Charlemagne

Charlemagne, né en 742 et mort le 28 janvier 814 à Aix-la-Chapelle, est un empereur franc. Il règne sur une grande partie de l’Europe occidentale entre 768 et 814, agrandissant ce territoire par plusieurs conquêtes successives. D’abord roi, il est sacré empereur en 800 par le pape Léon III, qui cherche des soutiens pour défendre la religion chrétienne dans ces territoires. Charlemagne est le plus grand représentant de la dynastie des Carolingiens, dont le nom est inspiré du sien.

Il est appelé ainsi en raison du surnom qu’on lui a donné, « Charles le Grand » (en latin, Carolus Magnus).

Le récit de sa vie a été écrit par Éginhard (Vita Karoli Magni) qui était son secrétaire.

Charlemagne règne sur un immense empire. Il décide donc de l’organiser en donnant des terres à des guerriers fidèles, en échange de leur aide pendant les guerres. C’est le début de la féodalité. Aux frontières de son empire, les seigneurs qui reçoivent des territoires sont chargés de défendre l’empire. On les appelle des Marquis, car ils sont sur les marches (les limites) de l’empire.

Pour se faire obéir et mener sa politique, Charlemagne envoie régulièrement des hommes de confiance à travers tout le territoire pour faire appliquer ses décisions et vérifier que les seigneurs se comportent bien. Ces envoyés voyagent toujours par deux. On les appelle des Missi dominici (les envoyés du seigneur).

Πηγή:https://fr.vikidia.org/wiki/Charlemagne.

Γιώργος Γεραλής «Με τι πρόσωπο»

Με τι πρόσωπο θ’ αντικρίσουμε εκείνους
που απλώσανε το χέρι τους στη φωτιά,
νηφάλιοι κι ωστόσο περιπαθείς
στην απόφασή τους,
εμείς που σε λόγια αρκεστήκαμε
ζυγιάζοντας το βάρος με τον κίνδυνο,
τα καθημερινά αισθήματα με τις ιδέες;
Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους ξαναδούμε;
Εγκάρδια χαμογελώντας πήρανε
το μακρύ δρόμο
μέσα στην πέτρα και στην καταχνιά,
με μια τούφα από ήλιο στο σκισμένο μέτωπο,
μ’ έναν κόμπο φαρμάκι στο ακροχείλι.
Κι ούτε που καταδέχτηκαν να κοιτάξουν βαθιά μας
πόσο μετρούσε η κίνηση της ψυχής,
ποια υπόσχεση κρυβόταν στο αντίο μας.
Συλλογιστήκαμε τη νύχτα, αυτό μονάχα,
τη δικαιοσύνη αγαπήσαμε, αυτό μονάχα,
κι είπαμε η λέξη είναι φωτιά, θα την πούμε τη λέξη,
όμως εκείνοι,
την ίδια τη φωτιά αγκαλιάσανε, δίχως λέξη να πούνε.
Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους αντικρίσουμε;

Γιώργος Γεραλής «Με τι πρόσωπο»

Κωνσταντίνος Καβάφης «Κεριά»

Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.

Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων⸱
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.

Δεν θέλω να τα βλέπω⸱ με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

Κ. Π. Καβάφη, Τα Ποιήματα (1897-1918), Τόμος Α΄, Εκδόσεις Ίκαρος

Παντελής Μπουκάλας «Ο μάντης»

Μου πήρε τότε το βλέμμα η θεά, ακουμπώντας μ’ ανήδονη δύναμη το χέρι της στα μάτια μου που τα είχε υγράνει το ανέφικτο. Τυφλός ξαφνικά· και δεσμώτης του νου μου. Να υπάρχω την κυριολεξία του δέρματος, να με μοιραίνει των ήχων των οσμών η ύλη βαριά ως το πένθος. Αποσπασμένος από έναν κόσμο που με τρόπους πολλούς ιστορούσε την ομορφιά του, το κυρτό με το κοίλο αρμόζοντας, το πορφυρό με το πράσινο, το υψηλό γαλανό με το υγρό του αντίκρισμα, το θεριό με την έλαφο, τον καρπό με τα δόντια που τον δικαιώνουν, το ωμό με το πνεύμα, το τερπνό με τη λύπη, τη σποδό με τη μορφή, την πέτρα με δρόσο, την ηδονή με το δίδυμο άδειο, τη μέθη με τη βέβαιη θλίψη της, το πυκνό με το ξέφωτο, τη ροή με το ακίνητο, τη σάρκα με το τέλος της: την άλλη σάρκα.
Τότε ήταν που άρχισα να βλέπω. Βαθιά να βλέπω, σε μια δίστομη όραση θητεύοντας. Το πίσω απ’ την εικόνα, το έξω, κι ό,τι οι θεοί είχανε τάξει της σκιάς. Τα δέντρα, απ’ τις ρίζες και κάτω μονάχα, εξόριστος πια όπως ήμουν από την ήπειρο του φαινομένου, του απλώς και αμέσως καλού. Το χρόνο ποτάμι να βλέπω και μονάχος εγώ να μπορώ, ευτυχία απαίσια περιούσιο άλγος, δυο φορές στα ίδια νερά του να μπω, τα μελλούμενα να ’ ναι από πριν παρελθόντα. Σκοτεινόβιος πορεύτηκα και στους άλλους το φως μου εδάνειζα, και συχνά μ’ αποστρέφονταν. Κι ως τον Άδη κατέβηκα, των θεών και του είναι μου. Και τρομάζω ακόμα να πω ποιος πιο άγριος ήταν.
Παντελής Μπουκάλας «Ο μάντης»

