ΠΑΡΓΑ – ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΩΡ

Καλή σχολική χρονιά!

Θεωρούμε χρήσιμο στην πρώτη ανάρτηση του νέου σχολικού έτους να αναφερθούμε σε ένα βιβλίο που αφορά την Πάργα.

Ευχή μας αυτή τη σχολική περίοδο να διαβάσουμε όλοι μας ένα τουλάχιστον εξωσχολικό βιβλίο περισσότερο από αυτά που διαβάσαμε πέρυσι.

Έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία η ιστορία του Πάργαλη (Ιμπραήμ Πασάς) , όπως καταγράφεται στο βιβλίο αυτό.

ιμπραημ

” Αναφορά στο έργο του Λουδοβίκου Σαλβατόρ «Πάργα» (την ανάρτηση επιμελήθηκε ο καθηγητής Τάσος Μακρογιαννόπουλος)

 Το έργο, γραμμένο στα 1907, εκδόθηκε με έξοδα μετάφρασης και έκδοσης από τον Θωμά Τσοβίλη, επί δημαρχίας Νικολάου Παπανικολάου, το 1997. Ο εκδοτικός οίκος ήταν αυτός των Παργινών Κ. και Π. Σμπίλια ΑΕΒΕ, «Το οικονομικό», με έδρα την Αθήνα. Στην εν λόγω έκδοση του κυρίως κειμένου προηγούνται προλεγόμενα και σύντομη βιογραφία του συγγραφέα από τον Παναγιώτη Κυρούση.

 Βιογραφικά στοιχεία του Λουδοβίκου Σαλβατόρ:

Ο συγγραφέας, του οποίου ο πλήρης τίτλος ήταν «Αρχιδούκας Αυστρίας Λουδοβίκος Σαλβατόρ της Τοσκάνης», γεννήθηκε το 1847 στη Φλωρεντία και πέθανε το 1915 στην Πράγα. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του από το αυστριακό στράτευμα, όπου υπηρέτησε ως ανώτερος αξιωματικός. Σύντομα όμως άλλαξε ρότα στη ζωή του και αφοσιώθηκε στις φυσικές επιστήμες, την ιστορία και τα ταξίδια στις πέντε ηπείρους με την ιδιόκτητο θαλαμηγό του. Μεταξύ των άλλων ταξίδεψε και διέμεινε στη Μαγιόρκα, τη Ζάκυνθο, τα Ιόνια νησιά, τις Η.Π.Α., την Κύπρο, την Αίγυπτο και τη Συρία, καταγράφοντας στη συνέχεια τις σχετικές ταξιδιωτικές του εντυπώσεις και. εμπειρίες.

Περιεχόμενα και διαίρεση του βιβλίου

Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη:

Στο πρώτο μέρος (σελίδες 23-213) γίνεται αναφορά στις γενικές συνθήκες, στην ίδια την Πόλη, στα περίχωρα, στην ακτή και σε υποθέσεις για την αρχαιότητα της Πάργας.

Στο δεύτερο μέρος (σελίδες 217-543) παρατίθενται ενότητες με τους παρακάτω τίτλους: I. Η Παλαιόπαργα και η μετοίκηση των κατοίκων της στη σημερινή πόλη. Οι αρχές της Πάργας˙ II. Η Πάργα υπό τους Βενετούς˙ III. Η Πάργα υπό των Γάλλων, Τούρκων και Ρώσων˙ IV.Γεγονότα των ετών 1401-1454-1546-1657˙ V. Η Πάργα υπό την αγγλλική προστασία και η εκχώρησή της στον Αλή Πασά˙VI. Οι Παργινοί εξόριστοι. Συνθήκες διαβίωσής τους-Οι κατοικίες τους˙ VII.Οι οικογένειες της Πάργας˙ VIII.Ο Ιμπραήμ από την Πάργα, Μέγας Βεζύρης του Σουλεϊμάν του 1ου.

Τέλος, ακολουθούν βιβλιογραφία και παράρτημα.

 Πρόκειται για μια καλαίσθητη και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα έκδοση ενός έργου που διαχέεται από αγάπη για τον τόπο, τους κατοίκους και την ιστορία της Πάργας.

