Από το Η Ζωή είναι ωραία στον Πρίμο Λεβί και τον Μεγάλο Δικτάτορα
27 Ιανουαρίου: Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος

Του Χρόνη Μπούσιου,[1]
Συμμετέχουν μαθητές και μαθήτριες της Β΄ Γυμνασίου,[2]
«Αγαπητό μου Ημερολόγιο,
Μετά από μια ακόμη μέρα στο σχολείο, σου γράφω για να σου πω πώς πέρασα. Σήμερα ήταν μια διαφορετική μέρα, επειδή σήμερα είναι Ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος.»
Τα παραπάνω λόγια του Ραφαήλ παρουσιάζουν εύστοχα ότι η 27η Ιανουαρίου ήταν μια διαφορετική μέρα, η οποία τιμήθηκε στο σχολείο μας με παρουσιάσεις, προβολή ταινίας και συζητήσεις που αφορούσαν τα γεγονότα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τις θηριωδίες της ναζιστικής Γερμανίας. Αρχικά, αφού παρουσιάστηκε η σημασία αυτής της ημέρας μνήμης, προβλήθηκε η κλασική κωμική και δραματική ταινία με τίτλο Η Ζωή είναι ωραία.
Αυτή η ταινία αποτέλεσε την αφορμή για την πραγματοποίηση ενός μικρού λογοτεχνικού και ιστορικού αφιερώματος στο Ολοκαύτωμα που συντελέστηκε με την ενεργή συμμετοχή όλων των μαθητών και μαθητριών της Β΄ Γυμνασίου.
Στο πλαίσιο, λοιπόν, των μαθημάτων της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, οι αναφορές της ταινίας του Μπενίνι εμπλουτίστηκαν με ιστορικές πηγές και λογοτεχνικές αναφορές και κατέληξαν με την ανάλυση ⸺ίσως του καλύτερου μονολόγου στην ιστορία του κινηματογράφου⸺ του τελευταίου μονολόγου του Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία Ο Μεγάλος Δικτάτορας.
Διαρκώς παρόν στις αναζητήσεις μας ήταν το παρακάτω ερώτημα:
Πώς να παραμείνεις άνθρωπος σε απάνθρωπες συνθήκες;
1.Η Ζωή είναι ωραία

Απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα πρόσφεραν οι μαθητές και οι μαθήτριες, αντλώντας αρχικά έμπνευση από την ταινία Η Ζωή είναι ωραία, γράφοντας μια σελίδα στο δικό τους ημερολόγιο, μιμούμενοι φυσικά τη συνομήλική τους Άννα Φρανκ.
Αρχικά, ανέδειξαν τη σημασία της δημιουργικής φαντασίας και του χιούμορ του Γκουίντο, ο οποίος επινόησε ένα παιχνίδι, ώστε να προστατέψει τον γιο του από τη βαναυσότητα της πραγματικότητας του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Αυτό ακριβώς υπογράμμισε η Φανή, λέγοντας ότι «ο Γκουίντο έλεγε στο μικρό παιδάκι του ότι όλο αυτό που περνάνε είναι απλώς ένα παιχνίδι που αν το νικήσουν θα ελευθερωθούν, αλλιώς θα πρέπει να συνεχίζουν να παίζουν μέχρι να κερδίσουν».
Στο ίδιο πνεύμα, η Δήμητρα σχολίασε ότι την εντυπωσίασε το γεγονός ότι «ο μπαμπάς, παρά την κούρασή του, προσπαθούσε να κάνει χαρούμενο το παιδί και τη γυναίκα του».
Ενδιαφέρουσα ήταν και η επισήμανση του Ζαχαρία, ο οποίος εξήγε ένα γενικότερο συμπέρασμα για τους γονείς μέσα από την προσπάθεια του πρωταγωνιστή να αποκρύψει από τον γιο του την απάνθρωπη πραγματικότητα του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι «καμιά φορά, όταν γίνεται κάτι κακό οι γονείς μας προσπαθούν να μας λένε ψέματα ώστε να μας χαροποιήσουν και να ξεφεύγουμε από τη σκληρή πραγματικότητα».
Εξίσου εύστοχα, η Χριστίνα κατέγραψε ότι και εμείς «από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να πεθάνουμε απλώς γιατί είμαστε διαφορετικοί», αναδεικνύοντας έτσι την σημασία της διαρκούς επαγρύπνησης και αντίστασης απέναντι σε ρατσιστικές συμπεριφορές.
Φυσικά, οι μαθητές και μαθήτριές διέκριναν την αστείρευτη αγάπη του Γκουίντο προς την οικογένειά του ως βασική πηγή ανθρωπιάς που πρέπει να διατηρηθεί εντός του πλαισίου που τους αποκτηνώνει και τους μετατρέπει σε αριθμούς.