Φουραντάν,Θανάσης Βαλτινός

Θανάσης Βαλτινός, Φουραντάν

Ερώτηση: Τι συνέβη το βράδυ της Κυριακής 13ης Ιανουαρίου τρέχοντος έτους;

Απάντηση: Την τελευταία εβδομάδα είχα θυμώσει με την κόρη μου Σταυρούλα διότι ενώ ήταν έγκυος μου το απέκρυψε στην αρχή. Μετά μου το αποκάλυψε ότι πράγματι ήταν σε προχωρημένο μήνα, χωρίς να μου λέει με ποιον. Στο χωριό είναι μεγάλο σκάνδαλο να γεννήσει μια ανύπαντρη κοπέλα, γι’ αυτό και επειδή έχω άλλα τρία κορίτσια, και ένα γιο, εθόλωσε το μυαλό μου και την Κυριακή το βράδυ, γύρω στις εννιά που το ράδιο έλεγε τις ειδήσεις, έβαλα στα παιδιά μου να φάνε. Αφού έβαλα στα άλλα, φακές στα πιάτα τους, έβαλα και στης Ρούλας. Προτού της το δώσω πήγα στο φούρνο που είναι στην αυλή, πήρα ένα μπουκαλάκι γυάλινο με μαύρο βούλωμα που είχε μέσα δηλητήριο φουραντάν και έριξα λίγο στο πιάτο της. Μετά το έβαλα μπροστά της που καθόταν με τα άλλα παιδιά και είδα ότι το έφαγε όλο.

Το δηλητήριο το είχε βάλει στο φούρνο η Ρούλα και μου το είχε δείξει. Το φέρνουν στην κοινότητα για την καταπολέμηση εντόμων στα χτήματα και παίρνει όποιος θέλει. Μετά από λίγο, που έφαγε, βγήκε έξω από το σπίτι και έκανε εμετό. Γύρισε και αφού κάθισε μισή ώρα είπε ότι την πόναγε η κοιλιά της και πήγε για ύπνο. Εγώ έπλυνα τα πιάτα και κοιμήθηκα μετά από αυτήν, δίπλα της. Την κοίταξα και είδα ότι κοιμόταν κανονικά.

Ερώτηση: Σε ποιο δωμάτιο κοιμηθήκατε και ποιος άλλος κοιμήθηκε εκεί;

Απάντηση: Στο σπίτι μας έχουμε το χειμωνιάτικο και τη σάλα και τους μήνες που κάνει κρύο κοιμόμαστε όλοι μαζί στο χειμωνιάτικο που έχει το τζάκι. Εγώ και στη σειρά τα παιδιά μου στρωματσάδα. Με το φώτημα σκούντησα τη Ρούλα να σηκωθεί και να ανάψει τη φωτιά αλλά δεν κουνιόταν και ήταν παγωμένη. Τότε σηκώθηκα και κατάλαβα ότι είχε πεθάνει.

Ερώτηση: Ποιος υποπτεύεστε ότι ήταν ο αίτιος της εγκυμοσύνης της κόρης σας Σταυρούλας;

Απάντηση: Ο κουνιάδος μου Μιχάλης Ισαακίδης. Ο Μιχάλης ερχόταν στο σπίτι μας συχνά για να έχουν τα παιδιά έναν ίσκιο και με βοήθαγε και εμένα. Με βοήθαγε στις δουλειές, στο αμπέλι κλάδεμα, και άλλες.

Ερώτηση: Διανυκτέρευε στο σπίτι σας ο Μιχάλης Ισαακίδης;

Απάντηση: Καμιά φορά αλλά σπάνια, όταν νύχτωνε και ήταν κουρασμένος για να πάει στο Πλατάνι. (χωριό μόνιμης κατοικίας Μιχαήλ Ισαακίδη).