 Μια ενδεικτική περιήγηση στο βιβλίο:

Ας τολμήσουμε μια περιδιάβαση στις γραμμές του βιβλίου, που μέσα στην εξ ορισμού υποκειμενικότητά της, ίσως δώσει τελικά το έναυσμα στους αναγνώστες αυτών των γραμμών να το αναζητήσουν και να το πάρουν στα χέρια τους.

 Διαβάζουμε λοιπόν για την Πάργα μεταξύ των άλλων πως «ακόμα και τεχνητά να την είχαν δημιουργήσει, δεν θα μπορούσαν να σκεφτούν καλύτερη τοποθεσία», ενώ «πολυπληθείς και πλούσιες είναι οι πηγές˙ σχεδόν σε κάθε μεγάλη αναδίπλωση του εδάφους υπάρχει και από μια».Γίνεται ακόμη λόγος για την «άνοιξη του Χειμώνα», δηλαδή την ωραία αίσθηση του να διασχίζει κανείς πορτοκαλεώνες στο όψιμο Φθινόπωρο».

Παρακάτω γίνεται αναφορά στον τότε πληθυσμό της Πάργας, καθώς και στην εθνολογική του σύνθεση, ενώ η ράτσα των Παργινών χαρακτηρίζεται «όμορφη και λεπτή».

Σχετικά με την καταγωγή των κατοίκων της Πάργας (την εποχή συγγραφής του έργου) θεωρείται ως πιθανότερη η εκδοχή πως αυτοί προέρχονταν από την ορεινή Παλιά Πάργα και τις γειτονικές περιοχές. Αξιόλογη είναι η αναφορά πως οι κάτοικοι δεν δέχθηκαν αναμείξεις με τον τούρκικο πληθυσμό, ενώ επί ξένων κατοχών μόνο τρεις γυναίκες καταγράφονται να είχαν συνδεθεί με ξένους.

Γίνεται ακόμη λόγος για την εκτίμηση του συγγραφέα πως οι τότε κάτοικοι της Πάργας αποτελούσαν ένα ελληνοαλβανικό μείγμα και πως οι περισσότεροι ήξεραν αλβανικά. Κι αυτό συνέβη, καθώς έναν αιώνα περίπου πριν οι γηγενείς Παργινοί είχαν αναγκασθεί να καταφύγουν στα Επτάνησα, με αποτέλεσμα στο εξής η Πάργα να εποικισθεί από τέως κατοίκους των περιοχών Σουλίου, Μαργαριτίου, Παραμυθιάς, Άρπιτσας, και κυρίως των γειτονικών Ράπεζας και Αγιάς. Το παραπάνω γεγονός καθιστούσε δύσκολη τη συγκέντρωση πληροφοριών για τις παλαιότερες συνθήκες ζωής στην Πάργα, σύμφωνα με δήλωση του συγγραφέα.

Ο Σαλβατόρ αναφέροντας προς ενίσχυση των χαρακτηρισμών του τις εντυπώσεις των Πούκεβιλ και Hughes, κάνει λόγο για τα χαρακτηριστικά των Παργινών, οι οποίοι εν τάχει χαρακτηρίζονται φιλόξενοι προς τους κατατρεγμένους (όπως στην περίπτωση των κατατρεγμένων από τον Αλή Πασά Σουλιωτών), θαρραλέοι, με σπουδαιότερο σκοπό την ελευθερία της πατρίδας τους, πονηροί, πολύ λιτοί, φιλοχρήματοι και φειδωλοί (τα τέσσερα τελευταία γνωρίσματα λόγω επικοινωνίας με τους Βενετούς), πολύ ευσυνείδητοι, με σεβασμό για τα γηρατειά. Τέλος, οι Παργινοί χαρακτηρίζονται να βρίσκονται πολύ κοντά στους Κερκυραίους όσον αφορά στις συνήθειες, στη γλώσσα και τους ιδιωματισμούς.