Αυτό υποστηρίζει και η Μιχαηλία, παρουσιάζοντας μία από τις αγαπημένες της σκηνές της ταινίας:
«Κάποια από τις σκηνές που με συγκίνησαν περισσότερο ήταν όταν ο σύζυγος της Ντόρα (Γκουίντο) μιλούσε από τα μεγάφωνα στο γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και της εξέφραζε την αγάπη του ή την καθησύχαζε, βάζοντας ακόμα και τον Τζόσουε να μιλήσει για να τον ακούσει η μητέρα του».

Παρομοίως, η Σοφία αναδεικνύει τη σημασία της αγάπης και των οικογενειακών δεσμών εντός ενός πλαισίου που προσπαθεί να απομακρύνει τον πατέρα από τον γιο και τη μητέρα. Συγκεκριμένα, αναφέρει:
«Η ταινία μας δείχνει πόσο σημαντική είναι η οικογένεια, και πως οι δεσμοί της παραμένουν δυνατοί ακόμα και σε δύσκολες στιγμές. […] Η ιστορία του πατέρα και του γιου μάς δείχνει τι θα μπορούσε να κάνει ένας πατέρας για να κρατήσει τον γιο του ασφαλή και χαρούμενο».
Βέβαια, όπως έδειξαν πολλοί στις ημερολογιακές τους σελίδες, η αγάπη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με την αυτοθυσία, επιλέγοντας, ως επί το πλείστον, ως αγαπημένη και πιο συγκινητική στιγμή τη δολοφονία του πατέρα από τους Ναζί, ή με τα λόγια του Ραφαήλ την «αυτοθυσία του πατέρα για να προστατεύσει τον γιο και τη σύζυγό του».

2.Το Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος του Πρίμο Λεβί

Το Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέμα το Ολοκαύτωμα και ο Ιταλοεβραίος συγγραφέας του ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς που επέζησε από το Ολοκαύτωμα και κατέγραψε τις μαρτυρίες του. Με αυτό τον τρόπο, έκανε πράξη τους στίχους που εισάγουν στο βιβλίο του: «Σκεφτείτε ό,τι έχει συμβεί/ Τις λέξεις αυτές σας ορίζω/ Γράψτε τις στην καρδιά σας/ Στο σπίτι, στο δρόμο/ Πριν κοιμηθείτε όταν ξυπνάτε/ Επαναλάβετέ τις στα παιδιά σας».
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό αυτοβιογραφικό βιβλίο που περιγράφει ψύχραιμα τη βαναυσότητα της Ναζιστικής κυριαρχίας, δίχως όμως να εγκαταλείπει ποτέ την προσπάθεια διατήρησης της ανθρωπιάς εντός των απάνθρωπων συνθηκών.
Εκκινώντας, λοιπόν, από το βαθιά ελπιδοφόρο πνεύμα του πρωταγωνιστή της ταινίας Η Ζωή είναι ωραία, περιηγηθήκαμε σε αρκετά αποσπάσματα του Πρίμο Λεβί που μπορούν να μας προσφέρουν απαντήσεις στο ερώτημα που τέθηκε εξαρχής και επαναλαμβάνουμε:
Πώς να παραμείνεις άνθρωπος σε απάνθρωπες συνθήκες;
Εντοπίσαμε έτσι φράσεις που δηλώνουν την ψυχική δύναμη που χρειάζεται για να διασώσει κανείς την αξιοπρέπεια και το όνομά του, εντός ενός πλαισίου συστηματικής εξόντωσης της ανθρωπιάς:
«Θα μας στερήσουν και τ’ όνομά μας: κι αν θέλουμε να το κρατήσουμε, θα πρέπει να βρούμε τη δύναμη μέσα μας, τη δύναμη να το σώσουμε και μαζί μ’ αυτό να σώσουμε κάτι από μάς, απ’ αυτό που υπήρξαμε». (σ. 30)
Με την κοφτερή γραφή του ο Πρίμο Λεβί μας καλεί να αντισταθούμε και εμείς σε ενέργειες απαξίωσης και υποβάθμισης του ανθρώπου∙ θα λέγαμε ότι μας καλεί όχι απλώς να προσπαθούμε να επιβιώσουμε, αλλά να ζήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις, αρνούμενοι την παράδοση της ανθρωπιάς μας, αρνούμενοι τη συγκατάθεση.
