Επίσκεψη στο μαντείο του Τροφωνίου

Η αρχή κάθε καινούριας χρονιάς συνοδεύεται από ανομολόγητες ή εκπεφρασμένες ελπίδες για καλύτερο μέλλον. Ο άνθρωπος ανέκαθεν στεκόταν ενεός μπροστά στο άδηλον του μέλλοντος, οπότε οι ευχές κρίνονται επιβεβλημένες, στην προσπάθεια καθενός να λειάνει κάπως το κακοτράχαλο και ανεξερεύνητο έδαφος στο οποίο θα πορευτεί για τις επόμενες 365 ημέρες. Η 1η Ιανουαρίου είναι ένα ορόσημο συμβατικά ορισμένο, και ως εκ τούτου είναι πολύ πιθανό -αν μείνουμε μόνο στην επιφάνεια των πραγμάτων- να λησμονήσουμε ότι ο χρόνος μπορεί να γίνει αρωγός μας μόνο αν προσπαθήσουμε να τον αξιοποιήσουμε δημιουργικά και τον δούμε ως πηγή εμπειριών, άρα εν προόδω σοφίας. Έτοιμες συνταγές και προκατασκευασμένες λύσεις συνάδουν με τον χαρακτήρα της εποχής μας, αλλά δεν αποτελούν ασφαλείς οδηγούς για το μέλλον. Ωστόσο, πολλοί είναι πρόθυμοι να τις υιοθετήσουν, επομένως κάποιοι αφικνούνται δρομαίοι για να τους τις προσφέρουν.

Κατά την εξορία του στη Λέρο το 1968, ο Γιάννης Ρίτσος γράφει για όλους εκείνους που «ζητούν πραχτικές οδηγίες» και όλους εμάς (το α΄ πληθυντικό πρόσωπο είναι ενδεικτικό) που σκαρώνουμε «στα πρόχειρα» μαντεία και προφήτες, για να μας λύσουν με μαγικό τρόπο τα προβλήματα που η απρονοησία και η αδιαφορία μας έχουν συσσωρεύσει.

Το ποίημα «Το νέο μαντείο» για το οποίο γίνεται λόγος εδώ, συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή  Επαναλήψεις. Σειρά δεύτερη (1968), έχει εκδοθεί από τον Κέδρο[1] και είναι προσβάσιμο μέσω των «Ψηφίδων για την ελληνική γλώσσα» και συγκεκριμένα της ενότητας «Νόστος, ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία».  Η ενότητα «Πυξίς-Ψηφιακή Αρχαιοθήκη» από τον ίδιο ιστοχώρο, παρέχει την απαραίτητη πραγματολογική σκευή για το ποίημα και μας εξηγεί τον ρόλο που έπαιξε ο, αναφερόμενος σε αυτό, Σάων στην ανακάλυψη του σπηλαίου που έμελε να γίνει το περίφημο μαντείο του Τροφωνίου.

Με τις ευχές, λοιπόν, για έναν νέο χρόνο γεμάτο από περισσότερη περίσκεψη και σοφία, ας διαβάσουμε το ποίημα του Ρίτσου:

Δυο χρόνια ολάκερα δεινοπαθήσαμε απ’ την ξηρασία, — ούτε ένα πράσινο φύλλο
ούτε πουλί ούτε ακρίδα στη Βοιωτία. «Αποταθείτε —μας ορμήνεψαν—
αποταθείτε στην Πυθία». Ψάξαμε, τη βρήκαμε κι αποταθήκαμε. Εκείνη:
«Αποταθείτε στο μαντείο του Τροφωνίου», μας είπε. Εμείς μήτε που ξέραμε
αν υπήρχε, και πού, τέτοιο μαντείο. Και, το χειρότερο απ’ όλα,
δε βρίσκονταν στις μέρες μας κανένας Σάων, από φώτιση θεία οδηγημένος,
ν’ ακολουθήσει ένα κοπάδι μέλισσες, να μάθει και να συμβουλέψει
τον μυστικό κανόνα του άλυτου και του ανεξήγητου, που θα μαλάκωνε τα πράματα.
Όλοι ζητάγαν τώρα πραχτικές οδηγίες. Δεν περίμεναν. Βιάζονταν.
Ωστόσο, μας χρειαζότανε, το δίχως άλλο, ένα νέο μαντείο του Τροφωνίου,
κι έτσι, μ’ εράνους, με τρεχάματα και λόγους, το σκαρώσαμε στα πρόχειρα.

Λέρος, 17.III.68

[1] Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.