Ερώτηση: Οταν διανυκτέρευε στο σπίτι σας ο Μιχάλης Ισαακίδης πού κοιμόταν;

Απάντηση: Στο χειμωνιάτικο αλλά του έστρωνα ξεχωριστά, από τη δική μου μεριά.

Ερώτηση: Πώς και πότε νομίζετε ότι ο Μιχάλης Ισαακίδης εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και αποπλάνησε την κόρη σας;

Απάντηση: Ένα βράδυ στο τέλος του περασμένου Αυγούστου που πήγα στον Πύργο για δουλειά, έμεινε στο σπίτι ο Μιχάλης και τότε το πείραξε το κορίτσι. Την άλλη μέρα που γύρισα το κατάλαβα.

Ερώτηση: Γιατί η κόρη σας δεν σας είπε τίποτα και πώς το καταλάβατε;

Απάντηση: Η κόρη μου ήταν νευρική και επιθετική εναντίον μου. Από καιρό δεν τα πηγαίναμε και πολύ καλά και συχνά με κατηγορούσε, όταν έμενε στο σπίτι μας ο θείος της Μιχάλης. Όταν γύρισα από τον Πύργο την ρώτησα τι είχε, και μου είπε ότι δεν είχε τίποτα. Μου είπε ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σου. Και εγώ της έδωσα ένα σκαμπίλι που μου έβγαλε γλώσσα. Τότε μου είπε, εσύ δεν είσαι μητέρα, και την πήραν τα κλάματα.Ερώτηση: Μετά από αυτό το επεισόδιο ποια ήταν η συμπεριφορά της κόρης σας;

Απάντηση: Ήταν ευερέθιστη και λιγομίλητη. Φαινόταν μοναχή της. Του Αγίου Νικολάου ψιχάλιζε, γύρισε στο σπίτι βρεγμένη και είχε χώματα στο φουστάνι της. Την ρώτησα πού γύριζε. Ήταν απελπισμένη, πήγε να με αγκαλιάσει και εγώ την απώθησα. Ξεσυνερίστηκα το παιδί μου.

Ερώτηση: Ο Μιχάλης Ισαακίδης τι έκανε στο μεταξύ;

Απάντηση: Ο Μιχάλης αραίωσε. Δύο φορές τον Δεκέμβριο ήρθε στο χωριό αλλά δεν ήρθε στο σπίτι μας. Ο Μιχάλης ήρθε μας έβαλε φωτιά και μετά χάθηκε.

Ερώτηση: Έχετε να προσθέσετε άλλο τι;

Απάντηση: Γυρεύω συγνώμη από τον Θεό, τα παιδιά μου και τους ανθρώπους. Ό,τι έκανα το έκανα γιατί η Ρούλα με είχε φέρει σε απόγνωση. Εγώ τριάντα εφτά χρονών έμεινα χήρα και μεγάλωσα πέντε παιδιά δουλεύοντας όλη την ημέρα και δεν ήθελα τα άλλα μου κορίτσια να πάρουν τον δρόμο που πήρε η Ρούλα μας και μας ντρόπιασε όλους. Και τον μικρό μας γιο.

[Βαλτινός 2015: 11-17]

Μανόλης Αναγνωστάκης «Κάθε πρωί…»

Μανόλης Αναγνωστάκης «Κάθε πρωί…»

Κάθε πρωί
Καταργούμε τα όνειρα
Χτίζουμε με περίσκεψη τα λόγια
Τα ρούχα μας είναι μια φωλιά από σίδερο
Κάθε πρωί
Χαιρετάμε τους χτεσινούς φίλους
Οι νύχτες μεγαλώνουν σαν αρμόνικες
–Ήχοι, καημοί, πεθαμένα φιλιά.

(Ασήμαντες
Απαριθμήσεις
–Τίποτα, λέξεις μόνο για τους άλλους.

Μα πού τελειώνει η μοναξιά;)

Αναγνωστάκης, M. (1976). Τα Ποιήματα, Αθήνα: Πλειάς.

Ν. Σπηλιάδη, Αποµνηµονεύµατα (Α΄ 203-213) [Πηγή: Θέµατα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από τις Πηγές, Γ΄ Λυκείου, Αθήνα 1998, σσ. 92-93]

Παρουσιασθείς (σηµ.: ο ∆. Υψηλάντης) εις Ύδραν (σηµ.: το καλοκαίρι του 1821) ως πληρεξούσιος του Γ. επιτρόπου της Αρχής, υποδέχεται και αναγνωρίζεται υπό των προκρίτων· µεταβαίνει εις Σπέτσας και αναγνωρίζεται ωσαύτως· εκείθεν µεταβαίνει εις Άστρος συνωδευµένος µ ε τον επίσκοπον Βρεσθένης, επί τούτω σταλέντα υπό των Πελοποννησίων, όπου, αφ’ ου τον υπεδέχθησαν τα µέλη της Γερουσίας και πολλοί των προκρίτων της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδος και των Νήσων, και των οπλαρχηγών και στρατιωτών, µετέβησαν όλοι εις το εν Βερβένοις στρατόπεδον να συµβουλευθώσι περί των πραγµάτων. Αυτόθι ο Υψηλάντης ανέγνω το έγγραφον, δι’ ου αποκαθίστατο πληρεξούσιος του Γ. επιτρόπου της Αρχής και οι Έλληνες επευφήµησαν… Τότε οι ολιγαρχικοί τον διεφιλονείκησαν το δικαίωµα της επ’ ονόµατι του παραδόσεως του ειρηµένου φρουρίου, τον είπον ότι έπρεπε να παραδοθή εν ονόµατι του έθνους, και τον δίδουσι να εννοήση ότι δεν τον αναγνωρίζουσιν ως τοιούτον οποίος επαρουσιάσθη, και δεν τον παραχωρούσι την εξουσίαν, την οποίαν εν ονόµατι της Αρχής της εταιρείας αντιποιείται. Αυτοί ζητούσι να επικυρώση την Γερουσίαν των, να διευθύνη δε τα πράγµατα, και να κινή τα στρατεύµατα, παρά των συγγενών και των οικείων των διοικούµενα, κατά τας αποφάσεις της Γερουσίας, ήτις έµελλε να ήναι το συµβούλιόν του· προ λίγου µάλιστα εφρόνουν να τον ψηφίσωσι και αυτόν απλούν µέλος, µίαν και µόνην ψήφον έχοντα εις τας αποφάσεις της. Ο δε Υψηλάντης κατά την έννοιαν του τίτλου, πληρεξούσιος του Γ. επιτρόπου, αναπτυχθείσαν υπό του Νεοφύτου Βάµβα, τον οποίον έχει αρχικαγγελλάριον και σύµβουλον, εννοεί να ήναι υπέρτατος άρχων και να διευθύνη τα τε πολιτικά και τα πολεµικά κατά τινάς όρους· να ήναι δε ο πληρεξούσιος αρχιστράτηγος της Ελλάδος και τα στρατεύµατα να εξαρτώνται και να διευθύνωνται απολύτως από αυτόν· θέλει και να διορισθή αντί της Γερουσίας ειδός τι συµβουλίου, να χρησιµεύση ως φροντιστήριον, δια να προµηθεύη τ’ αναγκαία δια τον πόλεµον.

Ν. Σπηλιάδη, Αποµνηµονεύµατα (Α΄ 203-213) [Πηγή: Θέµατα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από τις Πηγές, Γ΄ Λυκείου, Αθήνα 1998, σσ. 92-93]

Γιατί παραδόθηκε η Προύσα;

Γιατί παραδόθηκε η Προύσα;

Ο (βυζαντινός) άρχοντας (Μπαράς) είχε έναν βεζίρηπου τον έλεγαν Σαρός. Αυτός δεν έφυγε. Και αυτόςήταν η αιτία να παραδοθεί τούτο το κάστρο (δηλαδήη Προύσα). Κι αυτός είχε πάρα πολλά πράματα. Καιμόνος του θέλησε να τα προσφέρει. Κι αυτά ο Ορχάν γαζή τα δώρισε στους πολεμιστές του Ισλάμ. Ρώτησε ο Ορχάν γαζή αυτόν τον βεζίρη: “Όταν δώσατε αυτό το κάστρο, από τι υποφέρατε και το δώσατε; Ο Σαρός είπε: “Το δώσαμε για διάφορους λόγους. O ένας είναι ότι το κράτος σας μεγαλώνει μέρα με τη μέρα και το δικό μας κράτος μικραίνει. Αυτό το ξέραμε καλά. Ένας άλλος είναι ότι ο πατέρας σου έκανε επιδρομές εναντίον μας κι έφευγε. Μπόρεσε να καθυποτάξει τα χωριά μας. ας δήλωσαν υποταγή και δεν φρόντιζαν καθόλου πια για μας. Κι εμείς πάλι μάθαμε πως αυτά βρήκαν την ησυχία τους. Άλλος λόγος είναι ότι ο άρχοντας μας συγκέντρωσε πολλά πράματα. Αλλά δεν ωφελούσε. Γιατί δεν βρισκόταν κανείς που να μπορεί να δώσει χρήματα. Όταν ερχόταν η ώρα, κανένας δεν αγόραζε. Όταν είχαμε ανάγκη, δεν ερχόταν κανένας αγοραστής. Το κάστρο έγινε για μας φυλακή. Κι ένας άλλος λόγος είναι πως, όταν ο ηγεμόνας έχει εξασθενήσει, η χώρα καταστρέφεται γρήγορα. Κι ένας άλλος πάλι λόγος είναι πως ακούσαμε εκείνον τον χαμένο, τον άρχοντα της Κίτε (πρόκειται για τη βυζαντινή πόλη Κατοικία).Κι ένας άλλος πάλι λόγος είναι ότι από τον κόσμο δεν λείπουν οι αλλαγές. Και τώρα γίνεται μια αλλαγή για μας”.Αυτή η κατάκτηση έγινε το έτος Εγίρας 726 (=1326).
Χρονικό του Ασίκ Πασάζαντε, κεφ. 57, στο: Ε. Α, Ζαχαριάδου, Ιστορία και Θρύλοι των παλαιών σουλτάνων (1300-1400), Αθήνα 1991, 162-163

Τα ηθικά εφόδια του επιστήμονα

Τα ηθικά εφόδια του επιστήμονα
● Συναίσθηση της κοινωνικής αποστολής που αναλαμβάνει ο επιστήμονας λόγω της δύναμης που του εξασφαλίζει η κατοχή της γνώσης και η εφαρμογή αυτής.
● Ανθρωπιστικοί προσανατολισμοί. Ο ανθρωπιστής επιστήμονας οφείλει να θέτει στο κέντρο της έρευνας και του έργου του την εξυπηρέτηση του ανθρώπου και του κοινωνικού συνόλου, την ανακούφιση του πόνου, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, την αντιμετώπιση μορφών κοινωνικής αδικίας.
● Απόρριψη της φανατικής και μισαλλόδοξης στράτευσης σε πολιτικές ιδεολογίες ή της εξυπηρέτησης οικονομικών σκοπιμότητων. Αγωνιστικότητα για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε όποιο σημείο του πλανήτη και με όποια μορφή αυτά παραβιάζονται.
● Λειτουργία του τεχνοκράτη επιστήμονα (και) ως πνευματικού ανθρώπου. Ο σύγχρονος επιστήμονας οφείλει να ευαι­σθητοποιείται στα μηνύματα και τις ανησυχίες της κοινωνίας, να αντιλαμβάνεται τα προβλήματά της και να συμβάλει με το έργο του στην επίλυσή τους.

Πηγή: http://e-didaskalia.blogspot.com/2016/12/blog-post_456.html#ixzz6KbQhKNkM

Τρικούπης και Δηλιγιάννης…

Τρικούπης και Δηλιγιάννης

Η ταραγμένη εικοσαετία στην οποία κυριαρχεί η μορφή του Χαρίλαου Τρικούπη (1875-1895) είναι μια περίοδος που συμπυκνώνει, ίσως με τον καλύτερο τρόπο, ολόκληρη την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας. Σε αυτή την περίοδο υπήρχαν όλα: βαθιές θεσμικές μεταρρυθμίσεις που αντέχουν μέχρι σήμερα, όπως η «αρχή της δεδηλωμένης»· προσπάθειες εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης, του στρατεύματος, της οικονομίας, αλλά και λαϊκιστικά πισωγυρίσματα[…]την πολιτική δίωξη του ίδιου του Χαρίλαου Τρικούπη· την οικονομική χρεοκοπία του κράτους και τον διεθνή έλεγχο της ελληνικής οικονομίας.
Το βασικότερο, όμως, χαρακτηριστικό της περιόδου είναι ότι το εκκρεμές μεταξύ του δυτικού εκσυγχρονισμού της χώρας και του ανατολίτικου λαϊκισμού κινείται ταχύτατα από το ένα άκρο στο άλλο. Δείχνει ανάγλυφα τον «πολιτιστικό δυϊσμό» της χώρας. Υπάρχουν πολλές ιστορικές μορφές που εξέφρασαν αυτόν τον πολιτιστικό δυϊσμό της Ελλάδας. Δύο όμως μπορούν να χαρακτηριστούν αρχετυπικές: ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ο οποίος μάλιστα καυχιόταν ότι ήταν «το ακριβώς αντίθετο εκείνου του κυρίου Τρικούπη».

Πηγή:https://www.kathimerini.gr/807580/interactive/epikairothta/hgetes/xarilaos-trikoyphs