« […] ακριβώς επειδή το Λάγκερ [Στρατόπεδο συγκέντρωσης] είναι ένας τεράστιος μηχανισμός πού έχει σκοπό να μάς αποκτηνώσει, εμείς πρέπει ν’ αντισταθούμε […] Ναι, είμαστε σκλάβοι, στερημένοι κάθε δικαίωμα, εκτεθειμένοι σε κάθε προσβολή, αντιμετωπίζουμε βέβαιο θάνατο, αλλά μάς έχει απομείνει ένα δικαίωμα και πρέπει να το υπερασπιστούμε με σθένος, γιατί είναι το τελευταίο: το δικαίωμα ν’ αρνηθούμε τη συγκατάθεσή μας» (σ. 48).
Τονίζει διαρκώς στο έργο του την αναγκαιότητα της μη παραίτησης από την ανθρωπινότητα του καθενός, από ό,τι τον καθιστά άνθρωπο, όπως την αγάπη του προς την οικογένεια και τους φίλους, την αυτοεκτίμηση, το χιούμορ, τη φαντασία ενός καλύτερου μελλοντικού κόσμου. Με το έργο και τη ζωή του μας καλεί να διατηρήσουμε ζωντανή την ελπίδα στη ζωή μας∙ αυτό σχολιάζει εύστοχα η Αγγελική:
«Ο Πρίμο Λεβί αναφέρει ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να παραμείνουμε άνθρωποι σε απάνθρωπες συνθήκες, δίνοντάς μας ελπίδα και κίνητρο να διατηρήσουμε τον χαρακτήρα μας αναλλοίωτο και την αξιοπρέπειά μας ανέγγιχτη. Τελικά, συμπεραίνουμε, ότι η ελπίδα λειτουργεί ως κινητήριος δύναμη για να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την ελευθερία και τα ιδανικά μας».
Φορέας ελπίδας και δύναμης σύμφωνα με τον Πρίμο Λεβί είναι και η ανάμνηση της ζωής πριν τα στρατόπεδα, διότι:
«Ξέρουμε από πού ερχόμαστε: οι αναμνήσεις του έξω κόσμου κατοικούν στα όνειρά μας και στην ξαγρύπνια μας, έκπληκτοι βλέπουμε πως τίποτα δεν ξεχάσαμε, καθετί που ανακαλούμε στη μνήμη μας, αναδύεται με βασανιστική διαύγεια» (σ. 66).
Αυτό το απόσπασμα σχολιάζει η Μιχαηλία, λέγοντας ότι «για να επιβιώσει η ανθρωπιά μας δεν πρέπει να ξεχνάμε το παρελθόν μας και τις στιγμές χαράς και ελευθερίας, καθώς και την ύπαρξη “αληθινών ανθρώπων” με ευαισθησίες και συναισθήματα. Δεν πρέπει να υπάρχει ψυχική παραίτηση και αποδοχή για καμία τέτοιου είδους φρικτή πραγματικότητα, γιατί πιστεύοντας πως δεν υπάρχει χώρος για ελπίδα και αντίσταση σε κάθε λογής παρεμβατική και ψυχοφθόρα συμπεριφορά γινόμαστε έρμαιά της». Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε μια «συστηματική και από καρδιάς προσπάθεια» για να διατηρηθεί η ανθρωπιά μας.
3. Ο Μεγάλος Δικτάτορας

Παίρνοντας ώθηση από τα ελπιδοφόρα μηνύματα του Πρίμο Λεβί, ολοκληρώσαμε αυτό το σύντομο αφιέρωμα στο Ολοκαύτωμα με την προβολή της πρώτης μη βουβής ταινίας του Τσάρλι Τσάπλιν, τον Μεγάλο Δικτάτορα, με απώτερο σκοπό την ακρόαση και έπειτα την ανάλυση του συγκλονιστικού τελευταίου μονολόγου της ταινίας.
Κλήθηκαν, λοιπόν, οι μαθητές και οι μαθήτριες της Β΄ Γυμνασίου να εκφράσουν τις απόψεις τους για τον μονόλογο, δίνοντας έμφαση στη σημασία της ελπίδας και τη διαχρονικότητα των μηνυμάτων του παρακάτω αποσπάσματος:
Η απληστία έχει δηλητηριάσει τις ψυχές των ανθρώπων,
έχει γεμίσει τον κόσμο με μίσος,
μας έχει ρίξει μέσα στη μιζέρια και την αιματοχυσία.
Έχουμε πετύχει την ανάπτυξη της ταχύτητας
όμως έχουμε παγιδευτεί μέσα στα δεσμά της.
Μηχανές που μας δίνουν αφθονία, μας έχουν κάνει να θέλουμε πάντα
κάτι παραπάνω.
Η γνώση μας έκανε κυνικούς. Η εξυπνάδα μας,
σκληρούς και αγενείς.
Σκεφτόμαστε πάρα πολύ και νιώθουμε πολύ λίγο.
Περισσότερο από μηχανές, χρειαζόμαστε ανθρωπιά.
