Ερμιόνη Αργολίδας
Η Ερμιόνη Αργολίδας είναι κωμόπολη στη νοτιοανατολική ακτή της χερσονήσου της Αργολίδας, στη Πελοπόννησο, 85 χλμ. νοτιοανατολικά του Ναυπλίου, σε υψόμετρο 5 μέτρων. Είναι παράλια κωμόπολη 2.506 κατοίκων σύμφωνα με την απογραφή του 2021 και αποτελεί έδρα του ομώνυμου Δήμου Ερμιόνης, στον οποίο ανήκουν τα διοικητικά διαμερίσματα Ηλιοκάστρου και Θερμησίας.
Η οικονομία της στηρίζεται στον τουρισμό, κυρίως λόγω του νησιωτικού της χρώματος, αλλά και στις αγροτικές καλλιέργειες και στην αλιεία. Η περιοχή Μανδράκια, στη νότια πλευρά της, έχει αναγνωριστεί ως παραδοσιακός οικισμός.
Ιστορία
Αρχαιότητα
Η Ερμιόνη ιδρύθηκε από Δρύοπες, προελληνικό (ή Πελασγικό) φύλο που εκτοπίστηκε από την κεντρική Ελλάδα, μετά την κάθοδο των πρώτων ελληνικών φύλων. Εκτός από την Ερμιόνη, οι Δρύοπες ίδρυσαν στην νότια Αργολίδα και τις πόλεις Μάσης, Ηιόνες και Ασίνη. Η Ερμιόνη, όπως αναφέρει ο Όμηρος στον κατάλογο των Νεών, συμμετείχε στο Τρωικό Πόλεμο με τον στρατό του Άργους.
Μετά την κάθοδο των Δωριέων, στην περιοχή της Αργολίδας κυριάρχησαν οι Δωριείς, που με κέντρο το Άργος επεκτάθηκαν σταδιακά σε ολόκληρη τη χερσόνησο και κατέλαβαν και την πόλη της Ερμιόνης. Κατά τον Παυσανία, οι Αργείοι κυριάρχησαν στην Ερμιόνη χωρίς πόλεμο. Μετά την επικράτηση των Αργείων, πολλοί παλιοί κάτοικοι, Δρύοπες, κατέφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην πόλη Αλιείς, που αποτελούσε επίνειο της Ερμιόνης. Τα επόμενα χρόνια η Ερμιόνη βρισκόταν κάτω από την σφαίρα επιρροής του Άργους αλλά διατηρούσε κάποια αυτονομία. Η πόλη έλεγχε μία περιοχή που περίπου αντιστοιχούσε στην σημερινή επαρχία Ερμιονίδας. Διέθετε δύο επίνεια, τον Μάσητα (σήμερα Κοιλάδα) και τους Αλιείς (σήμερα Πόρτο Χέλι).
Στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ., οι Αργείοι ηττήθηκαν από τους Σπαρτιάτες και η δύναμη του Άργους εξασθένησε. Η Ερμιόνη απαλλάχτηκε από την κυριαρχία του Άργους και έγινε σύμμαχος της Σπάρτης. Την περίοδο αυτή φαίνεται να ιδρύθηκε η Αμφικτυονία της Καλαυρίας, αμυντική συμμαχία που στόχευε να καταπολεμήσει την αυξανόμενη ισχύ του Άργους, της οποίας η Ερμιόνη ήταν μέλος μαζί με άλλες επτά πόλεις.
Στους Περσικούς πολέμους η πόλη συνεισέφερε στον ελληνικό στόλο με τρία πλοία στην ναυμαχία της Σαλαμίνας και με τριακόσιους οπλίτες στην μάχη των Πλαταιών. Η Ερμιόνη δέχτηκε μεγάλες καταστροφές κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο από τους αντιπάλους της Σπάρτης, την Αθήνα και το Άργος, καθώς παρέμενε σύμμαχος της Σπάρτης. Τα επόμενα χρόνια έγινε μέρος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, όπου και διατηρήθηκε μέχρι και την κατάκτηση της Ελλάδας από την Ρωμαϊκή Δημοκρατία το 146 π.Χ.
Ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδος
Στις αρχές της Ρωμαϊκής περιόδου, η Ερμιόνη δέχτηκε πειρατικές επιδρομές από τις οποίες υπέστη μεγάλες καταστροφές. Μετά την εξολόθρευση των πειρατών της Μεσογείου από τον Πομπήιο, η πόλη άκμασε και πάλι. Στη διάρκεια του 2ου και 3ου αιώνα μ.Χ. ήταν μία αναπτυγμένη πόλη, κάτι που μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιόδου, όπως και η περιγραφή του Παυσανία, ο οποίος την επισκέφτηκε και κάνει αναφορά για αξιόλογη πόλη και τα νομίσματα που έκοψε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Δεν είναι γνωστό πότε διαδίδεται ο Χριστιανισμός στην περιοχή. Τα παλαιότερα ερείπια χριστιανικού ναού χρονολογούνται τον 5ο αιώνα μ.Χ. Η Ερμιόνη ανήκε εκείνη την περίοδο στη μητρόπολη Κορίνθου. Στη διάρκεια των τελευταίων αιώνων της παρουσίας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στη περιοχή σημειώνεται παρακμή.
Η περίοδος της Φραγκοκρατίας ξεκινάει στην περιοχή το 1210, όταν ο σταυροφόρος Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος κατέλαβε το φρούριο του Ακροκόρινθου και στην συνέχεια ολόκληρη την Αργολίδα. Η περιοχή παραχωρήθηκε αρχικά στον δούκα των Αθηνών, Όθωνα ντε λα Ρος. Τον 14ο αιώνα πέρασε στην οικογένεια Ντε Μπριέν και στην συνέχεια στην οικογένεια Ντ’ Εγκιέν, οπότε το 1388 παραχωρήθηκε στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας. Στο διάστημα αυτό πραγματοποιήθηκε και εγκατάσταση πληθυσμών αρβανιτών στην περιοχή της Ερμιονίδας, των οποίων η πολιτισμική επιρροή φαίνεται μέχρι σήμερα σε αρκετές τοπονυμίες της περιοχής. Προς τα τέλη της Βυζαντινής περιόδου, η Ερμιόνη άρχισε να συναντάται και με το όνομα Καστρί, πιθανόν από την αρχαία οχύρωση που σωζόταν ακόμα. Το όνομα αυτό διατηρήθηκε μέχρι τα πρώτα χρόνια της Ελληνικής ανεξαρτησίας.
Νεότερα χρόνια
Οι Βενετοί εξουσίαζαν την ευρύτερη περιοχή της Ερμιονίδας από το κάστρο της Θερμησίας. Το 1460 έχασαν το Άργος στους Οθωμανούς υπό τον Μαχμούτ Πασά, αλλά διατήρησαν το Ναύπλιο και την νοτιότερη Αργολίδα, κρατώντας τον έλεγχο της περιοχής μέχρι τον τρίτο Βενετοτουρκικό πόλεμο. Στον πόλεμο αυτό η Βενετία ηττήθηκε και η περιοχή του Ναυπλίου πέρασε σε Οθωμανικό έλεγχο το 1540. Η πρώτη Οθωμανική περίοδος ήταν περίοδος παρακμής για την Ερμιονίδα.
Το 1669, οι Βενετοί με την νίκη τους στον έκτο Βενετοτουρκικό πόλεμο αποκτούν τον έλεγχο ολόκληρης της Πελοποννήσου τον οποίο διατηρούν για διάστημα περίπου σαράντα ετών, μέχρι τον επόμενο Βενετοτουρκικό πόλεμο το 1714. Κατά την διάρκεια της τελευταίας περιόδου της Τουρκοκρατίας (1714-1821) η Ερμιόνη γνωρίζει ανάπτυξη και λίγο πριν την Επανάσταση του 1821 ο πληθυσμός της φτάνει περίπου τους 2.000 κατοίκους.
Η Ερμίονη συμμετείχε στην Επανάσταση του 1821 και πολλοί Ερμιονίτες ενίσχυσαν τις επαναστατικές δυνάμεις που συγκροτήθηκαν στην περιοχή υπό την αρχηγία του Αρσένιου Κρέστα από το Κρανίδι. Σημαντικοί αγωνιστές από την Ερμιόνη ήταν τα αδέλφια Γιάννης και Σταμάτης Μήτσας (από τους οποίους παίρνει το όνομά της η σημερινή Ακτή Μητσαίων, στη νότια πλευρά της πόλης) που συμμετείχαν σε πολλές μάχες στην Πελοπόννησο αλλά και στην Αττική. Το 1827 ξεκίνησε της εργασίες της στην Ερμιόνη η Γ’ Εθνοσυνέλευση, η οποία ολοκληρώθηκε στην Τροιζήνα.