                (Herr and Cramer, 1996)

•             Να αποτινάξουμε την απάνθρωπη δυναμική που θέλει τις ισχυρές οικονομικές ομάδες να κατέχουν τις επαγγελματικές θέσεις, και να επιβάλλουμε την ισότητα δικαιωμάτων, ευκαιριών και συνθηκών.

•             Ιδιαίτερα, για τα ΑμΕΑ, να παρέχουμε περισσότερες ευκαιρίες στην απασχόληση απ’ ότι στα φυσιολογικά άτομα.

ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΚΟΣ   ΗΛΙΑΣ- ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *