Μεγάλη Τρίτη εσπέρας

kassia1 Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται η ακολουθία του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης. Στην ακολουθία αυτή προβάλλεται η μετάνοια της πόρνης και προληπτικώς η προδοσία του μαθητού, αφού αμφότερα έχουν σχέση με το χρήμα. Στην πορνεία διασπάται και εμπορευματοποιείται η μοναδικότητα της σωματικής επικοινωνίας του ανθρώπου και η απόλυτη συντροφικότητα. Η σωματική επικοινωνία μεταβάλλεται σε αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής και η συντροφικότητα παραχωρεί την θέση της στην οδυνηρή ανεστιότητα. Το ανθρώπινο σώμα υποκαθιστά το ανθρώπινο πρόσωπο και υποβαθμίζεται σε εργαλείο εμπορευσίμου ηδονής. Οι υμνωδοί της Εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και, κατ’ αντιδιαστολή, την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του. Η πόρνη πορεύεται κεντρομόλος, από το εγωκεντρικό « ὡς ἐγώ θέλων » στο εσύ θέλεις του Χριστού, και ο μαθητής φυγοκέντρως , από το χριστοκεντρικό « ὡς ἐσύ θέλεις» του διδασκάλου στο « ὡς ἐγώ θέλω».

Πηγή:  Ηλία Β. Οικονόμου, Ημεροδρόμιο Μεγάλης Εβδομάδος,  
Εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 1996.

Επιλέγουμε από την ακολουθία αυτή να ακούσετε το δοξαστικό των Αποστίχων (ποίημα Κασσιανής μοναχής) σε ήχο πλ. δ΄.

Το τροπάριο

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καί ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τάς πηγάς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τό ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρός τούς στεναγμούς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τούς οὐρανούς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τούς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δέ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τήν σήν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό ἔλεος.

 

Μετάφραση του Φώτη Κόντογλου:

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος

Κατηγορίες: ΠΑΣΧΑ, ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.

Αφήστε μια απάντηση