Περισσότερο από εξυπνάδα,
χρειαζόμαστε καλοσύνη και ευγένεια.
Χωρίς αυτές τις ιδιότητες,
η ζωή θα’ ναι γεμάτη βία και όλα θα χαθούν.
[…]
Σε όσους με ακούν, απευθύνομαι λέγοντας: ”Μην απελπίζεστε.”
Ο Ραφαήλ, τονίζοντας τις απάνθρωπες συνθήκες των στρατοπέδων συγκέντρωσης, υποστήριξε ότι είναι πολύ δύσκολο να παραμείνεις άνθρωπος σε ένα τέτοιο πλαίσιο∙ «σχεδόν είναι αδύνατο να έχεις μια τόσο δυνατή ψυχολογική αντίσταση απέναντι σε τέτοιες πράξεις απανθρωπιάς», θα αναφέρει ακριβώς. Προσθέτει, όμως, ότι όσο διατηρείται μέσα μας έστω και ένας κόκκος ελπίδας, τότε παραμένουμε άνθρωποι. Σε αυτή την ελπίδα αναφέρεται και η Μαρκέλα η οποία σημειώνει ότι «στον πόλεμο μπορεί να μην υπάρχει αρκετή χαρά, αγάπη και φιλία, όμως υπάρχει η ελπίδα» για να διασώσει την ανθρωπιά.
Τα λόγια όμως του Τσάρλι Τσάπλιν το 1940, σύμφωνα με τους μαθητές και τις μαθήτριές μας, ανταποκρίνονται έντονα και στη σύγχρονη ζωή μας, διότι αν και έχουν περάσει 85 χρόνια από την εν λόγω ταινία, πόλεμοι συνεχίζουν να μαστίζουν τον κόσμο. Αυτό υπογραμμίζει κι ο Αλέξανδρος, ο οποίος παρατήρησε ότι ο σύγχρονος κόσμος παραμένει ένας κόσμος γεμάτος μίσος που οδηγεί σε αιματηρούς πολέμους, όπως στην Ουκρανία και την Παλαιστίνη. Πόλεμοι που σχετίζονται με την «απληστία, που έχει δηλητηριάσει τις ψυχές των ανθρώπων» και, όπως αναφέρει η Χριστίνα, κάνουν «τον άνθρωπο να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του, να σκέφτεται το χρήμα, να θέλει πάντα κάτι παραπάνω κι ας έχει τα απαραίτητα για να ζήσει». Και σήμερα ο άνθρωπος «[…] σκέφτεται πολύ και νιώθει πολύ λίγο», θα προσθέσει, αναφέροντας τα λόγια του Εβραίου κουρέα.
Πάντοτε, όμως, η ελπίδα είναι αυτή που υπερισχύει στις απαντήσεις των μαθητών και μαθητριών μας. Ας κλείσουμε, λοιπόν, με τα παρακάτω λόγια του Χαράλαμπου, ο οποίος αναρωτιέται «Πόσο σημαντική είναι η ελπίδα;», επισημαίνοντας ότι όσο περισσότερο απουσιάζει η ελπίδα από τη ζωή σου, «τόσο πιο δύσκολα ζεις, τόσο πιο πολλά εμπόδια βρίσκεις. Όσο χάνεις τις ελπίδες σου τόσο περισσότερο αλλάζεις∙ αρχίζεις να ξεχνάς, να χάνεις το χιούμορ σου και την αγάπη που είχες μέσα σου. Όλα αυτά είναι δύσκολο να τα διατηρήσεις όταν σου φέρονται απάνθρωπα και όταν γνωρίζεις ότι το τέλος είναι κοντά, πιο κοντά από την απελευθέρωση. Έτσι ήταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Είμαστε πάρα πολύ τυχεροί που δεν τα ζούμε όλα αυτά. Η ελπίδα δεν είναι κάτι το δεδομένο. Πρέπει να χαιρόμαστε για όλα όσα έχουμε τώρα».
[1] Φιλόλογος, Διδάκτορας Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
[2] Αναφέρονται αλφαβητικά τα ονόματα των μαθητών και μαθητριών που με τα κείμενα και τις προφορικές τους επισημάνσεις συμμετείχαν ενεργά στο Αφιέρωμα στο Ολοκαύτωμα: Αντωνίου Δήμητρα, Κανόγκας Χαράλαμπος, Καπετανέλλης Ζαχαρίας, Καράμαλλη Μαρκέλα, Κασιώτου Χριστίνα, Κριπιντίρης Ραφαήλ, Λόπεζ Αλέξανδρος, Ξυνός Στρατής, Παλαιολόγου Αγγελική, Παναγιωτοπούλου Φανή, Παρασκευαϊδης Αναστάσιος, Σεβαστού Μιχαηλία, Στράγκα Σοφία.