ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΟΡΗΣΟΥ
19 Δεκ 2020

Άσκηση Δημιουργικής Γραφής με τις εξαιρέσεις των ρημάτων σε -ίζω . Νεοελληνική Γλώσσα Β΄Γυμνασίου 3η Ενότητα Φίλοι για πάντα σελ. 54

Συντάκτης: Αρετή Κάρκου | Κάτω από: Νεοελληνική Γλώσσα Β' Γυμνασίου

        Σήμερα το πρωί, στο σχολείο μου συνέβησαν ένα θετικό και ένα αρνητικό πράγμα… Το θετικό ήταν πως μάθαμε την λέξη “αθροίζω” και πώς να την χρησιμοποιούμε γενικότερα στο μάθημα των μαθηματικών. Ενώ το αρνητικό της υπόθεσης ήταν πως κατά την διάρκεια του διαλείμματος με τσίμπησε μέλισσα και πρήστηκε το μάγουλό μου με αποτέλεσμα να πονάω τόσο ώστε να αρχίσω να δακρύζω από τον πόνο.

    Συγχύστηκα τόσο πολύ που προσπάθησα να πείσω τον φίλο μου να μου δανείσει λίγα χρήματα, για να πάρω μια αλοιφή, επειδή δεν είχα χρήματα πάνω μου. Κατά τα άλλα η μέρα έληξε ωραία καθώς η αλοιφή έκανε σωστά τη δουλειά της και το μάγουλο μου ξεπρήστηκε.

Μαρία-Άννα Διαμαντοπούλου

Σήμερα στο σχολείο έβλεπα ένα παιδάκι που ζητούσε ένα μολύβι από έναν άλλο, αλλά εκείνος του έλεγε όχι γιατί υπαρχει κορονοϊός. Η ώρα άρχισε να περνά, συνέχισε να του ζητάει, τον έπρηζε για αρκετή ώρα να του δανείσει ένα μολύβι, αλλά το καλύτερο ήταν ότι ήθελε ένα συγκεκριμένο μολύβι. Το παιδάκι εκείνο γνώριζε πολύ καλά ότι του το είχε κλέψει, τον είχε φέρει σε άσχημη θέση και το παιδάκι που το ζητούσε άρχισε να δακρύζει και του είπε: Θα σε πάω στην διευθύντρια.

Γιώργος Λιγκανάρης

Εχθές ξύπνησα πολύ νωρίς το πρωί και άνοιξα να δω τηλεόραση. Παρακολούθησα έναν τηλε-μάγειρα που έκανε μια φαινομενικά εύκολη συνταγή. Έτσι αποφάσισα να τη δοκιμάσω κι εγώ. Συγκέντρωσα και άθροισα όλα τα υλικά, ώστε να μην κάνω κάποιο λάθος. Έπρεπε να τα ανακατέψω σε μια λεκάνη και να περιμένω να πήξουν. Τα άφησα σε μια άκρη και μετά από μισή ώρα γύρισα να δω αν είναι έτοιμο. Μόλις μπήκα μια έντονη μυρωδιά με έπνιξε και τα μάτια μου δάκρυσαν. Μεγάλη αποτυχία. Τώρα σκεπτόμουν πώς θα το πω στη γιαγιά μου που την είχα πρήξει να μου δανείσει τόσα πολλά υλικά. Σίγουρα θα συγχυζόταν πολύ. Άλλη φορά θα την αφήσω να με βοηθήσει.

Ιφιγένεια Γουγούση

Μία μέρα αποφασίσαμε με την ξαδέρφη μου από τον Βόλο που είναι δύο χρόνια μικρότερη από εμένα να έρθει να κοιμηθεί στο σπίτι μου. Σε εκείνο το σπίτι πηγαίνουμε όταν κι όποτε μπορούμε μα κυρίως γιορτές και διακοπές. Έτσι, τότε που είχαμε πάει ήταν Πάσχα. Είχα πάρει μαζί μου τα πιο ωραία ανοιξιάτικα ρούχα που είχα. Η ξαδέρφη μου, όταν ήρθε, πήγε κατευθείαν στην ντουλάπα να δει τι ρούχα είχα φέρει μαζί μου. Άρχισε να με πρήζει λέγοντας μου ποιο ρούχο ήθελε, για να της το δανείσω.  Συγχυσμένη της εξηγούσα πως δεν είχα φέρει και τόσα πολλά μαζί μου και πως ήθελα να τα έχω καθαρά και να τα φοράω για τις μέρες  που θα μέναμε στον Βόλο. Δεν καταλάβαινε τίποτα από ό,τι της έλεγα όμως. Στην αρχή δάκρυσε και μετά έπηξε στο κλάμα. Τι μπορούσα να κάνω; Έκανα πίσω στην αρχική μου απόφαση και βρέθηκα ξαφνικά να αθροίζω μια μια τις μπλούζες που θα δάνειζα στην ξαδέρφη μου για τις μέρες που ήθελε. Κι έτσι εγώ ούτε λίγο ούτε πολύ προσπαθούσα να μην λερωθώ, γιατί οι περισσότερες μπλούζες μου είχαν κάνει φτερά…

Ελένη Μπουζάνη

Η ιστορία της Χριστίνας δοσμένη σε δύο εκδοχές με αντιστροφή των ρόλων των φύλων.