 Κοντά στα παραπάνω, ο Σαλβατόρ αναφέρει πως υπήρχαν καταγεγραμμένες περίπου 52 εκκλησίες στην περιοχή της Πάργας, εκ των οποίων οι ευρισκόμενες στο εσωτερικό του οικισμού είχαν «οικογενειακό» χαρακτήρα. Ήδη όμως κατά την εποχή του ίδιου είχαν απομείνει μόνον οι εννέα, ενώ και η καθολική εκκλησία και το καθολικό μοναστήρι που με βάση αρχειακές πηγές υπήρχαν στο κάστρο είχαν ήδη αφανιστεί.

Συγκινητική είναι η αναφορά στη μεγαλοπρεπή λιτανεία που ακολούθησε την ένωση των Επτανήσων με το Ελληνικό κράτος. Στις 20 Μαΐου 1865 εκκλησιαστικά κειμήλια των εξόριστων Παργινών μεταφέρθηκαν με τιμές από το Santo Monte de Pieta στον ναό του Αγίου Βασιλείου Κέρκυρας. Το παλιό φλάμπουρο, το λάβαρο της εκκλησίας του κάστρου της Πάργας μεταφέρθηκε πάνω στους ώμους του σεβάσμιου γέροντα Γεωργίου Ανεμογιάννη, που την είχε φέρει από την Πάργα όταν ήταν νέος.

Στα σπίτια της πόλης ο συγγραφέας παρατηρεί πως παρατηρούταν μια σύνθεση βενετικού και τουρκικού τύπου, ενώ τα πήλινα είδη έφεραν ιταλική καταγωγή.

 Χαρακτηριστική είναι η αναφορά σε επισκέπτες ήδη από εκείνη την εποχή κατά τους καλοκαιρινούς μήνες στην  Πάργα με σκοπό τα μπάνια. Ως περιοχές προέλευσης αναφέρονται αυτές των Μαργαριτίου, Παραμυθιάς και Ιωαννίνων.

 Ακολουθεί μια αναφορά στο πέρασμα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού από την Πάργα και μεταξύ των άλλων μια αναφορά σε επιφανείς Παργινούς των γραμμάτων.

Στη συνέχεια, αφού διαβάζουμε πως «η θέση (της Πάργας) δεν θα μπορούσε να είναι ωραιότερη και «γενικά, ο μικρός αυτός τόπος δεν έχει να ζηλέψει τίποτα σε αφθονία και ευφορία», πληροφορούμαστε πως την εποχή της συγγραφής του βιβλίου «η Πάργα απέχει 3 ώρες δρόμο από το Μαργαρίτι˙ από την Πρέβεζα απέχει 16 ώρες από την ξηρά και από τα Γιάννενα 18 ώρες, επίσης από την ξηρά».

Ακολουθούν αναλυτικές περιγραφές του Κάστρου της Πάργας και του πύργου της Αγιάς.

 Βενετία-Κέρκυρα-Πάργα

Συνεχίζοντας τις επιλεκτικές αναφορές μας στο περιεχόμενο του έργου του Σαλβατόρ για την Πάργα, πληροφορούμαστε πως η Πάργα θεωρείτο «προμαχώνας της Κέρκυρας» και διαβάζουμε κατά γράμμα στη σελίδα 260: «Υπήρχε όμως και ένα άλλο ενδιαφέρον της Βενετίας, για να διατηρήσει αυτή τη σπουδαία τοποθεσία. Η Πάργα δηλαδή χρησίμευε για τον εφοδιασμό της Κέρκυρας με τρόφιμα και με τη μεσολάβησή της πολλοί Ηπειρώτες έρχονταν σε επαφή με τη Βενετία».

Αλή Πασάς-Γάλλοι-Άγγλοι και Πάργα

Εκτενέστατη ακόμη είναι η αναφορά που γίνεται στη σχέση Αλή Πασά και Παργινών. Ο Αλή Πασάς αναφέρεται να είχε ιδιαίτερα δυσμενή προδιάθεση απέναντι στην Πάργα, στην οποία κατέφευγαν οι Σουλιώτες και θεωρούταν «προμαχώνας τη ελληνικής ελευθερίας».Δεν μπορούσε όμως να επιτεθεί φανερά στην Πάργα, λόγω της αφοσίωσής της στη Δημοκρατία της Βενετίας. Μετά την πτώση της τελευταίας ,το 1797, στην περιοχή επικράτησαν οι Γάλλοι. Όταν μετά τη συμμαχία Τουρκίας και Ρωσίας, ο Αλή Πασάς έλαβε τη διαταγή να εκδιώξει τους Γάλλους από τις ηπειρωτικές πόλεις, οι Παργινοί αντιστάθηκαν επίμονα στην κατάληψή τους από αυτόν. Τα κείμενα των επιστολών που αντάλλαξαν φανερώνουν το μέγεθος της ανδρείας και της παρρησίας τους. Τελικά, τον Μάρτη του 1800 η Πάργα προσαρτείται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία με ευνοϊκούς όρους.

 Το 1814 η Πάργα βρίσκεται υπό την κατοχή των Άγγλων, για τους οποίους κρίνεται «πολλαπλώς χρήσιμη», αλλά η διατήρηση της κατοχής της αποδεικνύεται δύσκολη. Ο Μέτλαντ, Λόρδος, Ύπατος Αρμοστής της Αυτού Μεγαλειότητος, έγραφε σχετικά με αυτήν: «Δεν μπορώ να σκεφτώ την πτώση της Πάργας, αν και δυστυχώς είναι αναγκαίο».

 Οι προσπάθειες του Αλή Πασά να εξεγείρει τους Παργινούς κατά των Άγγλων απέβησαν μάταιες, καθώς αυτοί ήταν αποφασισμένοι να μεταναστεύσουν, κάνοντας σκέψεις να κτίσουν μια «Νέα Πάργα» σε κάποιο μέρος του Ιονίου.

 Η φυγή από την Πάργα

Μετά από εξαντλητικές και απίστευτα επίπονες διαπραγματεύσεις, στις αρχές Μαΐου του 1819 οι Τούρκοι εισέρχονται στην Πάργα, η αγγλική σημαία κατεβαίνει και 839 σπίτια εγκαταλείπονται. Τα λείψανα των νεκρών των κατοίκων της Πάργας καίγονται ή μεταφέρονται…«Ξάγρυπνοι….σκορπισμένοι στην παραλία…Ψάχνοντας να βρουν να πάρουν κάτι μαζί τους από την πατρίδα…. ».2.700 καταγεγραμμένοι μετανάστες…..

 Οι περισσότεροι πρόσφυγες έφυγαν τη Μεγάλη Παρασκευή. Σ¨αυτό το γεγονός στηρίζεται και μια κερκυραϊκή κατάρα που σώζεται στο κείμενο: «Κακό Πάσχα να σε βρει, όπως τους Παργινούς».

 Ο Σαλβατόρ εκτιμά πως η φυγή από την Πάργα δεν ήταν μαζική, αλλά έγινε σταδιακά…Η μαζικότητα της φυγής αποδίδεται σε προσπάθεια των συγγραφέων να εντυπωσιάσουν….

 Τον Δεκέμβρη του 1819 ο Πούκεβιλ μαρτυρά πως μόνο 20 Παργινές οικογένειες απέμειναν στην Πάργα μετά τη φυγή…Στοιβαγμένες σ΄ένα σοκάκι…Μόνο 8 από αυτές ήταν οικογένειες παλιών κατοίκων της Πάργας.

 Ακολουθεί μια αρκετά περιεκτική αναφορά στην όλη ιστορία του Αλή Πασά…

 Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για την κακή υποδοχή που επεφύλασσαν οι Κερκυραίοι στους Παργινούς….Αυτό σύμφωνα με τον Σαλβατόρ αποδίδεται και στο ότι οι Παργινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους ανώτερους και καλύτερους των άλλων. Επίσης αναφέρεται πως «οι άλλοι Αλβανοί αρνιόνταν ακομη και να τους δεχτούν σαν αδελφούς στις εκκλησίες τους».

 Οι αποζημιώσεις για την απώλεια των περιουσιών τους που τόσο τους ταλαιπώρησαν πριν τη φυγή, αποδείχτηκαν τελικά σημαντικά μικρότερες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πρόσφυγες να πέσουν σε μεγάλη φτώχεια.

 Η ιστορία του Ιμπραήμ Πασά

Ήταν γιος ντόπιου ναυτικού, τον οποίο άρπαξαν Τούρκοι κουρσάροι και έφτασε να γίνει Μέγας Βεζίρης του Σουλεϊμάν του 1ου.

Έπεσε θύμα αρπαγής πολύ μικρό παιδί ή νεαρός και πωλήθηκε σε μια χήρα στα περίχωρα της Μαγνησίας. Από τη στιγμή που ο διάδοχος τότε του θρόνου Σουλεϊμάν τον άκουσε να παίζει βιολί και γνωρίστηκε μαζί του εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά και το πνεύμα του και τον κράτησε κοντά του, δίνοντάς του αξιώματα μέχρι το τέλος…

Ο Ιμπραήμ Πασάς ήταν παρών στην κατάκτηση της Ρόδου το 1522, ενώ την επόμενη χρονιά γίνεται Μέγας Βεζίρης, γεγονός που τον καθιστά σύμφωνα με ιστορικούς της εποχής «εξουσιαστή του εξουσιαστή».

Το 1524 παντρεύεται την αδελφή του ηγεμόνα και αναχωρεί προς την Αίγυπτο, από την οποία επιστρέφει σύντομα, για να καταπνίξει με μεγάλη επιτυχία μια στάση που είχε ξεσπάσει στην Κωνσταντινούπολη, εναντίον του Σουλεϊμάν.

Πολύ μορφωμένος, μελετά Ιστορία και μιλά τουρκικά, περσικά, ελληνικά και ιταλικά.

Σύμφωνα με αναφορές συγχρόνων του: «Ο αφέντης δεν κάνει τίποτε χωρίς τη συμβουλή του»˙ «Είναι λόγιος, διαβάζει φιλοσοφία και γνωρίζει καλά τους νόμους»˙ «…Ο αφέντης δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτόν»˙ «Εδώ και έξι χρόνια ζούνε μαζί»˙ «…ο αφέντης, όταν τον έστειλε στο Κάιρο, ήθελε να του χαρίσει αυτή τη χώρα, αλλά αυτός δεν ήθελε και κυβέρνησε εκεί μερικούς μήνες».

Η σχέση του με τον σουλτάνο είναι τόσο στενή που τρώνε μαζί και έχουν τα κρεβάτια τους δίπλα δίπλα…

Μεταξύ των άλλων προσπάθησε ανεπιτυχώς να καταλάβει την Πάργα με φιλικές συμφωνίες…

Χάρη στην επιρροή του ο Μπαρμπαρόσα ορίζεται Ανώτατος Διοικητής του Ναυτικού και οι Οθωμανοί κυριαρχούν και στη θάλασσα.

Η εύνοια του Σουλτάνου χάνεται όταν ο Ιμπραήμ του προτείνει έναν πόλεμο με τους Πέρσες με ατυχή κατάληξη για τους Οθωμανούς…

Το τέλος του φτάνει στις 15 (ή 5) Μαρτίου 1535, ημερομηνία κατά την οποία είχε δολοφονηθεί και ο Ιούλιος Καίσαρας, του οποίου την ιστορία διάβαζε συχνά ο Ιμπραήμ….

Βρέθηκε στραγγαλισμένος, απόγευμα Ραμαζανιού, έχοντας προβάλει αντίσταση, αφού πήγε να δειπνήσει και να κοιμηθεί στο ίδιο δωμάτιο με τον Σουλεϊμάν, τηρώντας ένα παλιό έθιμο…Οι τοίχοι του δωματίου παρέμειναν για χρόνια πιτσιλισμένοι με αίμα…

Θάφτηκε στην περιοχή του Γαλατά και μόνο ένα δέντρο έμεινε να δείχνει τη θέση της ταφής του ένδοξου Μεγάλου Βεζίρη…”

Κατηγορίες: ΠΑΡΓΑ. Ετικέτες: . Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.

Αφήστε μια απάντηση