Σε ένα μακρινό χωριό ζούσε χαρούμενα ένας μάγος. Ξύπνησε μια μέρα και, ενώ έπινε το νέκταρ του, χτύπησε ξαφνικά το κουδούνι. Ήταν ο γείτονάς του το ξωτικό. Του ζήτησε μια χάρη. << Μιας και φημίζεσαι για τα ελιξίρια σου, σε παρακαλώ, μάγε, φτιάξε ένα, για να ξεφύγω τη μουρμούρα της γυναίκας μου, να πάψει πια να με πρήζει, να με αποκαλεί άχρηστο και ότι κάθομαι όλη μέρα.>> Ο μάγος τον λυπήθηκε και προσφέρθηκε να τον βοηθήσει. Έπιασε, λοιπόν, δουλειά και πήγε να ετοιμάσει το μείγμα. Μετρούσε και άθροιζε τα υλικά που θα έβαζε μέσα. Ανακάλυψε ότι του έλειπε ένα συστατικό και το δανείστηκε τελικά από τη νεράιδα γειτόνισσά του. Ξεκίνησε να τα ρίχνει ένα ένα στο καζάνι. Το ελιξίριο ήταν σχεδόν έτοιμο, το μόνο που απέμενε ήταν να πήξει. Η ώρα περνούσε και το μείγμα δεν έπηζε. Το ξωτικό συγχύστηκε. <<Γιατί παίρνει τόση ώρα; μήπως μπέρδεψες κάποιο υλικό, και δεν πιάσει;>> <<Όχι μην αγχώνεσαι είμαι σίγουρος ότι θα πετύχει >>. Τελικά έπηξε, το έβαλε σε ένα φιαλίδιο, του το έδωσε και τον ενημέρωσε για τις επιπτώσεις. Τελικά όντως πέτυχε. Ήδη από την επόμενη μέρα δεν άκουγε καμία γκρίνια από την γυναίκα του. Δάκρυσε το ξωτικό από τη χαρά του και επισκέφτηκε τον μάγο, για να τον ευχαριστήσει.

Σε ένα μακρινό χωριό ζούσε χαρούμενα ένας μάγος. Ξύπνησε μια μέρα και ενώ έπινε το νέκταρ του, χτύπησε ξαφνικά το κουδούνι. Ήταν η γειτόνισσα του, το ξωτικό. Του ζήτησε μια χάρη. << Μιας και φημίζεσαι για τα ελιξίρια σου, σε παρακαλώ μάγε, φτιάξε ένα για να ξεφύγω τη μουρμούρα του άντρα μου, να πάψει πια να με πρήζει, να με αποκαλεί άχρηστη και ότι κάθομαι όλη μέρα.>> Ο μάγος την λυπήθηκε και προσφέρθηκε να την βοηθήσει. Έπιασε λοιπόν δουλειά και πήγε να ετοιμάσει το μείγμα. Μετρούσε και άθροιζε τα υλικά που θα έβαζε μέσα. Ανακάλυψε ότι του έλειπε ένα συστατικό και το δανείστηκε τελικά από τη νεράιδα γειτόνισσά του. Ξεκίνησε να τα ρίχνει ένα ένα στο καζάνι. Το ελιξίριο ήταν σχεδόν έτοιμο, το μόνο που απέμενε ήταν να πήξει. Η ώρα περνούσε και το μείγμα δεν έπηζε. Το ξωτικό συγχύστηκε. <<Γιατί παίρνει τόση ώρα; μήπως μπέρδεψες κάποιο υλικό, και δεν πιάσει;>> <<Όχι μην αγχώνεσαι είμαι σίγουρος ότι θα πετύχει >>. Τελικά έπηξε, το έβαλε σε ένα φιαλίδιο, της το έδωσε και την ενημέρωσε για τις επιπτώσεις. Τελικά όντως πέτυχε. Ήδη από την επόμενη μέρα δεν άκουγε καμία γκρίνια από τον άντρα της. Δάκρυσε το ξωτικό από την χαρά του και επισκέφτηκε τον μάγο, για να τον ευχαριστήσει.

Χριστίνα Νικολαΐδου

Τα σχόλια είναι κλειστά.